Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΕπικαιρότηταΕλληνική ΕπικαιρότηταΓια το "δημιουργικό μαρξισμό" και τη θέση μας για την ΕΕ

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Για το “δημιουργικό μαρξισμό” και τη θέση μας για την ΕΕ

Για το «δημιουργικό μαρξισμό» και τη θέση μας για την Ευρωπαϊκή Ένωση

Ο καθηγητής κ. Ε. Τσακαλώτος (μέλος του Κοκκινοπράσινου δικτύου του ΣΥΝ και της σημερινής ηγετικής ομάδας του κόμματος) στην ομιλία του στο συνέδριο του ΣΥΝ, υπερασπιζόμενος το κείμενο θέσεων της πλειοψηφίας της ΚΠΕ ανέφερε πως η ιδεολογική βάση του ΣΥΝ είναι σήμερα ο «δημιουργικός μαρξισμός»… Η εντύπωση που αμέσως δόθηκε σε όσους έχουν μια στοιχειώδη επαφή με τη μαρξιστική θεωρίαπως αυτός ο «δημιουργικός μαρξισμός» συγγενεύει με τη «δημιουργική λογιστική» (και τα γνωστά θαύματά της) αποδείχτηκε περίλαμπρα μόλις λίγες ώρες αργότερα: κατά τη διάρκεια της ψηφοφορίας για τις τροπολογίες στο κείμενο-«κορμός» της πολιτικής απόφασης, υπερασπιζόμενος τη θέση περί «επανίδρυσης της Ε.Ε.» που προέβαλε το κείμενο της πλειοψηφίας, ο καθηγητής ισχυρίστηκε πως δεν υπάρχει καμία ουσιώδης διαφορά ανάμεσα σε αυτήν τη θέση και τη θέση για «ανατροπή της Ε.Ε.». Ως εκ τούτου η τροπολογία που πρότεινε το Αριστερό Ρεύμα και η Αριστερή Ανασύνθεση για μια σαφή και συνεπή μαρξιστική στάση απέναντι στην ΟΝΕ και την Ε.Ε έπρεπε να απορριφθεί ως άνευ νοήματος. Συγκεκριμένα, στο κείμενο πολιτικής απόφασης του συνεδρίου, αναφέρονται τα παρακάτω:

«…Οι σημερινοί ταξικοί συσχετισμοί στον κόσμο και στην Ευρώπη, η ταξική υπεροψία του κεφαλαίου, αποκλείουν, αν δεν παρέμβει ο λαϊκός παράγοντας, οποιαδήποτε αναδιανεμητική πολιτική, όπως συνέβη στην προηγούμενη μεγάλη κρίση του 1929. Γνωρίζουμε καλά ότι το οικονομικό μοντέλο που η ΕΕ υιοθέτησε βρίσκεται σήμερα σε πρωτοφανές αδιέξοδο. Ως εκ τούτου, οι δυνάμεις της ευρωπαϊκής Αριστεράς οφείλουν να μιλούν για μια επανίδρυση όλης της οικονομικής και πολιτικής αρχιτεκτονικής της ΕΕ. Οδηγηθήκαμε ως εδώ με την απόλυτη σύμπλευση της ευρωπαϊκής Δεξιάς με την ιδεολογικά και ηθικά χρεοκοπημένη ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία. Απέναντι σε αυτή την κρίση, η εναλλακτική λύση δεν είναι ο εθνικός απομονωτισμός ούτε η διάλυση της Ευρώπης. Το μόνο αντίπαλο δέος στο μπλοκ εξουσίας είναι η συνεργασία των «θιγόμενων», που όταν συνειδητοποιήσουν τη δύναμή τους θα αποκρούσουν και θα ακυρώσουν αυτά τα σχέδια, παρότι γνωρίζουν καλά ότι τα υπερασπίζονται όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ -είτε με κεντροδεξιές, είτε με σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις-, αξιοποιώντας και τον υπερεθνικό συντονισμό θεσμών και κανόνων που έχουν τα ίδια δημιουργήσει. Η εναλλακτική λύση είναι η πάλη των λαών της Ευρώπης για αλλαγή των συσχετισμών σε κάθε χώρα ξεχωριστά και ο κοινός συντονισμένος αγώνας για μια άλλη Ευρώπη. Μια Ευρώπη δημοκρατική και κοινωνική, απελευθερωμένη από το μονεταρισμό και τους καταναγκασμούς του κεφαλαίου…» (έμφαση δική μας – Α.Η.)

Είναι αρκετά σαφές εδώ – και δεν είναι καθόλου ασήμαντο – πως η «επανίδρυση όλης της οικονομικής και πολιτικής αρχιτεκτονικής της Ε.Ε.» αναφέρεται σε μια Ευρωζώνη, στην οποία οι αλλαγμένοι συσχετισμοί σε κάθε χώρα και ο κοινός συντονισμένος αγώνας για μια άλλη Ευρώπη  (;) θα οδηγήσουν – τουλάχιστον σε πρώτη μεταρρυθμιστική φάση – σε μια αναδιανεμητική πολιτική, νεοκεϋνσιανού τύπου. Ακόμα κι αν συμφωνεί κανείς με αυτό το ρεφορμιστικό πολιτικό σχέδιο, προφανώς δε μπορεί να το ταυτίσει με τη θέση του Αριστερού Ρεύματος (30 μέλη της ΚΠΕ) πως «…η πολιτική ένωση των ευρωπαϊκών χωρών ή θα γίνει κάτω από τις σημαίες της προόδου και του σοσιαλισμού ή αλλιώς δεν μπορεί να υλοποιηθεί παρά μόνο ως ακραία αντίδραση… Η Ε.Ε., δομημένη πάνω σε συνθήκες που έχουν θεσμοθετημένη με Συνταγματική κατοχύρωση τη βούλα του νεοφιλελευθερισμού και του καπιταλισμού, πολύ πιο προωθημένη από τα Συντάγματα των επιμέρους κρατών, δεν μπορεί από Ένωση του κεφαλαίου να μετατραπεί σε Ένωση που να εξυπηρετεί τα συμφέροντα των εργαζομένων. Για να σημειωθεί μια τέτοια εξέλιξη προϋποθέτει μεγάλες ανατροπές σε κάθε χώρα μέλος, ώστε οι λαοί να επιλέξουν νέους προοδευτικούς και σοσιαλιστικούς δρόμους και να συνομολογήσουν μεταξύ τους μια νέα, πολύ διαφορετική, ισότιμη, προοδευτική και σοσιαλιστική ενοποίηση. Μια νέα τέτοια ιστορική εξέλιξη, -λόγω της ανισόμετρης ανάπτυξη των πολιτικών και κοινωνικών αγώνων-, μπορεί να έχει ως αφετηρία επαναστατικές αλλαγές σε μια χώρα ή ομάδα χωρών, που θα βάλουν σε κρίση τη σημερινή Ε.Ε., θα τη ρηγματώσουν, θα ενθαρρύνουν μια νέα μεγάλη ενίσχυση των κοινωνικών αγώνων και θα ανοίξουν ένα μεγάλο κύκλο αντιπαραθέσεων που θα κρίνει την τελική πορεία της Ευρώπης…»

Είναι αναμφίβολο πως στο κείμενο του Αριστερού Ρεύματος το καθήκον του σοσιαλισμού μπαίνει ως επιτακτικό καθήκον (και όχι στο μακρινό μέλλον ως «ουρά» μιας αναδιανεμητικής μεταρρύθμισης) για τη εργατική τάξη σε κάθε χώρα και διεθνώς, καθώς η πολιτική ένωση της Ευρώπης (και του κόσμου) δε νοείται σε καπιταλιστική βάση. Αυτό σημαίνει πως η «επανίδρυση» της Ε.Ε. αποτελεί μια απολύτως αδιέξοδη κενολογία. Από την άλλη, ο όρος «ανατροπή» δενπαραπέμπεισε μεταρρυθμιστικές αυταπάτες. Προσδιορίζει ως καθήκον των εργατικών τάξεων της Ευρώπης τη διάλυση των καπιταλιστικών θεσμών ευρωπαϊκής ενοποίησης και την αντικατάστασή τους από τους θεσμούς μιας σοσιαλιστικής ομοσπονδίας. Πάνω σε αυτή τη βάση το κόμμα θα πρέπει να καλεί την εργατική τάξη να μεταβάλει ριζικά τους συσχετισμούς, ανατρέποντας τον καπιταλισμό σε κάθε κράτος και σε ολόκληρη την Ευρώπη. Αυτό φυσικά δεν αναιρεί την ανάγκη αξιοποίησης του μοναδικού δημοκρατικού θεσμού που διατίθεται στην Ε.Ε., όσο αυτός υπάρχει, για την υπεράσπιση της υπόθεσης της εργατικής τάξης – του Ευρωκοινοβουλίου.

Με βάση τα παραπάνω, δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς πως η λογική που διατύπωσε ο κ. Τσακαλώτος για να υπερασπιστεί το «κείμενο κορμός», στο όνομα μάλιστα ενός «δημιουργικού μαρξισμού», είναι τελείως διάτρητη. Κατ’ αναλογία, θα μπορούσε εύκολα να ισχυριστεί κανείς πως η θέση για ανατροπή του καπιταλισμού και η θέση για επανίδρυσή του δε διαφέρουν ουσιωδώς (!)… Με έναν τέτοιο τρόπο, η θρυλούμενη «ανάλυση του συγκεκριμένου» που τόσο πολύ την επικαλέστηκαν οι θιασώτες του «δημιουργικού μαρξισμού» στο συνέδριο, πάει περίπατο παρέα με τις ηθελημένα θολές και σαφώς αντιμαρξιστικές διατυπώσεις (και δε μιλάμε ασφαλώς απλά για την ορολογία). Οι διατυπώσεις αυτές δυστυχώς χρησιμοποιήθηκαν για να κερδηθεί η κομματική βάση, όχι με ξεκάθαρα πολιτικά επιχειρήματα, αλλά προκαλώντας σύγχυση και επενδύοντας σε χρόνιες προκαταλήψεις που έχει σπείρει στο κόμμα ο αβάσιμος «αριστερός ευρωπαϊσμός» της ανανεωτικής πτέρυγας.

Ο Μαρξ, η Ε.Ε. και οι «κουζίνες του μέλλοντος»

Σύμφωνα με έναν άλλο σύντροφο, θιασώτη του «δημιουργικού μαρξισμού», τον γραμματέα της νεολαίας ΣΥΝ, σ. Νάσο Ηλιόπουλο, το τι θα κάνουμε σε σχέση με την Ε.Ε. αν πάρουμε την εξουσία, αποτελεί ένα τελείως υποθετικό ερώτημα που δε μπορεί να απαντηθεί σήμερα… Στην ομιλία του, μεταξύ άλλων, σημείωσε με ενθουσιασμό πως «όπως στην εισαγωγή του Κεφαλαίου, ο Μαρξ λέει πως δε θα δώσει συνταγές για τις κουζίνες του μέλλοντος, έτσι κι εμείς δε μπορούμε να δώσουμε απάντηση στο ερώτημα της Ε.Ε.» (!) – και αυτό το είπε ο σύντροφος στο όνομα του «δημιουργικού μαρξισμού»! Έτσι, ο σύντροφος επέλεξε ένα απόσπασμα στο οποίο ο Μαρξ πολύ εύλογα απέφευγε να δώσει μια λεπτομερή περιγραφή της μελλοντικής κομμουνιστικής κοινωνίας, τη στιγμή που το ερώτημα της Ευρώπης είναι όχι μόνο σημερινό, αλλά και από τα πλέον κρίσιμα. Ασφαλώς ο Μαρξ δεν περίμενε να κατακτήσει η εργατική τάξη την εξουσία για να πάρει θέση έναντι προγραμμάτων, κομμάτων, οργανισμών ή κρατών και ποτέ και για κανένα λόγο δεν έκρυψε πως στρατηγικός στόχος των κομμουνιστών είναι ο διεθνής σοσιαλισμός.

Εδώ κρίνουμε σκόπιμο να παρουσιάσουμε ορισμένες θέσεις του Μαρξ σε ζητήματα που είναι αρκετά συγγενικά με το ερώτημα που τίθεται σήμερα σε σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Στις θέσεις αυτές σταθερά προέβαλε την ανεξάρτητη ταξική θέση του προλεταριάτου.

Ο Μαρξ ασκούσε κριτική στον αστικό-πασιφιστικό «Σύνδεσμο Ειρήνης και Ελευθερίας» (συμμετείχαν οι Ουγκώ, Γκαριμπλάντι και το διάστημα 1867-68 ο Μπακούνιν), ο οποίος με το σύνθημα για τη δημιουργία των «Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης» αποσπούσε την εργατική τάξη από τα επαναστατικά – ταξικά της καθήκοντα. Μάλιστα, από το Γενικό Συμβούλιο της Α΄ Διεθνούς, το 1867, ο Μαρξ κάλεσε τα μέλη της Διεθνούς να συμμετάσχουν μεν στο «συνέδριο Ειρήνης» του Συνδέσμου στη Γενεύη, αλλά ως άτομα μόνο, και όχι ως επίσημοι αντιπρόσωποι της Διεθνούς, καθώς το ζήτημα της ειρήνης αντιμετωπιζόταν από τον Σύνδεσμο έξω από το ταξικό του περιεχόμενο, πράγμα που θεωρούσε πολύ μεγάλο σφάλμα.

Χαρακτηριστική επίσης είναι η καταγγελία του Μαρξ προς τον Λασάλ, ο οποίος αντί να προάγει την ανεξάρτητη ταξική πολιτική της εργατικής τάξης στη Γερμανία, έφθασε στο σημείο να συνθηκολογήσει με τον Μπίσμαρκ, συγκεντρώνοντας τα πυρά του μόνο ενάντια στο βιομηχανικό κεφάλαιο και όχι ενάντια στους γαιοκτήμονες και τη μεγάλη ιδιοκτησία της γης και  επικεντρώνοντας τις πολιτικές του επιδιώξεις στην κατάκτηση του γενικού εκλογικού δικαιώματος.

Αντίστοιχα, στο ερώτημα υπέρ του προστατευτισμού ή του ελεύθερου εμπορίου – ένα ζήτημα που αφορούσε στη σύγκρουση συμφερόντων ανάμεσα σε γαιοκτήμονες και πιο μικρούς καπιταλιστές και την αστική τάξη – ο Μαρξ ξεκαθάριζε πως κανένα από τα δύο δεν αποτελεί επιλογή για την εργατική τάξη.

Το ερώτημα λοιπόν της Ε.Ε. δεν είναι υποθετικό για τους κομμουνιστές, καθώς η ίδια η Ε.Ε. έχει συγκεκριμένο, μη διαπραγματεύσιμο ταξικό περιεχόμενο και η πολιτική τους τοποθέτηση ως προς αυτήν θα πρέπει να αντανακλά με ξεκάθαρο τρόπο την ανεξάρτητη ταξική θέση της εργατικής τάξης σα σύνολο.

 

Ποια πρέπει να είναι η θέση μας για την Ε.Ε.

Πέρα όμως από τις πλούσιες ιστορικές αναφορές που μπορεί να παραθέσει κανείς για να απορρίψει με μάλλον εύκολο τρόπο την επίκληση στο θαυματουργό «δημιουργικό μαρξισμό» που απλά αρνείται να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα έτσι όπως είναι και τα πολιτικά καθήκοντα που προκύπτουν απ’ αυτήν μέσα από μια συνεπή ταξική σκοπιά, στην Αριστερά πρέπει να γίνουμε συγκεκριμένοι σε όλα τα ζητήματα και ιδιαίτερα στο ζήτημα της Ε.Ε.

Η πραγματική ενοποίηση της ευρωπαϊκής ηπείρου είναι αδύνατο να γίνει στη βάση των καπιταλιστικών εθνών – κρατών, αλλά μόνο στα πλαίσια μιας ομοσπονδίας κρατών, στα οποία θα έχουν ανατραπεί οι σχέσεις καπιταλιστικής ιδιοκτησίας. Η ενοποίηση δηλαδή προϋποθέτει την ανατροπή του καπιταλισμού σε κάθε κράτος ξεχωριστά και διαδοχικά, στη μία χώρα μετά την άλλη. Κάθε χώρα που θα εισέρχεται στην ομοσπονδία των σοσιαλιστικών κρατών, στην ουσία θα εισάγεται σε ένα νέο καταμερισμό εργασίας, όπου οι πλουτοπαραγωγικές πηγές και το εργατικό δυναμικό θα είναι ενταγμένα σε ένα ομοσπονδιακό δημοκρατικό σοσιαλιστικό σχέδιο – κάτι που ποτέ δεν υλοποιήθηκε στα πλαίσια του «υπαρκτού σοσιαλισμού» από τις σταλινικές γραφειοκρατίες, στη βάση των δικών τους ταξικών συμφερόντων και της θεωρητικής απάτης του «εθνικού δρόμου για το σοσιαλισμό». Αντιθέτως, η ενοποίηση σε πανευρωπαϊκή βάση των «σοσιαλιστικών» οικονομιών θα δώσει τεράστιες δυνατότητες παραγωγής και διανομής και θα μετασχηματίσει τελείως τη ζωή των Ευρωπαίων, καθώς θα απαλλάξει την ήπειρο από τα στενά όρια που θέτουν η καπιταλιστική ιδιοκτησία και τα εθνικά σύνορα.

Το πολιτικό σχέδιο προς αυτή την κατεύθυνση είναι ρεαλιστικό και η στάση μας ασφαλώς δε μεταβάλλεται ανάλογα με τον «συσχετισμό των δυνάμεων»…Συνιστά στρατηγικό στόχο πάνω στον οποίο από τώρα πρέπει να χαράζουμε τις ταχτικές και τα συνθήματά μας και ασφαλώς απαιτεί έναν πανευρωπαϊκό και παγκόσμιο συντονισμό σε αντικαπιταλιστική και αντιιμπεριαλιστική κατεύθυνση. Πρέπει επίσης να είναι σαφές πως η υλοποίηση αυτού του στόχου απαιτεί τη δημιουργία του κατάλληλου κοινωνικού συσχετισμού και ασφαλώς πως οι ταχτικές και τα συνθήματά μας πράγματι θα πρέπει να καθορίζονται από ένα σοβαρό υπολογισμό των συσχετισμών δύναμης και της επιρροής των ιδεών μας στην κοινωνία. Ωστόσο, το ερώτημα περί «επανίδρυσης» ή «ανατροπής» της Ε.Ε. δεν ανήκει στο πλαίσιο των ταχτικών και των συνθημάτων, αλλά αποτελεί θεμελιακό στοιχείο της πολιτικής μας στρατηγικής και δεν πρέπει να μένει θολό σε κανένα σημείο του.

Ο Λένιν για την Ε.Ε.

Εδώ αξίζει να παραθέσουμε την άποψη του Λένιν σχετικά με το σύνθημα για τις «Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης», όπως τέθηκε το 1915  (κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου) στους κόλπους της ρωσικής σοσιαλδημοκρατίας. Τότε, η σοσιαλδημοκρατία έσπευσε να υιοθετήσει το σύνθημα των «Ενωμένων Πολιτειών», ως μια σημαντική αστική πρωτοβουλία, η οποία παράλληλα άνοιγε το δρόμο για το σοσιαλισμό. Ο Λένιν από την άλλη σημείωνε πως το σύνθημα, αν αντιμετωπιζόταν μόνο από την πολιτική του σκοπιά, ήταν ορθότατο. Πράγματι, η ενοποίηση της Ευρώπης, σε συνδυασμό με την ανατροπή των τριών μοναρχιών (γερμανική, αυστριακή, ρωσική) που κυριαρχούσαν τότε στην ήπειρο, θα έφερνε τη σοσιαλιστική επανάσταση πιο κοντά διευρύνοντας την κοινωνική βάση για το σοσιαλισμό. Όμως, από οικονομική σκοπιά, η ενοποίηση αυτή ήταν αδύνατη σε καπιταλιστική βάση κατά την περίοδο του ιμπεριαλισμού, με αποτέλεσμα το σύνθημα αυτό να χάνει την ουσία του αν δε συνδυαζόταν με την ανατροπή του καπιταλισμού σε κάθε ευρωπαϊκή χώρα. Σημείωνε: «Η δημιουργία των Ενωμένων Πολιτειών της Ευρώπης με τη σημερινή οικονομική βάση, δηλαδή στις συνθήκες του καπιταλισμού, θα σήμαινε οργάνωση της αντίδρασης, για να παρεμποδιστεί η πιο γρήγορη ανάπτυξη της Αμερικής.» (Ι. Λένιν, Το σύνθημα για τις Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης, 1915)

Μάλιστα εξηγούσε πως είναι δυνατές οι προσωρινές συμφωνίες ανάμεσα στους καπιταλιστές και τα κράτη, αλλά αυτές οι Ενωμένες Πολιτείες θα έχουν μόνο σκοπό «…να πνίξουν από κοινού το σοσιαλισμό στην Ευρώπη και να περιφρουρήσουν από κοινού τις ληστεμένες αποικίες ενάντια στην Ιαπωνία και στην Αμερική… Πέρασαν για πάντα οι καιροί που η υπόθεση της δημοκρατίας και η υπόθεση του σοσιαλισμού συνδεόταν μόνο με την Ευρώπη». Έτσι, «οι Ενωμένες Πολιτείες του κόσμου (και όχι της Ευρώπης) είναι η κρατική εκείνη μορφή ένωσης και ελευθερίας των εθνών, που εμείς τη συνδέουμε με το σοσιαλισμό – ως τότε που η πλήρης νίκη του κομμουνισμού θα οδηγήσει στην οριστική εξαφάνιση κάθε κράτους, μαζί και του δημοκρατικού. Ωστόσο το σύνθημα των Ενωμένων Πολιτειών του κόσμου, σαν αυτοτελές σύνθημα, είναι αμφίβολο αν θα ήταν σωστό, πρώτο γιατί συγχωνεύεται με το σοσιαλισμό και, δεύτερο, γιατί θα μπορούσε να προκαλέσει τη λαθεμένη ερμηνεία ότι είναι αδύνατη η νίκη του σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα, τη λαθεμένη ερμηνεία για τη στάση αυτής της χώρας απέναντι στις υπόλοιπες.» (ο.π.)

Εδώ ο Λένιν μας προσφέρει δύο καταπληκτικά σε διαύγεια επιχειρήματα. Από τη μια, πως ο σοσιαλισμός δε μπορεί να είναι κάτι λιγότερο από τις Ενωμένες Πολιτείες του Κόσμου (δε νοείται δηλαδή να είναι εθνικός, ούτε καν ευρωπαϊκός), από την άλλη όμως πως είναι λάθος να θεωρηθεί πως η εργατική τάξη σε μια χώρα είναι αδύνατο να προχωρήσει στην ανατροπή του καπιταλισμού («νίκη του σοσιαλισμού» όπως το διατυπώνει εδώ) αναβάλλοντας την προοπτική νίκης στο διεθνές πεδίο. Και το εξηγεί περαιτέρω:

«Η ανισόμετρη οικονομική και πολιτική ανάπτυξη είναι απόλυτος νόμος του καπιταλισμού. Από δω βγαίνει πως είναι δυνατή η νίκη του σοσιαλισμού στην αρχή σε λίγες ή ακόμη και σε μια μονάχα, χωριστά παρμένη καπιταλιστική χώρα. Το νικηφόρο προλεταριάτο αυτής της χώρας, απαλλοτριώνοντας τους καπιταλιστές και οργανώνοντας στη χώρα του τη σοσιαλιστική παραγωγή, θα ορθωνόταν ενάντια στον υπόλοιπο κόσμο, παίρνοντας μαζί του τις καταπιεσμένες τάξεις των άλλων χωρών, ξεσηκώνοντας στις χώρες αυτές εξεγέρσεις ενάντια στους καπιταλιστές, δρώντας σε περίπτωση ανάγκης ακόμη και με στρατιωτική δύναμη ενάντια στις εκμεταλλεύτριες τάξεις και τα κράτη τους…» (ο.π.)

Η μοναδική εναλλακτική λύση

Η Κομμουνιστική Διεθνής το 1923 ενέταξε στο πρόγραμμά της το σύνθημα για τις «Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες της Ευρώπης» στα πλαίσια του γενικότερου σχεδίου για τις Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες του κόσμου (δηλαδή του σοσιαλισμού). Τότε η επαναστατική ανάπτυξη της εργατικής τάξης σε ολόκληρη την ήπειρο επέβαλε ένα εναλλακτικό σχέδιο ομοσπονδιακής ενοποίησης των χωρών που θα απαλλάσσονταν από τον καπιταλισμό.

Για τους μαρξιστές η σοσιαλιστική ομοσπονδία των κρατών του κόσμου είναι ο αντικειμενικός σκοπός του κινήματος της εργατικής τάξης και μέρος αυτής η ομοσπονδιακή συνένωση των ευρωπαϊκών σοσιαλιστικών κρατών και όχι βέβαια η «επανίδρυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης με νέα αρχιτεκτονική» (που ουσιαστικά σημαίνει την επανίδρυση του αστικού σχεδίου), όπως υποστηρίζεται στην πολιτική απόφαση του συνεδρίου. Η ενότητα που έχει οικοδομηθεί στα γεωγραφικά πλαίσια της Ευρώπης, μέσα από χρόνιες ιστορικές αλληλεπιδράσεις, στο βαθμό που λειτουργήσουν ενοποιητικά για το ευρωπαϊκό εργατικό κίνημα, θα είναι εξαιρετικά ωφέλιμη στην πορεία υλοποίησης του σοσιαλιστικού σχεδίου, αλλά ηταυτόχρονη ανατροπή του καπιταλισμού σε όλες τις χώρες της Ευρώπης δεν είναι πιθανή και δε θα πρέπει να καλλιεργούνται αυταπάτες σε σχέση με αυτό το ενδεχόμενο.

Η συζήτηση σήμερα στον ΣΥΝ δεν αφορά μόνο τα συνθήματα που πρέπει να χρησιμοποιούμε για την Ευρώπη, αλλά κυρίως το γενικό σχέδιο της αριστεράς σε σχέση με αυτήν και κακώς κυριαρχεί σύγχυση ανάμεσα στα δύο. Έτσι, το πρόγραμμα εξουσίας της Αριστεράς δε μπορεί να μην περιλαμβάνει ένα συγκεκριμένο σχέδιο απεγκλωβισμού της Ελλάδας από την καπιταλιστική Ε.Ε., όχι βέβαια στη βάση ενός εθνικού δρόμου καπιταλιστικής ανάπτυξης, αλλά στο πλαίσιο της ανατροπής των καπιταλιστικών σχέσεων στην Ελλάδα, σα την πρώτη φάση για τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής σοσιαλιστικής ομοσπονδίας. Ο απεγκλωβισμός από την Ε.Ε. και η προοπτική διάλυσής της είναι τελείως απαραίτητα στοιχεία για το πρόγραμμα της Αριστεράς, καθώς η Ε.Ε. και οι θεσμοί της προφανώς θα σταθούν εμπόδιο στην ανάπτυξη του εργατικού κινήματος σε αντικαπιταλιστική και αντιιμπεριαλιστική κατεύθυνση, σε εθνική και διεθνική βάση.

Αν η συζήτηση επικεντρωνόταν στα συνθήματα που θα έπρεπε να υιοθετήσουμε σήμερα σε σχέση με την Ευρώπη, τότε θα επιχειρηματολογούσαμε πάλι υπέρ του συνθήματος για τις «Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες της Ευρώπης» και όχι του αταξικού συνθήματος πως «χρειαζόμαστε περισσότερη Ευρώπη». Αυτό, γιατί είναι ανάγκη να δοθεί στις εργατικές τάξεις της Ελλάδας και της Ευρώπης μια σαφής προοπτική αντικατάστασης του σημερινού υπαρκτού ιμπεριαλιστικού μορφώματος, το οποίο βρίσκεται σε βαθιά και ενδεχομένως καταστροφική κρίση, από μια σοσιαλιστική ομοσπονδία. Το σύνθημα αυτό δε χρειάζεται να περιμένει ευνοϊκότερους συσχετισμούς δύναμης για να διατυπωθεί, καθώς υπάρχουν όλες οι αντικειμενικές προϋποθέσεις για την υλοποίησή του, ενώ θα μας δώσει τη δυνατότητα να εξηγήσουμε τις θεμελιώδεις ιδέες του σοσιαλισμού σε ένα πλατύ ακροατήριο. Στη βάση αυτής της αντίληψης πρέπει να χτιστούν οι δυνάμεις της Αριστεράς σήμερα. Πάνω σε αυτή την προοπτική, θα μπορέσει να χτίσει ο ΣΥΝ την ηγεμονική θέση του μέσα στην εργατική τάξη.

Η ηγετική ομάδα υποστήριξης του «δημιουργικού μαρξισμού» απαντάει πως αυτό που πρέπει να διεκδικήσουμε είναι «περισσότερη Ευρώπη», η οποία μπορεί να γίνει σοσιαλιστική όταν μεταβληθούν οι συσχετισμοί σε ευρωπαϊκό επίπεδο προς όφελος των «υποτελών τάξεων» και για να γίνει αυτό απαιτείται η συσσώρευση “μικρών υλικών νικών” με βάση αιτήματα που δεν υποτάσσονται  απαραίτητα στο στρατηγικό στόχο του σοσιαλισμού. Εδώ πρέπει να απαντήσουμε ξεκάθαρα πως η «περισσότερη» Ευρώπη σε καπιταλιστική βάση δεν οδηγεί με κανέναν τρόπο στη σοσιαλιστική Ευρώπη, αλλά στον εγκλωβισμό της εργατικής τάξης στην αυταπάτη της καπιταλιστικά ολοκληρωμένης Ευρώπης (με όσα επιχειρήματα περί ανατροπής των συσχετισμών και αν συνοδευτεί). Οι αντιθέσεις μεταξύ των αστικών κρατών της Ευρώπης είναι τόσο μεγάλες – και μεγεθύνονται σε περιόδους κρίσης – που η πορεία προς τη δημιουργία μιας πραγματικής ευρωπαϊκής ομοσπονδίας, η οποία σήμερα θεωρείται απολύτως απαραίτητη προκειμένου να βγει η Ευρώπη από τη μακρόχρονη κρίση, είναι αδύνατο να ολοκληρωθεί. Σε τελική ανάλυση, για να επιτευχθεί η ευρωπαϊκή ενοποίηση σε καπιταλιστική βάση «απαιτείται» η επιβολή μιας ολοκληρωτικής, αντιδραστικής μορφής αστικής διακυβέρνησης, η οποία θα επιβάλει τα συμφέροντα μιας χώρας στις υπόλοιπες και θα καταπνίξει συνολικά τους αναπτυσσόμενους ταξικούς αγώνες στην Ευρώπη (ενώ η πολιτική απόφαση υπονοεί πως οι ταξικοί αγώνες θα μεταβάλλουν θετικά την ηγεσία της Ευρώπης σε μια φιλολαϊκή μεταρρυθμιστική κατεύθυνση). Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως η μόνη περίοδος κατά την οποία η Ευρώπη ενοποιήθηκε για ένα διάστημα σε καπιταλιστική βάση ήταν κάτω από τη μπότα του Ναζισμού.

Συμπερασματικά, αυτού του είδους ο «δημιουργικός μαρξισμός» μόνο σύγχυση προκαλεί, καθώς απλά επιδιώκει να θολώσει την πολιτική ουσία των πραγμάτων και αποφεύγει να δώσει ξεκάθαρες προοπτικές και προτάσεις. Συνεπώς δε μπορεί να αποτελέσει έναν αξιόπιστο οδηγό για δράση. Αυτό που χρειάζεται ο ΣΥΝ σήμερα, είναι η υπομονετική μελέτη των πραγματικών κοινωνικών τάσεων και συσχετισμών, των πραγματικών κοινωνικών δεδομένων και κινήσεων και η παρέμβαση μέσα στην εργατική τάξη και στις οργανώσεις της με ένα ξεκάθαρο πρόγραμμα σοσιαλιστικού μετασχηματισμού, απαλλαγμένο από μικροαστικές προλήψεις, ιστορικές αγκυλώσεις και επιστημονικοφανείς ακαδημαϊκές ερμηνείες που δεν είναι ιδιαίτερα χρήσιμες για την εργατική τάξη και τη νεολαία.

Άγγελος Ηρακλείδης

 

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα