Λένιν: Η ζωή του Μαρξ
Ο Καρλ Μαρξ γεννήθηκε στις 5 του Μάη 1818, με το νέο ημερολόγιο, στην πόλη Τρίερ (παραρήνια Πρωσία). Ο πατέρας του ήταν δικηγόρος, Εβραίος. Το 1824 ασπάστηκε τον προτεσταντισμό. Η οικογένεια του ήταν εύπορη, καλλιεργημένη, όχι όμως επαναστατική. Αφού τέλειωσε το γυμνάσιο της Τρίερ ο Μαρξ πήγε στο Πανεπιστήμιο, στην αρχή στη Βόννη και έπειτα στο Βερολίνο και σπούδασε νομικά, προπαντός όμως ιστορία και φιλοσοφία. Τέλειωσε το Πανεπιστήμιο το 1841 με μια διδακτορική διατριβή για τη Φιλοσοφία του Επίκουρου. Όσο για τις αντιλήψεις του, ο Μαρξ εκείνη την εποχή ήταν ακόμη χεγκελιανός-ιδεαλιστής. Στο Βερολίνο ανήκε στον κύκλο των αριστερών-χεγκελιανών (Μπρούνο Μπάουερ κ.ά.), που προσπαθούσαν να βγάλουν από τη Φιλοσοφία του Χέγκελ αθεϊστικά και επαναστατικά συμπεράσματα.
Εκείνο τον καιρό, οι ριζοσπάστες αστοί της Ρηνανίας, που είχαν σημεία επαφής με τους αριστερούς χεγκελιανούς, ίδρυσαν στην Κολωνία μια αντιπολιτευόμενη εφημερίδα: την «Εφημερίδα του Ρήνου» (άρχισε να βγαίνει την 1η του Γενάρη του 1842). Ο Μαρξ και ο Μπρούνο Μπάουερ κλήθηκαν σαν κυριότεροι συνεργάτες· τον Οκτώβρη του 1842, ο Μαρξ ανέλαβε διευθυντής της εφημερίδας και μετοίκησε από τη Βόννη στην Κολωνία. Με τη διεύθυνση του Μαρξ, η επαναστατική-δημοκρατική κατεύθυνση της εφημερίδας γινόταν όλο και πιο ξεκάθαρη· η κυβέρνηση στην αρχή επέβαλε στην εφημερίδα διπλή και τριπλή λογοκρισία και, μετά την 1η του Γενάρη του 1843, αποφάσισε να την κλείσει εντελώς. Ο Μαρξ βρέθηκε τότε υποχρεωμένος να φύγει από διευθυντής, η αποχώρησή του όμως δεν έσωσε την εφημερίδα, που κλείστηκε τον Μάρτη του 1843. Από τα πιο βαρυσήμαντα άρθρα του Μαρξ στην «Εφημερίδα του Ρήνου» ο Ένγκελς σημειώνει και ένα άρθρο για την κατάσταση των αγροτών-αμπελουργών της κοιλάδας του Μοζέλα. Η δημοσιογραφική δουλειά έδειξε στον Μαρξ ότι δεν ήξερε αρκετά καλά την πολιτική οικονομία και γι’ αυτό καταπιάστηκε με ζήλο με τη μελέτη της.
Το φθινόπωρο του 1843, ο Μαρξ πήγε στο Παρίσι για να εκδώσει στο εξωτερικό ένα ριζοσπαστικό περιοδικό μαζί με τον Άρνολντ Ρούγκε (1802-1880, επίσης αριστερό χεγκελιανό. Το 1825-1830 ήταν φυλακή, υστέρα από το 1848 βρέθηκε εκπατρισμένος· στα 1866-1870 οπαδός του Μπίσμαρκ). Βγήκε μόνο το πρώτο τεύχος αυτού του περιοδικού, με τον τίτλο «Γερμανο-Γαλλικά Χρονικά». Το περιοδικό έπαψε να βγαίνει λόγω των δυσκολιών, που παρουσίαζε η παράνομη κυκλοφορία του στη Γερμανία και λόγω διαφωνιών με τον Ρούγκε. Στα άρθρα του σ’ αυτό το περιοδικό, ο Μαρξ παίρνει ήδη επαναστατική θέση, κηρύσσει «αμείλικτη κριτική σε καθετί που υπάρχει» και ιδιαίτερα «κριτική των όπλων» και κάνει έκκληση στις μάζες και το προλεταριάτο.
Τον Σεπτέμβρη του 1844, ήρθε στο Παρίσι για μερικές μέρες ο Φρίντριχ Ένγκελς, που έγινε από τότε ο πιο στενός φίλος του Μαρξ. Μαζί έπαιρναν ενεργότατο μέρος στην τοτινή κοχλάζουσα ζωή των επαναστατικών ομάδων του Παρισιού (ιδιαίτερη σημασία είχε η θεωρία του Προυντόν, που ο Μαρξ την πολέμησε αποφασιστικά στην «Αθλιότητα της Φιλοσοφίας» το 1847) και επεξεργάστηκαν – παλεύοντας επίμονα ενάντια στις διάφορες θεωρίες του μικροαστικού σοσιαλισμού– τη θεωρία και την τακτική του επαναστατικού προλεταριακού σοσιαλισμού ή του κομμουνισμού (μαρξισμού).
Όταν ξέσπασε η επανάσταση του Φλεβάρη του 1848, ο Μαρξ απελάθηκε από το Βέλγιο. Ξαναγύρισε στο Παρίσι κι από κει, υστέρα από την επανάσταση του Μάρτη, πήγε στη Γερμανία και συγκεκριμένα στην Κολωνία. Εκεί άρχισε να βγαίνει, από την 1 του Ιούνη 1848 ως τις 19 του Μάη 1849, η «Νέα Εφημερίδα του Ρήνου»· διευθυντής της εφημερίδας ήταν ο Μαρξ. Η νέα θεωρία επιβεβαιώθηκε περίλαμπρα από την πορεία των επαναστατικών γεγονότων του 1848-1849, όπως επιβεβαιώθηκε αργότερα και από όλα τα προλεταριακά και δημοκρατικά κινήματα όλων των χωρών του κόσμου. Η αντεπανάσταση που νίκησε, στην αρχή παρέπεμψε τον Μαρξ σε δίκη (αθωώθηκε στις 9 του Φλεβάρη 1849) και μετά τον απέλασε από τη Γερμανία (στις 16 του Μάη 1849). Ο Μαρξ πήγε στην αρχή στο Παρίσι, απελάθηκε και από εκεί υστέρα από τη διαδήλωση της 13 του Ιούνη του 1849 και πήγε στο Λονδίνο, όπου έμεινε ως το τέλος της ζωής του.
Οι συνθήκες της ζωής του σαν εκπατρισμένου, όπως βγαίνει ανάγλυφα από την αλληλογραφία του με τον Ένγκελς (εκδόθηκε το 1913), ήταν εξαιρετικά δύσκολες. Η φτώχεια έπνιγε κυριολεκτικά τον Μαρξ και την οικογένειά του. Αν δεν υπήρχε η αδιάκοπη, γεμάτη αυταπάρνηση οικονομική ενίσχυση του Ένγκελς, ο Μαρξ όχι μόνο δε θα μπορούσε να τελειώσει «Το Κεφάλαιο», αλλά και θα χανόταν αναπόφευκτα από τη φτώχεια και τις στερήσεις. Εκτός απ’ αυτό, οι θεωρίες και τα ρεύματα του μικροαστικού και γενικότερα του μη προλεταριακού σοσιαλισμού, που κυριαρχούσαν τότε, ανάγκαζαν τον Μαρξ να διεξάγει συνεχώς αμείλικτο αγώνα και κάποτε να αποκρούει τις πιο λυσσαλέες και άγριες προσωπικές επιθέσεις.
Ο Μαρξ, συνενώνοντας το εργατικό κίνημα των διαφόρων χωρών, προσπαθώντας να κατευθύνει στην κοίτη μιας κοινής δράσης τις διάφορες μορφές τού μη προλεταριακού, του προμαρξικού σοσιαλισμού (Μαντσίνι, Προυντόν, Μπακούνιν, αγγλικός φιλελεύθερος τρεϊντ-γιουνιονισμός, λασαλικές ταλαντεύσεις προς τα δεξιά στη Γερμανία κλπ.) και, καταπολεμώντας τις θεωρίες όλων αυτών των αιρέσεων και μικροσχολών, σφυρηλάτησε μια ενιαία τακτική της προλεταριακής πάλης της εργατικής τάξης των διαφόρων χωρών. Ύστερα από την πτώση της Κομμούνας του Παρισιού (1871), που ο Μαρξ την προσέγγισε τόσο βαθυστόχαστα, τόσο εύστοχα, τόσο λαμπρά και από την άποψη ενός ανθρώπου της δράσης και ενός επαναστάτη («Ο Εμφύλιος Πόλεμος στη Γαλλία του 1871») και υστέρα από τη διάσπαση της Διεθνούς από τους μπακουνιστές, έγινε αδύνατη η παραμονή της Διεθνούς στην Ευρώπη. Ο Μαρξ μετά το συνέδριο της Διεθνούς στη Χάγη (1872) εξασφάλισε τη μεταφορά του Γενικού Συμβουλίου της Διεθνούς στη Νέα Υόρκη. Η 1η Διεθνής εκπλήρωσε έτσι τη διεθνή της αποστολή και παραχώρησε τη θέση της σε μια εποχή απροσμέτρητα πιο μεγάλης ανόδου του εργατικού κινήματος σε όλες τις χώρες του κόσμου, συγκεκριμένα στην εποχή της ανάπτυξής του σε πλάτος, στην εποχή της δημιουργίας μαζικών σοσιαλιστικών εργατικών κομμάτων στα πλαίσια κάθε εθνικού κράτους
Η εντατική δράση στη Διεθνή και η ακόμη πιο εντατική απασχόληση του Μαρξ υπέσκαψαν οριστικά την υγεία του. Συνέχισε το ξαναδούλεμα της πολιτικής οικονομίας και την αποπεράτωση του «Κεφαλαίου», συγκεντρώνοντας ένα σωρό καινούργιο υλικό και μελετώντας μια σειρά γλώσσες (λογου χάρη τη ρωσική), μα η αρρώστια δεν τον άφησε να τελειώσει το «Κεφάλαιο». Στις 2 του Δεκέμβρη 1881, πέθανε η γυναίκα του. Στις 14 του Μάρτη 1883, ο Μαρξ αποκοιμήθηκε ήσυχα και για πάντα στην πολυθρόνα του. Τον έθαψαν δίπλα στη γυναίκα του, στο νεκροταφείο του Χάιγκεϊτ του Λονδίνου. Από τα παιδιά του Μαρξ ορισμένα πέθαναν μικρά στο Λονδίνο, τότε που η οικογένεια δυστυχούσε πολύ. Οι τρεις κόρες του παντρεύτηκαν με σοσιαλιστές της Αγγλίας και της Γαλλίας: η Ελεονόρα Έβελιγκ, η Λάουρα Λαφάργκ και η Τζένη Λογκέ.
(Πηγή: Για τον Μαρξ και το μαρξισμό – Σύγχρονη Εποχή, 2002)