Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΕπικαιρότηταΔιεθνήΔιεθνείς Προοπτικές 2020 - Μέρος 1ο: Κρίση και παγκόσμια επανάσταση

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Διεθνείς Προοπτικές 2020 – Μέρος 1ο: Κρίση και παγκόσμια επανάσταση

Οι διεργασίες της παγκόσμιας επανάστασης και η παγκόσμια οικονομία. Το 1ο μέρος κειμένου της Διεθνούς Εκτελεστικής Επιτροπής (IEC) της Διεθνούς Μαρξιστικής Τάσης (IMT) για τις διεθνείς εξελίξεις και προοπτικές. Γράφτηκε και υιοθετήθηκε από την ηγεσία της IMT στις αρχές του 2020, πριν ξεσπάσει η παγκόσμια πανδημία, αλλά η βασική του ανάλυση παραμένει απόλυτα επίκαιρη.

Το Κομμουνιστικό Μανιφέστο ξεκινά με την περίφημη φράση: «Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από την Ευρώπη». Αυτό συνέβαινε το 1848, μια χρονιά επαναστατικών ξεσηκωμών στην Ευρώπη. Αλλά τώρα αυτό το φάντασμα πλανιέται, όχι μόνο πάνω από την Ευρώπη αλλά πάνω από ολόκληρο τον κόσμο. Είναι το φάντασμα της επανάστασης. Η παγκόσμια επανάσταση δεν είναι μια κενή φράση. Περιγράφει με ακρίβεια το νέο στάδιο στο οποίο έχουμε εισέλθει.

Ας θυμηθούμε μόνο τα γεγονότα των 12 τελευταίων μηνών. Επαναστατικές εκρήξεις ξέσπασαν στη Γαλλία, την Καταλονία, το Ιράν, το Σουδάν, την Αλγερία, την Τυνησία, το Χονγκ-Κονγκ, το Εκουαδόρ, τη Χιλή, την Αϊτή, το Ιράκ και τον Λίβανο, όπου οι μάζες κατέλαβαν τους δρόμους και γενικές απεργίες παρέλυσαν τις χώρες. Στη Βενεζουέλα, είχαμε την ήττα ενός αντεπαναστατικού πραξικοπήματος, υποστηριζόμενου από τον ιμπεριαλισμό των ΗΠΑ.

Στη Γαλλία, το κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων έπιασε όλους τους αστούς σχολιαστές προ εκπλήξεως. Πριν απ’ αυτόν τον μαζικό ξεσηκωμό, όλα φαίνονταν να εξελίσσονται σύμφωνα με το πλάνο του «πολιτικού Κέντρου» και του εκπροσώπου του, Εμάνουελ Μακρόν. Οι μεταρρυθμίσεις του (στην πραγματικότητα, αντί-μεταρρυθμίσεις) περνούσαν ομαλά. Οι συνδικαλιστές ηγέτες συμπεριφέρονταν υπεύθυνα (βλέπε συνθηκολογούσαν). Αυτό όμως διακόπηκε απότομα, όταν οι μάζες κατέλαβαν τους δρόμους, σύμφωνα με τις καλύτερες επαναστατικές παραδόσεις της Γαλλίας, και σόκαραν βαθύτατα την κυβέρνηση. Αυτό το κίνημα εκατομμυρίων ανθρώπων φάνηκε ότι ήρθε από το πουθενά, σαν κεραυνός εν αιθρία.

Ακριβώς το ίδιο συνέβη και με το Χονγκ Κονγκ. Όποιος έχει κάποια αμφιβολία για το επαναστατικό δυναμικό που υπάρχει σήμερα θα πρέπει να μελετήσει αυτά τα γεγονότα προσεκτικά. Πριν απ’ αυτό, το αφεντικό στο Πεκίνο και οι τοπικοί του πράκτορες έμοιαζαν να έχουν τα πάντα υπό πλήρη έλεγχο. Και εδώ ήταν ένα πανίσχυρο μαζικό κίνημα εκατομμυρίων, που αμφισβήτησε μια ισχυρή δικτατορία στους δρόμους. Και όπως το κίνημα στη Γαλλία, μοιάζει να ήρθε από το πουθενά. Το ίδιο ισχύει με κάθε μαζικό κίνημα που ξεσπάει στη μια χώρα μετά την άλλη.

Ο Τρότσκι κάποτε είπε ότι η θεωρία είναι η ανωτερότητα της πρόβλεψης επί της έκπληξης. Οι ξαφνικές, βίαιες εκδηλώσεις της λαϊκής δυσαρέσκειας πάντα πιάνουν την αστική τάξη και τους «ειδικούς» της προ εκπλήξεως. Αυτό συμβαίνει, επειδή οι αστοί «ειδικοί» δεν έχουν θεωρία (εκτός από τη θεωρία ότι όλες οι θεωρίες είναι άχρηστες) και γι’ αυτό μένουν συνεχώς άναυδοι, όταν τα γεγονότα «σκάνε μπροστά στα μάτια τους». Οι ρηχοί εμπειριστές της αστικής τάξης κοιτούν μόνο την επιφάνεια των γεγονότων (τα «στοιχεία»). Δεν ταλαιπωρούν εαυτούς με το να κοιτούν κάτω από την επιφάνεια, τις βαθύτερες διεργασίες που διενεργούνται παντού.

Αν ήταν ζήτημα μίας ή δύο χωρών, τότε θα μπορούσε να ειπωθεί ότι πρόκειται για ένα τυχαίο φαινόμενο, παροδικά επεισόδια, από τα οποία δεν μπορούν να εξαχθούν γενικά συμπεράσματα. Αλλά, από τη στιγμή που βλέπουμε παντού την ίδια διαδικασία να εκδηλώνεται στη μια χώρα μετά την άλλη, δεν έχουμε κανένα δικαίωμα να την αποκηρύξουμε σαν τυχαία. Αντίθετα, αυτές οι εξελίξεις είναι μια εκδήλωση της εξελικτικής διεργασίας που αντανακλά τους ίδιους νόμους και τάσεις.

Οι μοριακές διεργασίες της επανάστασης

Στο μέλλον, η περίοδος που διανύουμε τώρα θα φαίνεται σαν μια στιγμή θεμελιώδους αλλαγής, ένα σημείο καμπής στην όλη κατάσταση. Όχι πολύ καιρό πριν, αυτός ο ισχυρισμός εμφανιζόταν να έρχεται σε αντίθεση με τα γεγονότα. Η παγκόσμια οικονομία έμοιαζε να κινείται ανοδικά. Αλλά τώρα τα γεγονότα επιταχύνουν με ταχύτητα που κόβει την ανάσα. Μόνο η διαλεκτική μέθοδος του μαρξισμού μπορεί να προσφέρει μια λογική εξήγηση για τη διαδικασία, στην οποία οι απελπισμένοι αστοί είναι εντελώς τυφλοί.

Πώς μπορεί κάποιος να εξηγήσει αυτά τα φαινόμενα; Και τι αντιπροσωπεύουν; Επιφανειακοί παρατηρητές και εμπειριστές χτυπιούνται από τα γεγονότα, που δεν έχουν προβλέψει και για τα οποία δεν έχουν εξήγηση. Η διαλεκτική διδάσκει ότι, αργά ή γρήγορα, τα πράγματα μετατρέπονται στο αντίθετό τους. Ένα εξαιρετικό παράδειγμα γι’ αυτό είναι η Βρετανία. Μόλις 6 χρόνια πριν, η Βρετανία θεωρούταν η πιο σταθερή χώρα στην Ευρώπη, ίσως και στον κόσμο, αλλά τώρα είναι πιθανά η πιο ασταθής χώρα στην Ευρώπη. Η «μητέρα των κοινοβουλίων» ήταν κάποτε διάσημη για την ηρεμία της, αλλά τώρα ξαφνικά συγκλονίστηκε από την κρίση, τις διασπάσεις και το απόλυτο χάος.

Για να καταλήξουμε σε μια πραγματική κατανόηση αυτών των υπόγειων διεργασιών, η διαλεκτική μέθοδος ανάλυσης είναι αναγκαία. Οι αστοί από τη φύση τους δεν κατανοούν τη διαλεκτική. Δεν υπάρχει ανάγκη να αναφέρουμε τις σέκτες σ’ αυτό το ζήτημα, από τη στιγμή που δεν καταλαβαίνουν τίποτα σχετικά μ’ αυτήν. Η πλήρης απουσία κάθε προοπτικής είναι η βασική αιτία για το γεγονός ότι είναι όλες σε κρίση.

Ο Τρότσκι εμπνεύστηκε μια πραγματικά αξιοσημείωτη φράση: «Οι μοριακές διεργασίες της επανάστασης». Είναι σημαντικό να δώσουμε κάποια προσοχή σ’ αυτή τη φράση. Ο Τρότσκι αναφέρθηκε στη διαλεκτική και κάποιος, χωρίς κατανόηση της διαλεκτικής, δεν μπορεί να καταλάβει τίποτα. Η διαδικασία αλλαγής στη συνείδηση των μαζών φυσιολογικά λαμβάνει χώρα σταδιακά, ανεπαίσθητα, αλλά επίσης αδυσώπητα, μέχρι να φτάσει σε ένα κρίσιμο σημείο, όπου η ποσότητα μετατρέπεται σε ποιότητα και τα πράγματα αλλάζουν στο αντίθετό τους.

Για μακρές περιόδους, εκφράζονται με αργή συσσώρευση δυσαρέσκειας, θυμού, οργής και, πάνω απ’ όλα, νευρικότητας κάτω από την επιφάνεια. Εδώ κι εκεί, υπάρχουν συμπτώματα, μικρά σημάδια που μπορούν να κατανοηθούν μόνο από έναν εκπαιδευμένο παρατηρητή, που μπορεί να δει τι σηματοδοτούν. Αλλά αυτό είναι ένα εφτασφράγιστο βιβλίο για τους κουφιοκέφαλους εμπειριστές, οι οποίοι, ενώ πάντα επιμένουν στα «στοιχεία», είναι τυφλοί μπροστά στις πιο βαθιές, υπόγειες διεργασίες.

Ο φιλόσοφος Ηράκλειτος εξέφρασε την περιφρόνησή του για τους εμπειριστές, όταν έγραφε σαρκαστικά: «Τα μάτια και τα αυτιά είναι κακοί μάρτυρες για τους ανθρώπους που έχουν ψυχές που καταλαβαίνουν τη γλώσσα τους.» Δεν έχει σημασία πόσα στοιχεία και στατιστικές παραθέτουν, πάντα θα χάνουν το θέμα.

Μέχρι την κρίση του 2008-09, υπήρξε μια αργή διαδικασία, μια σταδιακή συσσώρευση δυσαρέσκειας. Αυτή η κρίση αντιπροσωπεύει μια θεμελιακή τομή στην όλη κατάσταση διεθνώς. Και είναι τομή με ολόκληρη τη σημασία της λέξης. Τώρα μπορούμε να δούμε της μοριακές διεργασίες της επανάστασης, για τις οποίες μίλησε ο Τρότσκι. Αυτό είναι μια σιωπηλή και αόρατη, εξελικτική διαδικασία. Είναι κάτι άυλο, στο οποίο δεν μπορείς να βάλεις το δάκτυλό σου, γιατί συμβαίνει κάτω από την επιφάνεια. Αλλά είναι εκεί συνεχώς, ροκανίζοντας σαν ποντίκι.

Στη Γαλλία, από τον Οκτώβριο του 2018 ακόμα και μέχρι την αρχή του κινήματος των Κίτρινων Γιλέκων, είδαμε ξεκάθαρα ότι υπάρχει μία επαναστατική δυναμική. Ακόμα και το Brexit, με έναν ιδιόμορφο τρόπο, δείχνει την ίδια εξελικτική διαδικασία. Στην Ιταλία η ίδια αίσθηση υπάρχει, μια διάθεση βαθιάς δυσαρέσκειας για το καθεστώς. Αλλά, επίσης, βλέπουμε πώς η αποκαλούμενη Αριστερά απέτυχε πλήρως να προσφέρει κάθε οργανωμένη έκφραση σ’ αυτή την επαναστατική διάθεση.

Ξαφνικές και οξείες αλλαγές είναι συστατικό στοιχείο αυτής της κατάστασης. Αυτές οι απότομες εκρήξεις είναι σύμπτωμα ενός υπόγειου ρεύματος συσσωρευμένης οργής και δυσαρέσκειας των εκατομμυρίων λαού, η οποία κατευθύνεται έμπρακτα ενάντια στο σύστημα. Είναι ένα ξεκάθαρο σύμπτωμα ότι το καπιταλιστικό σύστημα έχει εισέλθει σε μια βαθιά κρίση σε παγκόσμια κλίμακα. Αυτές είναι οι σεισμικές δονήσεις που προαναγγέλλουν τον επερχόμενο σεισμό.

«Συμπυκνωμένη οικονομία»

Ο Λένιν είπε ότι η πολιτική είναι συμπυκνωμένη οικονομία. Σε τελική ανάλυση, η οικονομία είναι ο αποφασιστικός παράγοντας – αν υπήρχε η προοπτική μια μακράς και διατηρήσιμης ανάπτυξης, αυτή θα μπορούσε να αλλάξει την κατάσταση, οι αστοί θα είχαν τον χώρο να μανουβράρουν και να δώσουν παραχωρήσεις στην εργατική τάξη. Αλλά δεν είναι αυτή η προοπτική.

Το οικονομικό ζήτημα μας έχει απασχολήσει σε μεγάλη έκταση σε προηγούμενά μας κείμενα, έτσι περιοριζόμαστε εδώ σε μια σύντομη επικαιροποίηση. Η συζήτηση για την οικονομία είναι φυσικά πολύ σημαντική, αλλά αυτή δεν είναι ο μόνος παράγοντας.

Για τους μαρξιστές, η σημασία της οικονομίας έγκειται στα αποτελέσματά της στη συνείδηση. Αλλά η συνείδηση είναι ένα πολύ ελαστικό πράγμα. Γενικά, είναι πολύ συντηρητική, διαμορφώνεται όχι μόνο από τις παρούσες συνθήκες, αλλά επίσης και από το παρελθόν. Ας πάρουμε τη συνείδηση των εργατών στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, όπως οι ευρωπαϊκές και βορειοαμερικανικές, που γνωρίζουν μια συγχρονισμένη επιβράδυνση. Αυτή διαμορφώθηκε από δεκαετίες οικονομικής ανόδου.

Φυσικά, υπήρχαν και τότε περίοδοι ανάκαμψης και πτώσης. Αλλά οι πτωτικές περίοδοι (ή «υφέσεις» όπως τις αποκαλούν) ήταν ρηχές και μικρής διάρκειας, ακολουθούμενες από σοβαρή ανάκαμψη. Ήταν αυτές οι υλικές συνθήκες – η σχεδόν πλήρης απασχόληση, τα ανερχόμενα επίπεδα διαβίωσης και οι αξιοσημείωτες μεταρρυθμίσεις στις συντάξεις, την Παιδεία και την Υγεία – που αύξησαν δραματικά τις αυταπάτες για τον καπιταλισμό. Αυτή ήταν η θεμελιώδης αιτία για την καθυστέρηση της σοσιαλιστικής επανάστασης στις αναπτυγμένες χώρες και η απομόνωση της μαρξιστικής επαναστατικής πρωτοπορίας για μια ολόκληρη ιστορική περίοδο.

Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις ΗΠΑ, όπου ο καπιταλισμός έμοιαζε να διανέμει τα αγαθά. Γι’ αυτό οι εργάτες κοιτούσαν την κατάσταση και έλεγαν «Λοιπόν, δεν είναι τόσο άσχημα» και, όταν κοιτούσαν στα γραφειοκρατικά ολοκληρωτικά καθεστώτα της Ρωσίας, της Ανατολικής Ευρώπης και της Κίνας, αυτό που έβλεπαν τους απωθούσε. Οι καπιταλιστές μπορούσαν να πουν: «Δείτε! Αυτό είναι ο σοσιαλισμός, θέλετε να πάτε εκεί;». Και οι εργάτες μπορούσαν να κουνούν το κεφάλι τους και να πουν: «Καλύτερα να μένεις στον διάβολο που γνωρίζεις».

Οι παραχωρήσεις που έγιναν τότε εξηγούν επίσης την τεράστια δύναμη του ρεφορμισμού στη Δυτική Ευρώπη. Οι ρεφορμιστές πραγματοποίησαν σημαντικές μεταρρυθμίσεις, όπως το Εθνικό Σύστημα Υγείας στη Βρετανία. Αλλά τώρα, διαλεκτικά, όλα έχουν μετατραπεί στο αντίθετό τους. Η κρίση του καπιταλισμού είναι επίσης η κρίση του ρεφορμισμού.

Αναιμική «ανάκαμψη»

Τα οικονομικά περιοδικά μάς πληροφορούν ότι η σημερινή ανάκαμψη είναι η μακρύτερη στην ιστορία. Αλλά «δεν καταφέρνουν» να προσθέσουν ότι είναι και η πιο αδύναμη στην ιστορία. Η παγκόσμια οικονομία, σύμφωνα με το ΔΝΤ, πέρασε από μια κατάσταση όπου πριν από δύο χρόνια το 75% της παγκόσμιας οικονομίας ήταν σε κατάσταση συγχρονισμένης ανάπτυξης σε μια όπως η σημερινή, όπου το 90% βρίσκεται σε μια συγχρονισμένη επιβράδυνση, το χαμηλότερο επίπεδο ανάπτυξης σε μια δεκαετία.

Παρότι η οικονομία προφανώς προχωρούσε και όλα φαίνονταν σωστά, στα άρθρα των σοβαρών αστών οικονομολόγων και πολιτικών οικονομολόγων υπήρχε μια σοβαρή ανησυχία, η οποία γρήγορα μετατράπηκε σε μια γενική ανησυχία. Η ανάκαμψη ήταν σε κάθε περίπτωση πολύ αδύναμη και εύθραυστη και κάθε σοκ θα μπορούσε να ωθήσει την οικονομία πέρα από την άκρη του γκρεμού. Ουσιαστικά, οτιδήποτε μπορεί να προκαλέσει έναν πανικό: μια αύξηση των επιτοκίων στις ΗΠΑ, το Brexit, η σύγκρουση με τη Ρωσία, η επιδείνωση του εμπορικού πολέμου μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, ένας πόλεμος στη Μέση Ανατολή που οδηγεί σε αύξηση των τιμών του πετρελαίου και ακόμη και ιδιαίτερα ηλίθιο «τουιτάρισμα» από τον Λευκό Οίκο (και δεν υπάρχει έλλειψη τέτοιων).

Η Γερμανία είναι η κύρια κινητήρια δύναμη της ευρωπαϊκής οικονομίας. Αλλά τον Ιούνιο του 2019, η γερμανική βιομηχανική παραγωγή σημείωσε τη μεγαλύτερη ετήσια πτώση της εδώ και σχεδόν μια δεκαετία, μια σαφής ένδειξη της σοβαρότητας της πτώσης της μεταποίησης στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης. Υπάρχει επίσης οικονομική επιβράδυνση στην Κίνα και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτό, με τη σειρά του, αντικατοπτρίζει την αδυναμία της παγκόσμιας οικονομίας, όπου το παγκόσμιο εμπόριο, σύμφωνα με τον ΠΟΕ, αναμένεται να αυξηθεί το 2019 μόνο κατά 1,2%, μόνο στο μισό από αυτό που προέβλεπε αρχικά.

Αλλά υπάρχει ένα πράγμα που μπορούμε να είμαστε σίγουροι: μια νέα κρίση είναι αναπόφευκτη, και πιθανότατα θα είναι πολύ χειρότερη από την τελευταία. Τώρα, όλοι οι σοβαροί οικονομολόγοι «ψάλλουν ένα νέο τροπάριο». Η λέξη «ύφεση» είναι γραμμένη σε κάθε σελίδα. «Η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται στην κόψη του ξυραφιού», γράφουν οι Financial Times. Η μεγάλη αστάθεια των χρηματιστηριακών αγορών αποτελεί ένδειξη της νευρικότητας των καπιταλιστών. Είναι βέβαια αδύνατο να προβλεφθεί η ημερομηνία της επόμενης κρίσης με οποιοδήποτε βαθμό ακρίβειας. Αλλά υπάρχει ένα πράγμα για το οποίο μπορούμε να είμαστε σίγουροι – μια νέα φάση κρίσης είναι αναπόφευκτη, και πιθανότατα θα είναι πολύ χειρότερη από την τελευταία.

Είναι αλήθεια ότι η άρχουσα τάξη κατέχει ορισμένα μέσα, για να μετριάσει τις συνέπειες μιας κρίσης από τη στιγμή που είναι γεγονός. Ποιοι είναι αυτοί οι μηχανισμοί; Πρόκειται ουσιαστικά για δύο: μείωση του κόστους δανεισμού, προκειμένου να τονωθούν οι επενδύσεις και η ζήτηση και να ενισχυθεί η «εμπιστοσύνη». Το άλλο όπλο είναι η αύξηση στις κρατικές δαπάνες.

Το πρόβλημα είναι ότι έχουν εξαντλήσει όλα αυτά τα μέσα, για να κρατήσουν ζωντανή την αδύναμη ανάκαμψη. Κατά τη διάρκεια της κρίσης, το 2008, μείωσαν τα επιτόκια σε όλες τις χώρες, σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να κινηθεί η οικονομία, η οποία απέτυχε. Από το 2014, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ έριξε 3,6 τρισεκατομμύρια δολάρια σε φθηνές πιστώσεις στην οικονομία μέσω του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης, δηλαδή με την εκτύπωση χρημάτων. Οι μεγάλες εταιρείες στην Αμερική και άλλες χώρες έχουν τροφοδοτηθεί με μια συνεχή προσφορά φτηνών πιστώσεων. Αλλά γενικά, τα κεφάλαια που λαμβάνονται δεν χρησιμοποιούνται για παραγωγικές επενδύσεις (η παραγωγικότητα είτε είναι στάσιμη, είτε μειώνεται). Αντ’ αυτού, τα χρησιμοποιούν για συγχωνεύσεις, επαναγορά μετοχών, κερδοσκοπία κ.λπ.

Χρέος

Αυτή η ανάκαμψη είναι χτισμένη πάνω σε ένα βουνό χρέους. Αργά ή γρήγορα, τα βουνά βιώνουν κατολισθήσεις. Οι αστοί οικονομολόγοι φοβούνται την επερχόμενη κρίση, διότι, μόλις αρχίσει, δεν θα μπορέσουν να την σταματήσουν. Και η τεράστια υπερχρέωση σημαίνει ότι το δεύτερο μέσο, για να βγούμε από μια πτώση (κρατικές δαπάνες), δεν είναι πλέον μια εφικτή επιλογή.

Οι δειλές προσπάθειες να τιθασευτεί η ποσοτική χαλάρωση στις ΗΠΑ έσπρωξαν ανοδικά τα επιτόκια και αύξησαν την αξία του δολαρίου, ασκώντας τεράστια πίεση στα χρέη που αποτιμώνται σε δολάρια. Σε χώρες όπως η Τουρκία και η Αργεντινή αυτό έχει ήδη προκαλέσει σοβαρές οικονομικές κρίσεις, αλλά μια παρόμοια κρίση σε ολόκληρο τον κόσμο επωάζεται, ιδίως στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες.

Το παγκόσμιο χρέος βρίσκεται σε υψηλό επίπεδο, με το μισό του να βρίσκεται στα χέρια της Ιαπωνίας, των ΗΠΑ και της Κίνας. Σ’ αυτό το σημείο, η αστική τάξη αντιμετωπίζει μια άλυτη αντίφαση. Από τη μία πλευρά, αγωνίζεται να μειώσει το βάρος του χρέους. Από την άλλη, όμως, αρχίζει να κατανοεί τις σοβαρές, κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες μιας δεκαετίας περικοπών και της μείωσης του βιοτικού επιπέδου. Η υπομονή των μαζών εξαντλείται και η κοινωνική συνοχή υπονομεύεται, σε βαθμό που αρχίζει να απειλείται η κοινωνική σταθερότητα.

Ένα τμήμα της αστικής τάξης, φοβούμενο την άνοδο των ταξικών αγώνων, τάσσεται υπέρ της ελάφρυνσης της λιτότητας, ακόμη και με το κόστος του αυξημένου κρατικού δανεισμού. Και αντιμέτωπη με μια έξαρση της ταξικής πάλης, είναι πιθανό να αρχίσει να κάνει παραχωρήσεις. Αλλά αυτό θα αυξήσει μόνο τις αντιφάσεις και μακροπρόθεσμα θα οδηγήσει σε μελλοντικές κρίσεις, σε απότομη μείωση των κρατικών δαπανών και την περικοπή των πιστώσεων. Έτσι, ανεξάρτητα από τις οικονομικές πολιτικές που επιχειρούνται, όλοι οι δρόμοι οδηγούν σε μια νέα ύφεση.

Από την κρίση του 2008, οι κεντρικές τράπεζες προσπάθησαν να προωθήσουν την ανάπτυξη, διατηρώντας τα επιτόκια σε ιστορικά χαμηλό επίπεδο. Αυτό συχνά σήμαινε ένα μηδενικό επίπεδο ή και κατώτερο. Αυτό επιδίωκε την τόνωση των πιστώσεων και την άνοδο των επενδύσεων. Αλλά δεν κατάφερε να δώσει τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Η φτηνή πίστωση, όπως η τοξικομανία, όσο περισσότερο χρησιμοποιείται τόσο λιγότερο αποτέλεσμα έχει. Ομόλογα αξίας άνω των $ 15 τρισ. δολαρίων διαπραγματεύονται με αρνητικές αποδόσεις.

Το 1960, σύμφωνα με μία μέτρηση, το συνολικό χρέος σε παγκόσμια κλίμακα ήταν περίπου το 90% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Ήταν λίγο υψηλότερο στις ΗΠΑ, όπου ήταν περίπου 140%. Σήμερα, ωστόσο, το συνολικό παγκόσμιο χρέος φθάνει στο ύψος των 253 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, στο 322% του παγκόσμιου ΑΕΠ και το 355% στις ΗΠΑ (2019). Το χρέος ήταν ο τρόπος με τον οποίο οι καπιταλιστές βγήκαν από την κρίση της δεκαετίας του ’70 και του ’80, αλλά τώρα αυτό προετοιμάζει τον δρόμο για ακόμη μεγαλύτερη κρίση. Όσο περισσότερο αναβάλλουν την ύφεση, με την επέκταση της πίστης (και κατά συνέπεια του χρέους), τόσο χειρότερη θα είναι τελικά, όταν φτάσει η κακή ημέρα – και θα φτάσει.

Η απειλή ενός εμπορικού πολέμου

Πολλές ωρολογιακές βόμβες χτυπούν ταυτόχρονα: εμπορικοί πόλεμοι, κρίση χρέους, επιβράδυνση της Κίνας, το Brexit και η κρίση του ευρώ, διεθνείς εντάσεις και απειλή πολέμου στη Μέση Ανατολή. Όπως έχουμε δει, οτιδήποτε απ’ αυτά μπορεί να είναι η σπίθα που θα προκαλέσει την έκρηξη. Οι αστοί θα μένουν ανυπεράσπιστοι, εγκλωβισμένοι ανάμεσα σε Συμπληγάδες. Ορισμένα πράγματα θα προκύψουν αναπόφευκτα απ’ αυτά τα γεγονότα.

Τις δεκαετίες πριν από το 2008, η ισχυρή οικονομική ανάπτυξη στην Κίνα παρείχε ένα τονωτικό για την παγκόσμια οικονομία. Ήταν μια αγορά για τα αγαθά της Δύσης και ένα κερδοφόρο πεδίο επένδυσης. Αλλά τώρα, διαλεκτικά, όλα μετατρέπονται στο αντίθετό τους. Το 2018, η ανάπτυξη στην Κίνα ήταν 6,6%, αν και πολλοί οικονομολόγοι υποψιάζονται ότι ήταν στην πραγματικότητα χαμηλότερη. Το ποσοστό του 6,1% το 2019 ήταν η βραδύτερη ανάπτυξη της κινεζικής οικονομίας από το 1992.

Η ανάπτυξη της Κίνας μπορεί να φαίνεται ακόμη υψηλή σε σύγκριση με τους πενιχρούς ρυθμούς ανάπτυξης στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, αλλά είναι πολύ μικρότερη από τους ρυθμούς ανάπτυξης που επιτεύχθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες. Είναι γενικά αποδεκτό ότι η Κίνα πρέπει να επιτυγχάνει ετήσιο μέσο όρο 8% – και να δημιουργεί 15-20 εκατομμύρια νέες θέσεις εργασίας κάθε χρόνο – μόνο για να ισοσταθμίσει τη μετανάστευση ανθρώπων στις πόλεις από την ύπαιθρο. Μέχρι πρόσφατα, οι καταναλωτές στην Κίνα και τις ΗΠΑ συνέχισαν να ξοδεύουν, ίσως να ενθαρρύνονται από τη συζήτηση για μια ανάκαμψη. Αλλά, αυτή η τάση πλησιάζει στο τέλος της. Ένα σημάδι πρώιμης προειδοποίησης ήταν η πτώση ρεκόρ στις πωλήσεις αυτοκινήτων στην Κίνα. Ως εκ τούτου, στην Κίνα η επιβράδυνση δημιουργεί κοινωνικούς σπασμούς.

Με την εισαγωγή της οικονομίας της αγοράς, η Κίνα εισήγαγε επίσης όλες τις αντιφάσεις του καπιταλισμού. Οι πολύ μεγάλες επιτυχίες του με την παραγωγή τεράστιων ποσοτήτων βασικών αγαθών δημιούργησαν τη βάση για μια κρίση υπερπαραγωγής, καθώς αυτά τα εμπορεύματα πρέπει να βρουν μια αγορά και η εσωτερική αγορά στην Κίνα είναι πολύ στενή για να τα απορροφήσει.

Η Κίνα πάσχει από υπερπαραγωγή – με τεράστια εργοστάσια παραγωγής χάλυβα, αυτοκινήτων και πολλών άλλων προϊόντων – και η μόνη διέξοδος είναι να εξάγει.

Η Κίνα εξήγαγε μεγάλες ποσότητες πλεονάζοντος χάλυβα στην Ευρώπη, γεγονός που συμβάλλει στην υπονόμευση της ευρωπαϊκής χαλυβουργίας. Ο φτηνός κινεζικός χάλυβας αποτελεί σημαντικό παράγοντα στην καταστροφή της χαλυβουργίας στη Βρετανία. Τα γιγαντιαία εργοστάσια που παρείχαν εργασία σε ολόκληρες κοινότητες, όπως το Port Talbot στη Νότια Ουαλία, το οποίο ήταν γνωστό ως η πόλη του χάλυβα, αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο κλεισίματος. Αυτό είναι πίσω από τις αυξανόμενες εντάσεις που προκάλεσαν τον εμπορικό πόλεμο μεταξύ Αμερικής και Κίνας. Παρεμπιπτόντως, δεν θα ήταν σωστό να το αποδώσουμε στον Ντόναλντ Τραμπ. Αν και έχει κάνει τον μεγαλύτερο θόρυβο για το θέμα, η καχυποψία και η δυσπιστία προς την Κίνα είναι γενικά μεγάλη στο Κογκρέσο, συμπεριλαμβανομένων των Δημοκρατικών.

Ο Τραμπ έχει μια απλή απάντηση σ’ όλα αυτά. Χρησιμοποιεί την αμερικανική δύναμη. Ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός «τεντώνει τους μυς του», απειλώντας να συντρίψει τους αντιπάλους του, ξεκινώντας από την Κίνα. Αλλά, η Ευρώπη είναι επίσης στο βλέμμα της. Το πεδίο της μάχης είναι ο προστατευτισμός, το επιλεγμένο του όπλο οι αυξημένοι δασμοί. Αλλά, αυτό το ολισθηρό μονοπάτι οδηγεί σε έναν κλιμακούμενο εμπορικό πόλεμο, που θα μπορούσε να πετύχει ένα καταστροφικό χτύπημα σε ολόκληρη την παγκόσμια οικονομία.

Οι ανησυχούντες οικονομολόγοι αρχίζουν ήδη να επεξεργάζονται «σενάρια πολέμου» για το πώς θα μπορούσε να συμβεί μια ύφεση. Οι φόβοι τους επικεντρώνονται κυρίως στην απειλή για την παγκόσμια οικονομία που προκαλούν οι αυξημένοι δασμοί. Είναι αλήθεια ότι το άμεσο κόστος αυτών των δασμών μπορεί να είναι μικρό, αλλά η αβεβαιότητα που δημιουργείται από την περαιτέρω κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου θα επηρέαζε αρνητικά τις επενδύσεις, τις προσλήψεις και τελικά την κατανάλωση, μειώνοντας τη ζήτηση. Η αιτία γίνεται αποτέλεσμα και το αποτέλεσμα καθίσταται αιτία, δημιουργώντας μια απότομη καθοδική σπείρα σε παγκόσμια κλίμακα. Η όλη διαδικασία της παγκοσμιοποίησης, η οποία υπήρξε μείζων παράγοντας για την ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας για μια ολόκληρη περίοδο, επρόκειτο να στραφεί στην αντίθετη κατεύθυνση, με καταστροφικές συνέπειες.

Οι οικονομολόγοι της “Morgan Stanley” προβλέπουν ότι, εάν οι .ΠΑ επιβάλουν δασμούς 25% σε όλες τις κινεζικές εισαγωγές για διάστημα τεσσάρων έως έξι μηνών και η Κίνα αντίποινα, η παγκόσμια οικονομική συρρίκνωση είναι πιθανόν μέσα σε τρία τρίμηνα. Τα κύματα που θα δημιουργηθούν θα φτάσουν πολύ πέρα από τις ΗΠΑ και την Κίνα, χτυπώντας την Ασία, την Ευρώπη και σπρώχνοντας ολόκληρη την παγκόσμια οικονομία σε ύφεση. Αυτή είναι μια πολύ ανησυχητική εξέλιξη για τους αστούς. Απειλεί να διαρρήξει τον πολύ εύθραυστο ιστό του παγκόσμιου εμπορίου, που υπήρξε η κύρια κινητήρια δύναμη της ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας εδώ και δεκαετίες.

Δεν είναι καθόλου σαφές το πώς θα τελειώσει η παρούσα σύγκρουση με την Κίνα. Οι κινεζικές και οι αμερικανικές οικονομίες έχουν συνδεθεί εδώ και πολλά χρόνια. Θα υπάρξει ένα τμήμα της αμερικανικής αστικής τάξης, ιδιαίτερα εκείνων που παράγουν άμεσα στην Κίνα, το οποίο θα αντιταχθεί σε κλιμάκωση. Είναι όμως δύσκολο να προβλέψουμε τις ενέργειες ενός Προέδρου που δεν έχει μακροπρόθεσμη στρατηγική, αλλά που φαίνεται να απολαμβάνει το να δημιουργεί τη μια κρίση μετά την άλλη. Το ατού είναι απρόβλεπτο. Αυτός είναι ένας λόγος για τον οποίο οι αστοί δεν τον συμπαθούν. Αλλάζει τη στάση του σύμφωνα με τη διάθεσή του, γεγονός που αυξάνει τη γενική αστάθεια στις παγκόσμιες υποθέσεις.

Τη μια στιγμή ο Τραμπ καταγγέλλει τον «Μικρό Πυραυλάνθρωπο» και απειλεί να εξαφανίσει τη Βόρεια Κορέα από προσώπου γης. Την επόμενη αγκαλιάζει τον Κιμ Γιονγκ Ουν και τον εγκωμιάζει σαν άνθρωπο της ειρήνης και έναν μεγάλο φίλο. Τη μια στιγμή προσπαθεί να επιτύχει συμφωνία με την Κίνα, την επόμενη ανακοινώνει νέους δασμούς σε όλα τα κινεζικά αγαθά. Το πρόβλημα με τον εμπορικό πόλεμο είναι ότι είναι εύκολο να ξεκινήσει, αλλά δεν είναι τόσο εύκολο να τελειώσει. Τείνει να λειτουργεί σαν καθοδική σπείρα, όπως βλέπουμε με τα αντίποινα της Κίνας.

Εάν η παγκοσμιοποίηση σταματήσει από την εξάπλωση του οικονομικού εθνικισμού και των εμπορικών πολέμων, η ανοδική τάση μπορεί εύκολα να μετατραπεί σε μια απότομη σπειροειδή κάθοδο, με καταστροφικές συνέπειες για ολόκληρο τον κόσμο. Έχουμε επισημάνει ότι ήταν οι προστατευτικές τάσεις και οι ανταγωνιστικές υποτιμήσεις εκείνες που μετέτρεψαν το κραχ στη Γουώλ Στρητ το 1929 στην Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του 1930. Δεν είναι καθόλου αδύνατο να επαναληφθεί ένα παρόμοιο σενάριο σήμερα.

Οι ΗΠΑ

Η αμερικανική οικονομία ήταν ο τελευταίος εναπομείναν πυλώνας που συγκρατούσε την παγκόσμια οικονομία. Στην επιφάνεια, φαίνεται ότι η αμερικανική οικονομία πήγαινε αρκετά καλά. Ο Dow Jones βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα. Ο δείκτης S&P 500 αυξήθηκε κατά 334% και ο NASDAQ σχεδόν κατά 500%. Αλλά οι ενδείξεις μπορεί να είναι παραπλανητικές. Στην πραγματικότητα, η οικονομία των ΗΠΑ ήταν σε πολύ αδύναμη κατάσταση. Τίποτα δεν έχει λυθεί από το 2008 και οι καπιταλιστές προετοιμάζουν μόνο το έδαφος για μια ακόμη πιο καταστροφική κρίση.

Τώρα αρχίζει να γεμίζει. Τον Δεκέμβριο του 2007, στην κορυφή πριν από τη συντριβή του 2008, η χρήση της παραγωγικής ικανότητας στη βιομηχανία ήταν 81%. Μέχρι τον Ιούνιο του 2009, στο κατώτερο σημείο της πτώσης, χρησιμοποιούταν μόλις το 66%. Σήμερα, δέκα χρόνια αργότερα, είναι στο 78%. Με άλλα λόγια, μετά τη «μακρύτερη ανάκαμψη» στην ιστορία, δεν έχουν ακόμη ανακάμψει τα επίπεδα της χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας στα επίπεδα πριν από την κρίση. Εν τω μεταξύ, το κλίμα των καταναλωτών μειώθηκε στο χαμηλότερο επίπεδο σε οκτώ χρόνια. Η αμερικανική βιομηχανία έχει υποχωρήσει σε αρνητικές τιμές. Οι παραγγελίες εξαγωγής είναι οι χαμηλότερες από τον Απρίλιο του 2009. Ακόμη και αν η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ είχε μειώσει τα επιτόκια κατά 50 μονάδες βάσης, θα ήταν πολύ αργά για να αποφύγει μια ύφεση.

Η αύξηση του ΑΕΠ των ΗΠΑ το 2018 ήταν μόλις 2,9%, στηριζόμενη στην αύξηση του κρατικού ελλείμματος. Ήταν μόλις 2,2% το προηγούμενο έτος, οδηγούμενος από τις φορολογικές περικοπές του Τραμπ για τους πλούσιους. Το κρατικό χρέος είναι τώρα 22 τρισεκατομμύρια δολάρια, κάτι περισσότερο από το διπλάσιο του αντίστοιχου του 2008. Αυτό ισοδυναμεί με 68.000 δολάρια ανά πολίτη των ΗΠΑ ή 182.000 δολάρια ανά φορολογούμενο. Αυτό είναι σχεδόν τετραπλάσιο του μέσου μισθού και αυξάνεται με ρυθμό 1 τρισεκατομμυρίου δολαρίων ετησίως.

Οι φορολογικές περικοπές και τα ιστορικά χαμηλά επιτόκια της Ομοσπονδιακής Τράπεζας χρησιμοποιήθηκαν για την τόνωση της οικονομίας σε μια προσπάθεια να αποτραπεί η επόμενη πτώση. Αλλά με τη χρήση αυτών των εργαλείων για τεχνητή παράταση της ανόδου δεν έχουν πλέον διαθέσιμα μέσα για την επόμενη κάμψη και μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι η διάθεση για προγράμματα διάσωσης έχει μειωθεί σημαντικά.

Τώρα όλοι οι οικονομικοί δείκτες δείχνουν προς την κατεύθυνση μιας νέας πτώσης, η οποία είναι αναπόφευκτη. Φυσικά, δεν είναι δυνατόν να πούμε πότε θα συμβεί αυτό – τα οικονομικά δεν είναι μια ακριβής επιστήμη. Αλλά το γεγονός είναι ότι μια νέα πτώση δεν είναι καθόλου απαραίτητη για την άνοδο της ταξικής πάλης. Από τη δική μας σκοπιά, θα ήταν προτιμότερο να συνεχιστεί η παρούσα κατάσταση. Μιλούν για μια ανάκαμψη, αλλά αυτή δεν γίνεται αισθητή. Κανείς δεν το πιστεύει.

Πόσοι Αμερικανοί εργάτες λένε πόσο «υπέροχα» είναι τώρα τα πράγματα; Οι μισθοί αυξάνονται για ορισμένους, είναι αλήθεια, αλλά και οι ώρες εργασίας που απαιτούνται για την πληρωμή των λογαριασμών. Και οι σημερινές αυξήσεις δεν καλύπτουν ολόκληρη την περίοδο κατά την οποία οι μισθοί κατέρρευσαν. Οι περισσότεροι Αμερικανοί εργαζόμενοι δεν μπορούν να στηρίξουν εαυτούς και τις οικογένειές τους με μία δουλειά. Πρέπει να εργάζονται για πολλές ώρες και χρειάζονται δύο ή τρεις θέσεις εργασίας για να επιβιώσουν. Και ο θυμός και η πικρία των εργαζομένων αυξάνονται συνεχώς.

Πολλοί Αμερικανοί εργαζόμενοι δεν αισθάνονται καθόλου τα οφέλη της «ανάκαμψης». Αυτό που μπορούν να δουν είναι η προκλητική ανισότητα, η τεράστια άβυσσος που χωρίζει μια μικροσκοπική ομάδα πλουσίων από τη μεγάλη πλειονότητα που αγωνίζεται να επιβιώσει. Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, ο πλούτος του πιο πλούσιου 1% αυξήθηκε κατά 21 τρισεκατομμύρια δολάρια, ενώ το φτωχότερο 50% είδε την καθαρή αξία του δικού του πλούτου να μειώνεται κατά 900 δισεκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ομοσπονδιακής Τράπεζας.

Το 78% των Αμερικανών ζει από μέρα πληρωμής σε μέρα πληρωμής. Ο σημερινός ομοσπονδιακός κατώτατος μισθός είναι 7,25 δολάρια την ώρα. Μια μητέρα με δύο παιδιά που αμείβεται με τον ομοσπονδιακό κατώτατο μισθό θα πρέπει να εργάζεται σχεδόν 24 ώρες την ημέρα για έξι ημέρες την εβδομάδα ή 144 ώρες την εβδομάδα, για να έχει έναν βιώσιμο μισθό. Πρόκειται για παραφροσύνη – και ότι αυτή είναι η κατάσταση στις «καλές εποχές».

Το φαινόμενο Τραμπ

Υπάρχει ένα παλιό ρητό, ότι ένας λαός έχει την κυβέρνηση που του αξίζει. Στο λαμπρό του άρθρο με τίτλο «Τάξη, Κόμμα, Ηγεσία», ο Τρότσκι επεσήμανε ότι αυτή η δήλωση περιέχει μια πλάνη. Οι ίδιοι άνθρωποι μπορούν συχνά να βιώσουν πολύ διαφορετικά είδη κυβέρνησης, τα οποία απλώς αντανακλούν διαφορετικά στάδια στην ανάπτυξη της συνείδησης. Ωστόσο, θα μπορούσε κανείς να πει απόλυτα δικαιολογημένα ότι σήμερα η αστική τάξη έχει τους ηγέτες που της αξίζουν.

Όταν η αμερικανική αστική τάξη κοιτάει στον καθρέφτη, βλέπει το πρόσωπο του Ντόναλντ Τραμπ και γυρίζει μακριά με τρόμο. Δεν τους αρέσει αυτό που βλέπουν, αλλά είναι μια πιστή αντανάκλαση του δικού τους εκφυλισμού και του συστήματός τους. Οι σημερινοί αστοί δεν έχουν μεγαλόπνοες ιδέες και μακροπρόθεσμες προοπτικές. Δεν βλέπουν πλέον τίποτα παρά τον τελευταίο ισολογισμό που τους ενημερώνει για τα περιθώρια κέρδους τους.

Αυτή η απωθητική εικόνα συνοψίζει όχι μόνο τον Ντόναλντ Τραμπ, αλλά και την τάξη στην οποία ανήκει και της οποίας τα συμφέροντα αντιπροσωπεύει. Το μόνο που τον ξεχωρίζει είναι το ότι εκφράζει αδιάκριτα τις προκαταλήψεις της τάξης του, χωρίς να κοκκινίζει, ενώ άλλοι, που μοιράζονται ακριβώς την ίδια προοπτική και υπερασπίζονται ακριβώς τα ίδια ταξικά συμφέροντα, είναι πιο προσεκτικοί, πιο διπλωματικοί, πιο δειλοί, υποκριτές και παραπλανητικοί.

Η εκλογή του Τραμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν βεβαίως ένα αντιδραστικό φαινόμενο. Αλλά υπάρχει και μια άλλη όψη σ’ αυτό. Ο Τραμπ δεν ήταν ο εκλεκτός υποψήφιος της αστικής τάξης. Δεν είχε την εμπιστοσύνη της – παρ’ όλα αυτά, εκλέχτηκε, παρά την αδυσώπητη αντιπολίτευση της αστικής τάξης.

Στο παρελθόν, η αστική τάξη συνήθιζε να έχει τον έλεγχο του πολιτικού παιχνιδιού. Αλλά, αυτό δεν συμβαίνει πια. Αυτό που βλέπουμε τώρα είναι μια άνευ προηγουμένου κατάσταση, όπου η μπουρζουαζία, στην πραγματικότητα, έχει χάσει τον έλεγχο άμεσο του δικού της συστήματος. Πότε όμως υπήρξε μια κατάσταση σε όλη την ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών, όπου τμήματα της CIA και του FBI ήταν δημόσια αντιμέτωποι με έναν εκλεγμένο Πρόεδρο και έκαναν συνεχώς ελιγμούς για να τον απομακρύνουν;

Δεν πρόκειται μόνο για μια πολιτική κρίση. Πρόκειται για μια κρίση του ίδιου του καθεστώτος. Έχουμε μια ανοιχτή διάσπαση στην άρχουσα τάξη. Και η πρώτη προϋπόθεση της επανάστασης, κατά τον Λένιν, είναι ακριβώς αυτή. Η δυσαρέσκεια των μαζών μπορεί να εκφραστεί με πολύ περίεργους και αντιφατικούς τρόπους. Με έναν ιδιαίτερα ιδιόμορφο και παραμορφωμένο τρόπο, ακόμη και η εκλογή του Τραμπ ήταν εν μέρει έκφραση μαζικής δυσαρέσκειας από μέρους ενός σημαντικού τμήματος των φτωχότερων στρωμάτων της λευκής εργατικής τάξης. Ο Τραμπ απευθύνθηκε στους άνεργους ανθρακωρύχους και χαλυβουργούς, επιτιθέμενος δημαγωγικά στην προνομιούχα ελίτ της Ουάσινγκτον και υποσχέθηκε αλλαγή. Αυτό το μήνυμα είχε μια ισχυρή απήχηση. Αλλά η δημοτικότητα του Τραμπ είναι σε πολύ σοβαρή δοκιμασία.

Σοσιαλισμός και ΗΠΑ

Δεν είναι σαφές αν θα επανεκλεγεί ο Τραμπ. Παρότι διατηρεί ακόμα μια σημαντική βάση υποστήριξης, έχει επίσης απομακρύνει πολλούς ανθρώπους με την ανοιχτά ρατσιστική, μισογύνικη και ξενοφοβική του ρητορική. Υπήρξε μια πανεθνική διαδήλωση ενάντια στην πολιτική «στείλτε τους πίσω». Και υπέστη περαιτέρω ζημιά από την αντίδρασή του στους μαζικούς πυροβολισμούς στο Ελ Πάσο και στο Ντέιτον του Οχάιο.

Μια έκθεση του Δημοκρατικού Ιδρύματος Μελέτης Ψηφοφόρων (VSG), διαπίστωσε ότι ακόμη και οι ψηφοφόροι που έχουν αντί-μεταναστευτικές απόψεις δεν είναι αναγκαστικά υπέρ του Τραμπ. Διαχωρίζονται μεταξύ εκείνων που προτιμούν λιγότερη κυβερνητική παρέμβαση στην οικονομία και εκείνων που έχουν περισσότερο αριστερή, παρεμβατική οικονομική άποψη. Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση, αυτές οι διαφορές έχουν αυξηθεί από την εκλογή του Τραμπ. Η οικονομία παραμένει το βασικό ζήτημα. Ο Τραμπ υποστήριξε ότι οι οικονομικές του πολιτικές έχουν πετύχει. Στην πραγματικότητα, η διαχείριση της οικονομίας είναι ο μόνος τομέας που η πολιτική του εγκρίνεται περισσότερο από 50% (55%). Ωστόσο, από την άλλη πλευρά, θα πάρει επίσης μεγάλο μέρος της ευθύνης, αν και όταν τα πράγματα πάνε στραβά.

Οι προσωρινές επιπτώσεις των φορολογικών περικοπών στους πλούσιους έχουν ήδη εξαντληθεί. Τώρα αυτό που βλέπουν οι άνθρωποι είναι η επιβράδυνση της οικονομίας και οι αυξανόμενες ενδείξεις ότι ο εμπορικός πόλεμος με την Κίνα θα αποτύχει να παράγει την ιστορική συμφωνία, που ο Τραμπ είχε υποσχεθεί κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας του 2016. Μια οικονομική ύφεση θα σκάσει τελικά τη «φούσκα Τραμπ». Αλλά το πότε θα έρθει δεν είναι σίγουρο. Πάνω απ’ όλα, οι Δημοκρατικοί δεν μπορούν να αποτελέσουν μια αποτελεσματική εναλλακτική λύση απέναντι στον Τραμπ.

Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες σημειώθηκε σημαντική μείωση του ετήσιου αριθμού απεργιών στις ΗΠΑ, καθώς και μια απότομη πτώση στις εντάξεις στα συνδικάτα. Αλλά, τώρα, αυτή η διαδικασία φτάνει στα όριά της. Υπήρξαν ακόμη και κάποιες πολιτικές απεργίες και διαμαρτυρίες, διαμαρτυρίες για σεξουαλική παρενόχληση, για το χάσμα των αμοιβών μεταξύ των δύο φύλων, για τη αντιμεταναστευτική πολιτική της κυβέρνησης και για τη νομοθεσία που αποσκοπούσε στην ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης. Και είναι μόνο η αρχή, αν και αυτή δεν θα είναι μια γραμμική διαδικασία.

Από το τέλος του 2018, ο αριθμός των Αμερικανών εργαζομένων που συμμετέχουν σε σημαντικές στάσεις εργασίας και απεργίες ήταν το υψηλότερο από το 1986. Υπήρξαν 20 στάσεις που περιλάμβαναν 1.000 ή περισσότερους εργαζομένους, σε σύγκριση με μόλις 7 το 2017. Περισσότερο από 90% αυτών απασχολούνταν στην εκπαίδευση, την υγειονομική περίθαλψη και τις υπηρεσίες κοινωνικής πρόνοιας. Χιλιάδες ακόμα συμμετείχαν σε μικρότερες απεργίες και σε αγώνες που δεν αποτυπώθηκαν σε στοιχεία. Υπήρξε μια ολόκληρη σειρά από απεργίες δασκάλων, που εξαπλώθηκαν από τη Δυτική Βιρτζίνια στην Οκλαχόμα, την Αριζόνα, την Καλιφόρνια και πέρα απ’ αυτήν, καθώς οι αγώνες και οι νίκες των ενέπνευσαν παρόμοιες ενέργειες στην υπόλοιπη χώρα. Ακολούθησε η πολύ σημαντική απεργία των εργατών των αυτοκινητοβιομηχανιών.

Στο πολιτικό πεδίο, είδαμε την άνοδο του Σάντερς και την αυξανόμενη δημοτικότητα του σοσιαλισμού μεταξύ ενός διαρκώς αυξανόμενου στρώματος ανθρώπων στις ΗΠΑ, ιδιαίτερα στη νεολαία. Ο Σάντερς, παρά την παραμονή του στο Δημοκρατικό Κόμμα και τη συνθηκολόγηση με την Κλίντον το 2016, εξακολουθεί να έχει την υποστήριξη τεράστιου αριθμού ανθρώπων με τις επιθέσεις του στην «κατηγορία των δισεκατομμυριούχων». Ο Σάντερς εξακολουθεί να προσελκύει δεκάδες χιλιάδες στις συγκεντρώσεις του. Αλλά αυτός και άλλοι, όπως η Αλεξάντρια Οκάσιο Κορτές, έχουν την ψευδαίσθηση ότι μπορούν να προωθήσουν την ιδέα του σοσιαλισμού μέσω του Δημοκρατικού Κόμματος. Είναι, στην καλύτερη περίπτωση, ρεφορμιστές. Ωστόσο, η δημοτικότητά τους αντικατοπτρίζει, με παραμορφωμένο τρόπο, την αναζήτηση μιας εναλλακτικής λύσης έναντι του συστήματος προς τα αριστερά.

Θα δουν ότι ο σοσιαλισμός είναι μέρος της απάντησης. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο Τραμπ επιτίθεται τώρα στον σοσιαλισμό και τον κομμουνισμό. Σύμφωνα με πρόσφατες δημοσκοπήσεις (ευρήματα από το Cato Institute 2019 Welfare, Work, and Wealth National Survey):

α) Το 50% των νέων Αμερικανών (κάτω των 30 ετών) είναι ευνοϊκά διακείμενοι για τον σοσιαλισμό.
β) Το 70% των «Μιλένιαλς» (νέοι από 23 έως 38 ετών) θα ψήφιζε έναν σοσιαλιστή υποψήφιο.
γ) Το 36% των «Μιλένιαλς» έχει ευνοϊκή γνώμη για τον κομμουνισμό (από 28% το 2018).
δ) Το 35% «Μιλένιαλς» έχει θετική άποψη για τον μαρξισμό.

Περίπου ένας στους πέντε «Μιλένιαλς» πιστεύει ότι η κοινωνία θα ήταν καλύτερη, αν καταργούταν η ατομική ιδιοκτησία. (Στάση των Αμερικανών προς το σοσιαλισμό, τον κομμουνισμό και τον κολεκτιβισμό, Οκτώβριος 2019). Και σχεδόν το 1/5 των Αμερικανών (17%) συμφωνεί ότι «οι πολίτες που προβαίνουν σε βίαιες ενέργειες εναντίον των πλουσίων» είναι ενίοτε δικαιολογημένοι – ποσοστό που ανέρχεται στο 35% για τους κάτω των 30. Αυτά τα στατιστικά στοιχεία είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Δείχνουν πολύ καθαρά ότι υπάρχει βαθιά δυσαρέσκεια στην αμερικανική κοινωνία.

Αν επανεκλεγεί ο Τραμπ – κάτι που δεν μπορεί να αποκλειστεί – θα ανοίξει μια νέα και ακόμα πιο ταραχώδης περίοδο για τις ΗΠΑ. Δεν αμφιβάλλουμε ότι αυτό θα γινόταν δεκτό με απογοήτευση από τους ηλίθιους σεχταριστές, που επικαλούνται συνεχώς τον υποτιθέμενο κίνδυνο του «φασισμού». Αλλά οι πιο έξυπνοι καπιταλιστές έχουν πολύ καλύτερη κατανόηση της πραγματικής κατάστασης. Γνωρίζουν ότι το σύστημά τους είναι σαθρό, αλλά δεν μπορούν να κάνουν τίποτα γι’ αυτό επειδή δεν μπορούν να δεχτούν ότι ο μόνος τρόπος να επιλυθούν οι αντιφάσεις του καπιταλισμού είναι ο τερματισμός της ζωής του ίδιου του καπιταλισμού.

Ακόμη και πριν από την επερχόμενη κρίση, οι πλουσιότεροι άνθρωποι στον κόσμο ανησυχούσαν βαθιά για το ενδεχόμενο κοινωνικής αναταραχής. Για παράδειγμα, ο Ρέη Ντάλιο, ο 79ος κατά σειρά πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο, αναφέρει ότι λέει: «Είμαι καπιταλιστής και νομίζω ότι ο καπιταλισμός είναι ραγισμένος». Πρόσθεσε ότι «ο καπιταλισμός βασικά δεν λειτουργεί για την πλειονότητα των ανθρώπων … Είμαστε σε μια κρίσιμη συγκυρία. Μπορούμε να το κάνουμε [να το μεταρρυθμίσουμε] μαζί, ή θα το κάνουμε σε σύγκρουση, σε σύγκρουση μεταξύ των πλουσίων και των φτωχών». Αυτά τα λόγια αποτυπώνουν πολύ καλά την κατάσταση.

Υπήρξε μια σημαντική αλλαγή στην ψυχολογία των Αμερικανών. Οι άνθρωποι αυτοχαρακτηρίζονται τώρα ως εργατική τάξη, ενώ για πολλές δεκαετίες μιλούσαν μόνο για τη «μεσαία τάξη». Αυτό είναι μέρος του τι εννοούσε ο Τρότσκι, όταν μιλούσε για τις μοριακές διεργασίες της επανάστασης.

Η κρίση του Ευρωπαϊκού καπιταλισμού

To 1997, γράψαμε ένα κείμενο σχετικά με τις προοπτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο οποίο προβλέψαμε ότι το ευρώ θα μπορούσε να επιβιώσει για λίγο, αλλά σε περίπτωση βαθιάς ύφεσης, όλοι οι ανταγωνισμοί ανάμεσα στα κράτη θα έρθουν στο προσκήνιο. Αυτό ακριβώς βλέπουμε να γίνεται τώρα.

Παρά τα χρόνια λιτότητας, τίποτα δεν έχει επιλυθεί στην Ευρώπη την τελευταία δεκαετία. Η Ευρωζώνη έχει επιβραδύνει οικονομικά και τώρα αντιμετωπίζει την προοπτική μιας απότομης οικονομικής ύφεσης, η οποία θα έχει τις σοβαρότερες κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες, αλλά είναι ανίσχυρη να το αποτρέψει. Οι κεντρικές της τράπεζες δεν διαθέτουν πλέον τα μέσα για την καταπολέμησή της επερχόμενης ύφεσης. Αυτό σημαίνει ότι η ερχόμενη παγκόσμια ύφεση δε θα είναι μια συνηθισμένη υπόθεση, αλλά μια πολύ χειρότερη ύφεση από εκείνη που ακολούθησε την οικονομική κατάρρευση του 2008-9.

Η ΕΕ είναι αντιμέτωπη από τη μία πλευρά με το σοκ του Brexit, αλλά και πολλά άλλα σοκ που κλονίζουν την οικονομία της. Η συρρίκνωση του παγκόσμιου εμπορίου πλήττει την Ευρώπη σκληρότερα από πολλούς άλλους λόγω της μεγάλης εξάρτησής της από την παγκόσμια ζήτηση. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τη Γερμανία, η οποία μόλις που διέφυγε την διολίσθηση στην ύφεση το 2018.

Η Ευρώπη δέχτηκε ένα σκληρό πλήγμα από τους εμπορικούς πολέμους του Τραμπ. Τα κινεζικά αγαθά που έχουν πληγεί από δασμούς στην αγορά των ΗΠΑ αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ (Σ.τ.Μ. εξαγωγή σε πολύ χαμηλές τιμές) στην Ευρώπη. Και η κατάσταση επιδεινώνεται από την υποτίμηση του γουάν από το Πεκίνο, η οποία καθιστά τις κινεζικές εξαγωγές στην Ευρώπη ακόμη φθηνότερες, υπονομεύοντας τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες, μια εισβολή που η Ευρώπη δεν μπορεί να αποκρούσει. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) είναι ανίσχυρη να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις της επιβράδυνσης στην Κίνα και της πτώσης της ζήτησης για ευρωπαϊκά προϊόντα.

Είδαμε πώς ο Μακρόν αναγκάστηκε να κάνει παραχωρήσεις από την εξέγερση των κίτρινων γιλέκων-αλλά ποιος θα πληρώσει; Η Γαλλία έχει μεγάλο δημοσιονομικό έλλειμμα. Ο Μακρόν έχει ένα σχέδιο για την Ευρώπη, που αποκαλεί «προγραμματισμένο προϋπολογισμό». Το σχέδιό του είναι πολύ απλό: η Γερμανία θα πληρώσει τα χρέη όλων-συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της Γαλλίας, φυσικά. Δυστυχώς, η Bundesbank (Εθνική Τράπεζα της Γερμανίας) έχει διαφορετικές ιδέες. Και δεν είναι μόνοι. Η κρίση του Brexit έχει επίσης ενεργήσει ως καταλύτης, επιδεινώνοντας τις φυγόκεντρες δυνάμεις που απειλούν να διαλύσουν την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Νέα ρήγματα

Η κρίση της ΕΕ ξεκίνησε στην περιφέρεια της στις ασθενέστερες οικονομίες, αλλά τώρα πλήττει τα πιο ισχυρά κράτη στο επίκεντρο της, όπως η Γερμανία. Αυτό, με τη σειρά του, δημιουργεί νέα ρήγματα. Η Ουγγαρία και η Πολωνία αψηφούν την ΕΕ για στο ζήτημα της υποδοχής προσφύγων και σε άλλα ζητήματα.

Στις αρχές του 2018 δημιουργήθηκε μία νέα «Χανσεατική Ενωση1», αποτελούμενη από τις πιο ευημερούσες χώρες της βόρειας Ευρώπης: τη Δανία, τη Φινλανδία, τις κάτω χώρες και τη Σουηδία · και τους δορυφόρους τους στη Βαλτική, την Εσθονία, τη Λετονία και τη Λιθουανία. Η Γερμανία βρίσκεται πίσω από αυτήν, αντιστεκόμενη σε οποιαδήποτε απόπειρα χορήγησης μεγάλης οικονομικής βοήθειας προς τις φτωχότερες χώρες της Νότιας Ευρώπης. Εν τω μεταξύ, ορισμένες από αυτές (κυρίως η Ιταλία) προσπάθησαν να αντισταθμίσουν τη δύναμη του γερμανικού κεφαλαίου αναζητώντας οικονομικές συμφωνίες με την Κίνα. Αυτές οι ρωγμές, αν και μικρές επί του παρόντος, απειλούν να γκρεμίσουν το ασταθές οικοδόμημα του ευρώ, και ενδεχομένως την ίδια την ΕΕ.

Ωστόσο, η γερμανική αστική τάξη, η οποία κυριαρχεί στην ΕΕ, πρέπει να διατηρήσει την οικονομική ένωση πάση θυσία. Η Γερμανία από μόνη της θα ήταν νάνος – σε σύγκριση με τους μεγάλους οικονομικούς συνασπισμούς – στην παγκόσμια αγορά. Έχει περίπου 80.000.000 κατοίκους, περίπου το ένα τέταρτο των ΗΠΑ και λιγότερο από 1/17ο της Κίνας. Το ΑΕΠ της Γερμανίας είναι λιγότερο από το ένα τρίτο της Κίνας και λιγότερο από το 1/5ο των ΗΠΑ. Δεν έχει επίσης αξιόλογη στρατιωτική δύναμη. Ως εκ τούτου, για να διαδραματίσει ρόλο στην παγκόσμια σκηνή, χρειάζεται τον «μοχλό» της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Την περίοδο ανάπτυξης του παγκόσμιου εμπορίου, όταν η ΕΕ -στην επιφάνεια τουλάχιστον-ήταν περισσότερο ή λιγότερο ενωμένη, η Γερμανία ήταν σε θέση να σημειώνει μεγάλες επιτυχίες στην παγκόσμια αγορά-ειδικά σε βιομηχανίες, όπως η κατασκευή εργαλείων και μηχανών, η αυτοκινητοβιομηχανία, η αεροναυπηγική και οι αεροδιαστημικές κατασκευές – που της επέτρεψαν για μια περίοδο να είναι ο κύριος εξαγωγέας του κόσμου. Αλλά σε μια κατάσταση οικονομικής επιβράδυνσης, οι αυξανόμενες εμπορικές συγκρούσεις και με τα κράτη μέλη της ΕΕ να έρχονται συνεχώς σε σύγκρουση μεταξύ τους, τόσο από οικονομική όσο και από πολιτική άποψη, η κατάσταση μετατρέπεται σιγά σιγά στο αντίθετο της.

Η Γερμανία, η οποία ήταν η κινητήρια δύναμη και η ισχυρότερη οικονομία του ευρωπαϊκού καπιταλισμού, βρίσκεται τώρα σε κρίση. Η ανισότητα και η πτώση του βιοτικού επιπέδου είναι ο κανόνας τώρα-είναι μόνο η εσωτερική ζήτηση που στηρίζει τη γερμανική οικονομία τώρα ενώ οι παραγγελίες από το εξωτερικό μειώνονται δραστικά.

Αυτό εξηγεί γιατί η γερμανική αστική τάξη πιέζει σθεναρά να ενώσει την ΕΕ στο πλαίσιο της πιο άμεσης πολιτικής ηγεσίας της, ακόμη και με τίμημα την πραγματοποίηση κάποιων, αν και πολύ στενών και προσωρινών, οικονομικών παραχωρήσεων προς τις ασθενέστερες χώρες της Ευρώπης, κυρίως μέσω νομισματικής πολιτικής, προκειμένου να τους κάνει να δεχθούν την πολιτική υποταγή. Μια ένδειξη αυτού του γεγονότος ήταν ο τρόπος με τον οποίο επιλέχθηκε ο νέος επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ). Αρχικά υπήρχαν πολλές εικασίες ότι ο νέος επικεφαλής της ΕΚΤ θα ήταν ο πρώην επικεφαλής της Bundesbank, αλλά στο τέλος επιλέχθηκε η Λαγκάρντ από τη Γαλλία. Η Γερμανία προτίμησε να πάρει την πολιτικά κεντρική θέση του προϊσταμένου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής όπου έβαλε την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Και, τουλάχιστον πριν τις ευρωεκλογές, η γερμανική αστική τάξη είχε οργανώσει μια εκκωφαντική εκστρατεία κατά του λεγόμενου «λαΐκισμού» – ειδικά εναντίον των εθνικιστικών κομμάτων της κυβέρνησης που έχουν μια αντι-ΕΕ δημαγωγική στάση, εστιάζοντας μεγάλο μέρος των πυρών της κατά του Σαλβίνι στην Ιταλία και του ακροδεξιού FPÖ στην Αυστρία, τα οποία μέχρι πρόσφατα ήταν στην κυβέρνηση.

Ο στόχος όλων αυτών είναι σαφής. Η Γερμανία, αντιμέτωπη με το φάσμα της δικής της οικονομικής κατάρρευσης, αναγκάζεται να εργαστεί για να μεταμορφώσει την ΕΕ σε ένα ισχυρό οικονομικό συνασπισμό εναντίον των ανταγωνιστών της στο εξωτερικό. Σε μια κατάσταση διαρκώς αυξανόμενων εμπορικών συγκρούσεων, η γερμανική αστική τάξη πιέζει για αυστηρότερα σύνορα σε όλη την Ευρώπη – όχι μόνο κατά των προσφύγων, αλλά και κατά των ξένων εμπορευμάτων και κεφαλαίων. Για παράδειγμα, τώρα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπό την Φον ντερ Λάιεν πιέζει σθεναρά για έναν «φόρο άνθρακα στα σύνορα της ΕΕ» – κυρίως για να προστατεύσει τη γερμανική βιομηχανία, αλλά και για να διατηρήσει την Ευρώπη υπό έλεγχο, καθιστώντας δυσκολότερη για τις μεμονωμένες χώρες της ΕΕ να κάνουν μονομερώς συμφωνίες με την Κίνα ή τις ΗΠΑ.

Ωστόσο, στο τέλος, αυτό απλώς καθυστερεί το αναπόφευκτο. Σε περίπτωση νέας βαθιάς κρίσης, η Γερμανία δεν μπορεί και δεν θα πληρώσει για την υπόλοιπη Ευρώπη. Αυτό σημαίνει ότι θα είναι αδύνατο να σταματήσουν οι βαθιές οικονομικές και πολιτικές αντιφάσεις που εμφανίζονται ακόμη και τώρα από το να ξεσπάσουν ανοικτά. Αυτό υπογραμμίζει το γεγονός ότι η ΕΕ είναι ο πιο αδύναμος κρίκος στην αλυσίδα των ιμπεριαλιστικών οικονομικών συνασπισμών του παγκόσμιου καπιταλισμού.

Η τάση αυτή ενισχύεται από την αυξανόμενη πολιτική αστάθεια εντός της ίδιας της Γερμανίας. Η Μέρκελ παραιτήθηκε από Πρόεδρος του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU), αν και εξακολουθεί να είναι επικεφαλής της κυβέρνησης. Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) βρίσκεται στην κυβέρνηση για 17 από τα τελευταία 20 χρόνια και ως αποτέλεσμα έχει χάσει μεγάλο μέρος της υποστήριξης του στις τελευταίες εκλογές. Αλλά η Αριστερά (Die Linke) δεν έχει κερδίσει από αυτό. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι ηγέτες του προσπαθούν να δείξουν ότι είναι κατάλληλοι για να ενταχθούν σε οποιαδήποτε κυβέρνηση. Έχουν αποδεχθεί μια πολιτική μείωσης του χρέους, η οποία στην πράξη σημαίνει περικοπές στις δημόσιες δαπάνες. Αυτή είναι μια συνταγή για κρίση στο κόμμα.

Και τώρα, η κρίση νομιμότητας της αστικής δημοκρατίας έχει επίσης φθάσει στη Γερμανία. Στη μετα-πολεμική περίοδο, το CDU και το SPD μαζί λάμβαναν 70-90 % των ψήφων για την Ομοσπονδιακή Βουλή. Σήμερα λαμβάνουν περίπου 40 %, με το SPD που λαμβάνει ένα ιστορικό χαμηλό μεταξύ 13-15 %. Εν τω μεταξύ, η άκρα-δεξιά AfD έχει ενισχυθεί. Προσωρινά, οι Πράσινοι επωφελήθηκαν επίσης, αν και αυτό είναι πιθανό να είναι ένα βραχύβιο αποτέλεσμα.

 Επιμέλεια: Ηλίας Κυρούσης – Στέλιος Δαφνής

Συνεχίζεται

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα