Διαβάστε ένα κείμενο που παρουσιάζει συνοπτικά την άποψη του μαρξισμού για το κράτος. Σε μια περίοδο που το κύριο καθήκον της Αριστεράς είναι η πάλη για την εξουσία, η μαρξιστική αντίληψη για το κράτος πρέπει να αποτελεί βασικό πολιτικό της οδηγό.
Σήμερα, που τα καθήκοντα για την Αριστερά και τον ΣΥΡΙΖΑ είναι περισσότερα από ποτέ, είναι αναγκαία η ανάλυση του ρόλου και της φύσης του καπιταλιστικού Κράτους βάσει της μαρξιστικής θεωρίας.
Για τους μαρξιστές δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, ότι το κράτος συνίσταται σε τελική ανάλυση ένοπλα σώματα ανδρών με σκοπό την υπεράσπιση της ατομικής ιδιοκτησίας προς όφελος της διασφάλισης των προνομίων της κυρίαρχης τάξης.
Η προσέγγιση της Αριστεράς σχετικά με το ρόλο του Κράτους είναι κομβικής σημασίας για δύο λόγους, αφενός για την κατανόηση της αντίδρασης και καταπίεσης που θα υποστεί η εργατική τάξη στην προσπάθεια της να αλλάξει αυτή την κοινωνία, αφετέρου δε στην προετοιμασία και τα καθήκοντα που η άνοδος της ταξικής πάλης θα επιφέρει.
Την τελευταία περίοδο βλέπουμε την υπεράσπιση του «Κράτους Δικαίου», της «νομιμότητας», της «κοινωνικής συνοχής» όχι μόνο από τους πολιτικούς εκπροσώπους της αστικής τάξης αλλά και από ένα μέρος της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία από μια εντελώς αταξική σκοπιά επαινεί το ρόλο της «Ελληνικής Δικαιοσύνης». Είναι καθήκον των κομμουνιστών να αποκαλύπτουν τις αυταπάτες που η τυφλή εμπιστοσύνη στους αστικούς θεσμούς μπορεί να φέρει. Για τον λόγο αυτό κρίνουμε πως η συζήτηση για την θεωρία του Κράτους όπως αναπτύχθηκε από τον Μαρξ, Ενγκελς, Λενιν, Τρότσκι είναι θεμελιώδους σημασίας για το κίνημα και τα καθήκοντά του.
Τι είναι το κράτος;
Το κράτος δεν είναι ένα αιώνιο στοιχειό της ανθρωπότητας. Υπήρχαν κοινωνίες που δεν είχαν κράτος, που μάλιστα τα βγάζανε πολύ καλά πέρα χωρίς κάποια κρατική εξουσία. Το Κράτος, σύμφωνα με τον Ένγκελς, «δεν είναι καθόλου μια δύναμη που επιβλήθηκε στην κοινωνία απ’ έξω. Το κράτος δεν είναι επίσης «η πραγμάτωσης της ηθικής ιδέας», ή «η εικόνα και η πραγματικότητα του λογικού», όπως ισχυρίζεται ο Χέγκελ. Το κράτος είναι προϊόν της κοινωνίας σε ορισμένη βαθμίδα εξέλιξης της. Είναι η ομολογία ότι η κοινωνία αυτή μπερδεύτηκε σε μιαν άλυτη αντίφαση με τον εαυτό της, διασπάστηκε σε ασυμφιλίωτες αντιθέσεις, που δεν έχει τη δύναμη να τις εξορκίσει. Και για να μη φθείρουν τον εαυτό τους και την κοινωνία σε έναν άκαρπο αγώνα αυτές οι αντιθέσεις, οι τάξεις με τ’ αντιμαχόμενα οικονομικά συμφέροντα, έγινε αναγκαία μια δύναμη, που φαινομενικά στέκει πάνω από την κοινωνία, για να μετριάζει τη σύγκρουση, για να την κρατεί μέσα στα όρια της «τάξεως». Κι η δύναμη αυτή, που προσήλθε από την κοινωνία, μα που βάζει τον εαυτό της πάνω απ’ αυτήν, που όλο και περισσότερο αποξενώνεται απ’ αυτήν, είναι το κράτος» (Πηγή: Β.Ι. Λένιν, Κράτος και Επανάσταση).
Εδώ διατυπώνεται με απόλυτη σαφήνεια η βασική ιδέα του μαρξισμού στο ζήτημα του ιστορικού ρόλου και της σημασίας του κράτους. Το κράτος είναι προϊόν και εκδήλωση των ασυμφιλίωτων ταξικών αντιθέσεων και εμφανίζεται όταν η κοινωνία γίνεται πιο περιπλοκή στο ιστορικό σημείο που οι ανταγωνισμοί δεν μπορούν να λυθούν όπως παλιά. Και αντίστροφα: η ύπαρξη του κράτους αποδεδείχνει ότι οι ταξικές αντιθέσεις είναι ασυμφιλίωτες.
Οι διαστρεβλώσεις της μαρξιστικής θεωρίας του κράτους
Η σπουδαία αυτή ανάλυση για το Κράτος έχει υποστεί διαστρεβλώσεις, από πολλούς υποτιθέμενους μαρξιστές. Υπάρχει δηλαδή στην Αριστερά, η άποψη ότι το κράτος είναι ένας θεσμός που ήρθε για συμφιλιώνει τις αντίπαλες κοινωνικές τάξεις. Αυτή η άποψη δεν είναι καινούργια και χαρακτηρίζει τις ψευδαισθήσεις που διέπουν ένα μεγάλο μέρος της ηγεσίας της αριστεράς. Ο Μαρξ και Έγκελς τη χαρακτήριζαν όχι μόνο λαθεμένη αλλά και εγκληματική καθώς προσδίδει στο κράτος μια κοινωνική ουδετερότητα, ότι τάχα δηλαδή είναι ουδέτερο και στέκει πάνω από την κοινωνία, προσπαθώντας να συμφιλιώσει με νόμους και παρεμβάσεις τις σχέσεις μεταξύ εργατικής και αστικής τάξης.
Ιδιαίτερα σήμερα, με την οικονομική κρίση να έχει τσακίσει τους εργαζόμενους, νεολαίους και συνταξιούχους, με την κατάργηση κάθε στοιχειώδους κοινωνικής κατάκτησης, την φορολογική επιδρομή των μικρών επαγγελματιών και των συνταξιούχων, φαίνεται πλέον ξεκάθαρα τίνος τα συμφέροντα εξυπηρετεί το κράτος: των δανειστών και του μεγάλου κεφαλαίου.
Το τέλος των γενών και η ανάδειξη του κράτους
Ο Έγκελς επισημαίνει ότι το κράτος σημαίνει το τέλος των ενόπλων – φύλων και την απαρχή των ενόπλων σωμάτων ανδρών που είναι διαχωρισμένες από την κοινωνία για να επιβάλλουν τους νομούς και τα συμφέροντα και να προστατεύουν τα προνόμια της κυρίαρχης τάξης. Σε σύγκριση με την παλιά οργάνωση γενών, το κράτος χαρακτηρίζεται πρωτίστως από τον χωρισμό των υπηκόων σε εδαφική περιοχή, σε συγκεκριμένα δηλαδή φυσικά γεωγραφικά σύνορα. Αν και σήμερα φαίνεται φυσική η ύπαρξη του έθνους κράτους, στην πραγματικότητα αυτή προέκυψε ως αποτέλεσμα μεγάλων μακροχρόνιων πολέμων. Δεύτερο χαρακτηριστικό γνώρισμα του Κράτους είναι η σύσταση μιας δημόσιας εξουσίας, η οποία δεν συμπίπτει άμεσα με τον παλαιότερο αυτό-οργανωμένο σε ένοπλη δύναμη πληθυσμό των γενών – φυλών.
Η νέα δημόσια εξουσία που δημιουργείται, συνίσταται σε ιδιαίτερους σχηματισμούς ενόπλων ανθρώπων, που έχουν στη διάθεσή τους μηχανισμούς πολιτικής εξουσίας (όπως η είσπραξη φόρων, η ίδρυση Δικαστηρίων και φυλακών) θεσμοί που διαφέρουν από τα παραδοσιακά όργανα εξουσίας της κοινωνίας των φυλών. Τέλος, αναπτύσσονται δύο θεμελιώδεις θεσμοί του κράτους: η υπαλληλοκρατία και ο μόνιμος στρατός. Φτιάχνονται λοιπόν, ειδικοί νόμοι για το ιερό και απαραβίαστο των δημοσίων υπαλλήλων και όπως περιγράφει ο Έγκελς “και ο πιο τιποτένιος αστυνομικός υπηρέτης έχει περισσότερο “κύρος” απ’ ότι όλα μαζί τα όργανα της κοινωνίας των γενών“.
Το Κράτος λοιπόν δεν υπάρχει από καταβολής κόσμου. Υπήρξαν κοινωνίες που τα βγάζανε πέρα χωρίς κράτος και δεν γνώριζαν τι εστί κρατική εξουσία. Σε μια ορισμένη όμως βαθμίδα οικονομικής εξέλιξης, που συνδεόταν αναγκαστικά με τη διάσπαση της κοινωνίας σε ασυμφιλίωτες και ανταγωνιστικές μεταξύ τους τάξεις, το κράτος προέκυψε ως προϊόν αυτής της διάσπασης. Σήμερα, βρισκόμαστε σε μια τέτοια βαθμίδα ανάπτυξης της παραγωγής όπου η ύπαρξη των τάξεων όχι μόνο έπαψε να συνιστά αναγκαιότητα, αλλά είναι εμπόδιο στην ανάπτυξη της κοινωνίας. Οι τάξεις θα εξαφανιστούν τόσο αναπόφευκτα όσο γεννήθηκαν και με την εξαφάνισή τους θα πάρουν μαζί τους και το κράτος και θα το θέσουν εκεί που πραγματική ανήκει: στο Μουσείο των αρχαιοτήτων.
Το Κράτος ως όργανο της κυρίαρχης αστικής τάξης
Το κράτος γεννήθηκε από την ανάγκη να χαλιναγωγούνται οι ταξικές αντιθέσεις, επειδή όμως ταυτόχρονα γεννήθηκε μέσα στη ταξική σύγκρουση, είναι κατά κανόνα κράτος της πιο ισχυρής, οικονομικά κυρίαρχης τάξης, που με τη βοήθεια του κράτους γίνεται και πολιτικά κυρίαρχη και αποκτά νέα μέσα για την καθυπόταξη και εκμετάλλευση της καταπιεζόμενης τάξης. Σε τελική ανάλυση το κράτος παρεμβαίνει για να καθορίσει με νομούς, φόρους, διατάγματα κλπ ποιος και τι ποσοστό θα λαμβάνει από το συνολικό παραγόμενο κοινωνικό προϊόν. Σήμερα αυτό είναι πιο εμφανές από ποτέ άλλοτε.
Ποια είναι η φύση του κράτους στην ταξική κοινωνία; Κρατά τους ταξικούς ανταγωνισμούς σε ύφεση και συνήθως το κράτος ελέγχεται από την πιο δυνατή οικονομικά τάξη, η οποία μέσω του κράτους, επιβάλλει την πολιτική δύναμη και εξουσία και αποκτά επίσης νέα μέσα καταπίεσης της εργατικής τάξης. ∆εν ήταν µόνο τα παλιά φεουδαλικά κράτη όργανα για την εκμετάλλευση των δούλων και των δουλοπάροικων, αλλά και το νεότερο “αντιπροσωπευτικό αστικό” κράτος, είναι επίσης µέσον για την εκμετάλλευση της μισθωτής εργασίας από το κεφάλαιο.
Σε εξαιρετικές µόνο περιστάσεις έρχονται εποχές που οι εχθρικές τάξεις φτάνουν σε µια ισορροπία δυνάμεως και η κρατική εξουσία γίνεται, έως ένα ορισμένο σηµείο, ανεξάρτητη και από τις δύο τάξεις και φαίνεται να λειτουργεί σαν διαιτητής στην ταξική πάλη. Τέτοια κράτη, παραδείγματος χάριν, ήταν οι απόλυτες µοναρχίες του l7ου και 18ου αιώνος, ο βοναπαρτισµός της πρώτης και τρίτης αυτοκρατορίας στη Γαλλία και το καθεστώς του Μπίσμαρκ στη Γερμανία. Ακόμα και στο αστικό κράτος εμφανίζονται διάφορα καθεστώτα όπως πχ συνταγματική μοναρχία, αστική δημοκρατία, φασιστικό κράτος, χούντα δικτατορία, βοναπαρτισμός. Η εξουσία μιας τάξης μπορεί να συντελέσει σε πολλά ειδή καθεστώτων ανάλογα με τις συγκεκριμένες συνθήκες σε κάθε κοινωνία αφενός και τη σφοδρότητα της ταξικής πάλης αφετέρου.
Το κράτος σε μια κατάσταση πολύ εκτεταμένης κρίσης και σύγκρουσης, όπου συντελούνται διασπάσεις στις κορυφές της αστικής τάξης, λειτουργεί ως ασφαλιστική δικλείδα για τα γενικότερα συμφέροντα του καπιταλισμού. Αυτό έχει συμβεί ιστορικά σε πολλές περιπτώσεις όπως για παράδειγμα την περίπτωση του Φασιστικού Κράτους του Μουσολίνι. Οι ένοπλες ομάδες φασιστών, τσάκισαν το εργατικό κίνημα και τα συνδικάτα του, ώστε να εξασφαλίσουν την προστασία και κυριαρχία των γενικότερων συμφερόντων της αστικής τάξης, απαλλοτριώνοντας ωστόσο πολιτικά ένα κομμάτι αυτής που δεν ήταν φίλα προσκείμενο στο καθεστώς του Μουσολίνι. Ο φασισμός ήταν χρήσιμος για τα γενικότερα συμφέροντα του καπιταλισμού αλλά δεν ήταν υπό τον απόλυτο πολιτικό έλεγχο της αστικής τάξης και εχθρευόταν ακόμη και μερίδες των καπιταλιστών με πιο δημοκρατικές – αντιπροσωπευτικές παραδόσεις.
Το Εργατικό Κράτος
Ένας από τους σημαντικότερους λόγους για τους οποίους έγραψε ο Λένιν το βιβλίο «Κράτος και Επανάσταση» ήταν για να εξηγήσει και να αναλύσει την ιστορική εμπειρία των προηγούμενων επαναστάσεων και ιδιαίτερα της Παρισινής Κομμούνας. Όπως και ο Μαρξ, έτσι και ο Λένιν κατέληξε στο συμπέρασμα πως το προλεταριάτο δεν μπορεί να κάνει χρήση του παλιού κρατικού μηχανισμού και να το χρησιμοποιήσει για δικούς του σκοπούς.
Δεν είναι όμως ηθικοί λόγοι που υπαγορεύουν αυτό το συμπέρασμα, αντιθέτως υλικοί, καθώς το κράτος είναι πολύ προσεκτικά δομημένο από έμπιστους ανθρώπους σε θέσεις κλειδιά, τους οποίους η αστική τάξη ελέγχει και επιλεγεί με βάση την εκπαίδευση τους και τους πολιτικούς και προσωπικούς δεσμούς. Είναι άτομα τα οποία ελέγχονται και υπερασπίζουν τα συμφέροντα της τάξης στην οποία ανήκουν και σε τελευταία ανάλυση συνιστούν τα ένοπλα σώματα άντρων, που είναι και ο πυρήνας της εξουσίας του αστικού κράτους.
Ο Λένιν τόνιζε την ανάγκη οι επαναστατημένοι προλετάριοι να κατατροπώσουν το αστικό κράτος και κατέληγε στο συμπέρασμα, πως το προλεταριάτο δεν μπορεί ν’ ανατρέψει την αστική τάξη, χωρίς να καταχτήσει πρωτύτερα την πολιτική εξουσία, χωρίς ν’ αποχτήσει την πολιτική κυριαρχία και να μετατρέψει το κράτος σε «οργανωµένο σαν κυρίαρχη τάξη, προλεταριάτο». Το κράτος είναι µια ειδική µορφή οργανωµένης βίας, είναι η οργάνωση της βίας µε το σκοπό την υποταγή της αντίπαλης τάξης. Αλλά ποια είναι η τάξη την οποία το προλεταριάτο πρέπει να υποτάξει; Φυσικά δεν µπορεί να είναι άλλη από την εκμεταλλευτική τάξη, δηλαδή την πλουτοκρατία. Οι εργαζόμενοι έχουν ανάγκη από το εργατικό κράτος για να κατανικήσουν την αντίσταση των εκμεταλλευτών. Μόνο το προλεταριάτο µπορεί να διευθύνει και να πραγµατοποιήσει αυτό το έργο, το προλεταριάτο που είναι η µόνη επαναστατική µέχρι τέλους τάξη, η µόνη τάξη που µπορεί να συνενώσει όλους τους υπόδουλους και τους αδικούμενους, στον αγώνα εναντίον των κεφαλαιοκρατών µε σκοπό την τέλεια και βίαιη ανατροπή της αστικής κρατικής μηχανής.
Το Σοβιετικό Κράτος
Το Σοβιετικό Κράτος ήταν άμεσο αποτέλεσμα της ανατροπής της αστικής τάξης κατα την Οκτωβριανή Επανάσταση. Όμως ένα εργατικό κράτος δεν είναι παρά ένα μεταβατικό σχήμα που ακόμη και στην πιο καθαρή μορφή του είναι γεμάτο αντιφάσεις. Ο Λένιν ήδη από το 1920 διαπίστωνε τις αντιφάσεις του που είχαν αναπτυχθεί στη σοβιετική κοινωνία, καθώς και το γεγονός πως ένα μεγάλο κομμάτι του παλαιού τσαρικού μηχανισμού απασχολούταν στο νέο κράτος (τεχνικοί, ειδικοί, στρατιωτικοί κλπ). Οι υλικές συνθήκες στη Ρωσία, δηλαδή ο καθυστερημένος ημιφεουδαρχικός χαρακτήρας και η φτώχεια στο μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού, δεν επέτρεψαν στο εργατικό κράτος να εμφανιστεί ως μια νέα ολότελα μορφή.
Αυτό που σημαίνει η καταστροφή του αστικού κράτους είναι η ρήξη των δεσμών και της γραμμής εντολών που συνδέει το τα ένοπλα σώματα αντρών με την αστική τάξη που έχει την οικονομική και πολιτική εξουσία και την χρήση των υλικών και δομικών στοιχείων για το χτίσιμο του νέου εργατικού κράτος.
Η ποιοτική διαφορά είναι ότι οι υπάλληλοι του νέου εργατικού κράτους υπόκεινταν στον άμεσο πολιτικό έλεγχο των εργατικών επίτροπων και των μπολσεβίκων. Η εργατική κρατική μηχανή, αν όχι στην ιδανική της μορφή, πρέπει τίθεται πάντα στην υπηρεσία της επανάστασης. Όμως το σοβιετικό κράτος εξελίχθηκε σε έναν μηχανισμό όχι για την υπεράσπιση της επανάστασης διεθνώς αλλά σε ένα παραμορφωμένο γραφειοκρατικό μόρφωμα, εσωστρεφές και απομονωμένο. Οι αντικειμενικές υλικές συνθήκες , η πίεση των ηττών της διεθνούς επανάστασης και την αδυναμία της εργατικής τάξης μετά από χρόνια εμφύλιου πολέμου να εδραιώσει τον πολιτικό έλεγχο της πάνω στο κράτος, είχε ως αποτέλεσμα την παραμόρφωση και την απαλλοτρίωση της πολίτικης εξουσίας του προλεταριάτου από την γραφειοκρατική κάστα. Αυτό ήταν ένα κοινωνικό φαινόμενο και άμεσο αποτέλεσμα της μη επέκτασης της επανάστασης παγκοσμίως.
Ο Τρότσκι εξήγησε πως η σταλινική αντεπανάσταση δεν έθιξε την οικονομική βάση και τις κατακτήσεις της επανάστασης, δηλαδή την σχεδιασμένη οικονομία , το κρατικό μονοπώλιο στο εξωτερικό εμπόριο και την κρατικοποίηση των μέσων παράγωγης. Αντίθετα, η εξουσία της εργατικής τάξης απαλλοτριώθηκε από την γραφειοκρατία που αναδύθηκε ως κοινωνικό προϊόν των αντιφάσεων της σοβιετικής κοινωνίας. Ο Τρότσκι, ήταν ο μόνος που εντόπισε την αναλογία με τον βοναπαρτισμό αλλά από άλλη ταξική σκοπιά.
Ο βοναπαρτισμός υπεράσπιζε της κατακτήσεις της αστικής τάξης. Ο σταλινισμός μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένας ειδικός τύπος βοναπαρτισμού που πρόεκυψε από την σχεδιασμένη οικονομία και σε τελευταία ανάλυση το προνομιούχο στρώμα των γραφειοκρατών. Εξαιτίας των ιδιαίτερων υλικών αντικειμενικών συνθηκών η γραφειοκρατία απέκτησε μια αυτονομία από την προλεταριακή βάση λόγω του έλεγχου που ασκούσε στην σχεδιασμένη παράγωγη και στους μηχανισμούς του κράτους.
Τα προνόμια της γραφειοκρατίας πρόεκυψαν από την σχεδιασμένη οικονομία και έτσι βλέπουμε την αντίφαση ανάμεσα στην σταλινική κάστα που φοβάται την επαναστατική προοπτική της διεθνούς και εγχώριας εργατικής τάξης και προσπαθεί να την ελέγξει από τη μία, είναι όμως αναγκασμένη από την άλλη να υπερασπιστεί τις κατακτήσεις της επανάστασης καθώς είναι η βάση στην οποία στηρίζονται τα προνόμια της.
Η σταλινική γραφειοκρατία κατανάλωνε την πλεονάζουσα άξια του κοινωνικού προϊόντος που παρήγαν οι εργάτες. Η παραμόρφωση που συντελέστηκε ήταν τόσο σφοδρή που δεν έμεινε σχεδόν τίποτε από τις παλιές κατακτήσεις του Οκτώβρη, όπως τα σοβιέτ και εργατικά συμβούλια, η εσωκομματική δημοκρατία, οι απεργίες, διαδηλώσεις κλπ. Μονάχα ένα θεμελιώδες στοιχείο παρέμεινε αναλλοίωτο, που είναι και το θεμελιώδες για κάθε μαρξιστική ανάλυση, το στοιχείο της κεντρικά σχεδιασμένης οικονομίας.
Αν η σχεδιασμένη οικονομία δεν αποτελεί την ειδοποιό διαφορά, τότε κάποιος θα έλεγε ότι το σταλινικό καθεστώς συγκρίνεται μόνο με φασισμό του Χίτλερ ή του Μουσολίνι. Ήταν όμως η Σοβιετική Ένωση ένα φασιστικό καθεστώς; Φυσικά και όχι! Ήταν αδυσώπητο και καταπιεστικό σε κάθε μορφή ελεύθερης έκφρασης και κριτικής. Όμως ήταν αναγκασμένο για να συντηρεί τα μη κληροδοτούμενα προνόμια της γραφειοκρατίας, να υπερασπίζεται την βασική κατάκτηση του Οκτώβρη, δηλαδή τη σχεδιασμένη οικονομία, που ήταν μια θεμελιώδης και συγκλονιστική κατάκτηση για το παγκόσμιο προλεταριάτο.
Ο Τρότσκι, υπερασπιζόταν με όλη του τη δύναμη τις κατακτήσεις της Επανάστασης, παρά το γεγονός ότι σε αυτές τις κατακτήσεις στηρίζονταν οι πολιτικοί και φυσικοί του δολοφόνοι. Ωστόσο, παρά τον αγώνα που έδωσε ο Τρότσκι κατά της γραφειοκρατίας και υπέρ της πολιτικής επανάστασης του προλεταριάτου στην ΕΣΣΔ, ποτέ δεν αρνήθηκε τα προφανές, ότι δηλαδή στην Σοβιετική Ένωση κατέστη δυνατή η οικονομική ανάπτυξη και ευημερία για κάποιο χρονικό διάστημα αφενός και εφικτή η νίκη ενάντια στις ναζιστικές πολεμικές μηχανές αφετέρου, εξαιτίας ακριβώς της κεντρικά σχεδιασμένης οικονομίας και της κατάργησης της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής.
Τα παραμορφωμένα εργατικά κράτη της Ανατολικής Ευρώπης
Η επέλαση του Κόκκινου Στρατού μετά την κοσμοϊστορική νίκη της ΕΣΣΔ επί του Χίτλερ έγινε αποδεκτή με επαναστατική άνοδο της ταξικής πάλης σε όλες τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Εξαιτίας των συνθηκών που δημιούργησε ο πόλεμος και η κατοχή στις χώρες αυτές (εγκατάλειψη της οικονομίας από αστούς, κατοχικές κυβερνήσεις προδοσίας, κλπ) η γραφειοκρατία της ΕΣΣΔ, στηριζόμενη στις επαναστατικές διαθέσεις των λαών, ώθησε στην εξουσία κυβερνήσεις καθ’ εικόνα και ομοίωσή της. Σε αυτό διευκόλυνε ιδιαίτερα το τεράστιο κύρος που απέκτησε μεταπολεμικά ο σταλινισμός λόγω της νίκης κατά του Χίτλερ (που οφείλεται στην ηρωική θυσία των απλών στρατιωτών για την υπεράσπιση των παραδόσεων της Οκτωβριανής Επανάστασης, και όχι τόσο στην πολιτική και στρατηγική ευφυΐα των γραφειοκρατών ηγετών). Ωστόσο, για τους σταλινικούς η πιθανότητα δημιουργίας ενός γνήσιου εργατικού κράτους αποτελούσε απειλή για τα συμφέροντά τους και για τον λόγο αυτό, η γραφειοκρατία της Μόσχας αποτέλεσε ένα μόνιμο πολιτικό φρένο στις μαζικές επαναστάσεις των λαών της Ευρώπης μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως απεδείχθη με τις συμφωνίες της Γιάλτας, Βάρκιζας κ.α.
Τα νέα αυτά κράτη, ήταν παραμορφωμένα από τη γέννηση τους κράτη που εξαρτούσαν την ύπαρξη τους στη σχέση τους με τη Μόσχα. Αυτό που το υποδέχτηκαν αρχικά οι εργάτες με ενθουσιασμό μετατράπηκε σε ένα αβάσταχτο εμπόδιο τεράστιας καταπίεσης της επιθυμίας των εργατών να κτίσουν και προχωρήσουν περεταίρω στη δημιουργία μιας άλλης κοινωνίας. Για πολλούς, φωτεινή εξαίρεση αποτελούσε ο Τίτο, λόγω της κόντρας του με τη Μόσχα και την διαγραφή του από την Κομιντέρν. Ωστόσο, θα ήταν λάθος να χαρακτηριστεί η Γιουγκοσλαβία ως γνήσιο εργατικό κράτος, αφού η σχεδιασμένη οικονομία δεν συνεπαγόταν τον πολιτικό και δημοκρατικό έλεγχο των εργαζομένων στην κοινωνική παραγωγή.
Συμπεράσματα
Η μαρξιστική ανάλυση του κράτους έχει ως βασικό θεμέλιο της, την εξέταση των σχέσεων παραγωγής σε μία κοινωνία. Αυτές οι σχέσεις διαμορφώνουν όχι μόνο τις κοινωνικές σχέσεις αλλά και τις ανθρώπινες συνειδήσεις. Η σημερινή καπιταλιστική κοινωνία μαστίζεται από την θεμελιώδη αντίφαση του κοινωνικού χαρακτήρα της παραγωγής από τη μία και την ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής από την άλλη. Από αυτή την αντίφαση προκύπτει το γεγονός ότι η μειοψηφική κοινωνικά αστική τάξη κατέχει όχι μόνο τον πλούτο στα χέρια της αλλά και την πολιτική εξουσία για να τον διανείμει.
Αντίθετα, οι νέοι και οι εργαζόμενοι, αυτοί δηλαδή που παράγουν όλο αυτό το πλούτο, καταδικάζονται στην απλή επιβίωση (πολλές φορές ούτε καν σε αυτή) χωρίς καμία δυνατότητα να απολαύσουν πλήρως τα αγαθά που οι ίδιοι παράγουν. Επειδή όμως είναι στο γενετικό κώδικα της εργατικής τάξης να επαναστατεί για να ανατρέψει αυτή την αντίφαση έχουμε δει, ιδίως την τελευταία περίοδο πολλές κοινωνικές επαναστάσεις. Όμως, δεν αρκεί μόνο μια επανάσταση. Χρειάζεται και η οικοδόμηση ενός πολιτικού επιστεγάσματος, ενός εργατικού κράτους δηλαδή, που θα προστατέψει τις κατακτήσεις της επανάστασης και θα οργανώσει την παραγωγή των αγαθών με τον πιο δημοκρατικό και δίκαιο τρόπο και να εξασφαλίσει το πέρασμα σε ένα καλύτερο αύριο.
Δίχως τον συνειδητό όμως έλεγχο του ανθρώπου στην σχεδιασμένη οικονομία, δίχως δηλαδή τον εργατικό έλεγχο στα μέσα παραγωγής, αναπόφευκτα αναπτύσσεται σαν απόστημα σε ένα εργατικό κράτος η γραφειοκρατική κάστα η οποία (όπως ιστορικά έχει αποδειχθεί στην ΕΣΣΔ) θα μπλεχτεί σε ένα άλυτο κουβάρι κακοδιαχείρισης, σπατάλης, ελλείψεων και θα οδηγήσει στην κατάρρευση της παράγωγης, όπως και έγινε. Δεν είναι δυνατός ο γραφειοκρατικός έλεγχος μιας μοντέρνας οικονομίας καθώς, καθιστά ανέφικτο αυτό που για τον σοσιαλισμό είναι θεμελιώδες ζητούμενο: την ικανότητα για συνεχή ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων για τη μετάβαση από την άδικη, τραγική, αντιφατική, ανθρωποκτόνα καπιταλιστική κοινωνία στον ελπιδοφόρο και κοινωνικά αναγκαίο σοσιαλισμό.
Σοφία Παπακωνσταντίνου
{fcomment}