Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΕπικαιρότηταΕλληνική ΕπικαιρότηταΗ δολοφονική επίθεση της ΑΡΑΣ στο Πολυτεχνείο και η αναγκαία πάλη ενάντια...

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Η δολοφονική επίθεση της ΑΡΑΣ στο Πολυτεχνείο και η αναγκαία πάλη ενάντια στη σταλινική γάγγραινα της ενδοκινηματικής βίας

Ανακοίνωση της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Οργάνωσης για τα πρόσφατα γεγονότα στο Πολυτεχνείο και τα αναγκαία βήματα για την καταπολέμηση της ενδοκινηματικής βίας.

Όπως είναι ήδη γνωστό, το πρωί της 15ης Νοέμβρη, ομάδα 150 -200 μελών της ΑΡΑΣ επιτέθηκε απρόκλητα – σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες από διαφορετικές οργανώσεις και ανένταχτους – με δολοφονικά χτυπήματα με καδρόνια και κράνη εναντίον αναρχικών που προετοίμαζαν πολιτική εκδήλωση της συλλογικότητάς τους στο Πολυτεχνείο. Το αποτέλεσμα ήταν 16 άτομα να καταλήξουν στο νοσοκομείο με διάφορα τραύματα, με 3 από αυτούς να έχουν τραυματιστεί πιο σοβαρά. Ο ένας τραυματίας χρειάστηκε 20 ράμματα στο κεφάλι και μόνο από τύχη δεν υπήρξε κάποιος νεκρός.

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση καταδικάζει αυτή την επίθεση που, όπως κάθε πράξη ενδοκινηματικής βίας, λειτουργεί απεργοσπαστικά, διαλυτικά και αντικειμενικά προβοκατόρικα για το κίνημα.

Το χτύπημα αυτό αποτελεί πραγματικό δώρο στην κυβέρνηση της ΝΔ και την άρχουσα τάξη, καθώς ενισχύει την προπαγάνδα πως τάχα τα πανεπιστήμια τα λυμαίνονται μειοψηφίες που επιβάλλονται με τη βία. Η επιλογή της ΑΡΑΣ να βάλει στα μέλη της περιβραχιόνια με τον τίτλο «Φοιτητικοί Σύλλογοι», χωρίς αυτά να έχουν εκλεγεί ή οριστεί από κάποιο αρμόδιο όργανο, προσφέρει ένα ακόμα επιχείρημα στη μαύρη προπαγάνδα της κυβέρνησης και της ΝΔ. Ταυτόχρονα, αποτελεί παραβίαση της δημοκρατικής θέλησης των ίδιων των συλλόγων που ουδέποτε ρωτήθηκαν ή ενέκριναν με κάποια δημοκρατική διαδικασία αυτές τις αθλιότητες.

Η κυβέρνηση αναμφίβολα θα εκμεταλλευτεί στο έπακρο αυτό το «δώρο» το επόμενο διάστημα για να επιτεθεί στο φοιτητικό κίνημα και το δημόσιο πανεπιστήμιο. Ήδη έχει ανοίξει δικογραφία για τα γεγονότα, και η αστυνομία έχει προχωρήσει στη σύλληψη των θυμάτων της επίθεσης.

Την ίδια στιγμή που καταγγέλλουμε αυτή την επίθεση, εκφράζουμε την αλληλεγγύη μας σε όσους και όσες, εκτός από τη σταλινική βία αντιμετωπίζουν τώρα και τις διώξεις του κράτους.

Σε πρόσφατη ανακοίνωση της ΑΡΑΣ, ως βασικά αίτια της δολοφονικής επίθεσης αναφέρθηκαν τα ακόλουθα: 1. Ένα «γνωστό σε όλους» (;) σχέδιο αναρχικών ομάδων για κατάληψη του Πολυτεχνείου 2. Οι γενικά «πραξικοπηματικές και προβοκατόρικες δράσεις» αναρχικών ομάδων τα τελευταία χρόνια 3. Το γεγονός ότι μέλη της ΑΡΑΣ, έχουν στοχοποιηθεί και δεχθεί επιθέσεις και ενέδρες από μέλη του αναρχικού χώρου.

Εφόσον όμως υποτίθεται ότι το σχέδιο γι’ αυτή την επίθεση ήταν γνωστό, γιατί δεν υπήρξε συζήτηση στους φοιτητικούς συλλόγους και συντονισμός με τις άλλες δυνάμεις του φοιτητικού κινήματος για την περιφρούρηση του χώρου του Πολυτεχνείου; Το απρόκλητο ξυλοφόρτωμα των εν λόγω 30 αναρχικών ήταν τελικά αυτό που απέτρεψε αυτό το σχέδιο; Αρκεί να κάνει κανείς αυτά τα ερωτήματα για να διαπιστώσει ότι είναι ψεύτικα επιχειρήματα που προσπαθούν να δικαιολογήσουν απελπισμένα μια ακόμα επίδειξη χουλιγκάνικης σταλινικής βίας.

Φυσικά, ομάδες αναρχικών, πολλές από τις οποίες είναι αλωμένες από ασφαλίτες, λειτουργούν προβοκατόρικα είτε συνειδητά είτε ως οι «χρήσιμοι ηλίθιοι» του συστήματος. Ωστόσο, η αντιπαράθεση με τις προβοκατόρικες πρακτικές μέρους του αναρχικού χώρου πρέπει να γίνεται μέσω της πολιτικής απομόνωσής τους και της περιφρούρησης των συλλογικών αποφάσεων των κινημάτων, και όχι με αντιπαραθέσεις που θυμίζουν συγκρούσεις χουλιγκάνων οπαδών.

Το επιχείρημα της αυτοάμυνας θέτει το πιο σοβαρό ζήτημα στην εν λόγω ανακοίνωση. Κάθε οργάνωση έχει το δικαίωμα της αυτοπροστασίας απέναντι σε επιθέσεις και στοχοποίηση των μελών της. Είναι όμως διαφορετικό πράγμα η αυτοάμυνα και διαφορετικό το ξεκαθάρισμα λογαριασμών με οργανωμένες επιθέσεις και ενέδρες που δεν έχουν καμία σχέση με τις παραδόσεις του φοιτητικού και του εργατικού κινήματος και έχουν βαθιά υπονομευτική επίδραση σε αυτά.

Σημαντικός αριθμός οργανώσεων της Αριστεράς καταδίκασε το συγκεκριμένο γεγονός. Επιπρόσθετα, η ηγεσία του ΜέΡΑ25, πήρε τη σωστή απόφαση να διακόψει τη συνεργασία με την ΑΡΑΣ. Ωστόσο πρέπει να τονίσουμε ότι αυτή η καταδίκη ήρθε αργοπορημένα. Δεν πρόκειται για ένα μεμονωμένο περιστατικό βίας, αλλά την κορύφωση σε μια σειρά γεγονότων ενδοκινηματικής βίας στα οποία πρωτοστατεί η συγκεκριμένη οργάνωση, αν και σαφώς ήταν ένα από τα πιο ακραία και προκλητικά συμβάντα.

Η πρόσφατη επίθεση στο Πολυτεχνείο είναι το τελευταίο επεισόδιο μιας «βεντέτας» ανάμεσα στην ΑΡΑΣ και σε ομάδες του αναρχικού χώρου, που διαρκεί αρκετά χρόνια, με εκατέρωθεν επιθέσεις. Πιο πρόσφατα, το 2024 ακολούθησαν διάφορες συμπλοκές, συμπεριλαμβανομένης της οργανωμένης επίθεσης της ΑΡΑΣ στο στέκι αναρχικών της ΑΣΟΕΕ και εκατέρωθεν επιθέσεις στο Πάντειο.

Λίγους μήνες πριν, στις αρχές του 2024, εν μέσω ενός εξελισσόμενου φοιτητικού κινήματος, είχαμε τις συγκρούσεις ανάμεσα σε ΑΡΑΣ και ΚΝΕ, σε φοιτητικές συγκεντρώσεις σε όλη την Ελλάδα, με πολλά άτομα να καταλήγουν στο νοσοκομείο από δολοφονικές επιθέσεις με καδρόνια στο κεφάλι. Να τονίσουμε εδώ ότι για τα παραπάνω περιστατικά, εξίσου μεγάλες ευθύνες με την ΑΡΑΣ φέρουν διάφορες αναρχικές ομάδες καθώς και η ηγεσία της ΚΝΕ που υιοθέτησαν παρόμοιες μεθόδους στο κίνημα.

Σε σχετική μας ανακοίνωση τότε καταγγείλαμε το γεγονός και τονίσαμε την ανάγκη να καταδικαστούν και να απομονωθούν οι δυνάμεις που αναπαράγουν αυτές τις πρακτικές. Δυστυχώς τότε ήμασταν ανάμεσα στις λίγες δυνάμεις που κατήγγειλαν αυτά τα περιστατικά. Ανάμεσα στα επιχειρήματα που ακούσαμε από δυνάμεις που διαφωνούσαν με αυτές τις πρακτικές, αλλά δεν προχωρούσαν σε ανοιχτή καταγγελία, ήταν πως δεν πρέπει να αναδείξουμε αυτό το θέμα εν μέσω κινήματος γιατί αυτό θα αξιοποιηθεί από την κυβέρνηση για να αμαυρώσει το κίνημα. Η κυβέρνηση ωστόσο, δεν χρειάζεται ανακοινώσεις οργανώσεων για να μάθει και να αξιοποιήσει αυτές τις πρακτικές. Αντίθετα αυτό που βοηθάει την προπαγάνδα της είναι η σιωπή και η ανοχή απέναντι σε τέτοιες πρακτικές μέσα στο κίνημα.

Η σιωπή πολλών οργανώσεων της Αριστεράς απέναντι στις πρακτικές της ΑΡΑΣ κρύβει επιπρόσθετα μια ένοχη στάση, καθώς οι πρακτικές ενδοκινηματικής βίας δεν είναι καθόλου ένα μονοπώλιο της ΑΡΑΣ. Απλά η συγκεκριμένη οργάνωση τις εκφράζει, τουλάχιστον την τελευταία περίοδο, με πιο ακραίο και συστηματικό τρόπο. Στο φοιτητικό κίνημα συγκεκριμένα, όλες οι μεγάλες παρατάξεις της Αριστεράς είναι ένοχες σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό για φαινόμενα βίας και τραμπουκισμού ενάντια σε άλλες δυνάμεις του κινήματος.

Μιας και το Πολυτεχνείο ήταν το πεδίο του πιο πρόσφατου περιστατικού ενδοκινηματικής βίας, αξίζει να αναφερθούμε στο γεγονός ότι εδώ και πολλά χρόνια η επέτειος γίνεται πεδίο ενδοκινηματικής βίας. Αν δεν υπάρξει προφορική συμφωνία τότε οι χώροι των αριστερών φοιτητικών παρατάξεων στο Πολυτεχνείο «μοιράζονται» με σπρωξίματα και κάποιες φορές με χτυπήματα με καδρόνια και κράνη. Αντίστοιχα φαινόμενα μπορούν να αναφερθούν σχεδόν για κάθε πανεπιστημιακό ίδρυμα της χώρας σε διάφορες περιόδους. Η έκταση αυτών των φαινομένων είναι τέτοια που θεωρούνται από δυνάμεις της Αριστεράς ως κάτι το «φυσιολογικό». Δεν είναι όμως καθόλου κάτι το φυσιολογικό. Είναι μια σταλινικής έμπνευσης και λογικής πρακτική, μια ντε φάκτο αντικομμουνιστική, σταλινική γάγγραινα που λειτουργεί παραλυτικά και διαλυτικά για το κίνημα και κάθε αγωνιστής φοιτητής πρέπει να παλέψει για την εξάλειψή της.

Οι κομμουνιστές δεν είμαστε πασιφιστές. Η καπιταλιστική κοινωνία, όπως και κάθε ταξική κοινωνία είναι μια κοινωνία βίας και καταπίεσης. Το κράτος, δηλαδή τα «ένοπλα σώματα» ανδρών στην υπεράσπιση της άρχουσας τάξης» σύμφωνα με τα λόγια του Ένγκελς, ασκεί αυτή τη βία συστηματικά για να διατηρήσει την κυριαρχία της αστικής τάξης. Ο αγώνας της εργατικής τάξης για καλύτερη ζωή ξεκινάει από μορφές πάλης όπως η απεργία (που για την αστική τάξη είναι μορφή βίας) και καταλήγει στον επαναστατικό αγώνα και την ένοπλη εξέγερση.

Οι διαφορές ανάμεσα στην αστική και την εργατική τάξη δεν μπορούν να λυθούν με κάποια καλή ιδέα ή με πειστικά επιχειρήματα, όπως αφελώς πίστευαν κάποτε οι ουτοπικοί σοσιαλιστές ή όπως επίμονα υποστηρίζουν σήμερα οι ρεφορμιστές. Η αστική τάξη έχει διαμετρικά αντίθετα και ασυμφιλιωτα συμφέροντα με την εργατική τάξη, και αργά ή γρήγορα οι διαφορές αυτές θα λυθούν με βία, είτε με τη νικηφόρα επανάσταση, είτε με αιματηρή αντεπανάσταση όπως τόσες φορές έχουμε δει στην Ιστορία.

Ωστόσο, μέσα στο κίνημα της εργατικής τάξης – παρότι αυτή αποτελείται από διαφορετικά στρώματα και επίπεδα συνείδησης – τα συμφέροντα είναι θεμελιωδώς κοινά. Γι’ αυτόν τον λόγο οι διαφορές μέσα στο εργατικό κίνημα μπορούν και πρέπει να λύνονται με συζήτηση και επιχειρήματα. Αυτός είναι ο λόγος που η εργατική τάξη ανέπτυξε την εργατική δημοκρατία στα όργανα πάλης της, τα κόμματα, τα συνδικάτα και τα σοβιέτ σε μια επαναστατική κατάσταση.

Οι κομμουνιστές παλεύουν πάντα για να υπερασπιστούν την εργατική δημοκρατία σε κάθε οργάνωση της εργατικής τάξης. Υπερασπίζονται την ελεύθερη συζήτηση και την ελεύθερη διαπάλη των ιδεών. Αυτό το κάνουν γιατί γνωρίζουν την ανωτερότητα των ιδεών τους. Ξέρουν ότι με «υπομονετική εξήγηση» και με τη ζωντανή πείρα, η οποία θα επιβεβαιώνει αυτές τις ιδέες, θα κερδίσουν τους πιο προχωρημένους εργάτες και έπειτα τις μάζες των εργατών. Αντίθετα, οι ρεφορμιστές – οι πράκτορες της αστικής τάξης μέσα στο εργατικό κίνημα – είναι αυτοί που θέλουν να περιορίσουν τη δημοκρατική συζήτηση, να συκοφαντήσουν και ακόμα και να ασκήσουν κάθε είδους βία ενάντια στους κομμουνιστές για να περιορίσουν την επιρροή τους.

Οι αποφάσεις που λαμβάνονται στα δημοκρατικά όργανα των εργατών πρέπει ακόλουθα να περιφρουρούνται. Οι εργάτες θα υπερασπιστούν την απεργία έναντι σε μπράβους των αφεντικών, στους φασίστες και το κράτος. Θα υπερασπιστούν όμως την απεργία απέναντι σε καθυστερημένους εργάτες, ή σε μικροαστικά στοιχεία που θέλουν να επιβάλουν αντιδημοκρατικά τις δικές τους μεθόδους στο εργατικό κίνημα.

Σε μια απεργία, οι απεργοί θα επιδιώξουν να πείσουν κάποιον απεργοσπάστη που προσπαθεί να σπάσει την απεργία και να δουλέψει. Αν τα λόγια δεν αρκέσουν, θα καταφύγουν ακόμα και σε πιο βίαιες μεθόδους για να υπερασπίσουν όμως τα συλλογικά εργατικά συμφέροντα. Σε μια πορεία, όπου οι εργάτες έχουν αποφασίσει να διαδηλώσουν ειρηνικά, η περιφρούρηση θα επιδιώξει να πείσει αναρχικούς που έχουν αποφασίσει μόνοι τους να συγκρουστούν με την αστυνομία, αξιοποιώντας τη διαδήλωση ως κάλυψη. Αν η πειθώ δεν αρκέσει, για να υπερασπιστούν πάλι τα συλλογικά συμφέροντα της τάξης θα αναγκαστούν να καταφύγουν σε πιο βίαιες μεθόδους. Φυσικά ένας αναρχικός εργάτης μπορεί να βάλει το ζήτημα της σύγκρουσης με την αστυνομία σε μια εργατική συνέλευση και να καταφέρει κάτι τέτοιο να πλειοψηφίσει. Δεν μπορεί όμως να επιβάλει την άποψή του στο κίνημα ως μειοψηφία.

Η αυτοάμυνα απέναντι στο κράτος και στις συμμορίες των αφεντικών είναι ένα αναπόφευκτο είδος βίας. Η υπεράσπιση των δημοκρατικών αποφάσεων του εργατικού κινήματος ενάντια στην παραβίασή τους από καθυστερημένα στρώματα των εργατών (π.χ. απεργοσπάστες) και από στοιχεία με ξένες στο εργατικό κίνημα μεθόδους πάλης είναι άλλη μια αναπόφευκτη μορφή βίας.

Ωστόσο, η εκατέρωθεν βία που ασκείται και μάλιστα συστηματικά από ένα τμήμα του κινήματος σε ένα άλλο για λόγους άσχετους με την υπεράσπιση των συλλογικών συμφερόντων και των συλλογικών αποφάσεων των εργατών δεν είναι καθόλου αναπόφευκτη. Αυτό το είδος βίας είναι διασπαστικό, διαλυτικό για το εργατικό κίνημα και με αυτή την έννοια απόλυτα αντιδραστικό.

Η βία μέσα στο φοιτητικό και το εργατικό κίνημα δεν είναι νέο φαινόμενο. Τέτοια φαινόμενα μπορούν να παρατηρηθούν από τις απαρχές του εργατικού κινήματος, ωστόσο αυτά είχαν αρχικά ένα σποραδικό και αποσπασματικό χαρακτήρα. Η συστηματική, οργανωμένη και μόνιμη χρήση της ενδοκινηματικής βίας αποτελεί ιστορικό προϊόν του σταλινισμού.

Η επικράτηση του σταλινισμού στη Σοβιετική Ένωση εξέφραζε την επικράτηση ενός προνομιούχου γραφειοκρατικού στρώματος στο νέο εργατικό κράτος, με ιδιαίτερα σε σχέση με την εργατική τάξη συμφέροντα. Αυτή η γραφειοκρατία διεξήγαγε ένα αιματηρό πογκρόμ ενάντια στο Μπολσεβίκικο Κόμμα και την πρωτοπορία της εργατικής τάξης που κορυφώθηκε με τις διαβόητες Δίκες της Μόσχας.

Η κυριαρχία του σταλινισμού στα ΚΚ ανά τον κόσμο έφερε αυτές τις πρακτικές και στο παγκόσμιο εργατικό κίνημα. Στη Γερμανία της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, το ΚΚ Γερμανίας ταύτισε τους σοσιαλδημοκράτες εργάτες με τους φασίστες, και «κομμουνιστικές» πολιτοφυλακές διέλυαν με τη βία συνελεύσεις σοσιαλδημοκρατών εργατών. Αυτή η πολιτική έπαιξε καταλυτικό ρόλο στον θρίαμβο του Χίτλερ που βρήκε το εργατικό κίνημα διασπασμένο και αποθαρρυμένο.

Στην Ισπανία, αναρχικοί, κεντριστές και τροτσκιστές κυνηγήθηκαν από τους σταλινικούς και δολοφονήθηκαν ως πράκτορες του Φράνκο. Στην Ελλάδα, η σταλινική ΟΠΛΑ, δολοφόνησε δεκάδες τροτσκιστές και αντιφρονούντες αγωνιστές τη δεκ. του 1940. Όπως παρατήρησε ο Τρότσκι στο άρθρο του Σταλινισμός και Μπολσεβικισμός, ο σταλινισμός όχι μόνο είναι διαφορετικός από τον μπολσεβικισμό, αλλά τους χωρίζουν ποτάμια αίματος.

Μετά τον πόλεμο, σε περίοδο κοινωνικής ειρήνης, ήταν πιο δύσκολο για τους σταλινικούς να συνεχίσουν με τη συστηματική δολοφονική βία. Αφενός αυτό θα προκαλούσε την κατακραυγή εναντίον τους μέσα στο εργατικό κίνημα και αφετέρου θα δημιουργούσε προβλήματα με το αστικό κράτος που τώρα είχε σταθεροποιηθεί. Ωστόσο, οι πολιτικές διαφορές συνεχίστηκαν να λύνονται από τους σταλινικούς με τη βία, αν και στη θέση των περιστρόφων και των μαχαιριών μπήκαν τα καδρόνια και οι γροθιές. Στα συνδικάτα και τους φοιτητικούς συλλόγους που κυριαρχούσαν οι σταλινικοί, οι αντιπολιτευτικές φωνές αντιμετωπίζονταν με τραμπουκισμούς και φυσική βία.

Η υλική βάση του σταλινισμού και αυτών των βίαιων μεθόδων, δηλαδή η ύπαρξη μιας προνομιούχας γραφειοκρατίας στην ΕΣΣΔ και τα σταλινικά καθεστώτα, έχει πλέον εξαφανιστεί μαζί με αυτά τα καθεστώτα. Ωστόσο, ο σταλινισμός συνεχίζει να υπάρχει ως πρόγραμμα και μέθοδοι πάλης και αναπαράγεται από τα στελέχη που εκπαιδεύτηκαν για δεκαετίες σε αυτό το «σχολείο».

Σε πολλές χώρες ο σταλινισμός έχει καταρρεύσει εντελώς, ή υπάρχει μόνο στη μορφή ασήμαντων σεχτών. Ωστόσο, στην Ελλάδα, όπου το κομμουνιστικό κίνημα έχει βαθιές ρίζες, υπάρχει σήμερα ένα μαζικό σταλινικό Κομμουνιστικό Κόμμα και δεκάδες οργανώσεις που έχουν προκύψει από τη μήτρα του σταλινισμού (σε αυτήν περιλαμβάνονται και οι μαοϊκές οργανώσεις) με στελέχη που γαλουχήθηκαν με αυτές τις μεθόδους. Μια από αυτές είναι η ΑΡΑΣ. Για να είμαστε δίκαιοι βέβαια αρκετές μικρότερες οργανώσεις (όπως π.χ. το Μ-Λ ΚΚΕ ) αποκηρύσσουν συστηματικά τις μεθόδους εδνοκινηματικής βίας, ως αντιδημοκρατικές και εκφυλιστικές – χωρίς ωστόσο να αποκηρύσσουν και τα σταλινικά-μαοϊκά καθεστώτα και τον ίδιο τον σταλινισμό που τις εξέθρεψαν και εφάρμοσαν στον μέγιστο βαθμό.

Μέχρι τώρα αναφερθήκαμε στο εργατικό κίνημα ως κίνημα που αφορά μια τάξη με ενιαία συμφέροντα. Τι ισχύει με το φοιτητικό κίνημα; Οι φοιτητές είναι ένα διαταξικό στρώμα που περιλαμβάνει γιους και κόρες αστών, μικροαστών και εργατών. Προέρχονται δηλαδή από τάξεις με διαφορετικά συμφέροντα. Η ταξική σύνθεση των πανεπιστημίων ωστόσο, έχει αλλάξει σημαντικά μετά από τον Β. Παγκόσμιο Πόλεμο. Από χώροι όπου σπούδαζαν οι ελίτ, τα πανεπιστήμια μαζικοποιήθηκαν και πλειοψήφησαν σε αυτά γιοι και κόρες εργατών και μικροαστών μεταπολεμικά. Αυτό είναι το υπόβαθρο της αριστερής στροφής που βλέπουμε στα πανεπιστήμια. Το φοιτητικό κίνημα μάλιστα υιοθέτησε μεθόδους οργάνωσης του εργατικού κινήματος, συνελεύσεις, εκλογή τριτοβάθμιων οργάνων όπως η ΓΣΕΕ (δηλαδή η ΕΦΕΕ που σήμερα δεν λειτουργεί) κ.ο.κ.

Το φοιτητικό κίνημα όμως δεν έμεινε ανεπηρέαστο από τις δηλητηριώδεις μεθόδους του σταλινισμού που έφεραν τις μεθόδους της ενδοκινηματικής βίας στα πανεπιστήμια και τους Φοιτητικούς Συλλόγους. Για να μπορέσει να αναζωογονηθεί το φοιτητικό κίνημα είναι αναγκαίο να διεξάγουμε μια ασυμφιλίωτη πάλη ενάντια σε αυτά τα εκφυλιστικά φαινόμενα.

Αν οι μεγάλες αριστερές παρατάξεις θέλουν πραγματικά να ξεριζώσουν το φαινόμενο της ενδοκινηματικής βίας, πρέπει πρώτα απ’ όλα να ξεκινήσουν από μια ειλικρινή αυτοκριτική, για αντίστοιχα φαινόμενα στα οποία έχουν πρωταγωνιστήσει. Χωρίς αυτό το αναγκαίο βήμα, κάθε καταγγελία θα μοιάζει υποκριτική στους πιο πρωτοπόρους φοιτητές. Από εκεί και πέρα, τα μέτρα που πρέπει άμεσα να λάβουν οι Φοιτητικοί Σύλλογοι για να αντιμετωπίσουν αυτό το φαινόμενο είναι τα εξής:

1. Εκλογή επιτροπών ελέγχου των ΦΣ για κάθε περιστατικό βίας
Οι μόνοι αρμόδιοι για την αντιμετώπιση φαινομένων βίας είναι οι ίδιοι οι ΦΣ οι οποίοι πρέπει να διερευνούν τέτοια περιστατικά στην εκάστοτε σχολή. Για κάθε περιστατικό βίας πρέπει να εκλέγεται μια επιτροπή ελέγχου η οποία θα διερευνά το περιστατικό και θα παρουσιάζει το πόρισμά της στον Σύλλογο. Όσοι/ες έχουν αποδεδειγμένα συμμετάσχει σε περιστατικά σωματικής βίας, τραμπουκισμού, εκφοβισμού και σεξισμού θα πρέπει να διαγράφονται οριστικά από τον ΦΣ.

2. Δημοκρατικά εκλεγμένες ομάδες περιφρούρησης από τους ΦΣ

Η περιφρούρηση των ιδρυμάτων και του φοιτητικού κινήματος πρέπει να είναι ευθύνη των ίδιων των ΦΣ σε συνεργασία με τους εργαζόμενους των ιδρυμάτων. Πρέπει να εκλέγονται ομάδες περιφρούρησης. Αυτό που δεν μπορεί να γίνεται αποδεκτό είναι οι παρατάξεις να έχουν τις δικές τους περιφρουρήσεις τις οποίες μάλιστα να βαφτίζουν αυθαίρετα «περιφρούρηση των Φοιτητικών Συλλόγων» όπως έκανε η ΑΡΑΣ. Οι εκλεγμένες ομάδες περιφρούρησης πρέπει να έχουν την ευθύνη για την περιφρούρηση των ιδρυμάτων από κάθε είδους προβοκατόρικα στοιχεία και φασίστες. Για την περιφρούρηση πρέπει επίσης να υπάρχει συντονισμός και συνεργασία με τα εργατικά σωματεία στη βάση της κοινής δράσης και των κοινών διεκδικήσεων.

3. Πανελλαδικός δημοκρατικός συντονισμός του φοιτητικού κινήματος

Για περιστατικά βίας που αφορούν κεντρικά γεγονότα που συμμετέχουν πολιτικές δυνάμεις με πανελλαδική εμβέλεια – όπως το πρόσφατο περιστατικό στο Πολυτεχνείο – αρμόδιο για τον έλεγχο θα έπρεπε να είναι ένα τριτοβάθμιο όργανο των ΦΣ όπως η ΕΦΕΕ ή ένα δημοκρατικό συντονιστικό των ΦΣ. Δυστυχώς με ευθύνη της Αριστεράς, που είναι σήμερα πλειοψηφία στα πανεπιστήμια, η ΕΦΕΕ δεν έχει επαναλειτουργήσει. Είναι κομβικό λοιπόν το φοιτητικό κίνημα να διεκδικήσει την άμεση αγωνιστική επαναλειτουργία της ΕΦΕΕ.

Σε περιόδους κινήματος η περιφρούρηση των κινητοποιήσεων πρέπει να υπάγεται στα συντονιστικά όργανα αγώνα των ΦΣ. Απαραίτητη προϋπόθεση όμως είναι αυτά να είναι δημοκρατικά όργανα που αποτελούνται από εκλεγμένους και ανακλητούς αντιπροσώπους των ΦΣ. Δυστυχώς αυτό που βλέπουμε τα τελευταία χρόνια είναι οι βασικές αριστερές παρατάξεις να δημιουργούν τα δικά τους ανταγωνιστικά συντονιστικά που λειτουργούν εντελώς ανεξέλεγκτα, και από όργανα συντονισμού του αγώνα καταλήγουν σε όργανα διάσπασης, καταγγελιών και σύγχυσης.

Ωστόσο, η πάλη ενάντια στην ενδοκινηματική βία δεν είναι μόνο ζήτημα πρακτικών προτάσεων αλλά κυρίως είναι ένα πολιτικό ζήτημα. Είναι πάλη για το ξερίζωμα των σταλινικών μεθόδων από το φοιτητικό κίνημα. Αυτό μπορεί να γίνει με την απομόνωση των δυνάμεων που στηρίζουν αυτές τις πρακτικές και σε τελική ανάλυση με την ενεργή στήριξη δυνάμεων που υπερασπίζουν τις πραγματικές δημοκρατικές παραδόσεις του κομμουνισμού του Λένιν και του Τρότσκι, μέσα από την ενίσχυση της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Κίνησης στις σχολές.

Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα

ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Ανασκόπηση

Η παρούσα ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies, ώστε να παρέχει στο χρήστη την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Τα δεδομένα αποθηκεύονται στο πρόγραμμα περιήγησής σας και χρησιμοποιούνται για την υλοποίηση ενεργειών, όπως την αναγνώρισή σας, όταν επιστρέφετε στην ιστοσελίδα μας, και για να κατανοήσουμε ποια τμήματα της ιστοσελίδας μας θεωρείτε πιο ενδιαφέροντα και χρήσιμα.

Μπορείτε να προσαρμόσετε όλες τις ρυθμίσεις για τα cookies από τις καρτέλες στα αριστερά σας.