Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΕπικαιρότηταΑναλύσειςΕκλογές Τοπικής Διοίκησης: κύρια τάση η αποχή, μόνο το ΚΚΕ είχε ενιαία...

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Εκλογές Τοπικής Διοίκησης: κύρια τάση η αποχή, μόνο το ΚΚΕ είχε ενιαία άνοδο σε σχέση με τις προηγούμενες – Μέρος 2ο

Η συνέχεια της ανάλυσής μας για τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου των εκλογών για την τοπική διοίκηση.

Ο ΣΥΡΙΖΑ καταρρέει, το ΠΑΣΟΚ παραμένει αδύναμο

Τα εκλογικά ποσοστά της 8ης Οκτωβρίου επιβεβαίωσαν την εκτίμηση που είχαμε κάνει αμέσως μετά τις Εθνικές εκλογές του περασμένου Μάη για την αναπότρεπτη «πασοκοποίηση» της απήχησης του ΣΥΡΙΖΑ στους εργαζόμενους και τη νεολαία. Μόνο που 4,5 μήνες μετά, αυτή η «πασοκοποίηση» τρέχει με τέτοια ταχύτητα που οδηγεί πλέον τον ΣΥΡΙΖΑ σε χαμηλότερα επίπεδα απήχησης από το ΠΑΣΟΚ.

Ο ΣΥΡΙΖΑ υπέστη μεγάλες απώλειες σχεδόν σε όλες τις Περιφέρειες και τους Δήμους που κατέβηκε με δικό του υποψήφιο. Ενδεικτικά, στην Περιφέρεια της Αττικής κατακρημνίστηκε από τις 277.485 ψήφους το 2019 και τις 295.268 ψήφους τον Ιούνιο, στις 193.660 την περασμένη Κυριακή. Στη δεύτερη μεγαλύτερη Περιφέρεια της χώρας, την Κεντρική Μακεδονία, όπου το 2019 είχε λάβει 105.798 ψήφους, έπεσε την Κυριακή στις 58.416 ψήφους. Στον Δήμο Αθηναίων, από τις 35.403 ψήφους το  2019 , έπεσε στις 18.668 ψήφους. Στον Δήμο Πειραιά, από 10.662 ψήφους το 2019 και 12.906 στις Εθνικές εκλογές του Ιουνίου, έπεσε στις 6.873. Και ο κατάλογος των μεγάλων απωλειών δεν έχει τέλος.

Αυτή η νέα πανωλεθρία του ΣΥΡΙΖΑ είναι η έκφραση της βαθιάς κρίσης και διάσπασης που έχουν δημιουργήσει στο κόμμα από την κορφή ως την εκλογική του βάση οι συνέπειες του αστικού εκφυλισμού, στον οποίο πρωταγωνίστησε η ηγετική ομάδα Τσίπρα και θέλει να κλιμακώσει σήμερα ο εκλεκτός αυτής της ομάδας και πολιτικά αδέξιος αστός δημαγωγός, Κασσελάκης. Τα ολέθρια αποτελέσματα της 8ης Οκτωβρίου, μπορεί να μην έχουν ως βασικό πολιτικό υπεύθυνο τον Κασσελάκη, επιβεβαίωσαν όμως πλήρως την εκτίμηση που είχαμε κάνει σε σχετικό άρθρο μας για τον αδύναμo και σαθρό χαρακτήρα που είχε από τη γέννησή του το περιβόητο «ρεύμα Κασσελάκη», τονίζοντας συγκεκριμένα ότι «το περιβόητο “ρεύμα Κασσελάκη” δεν έχει καμία ουσιαστική βάση ανάμεσα σ’ αυτά τα αληθινά προοδευτικά, πλειοψηφικά τμήματα της ελληνικής κοινωνίας, δηλαδή στην εργατική τάξη και τη νεολαία».

Το ίδιο το βράδυ των εκλογών, ο Κασσελάκης έσπευσε να δηλώσει υποστήριξη σε όλους τους υποψηφίους του ΠΑΣΟΚ στον 2ο γύρο, ενώ ο πολιτικός του μέντορας ναύαρχος Αποστολάκης, προχώρησε ακόμα περισσότερο, μιλώντας για την ανάγκη να στηριχθούν όλοι οι δεξιοί «αντάρτες». Αυτές οι δημόσιες τοποθετήσεις, σε συνδυασμό φυσικά με τις ίδιες τις κοινές καθόδους ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ στις περιφέρειες Βορείου Αιγαίου, Θεσσαλίας και Δυτικής Μακεδονίας, αλλά και σε αρκετούς ακόμα Δήμους, μαρτυρούν την επιτάχυνση της εφαρμογής του πολιτικού σχεδίου που έχει ανάγκη το ελληνικός καπιταλισμός, δηλαδή της δημιουργίας ενός κεντρώου «ΣΥΡΙΖΟΠΑΣΟΚ», ανοικτού σε κάθε είδους δεξιούς τυχοδιώκτες και ευκαιριακούς αντιπάλους του Μητσοτάκη, ως νέου εναλλακτικού αστικού πόλου διακυβέρνησης. Και η επιτάχυνση αυτή, επιβάλλεται από τα πράγματα, αφού πλέον η εκλογική επιρροή του σημερινού, ανεξάρτητου ΣΥΡΙΖΑ μοιάζει να εξανεμίζεται με φρενήρεις ρυθμούς.

Πάνω σ’ αυτή τη βάση, εκείνο που θα πρέπει επίσης να αναμένεται είναι και η επιτάχυνση της διάσπασης του ΣΥΡΙΖΑ. Οι ταξικά και ιδεολογικά προκλητικές αναφορές που περιείχε η ομιλία του Κασσελάκη στην προχθεσινή γενική συνέλευση του ΣΕΒ, είχαν ως εσωκομματικό σκοπό να προκαλέσουν τους γραφειοκράτες και τα υπόλοιπα εναπομείναντα μέλη που επικαλούνται τις αριστερές παραδόσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτές οι προκλήσεις θα συνεχιστούν, με σκοπό να τους παράσχουν μια καλή αφορμή για να «αδειάσουν τη γωνιά», ώστε να μείνει ανενόχλητη η νέα αστική ηγετική κλίκα και να ολοκληρώσει τα σχέδιά της. Αν αυτές οι προκλήσεις δεν αποδειχθούν αρκετές για να επιτύχουν τον σκοπό τους, τότε η κλίκα αυτή, όπως ακριβώς κατάργησε στην πράξη εδώ και βδομάδες τα ηγετικά όργανα και το καταστατικό του κόμματος, δεν θα διστάσει να «καταργήσει» άμεσα – και δίχως καν συνοπτικές διαδικασίες – και ένα ολόκληρο τμήμα του κόμματος.

Η επιλογή του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ να υποστηρίξει κοινές υποψηφιότητες με τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ σε ορισμένες περιφέρειες, στους μεγαλύτερους Δήμους και σε πολλούς ακόμα μικρότερους, η οποία με τον πολιτικά τυχοδιωκτικό της χαρακτήρα είναι θεωρητικά πιθανό να του αποφέρει έναν περιφερειάρχη στη Θεσσαλία, έναν δήμαρχο στην πρωτεύουσα και δεκάδες άλλους σε όλη την Ελλάδα. Όμως στην πραγματικότητα, απλώς μασκάρεψε την χτυπητή αδυναμία του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ να επωφεληθεί ουσιαστικά από τις απώλειες της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ.

Αυτή η αδυναμία φάνηκε πιο χαρακτηριστικά στη μεγαλύτερη Περιφέρεια της χώρας, και στον μεγαλύτερο Δήμο της χώρας. Έτσι, στην Περιφέρεια Αττικής, το ΠΑΣΟΚ έπεσε στις 165.983 ψήφους, με αποτέλεσμα να πέσει στην 4η θέση, κάτω από το ΚΚΕ, ενώ στον Δήμο Αθηναίων από τις 27.504 ψήφους το 2019 έπεσε στις 19.842 ψήφους την περασμένη Κυριακή. Τα παραπάνω αποτελέσματα, επιβεβαιώνουν ότι η επιρροή του ΠΑΣΟΚ, προς το παρόν, δεν γνωρίζει παραπέρα συρρίκνωση μόνο λόγω της μεγάλης κρίσης του ΣΥΡΙΖΑ. Η πορεία αποφασιστικής αποδυνάμωσης της επιρροής του ΠΑΣΟΚ στην κοινωνία που έχει ξεκινήσει από το 2010, απλώς έχει επιβραδυνθεί προσωρινά.

ΚΚΕ: ενιαία εκλογική άνοδος που θέτει ιστορικά καθήκοντα

Μετά από την ανοδική τάση που ανέδειξαν για το ΚΚΕ τα αποτελέσματα των δύο πρόσφατων διαδοχικών εθνικών εκλογών, τα αποτελέσματα της 8ης Οκτωβρίου συνιστούν για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια μια τόσο εμφατική εκλογική επιτυχία για το κόμμα. Στις δύο διαδοχικές πρόσφατες εθνικές εκλογές, τα ακροδεξιά σχήματα και η Πλεύση Ελευθερίας συγκαταλέγονταν μαζί με το ΚΚΕ στους νικητές, με αντικειμενικό κριτήριο την αύξηση των ποσοστών και των ψήφων. Στις 8 Οκτωβρίου, το μόνο κόμμα που δικαιούται να υποστηρίζει ότι σημείωσε μια ενιαία και καθαρή εκλογική άνοδο είναι το ΚΚΕ.

Οι εκλογικές του επιδόσεις μάλιστα, δείχνουν ότι το ΚΚΕ είναι πολύ κοντά στο να γίνει το 2ο κόμμα σε επιρροή στη μεγαλύτερη Περιφέρεια της χώρας (Αττική) και στον μεγαλύτερο Δήμο της χώρας (Αθήνα), ενώ έχει εδραιώσει με εντυπωσιακή ανθεκτικότητα, την ηγεμονική του θέση στον τρίτο μεγαλύτερο Δήμο (Πάτρα). Είναι η πρώτη φορά μετά τη δεκαετία του 1950, που το ΚΚΕ, ασφαλώς μέσα σε εντελώς διαφορετικές αντικειμενικές συνθήκες και με μια διαφορετική πολιτική, φαίνεται βάσιμα ότι μπορεί να καταλάβει μια τέτοια θέση στο πολιτικό προσκήνιο. Και είναι βέβαιο ότι αυτή η νέα πραγματικότητα που διαμορφώνεται για την επιρροή του ΚΚΕ, έχει ήδη αρχίσει να ανησυχεί τα πιο διορατικά και στρατηγικά μυαλά του κεφαλαίου.

Πιο συγκεκριμένα, το αποτέλεσμα της ενιαίας παράταξης του ΚΚΕ, της Λαϊκής Συσπείρωσης, στις 8 Οκτώβρη δείχνει μια ενιαία άνοδο σε ποσοστά και σε ψήφους πανελλαδικά, σε όλες τις Περιφέρειες και τους περισσότερους Δήμους σε σύγκριση με το 2019, αλλά επίσης μια άνοδο σε ποσοστά και σε ψήφους σε σύγκριση και με τις πρόσφατες Εθνικές εκλογές του Ιουνίου στην μεγαλύτερη περιφέρεια της χώρας, όπου ζει και εργάζεται η πλειονότητα της εργατικής τάξης της χώρας.

Σε αντίθεση με τη διαστρεβλωμένη εικόνα που όπως ήδη αναφέραμε μας παρέχει το άθροισμα των ψήφων των συνδυασμών της ΝΔ στις Περιφέρειες, λόγω της μη ύπαρξης επίσημων στηρίξεων σε υποψηφίους από τα ακροδεξιά κόμματα, το άθροισμα των ψήφων των συνδυασμών του ΚΚΕ στις Περιφέρειες, κατά κοινή ομολογία μπορεί να θεωρείται πως αντανακλά στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό μια αυθεντική αποτύπωση κομματικής προτίμησης. Έτσι, οι 481.059 ψήφοι που έλαβε συνολικά το κόμμα στις Περιφέρειες, είναι ένα σημαντικό άλμα αύξησης σε σύγκριση με τις 401.224 που είχε λάβει πανελλαδικά στις Εθνικές εκλογές του Ιουνίου.

Αυτά τα αποτελέσματα δείχνουν ότι το κόμμα έχει παγιοποιήσει την αξιοσημείωτη άνοδο που είχε στις τελευταίες εθνικές εκλογές και έχει αρχίσει να την αυξάνει. Αυτή είναι και η εξήγηση για την μεγάλη ανθεκτικότητα που έδειξαν οι δυνάμεις του κόμματος απέναντι στην τεράστια αποχή και όχι μια κάποια μεταφυσική «εκπαίδευση» του ΚΚΕ στους ψηφοφόρους του να πηγαίνουν κάθε φορά στην κάλπη, όπως αλαζονικά (και ζηλόφθονα) υποστηρίζουν συχνά διάφοροι αστοί δημοσιολόγοι.

Ας αναφέρουμε ορισμένα ενδεικτικά στοιχεία που επιβεβαιώνουν την γενική μας εκτίμηση μας για τα αποτελέσματα του ΚΚΕ στις 8 Οκτωβρίου. Στην Περιφέρεια Αττικής το ΚΚΕ ανέβηκε από τις 132.066 ψήφους το 2019 και τις 155.602 τον περασμένο Ιούνιο, στις 173.020 ψήφους. Μάλιστα η Λαϊκή Συσπείρωση κατέλαβε την 2η θέση στον Δυτικό Τομέα της Περιφέρειας Αττικής, όπου βρίσκονται και οι Δήμοι με το πιο μαζικό εργατικό στοιχείο, με ποσοστό 18,82%, αλλά και στον Κεντρικό Τομέα Αθηνών, πάνω από την παράταξη του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ βρίσκεται πλέον στην 3η θέση στις περιφερειακές ενότητες Πειραιά και Δυτικής Αττικής. Μέσα στη γενική της άνοδο, η Λαϊκή Συσπείρωση είχε μια πολύ μεγάλη άνοδο σε ψήφους στη Θεσσαλία, πηγαίνοντας από τις 29.267 στις 48.122 ψήφους, και φανερώνοντας ότι η λαϊκή οργή για την κρατική αδιαφορία στις καταστροφικές πλημμύρες αρχίζει να αποκρυσταλλώνεται σε μια διακριτή στροφή στ’ αριστερά.

Περνώντας στους Δήμους, στον Δήμο Αθηναίων οι ψήφοι του ΚΚΕ έμειναν σχεδόν άθικτοι από την αποχή, και μάλιστα, η Λαϊκή Συσπείρωση θα μπορούσε να περάσει άνετα στον 2ο γύρο και να χτυπήσει με αξιώσεις τον μεγαλύτερο Δήμο της χώρας με ό,τι αυτό θα σήμαινε για το ηθικό της εργατικής τάξης, αν δεν υπήρχε μια υποψηφιότητα καταγραφής από την πλευρά της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Ωστόσο, για τη ματαίωση αυτής της απόλυτα εφικτής επιτυχίας φέρει σοβαρές ευθύνες και η ίδια η ηγεσία του ΚΚΕ. Θα έπρεπε να έχει προβλέψει αυτό το πλήρως ορατό ενδεχόμενο και να προτείνει εκλογική συνεργασία στην εξωκοινοβουλευτική Αριστερά, συμπεριλαμβάνοντας εκπροσώπους της στα ψηφοδέλτια.

Αυτή η συνεργασία ήταν διπλά επιβεβλημένη από τη στιγμή που υπήρχε βάσιμη απειλή για ένα πέρασμα του νεοναζί Κασιδιάρη στον 2ο γύρο, και συνεπώς θα μπορούσε να λάβει τον χαρακτήρα όχι μόνο ενός μετώπου ενάντια στον αστό υποψήφιο, αλλά και ενός πολιτικού αντιφασιστικού μετώπου. Το παραμικρό δεν θα είχαν πάθει οι κομμουνιστικές αρχές του κόμματος από μια τέτοια συνεργασία. Αντίθετα, θα είχαν υπηρετηθεί με τον καλύτερο τρόπο και θα είχε εκτοξευθεί το κύρος του ΚΚΕ σε χιλιάδες ακόμα αριστερούς αγωνιστές. Έτσι λοιπόν, τόσο η ματαίωση του απόλυτα εφικτού περάσματος στον 2ο γύρο, όσο και η στάση απραξίας από το κόμμα μπροστά στο απειλητικό ενδεχόμενο μιας εκλογικής επιτυχίας για τους νεοναζί, υπογραμμίζουν την επιτακτική ανάγκη για μια ριζική αλλαγή στην πολιτική συνεργασιών του κόμματος, πάνω στις λενινιστικές γραμμές του Ενιαίου Μετώπου.

Στους υπόλοιπους Δήμους, το ΚΚΕ κατάφερε να εκλέξει Δήμαρχο από την 1η Κυριακή στην Ικαρία, και πηγαίνει σε 2ο γύρο σε άλλους 5 Δήμους, στην Πάτρα, την Καισαριανή, τον Τύρναβο, την Πετρούπολη και το Χαϊδάρι. Κορωνίδα της επιτυχίας του κόμματος στις 8 Οκτωβρίου ήταν αναμφίβολα, για μία ακόμα αφορά, η επίδοση του στον τρίτο μεγαλύτερο Δήμο της χώρας. Στην Πάτρα, η Λαϊκή Συσπείρωση με επικεφαλής τον Κώστα Πελετίδη, έχοντας ένα πολύ χαμηλότερο από τους βασικούς αντιπάλους της κομματικό ποσοστό ως βάση εκκίνησης, άγγιξε και πάλι το 40% (39,95%), με μια μικρή απώλεια 6 χιλιάδων ψήφων σε σύγκριση με το 2019.

Και αυτή η νέα επιτυχία στην Πάτρα, έχει ως αιτία τη μεγάλη αποδοχή της συνεπούς, στοιχειώδους φιλολαϊκής πολιτικής που ακολουθεί η διοίκηση Πελετίδη και αντανακλά στον υπέρτατο βαθμό το αναζωογονημένο ενδιαφέρον για τον ίδιο τον κομμουνισμό σε τμήματα της εργατικής τάξης και της νεολαίας. Όσο για την μικρή απώλεια ψήφων, αυτή σε τελική ανάλυση αντανακλά όχι μόνο λάθη και παραλείψεις της διοίκησης Πελετίδη, αλλά τα ίδια τα αντικειμενικά όρια που θέτει η πολύχρονη παραμονή στη διοίκηση ενός τοπικού βραχίονα του αστικού κράτους για την παράταξη ενός κομμουνιστικού κόμματος μέσα σε μια κατάσταση μη επαναστατική. Στην πραγματικότητα, αποτελεί ένα πολιτικό κατόρθωμα το γεγονός ότι οι απώλειες αυτές, μετά από δύο ολόκληρες τετραετίες στη διοίκηση του Δήμου, δεν ήταν μεγαλύτερες.

Τα πολύ θετικά εκλογικά αποτελέσματα της 8ης Οκτωβρίου, πολύ περισσότερο αν τελικά συμπληρωθούν ιδανικά στον 2ο γύρο με την επικράτηση σε 6 Δήμους, είναι πολύ σημαντική υπόθεση για να έχουν ως συνέπεια μόνο πανηγυρισμούς. Θέτουν νέα ιστορικά καθήκοντα στο κόμμα. Πλέον η υπόθεση της ενίσχυσης της απήχησής του στην εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα εξελίσσεται στο ευνοϊκότερο πολιτικό έδαφος που υπάρχει εδώ και πάνω από 3 δεκαετίες. Ο ΣΥΡΙΖΑ καταρρέει και τα πιο αριστερά και μαχητικά στοιχεία της εκλογικής του βάσης κοιτούν κυρίως προς το ΚΚΕ. Το ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί να αποκτήσει καμία νέα δυναμική στις εργατικές μάζες. Η αναπτυσσόμενη λαϊκή οργή για την κυβέρνηση και τη ΝΔ θα αναζητά όλο και εντονότερα μια συνεπή αριστερή πολιτική εκπροσώπηση. Σ’ αυτές τις συνθήκες, το σύνθημα του ΚΚΕ δεν μπορεί να είναι η «μαχητική αντιπολίτευση». Το σωστό σύνθημα που απορρέει πλέον από τη νέα πραγματικότητα που διαμορφώνεται στην κοινωνία και τη συνείδηση των εργατικών μαζών, είναι η πολιτική προετοιμασία για έναν αγώνα για την εξουσία.

Πολιτική προετοιμασία όμως, δεν σημαίνει μόνο αλλαγή κεντρικού συνθήματος. Σημαίνει αποφασιστικές αλλαγές και διορθώσεις στην κεντρική πολιτική γραμμή του κόμματος. Απαιτεί ένα θεωρητικό ατσάλωμα των αγωνιστών του ΚΚΕ σε μια αληθινά μαρξιστική αποτίμηση της ιστορικής εμπειρίας από τα σταλινικά καθεστώτα στην ΕΣΣΔ, την Ανατολική Ευρώπη κ.α, στηριγμένη στις λενινιστικές αρχές και ιδέες, στην γραμμή εκείνης που με συνέπεια μετά τον θάνατο του Λένιν ανέπτυξε ο συναρχηγός του Μπολσεβίκικου κόμματος στην Οκτωβριανή επανάσταση, Λέον Τρότσκι.

Αυτή η αναγκαία πολιτική προετοιμασία προϋποθέτει ακόμα, μια ριζική αναθεώρηση του προγράμματος διεκδικήσεων που προωθεί το κόμμα στους εργαζόμενους και τη νεολαία, το οποίο πρέπει να εμπλουτιστεί με διεκδικήσεις που προχωρούν τη συνείδηση των μαζών μέχρι το καθήκον της κατάκτησης της εξουσίας, όπως οι κοινωνικοποιήσεις και ο εργατικό έλεγχος. Συνεπάγεται μια ριζική αλλαγή στην ακολουθούμενη τακτική του κόμματος στο εργατικό κίνημα, με την εγκατάλειψη της υπεράσπισης σποραδικών και ανίσχυρων απεργιών χωρίς προοπτική κλιμάκωσης και την σοβαρή προετοιμασία για αγώνες διαρκείας ενάντια στην κυβέρνηση, στο πλαίσιο της οποίας θα πρέπει να τεθούν αποφασιστικά όλοι οι Δήμοι που διοικεί το κόμμα, έτοιμοι να αντιμετωπίσουν κάθε είδους πιθανή δίωξη από το αστικό κράτος στηριγμένοι στο μαζικό κίνημα. Επιβάλει την εγκατάλειψη του αντιλενινιστικού δόγματος των συνεργασιών μόνο με άτομα και την υιοθέτηση μιας τακτικής επιδίωξης μετώπων κοινής ταξικής και πολιτικής δράσης για τα εργατικά συμφέροντα, πάνω στις γραμμές του λενινιστικού Ενιαίου Μετώπου. Με άλλα λόγια, το κύριο και επιτακτικό κομματικό καθήκον πλέον είναι η λενινιστικοποίηση της πολιτικής του κόμματος.

Χωρίς αυτή την αναγκαία λενινιστικοποίηση (που αυτονόητα σημαίνει ταυτόχρονα και γνήσια και πλήρη αποσταλινοποίηση), οφείλουμε σαν σύντροφοι και συναγωνιστές να προειδοποιήσουμε κάθε μέλος και ψηφοφόρο του ΚΚΕ, ότι το κόμμα δεν θα εκπληρώσει τα ιστορικά του καθήκοντα. Κι αυτό δεν αποτελεί ένα τελεσίγραφο κάποιων δογματικών προς το κόμμα, αλλά απορρέει από την ίδια την ανάλυση των σοβαρών λαθών στα οποία έχει υποπέσει η ηγεσία του ΚΚΕ τα τελευταία 30 χρόνια και των χαμένων ευκαιριών που προέκυψαν από αυτά. Διότι, στον πυρήνα όλων αυτών των λαθών, υπήρχε πάντα η άρνηση – απόριψη (ή ακόμα και άγνοια ή παρερμηνεία) βασικών πτυχών της γνήσιας λενινιστικής παράδοσης, στη θεωρία, στο πρόγραμμα, την πολιτική και την τακτική του κόμματος.

Τα αξιοσημείωτα ποσοστά της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς
και η περίπτωση του Δήμου Αθηναίων

Η κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ, σε συνδυασμό με την αντικειμενική προσθήκη μιας νέα μεγάλης οντότητας στις γραμμές της, του ΜέΡΑ25, δημιούργησαν τις κατάλληλες προϋποθέσεις για τις αξιοσημείωτες εκλογικές επιδόσεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς που είδαμε από συνδυασμούς της σε αρκετούς Δήμους. Αυτές αποτελούν μία επιπλέον απόδειξη της εκτίμησης ότι στην κοινωνία δεν υπάρχει στροφή στα δεξιά ή «εκφασισμός» όπως πολλά στελέχη, μέλη ή απλοί υποστηρικτές οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς κραύγαζαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μετά τις πρόσφατες εθνικές εκλογές. Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον, από αυτή τη σκοπιά, το να βλέπει να κανείς τους ίδιους ανθρώπους που διαβεβαίωναν πριν από 3,5 μήνες ότι ο φασισμός «στρίβει τη γωνία», να θριαμβολογούν τώρα για τα αυξημένα δημοτικά ποσοστά της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Αυτό αντανακλά αυθεντικά τη διαχρονική αμετροέπεια του σεχταρισμού.

Στις επιτυχίες της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς ξεχωρίζουν τα υψηλότατα για τα δεδομένα του χώρου ποσοστά που καταγράφηκαν σε διάφορους Δήμους της Αττικής και της Θεσσαλονίκης. Πιο συγκεκριμένα, αναφερόμαστε στο ηχηρό 6,09% της Ανατρεπτικής Συμμαχίας με επικεφαλής τον Κώστα Παπαδάκη στον Δήμο Αθηναίων, το 5.53% της Πόλης Ανάποδα στη Θεσσαλονίκη από μόλις 1,75% το 2019, το 9,79% της Συμμαχίας για την Ανατροπή στο Μαρούσι, το 9,4% της Πόλης Αλλιώς στη Νεάπολη Συκεών στη Θεσσαλονίκη το 5,7% της Αριστερής Κίνησης στο Περιστέρι , το 4,65% της «Μια πόλη Ανάποδα» στη Νέα Σμύρνη και το 4,3% της «Ανυπακοής» σε Αμπελόκηπους-Μενεμένη Θεσσαλονίκης.

Κι ενώ σε επίπεδο Περιφερειών κανένα ψηφοδέλτιο της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς δεν κατάφερε να ξεπεράσει το καλπονοθευτικό όριο του 3% (κυμαινόμενα από το 1,5% έως 2,6%), με αποτέλεσμα να μην εκλέξει περιφερειακούς συμβούλους, στην Περιφέρεια Αττικής η υποστηριζόμενη από τη ΛΑ.Ε. και το ΜέΡΑ25 Μαριάννα Τσίχλη (Ανυπότακτη Αττική) πήρε 2,46% και 9 χιλιάδες περισσότερες σε σχέση με το 2019 όπου είχε λάβει 1,37% και ο υποστηριζόμενος από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, Κώστας Τουλγαρίδης, συγκέντρωσε 2,02% (25.209 ψήφους), με μια άνοδο 7 φορές πάνω από το ποσοστό της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στις εθνικές εκλογές.

Ωστόσο, μια πιο αναλυτική εξέταση αυτών των επιτυχιών δημιουργεί τη βάση για να τηρηθεί η αίσθηση της αναλογίας και να προκύψουν ενδιαφέροντες προβληματισμοί και βαθύτερα, αναγκαία πολιτικά συμπεράσματα. Έτσι, το ποσοστό της Ανυπότακτη Αττικής και της Μαριάννας Τσίχλη στην Περιφέρεια Αττικής είναι ίδιο εκείνο που πήρε η Συμμαχία του ΜέΡΑ25 στις εθνικές εκλογές, ενώ οι ψήφοι του υποστηριζόμενου από την ΑΝΤΡΑΡΣΥΑ συνδυασμού στην ίδια Περιφέρεια ήταν κατά 3 χιλιάδες λιγότερες σε σχέση με εκείνες που είχε λάβει το 2019. Πάνω από όλα, αν κάποιος αναλογιστεί ότι αυτή η μη αύξηση ψήφων σημειώθηκε την ώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ έχανε από τον περασμένο Ιούνιο στην Αττική 100 χιλιάδες ψήφους και το ΚΚΕ αύξανε τις δικές του κατά 20 χιλιάδες, θα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι τα θετικά αυτά αποτελέσματα είναι ανεπαρκή και κατώτερα των αντικειμενικών δυνατοτήτων.

Στο Δήμο Αθηναίων, μπορεί ο ο ενωτικός συνδυασμός της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς να κέρδισε 8.516 ψήφους όταν το 2019 το άθροισμα των ψήφων της Ανταρσίας στις Γειτονιές της Αθήνας και της Αντικαπιταλιστικής Ανατροπής ήταν μόλις 5.280 ψήφοι, αλλά το σύνολο των ψήφων που έλαβε ήταν αρκετά χαμηλότερο από το άθροισμα των ψήφων ΑΝΤΑΡΣΥΑ και ΜέΡΑ25 στις Εθνικές εκλογές του Ιουνίου (9.840), παρότι ο συνδυασμός αυτός υποστηρίχθηκε δημόσια από το ΜέΡΑ25. Είναι ξεκάθαρο επιπλέον, ότι αυτός ο συνδυασμός σε μεγάλο βαθμό στηρίχθηκε στην όποια δυναμική διατηρεί ακόμα το ΜέΡΑ25, ενώ την ίδια στιγμή, στηρίχθηκε από ένα πολύ μικρό τμήμα αριστερών ψηφοφόρων που εγκατέλειψαν του ΣΥΡΙΖΑ σε σύγκριση με τη μεγάλη συνολική μάζα ψηφοφόρων που τον εγκατέλειψε.

Ωστόσο, το μεγαλύτερο ζήτημα σε σχέση με τον συνδυασμό της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς στην Αθήνα είναι το γεγονός ότι, παρότι συγκροτήθηκε με ένα έντονο αντιφασιστικό χρώμα ως αποτέλεσμα και της ιδιότητας του επικεφαλής του ως μαχητικού δικηγόρου πολιτικής αγωγής στη δίκη της Χρυσής Αυγής, η ίδια η κάθοδος του ως ανεξάρτητος συνδυασμός στις εκλογές θα μπορούσε θεωρητικά να έχει συντελέσει έμμεσα στο να οδηγηθεί ο Κασιδιάρης στον 2ο γύρο. Τελικά, μπορεί αυτό το κακό να αποφεύχθηκε, όμως το δεύτερο θεωρητικά πιθανό μεγάλο κακό, δυστυχώς έγινε πραγματικότητα.

Το δεύτερο αυτό κακό, ήταν το γεγονός ότι αντικειμενικά, η ανεξάρτητη παρουσία του συνδυασμού της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς στις εκλογές, με το μοίρασμα της αντικαπιταλιστικής κομμουνιστικής ψήφου σε δύο διαφορετικούς συνδυασμούς που προέκυψε από αυτήν, στέρησε από την κομμουνιστική Αριστερά στον Δήμο Αθηναίων ένα σίγουρο πέρασμα στον 2ο γύρο, αφού η Λαϊκή Συσπείρωση ήθελε μόλις κάτι λιγότερο από 2 χιλιάδες ψήφους ή ένα ποσοστό 1,5% για να επιτύχει αυτόν τον σκοπό. Μια τέτοια επιτυχία, θα ήταν τόσο σημαντική, που θα αρκούσε για να μεταβάλει την ίδια τη γενική εικόνα των αποτελεσμάτων, αφού μιλάμε για τον μεγαλύτερο Δήμο της χώρας. Το ηθικό των εργαζόμενων και της νεολαίας θα ενδυναμωνόταν αποφασιστικά σε εθνικό επίπεδο και οι πιθανότητες να ηττηθεί τελικά η ΝΔ στην Αθήνα από έναν υποψήφιο που μιλά στο όνομα του κομμουνισμού θα ήταν υπαρκτές.

Τι θα έπρεπε λοιπόν να κάνει ο συνδυασμός του Κώστα Παπαδάκη; Την απάντηση για την αναγκαία τακτική από την πλευρά των κομμουνιστών συντρόφων της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς την βρίσκουμε στην κλασική μπροσούρα του Λένιν «Αριστερισμός: η παιδική αρρώστια του κομμουνισμού», όπου ο μεγάλος επαναστάτης εξηγούσε ποια θα έπρεπε να είναι η στάση των Βρετανών κομμουνιστών έναντι των αριθμητικά υπέρτερων δυνάμεων του Εργατικού Κόμματος σε εκλογικές μάχες ενάντια στους αστούς υποψήφιους: «..Θα τοποθετούσαμε τους υποψηφίους μας σε πολύ λίγες αλλά απολύτως ασφαλείς εκλογικές περιφέρειες, δηλαδή σε εκλογικές περιφέρειες όπου οι υποψηφιότητές μας δεν θα έδιναν καμία έδρα στους φιλελεύθερους αστούς σε βάρος των εργατικών υποψηφίων..».

Με δεδομένη λοιπόν τη παρουσία Κασιδιάρη και τις πιθανότητες ο συνδυασμός του ΚΚΕ να περάσει στον 2ο γύρο, ο συνδυασμός της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς θα έπρεπε έγκαιρα και δημόσια να προτείνει εκλογική συνεργασία στη Λαϊκή Συσπείρωση σε ένα κοινό ψηφοδέλτιο. Και στην απολύτως πιθανή περίπτωση, με βάση τη λαθεμένη στα ζητήματα των συνεργασιών γενική στάση που έχει η ηγεσία του ΚΚΕ, μιας άρνησης από την άλλη πλευρά, θα έπρεπε θαρραλέα να πάρει την απόφαση να στηρίξει κριτικά την παράταξη του ΚΚΕ για να αποτραπεί ο αυξημένος και πραγματικός κίνδυνος οι πολιτικές δυνάμεις του κομμουνισμού και της εργατικής τάξης να χάσουν το εφικτό πέρασμα στον β’ γύρο ακόμα και από έναν ναζί υποψήφιο. Τελικά, το πέρασμα στον 2ο γύρο χάθηκε προς όφελος του συνδυασμού του αστικά εκφυλισμένου ΠΑΣΟΚ και μια βασική αιτία γι’ αυτή την αρνητική εξέλιξη είναι η πάγια σεχταριστική εμμονή της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς στο δόγμα της αυτόνομης καθόδου στις εκλογές, ανεξάρτητα από το αν αυτό εξυπηρετεί ή όχι τον γενικό αγώνα της εργατικής τάξης.

Και σαν να μην έφτανε το γεγονός ότι ο συνδυασμός του Κ. Παπαδάκη με τη συναίνεση όλων των οργανώσεων που συμμετέχουν σε αυτόν, με τη σεχταριστική εμμονή του σε μια εκλογική κάθοδο για καταγραφή στέρησε από τις εργατικές-κομμουνιστικές δυνάμεις ένα πέρασμα στον 2ο γύρο, ένα τμήμα του, προεξάρχοντος του ΣΕΚ, καλεί τώρα σε υπερψήφιση του συνδυασμού του ΠΑΣΟΚ! Ό,τι δεν έπραξαν αυτοί οι σύντροφοι, ως όφειλαν, για να βοηθήσουν με μια γνήσια ταξική-αντιδεξιά τακτική να ηττηθεί ο αστός υποψήφιος από έναν εργατικό-κομμουνιστικό συνδυασμό στον 1ο γύρο, θυμηθήκαν τάχα, να το πράξουν στο 2ο γύρο, υποστηρίζοντας έναν κεντρώο αστό απέναντι σε έναν κεντροδεξιό αστό! Μας παρέχουν έτσι, ένα αυθεντικό δείγμα ολέθριου συνδυασμού αριστερίστικης στενομυαλιάς και οπορτουνιστικής υποκρισίας.

Η αναγκαία στάση των κομμουνιστών στον 2ο γύρο

Στο 2ο γύρο των εκλογών για την τοπική διοίκηση θα κριθεί η εκλογή διοικήσεων σε 6 Περιφέρειες και 85 Δήμους. Σ’ αυτόν τον γύρο, οι κομμουνιστές και κάθε άλλος αριστερός αγωνιστής ή αγωνίστρια θα πρέπει να εστιάσουν στη μάχη να κερδηθούν οι 5 Δήμοι που διεκδικεί η Λαϊκή Συσπείρωση σε Αττική, Αχαΐα και Θεσσαλία, με σκοπό να αξιοποιηθούν ως κέντρα υποστήριξης του αγώνα των εργαζόμενων και της νεολαίας ενάντια στην κυβέρνηση του κεφαλαίου.

Στις Περιφέρειες και στους Δήμους που αντιπαρατίθενται υποψήφιοι της ΝΔ με δεξιούς «αντάρτες», οι μόνες επιλογές πρέπει να είναι το λευκό ή η αποχή. Οι «αντάρτες» αυτοί είναι τυχοδιώκτες από το πολιτικό στρατόπεδο της άρχουσας τάξης, εξυπηρετούν τα συλλογικά της συμφέροντα και δικούς τους ιδιοτελείς σκοπούς. Συνεπώς, από μια δική τους επικράτηση στον 2ο γύρο επί των επίσημων υποψηφίων της ΝΔ, δεν πρόκειται να προκύψει κανένα απολύτως όφελος για την εργατική τάξη.

Η ίδια στάση θα πρέπει να τηρηθεί απέναντι στους συνδυασμούς του ΠΑΣΟΚ, με ή χωρίς την υποστήριξη του ΣΥΡΙΖΑ, όπως ο συνδυασμός του Δούκα στον Δήμο Αθηναίων ή του Κουρέτα στην Περιφέρεια Θεσσαλίας. Πρόκειται για αστούς υποψηφίους που ηγούνται συνδυασμών οι οποίοι εκφράζουν αυθεντικά τον αστικό εκφυλισμό του ΠΑΣΟΚ. Δεν έχουν καμία σχέση με το παλιό αριστερό ΠΑΣΟΚ και τις, λιγότερο ή περισσότερο, αριστερές παλιές τοπικές του παρατάξεις. Δεν κάνουν την παραμικρή αναφορά στα συμφέροντα και τους αγώνες της εργατικής τάξης και διαθέτουν ιδρυτικά προγράμματα, αρχές και (ως επί το πλείστον) ηγετικά στελέχη και υποψηφίους που θα μπορούσαν κάλλιστα να ανήκουν σε συνδυασμούς της ΝΔ. Η έκκληση από τους κομμουνιστές για υπερψήφιση αυτών των συνδυασμών «ενάντια» στους συνδυασμούς της ΝΔ, το μόνο που θα μπορούσε να προσφέρει στους εργαζόμενους είναι περιττή και επιζήμια πολιτική σύγχυση.

Αντίθετα, εκτός από τους συνδυασμούς της Λαϊκής Συσπείρωσης, στον 2ο γύρο θα πρέπει να στηριχθούν ενάντια στους συνδυασμούς της Δεξιάς ορισμένοι συνδυασμοί που έχουν συνδεθεί στενά με τους μαζικούς αγώνες και την Αριστερά, και αποτελούν πολιτικά σημεία αναφοράς για σημαντικά τμήματα των εργαζόμενων και της νεολαίας στις πόλεις τους. Ένας τέτοιος είναι ο συνδυασμός του Σίμου Ρούσσου «Αντίσταση με τους πολίτες του Χαλανδρίου» στον ομώνυμο Δήμο.

Σταμάτης Καραγιαννόπουλος

Διαβάστε εδώ το 1ο μέρος της ανάλυσης.

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα