Η Κομμουνιστική Τάση διαφωνώντας πολιτικά με το κείμενο Θέσεων που πρότεινε το Πολιτικό Συμβούλιο της ΛΑΕ για την ιδρυτική της συνδιάσκεψη, κατέθεσε ένα εναλλακτικό κείμενο με τίτλο «Κομμουνιστική Διεθνιστική Πλατφόρμα», υπογεγραμμένο ως τώρα από 54 μέλη, από 7 διαφορετικές πόλεις και 19 τοπικές Πολιτικές Επιτροπές και το οποίο είναι ένα από τα τρία αντιπαραθετικά κείμενα που τίθενται στην κρίση των μελών. Στο παρακάτω απόσπασμα αναπτύσσεται η θέση της Κομμουνιστικής Τάσης για το ζήτημα του εθνικού νομίσματος.
Το κείμενο Θέσεων που κατέθεσε το Πολιτικό Συμβούλιο της ΛΑΕ για την ιδρυτική της συνδιάσκεψη κινείται σε μια λαθεμένη πολιτικά κατεύθυνση. Δεν περιέχει ούτε κουβέντα ουσιαστικής κριτικής στα καθοριστικά σφάλματα της ηγεσίας της Αριστερής Πλατφόρμας κατά την πρώτη θητεία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ και από προγραμματική άποψη, συνιστά μια ελαφρά πιο αριστερή, «πατριωτική» εκδοχή του παλιού ρεφορμισμού του ΣΥΡΙΖΑ που ήδη χρεοκόπησε στην εξουσία. Η Κομμουνιστική Τάση κατέθεσε στις διαδικασίες της συνδιάσκεψηςτο δικό της εναλλακτικό πολιτικό κείμενο με τίτλο «Κομμουνιστική Διεθνιστική Πλατφόρμα» (διαβάστε το ολόκληρο στην ιστοσελίδα www.marxismos.com) υπογεγραμμένο από 54 μέλη, από 7 διαφορετικές πόλεις και 19 τοπικές Πολιτικές Επιτροπές. Καλούμε όσους και όσες από εσάς είστε μέλη της ΛΑΕ και συμφωνείτε με τις βασικές θέσεις που περιέχει, να το υπογράψετε για να ενισχύσετε την απήχησή του (στέλνοντας ονοματεπώνυμο και Πολιτική Επιτροπή στην ηλεκτρονική μας διεύθυνση), αλλά και να το υποστηρίξετε ενεργά στις διαδικασίες της Ιδρυτικής συνδιάσκεψης. Το παρακάτω κείμενο είναι ένα απόσπασμα από την «Κομμουνιστική Διεθνιστική Πλατφόρμα».
Ο ηγετικός πυρήνας της ΛΑΕ έχει επιλέξει να δομήσει το νέο πολιτικό φορέα επικεντρωμένος στο εθνικό νόμισμα. Η επικέντρωση στο εθνικό νόμισμα αντανακλά μια λαθεμένη, μη μαρξιστική αντίληψη για τα αίτια της κρίσης. Εκφράζει τη ρεφορμιστική τάση για αναζήτηση λύσεων, όχι στο πεδίο της παραγωγής, αλλά στο πεδίο της διανομής και της κυκλοφορίας των εμπορευμάτων. Εκείνοι που προσεγγίζουν την καπιταλιστική κρίση σαν ζήτημα «ρευστότητας» είναι οι κεϋνσιανοί οικονομολόγοι και οι ρεφορμιστές. Αντίθετα ο μαρξισμός στρέφει το βλέμμα του στην καπιταλιστική παραγωγή. Η ρίζα της καπιταλιστικής κρίσης βρίσκεται στις εκμεταλλευτικές καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, στη θεμελιώδη καπιταλιστική αντίφαση ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και την ατομική ιδιοκτησία και την παραγωγή με σκοπό το κέρδος.
Όπως εξήγησε ο Μαρξ στο «Κεφαλαίο», η εγγενής στον καπιταλισμό τάση για απεριόριστη αύξηση της παραγωγής έρχεται σε αντίφαση με τον περιορισμένο σκοπό της παραγωγής, το κέρδος, που βγαίνει από την απλήρωτη εργασία των εργατών. Το αποτέλεσμα είναι η δημιουργία μεγάλων ποσοτήτων κεφαλαίων που δεν συμφέρει πια τους καπιταλιστές να τοποθετηθούν στην παραγωγή. Έτσι οδηγούμαστε στην κρίση, που έχει τον χαρακτήρα κρίσης υπερπαραγωγής ή αλλιώς, υπερσυσσώρευσης κεφαλαίων.
Η γενικευμένη έλλειψη «ρευστότητας» είναι σύμπτωμα και όχι η αιτία αυτής της κρίσης. Σε συνθήκες κρίσης, το χρήμα μοιάζει να έχει εξαφανιστεί. Οι ρεφορμιστές και οι κεϋνσιανοί, από αυτή την κατάσταση βγάζουν το συμπέρασμα ότι για να αντιμετωπιστεί η κρίση χρειάζεται να τυπωθεί περισσότερο χρήμα για να «ριχθεί» στην οικονομία.
Οι κομμουνιστές αντίθετα, οφείλουν να τονίζουν ότι τα χαρτονομίσματα, όποιο όνομα ή σύμβολο και αν έχουν, δεν έχουν αξία από μόνα τους. Πρέπει να αντανακλούν αξίες παραγόμενες στην πραγματική παραγωγή. Αν διοχετευθούν μάζες χαρτονομισμάτων στην οικονομία, το αποτέλεσμα,αργά ή γρήγορα, θα είναι ο εκρηκτικός πληθωρισμός και η γρήγορη απώλεια της αρχικής αξίας που αντανακλούσαν τα χαρτονομίσματα αυτά. Έτσι η πιο επείγουσα ανάγκη είναι η επίτευξη μιας επαναστατικής αλλαγής στη ρίζα της κρίσης, στο πεδίο της παραγωγής και των σχέσεων ιδιοκτησίας. Το βασικό πολιτικό καθήκον είναι το πέρασμα των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής σε καθεστώς κοινωνικής ιδιοκτησίας, για να σχεδιαστεί η οικονομική ανάπτυξη προς όφελος της κοινωνίας και να γίνει εφικτή η δικαιότερη δυνατή διανομή των αγαθών. Άρα η προϋπόθεση για να αντιμετωπιστεί το σύμπτωμα της «έλλειψης ρευστότητας» είναι η εφαρμογή ενός αντικαπιταλιστικού, σοσιαλιστικού προγράμματος.
Το ίδιο συμβαίνει και με τα υπόλοιπα ζητήματα στα οποία ο ηγετικός πυρήνας της ΛΑΕ υποστηρίζει ότι θα έχει ευεργετική επίδραση το εθνικό νόμισμα, δηλαδή στην ανεργία, τον εξορθολογισμό του εξωτερικού εμπορίου και την παραγωγική ανασυγκρότηση. Η ανεργία μπορεί να αντιμετωπιστεί αποφασιστικά μόνο από μια κεντρικά και δημοκρατικά σχεδιασμένη, κοινωνικοποιημένη οικονομία, που θα συμπεριλάβει στην παραγωγή όλους τους άνεργους,στη βάση ενός συγκεκριμένου πλάνου. Το εξωτερικό εμπόριο μπορεί να εξορθολογιστεί μόνο μέσα από την επιβολή του κρατικού μονοπωλίου στις εισαγωγές και τις εξαγωγές. Η αναγκαία ανασυγκρότηση από τη μαζική καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων που επέφερε η καπιταλιστική κρίση, μπορεί να επιτευχθεί μόνο αν καταργηθεί η καπιταλιστική αναρχία της παραγωγής. Το κεντρικό δίλλημα της εποχής μας λοιπόν, δεν είναι το παραπλανητικό «ευρώ ή δραχμή», αλλά το «καπιταλισμός ή σοσιαλισμός».
Ο ηγετικός πυρήνας της ΛΑΕ αντιτείνει σε αυτή την κριτική τον ισχυρισμό ότι δεν υπερασπίζει το εθνικό νόμισμα από μόνο του, αλλά σε συνδυασμό με ορισμένα αναγκαία ριζοσπαστικά μέτρα. Όμως τα όποια επιβεβλημένα ριζοσπαστικά μέτρα περιέχονται στο κείμενο Θέσεων του Πολιτικού Συμβουλίου, έχουν μικρή έκταση και είναι εντελώς ανεπαρκή, καθώς αφήνουν τον έλεγχο του μεγαλύτερου τμήματος της οικονομίας στα χέρια της αστικής τάξης, ενώ ταυτόχρονα δεν θίγουν τον πυρήνα του αστικού κράτους. Στην πραγματικότητα σταματούν στην περιγραφή μιας «προοδευτικής», «αντιμνημονιακής» καπιταλιστικής Ελλάδας της δραχμής .Όμως όπως ήδη εξηγήσαμε, πάνω στο έδαφος της βαθειάς καπιταλιστικής κρίσης δεν υπάρχει ηδυνατότητα για καμίας μορφής προοδευτική καπιταλιστική Ελλάδα.
Μήπως όμως όλα αυτά σημαίνουν ότι η έξοδος από την Ευρωζώνη και η νομισματική απεμπλοκή από την ΕΚΤ είναι ασήμαντα ζητήματα; Η απάντησή μας είναι «ασφαλώς όχι». Η έκδοση εθνικού νομίσματος θα είναι ένα αναπόφευκτο, τεχνικό μέσο για να εφαρμοστεί ένα σοσιαλιστικό πρόγραμμα. Όμως το βασικό πρόβλημα παραμένει το γεγονός ότι η ΛΑΕ δεν έχει σήμερα ένα τέτοιο πρόγραμμα και το ότι ο ηγετικός της πυρήνας κάνει την απόπειρα να το υποκαταστήσει, με τον υπερτονισμό των «ευεργετικών» επιδράσεων που θα έχει η μετάβαση στο εθνικό νόμισμα, σε συνδυασμό με ορισμένα ριζοσπαστικά μέτρα πάνω στο έδαφος του καπιταλισμού.
Εθνικό νόμισμα και σοσιαλιστική μετάβαση
Ποια είναι όμως η διαφορά που υπάρχει στην εισαγωγή του εθνικού νομίσματος σε μια κοινωνικοποιημένη, κεντρικά σχεδιασμένη οικονομία και κάτω από μια εργατική εξουσία συγκριτικά με την εισαγωγή του εθνικού νομίσματος στο έδαφος του καπιταλισμού;
Η νομισματική υποτίμηση και ο πληθωρισμός θα είναι φαινόμενα αναπόφευκτα κατά την πρώτη περίοδο. Το ίδιο αναπόφευκτες θα είναι και οι ελλείψεις σε αναγκαίο τεχνολογικό εξοπλισμό και άλλα εισαγόμενα αγαθά. Όμως με μια εργατική εξουσία που θα ξεκινά τη διαδικασία σοσιαλιστικού μετασχηματισμού, θα υπάρχουν εξαρχής τρία καθοριστικά στοιχεία,που προοδευτικά θα αλλάζουν τη μοίρα του εργαζόμενου λαού.
Το πρώτο στοιχείο είναι το γεγονός ότι ο δημοκρατικός έλεγχος του κράτους και των βασικών μοχλών της οικονομίας από τους εργαζόμενους, θα εξοικονομήσει μια μεγάλη ποσότητα εθνικού εισοδήματος που σήμερα καταληστεύεται από τους καπιταλιστές και τους κρατικούς τους υπηρέτες μέσω της διαφθοράς και των γραφειοκρατικών προνομίων. Έτσι από την πρώτη στιγμή, θα βρεθούν πόροι για να λιγοστέψουν οι θυσίες και τα βάσανα του λαού.
Το δεύτερο στοιχείο είναι το γεγονός ότι μέσω του ορθολογικού σχεδιασμού της οικονομίας με κριτήριο της κοινωνικές ανάγκες που είναι αδύνατος σε συνθήκες καπιταλισμού, θα δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για το οριστικό ξεπέρασμα των αναπόφευκτων προαναφερόμενων δυσκολιών που συνεπάγεται η έκδοση εθνικού νομίσματος και θα ανοίξει ο δρόμος για μια αλματώδη, επωφελή για το κοινωνικό σύνολο οικονομική ανάπτυξη.
Το τρίτο στοιχείο θα είναι το αναπόφευκτο κύμα διεθνούς αλληλεγγύης που θα δημιουργήσει το επαναστατικό, σοσιαλιστικό παράδειγμα, το οποίο θα είναι τόσο ισχυρό, που αργά ή γρήγορα, η σοσιαλιστική Ελλάδα θα γίνει πρότυπο για την ευρωπαϊκή εργατική τάξη. Έτσι αντικειμενικά θα τεθεί η βάση για το ξεπέρασμα της αναπόφευκτης αρχικής απομόνωσης της χώρας και για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού με τη συνεργασία πολλών αναπτυγμένων ευρωπαϊκών χωρών.
Είναι οι καπιταλιστές μόνιμοι πολέμιοι του εθνικού νομίσματος;
Στο πλαίσιο της αναζήτησης επιχειρημάτων για να στηριχθεί η θέση ότι το εθνικό νόμισμα είναι ένα «σημαντικό εργαλείο προόδου», ο ηγετικός πυρήνας της ΛΑΕ υπερτονίζει την υποστήριξη που δίνουν τώρα οι Ευρωπαίοι και οι Έλληνες καπιταλιστές στο ευρώ και την αντιμετωπίζει σαν μια μόνιμη κατάσταση. Όμως κανένας καπιταλιστής δεν έχει φετίχ με κανένα νόμισμα.
Όπως έδειξε η Σύνοδος Κορυφής του Ιουλίου του 2015 και το περίφημο «σχέδιο Σόιμπλε», οι Βορειοευρωπαίοι καπιταλιστές, εξετάζουν πολύ σοβαρά τη μελλοντική ώθηση της Ελλάδας στο εθνικό νόμισμα, ως πιθανή αφετηρία για μια συνολικότερη αλλαγή της σύνθεσης της Ευρωζώνης, από ανάγκη να αποφύγουν να μετατραπούν οι ίδιοι σε μόνιμους χορηγούς τεράστιων δανείων στις χώρες του Νότου, που δεν πρόκειται ποτέ να αποπληρωθούν.
Από τη δική τους πλευρά, οι Έλληνες καπιταλιστές είναι πολύ πιθανό στο άμεσο μέλλον, μετά από την αποτυχία απανωτών μνημονιακών προγραμμάτων, να επιλέξουν μια κοινά συμφωνημένη «συντεταγμένη» έξοδο από την Ευρωζώνη, σαν ένα πιο αποτελεσματικό μέσο για να μειώσουν το εργατικό κόστος, να δημιουργήσουν επενδυτικό ενδιαφέρον και να δώσουν ταυτόχρονα τόνωση στις εξαγωγές και τον τουρισμό.
Η έξοδος από το ευρώ και η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα πάνω στο έδαφος του καπιταλισμού, θα σηματοδοτεί το αναπόφευκτο επόμενο στάδιο της κρίσης. Αν η ΛΑΕ διατηρήσει σαν κεντρική της σημαία τη μετάβαση στο εθνικό νόμισμα, η ώρα της επώδυνης για το λαό αυτής πιθανής μελλοντικής μετάβασης θα σημάνει και το άδοξο πολιτικό τέλος της ΛΑΕ, ταυτίζοντάς την στα μάτια των μαζών με την «δραχμολάγνα» σε εκείνη την περίσταση πλέον, ελληνική άρχουσα τάξη. Να γιατί είναι σοβαρότατο λάθος – και από την άποψη των προοπτικών του κόμματος θα μπορούσε χωρίς υπερβολή κάποιος να πει και εγκληματικό – η ΛΑΕ να συνεχίζει να εμφανίζει την εικόνα ενός κόμματος που βασικά υπερασπίζει τη μετάβαση στο εθνικό νόμισμα.
***