Στις 2 του περασμένου Μαρτίου, συμπληρώθηκαν 90 χρόνια από την έναρξη των διαδικασιών του ιδρυτικού συνεδρίου της Κομμουνιστικής Διεθνούς («Κομιντέρν» ή Τρίτη Διεθνής). Το συνέδριο πραγματοποιήθηκε στη Μόσχα εν μέσω του ρωσικού εμφυλίου πολέμου (1917-1921), κι ενώ η εξουσία των σοβιέτ στην ΕΣΣΔ κάθε άλλο παρά ήταν εξασφαλισμένη.
Η Κομμουνιστική Διεθνής ουσιαστικά διαδέχθηκε τη Δεύτερη (Σοσιαλιστική) Διεθνή (1889–1916). Η πλειοψηφία των ηγετών της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, παρά τις αντίθετες διακηρύξεις τους σε σειρά συνεδρίων πριν από το ξέσπασμα του πολέμου, τελικά υπερψήφισαν στα ευρωπαϊκά κοινοβούλια τις πολεμικές πιστώσεις των χωρών τους, κάλεσαν τους εργάτες σε παύση της ταξικής πάλης και, σε πολλές περιπτώσεις, συμμετείχαν σε πολεμικές κυβερνήσεις, προσφέροντας άλλοθι στους εμπόλεμους αστούς. Εξαιτίας της «σοσιαλσωβινιστικής» τους στάσης, όπως τη χαρακτήρισε ο Λένιν, πρόδωσαν τους εργάτες και η Διεθνής δεν μπορούσε να εξυπηρετήσει πλέον το σκοπό δημιουργίας της – δηλαδή το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας.
Πρόδρομος του συνεδρίου ίδρυσης της Κομμουνιστικής Διεθνούς, υπήρξε η συνάντηση στο Τσίμερβαλντ της Ελβετίας, τον Σεπτέμβριο (5-8) του 1915, όπου η μικρή μειοψηφία των μελών της Δεύτερης Διεθνούς, που διατήρησε μια διεθνιστική στάση κατά του ιμπεριαλιστικού πολέμου, διακήρυξε την εναντίωσή της στον Πόλεμο και ανέδειξε, παρά τους όποιους περιορισμούς, την αναγκαιότητα του σοσιαλισμού ως το μέσο για την αντιμετώπιση των δεινών του ιμπεριαλισμού. Η άμεση αναγκαιότητα δημιουργίας της νέας Διεθνούς το 1919 καθοριζόταν αφενός από την απόλυτη χρεοκοπία των υπαρχουσών ηγεσιών του εργατικού κινήματος, οι οποίες δεν ήταν σε θέση να ηγηθούν του μεγάλου επαναστατικού κύματος που ξεσπούσε στη μία χώρα μετά την άλλη κατά τη λήξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά και από τη δυναμική που προκαλούσε σε παγκόσμιο επίπεδο η νικηφόρα επανάσταση των μπολσεβίκων στη Ρωσία και η ανάγκη διεθνούς υποστήριξής της.
Στο ιδρυτικό συνέδριο, συμμετείχαν 52 εκπρόσωποι από 34 κόμματα και οργανώσεις (ένας εκπρόσωπος από κάθε χώρα είχε δικαίωμα ψήφου). Κύριος άξονας των εργασιών του συνεδρίου ήταν η δημιουργία μαζικών κομμουνιστικών κομμάτων σε ολόκληρο τον κόσμο, μελών της νέας Διεθνούς, τα οποία θα δημιουργούνταν μέσα από την πάλη ενάντια στον σοσιαλσωβινισμό που είχε επικρατήσει στη Δεύτερη Διεθνή και τον πασιφισμό (την τάση δηλαδή που καταδίκαζε τον πόλεμο γενικά, συμπεριλαμβανομένου του ταξικού πολέμου) και θα είχαν άμεσο στόχο την προώθηση της σοβιετικής μορφής εξουσίας σε ολόκληρο τον κόσμο.
Ανώτατο όργανο της Διεθνούς ήταν το Συνέδριό της, ενώ μεταξύ δύο συνεδρίων την ηγεσία αναλάμβανε μια διεθνής εκτελεστική επιτροπή, που θα απαρτιζόταν από εκπροσώπους όλων των σημαντικών χωρών (Ρωσία, Γερμανία, Γερμανική Αυστρία, Ουγγαρία, Βαλκανική Ομοσπονδία, Ελβετία και τις Σκανδιναβικές χώρες).
Σύμφωνα με τα πρακτικά του πρώτου συνεδρίου, για να μην υπάρξει καθυστέρηση στην ανάληψη δράσης του διεθνούς κέντρου, το οποίο θα είχε βάση τη Μόσχα, μέχρι να είναι σε θέση τα διάφορα κόμματα να στείλουν εκπροσώπους τους, την ηγεσία της Διεθνούς θα αναλάμβανε ένα γραφείο απαρτιζόμενο από τους Λένιν, Τρότσκι, Ζηνόβιεφ, Ρακόφσκι και Πλάτεν. Στην πράξη, την αρμοδιότητα για τη διαχείριση των έκτακτων υποθέσεων της Διεθνούς ανέλαβε ο Ζηνόβιεφ.
Ιστορική πορεία – συνέδρια και η διεθνής επανάσταση
Από το ιδρυτικό συνέδριο του 1919, ακολούθησαν ακόμα τρία μέχρι το 1922 παρόντος του Λένιν («Πρώτη Περίοδος» της Διεθνούς). Το Δεύτερο Συνέδριο (Ιούλιος–Αύγουστος 1920) ασχολήθηκε με την ανάλυση της διεθνούς κατάστασης και κυρίως με τη συγκρότηση και τους όρους ένταξης των κομμάτων στη Διεθνή. Η ανάπτυξη αριστερίστικων τάσεων στους κόλπους των νέων Κομμουνιστικών Κομμάτων οδήγησε το Τρίτο Συνέδριο, το οποίο πραγματοποιήθηκε ένα χρόνο περίπου αργότερα (22 Ιουνίου–12 Ιουλίου 1921) να εμβαθύνει σε πιο πρακτικά ζητήματα της επαναστατικής τακτικής, και ιδιαίτερα στην επεξεργασία της ταχτικής του ενιαίου μετώπου. Όπως αναφέρει ο Τρότσκι, το Τρίτο Συνέδριο της Κομιντέρν αναδείχθηκε ως το «σημαντικότερο σχολείο επαναστατικής τακτικής». Ακολούθησε το Τέταρτο Συνέδριο (30 Νοεμβρίου–5 Δεκεμβρίου 1922), όπου δόθηκε βάρος στις προοπτικές της διεθνούς επανάστασης.
Τα τέσσερα πρώτα συνέδρια της Κομμουνιστικής Διεθνούς σφράγισαν τα πέντε πρώτα χρόνια της νικηφόρας επανάστασης του Οκτώβρη στη Ρωσία και χάραξαν τις βάσεις μιας διεθνούς κομμουνιστικής στρατηγικής. Τόσο ο Λένιν όσο και ο Τρότσκι υπήρξαν οι θεμελιωτές της Διεθνούς και οι συγγραφείς των περισσότερων ντοκουμέντων της (όπως πολύ εύκολα μπορεί να διαπιστώσει κανείς από τα πρακτικά). Η επιρροή της Διεθνούς παρουσίαζε διαρκή πρόοδο και νέα μαζικά κομμουνιστικά κόμματα σχηματίστηκαν σε ολόκληρο τον κόσμο με τεράστια επιρροή.
Ωστόσο, τα νεαρά κόμματα δεν αποδείχθηκαν έτοιμα να αντιμετωπίσουν τις τεράστιες δυσκολίες της επαναστατικής στρατηγικής. Τα μεγάλα επαναστατικά γεγονότα, που συνέβησαν στη Γερμανία (1918-1923), στην Ουγγαρία (1919), στην Ιταλία (1920), αλλά και στη Γαλλία, την Ιρλανδία, τη Βρετανία και την Ολλανδία, δεν ευοδώθηκαν εξαιτίας κυρίως του χαμηλού βαθμού ετοιμότητας των κομμουνιστικών κομμάτων. Αυτό το γεγονός είχε σαν αποτέλεσμα η ταξική πάλη να μπει σε ύφεση στην Ευρώπη, ενώ το πρώτο εργατικό κράτος, η καθυστερημένη και αγροτική σοβιετική Ρωσία, να παραμένει απομονωμένο, γεγονός που συνέβαλε καθοριστικά στον ταχύτατο γραφειοκρατικό εκφυλισμό του νέου καθεστώτος.
Η άνοδος της γραφειοκρατίας στην ΕΣΣΔ αποδείχθηκε καθοριστική για την πορεία της ίδιας της Κομμουνιστικής Διεθνούς τα επόμενα χρόνια. Από το 1922 και για τα υπόλοιπα 24 χρόνια ύπαρξής της, πραγματοποιήθηκαν μόλις τρία συνέδρια. Η Αριστερή Αντιπολίτευση στους κόλπους του Μπολσεβίκικου Κόμματος είχε αρχίσει να καταγγέλλει το γραφειοκρατικό εκφυλισμό του κομματικού μηχανισμού από τα μέσα του 1923, ενώ ο Λένιν ήταν ήδη άρρωστος και η παρουσία του στα πράγματα ολοένα και μειωνόταν.
Το Πέμπτο Συνέδριο (Ιούνιος-Ιούλιος 1924) έγινε λίγους μήνες μετά το θάνατο του Λένιν και είναι το πρώτο, στο οποίο εμφανίζεται ο Στάλιν σαν πολιτικός εκφραστής των συμφερόντων της ανερχόμενης προνομιούχας σοβιετικής γραφειοκρατίας, σε κεντρικό ρόλο. Το επόμενο διάστημα, διατυπώθηκε από τους Στάλιν και Μπουχάριν η θεωρία του «σοσιαλισμού σε μια χώρα» σαν το θεωρητικό επιστέγασμα της γενικότερης υποχώρησης της διεθνούς επανάστασης και του πολιτικού συντηρητισμού της ανερχόμενης σοβιετικής γραφειοκρατίας. Η ισχύς του Στάλιν μέσα στο ΚΚΣΕ και στη Διεθνή ενισχύθηκε και σταδιακά παγιώθηκε. Ο Ζηνόβιεφ, ο οποίος μαζί με τον Κάμενεφ είχε αρχικά στηρίξει τον Στάλιν («τρόικα») ενάντια στον Τρότσκι, το 1926 τέθηκε σε δυσμένεια και απομακρύνθηκε από τη θέση του γραμματέα της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Αντικαταστάτης του ήταν ο Μπουχάριν μέχρι το Έκτο Συνέδριο (Ιούλιος-Αύγουστος 1928), οπότε βρέθηκε και ο ίδιος σε δυσμένεια λόγω της διαφωνίας του με την εγκατάλειψη της ΝΕΠ (Νέα Οικονομική Πολιτική) από τον Στάλιν. Στα τέλη του 1927, ο Τρότσκι εκδιώχθηκε από το ΚΚΣΕ και τελικά εξορίστηκε.
Από το Έκτο Συνέδριο της Διεθνούς και έπειτα εγκαινιάζεται η περίφημη πολιτική της «Τρίτης Περιόδου». Κατά την περίοδο αυτή, τα Κομμουνιστικά Κόμματα πραγματοποίησαν μια υπερ-αριστερή στροφή και απέσυραν το «ενιαίο μέτωπο» από το πρόγραμμά τους. Πλέον, όλοι οι σοσιαλδημοκράτες εργάτες ήταν «σοσιαλφασίστες». Η τακτική αυτή έπαιξε καθοριστικό ρόλο σε μια σειρά μεγάλων ηττών με αποκορύφωμα την ανάπτυξη του φασισμού στην Ευρώπη και την άνοδο του Χίτλερ στη Γερμανία το 1933.
Το τελευταίο συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς (Έβδομο) πραγματοποιήθηκε τον Αύγουστο του 1935, όπου ο γραμματέας της Διεθνούς, ο Βούλγαρος Γκεόργκι Ντιμιτρόφ, εισηγήθηκε για λογαριασμό της ηγεσίας την τακτική του «Λαϊκού Μετώπου», εγκαινιάζοντας μια πορεία τελείως αντίθετη από αυτή του προηγούμενου συνεδρίου. Τώρα, η Διεθνής καλούσε τους κομμουνιστές σε συμμαχία με τους φιλελεύθερους αστούς ενάντια στο φασισμό, εγκλωβίζοντας τον αγώνα των εργατών μέσα στα όρια του καπιταλισμού. Η ανθρωπότητα έμπαινε πλέον στην πορεία της προς τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η τυπική διάλυση της Διεθνούς
Στις 15 Μαΐου του 1943, εν μέσω του πολέμου και αφού ο ρόλος της Κομμουνιστικής Διεθνούς είχε απολύτως απαξιωθεί εδώ και πολύ καιρό και είχε μετατραπεί από ένα μέσο προώθησης της διεθνούς προλεταριακής επανάστασης σ’ ένα διεθνές πρακτορείο της εξωτερικής πολιτικής της σοβιετικής γραφειοκρατίας, ο Στάλιν διέλυσε και τυπικά τη Διεθνή. Το επιχείρημα που χρησιμοποιήθηκε ήταν η αναγκαιότητα χτισίματος των εθνικών εργατικών κομμουνιστικών κομμάτων, παρομοιάζοντας την απόφασή του με τη διάλυση της Πρώτης Διεθνούς από τον Μαρξ το 1876(!!!).
Στην πραγματικότητα το άδοξο, τυπικό τέλος της Διεθνούς πήγαζε από τη διάθεση της Μόσχας να καθησυχάσει τους «συμμάχους» της, δείχνοντας την πρόθεσή της για μια μεταπολεμική «ειρηνική συνύπαρξη» της ΕΣΣΔ με το δυτικό ιμπεριαλισμό. Το γεγονός αυτό γίνεται φανερό εξάλλου από τις δεσμεύσεις που ανέλαβε ο Στάλιν στις διασκέψεις της Τεχεράνης (28 Νοεμβρίου–1 Δεκεμβρίου 1943), της Γιάλτας (4–11 Φεβρουαρίου 1945) και του Πότσδαμ (16 Ιουλίου–2 Αυγούστου 1945) που ακολούθησαν. Στο κλείσιμο του Πρώτου Συνεδρίου της ΚΔ, ο Λένιν σημείωνε:
«..Ανεξάρτητα από το πώς οι αστοί σε ολόκληρο τον κόσμο φρενιάζουν, κατά πόσο εκτοπίζουν, φυλακίζουν ή τουφεκίζουν Σπαρτακιστές και Μπολσεβίκους – τίποτα από αυτά πλέον δε θα τους βοηθήσει. Θα συμβάλουν μόνο στη διαφώτιση των μαζών, θα τις βοηθήσει να απαλλαγούν από τις παλιές αστικοδημοκρατικές προκαταλήψεις και θα τις ατσαλώσει στον αγώνα. Η νίκη της προλεταριακής επανάστασης σε ολόκληρο τον κόσμο είναι σίγουρη. Η ίδρυση της Διεθνούς Σοβιετικής Δημοκρατίας είναι καθ’ οδόν».
Oi προοπτικές του Λένιν τελικά δεν επιβεβαιώθηκαν. Οι ήττες των επαναστάσεων στην Ευρώπη συνέβαλαν καθοριστικά στην απομόνωση και τη σταδιακή γραφειοκρατικοποίηση του πρώτου νικηφόρου εργατικού κράτους, γεγονός που στη συνέχεια, με όργανο την σταλινοκρατούμενη Κομμουνιστική Διεθνή, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στις οδυνηρές ήττες σημαντικών επαναστατικών γεγονότων πριν και μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Σήμερα, το καθήκον της οικοδόμησης μιας γνήσιας Μαρξιστικής Διεθνούς μένει να ολοκληρωθεί από τις δικές μας γενιές. Η τεράστια κρίση του σύγχρονου καπιταλισμού φέρνει τον μαρξισμό στο προσκήνιο. Το ιστορικό καθήκον του σύγχρονου ανθρώπου τίθεται ξανά ως εξής: σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα. Εμπρός για τη Σοσιαλιστική Ομοσπονδία ολόκληρου του κόσμου!