Ο Στάλιν αναθεωρεί τον μαρξισμό
Μετά τον θάνατο του Λένιν η κατάσταση ήταν η εξής: οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις δεν είχαν καταφέρει να συντρίψουν την ΕΣΣΔ και να παλινορθώσουν τον καπιταλισμό, επειδή οι δικές τους εσωτερικές κρίσεις και τα ισχυρά κινήματα της εργατικής τάξης τούς είχαν εμποδίσει να το κάνουν. Αυτό δημιούργησε μια νέα, προσωρινή, αλλά εγγενώς ασταθή ισορροπία.
Η ΕΣΣΔ είχε αποδυναμωθεί σοβαρά από τον εμφύλιο πόλεμο και την απομόνωση από την παγκόσμια αγορά, μέσα σε συνθήκες ακραίας οικονομικής καθυστέρησης. Η εργατική τάξη μειώθηκε αριθμητικά ακόμη περισσότερο απ’ ό,τι πριν από την επανάσταση, και οι εργάτες δυσκολεύονταν να συμμετάσχουν πλήρως στα σοβιέτ λόγω των σκληρών συνθηκών ζωής τους.
Η οικονομική αναγκαιότητα της εξάπλωσης της επανάστασης γινόταν πολύ έντονα αισθητή, ιδιαίτερα σε αυτήν την υπανάπτυκτη οικονομία. Όπως προέβλεψε ο Μαρξ, ο «αγώνας για τα αναγκαία» πράγματι συνέχιζε και χειροτέρεψε.
Η ΕΣΣΔ ήταν υποχρεωμένη να κάνει παραχωρήσεις στην αγορά για να τονώσει την παραγωγή. Αυτό ονομάστηκε Νέα Οικονομική Πολιτική (ΝΕΠ). Ο Λένιν εξήγησε ότι ακριβώς επειδή η χώρα ήταν τόσο υπανάπτυκτη, ήταν απαραίτητο να καταφύγουν σε καπιταλιστικές μεθόδους μέχρι τη νίκη της εργατικής τάξης σε πιο προηγμένες χώρες. Τόσο ο Λένιν όσο και ο Τρότσκι προειδοποιούσαν με συνέπεια για τους κινδύνους που θα συνεπαγόταν αυτό.
Η ΝΕΠ επιτάχυνε την ανάπτυξη της ανισότητας. Σήμαινε ότι ο καπιταλισμός αφέθηκε να εξαπλωθεί στη γεωργία, προς όφελος των πλουσιότερων αγροτών, των «κουλάκων». Στη βιομηχανία και το εμπόριο δημιουργήθηκε μια μικρή τάξη καπιταλιστών, που έγιναν γνωστοί ως «άνθρωποι της ΝΕΠ» (‘NEPmen’).
Η ανισότητα ενίσχυσε επίσης την κρατική γραφειοκρατία που αναγκαστικά έπρεπε να τη διαχειρίζεται. Η γραφειοκρατία μπορούσε να στηριχθεί σε αυτά τα αστικά στρώματα ενάντια στην εργατική τάξη.
Αυτό το πρόβλημα επιδεινώθηκε από την ήττα της γερμανικής επανάστασης το φθινόπωρο του 1923, η οποία οδήγησε στο τέλος της περιόδου της επαναστατικής ανόδου που ακολούθησε τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ένα νέο κύμα κόπωσης εξαπλώθηκε. Δημιουργήθηκαν αμφιβολίες για το πρόγραμμα της παγκόσμιας επανάστασης, που σχετίζονταν με την κούραση των εργατών στη Σοβιετική Ένωση μετά από τρία χρόνια παγκόσμιου πολέμου, δύο επαναστάσεις και τρία χρόνια εμφυλίου.
Την ίδια περίοδο, τον Ιανουάριο του 1924, ο Λένιν δυστυχώς πέθανε. Αυτό έδωσε την ευκαιρία για να βγει στο φως μια νέα πολιτική τάση.
Οι ξένες ταξικές πιέσεις από τους πλουσιότερους αγρότες και τους ανθρώπους της ΝΕΠ αντανακλούνταν όλο και περισσότερο μέσα στο κυβερνών Κομμουνιστικό Κόμμα, και ιδιαίτερα στη δεξιά του πτέρυγα. Η επιτομή αυτής της τάσης ήταν ο Νικολάι Μπουχάριν.
Υποστήριξε ότι ο σοσιαλισμός θα μπορούσε να οικοδομηθεί με «ρυθμούς χελώνας» και πάνω σε μια «άθλια τεχνική βάση». Με άλλα λόγια, ο σοσιαλισμός θα μπορούσε να οικοδομηθεί πάνω σε ένα χαμηλό επίπεδο των παραγωγικών δυνάμεων. Αυτό ήταν σε πλήρη αντίθεση με την υλιστική αντίληψη της ιστορίας, αλλά ταίριαζε απόλυτα στη συμμαχία των αστικών στρωμάτων και της γραφειοκρατίας που μοιράζονταν μια αποστροφή για την εργατική τάξη και την επανάσταση, την οποία δικαίως έβλεπαν ως απειλή.
Σύμφωνα με αυτό το επιχείρημα, δεν υπήρχε ανάγκη να περάσουμε τις δυσκολίες της παγκόσμιας επανάστασης, δεν χρειάζονταν περισσότερες αναταραχές, μπορούσαμε να επιστρέψουμε στην «κανονικότητα». Ουσιαστικά, το μόνο που απέμενε για τη νίκη του σοσιαλισμού ήταν να αφήσουμε τη γραφειοκρατία να συνεχίσει τη δουλειά της.
Το φθινόπωρο του 1924 ο Στάλιν παρέδωσε μια σειρά διαλέξεων σε νεαρούς αγωνιστές του κόμματος, η οποία στη συνέχεια δημοσιεύτηκε ως μπροσούρα, με τίτλο «Θεμέλια του Λενινισμού».
Στην αρχική έκδοση του βιβλίου, από τον Απρίλιο του 1924, μπορεί κανείς να βρει τα εξής: «Για την ανατροπή της αστικής τάξης αρκούν οι προσπάθειες μίας χώρας – το μαρτυρεί αυτό η ιστορία της δικής μας επανάστασης. Για την τελική νίκη του σοσιαλισμού, για την οργάνωση της σοσιαλιστικής παραγωγής, οι προσπάθειες μίας χώρας, ιδιαίτερα μιας αγροτικής χώρας σαν τη δική μας, δεν αρκούν – για να γίνει αυτό πρέπει να έχουμε τις προσπάθειες των προλετάριων πολλών προηγμένων χωρών».[1]
Αν και γενικά η μπροσούρα είναι μια επίθεση στον Τρότσκι και την Αριστερή Αντιπολίτευση, που είχε σχηματιστεί το 1923, διατηρούσε ακόμα τη θέση του Μαρξ, του Ένγκελς και του Λένιν. Αλλά λίγους μήνες αργότερα αυτή η έκδοση αποσύρθηκε από την κυκλοφορία και κυκλοφόρησε μια νέα, όπου το παραπάνω απόσπασμα είχε αντικατασταθεί από το εξής:
«Αλλά η ανατροπή της εξουσίας της αστικής τάξης και η εγκαθίδρυση της εξουσίας του προλεταριάτου σε μία χώρα δεν σημαίνει ακόμη ότι έχει εξασφαλιστεί η πλήρης νίκη του σοσιαλισμού. Αφού εδραιώσει την εξουσία του και καθοδηγήσει την αγροτιά, το προλεταριάτο της νικήτριας χώρας μπορεί και πρέπει να οικοδομήσει μια σοσιαλιστική κοινωνία. Αλλά σημαίνει αυτό ότι θα επιτύχει έτσι την πλήρη και τελική νίκη του σοσιαλισμού, δηλαδή, σημαίνει ότι με τις δυνάμεις μίας μόνο χώρας μπορεί επιτέλους να εδραιώσει τον σοσιαλισμό και να εξασφαλίσει πλήρως αυτήν τη χώρα έναντι μιας επέμβασης και, κατά συνέπεια, έναντι της παλινόρθωσης; Όχι. Για να γίνει αυτό χρειάζεται η νίκη της επανάστασης σε αρκετές τουλάχιστον χώρες».[2]
Αντί να επιτευχθεί ο σοσιαλισμός μέσω της παγκόσμιας επανάστασης, η προτεραιότητα για τους εργάτες σε ένα εργατικό κράτος, στην προκειμένη περίπτωση στην ΕΣΣΔ, είχε μετατοπιστεί στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού με τις δικές τους δυνάμεις. Ο αγώνας για την ανατροπή του καπιταλισμού παγκοσμίως διατηρήθηκε (για την ώρα), αλλά πλέον μόνο για να προασπίσει τη σοσιαλιστική κοινωνία έναντι της εξωτερικής παρέμβασης.
Ο Στάλιν εξήγησε στο «Σχετικά με Ζητήματα του Λενινισμού» τι θεωρούσε ως ελάττωμα της προηγούμενης θέσης ως εξής: «Το ελάττωμά της είναι ότι ενώνει δύο διαφορετικά ερωτήματα σε ένα: ενώνει το ζήτημα της δυνατότητας οικοδόμησης του σοσιαλισμού με τις προσπάθειες μιας χώρας – που πρέπει να απαντηθεί θετικά – με το ερώτημα αν μια χώρα στην οποία η δικτατορία του προλεταριάτου υπάρχει μπορεί να θεωρεί τον εαυτό της πλήρως εξασφαλισμένο έναντι μιας επέμβασης […]».[3]
Η μαρξιστική, υλιστική αντίληψη της οικοδόμησης του σοσιαλισμού επομένως απομακρύνθηκε. Ο Στάλιν αφαίρεσε τις αναφορές στην καθυστέρηση της Ρωσίας και στην ανάγκη να εξαπλωθεί η επανάσταση στις προηγμένες χώρες. Η οργάνωση μιας πλήρως σοσιαλιστικής οικονομίας ήταν πλέον, σύμφωνα με τον Στάλιν, εφικτή εντός των ορίων όχι μόνο ενός κράτους, αλλά και ενός τόσο υπανάπτυκτου και φτωχού κράτους όπως η Ρωσία τη δεκαετία του 1920.
Εγκαταλείποντας την παγκόσμια επανάσταση
Ο Στάλιν ακόμη σχεδόν παραδέχτηκε ότι αναθεώρησε τη θέση, όταν έγραψε στα «Θεμέλια του Λενινισμού»: «Προηγουμένως, η νίκη της επανάστασης σε μια χώρα θεωρούνταν αδύνατη, στη βάση της υπόθεσης ότι θα απαιτούνταν η συνδυασμένη δράση των προλετάριων όλων ή τουλάχιστον της πλειοψηφίας των προηγμένων χωρών για να επιτευχθεί η νίκη επί της αστικής τάξης. Τώρα αυτή η άποψη δεν συμφωνεί πια με τα γεγονότα».[4]
Η επιχειρηματολογία του Στάλιν είναι τελείως ανέντιμη και σκόπιμα μπλέκει το ζήτημα της κατάληψης της εξουσίας από την εργατική τάξη με το ζήτημα της οικοδόμησης του σοσιαλισμού. Το θέμα δεν ήταν ποτέ αν το προλεταριάτο θα μπορούσε να καταλάβει την εξουσία σε μια χώρα. Ο Μαρξ, ο Ένγκελς, ο Λένιν και ο Τρότσκι υποστήριξαν ότι η επανάσταση πρέπει να εξαπλωθεί από χώρα σε χώρα, κάτι που προϋποθέτει ότι από κάπου ξεκινά. Το ερώτημα που τίθονταν ήταν αν ο σοσιαλισμός θα μπορούσε να οικοδομηθεί με τους υλικούς πόρους μίας μόνο χώρας. Αυτή ήταν η αναθεώρηση του Στάλιν.
Αυτό το ψευδοεπιχείρημα χρησιμοποιήθηκε στη συνέχεια ως όπλο εναντίον του Τρότσκι και της Αριστερής Αντιπολίτευσης μετά τον θάνατο του Λένιν. Με τον ισχυρισμό ότι ο Τρότσκι και η Αριστερή Αντιπολίτευση υποστήριζαν την παράλογη ιδέα ότι οι εργάτες δεν θα μπορούσαν να ξεκινήσουν μια επανάσταση στη χώρα τους αν αυτό δεν συνέβαινε παντού ταυτόχρονα, ο Στάλιν μπορούσε στη συνέχεια να υποστηρίζει ότι η Ρωσική Επανάσταση είχε διαψεύσει το επιχείρημά τους, και στην πορεία μπορούσε να ξεθάψει διάφορα αποσπάσματα όπου ο Λένιν χλεύαζε μια τέτοια ιδέα.
Αυτή η διαστρέβλωση των βασικών ιδεών της μαρξιστικής θεωρίας για φραξιονιστικούς σκοπούς θα γινόταν έκτοτε μια ριζωμένη παράδοση του σταλινισμού.
Ο Στάλιν υποστήριξε στη 15η Συνδιάσκεψη του Κομμουνιστικού Κόμματος το 1926 ακόμα και πως η θέση του Μαρξ και του Ένγκελς ίσχυε μόνο για την προηγούμενη φάση της καπιταλιστικής εξέλιξης. Σύμφωνα με τον ίδιο, στην εποχή του ιμπεριαλισμού, με τις έντονες αντιφάσεις μεταξύ των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, η νίκη του σοσιαλισμού σε επιμέρους χώρες ήταν δυνατή, μέσω ενός ρήγματος στο «ιμπεριαλιστικό μέτωπο». Αυτό είναι πλήρης αντιστροφή των πραγμάτων. Αντίθετα, η ακραία αλληλεξάρτηση της σύγχρονης παγκόσμιας οικονομίας δείχνει ότι η ανάλυση του Μαρξ και του Ένγκελς για τον καπιταλισμό ισχύει ακόμα περισσότερο στις μέρες μας απ’ ό,τι στη διάρκεια της ζωής τους.
Το 1928, ο Τρότσκι υποστήριξε ότι η εθνική στενότητα στην πολιτική ήταν «η βάση για αναπόφευκτες εθνικορεφορμιστικές και σοσιαλπατριωτικές γκάφες στο μέλλον».[5] Η πορεία της ιστορίας έχει αποδείξει ότι ο Τρότσκι είχε δίκιο.
Η υιοθέτηση της ρεβιζιονιστικής θεωρίας του «σοσιαλισμού σε μια χώρα» οδήγησε στην εγκατάλειψη της παγκόσμιας επανάστασης από την ηγεσία της ΕΣΣΔ. Στα χέρια της, η Κομμουνιστική Διεθνής έγινε τίποτα περισσότερο από ένα όργανο εξωτερικής πολιτικής που διευθυνόταν από τη Μόσχα. Και το 1943, η Διεθνής διαλύθηκε, ως κίνηση καλής θέλησης προς τους Συμμάχους. Το παγκόσμιο κόμμα της σοσιαλιστικής επανάστασης, το οποίο ίδρυσε ο Λένιν, είχε καταστραφεί ολοσχερώς.
Σήμερα, δεν έχει υπάρξει πότε πιο επείγουσα η ανάγκη να θέσουμε τα στέρεα θεμέλια για ένα νέο κομμουνιστικό κίνημα, επιστρέφοντας στον διεθνισμό του Μαρξ, του Ένγκελς, του Λένιν και του Τρότσκι. Μόνο επανεξοπλίζοντας το εργατικό κίνημα με αυτές τις ιδέες θα μπορέσουμε να εξασφαλίσουμε τη νίκη της παγκόσμιας κομμουνιστικής επανάστασης.
[1] Αναφορά στο L. Trotsky, The Revolution Betrayed, Wellred Books, 2015, σελ. 211, η έμφαση δική μας
[2] J. Stalin, Foundations of Leninism, International Publishers, 1970, σελ. 45, η έμφαση δική μας
[3] Stalin, ‘Concerning Questions of Leninism’, Works, τόμος 8, Foreign Languages Publishing House, 1954, σελ. 66, η έμφαση στο πρωτότυπο
[4] J. Stalin, Foundations of Leninism, International Publishers, 1970, σελ. 44
[5] L. Trotsky, The Third International after Lenin, Pathfinder Press, 1970, σελ. 212
Νίκλας Άλμπιν Σβένσον
Μετάφραση: Γεωργία Τζιρκαλλή