Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΕπικαιρότηταΔιεθνήΟ πόλεμος της Σαουδικής Αραβίας στην Υεμένη: αυξανόμενες εντάσεις στη Μέση Ανατολή...

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Διεθνούς Μαρξιστικής Τάσης (IMT), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Ο πόλεμος της Σαουδικής Αραβίας στην Υεμένη: αυξανόμενες εντάσεις στη Μέση Ανατολή και η κρίση του Ιμπεριαλισμού

 

 

Από τις πρώτες πρωινές ώρες της Πέμπτης εκατοντάδες μαχητικά αεροπλάνα από τη Σαουδική Αραβία και μια ευρεία συμμαχία αραβικών κρατών, βομβαρδίζουν στόχους κατά μήκος της Υεμένης, σκοτώνοντας δεκάδες, καταστρέφοντας όλες τις κύριες διεξόδους και μεγάλο μέρος των σημαντικών υποδομών της χώρας. Για ακόμα μια φορά, η Υεμένη, η οποία είναι η φτωχότερη αραβική χώρα, έχει γίνει στόχος αγρίων επιθέσεων από το Σαουδικό καθεστώς.

Εκατοντάδες πολίτες, ανάμεσα τους πολλά παιδιά, έχουν ήδη σκοτωθεί, αλλά είναι ξεκάθαρο ότι αυτός ο αριθμός θα αυξηθεί δραματικά καθώς οι στόχοι των επιθέσεων μεταφέρονται σε περιοχές κατοικημένες από πολίτες, στη Sana’aκαι στα χωριά των Χούτι στο βορρά, που αναμένεται να βομβαρδιστούν βαριά. Το πρωί ένας καταυλισμός προσφύγων για εσωτερικά εκτοπισμένους πολίτες της Υεμένης βομβαρδίστηκε, σκοτώνοντας περίπου 40 ανθρώπους και τραυματίζοντας 30.

Εκτός της Σαουδικής Αραβίας, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Μπαχρέιν, το Κατάρ, η Ιορδανία, το Μαρόκο και το Σουδάν έστειλαν επίσης αεροσκάφη, ενώ η Αίγυπτος και η Ιορδανία προετοιμάζονταν για να λάβουν μέρος σε χερσαίες επιθέσεις αν καταστεί απαραίτητο. Το Ομάν είναι το μόνο κράτος του αραβικού κόλπου το οποίο δε συμμετέχει. Εκτός από 100 μαχητικά αεροπλάνα, η Σαουδική Αραβία έχει αφιερώσει και 150.000 στρατιώτες στην επιχείρηση, συγκεντρώνοντας τους στα μακρά σε μήκος και εύκολο να παραβιαστούν σύνορα της με την Υεμένη και απειλώντας με μια ακόμα πιο αιματηρή χερσαία εισβολή.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Βρετανία έχουν δηλώσει ότι δε θα συμμετάσχουν ευθέως στην επιχείρηση, αλλά θα παρέχουν υποστήριξη «υλικοτεχνική» και «πληροφοριών». Το Ισραήλ έχει επίσης ανοιχτά υποστηρίξει την επιχείρηση. Παρ’ όλα αυτά η Ε.Ε. ταλαντεύεται, και παρόλο που δεν καταδίκασε την κίνηση στο Χούτι, είπε ακόμα ότι οι βομβαρδισμοί της Σαουδικής Αραβίας έχουν «δραματικά χειροτερέψει την ήδη εύθραυστη κατάσταση στη χώρα και διακινδυνεύει να έχει σοβαρές συνέπειες στην περιοχή».

Ο Πρέσβης της Σαουδικής Αραβίας στις Η.Π.Α. είπε την Κυριακή ότι «ο πόλεμος (του) αυτός γίνεται για να προστατέψει τους ανθρώπους στην Υεμένη και τη νόμιμη κυβέρνηση από μια ομάδα που έχει συμμαχήσει και υποστηρίζεται από το Ιράν και τη Χεζμπολάχ» και αργότερα είπε «το κάνουμε αυτό για να προστατέψουμε την Υεμένη».
Το επίπεδο της υποκρισίας είναι αποκρουστικό. Το Σαουδικό καθεστώς σκοτώνει εκατοντάδες ανθρώπους και καταστρέφει ολόκληρες τις σημαντικές υποδομές μιας εξαιρετικά φτωχής χώρας προκειμένου να… «την προστατέψει»!

Η προστασία της Υεμένης και του λαού της δεν έχει καμία σχέση με αυτή την ιμπεριαλιστική περιπέτεια που έχει κυρίως ένα στόχο: να προστατέψει την άρχουσα τάξης της Σαουδικής Αραβίας και τα στενά, μικροπρεπή συμφέροντα της στη Μέση Ανατολή, τα οποία βρίσκονται σε ευθεία αντίθεση με αυτά των φτωχών και εκμεταλλευόμενων ανθρώπων της περιοχής.

Για χρόνια, η Σαουδική Αραβία υποστήριζε τον πρώην δικτάτορα της Υεμένης, Ali Abdullah Saleh, ο οποίος ήταν μισητός από το λαό και τελικά ανατράπηκε κατά τη διάρκεια της Αραβικής Επανάστασης. Τότε, οι σαουδάραβες, μαζί με τους υπόλοιπους δικτάτορες των κρατών του κόλπου, ελίχθηκαν για να εγκαταστήσουν στην προεδρία τον Abdrabbuh Manson Houdi, ο οποίος ήταν αντι-πρόεδρος για 17 χρόνια πριν την επανάσταση. Ωστόσο, μετά την τοποθέτηση του στην εξουσία, η υποστήριξη του Houdi γρήγορα εξανεμίστηκε όταν οι μάζες αντιλήφθηκαν ότι η διαφθορά, η οικογενειοκρατία και ο φυλετισμός παρέμειναν στη θέση τους και ότι η φτώχεια και η μιζέρια μεγάλωσαν. Ο Hadi επέβαλε επίσης σκληρά μέτρα λιτότητας στον πληθυσμό, το 60% των οποίων ήδη ζει κάτω από συνθήκες μεγάλης φτώχειας. Γι’αυτό το λόγο, για να μπορέσει να κυβερνήσει, ο Hadi σταδιακά στηριζόταν σε διαφορετικές φατρίες που κυριαρχούσαν σε διαφοτερικές περιοχές της Υεμένης. Συγκεκριμένα, στηρίχθηκε στο φυλετικό-ισλαμικό Islah Party, ενώ το φυλετικό κίνημα των Χούτι και οι Zaydi, που αριθμούν κοντά στο 40% του πληθυσμού περιθωριοποιήθηκαν όπως συνέβαινε τα τελευταία 60 χρόνια.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, οι Χούτι κατάφεραν να δυναμώσουν και να ελέγξουν μεγάλα τμήματα του Βορρά. Τα συνθήματά τους ενάντια στον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, ενάντια στη διαφθορά, τη φτώχεια και τη λιτότητα βρήκαν ακροατήρια στην πλειοψηφία της φτωχής νεολαίας κυρίως στο Βορρά όπου η πλειοψηφία είναι Shias. Από τη στιγμή που οι Χούτι κατέλαβαν την εξουσία ο “νόμιμος πρόεδρος” Hadi δεν είχε καμία απολύτως βάση υποστήριξης και παραμερίστηκε εύκολα, χωρίς σχεδόν καθόλου αντιστάσεις.

Στο νότο, ο Hadi δεν αντιμετωπίζει μια καλύτερη κατάσταση. Εδώ κατάφερε να προκαλέσει την οργή του αποσχιστικού κινήματος και να σπρώξει ένα τμήμα του πληθυσμού στα χέρια ισλαμικών ομάδων μέσω της ανοικτής συνεργασίας του με τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό στον οποίο επέτρεψε να πραγματοποιήσει μέσα στη χώρα ένα στρατιωτικό πρόγραμμα με drones (μη επανδρωμένα αεροσκάφη). Τελικά, το τελευταίο καταφύγιο του Hadi ήταν η νότια πόλη του Aden, εναντίον της οποίας, αναπτύσσονται οι Χούτι.

Σαουδική Αραβία και Ιράν

Οι Σαουδάραβες δε θα μπορούσαν να αποδεχτούν την αποσύνθεση της Υεμένης και την πτώση της στα χέρια των δυνάμεων που υποστηρίζονται από το Ιράν στα νότια σύνορα.

Από τον πόλεμο στο Ιράκ, το Ιράν έχει αναδειχθεί στην μεγαλύτερη απειλή για τη θέση της Σαουδικής Αραβίας στην περιοχή. Η διαμάχη αυτή αναπτύχθηκε με αυξημένες εντάσεις ανάμεσα σε κράτη-εντολοδόχους (επιρροές) της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράν στη περιοχή – εντάσεις που οδηγήθηκαν σε έναν όλο κι αυξανόμενο θρησκευτικό σεχταριστικό χαρακτήρα.

Ενώ οι Χούτι δεν είναι απόλυτα ελεγχόμενοι από το Ιράν, είναι ξεκάθαρο ότι οι “Ιρανικοί Φρουροί της Επανάστασης” τους υποστηρίζουν οικονομικά και στρατιωτικά, καθώς επίσης και πολιτικά συμβουλεύοντας τους Χούτι στον τρόπο ανάπτυξης ενός πολιτικού κινήματος που αντιστοιχεί με αυτό της Hezbollah στο Λίβανο. Οι ίδιοι οι φρουροί της Επανάστασης υποστηρίζουν ότι έχουν ως προσωπικό 300-400 άτομα που δουλεύουν με τους Χούτι στην Υεμένη. Αλλά για τους Σαουδάραβες, η επέκταση της επιρροής των Χούτι αντιπροσώπευε έναν κίνδυνο και αποφάσισαν να τους δώσουν ένα μάθημα…

Για χρόνια, ο ανταγωνισμός ανάμεσα στο καθεστώς της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράν λειτουργούσε υπόγεια και μέσω περιοχών επιρροής των δύο κρατών – Ιρακ, Συρία, Λίβανος, Πακιστάν, Αίγυπτος, Μπαχρέιν κ.α. – αλλά η επίθεση στην Υεμένη είναι ένα σημείο καμπής. Για πρώτη φορά, η διαμάχη εμφανίζεται καθαρά – τουλάχιστον από τη πλευρά της Σαουδικής Αραβίας. Αυτό αποτελεί ένα σημάδι για τις τεράστιες αντιφάσεις που έχουν συσσωρευτεί στη περιοχή. Ο βομβαρδισμός της Υεμένης αποτελεί ένα μήνυμα στη Τεχεράνη για τις ικανότητες της Σαουδικής Αραβίας.

Το σχίσμα ΗΠΑ-Σαουδικής Αραβίας

Οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ και της Βρετανίας έχουν επίσης υποστηρίξει επίσημα αυτή την εκστρατεία. Εκθέτοντας τη κυνική και υποκριτική φύση του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, οι ΗΠΑ άλλαζαν συμμάχους στην Υεμένη σαν τα πουκάμισα. Αρχικά, υποστήριζαν τον Saleh για περισσότερα από 30 χρόνια, έπειτα υποστήριξαν τον Hadi, μετά βρήκαν ένα τρόπο να συνεργαστούν με τους Χούτιs(κυρίως ενάντια στην Al Qaeda) και τώρα βρίσκονται στη πέρα όχθη του ποταμού, ξανά ως σύμμαχοι της Σαουδικής Αραβίας στο πόλεμο ενάντια στην Υεμένη και στους Χούτιs.(Γεγονός που χωρίς αμφιβολία, θα ενισχύσει σημαντικά την Al Qaeda).

Ωστόσο, αυτό δεν αλλάζει το γεγονός ότι οι αμερικάνοι – που ιστορικά βρίσκονται πολύ κοντά στους Σαουδάραβες – δεν ενημερώθηκαν για την επίθεση που αποφασίστηκε πίσω από την πλάτη τους, μαζί με άλλους πρώην στενούς συνεργάτες των ΗΠΑ στη περιοχή όπως η Αίγυπτος, η Ιορδανία, το Πακιστάν και το Κουβέιτ.

Στην πραγματικότητα, για τους Σαουδάραβες η επίθεση ήταν ακόμα μια επίδειξη δύναμης απέναντι στις ΗΠΑ. Αυτό εκφράστηκε ξεκάθαρα από τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Benjamin Netanyahu, οποίος είπε ότι ο “άξονας Ιραν-Λωζάνης (βλέπε ΗΠΑ)-Υεμένης” πρέπει να σταματηθεί.

Αυτό δείχνει μια βαθιά έλλειψη εμπιστοσύνης, που έχει αναπτυχθεί ανάμεσα στους παραδοσιακούς συμμάχους των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή από τον πόλεμο στο Ιράκ, στο γεγονός ότι δεν ενεργεί αποφασιστικά για να αντιμετωπίσει την άνοδο της ιρανικής επιρροής. Δεν είναι τυχαίο ότι η επίθεση στην Υεμένη πραγματοποιήθηκε μόνο μερικές μέρες πριν από τη προθεσμία που έχουν οι ΗΠΑ και το Ιραν για τη συμφωνία πάνω στα πυρηνικά θέματα.

Ο Ιρανός υπουργός Εξωτερικών, Mohammed Javad Zarif, είπε ότι ο πόλεμος στην Υεμένη δε θα επηρεάσει τις διαπραγματεύσεις. Όμως θα ήταν παιδιάστικο να τον πιστέψει κανείς. Σίγουρα θα επηρεάσει τις διαπραγματεύσεις καθώς αυτές εστιάζουν κυρίως γύρω από το ρόλο του Ιράν στη Μέση Ανατολή και τη σχέση του με τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό.

Η χαλάρωση των σχέσεων ΗΠΑ-Ιράν

Ο ανταγωνισμός μεταξύ Σαουδικής Αραβίας και Ιράν δεν είναι ένα καινούριο φαινόμενο. Ωστόσο, από την εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ οι εντάσεις αυξάνονται μέρα με τη μέρα. Η αμερικάνικη κατοχή, καταστρέφοντας το κράτος και τις ένοπλες δυνάμεις του Σαντάμ, εκτόπισε τη μεγαλύτερη δύναμη ελέγχου του Ιράν και του στρατού του, ο οποίος ήταν πλέον ελεύθερος να παρεμβαίνει στην περιοχή. Αυτό δημιούργησε μια μεγάλη απειλή για τη Σαουδική Αραβία και τα Κράτη του Κόλπου τα οποία θα μπορούσαν να γίνουν υπερβολικά αδύναμα σε μια πιθανή επίθεση του Ιρανικού στρατού.

Ακόμα πιο σημαντικό, ωστόσο, είναι ότι ο χώρος για μανούβρες για τον Αμερικάνικο ιμπεριαλισμό έχει μειωθεί σημαντικά από την ήττα στο Ιράκ μαζί με την οικονομική κρίση-η οποία έχει βαθύνει περισσότερο εξαιτίας των πολέμων- και την επακόλουθη αποθάρρυνση και τη μαζική εναντίωση στον πόλεμο στο εσωτερικό των ΗΠΑ. Η Αραβική επανάσταση και η αλλαγμένη διάθεση των μαζών έθεσε ακόμη μεγαλύτερα εμπόδια στο δρόμο της αμερικάνικης στρατιωτικής δραστηριότητας στην περιοχή. Μη όντας ικανός να παρέμβει ελεύθερα στρατιωτικά, ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός έπρεπε σταδιακά να βασίζεται σε άλλες δυνάμεις-ήτοι στο Ιράν- ώστε να υπερασπίσει τα συμφέροντά του στην περιοχή.

Στο Ιράκ η εξάρτηση των ΗΠΑ από το Ιράν έχει γίνει ξεκάθαρη εδώ και πολλά χρόνια. Ωστόσο, η άνοδος του Ισλαμικού Κράτους (ISIS) και η επακόλουθη κατάρρευση του Ιρακινού κράτους έσπρωξε τους Αμερικάνους πιο κοντά στους Ιρανούς. Ενώ οι Κούρδοι στο βορρά κατάφεραν να διώξουν το Ισλαμικό Κράτος έξω από την περιοχή τους, έχει γίνει πλέον ξεκάθαρο ότι οι μόνοι ικανοί στρατιώτες για να πολεμήσουν το ΙΚ στο υπόλοιπο της χώρας είναι οι ιρανοί.

Στη Συρία, το σενάριο είναι παρόμοιο. Κατά τη διάρκεια των προηγούμενων δύο χρόνων, και ιδιαίτερα από το τελευταίο καλοκαίρι, οι ΗΠΑ πολεμούν ντε φάκτο στο πλευρό του καθεστώτος του Άσαντ εναντίον των διάφορων Ισλαμικών ομάδων, ιδιαίτερα εναντίον του Ισλαμικού κράτους. Τα κράτη του Κόλπου, η Τουρκία, η Ιορδανία και η Υεμένη από την άλλη, βρέθηκαν στην άλλη πλευρά της μοιρασιάς, υποστηρίζοντας διαφορετικές σεκταριστικές ομάδες στην πάλη τους εναντίον του Άσαντ, ο οποίος είναι κοντά στους Ιρανούς.

Στη διάρκεια του περασμένου χρόνου το Ισραήλ συνεργαζόταν ενεργά με το Συριακό τμήμα της Αλ Κάιντα, το Τζαμπχάτ αλ Νούσρα, μια ομάδα η οποία νωρίτερα αυτόν το χρόνο διέλυσε τα τελευταία απομεινάρια του Κινήματος ΧΑΖΜ, το οποίο είναι ένα από τις λίγες ομάδες που επίσημα υποστηρίχτηκαν από τις ΗΠΑ. Το Ισραήλ προμήθευε με όπλα και εναέρια κάλυψη τους στρατιώτες του αλ Νούσρα οι οποίοι επίσης νοσηλεύονται σε Ισραηλινά νοσοκομεία.

Η Τουρκία επίσης υποστηρίζει το Τζαμπχάτ αλ Νούσρα και ως ένα συγκεκριμένο σημείο επίσης το ΙΚ, προμηθεύοντάς τους με όπλα επιτρέποντάς τους να καταφεύγουν μέσα στα σύνορά της. Φυσικά η μεγαλύτερη υποστήριξη για τις Ισλαμικές ομάδες στο εσωτερικό της Συρίας ήρθε από τον Κόλπο που εισέρρεαν ιδιωτικά και κρατικά χρήματα σε μια μυριάδα ομάδων και πολιτοφυλακών. Για τις ΗΠΑ ωστόσο, το καθεστώς του Άσαντ είναι η μοναδική επιλογή για την εγκαθίδρυση κάποιου είδους σταθερότητας στην περιοχή.

Στο Λίβανο η κατάσταση γίνεται παρόμοια. Το κράτος αναγκάζεται υπερβολικά να στηρίζεται στους στρατιώτες της Χεζμπολλάχ στη πάλη της εναντίον του Σουνίτικου φονταμενταλισμού στα βόρεια της χώρας όπου εκατοντάδες χιλιάδες Σύριων έχουν καταφύγει.

Ο δημοσιογράφος Roger Cohen των New York Times, έγραψε: «Αλλά η Ισλαμική Δημοκρατία επέδειξε ξανά μια βαθειά εδραιωμένη ελαστικότητα. Για τα Συριακά, Ιρακινά, Αφγανικά και Αιγυπτιακά δεδομένα αποτελεί ένα νησί σταθερότητας.»

Στην Υεμένη η ίδια διαδικασία έλαβε χώρα. Ενώ η κυβέρνηση του Χάντι κατέρρεε, ανοίγοντας χώρο για μαζική αστάθεια και την άνοδο της Αλ Κάιντα, οι δυνάμεις που υποστηρίζονται από το Ιράν αποδείκνυαν ότι είναι ο πιο σταθερός παράγοντας. Οι Foreign Affairs, αντανακλώντας τη διάθεση που υπάρχει στο κυρίαρχο στρώμα της άρχουσας τάξης των ΗΠΑ έγραψαν:
«Οι Ηνωμένες Πολιτείες ίσως χρειάζεται να δουν πέρα από συνθήματα που σπέρνουν πανικό και το κάψιμο σημαιών ώστε να ανοίξουν μια άμεση γραμμή επικοινωνίας με την ηγεσία των Χούθι. Η κυβέρνηση του Χάντι είναι ανίσχυρη και έχει αποφύγει μια πολιτική αναμέτρηση με τη νέα κυβέρνηση των Χούθι με την επίγνωση ότι στερείται επαρκή δημόσια και φυλετική υποστήριξη ώστε να διεξάγει μια εκστρατεία ενάντια στους Χούθι. Οι πιστοί στην οικογένεια Χούθι έχουν αναδειχθεί ως μια από τις πιο αξιόπιστες στρατιωτικές δυνάμεις που μάχονται τον επεκτατισμό της αλ Κάιντα και του Ισλαμικού κράτους του Ιράκ και της αλ-Σαμ στην Αραβική Χερσόνησο. Εάν η Δύση γυρίσει την πλάτη της στην ηγεσία των Χούθι εξαιτίας συνθημάτων, καιροσκοπικής βοήθειας από το Ιράν, ή τις διαμαρτυρίες του Χάντι, μπορεί να καταλήξει στην εγκατάλειψη ενός σημαντικού συνεργάτη στη Μέση Ανατολή.»

Αυτό θέτει καθαρά το πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός. Οι ΗΠΑ δεν έχουν άλλη επιλογή παρά να συμβιβαστούν με τους Ιρανούς. Αυτή είναι η πραγματική συζήτηση στις διαπραγματεύσεις για τα πυρηνικά. Τα γεγονότα έχουν αλλάξει την ισορροπία των δυνάμεων στην περιοχή προς όφελος του Ιράν, και καμιά ποσότητα ευσεβούς πόθου δε μπορεί να το αλλάξει αυτό. Οι διαπραγματεύσεις είναι ένα μέσο για να επισημοποιήσει τη νέα κατάσταση. Η ερώτηση δεν είναι αν θα υπάρξει συμφωνία, αλλά τι είδους συμφωνία θα είναι αυτή και πως θα μπορέσει να εφαρμοστεί.
Σαουδική Αραβία-ένα έθνος σε κρίση

Ωστόσο, το ερώτημα δεν είναι τόσο απλό για τους Σαουδάραβες. Για τη Σαουδική Αραβία, το Ιράν είναι μια υπαρκτή απειλή. Παρά τον αμύθητο πλούτο του, ο οίκος των Σαούντ και το έθνος της Σαουδικής Αραβίας- σε αντίθεση με το Ιράν- είναι ένα πολύ αδύναμο έθνος. Οι εργαζόμενοι και η νεολαία δεν έχουν καθόλου πίστη σε αυτό το κράτος ή καθεστώς που το βλέπουν ως αθέμιτο από κάθε άποψη.

Απωθούνται από τις άρχουσες φυλές που ζουν μέσα σε απόλυτη χλιδή και ηθική κατάπτωση ενώ δεν αφήνουν στην πλειοψηφία χώρο ώστε να ανασάνει. Αυτή η υποκρισία είναι ακόμα περισσότερο απωθητική για τον Μουσουλμανικό Σαουδαραβικό λαό υπό το πρίσμα του αυτό-ανακηρυσσόμενου ρόλου της άρχουσας κλίκας ως οι ‘’προστάτες της Μέκκας’’.

Η Σιιτική μειοψηφία της χώρας, η οποία ζει κυρίως στις περιοχές της χώρας που είναι πλούσιες σε πετρέλαιο, έχει υπάρξει για δεκαετίες πολύ καταπιεσμένη και αντιπροσωπεύει μια εσωτερική απειλή. Από την άλλη μεριά, ανάμεσα στον Σουνιτικό πληθυσμό υπάρχει επίσης ένα σημαντικό στρώμα ανθρώπων που είναι δυσαρεστημένοι με το βασίλειο, το οποίο πιστεύουν πως θα έπρεπε να είναι Χαλιφάτο. Για χρόνια οι Σαουδάραβες έστελναν τους Γουαχάμπι Σουνίτες φονταμενταλιστές στο εξωτερικό όπως για παράδειγμα στο Αφγανιστάν, στο Πακιστάν κλπ. Ωστόσο, υπάρχουν ακόμα χιλιάδες υποστηριχτές της Αλ Κάιντα και πρόσφατα του Ισλαμικού Κράτους, οι οποίοι αντιτίθενται βίαια στο βασίλειο, και παραμένουν στο εσωτερικό της χώρας.

Αυτό εξηγεί γιατί ο Σαουδαραβικός Στρατός, ο οποίος είναι ο τέταρτος πιο δαπανηρός στον κόσμο, δεν έχει εμπλακεί ποτέ σε πόλεμο. Όταν οι Σαουδάραβες κινήθηκαν για να συντρίψουν την επανάσταση στο Μπαχρέιν το 2011 στηρίχθηκαν εν πολλοίς σε Πακιστανούς στρατιώτες και μισθοφόρους. Ο Οίκος των Σαούντ πρόσφατα κάλεσε τον Πακιστανικό στρατό να παραταχθεί στα Ιρακινο-Σαουδαραβικά σύνορα για να υπερασπίσει τη χώρα σε περίπτωση εισβολής του Ισλαμικού Κράτους. Είναι φανερό ότι το βασίλειο δεν εμπιστεύεται τις ίδιες του τις δυνάμεις που θα μπορούσαν επιπλέον να στρέψουν τα ακριβά τους όπλα ενάντια στο ίδιο το βασίλειο. Αυτό θέτει το καθεστώς σε μια αδύναμη θέση όταν έρχεται αντιμέτωπο με μια εξωτερική απειλή.

Η Σαουδική δικτατορία ταρακουνήθηκε εκ βάθρων από την Αραβική επανάσταση που την είδαν ως μια άμεση απειλή και για τη δική τους εξουσία. Φοβήθηκαν ότι η επανάσταση θα μπορούσε να εμπνεύσει τους φτωχούς, τους καταπιεσμένους- οι οποίοι είναι αρκετοί στη Σαουδική Αραβία- και τη νεολαία για να επαναστατήσουν.

Έτσι, η αποτυχία του Ομπάμα να υποστηρίξει τον κοινό τους σύμμαχο, Χόσνι Μουμπάρακ, κατά τη διάρκεια της Αιγυπτιακής επανάστασης περίπλεξε περαιτέρω τις σχέσεις των ΗΠΑ με το βασίλειο το οποίο έχασε την εμπιστοσύνη στην ικανότητα των ΗΠΑ να τρέξουν σε βοήθειά του σε περίπτωση που οι Σαουδαραβικές μάζες κινητοποιούνταν. Από αυτό το σημείο κι ύστερα, οι Σαουδάραβες έλαβαν μια όλο και πιο ανεξάρτητη στάση και σταδιακά άρχισαν να αποκλίνουν από τα συμφέροντα των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή.

Μια απελπιστική κατάσταση ζητάει απελπισμένα μέτρα

Ο κίνδυνος να έχει η Σαουδική Αραβία μια χώρα κυβερνώμενη από Σιίτες, στηριζόμενη από το Ιράν στα σύνορά της, ήταν πολύ μεγάλος. Ενώ αυτό θα μπορούσε να εκληφθεί ως αδράνεια, από τα τμήματα σουνιτών ισλαμιστών του καθεστώτος, θα ήταν επίσης μήνυμα προς τους καταπιεσμένους Σιίτες του ίδιου του βασιλείου να επαναστατήσουν. Αυτό θα σήμαινε την απώλεια της “δικιάς τους” σφαίρας επιρροής προς όφελος των Ιρανών που θα το χρησιμοποιήσουν ως βάση για να πιέσουν τους Σαουδάραβες ακόμη περισσότερο.

Οι Σαουδάραβες έχουν θορυβηθεί επίσης από το πόσο εύκολα οι Αμερικανοί προσαρμόστηκαν στη νέα κατάσταση. Μόλις πριν από λίγους μήνες, όταν ρωτήθηκε για τις σχέσεις με τους Χούτις, αφότου ανέλαβαν την εξουσία στη Σαναά, ένας Αμερικανός αξιωματούχος δήλωσε: «Δεν είναι ο στρατιωτικός μας στόχος. Είναι η AQAP (Αλ Κάιντα στην Αραβική Χερσόνησο) και πρέπει να μείνουμε συγκεντρωμένοι σε αυτό.»

Για τους Σαουδάραβες αυτό ήταν μια κόκκινη γραμμή. Ο Mustafa Alani του Gulf Research Center με έδρα το Ντουμπάι, είπε στην Washington Post: «Ξεκίνησε με το Λίβανο, τη Συρία, στη συνέχεια το Ιράκ και τώρα η Υεμένη. Είναι σαν ένα ντόμινο, και στην Υεμένη γίνεται η πρώτη προσπάθεια για να σταματήσει το ντόμινο. Τώρα η περιοχή έχει αφυπνιστεί, με μια αντιτρομοκρατική στρατηγική, και η Υεμένη είναι το πεδίο δοκιμών. Δεν είναι μόνο για την Υεμένη, έχει να κάνει με την αλλαγή της ισορροπίας δυνάμεων στην περιοχή.» Ο Αλάνι πήγε για να κατηγορήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες για την συμφωνία που πραγματοποίησαν με το Ιράν για την επέκταση της ιρανικής επιρροής που προκάλεσε τη Σαουδική παρέμβαση. «Δεν είναι μόνο η ιρανική πυρηνική βόμβα που αποτελεί πρόβλημα, είναι και η ιρανική συμπεριφορά η οποία είναι ίση με μία πυρηνική βόμβα.»

Οι δεσπότες του Κόλπου φοβούνται ότι θα χάσουν τη θέση τους, την εξουσία τους και τα προνόμια τους. Αυτός ο φόβος είναι η κύρια κινητήρια δύναμη πίσω από τις ενέργειές τους. Σαν ένα πληγωμένο ζώο παγιδευμένο σε μια γωνιά, το σάπιο δεσποτικό καθεστώς μαστιγώνεται σε μια υπαρξιακή πάλη που είναι καταδικασμένη να χάσει αργά ή γρήγορα. Αυτός είναι και ο λόγος που έχουν ανακοινώσει τη δημιουργία κοινών αραβικών ενόπλων δυνάμεων να παρεμβαίνουν στην περιοχή, παρακάμπτοντας τις ΗΠΑ και τον ευρωπαϊκό ιμπεριαλισμό. Αν αυτό θα υλοποιηθεί είναι άλλο ζήτημα, μιας και οι Άραβες ηγέτες έχουν πολλές αντιφάσεις μεταξύ τους αλλά και στο εσωτερικό των χωρών τους.

Η αποστολή χερσαίων δυνάμεων στην Υεμένη, ωστόσο, είναι μια πολύ κοντόφθαλμη και απελπισμένη κίνηση. Εκτός από την αδυναμία του Σαουδικού στρατού, η Υεμένη είναι μια χώρα με πολύ σκληρό έδαφος και οι Χούτις είναι ένας σκληραγωγημένος λαός. Ο Abdullah Saleh, ο προηγούμενος πρόεδρος, που συνεργάζεται τώρα με τους Χούτις, εξαπέλυσε έξι πολέμους εναντίον τους, αλλά ποτέ δεν έχουν ηττηθεί πλήρως στο αφιλόξενο έδαφος που κατοικούν στα βόρεια ορεινά της χώρας. Οι πολίτες της Υεμένης είναι περήφανοι άνθρωποι που περιφρονούν το Σαουδικό ιμπεριαλισμό. Έτσι, μια κατάληψη θα σήμαινε κατά πάσα πιθανότητα την ενίσχυση των Χούτι και της Αλ Κάιντα μεταξύ των στρωμάτων όπου δεν έχουν καμία υποστήριξη πριν. Στο τέλος, το αποτέλεσμα μπορεί να είναι μόνο μια ήττα για τους Σαουδάραβες και την ενίσχυση των Χούτι μεταξύ του πληθυσμού.

Ταυτόχρονα οι Σαουδάραβες αυξάνουν την πιθανότητα επιθέσεων στη Σαουδική Αραβία, κάτι που οι Χούτις έχουν δείξει ότι είναι ικανοί να κάνουν. Στον προηγούμενο πόλεμο των Σαουδάραβων εναντίον των Χούτις το 2009, οι αντάρτες πήραν τον έλεγχο μιας ορεινής περιοχής μέσα στη Σαουδική Αραβία, στην παραμεθόρια περιοχή του Jabal al-Dukhan και κατέλαβαν ακόμα δύο χωριά μέσα στο Σαουδικό έδαφος για περισσότερο από μία εβδομάδα. Οι Σαουδικές παραμεθόριες περιοχές Asir, Najran, και Jizan ήταν αρχικά περιοχές της Υεμένης που προσαρτήθηκαν στη Σαουδική Αραβία μετά την ήττα του Βασιλείου της Υεμένης το 1934. Εκεί ζουν Σιιτικές φυλές Zaydi των οποίων η πίστη βρίσκεται πιο κοντά με το κίνημα των Χούτι από ό, τι με την κυβέρνηση της Σαουδικής Αραβίας.
Έτσι, οι Σαουδάραβες μπορεί να είναι σε θέση να ανατρέψουν τους Χούτι από την εξουσία, αλλά δεν θα είναι σε θέση να τους εξολοθρεύσουν και να τους αντικαταστήσουν με μια αδύναμη κυβέρνηση που θα χρειάζεται μόνιμη υποστήριξη. Αυτό θα σημάνει μια μεγάλη αιμορραγία των πόρων της Σαουδικής Αραβίας προς όφελος της περαιτέρω εσωτερικής αστάθειας – κάτι που οι Ιρανοί θα αξιοποιήσουν στο έπακρο. Η πιθανότητα της διάσπασης της Σαουδικής Αραβίας μακροπρόθεσμα, είναι αυτονόητη.

Περισσότερη ένταση

Φυσικά, για τους Ιρανούς ο πόλεμος στην Υεμένη είναι μια μεγάλη πρόκληση. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα αυξήσουν την υποστήριξή τους προς τους αντιπροσώπους τους στην περιοχή. Ειδικότερα το Μπαχρέιν, που έχει μεγάλο πληθυσμό Σιιτών, θα είναι στόχος για τους Ιρανούς. Σε μια πρόσφατη ομιλία του, ο Χασάν Νασράλα, ηγέτης της Χεζμπολάχ στο Λίβανο, δήλωσε: «Το Μπαχρέιν είναι σαν οποιαδήποτε άλλη χώρα στον κόσμο και είναι δυνατό να στείλει όπλα και μαχητές, ακόμη και στις πιο αυστηρά ελεγχόμενες χώρες του κόσμου.»

Θα μπορούσαν επίσης να παρέμβουν πιο άμεσα στο Ιράκ και τη Συρία. Οι Ιρανοί θα μπορούσαν να εντείνουν τις δραστηριότητές τους στους τομείς όπου κυριαρχούν οι Σιίτες στην ίδια τη Σαουδική Αραβία, έτσι ώστε να απειλήσουν τα Αραβικά συμφέροντα. Δεδομένου ότι τα αραβικά καθεστώτα-μαριονέτες έχουν τεθεί σε κρίση, το Ιράν παραμένει ένα από τα λίγα πραγματικά έθνη με ισχυρό στρατό στην περιοχή. Αυτό σημαίνει ότι η εξάρτηση των ΗΠΑ από την Ισλαμική Δημοκρατία θα αυξηθεί περαιτέρω.

Στο τέλος, είναι σαφές ότι το Ιράν θα γίνει η κυρίαρχη δύναμη στην περιοχή. Αυτό θα είναι μια ακόμη μεγαλύτερη απειλή για την Σαουδική άρχουσα τάξη που θα κλιμακώσει τη σύγκρουση. Για τους Σαουδάραβες αυτό είναι ένα ζήτημα ζωής και θανάτου, πράγμα που σημαίνει ότι καμία επιλογή δεν μπορεί να αποκλειστεί.

Η κρίση του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού

Σε τελική ανάλυση, το χάος, η αναρχία και η βαρβαρότητα που εξαπλώνεται σε όλη τη Μέση Ανατολή μπορεί να αποδοθεί στον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό και στην άπειρή του αλαζονεία. Από το τέλος του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου έχει εξαπλώσει σεκταρισμό, φονταμενταλισμό και έχει υπάρξει ο υποστηρικτής ατελείωτων αντιδραστικών δυνάμεων στη Μέση Ανατολή. Ωστόσο, τώρα εισέρχεται σε μια κρίση που περιορίζει την προέκταση των ιμπεριαλιστικών του φτερών. Τοιουτοτρόπως οι αντιδραστικές δυνάμεις που στήριξε και δημιούργησε ξεφεύγουν από τον έλεγχό του.

Οι Σαουδάραβες απαιτούν αλλαγή της πολιτικής των ΗΠΑ, αλλά αυτό δεν έχει αποφασιστεί από ιδιώτες, αλλά από υλικά συμφέροντα. Η σχέση με τους Σαουδάραβες έχει αλλάξει δεδομένου ότι οι υλικές συνθήκες έχουν αλλάξει. Στη δεκαετία του 1980 ο ρόλος του πετρελαίου της Σαουδικής Αραβίας στην παγκόσμια αγορά ήταν πολύ σημαντικός και ειδικότερα για τις ΗΠΑ, μιας και ήταν διατεθειμένες να πάνε σε πόλεμο για να υπερασπιστούν τη Σαουδική άρχουσα τάξη ενάντια σε επανάσταση ή οποιοδήποτε άλλο λαϊκό κίνημα. Σήμερα, ωστόσο, δεν υπάρχει πλέον τέτοια περίπτωση. Οι ΗΠΑ έχουν μεταβληθεί από μεγαλύτερος αγοραστής του πετρελαίου της Σαουδικής Αραβίας σε σημαντικό ανταγωνιστή. Αυτό όχι μόνο αντιπροσωπεύει μια απειλή για τα κέρδη της Σαουδικής άρχουσας τάξης, αλλά και για το ρόλο τους στην παγκόσμια πολιτική σκηνή. Το αποτέλεσμα ήταν ένας πόλεμος τιμών που υποκινήθηκε από τους Σαουδάραβες εν μέρει κατά της βιομηχανίας σχιστόλιθου πετρελαίου των ΗΠΑ και εν μέρει κατά του Ιράν.

Έτσι, όσον αφορά τις τιμές του πετρελαίου οι Σαουδάραβες αποτελούν πηγή αστάθειας, παρά σταθερότητας. ο Σαουδικός πόλεμος τιμών εναντίον των εταιρειών σχιστόλιθου των ΗΠΑ απειλεί μέχρι ένα εκατομμύριο θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ. Την ίδια στιγμή, η Κίνα έχει καταστεί ο μεγαλύτερος αγοραστής πετρελαίου της Σαουδικής Αραβίας.

Αυτή τη στιγμή, ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός δεν μπορεί και δεν θα κόψει τους δεσμούς με τους Σαουδάραβες, που είναι ζωτικής σημασίας για την εξασφάλιση των παγκόσμιων τιμών της ενέργειας, καθώς και τις στρατιωτικές επιχειρήσεις των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή. Αλλά είναι σαφές ότι η σχέση τους βρίσκεται στο πιο αδύναμο σημείο στην ιστορία της Σαουδικής Αραβίας και υπάρχει ένα διευρυνόμενο χάσμα μεταξύ των συμφερόντων των δύο κυρίαρχων τάξεων.
Στη Μέση Ανατολή η κρίση του ιμπεριαλισμού των ΗΠΑ είναι προφανής. Οι Σαουδάραβες χτίζουν το δικό τους στρατό πέρα από τον έλεγχο του αμερικανικού ιμπεριαλισμού.

Το Ισραήλ είναι ανοιχτά σε σύγκρουση με την κυβέρνηση των ΗΠΑ, φτάνοντας μέχρι το σημείο να καταγράφει τις διαπραγματεύσεις με το Ιράν και να παίζει τις ηχογραφήσεις για τους Ρεπουμπλικανους εχθρούς της στο σπίτι. Επίσης, συνεργάζεται ανοιχτά με την Αλ Κάιντα στη Συρία. Η σχέση μεταξύ των ΗΠΑ και του Ισραήλ δεν ήταν ποτέ τόσο τεταμένες όσο είναι σήμερα. Μετά την εκλογική νίκη του Νετανιάχου, η κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν τον συνεχάρη. Αντίθετα, ο Τζον Κέρι απέστειλε επιστολή επικρίνοντας την ρητορική του Νετανιάχου κατά τη διάρκεια των εκλογών.

Εν τω μεταξύ, η Ισραηλινή εξάρτηση από την βοήθεια των ΗΠΑ έχει μειωθεί αισθητά. Από το 20-30 τοις εκατό του ΑΕΠ κατά το παρελθόν, η βοήθεια των ΗΠΑ προς το Ισραήλ σήμερα είναι περίπου δύο τοις εκατό του ΑΕΠ. Οι Ισραηλινοί ταπεινώνουν τους Αμερικανούς σε καθημερινή βάση και ο Νετανιάχου έχει ακόμα συναντηθεί με το Ρώσο Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν για να πικράνει τους Αμερικανούς.

Η Τουρκία έχει επίσης αντιπαρατεθεί ανοιχτά με τις ΗΠΑ στη Συρία και το Ιράκ, δουλεύοντας με το Ισλαμικό Κράτος και την Αλ Κάιντα. Παράλληλα, έχουν αυξηθεί οι δεσμοί της με τη Ρωσία, που επιτρέπει να κατασκευαστεί αγωγός φυσικού αερίου μέσω της Τουρκίας, που θα παρακάμψει την Ουκρανία στο δρόμο της προς την Ευρώπη. Η Αίγυπτος, η οποία είναι η δεύτερη μεγαλύτερη δικαιούχος της αμερικανικής στρατιωτικής βοήθειας, αψηφά ανοιχτά τις ΗΠΑ και παίζει σημαντικό ρόλο στην παρούσα στρατιωτική εκστρατεία.

Όπως και με κάθε αυτοκρατορία σε παρακμή, έτσι οι δορυφοροι υποτελείς οδηγούν τις φυγόκεντρες δυνάμεις στην συντριβή τους. Στο τέλος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν οι Αιγύπτιοι αυτοί που επαναστάτησαν και έφτιαξαν δικό τους στρατό έχοντας δικές τους διμερείς σχέσεις με τους εχθρούς από την Ευρώπη. Έφτασαν μέχρι το σημείο να προσαρτήσουν κι άλλες οθωμανικές περιοχές. Ο Σουλτάνος πολεμούσε με τους Αιγυπτίους και τους Γουαχάμπις στη Χερσόνησο, αλλά στο τέλος δεν είχε άλλη επιλογή από το να συμβιβαστεί μαζί τους για να διατηρηθεί η ενότητα της αυτοκρατορίας, αλλά ήταν πολύ αργά. Η Αίγυπτος ήταν μια αντανάκλαση της γενικής παρακμής της αυτοκρατορίας, όπως και η εξέγερση των συμμάχων των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή είναι σημάδι της κρίσης του καπιταλισμού και η συνεχιζόμενη πτώση του αμερικανικού ιμπεριαλισμού που οδηγεί σε αυξανόμενη αστάθεια μεταξύ των εθνών του κόσμου.

Όπως έχουν τα πράγματα σήμερα, οι ΗΠΑ δεν μπορούν να κόψουν τους δεσμούς τους με τους παραδοσιακούς συμμάχους τους, χρειάζονται όμως και τον θανάσιμο εχθρό τους, το Ιράν. Το έδαφος μετατοπίζεται κάτω από τα πόδια των ηγεμόνων και οι αντιφάσεις συσσωρεύονται. Με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο το ζήτημα πρέπει να επιλυθεί.

Μερικοί «έξυπνοι» στρατηγικοί αναλυτές το αποκαλούν «νέο παράδειγμα», «πολυ-πολική Μέση Ανατολή» «μια αλλαγή στην στρατηγική» κλπ. Προσπαθούν να θεωρητικοποιήσουν και να παρουσιάσουν τη νέα κατάσταση ως επιλογή της άρχουσας τάξης, αλλά αυτό είναι μόνο ένα κάλυμμα για την πλήρη ανικανότητα του ιμπεριαλισμού των ΗΠΑ και των συμμάχων τους. Στην πραγματικότητα, τα γεγονότα του σήμερα τονίζουν περισσότερο από οτιδήποτε άλλο την παντελή έλλειψη ελέγχου της άρχουσας τάξης των ΗΠΑ για την κατάσταση.

Οι ΗΠΑ είναι ένας κολοσσός με πήλινα πόδια. Σέρνεται κάτω από τη βαθιά κρίση που αγγίζει κάθε πτυχή της ζωής του, όπως οι στρατιωτικές ήττες, οι καθυστερήσεις και η αποσύνθεση του στρατού του, η οικονομική κρίση της η οποία πολώνει την άρχουσα τάξη και τις μάζες, ενώ την εμποδίζει από το να διεξάγει επιθετικούς πολέμους και η πολιτική της κρίση η οποία υποσκάπτει τη νομιμότητα του πολιτικού της συστήματος τελείως. Όλοι αυτοί οι παράγοντες σημαίνουν ότι οι ΗΠΑ φθίνουν σαν δύναμη, τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά. Σε αυτό το κενό, και άλλες μικρότερες δυνάμεις προσπαθούν να παρέμβουν, γεγονός που βαθαίνει την κρίση και προκαλεί εντάσεις.

Για τα λυσσασμένα σκυλιά στη Μέση Ανατολή, η κατάσταση δεν είναι διαφορετική. Οι Σαουδάραβες, οι Ισραηλινοί και οι Τούρκοι είναι όλα αυτά καθεστώτα που συνεχώς επιλύουν μια κρίση ετοιμάζοντας κάποια άλλη. Οι μεγαλύτερες απειλές για αυτά τα καθεστώτα είναι οι μάζες που ριζοσπαστικοποιούνται από την κρίση του καπιταλισμού και την αραβική επανάσταση. Έτσι, το καθένα με τον τρόπο του ψάχνει απεγνωσμένα να βρει βραχυπρόθεσμες λύσεις με σκοπό τη διατήρηση της εγκληματικής εξουσίας του. Αυτή είναι η κινητήρια δύναμη της άρχουσας τάξης και από αυτή προέρχεται όλη η βαρβαρότητα και η αντίδραση που κυριαρχεί σήμερα στη Μέση Ανατολή.

Ωστόσο, υπάρχει μια σημαντική δύναμη η οποία ετοιμάζεται. Η αραβική επανάσταση που ξεκίνησε το 2011 είναι σε προσωρινή ύφεση, αλλά τίποτα δεν έχει επιλυθεί. Η φτώχεια, η ανεργία και η έλλειψη δημοκρατίας αυξάνονται και η άρχουσα τάξη δεν υπήρξε ποτέ τόσο αδύναμη μέσα στις μάζες όσο είναι σήμερα.

Στην Αίγυπτο η δικτατορία του Σίσι είναι εξαιρετικά αδύναμη και κρατιέται στα πόδια της μόνο από το γεγονός ότι οι μάζες είναι κουρασμένες και αποπροσανατολισμένες ύστερα από χρόνια αγώνων. Αλλά η Αιγυπτιακή επανάσταση δεν ηττήθηκε ποτέ σε ανοιχτό αγώνα. Οι μάζες θυμούνται πως ανέτρεψαν τέσσερις κυβερνήσεις σε τρία χρόνια. Στην ουσία, ως προειδοποίηση έριξαν την πρώτη κυβέρνηση του Αλ Σίσι- την κυβέρνηση Μπιμπλαγουί- την άνοιξη του 2014. Αργά ή γρήγορα, η ίδια δύναμη θα κινηθεί κεφάλι με κεφάλι κατά του Σίσι.

Στην Τουρκία επίσης η κοινωνία είναι τελείως πολωμένη και η δημοτικότητα του Ερντογάν έχει διαβρωθεί από την άνοδο της ανεργίας και τα καθημερινά σκάνδαλα διαφθοράς που πλαισιώνουν τον Ερντογάν και τα φιλαράκια του.

Το Ιράν δε βρίσκεται πολύ πίσω. Ανάμεσα στη νεότερη γενιά η δημοτικότητα της Ισλαμικής Δημοκρατίας είναι σε χαμηλά επίπεδα. Για αυτή τη γενιά, η Ισλαμική Επανάσταση δεν έχει κανένα προοδευτικό περιεχόμενο, αλλά είναι απλώς ένα σύμβολο δικτατορίας, οπισθοδρομικότητας και σαπίλας. Η σαπίλα και η διαφθορά πίσω από τη σκηνή βρίσκονται πολύ μακριά από τα θεοσεβή ιδανικά που υποκριτικά κηρύσσουν οι μουλάδες. Προς το παρόν οι μάζες παρακολουθούν τις διαπραγματεύσεις με την ελπίδα ότι θα τους φέρουν κάποιου είδους ανακούφισης από τις κυρώσεις που έχουν επιβάλλει οι ΗΠΑ, αλλά αργά ή γρήγορα θα αρχίσουν να κινητοποιούνται ξανά.

Δεν υπάρχει ούτε ένα σταθερό καθεστώς σε ολόκληρη την περιοχή, και η Σαουδική Αραβία ακόμα θα μπορούσε να δει μια επαναστατική έκρηξη ανά πάσα στιγμή. Ύστερα από δεκαετίες κυριαρχίας ο καπιταλισμός δεν ήταν ικανός να λύσει ούτε ένα πρόβλημα των μαζών των Αραβικών χωρών και της Μέσης Ανατολής. Αντίθετα, βλέπουμε σήμερα την αναγέννηση του φυλετισμού και τη μάστιγα του φονταμενταλισμού και μιας βαρβαρότητας σε ύψη που δεν έχουμε δει ποτέ ξανά.

Στη μέση αυτής της κατάστασης, ο λαός της Υεμένης, όπως και οι λαοί του Ιράκ και της Συρίας, που έχουν υποταχθεί στη φτώχεια και τις στερήσεις για δεκαετίες, θεωρούνται από τις παρασιτικές άρχουσες τάξεις ως απλά πιόνια στα χέρια τους. Αυτό το περήφανο έθνος που κατέχει πολλούς πολιτιστικούς θησαυρούς κατέρχεται στη βαρβαρότητα και τον φυλετισμό. Αυτό είναι το καλύτερο που ο καπιταλισμός μπορεί να προσφέρει στις μάζες.

Η Αραβική επανάσταση έδειξε ότι από τη στιγμή που οι μάζες κινηθούν όλοι οι αντιδραστικοί μπορούν εύκολα να φύγουν από τη μέση. Το καθήκον εντούτοις, δεν είναι μονάχα η ανατροπή των αντιδραστικών κυβερνώντων, αλλά επίσης και η διάλυση του αντιδραστικού τους κράτους και του καπιταλιστικού συστήματος που τους γεννά.

 

Όχι στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο ενάντια στο λαό της Υεμένης!

Κάτω ο Καπιταλισμός και ο Ιμπεριαλισμός!

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα