ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ Ή ΒΑΡΒΑΡΟΤΗΤΑ
Μαρξιστική πλατφόρμα συμβολής
στο διάλογο για το έκτακτο (6ο) συνέδριο του ΣΥΝ
Το κείμενο αυτό κατατέθηκε και μειοψήφησε στο 6ο συνέδριο της Νεολαίας ΣΥΝ. Τα μέλη του ΣΥΝ και της Νεολαίας ΣΥΝ που το συνυπογράφουμε, πιστεύουμε ότι μπορεί να συμβάλει στην κατανόηση του αναγκαίου πολιτικού προσανατολισμού του κόμματος και γι’ αυτό το καταθέτουμε ως συμβολή στον διάλογο που διεξάγεται για το έκτακτο συνέδριο.
Παράλληλα, δηλώνουμε την κριτική μας υποστήριξη στο κείμενο και τις προτεινόμενες εκδοχές στο κείμενο «κορμός» που κατέθεσαν οι 30 σ. μέλη της ΚΠΕ με αφετηρία τις απόψεις των σ. Λαφαζάνη, Τόλιου, Στρατούλη και Καλύβη. Πιστεύουμε ότι οι ιδέες που εκφράζουμε στο παρακάτω κείμενο συμπληρώνουν και συγκεκριμενοποιούν σε βασικά σημεία τη σημαντική απόπειρα μαρξιστικού προσανατολισμού του κόμματος την οποία προτείνουν σήμερα οι 30 σ. της ΚΠΕ.
Το έκτακτο συνέδριο του ΣΥΝ διεξάγεται σε μια εξαιρετικά κρίσιμη περίοδο. Η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση είναι το πιο αποφασιστικό στοιχείο της σημερινής περιόδου και καθορίζει τις εξελίξεις σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο.
Το πρώτο καθήκον της Αριστεράς σε αυτές τις συνθήκες, είναι να δώσει στους εργαζόμενους και τη νεολαία μια ξεκάθαρη εξήγηση για τα αίτια της κρίσης και πάνω σε αυτή τη βάση, να διατυπώσει με σαφήνεια τις πολιτικές της θέσεις.
Η κρίση από τη σκοπιά των θεμελιωδών ιδεών του μαρξισμού
Σοβαρές και αξιόπιστες απαντήσεις για τα αίτια της οικονομικής κρίσης μπορούμε να αντλήσουμε από τα ίδια τα πολιτικά θεμέλια του κινήματός μας, του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος.
Στο πάντα επίκαιρο «Κομμουνιστικό Μανιφέστο», οι Κ. Μαρξ και Φρ. Ένγκελς έγραφαν σχετικά : «..Οι αστικές σχέσεις παραγωγής και ανταλλαγής, οι αστικές σχέσεις ιδιοκτησίας, η σύγχρονη αστική κοινωνία, που δημιούργησε τόσο ισχυρά μέσα παραγωγής και ανταλλαγής, μοιάζει με το μάγο εκείνο που δεν καταφέρνει πια να κυριαρχήσει πάνω στις καταχθόνιες δυνάμεις που ο ίδιος κάλεσε. Εδώ και δεκάδες χρόνια, η ιστορία της βιομηχανίας και του εμπορίου δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ιστορία της εξέγερσης των σύγχρονων παραγωγικών δυνάμεων ενάντια στις σύγχρονες σχέσεις παραγωγής, ενάντια στις σχέσεις ιδιοκτησίας, που αποτελούν τους όρους ύπαρξης της αστικής τάξης και της κυριαρχίας της…». Στο «Αντί Ντύρινγκ» ο Φρ. Ένγκελς σημείωνε για τις κρίσεις στον καπιταλισμό : «..Στις κρίσεις αυτές, κανείς βλέπει την αντίφαση ανάμεσα στην κοινωνική παραγωγή και την καπιταλιστική ιδιοποίηση να φθάνει σε μια βίαιη έκρηξη. Ο τρόπος παραγωγής εξεγείρεται ενάντια στον τρόπο ανταλλαγής, οι παραγωγικές δυνάμεις εξεγείρονται ενάντια στον τρόπο παραγωγής που ξεπερνούν..».
Οι ιδρυτές του κινήματος εξηγούσαν λοιπόν, ότι ο καπιταλισμός έχει μέσα του το σπέρμα των κρίσεων. Γεννά τις κρίσεις σαν αποτέλεσμα των δομικών του αντιφάσεων.
Η θεμελιώδης αντίφαση είναι αυτή ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και στην ατομική, καπιταλιστική μορφή ιδιοποίησης των αποτελεσμάτων της. Ο κοινωνικός χαρακτήρας της παραγωγής συνίσταται στο γεγονός ότι συγκριτικά με τα προηγούμενα κοινωνικά συστήματα, ο καπιταλισμός μετέβαλε τα ατομικά παραγωγικά μέσα σε κοινωνικά, σε μέσα δηλαδή που μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο από ένα μεγάλο σύνολο ανθρώπων, αναπτύσσοντας τις παραγωγικές δυνάμεις μέχρι τη δημιουργία ενός παγκόσμιου καταμερισμού της εργασίας, με άξονα την αλληλεξάρτηση ανάμεσα σε διαφορετικούς κλάδους της παραγωγικής δραστηριότητας και τομείς της οικονομίας. Αυτή η διαδικασία κοινωνικοποίησης της παραγωγής όμως, βρίσκεται σε αντίφαση με το γεγονός ότι η παραγωγή λειτουργεί σε καθεστώς ατομικής ιδιοκτησίας και με σκοπό το ατομικό κέρδος του καπιταλιστή ιδιοκτήτη.
Από αυτή τη θεμελιώδη αντίφαση, προκύπτει το φαινόμενο της αναρχίας της παραγωγής, που αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό γνώρισμα του καπιταλισμού. Κάθε μεμονωμένος καπιταλιστής επιδιώκει τη διεύρυνση της παραγωγής μόνο εκεί όπου είναι εξασφαλισμένο το κέρδος. Αντί να υπάρχει μια σχεδιασμένη κατανομή των κεφαλαίων ανάλογα με τις ανάγκες της κοινωνίας, τα κεφάλαια διοχετεύονται άναρχα και μαζικά, μόνο εκεί που πρόκειται να αποφέρουν τα μέγιστα δυνατά κέρδη. Η αναρχία αυτή, δημιουργεί δυσαναλογίες σε όλες τις σφαίρες της παραγωγικής διαδικασίας και διαταράσσει την αντιστοιχία ανάμεσα στην παραγωγή και την κατανάλωση. Ο Ένγκελς έγραφε για την αναρχία της καπιταλιστικής παραγωγής: «..Κανείς δεν ξέρει πόσα από τα προϊόντα του έρχονται στην αγορά, πόσα από αυτά χρησιμοποιούνται, κανείς δεν ξέρει αν το μεμονωμένο προϊόν ανταποκρίνεται σε μια πραγματική ανάγκη, αν θα καλύψει το κόστος του ή αν καν θα πουληθεί. Στην καπιταλιστική παραγωγή, κυριαρχεί αναρχία…» (Φ. Ένγκελς «Αντι Ντύρινγκ»).
Το διαρκές κυνήγι του κέρδους από τους καπιταλιστές, οδηγεί στη συνεχή μείωση της δυνατότητας των εργαζομένων να καταναλώνουν τα παραγόμενα εμπορεύματα. Αυτό συμβαίνει γιατί το κέρδος δεν αποτελεί τίποτα άλλο από την απλήρωτη εργατική δύναμη και για να αυξάνεται διαρκώς, οι καπιταλιστές επιδιώκουν να εκμεταλλεύονται όλο και πιο πολύ τους εργαζόμενους, ωθώντας τους να δουλεύουν περισσότερο και με χαμηλότερους μισθούς. Με αυτό τον τρόπο όμως, συρρικνώνουν την καταναλωτική τους δυνατότητα και δημιουργούν τις προϋποθέσεις για να μείνουν αδιάθετα τα εμπορεύματα και το σύστημα να οδηγηθεί σε κρίση.
Οι κρίσεις στον καπιταλισμό λαμβάνουν το χαρακτήρα των κρίσεων υπερπαραγωγής. Οι Μαρξ και Ένγκελς έγραφαν στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο χαρακτηριστικά : «…Στις κρίσεις ξεσπά μια κοινωνική επιδημία που σε κάθε άλλη προηγούμενη εποχή θα φαινόταν σαν παραλογισμός, η επιδημία της υπερπαραγωγής. Η κοινωνία ξαφνικά βρίσκεται πάλι πίσω σε κατάσταση στιγμιαίας βαρβαρότητας. Θα ‘λεγε κανείς ότι ένας λιμός, ένας γενικός καταστροφικός πόλεμος της έκοψε όλα τα μέσα ύπαρξης. Η βιομηχανία, το εμπόριο φαίνονται εκμηδενισμένα. Και γιατί; Γιατί η κοινωνία έχει πάρα πολύ πολιτισμό, πάρα πολλά μέσα ύπαρξης, πάρα πολλή βιομηχανία, πάρα πολύ εμπόριο. Οι παραγωγικές δυνάμεις που διαθέτει δεν χρησιμεύουν πια για την προώθηση του αστικού πολιτισμού και των αστικών σχέσεων ιδιοκτησίας. Αντίθετα, έγιναν πάρα πολύ μεγάλες γι’ αυτές τις σχέσεις, εμποδίζονται από αυτές. Και κάθε φορά που οι παραγωγικές δυνάμεις ξεπερνούν το εμπόδιο αυτό, φέρνουν σε αναταραχή ολόκληρη την αστική κοινωνία, απειλούν την ύπαρξη της αστικής ιδιοκτησίας. Οι αστικές σχέσεις έγιναν πάρα πολύ στενές για να περιλάβουν τα πλούτη που δημιουργήθηκαν απ’ αυτές.»
Η σημερινή κρίση σαφέστατα αποτελεί μια κρίση υπερπαραγωγής. Πριν από την κρίση είχε εμφανιστεί ένας κορεσμός σε εμπορεύματα κάθε είδους (αυτοκίνητα, οικοδομικά υλικά, καταναλωτικά αγαθά κλπ), συγκριτικά με την καταναλωτική δύναμη της κοινωνίας σε καπιταλιστικές συνθήκες. Αυτό το φαινόμενο εμπόδισε την ανάπτυξη της παραγωγής και οδήγησε στη σημερινή κατάσταση υπολειτουργίας της. Σύμφωνα με στοιχεία της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ, τον περασμένο Δεκέμβριο η υπάρχουσα παραγωγική δυνατότητα της αμερικάνικης βιομηχανίας αξιοποιούταν μόνο κατά 72%, μόλις κατά 2% περισσότερο από τον αντίστοιχο μήνα του 1982! Για την «Ευρωζώνη» το αντίστοιχο ποσοστό σύμφωνα με στοιχεία της ΕΚΤ ήταν τον περασμένο Ιούλιο 69.5%, με το ποσοστό για τα κεφαλαιουχικά αγαθά να ανέρχεται σε 67.6% και για την αυτοκινητοβιομηχανία σε 60%.
Οι αστοί οικονομολόγοι εμφανίζουν αδυναμία να εξηγήσουν την κρίση. Πολλοί από αυτούς, υποστηρίζουν σήμερα ότι το κύριο πρόβλημα είναι η μειωμένη προσφορά δανείων, που προκαλεί «έλλειψη ρευστότητας» στην αγορά. Όμως ο Μαρξ στο «Κεφάλαιο», εξηγούσε ότι δεν είναι η έλλειψη χρήματος που προκαλεί την κρίση, αλλά είναι η κρίση που προκαλεί την έλλειψη χρήματος.
Μια άλλη μεγάλη μερίδα αστών οικονομολόγων, υποστηρίζει ότι η κρίση δεν είναι αποτέλεσμα των δομικών αντιφάσεων του καπιταλισμού, αλλά προήλθε από τις «κερδοσκοπικές υπερβολές» του τραπεζικού συστήματος και των κυβερνητικών πολιτικών που τις ενθάρρυναν. Όμως η όξυνση της κερδοσκοπίας δεν είναι κάτι ασυνήθιστο, καθώς έκανε πάντοτε την εμφάνισή της σε περιόδους οικονομικής άνθισης στον καπιταλισμό και αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της πυρετώδους δραστηριότητας που προηγείται των κρίσεων, όπως ακριβώς συνέβη και την περίοδο πριν από το μεγάλο «Κραχ» του 1929 (βλέπε Πωλ Κρούγκμαν «Η μεγάλη κάμψη»).
Η κερδοσκοπία που εμφανίστηκε κατά την προηγούμενη άνθιση, ασφαλώς ξεπέρασε κάθε προηγούμενο. Είχαμε ένα κερδοσκοπικό όργιο, στο πλαίσιο του οποίου, οι τράπεζες συμμετείχαν ενθουσιωδώς. Τεράστιες ποσότητες πλασματικού κεφαλαίου εισήχθηκαν στην οικονομία, ιδιαίτερα στη λεγόμενη «φούσκα» των ακινήτων, που ήταν ένα αντιπροσωπευτικό παράδειγμα μαζικής κερδοσκοπίας βασισμένης σε ανύπαρκτες, πλασματικές αξίες. Ταυτόχρονα, οι παγκόσμιες χρηματιστηριακές συναλλαγές ανήλθαν σε ανήκουστα ύψη. Η παγκόσμια αγορά χρηματιστηριακών «παραγώγων» ανερχόταν σε σχεδόν 700 τρις δολάρια ακριβώς πριν από την κατάρρευση. Η τρομερή αυτή κερδοσκοπία έκανε πιο οξυμένη την εκδήλωση της κρίσης, όμως δεν ήταν η αιτία για την εμφάνισή της.
Η πίστη, όπως εξηγούσε ο Μαρξ στο «Κεφάλαιο», ενθαρρύνει την υπερπαραγωγή κάνοντας οξύτερη την εκδήλωση της κρίσης, δεν είναι όμως η αίτια των κρίσεων στον καπιταλισμό. Μέσω της πίστης, οι καπιταλιστές μπορούν να επεκτείνουν τεχνητά και προσωρινά τα όρια της αγοράς. Οι καπιταλιστές που χρησιμοποιούν τις πιστώσεις, χρησιμοποιούν ένα κεφάλαιο που δεν τους ανήκει : «Δεν παίρνουν τόσες προφυλάξεις όσες ο ιδιοκτήτης, που ποτέ δεν ξεχνά τα όρια του δικού του κεφαλαίου» (Κ. Μαρξ «Το Κεφάλαιο»). Με αυτό τον τρόπο όμως, «προσκρούουν» πιο επώδυνα πάνω στην εμφάνιση των κρίσεων υπερπαραγωγής.
Το γεγονός ότι η παρούσα κρίση εκδηλώθηκε πρώτα στο τραπεζικό σύστημα δεν είναι πρωτόγνωρο. Ο Μαρξ στο «Κεφάλαιο» ανέφερε σχετικά ότι «..οι κρίσεις δεν εκδηλώνονται αρχικά στο λιανικό εμπόριο, που απευθύνεται στην άμεση κατανάλωση, μα στη σφαίρα του χονδρικού εμπορίου και των τραπεζών που βάζουν στη διάθεση του χονδρικού εμπορίου, το χρηματικό κεφάλαιο της κοινωνίας..».
Η Αριστερά έχει καθήκον να διαλύσει του σύγχρονους αστικούς μύθους και να εξηγήσει ότι η αιτία των κρίσεων δεν βρίσκεται στο τραπεζικό σύστημα, αλλά στις ρίζες του καπιταλισμού, στην καπιταλιστική παραγωγή και τις αστικές σχέσεις ιδιοκτησίας.
Η αναγνώριση του γεγονότος ότι η κρίση επιβεβαιώνει τη θεμελιώδη μαρξιστική ανάλυση για τον καπιταλισμό, δε συνιστά μια στείρα καυχησιολογία. Έχει ιδιαίτερη σημασία για το κίνημά μας, όχι για ψυχολογικούς, αλλά για πολιτικούς λόγους. Αποτελεί προϋπόθεση για τον κατάλληλο ιδεολογικό και πολιτικό εξοπλισμό των αριστερών αγωνιστών και αναδεικνύει την ίδια την ορθότητα του ακρογωνιαίου λίθου της μαρξιστικής θεωρίας, δηλαδή της υπεράσπισης του σοσιαλισμού σαν μια επιτακτική κοινωνική αναγκαιότητα.
Οι σοσιαλδημοκράτες, σαν «δικηγόροι» του καπιταλισμού μέσα στο εργατικό κίνημα και την Αριστερά, θέλουν πάντα να παρουσιάζουν τον καπιταλισμό παντοδύναμο, με προφανή στόχο να υποβαθμίσουν τον επαναστατικό ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει το κίνημα της εργατικής τάξης και σαν πρωτοπόρο συστατικό του τμήμα, η ίδια η Αριστερά. Ένας κλασσικός αφορισμός της σοσιαλδημοκρατίας που αντιπαραβάλλεται στη δήθεν ανυπομονησία όσων υποστηρίζουν σήμερα ότι ο σοσιαλισμός είναι επιτακτική αναγκαιότητα, είναι η θέση ότι «ο καπιταλισμός μπορεί και ξεπερνά τις κρίσεις του». Αυτή η φράση βέβαια, λέει τη μισή αλήθεια. Ασφαλώς το καπιταλιστικό σύστημα μπορεί να βγει και από την βαθύτερη κρίση. Όμως συνήθως οι σοσιαλδημοκράτες δεν εξηγούν το πώς ο καπιταλισμός ξεπερνά τις κρίσεις του. Ας δούμε τι έγραφαν σχετικά οι Μαρξ και Ένγκελς στο «Κομμουνιστικό Μανιφέστο»: «..Πώς ξεπερνά η αστική τάξη τις κρίσεις; από τη μια μεριά καταστρέφοντας αναγκαστικά μάζες από παραγωγικές δυνάμεις. Από την άλλη, κατακτώντας καινούργιες αγορές και εκμεταλλευόμενη πιο βαθιά τις παλιές. Πώς, λοιπόν; Προετοιμάζοντας πιο ολόπλευρες και πιο τεράστιες κρίσεις και ελαττώνοντας τα μέσα για να προλαβαίνει τις κρίσεις…».
Αυτά τα λόγια μας θυμίζουν τις συνταγές «εξόδου από την κρίση» που εφαρμόζουν σήμερα παντού οι καπιταλιστές και οι κυβερνητικοί τους εγκέφαλοι : κύματα απολύσεων, συρρίκνωση της παραγωγής, ένταση του διεθνούς ανταγωνισμού για αγορές και σφαίρες επιρροής (συγκρούσεις ΗΠΑ-Κίνας-Ε.Ε), δραστικές περικοπές στο επίπεδο διαβίωσης των εργαζόμενων μαζών με αποτέλεσμα τη συντριβή της αναιμικής καταναλωτικής τους δύναμης. Τι άλλο από «πιο ολόπλευρες και πιο τεράστιες κρίσεις» είναι δυνατό να προετοιμάζουν όλα αυτά; Ήδη οι πιο διορατικοί αστοί οικονομολόγοι (βλέπε πρόσφατη αρθρογραφία του «νομπελίστα» Τζ. Στίγκλιτς) μιλούν για την πιθανότητα μια δεύτερης «απανωτής ύφεσης».
Ο καπιταλισμός δεν διαθέτει καμία έμφυτη «δικλείδα ασφαλείας». Με τις επαναλαμβανόμενες κρίσεις του, διαρκώς «παίζει με τη φωτιά», καθώς δημιουργεί κύματα δυσαρέσκειας στις τάξεις των εργαζόμενων, που αν αποκτήσουν από την Αριστερά την κατάλληλη πολιτική εκπροσώπηση, μπορούν να οδηγήσουν, όπως έχει δείξει η Ιστορία, σε νικηφόρα σοσιαλιστικά κινήματα.