Μετά το 19ο Συνέδριο του ΚΚΕ, το οποίο πολύ ορθά απέρριψε τη ρεφορμιστική «θεωρία των σταδίων», η ηγεσία του κόμματος διακηρύσσει ότι «το δίλημμα είναι εργατική – λαϊκή εξουσία ή αστική και τίποτα ενδιάμεσο». Η στάση της όμως στο εργατικό κίνημα και έναντι της κυβέρνησης, κάθε άλλο παρά βοηθά ώστε να μετατραπούν οι σημερινοί αγώνες των εργαζόμενων σε πάλη για την εργατική εξουσία.
Η ηγεσία του ΚΚΕ, κατευθύνει τις δυνάμεις του κόμματος στα συνδικάτα σε μια τακτική που συνιστά μείγμα σεχταρισμού αλλά και παθητικότητας. Η σωστή αλλαγή του προγράμματος χρησιμοποιείται σαν άλλοθι για την άρνηση κάθε είδους συμμαχίας με τις υπόλοιπες αριστερές δυνάμεις και για τη διοργάνωση ξεχωριστών κινητοποιήσεων. Επιπλέον, σε πολλές περιπτώσεις πρόσφατων εργατικών κινητοποιήσεων (για παράδειγμα κατά τη διάρκεια της απεργίας των καθηγητών), η ηγεσία αναγκάστηκε να προτείνει μετριοπαθέστερες κινητοποιήσεις – ακόμα και από κοινού με την παράταξη της ΝΔ – για να αποφύγει τη «ντε φάκτο» συνεργασία με τις υπόλοιπες αριστερές δυνάμεις που πρότειναν απεργία διαρκείας!
Το αποκορύφωμα αυτής της στάσης ήρθε στη συνεδρίαση της Εκτ. Επ. της ΓΣΕΕ στις 23/9, όπου οι αντιπρόσωποι του ΠΑΜΕ, έφτασαν να ψηφίσουν στην πράξη, από κοινού με ΠΑΣΚΕ και ΔΑΚΕ, ενάντια στην 24ωρη απεργία που πρότεινε για την επόμενη ημέρα η «Αυτόνομη Παρέμβαση» σαν συμπαράσταση στην απεργία της ΑΔΕΔΥ. Σαν αιτιολόγηση, χρησιμοποίησε την υπεκφυγή ότι δεν υπάρχει επαρκής χρόνος προετοιμασίας για να είναι η απεργία αυτή επιτυχημένη (http://www.pamehellas.gr/index.php/el/2012-10-02-15-06-17/2915-topothetisi-tou-pame-sti-synedriasi-tis-ee-tis-gsee-23-septemvri-2013-apergia-den-einai-mono-mia-apofasi-alla-i-symmetoxi)! Το εύλογο ερώτημα που προκύπτει βέβαια, είναι το ακόλουθο: γιατί η ηγεσία του ΠΑΜΕ δεν συγκαλούσε νωρίτερα το όργανο, ώστε να προτείνει ένα απεργιακό πρόγραμμα δράσης για συμπαράσταση στους απεργούς του «Δημοσίου», που θα μπορούσε να εξασφαλίσει επιτυχημένη κινητοποίηση; Η απάντηση δυστυχώς, δίνεται από την τοποθέτηση τους, που αντιπρότεινε μια 24ωρη γενική απεργία για την 14η Οκτώβρη, τότε δηλαδή, που οι περισσότεροι απεργιακοί αγώνες των υπαλλήλων του Δημοσίου θα είχαν τελειώσει, αποδυναμωμένοι από την έλλειψη συμπαράστασης και προοπτικής νίκης…
Την ίδια στιγμή που η ηγεσία του κόμματος εξαντλεί την «επαναστατικότητά της» προκειμένου να διαχωριστεί από τις δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ και της υπόλοιπης Αριστεράς στο εργατικό κίνημα, υιοθετεί μια παθητική στάση έναντι της κυβέρνησης. Σύμφωνα με τη στάση αυτή, δεν πρέπει να τίθεται το ζήτημα της ανατροπής της κυβέρνησης, αλλά εκείνο της «οργάνωσης της αντίστασης του λαού» – λες και πρόκειται για δυο αντιπαραθετικά συνθήματα. Είναι χαρακτηριστικό, ότι λίγες εβδομάδες πριν, τη στιγμή που οι εργαζόμενοι μιας σειράς χώρων κορύφωναν την πίεση προς τις συνδικαλιστικές και πολιτικές του ηγεσίες για να προετοιμάσουν και να οργανώσουν μια γενική πολιτική απεργία, ο Γενικός Γραμματέας του κόμματος δήλωσε στον Τύπο της Κυριακής στις 8/9 ότι «το ΚΚΕ δεν θα συμμετάσχει στην προσπάθεια του Αλέξη Τσίπρα(!) για ανατροπή της κυβέρνησης και του Μνημονίου».
Η πραγματικότητα όμως, θέτει πολύ συγκεκριμένα καθήκοντα στην ηγεσία του ΚΚΕ: πάλη μέσα στο εργατικό κίνημα για την κλιμάκωση και το συντονισμό των απεργιακών αγώνων από κοινού με τις υπόλοιπες αριστερές δυνάμεις και υιοθέτηση της πρότασης για μια γενική πολιτική απεργία διαρκείας, καθώς και η λήψη των απαραίτητων πρωτοβουλιών για την σοβαρή προετοιμασία και πραγματοποίησή της. Μέσα σ’ αυτό το ενιαίο απεργιακό μέτωπο, οι κομμουνιστές έχουν χρέος να εξηγούν ότι για να λυθούν τα προβλήματα της πλειοψηφίας της κοινωνίας, η ανατροπή της κυβέρνησης από το εργατικό κίνημα και τη νεολαία θα πρέπει να συνοδευτεί από την εκλογή μιας εργατικής κυβέρνησης με πρόγραμμα ανατροπής του καπιταλισμού, εγκαθίδρυσης κοινωνικοποιημένης, σχεδιασμένης σοσιαλιστικής οικονομίας και της εργατικής εξουσίας.
Η στάση έναντι των φασιστικών επιθέσεων
Η παθητικότητα της ηγεσίας του ΚΚΕ επεκτείνεται και έναντι των βίαιων επιθέσεων των Χρυσαυγιτών σε μέλη του κόμματος, αλλά και γενικότερα σε αγωνιστές της Αριστεράς, του εργατικού κινήματος και της νεολαίας. Το γεγονός ότι τη δολοφονική επίθεση ενάντια σε μέλη του κόμματος στο Πέραμα, δεν διαδέχθηκε τίποτα περισσότερο από μια πορεία διαμαρτυρίας, προβληματίζει κάθε εργαζόμενο και νέο που θέλει να αγωνιστεί ενάντια στη φασιστική βία.
Η ηγεσία υποστηρίζει – σωστά – πως ο φασισμός είναι «παιδί» του καπιταλισμού και συνεπώς, ο αντιφασιστικός αγώνας δεν μπορεί να είναι κάτι άλλο από τον αγώνα ενάντια στον καπιταλισμό. Όμως όταν τις τελευταίες μέρες έχει αποκαλυφθεί ότι οι νεοναζί της ΧΑ επεξεργάζονται σχέδια δολοφονικών επιθέσεων ενάντια στο εργατικό κίνημα και την Αριστερά, η απλή, μονότονη επίκληση σωστών γενικών θεωρήσεων αποτελεί υπεκφυγή από το ζωτικό καθήκον της οργάνωσης της αυτοάμυνας του κινήματος. Από το αξίωμα ότι ο αγώνας ενάντια στο φασισμό είναι μέρος του αγώνα ενάντια στον καπιταλισμό, απορρέουν συγκεκριμένα καθήκοντα για τους κομμουνιστές. Ο αγώνας ενάντια στον καπιταλισμό περιλαμβάνει και την οργάνωση της εργατικής τάξης ενάντια στη βία των νεοναζί, του παρακράτους και φυσικά, του αστικού κράτους, το οποίο είναι δεμένο με χίλια νήματα με τους φασίστες.
Η ηγεσία του κόμματος έχει καθήκον να εντάξει το κόμμα σ’ ένα Ενιαίο Μέτωπο με τις οργανώσεις του εργατικού κινήματος, της νεολαίας και της Αριστεράς, ώστε να οργανωθούν ομάδες αυτοάμυνας στις γειτονιές, στους χώρους δουλειάς και εκπαίδευσης, οι οποίες θα ενώνονται σε μια Ενιαία Κεντρική Πολιτοφυλακή για την περιφρούρηση και την αυτοάμυνα των κεντρικών εργατικών κινητοποιήσεων. Μόνο μέσα από αυτή τη δράση έχει πραγματικό νόημα, η παράλληλη υπεράσπιση από το ΚΚΕ της αναγκαιότητας για την ανατροπή του καπιταλισμού, ως οριστική λύση ενάντια στο φαινόμενο του φασισμού.
Η στάση απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ
Οι εκλογές του Ιούνη του 2012 ανέδειξαν μια πρωτοφανή δυναμική για το ένα από τα δυο μαζικά κόμματα της Αριστεράς, τον ΣΥΡΙΖΑ. Η εξέλιξη αυτή προκάλεσε πανικό στα επιτελεία της ελληνικής άρχουσας τάξης και των δανειστών και την ίδια στιγμή δημιούργησε μεγάλες ελπίδες στους εργαζόμενους. Για την ηγεσία του ΚΚΕ όμως, δεν αποτέλεσε παρά την αρχή της δημιουργίας ενός «νέου δικομματισμού».
Η στάση της ηγεσίας του ΚΚΕ απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ, είναι αντίστοιχη με αυτή στο εργατικό κίνημα: επίκληση της αναγκαιότητας του σοσιαλισμού, με μόνο σκοπό να κλείσει κάθε συζήτηση για εκλογική συμμαχία με ένα κόμμα, η ηγεσία του οποίου (φυσικά απόλυτα λαθεμένα όπως τονίζουμε διαρκώς) δεν αποδέχεται αυτήν την αναγκαιότητα ως μόνη λύση για τα προβλήματα της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Το μόνο που επιτυγχάνεται με αυτή τη στάση, είναι η απομάκρυνση του κόμματος από τις γνήσιες, ενωτικές διαθέσεις των εργαζόμενων.
Η ηγεσία του ΚΚΕ υποστηρίζει πως «η ενότητα δεν φτιάχνεται από τα πάνω» και πως το μέλημά της είναι «η ενότητα με το λαό». Αυτό που δεν αναφέρεται βέβαια, είναι πώς αυτή τη στιγμή πλατιά στρώματα του λαού έχουν στραφεί στο ΣΥΡΙΖΑ, αναζητώντας μια λύση εξουσίας. Η «ενότητα με το λαό» λοιπόν, περνάει αντικειμενικά μέσα από την ενότητα στην δράση με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Είναι αλήθεια βεβαίως, ότι ενώ για τους απεργιακούς αγώνες και για την αντιφασιστική δράση, η προγραμματικές διαφορές του ΚΚΕ με την υπόλοιπη Αριστερά χρησιμοποιούνται από την ηγεσία σαν άλλοθι για να αποφύγει την επιβεβλημένη ενωτική δράση, στην περίπτωση μιας ενδεχόμενης εκλογικής συμμαχίας, οι διαφορές αυτές αποτελούν αντικειμενικό εμπόδιο – το οποίο μάλιστα, μεγαλώνει όσο η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ εμμένει στη δεξιά της στροφή.
Ποια είναι επομένως, η ενδεδειγμένη στάση για την ηγεσία του ΚΚΕ έναντι του ΣΥΡΙΖΑ; Αντί να βλέπει με ανακούφιση την απόπειρα σοσιαλδημοκρατικοποίησης του ΣΥΡΙΖΑ από την ηγεσία του και να κορυφώνει την ανθενωτική της στάση, θα πρέπει να διακηρύξει ανοιχτά ότι η εκλογική ενότητα της Αριστεράς είναι αναγκαία και ότι θα παλέψει για την πραγματοποίησή της θέτοντας συγκεκριμένους πολιτικούς και προγραμματικούς όρους.
Ο πρώτος όρος – στην κατεύθυνση της απόρριψης της θεωρίας των σταδίων και των «δημοκρατικών» και «αντι-ιμπεριαλιστικών» κυβερνητικών μετώπων με τμήματα της άρχουσας τάξης – θα πρέπει να είναι ότι στην κυβέρνηση που θα προκύψει από μια συμμαχία με το ΣΥΡΙΖΑ, δε θα συμμετάσχουν αστικά κόμματα όπως οι ΑΝΕΛ και τα κόμματα – δεκανίκια της αστικής τάξης, δηλαδή το ΠΑΣΟΚ, η ΔΗΜΑΡ και πιθανές διασπάσεις τους.
Ο δεύτερος και σημαντικότερος όρος πρέπει να είναι ότι μια τέτοια αριστερή κυβέρνηση, στηριγμένη στο εργατικό κίνημα, θα εφαρμόσει ένα πρόγραμμα ανατροπής του καπιταλισμού και εγκαθίδρυσης του σοσιαλισμού, όπως αυτό που έχουν προτείνει οι κομμουνιστές του ΣΥΡΙΖΑ με την ονομασία Κομμουνιστική Πλατφόρμα (http://www.marxismos.com/greece-menu/greece-politics-menu/greece-politics-syriza-menu/1655-h-enallaktiki-diakhryksh-ths-prwtoboulias-gia-enan-epanastatiko-syriza.html). Με αυτόν τον τρόπο, η ηγεσία του ΚΚΕ θα αποδείξει στην εργατική τάξη και τα φτωχά στρώματα αλλά και στη βάση και τους υποστηρικτές του ΣΥΡΙΖΑ, ότι θέλει την ενότητα με το ΣΥΡΙΖΑ για μια εργατική κυβέρνηση και ότι το μόνο εμπόδιο σε αυτήν την υπόθεση, είναι πράγματι, η επιμονή της ηγεσίας του τελευταίου να «εξανθρωπίσει» τον καπιταλισμό, υποστηρίζοντας σοσιαλδημοκρατικές θέσεις.
Πάτροκλος Ψάλτης