«Γιατί δεν υπάρχουν οργανώσεις για τις εργαζόμενες γυναίκες στη Γερμανία; Γιατί ακούμε τόσο λίγα πράγματα για το κίνημα των εργαζόμενων γυναικών;». Με αυτά τα ερωτήματα, η Έμμα Ίρερ, μια από τις γυναίκες που ίδρυσαν το εργατικό κίνημα γυναικών στη Γερμανία, ξεκίνησε το 1898 την εισήγησή της, με τίτλο «Εργαζόμενη γυναίκα και ταξική πάλη». Μόλις 14 χρόνια έχουν περάσει από τότε, και στο διάστημα αυτό υπήρξε μεγάλη ανάπτυξη του κινήματος των εργαζόμενων γυναικών. Περισσότερες από 150.000 γυναίκες έχουν οργανωθεί σε σωματεία και αποτελούν τον πιο ενεργό στρατό της οικονομικής πάλης του προλεταριάτου. Πολλές χιλιάδες πολιτικά οργανωμένων γυναικών έχουν συνταχθεί και συσπειρωθεί κάτω από τη σημαία της σοσιαλδημοκρατίας: η γυναικεία σοσιαλδημοκρατική εφημερίδα (σ.τ.μ: η εφημερίδα Die Glezchheit που διευθυνόταν από την Κλάρα Τσέτκιν) έχει περισσότερους από 100.000 συνδρομητές.
Το δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες είναι ένα από τα βασικά ζητήματα στην πλατφόρμα της σοσιαλδημοκρατίας. Τα δεδομένα αυτά θα μπορούσαν να σας οδηγήσουν στην υποτίμηση της σημασίας του αγώνα για το δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες. Μπορεί να σας κάνουν να σκεφτείτε ότι, ακόμα και χωρίς ισότητα πολιτικών δικαιωμάτων στις γυναίκες, έχουμε κάνει τεράστια πρόοδο στην εκπαίδευση και στην οργάνωσή τους. Έτσι, το δικαίωμα ψήφου δεν είναι εντελώς απαραίτητο. Αν σκεφτείτε όμως έτσι, έχετε απατηθεί. Η πολιτική και συνδικαλιστική αφύπνιση των μαζών του γυναικείου προλεταριάτου, τα τελευταία 15 χρόνια, ήταν καταπληκτική. Αλλά ήταν εφικτή, μόνο επειδή οι εργαζόμενες γυναίκες ενδιαφέρθηκαν σημαντικά για τους πολιτικούς και κοινοβουλευτικούς αγώνες της τάξης τους, παρ’ όλο που ήταν στερημένες από τα δικαιώματά τους. Ακόμα παραπέρα, οι γυναίκες της εργατικής τάξης υποστηρίζονται από την ψηφοφορία των ανδρών, στην οποία όντως οι ίδιες συμμετέχουν, αν και με έμμεσο μόνο τρόπο. Μεγάλες μάζες τόσο ανδρών όσο και γυναικών της εργατικής τάξης ενδιαφέρονται το ίδιο για τις εκλογικές μάχες, σαν μια κοινή τους υπόθεση. Σε όλες τις σοσιαλδημοκρατικές εκλογικές συναντήσεις, οι γυναίκες αποτελούν ένα μεγάλο τμήμα και κάποιες φορές είναι η πλειοψηφία. Ενδιαφέρονται πάντα και μετέχουν με πάθος. Σε όλες τις περιοχές όπου υπάρχει σοσιαλδημοκρατική οργάνωση, οι γυναίκες βοηθούν στην εκλογική καμπάνια. Και είναι οι γυναίκες που έχουν κάνει ανεκτίμητη δουλειά, μοιράζοντας φυλλάδια και γράφοντας συνδρομητές στο σοσιαλδημοκρατικό Τύπο, το πιο σημαντικό εργαλείο της εκλογικής καμπάνιας.
Το καπιταλιστικό κράτος δεν ήταν ικανό να κρατήσει τη γυναίκα μακριά από όλα αυτά τα καθήκοντα της πολιτικής ζωής. Βήμα-βήμα, έχει όντως αναγκαστεί να της παραχωρήσει αυτή τη δυνατότητα. Να της επιτρέψει το δικαίωμα του συνέρχεσθαι και συναθροίζεσθαι. Μόνο το τελικό πολιτικό δικαίωμα έχει αρνηθεί στη γυναίκα: το δικαίωμα της ψήφου, το να αποφασίσει άμεσα για την εκπροσώπηση στη βουλή και στην κυβέρνηση, να είναι ένα αιρετό μέλος αυτών των σωμάτων. Αλλά και εδώ, όπως και σε όλα τα άλλα ζητήματα της κοινωνίας, το μότο είναι το εξής : «Μην αφήσεις να χυθεί νερό στο αυλάκι». Αλλά το νερό έχει ήδη τρέξει στο αυλάκι. Η παρούσα κυβέρνηση υποχώρησε μπρος στις γυναίκες της εργατικής τάξης, όταν τους επέτρεψε το δικαίωμα των συνελεύσεων και των πολιτικών ενώσεων. Δεν το έκανε αυτό από μόνη της, αλλά μόνο κάτω από την ακαταμάχητη πίεση της εξεγερμένης εργατικής τάξης. Δεν ήταν λίγη η πίεση προς τα μπρος, των ίδιων των γυναικών της εργατικής τάξης η οποία ανάγκασε το πρωσο-γερμανικό αστυνομικό κράτος να εγκαταλείψει το περίφημο «γυναικείο τμήμα»1 στις πολιτικές συναθροίσεις και να ανοίξει έτσι διάπλατα τις πόρτες των πολιτικών οργανώσεων στις γυναίκες. Αυτό ήταν που στην πραγματικότητα έριξε το νερό στο αυλάκι. Η ακαταμάχητη πρόοδος της προλεταριακής ταξικής πάλης έφερε τις γυναίκες ακριβώς μέσα στη δύνη της πολιτικής ζωής. Κάνοντας χρήση του δικαιώματός τους για συμμετοχή σε συνελεύσεις και οργανώσεις, οι γυναίκες του προλεταριάτου έχουν πάρει ένα περισσότερο ενεργητικό μέρος στην κοινοβουλευτική ζωή και στις εκλογικές καμπάνιες. Είναι αναπόφευκτη συνέπεια και λογικό αποτέλεσμα του κινήματος το γεγονός ότι χιλιάδες γυναίκες σήμερα μπορούν και φωνάζουν με αποφασιστικότητα και αυτοπεποίθηση: Αφήστε μας να ψηφίσουμε! Μια φορά και έναν καιρό, στην όμορφη περίοδο της απολυταρχίας, πριν από το 1848, η εργατική τάξη δε θεωρείτο «ώριμη αρκετά» να ασκήσει τα πολιτικά της δικαιώματα. Αυτό δεν μπορεί να ειπωθεί για τις γυναίκες του προλεταριάτου σήμερα, γιατί αυτές έχουν αποδείξει την πολιτική τους ωριμότητα. Όλοι γνωρίζουν ότι χωρίς αυτές, χωρίς την ενθουσιώδη βοήθειά τους, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα δε θα είχε αυτή τη μεγάλη νίκη στις εκλογές στις 12 του Γενάρη (1912), να έχει πάρει 4.250.000 ψήφους. Σε κάθε περίπτωση, η εργατική τάξη πρέπει πάντα να αποδεικνύει την ωριμότητά της για πολιτική ελευθερία με μια πετυχημένη επαναστατική εξέγερση των μαζών. Μόνο όταν η βασιλεία του Θεϊκού Νόμου του αυτοκράτορα και οι πιο ευγενείς άντρες του έθνους ένιωσαν στην πραγματικότητα τη σκληρή γροθιά του προλετάριου πάνω στα μάτια τους και το γόνατό του στο στήθος τους, τότε μόνο ένιωσαν εμπιστοσύνη στην πολιτική «ωριμότητα» των ανθρώπων και το ένιωσαν πολύ γρήγορα, με ταχύτητα φωτός. Σήμερα, είναι η σειρά των γυναικών προλετάριων να αναγκάσουν το καπιταλιστικό κράτος να συνειδητοποιήσει την πολιτική τους ωριμότητα. Αυτό έχει γίνει μέσα από ένα διαρκές, δυνατό μαζικό κίνημα, που πρέπει να χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα του προλεταριακού αγώνα και πίεσης. Η ψήφος για τις γυναίκες είναι ο στόχος. Αλλά για να το καταφέρει αυτό το, μαζικό κίνημα θα πρέπει να το κάνει κοινή υπόθεση, αντρών και γυναικών και όχι υπόθεση μόνο των γυναικών. Η σημερινή έλλειψη των δικαιωμάτων των γυναικών στη Γερμανία δεν είναι παρά ένας κρίκος στην αλυσίδα της αντίδρασης που φυλακίζει τις ζωές των ανθρώπων. Και συνδέεται στενά με την άλλη κολώνα της αντίδρασης: τη μοναρχία. Επίσης, στην καπιταλιστική, βιομηχανοποιημένη Γερμανία του 20ου αιώνα, την εποχή του ηλεκτρισμού και των αεροπλάνων, η απουσία των πολιτικών δικαιωμάτων των γυναικών είναι ένα αντιδραστικό κατάλοιπο του νεκρού παρελθόντος, της βασιλείας του Θεϊκού Νόμου (ή της ελέω θεού εξουσίας του βασιλιά ή μονάρχη).
Και τα δύο φαινόμενα, το όργανο του θεού που έχει την πολιτική εξουσία και η σεμνότυφη γυναίκα που κάθεται δίπλα στο τζάκι, είναι ασυμβίβαστα με τις καταιγίδες της πολιτικής ζωής, με την πολιτική και ταξική πάλη. Τα δύο αυτά φαινόμενα έχουν τις ρίζες τους στις σαπισμένες συνθήκες του παρελθόντος, σε εποχές που κυριαρχούσε η δουλεία στην ύπαιθρο και οι συντεχνίες στην πόλη. Σε αυτές τις εποχές, ήταν νομιμοποιημένα και απαραίτητα. Και τα δύο φαινόμενα, η μοναρχία και η έλλειψη δικαιωμάτων των γυναικών, έχουν ξεριζωθεί κατά την ανάπτυξη του μοντέρνου καπιταλισμού και έχουν γίνει γελοίες καρικατούρες.
Το ότι συνεχίζουν να επιβιώνουν στη μοντέρνα κοινωνία μας δεν είναι, επειδή οι άνθρωποι ξέχασαν να απαλλαγούν από αυτά, ούτε λόγω της επιμονής και της αδράνειας των συνθηκών. Όχι, εξακολουθούν να επιβιώνουν, γιατί και τα δύο αυτά φαινόμενα – η μοναρχία και οι στερημένες από πολιτικά δικαιώματα γυναίκες – έχουν γίνει ισχυρά εργαλεία για συμφέροντα που είναι εχθρικά στους ανθρώπους. Η χειρότερη και πιο κτηνώδης υπεράσπιση της εκμετάλλευση και της δουλείας του προλεταριάτου έχει εισαχθεί μέσα από το θρόνο και την εκκλησία καθώς και πίσω από την πολιτική δουλεία των γυναικών. Η μοναρχία και η στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων των γυναικών έχουν γίνει τα πιο σημαντικά εργαλεία της κυρίαρχης καπιταλιστικής τάξης. Στην πραγματικότητα, η κυβέρνησή μας ενδιαφέρεται να κρατήσει μακριά από την ψήφο τις εργαζόμενες γυναίκες. Σωστά φοβάται ότι θα απειληθούν οι παραδοσιακοί θεσμοί της ταξικής διακυβέρνησης, για παράδειγμα ο μιλιταρισμός (τον οποίο καμιά σκεπτόμενη γυναίκα του προλεταριάτου δε θα μπορούσε να υποστηρίξει), η μοναρχία, η συστηματική κλοπή των αγαθών μας, οι φόροι στα αναγκαία αγαθά κλπ. Το δικαίωμα ψήφου για τις γυναίκες είναι μια απειλή για το παρόν καπιταλιστικό κράτος, γιατί πίσω από αυτό υπάρχουν εκατομμύρια γυναίκες που θα δυνάμωναν τον εσωτερικό εχθρό, όπως για παράδειγμα την επαναστατική σοσιαλδημοκρατία. Αν ήταν να δοθεί δικαίωμα ψήφου για τις κυρίες της μπουρζουαζίας, τότε το καπιταλιστικό κράτος θα το έκανε, γιατί δε θα περίμενε τίποτε άλλο παρά μια αποτελεσματική υποστήριξη τους προς την αντίδραση. Οι περισσότερες από τις γυναίκες της μπουρζουαζίας, που λειτουργούν σαν λέαινες στον αγώνα ενάντια στα «ανδρικά προνόμια», θα έσπευδαν σαν πειθήνια αρνιά στο στρατόπεδο του συντηρητισμού και της εκλογικής αντίδρασης, αν μπορούσαν να ψηφίσουν. Στην πραγματικότητα, θα ήταν σίγουρα περισσότερο αντιδραστικές από ό,τι το ανδρικό κομμάτι της τάξης τους. Εκτός από μερικές από αυτές που εργάζονται και έχουν κάποιο επάγγελμα, οι γυναίκες της αστικής τάξης δεν παίρνουν μέρος στην κοινωνική παραγωγή. Δεν είναι τίποτε άλλο από συν-καταναλωτές της υπεραξίας που οι άντρες τους αποσπούν από το προλεταριάτο. Είναι παράσιτα των παράσιτων του κοινωνικού σώματος. Και οι καταναλωτές είναι συνήθως περισσότερο μανιώδεις και σκληροί στην υπεράσπισή του «δικαιώματός» τους σε μια παρασιτική ζωή από ό,τι οι απ’ ευθείας πράκτορες της ταξικής κυριαρχίας και εκμετάλλευσης. Η ιστορία όλων των μεγάλων επαναστατικών αγώνων το αποδεικνύει με τρομερό τρόπο. Πάρτε για παράδειγμα, τη Μεγάλη Γαλλική Επανάσταση. Μετά την πτώση των Ιακωβίνων, όταν οδηγούσαν τον Ροβεσπιέρο, αλυσοδεμένο, στο σημείο της εκτέλεσής του, οι γυμνές πόρνες της μεθυσμένης από τη νίκη μπουρζουαζίας χόρευαν στους δρόμους, έναν ξεδιάντροπο χορό της χαράς γύρω από τον ηττημένο ήρωα της Επανάστασης. Και το 1871, στο Παρίσι, όταν η ηρωική Κομμούνα των εργατών νικήθηκε από τα πυροβόλα, οι γυναίκες της μπουρζουαζίας παραληρούσαν, υπερβαίνοντας ακόμη και τους πιο κτηνώδεις άντρες, στην αιματηρή τους εκδίκηση ενάντια στο ηττημένο προλεταριάτο. Οι γυναίκες της ιδιοκτήτριας τάξης θα υπερασπίζονται πάντα με φανατισμό την εκμετάλλευση και την σκλαβιά των εργαζόμενων ανθρώπων, από τους οποίους έμμεσα λαμβάνουν τους πόρους της κοινωνικά άχρηστης ύπαρξής τους. Οικονομικά και κοινωνικά, οι γυναίκες των εκμεταλλευτριών τάξεων δεν αποτελούν ένα ανεξάρτητο τμήμα του πληθυσμού. Η μόνη τους κοινωνική λειτουργία είναι να αποτελούν τα εργαλεία της φυσική αναπαραγωγής της άρχουσας τάξης. Αντίθετα, οι γυναίκες του προλεταριάτου είναι οικονομικά ανεξάρτητες. Είναι παραγωγικές για την κοινωνία, όπως οι άντρες. Με αυτό δεν εννοώ το μεγάλωμα των παιδιών ή το νοικοκυριό, το οποίο βοηθά τους άντρες να υποστηρίζουν τις οικογένειές τους με ανεπαρκείς μισθούς. Αυτό το είδος της εργασίας δεν είναι παραγωγικό, όπως το εννοεί η σημερινή καπιταλιστική οικονομία ανεξάρτητα από το πόσο μεγάλες προσπάθειες, θυσίες και ενέργεια απαιτεί. Αυτό δεν είναι παρά ιδιωτική υπόθεση του εργάτη και της ευτυχίας του και για αυτό το λόγο είναι ανύπαρκτο για τη σημερινή κοινωνία. Όσο υπάρχει καπιταλισμός και μισθωτή εργασία, το μόνο είδος της εργασίας, που θεωρείται παραγωγικό, είναι αυτό που παράγει υπεραξία και δημιουργεί καπιταλιστικό κέρδος. Από αυτή την άποψη, η χορεύτρια του καμπαρέ, που τα πόδια της φέρνουν κέρδος στην τσέπη του εργοδότη της, είναι μια παραγωγική εργάτρια, ενώ όλος ο μόχθος των γυναικών του προλεταριάτου και των μητέρων στους τέσσερις τοίχους των σπιτιών τους θεωρείται αντιπαραγωγικός. Αυτό ακούγεται κτηνώδες και παράλογο, αλλά ανταποκρίνεται ακριβώς στην κτηνωδία και τον παραλογισμό της σημερινής καπιταλιστικής οικονομίας. Και το να δεις αυτή την κτηνώδη πραγματικότητα ξεκάθαρα είναι ο πρώτος στόχος των γυναικών του προλεταριάτου. Από αυτήν ακριβώς την άποψη, η απαίτηση των γυναικών του προλεταριάτου για ίσα πολιτικά δικαιώματα βασίζεται πάνω σε ένα σταθερό οικονομικό έδαφος. Σήμερα, εκατομμύρια γυναίκες εργάτριες δημιουργούν καπιταλιστικό κέρδος, όπως οι άνδρες, στα εργοστάσια, στις φάρμες, στα γραφεία, στα καταστήματα, στη οικιακή βιομηχανία και είναι παραγωγικές, με τη στενή επιστημονική έννοια της σημερινής κοινωνίας. Κάθε μέρα, μεγαλώνει ο αριθμός των γυναικών που τις εκμεταλλεύεται ο καπιταλισμός. Κάθε νέα πρόοδος στη βιομηχανία και στην τεχνολογία δημιουργεί νέες θέσεις για τις γυναίκες στο μηχανισμό της καπιταλιστικής κερδοφορίας. Και επιπλέον, κάθε βήμα της βιομηχανικής προόδου προσθέτει ένα νέο λιθαράκι στη θέσπιση ίσων πολιτικών δικαιωμάτων. Η γυναικεία εκπαίδευση και ευφυΐα έχουν γίνει απαραίτητες για τον οικονομικό μηχανισμό. Η απομονωμένη γυναίκα του πατριαρχικού «οικογενειακού κύκλου» ανταποκρίνεται στις ανάγκες της βιομηχανίας και του εμπορίου τόσο λίγο όσο και σε αυτές της πολιτικής. Είναι αλήθεια λοιπόν ότι το καπιταλιστικό κράτος έχει αμελήσει το καθήκον του προς αυτές. Είναι τα σωματεία και οι σοσιαλδημοκρατικές οργανώσεις που έχουν κάνει όσο πιο πολλά μπορούν, για να αφυπνίσουν το μυαλό των γυναικών. Ακόμα και πριν από δεκαετίες, οι σοσιαλδημοκράτες ήταν γνωστοί ως οι πιο έξυπνοι και ικανοί Γερμανοί εργάτες. Ομοίως, τα σωματεία και η σοσιαλδημοκρατία έχουν οδηγήσει τις γυναίκες του προλεταριάτου έξω από τη στενή, αποπνικτική ύπαρξή τους, έξω από την μίζερη και αδιάφορη διαχείριση του νοικοκυριού. Ο προλεταριακός ταξικός αγώνας έχει διευρύνει τους ορίζοντές τους, έκανε το μυαλό τους ευέλικτο, ανέπτυξε τη σκέψη τους, τους έδωσε μεγάλους στόχους. Ο σοσιαλισμός έχει φέρει μια πνευματική αναγέννηση στις μάζες των γυναικών του προλεταριάτου και ταυτόχρονα τις έχει κάνει – χωρίς αμφιβολία – ικανές παραγωγικές εργάτριες. Σκεφτόμενοι όλα αυτά, μπορούμε να πούμε ότι η έλλειψη πολιτικών δικαιωμάτων από τις γυναίκες του προλεταριάτου είναι μια πρόστυχη αδικία. Έτσι κι αλλιώς, οι γυναίκες παίρνουν ενεργό μέρος στην πολιτική ζωή.
Ωστόσο, η σοσιαλδημοκρατία δε χρησιμοποιεί τον όρο «αδικία» ως επιχείρημα. Αυτή είναι η μεγάλη διαφορά ανάμεσα σε μας και στον πρώιμο συναισθηματικό ουτοπικό σοσιαλισμό. Εμείς δε βασιζόμαστε στη δικαιοσύνη των κυρίαρχων τάξεων, αλλά μόνο στην επαναστατική δύναμη των εργαζόμενων μαζών και στην πορεία της κοινωνικής ανάπτυξης, που προετοιμάζει το έδαφος για την εξουσία τους. Ο όρος «αδικία», από μόνος του, δεν είναι ένα επιχείρημα με το οποίο μπορείς να καταρρίψεις τους αντιδραστικούς θεσμούς. Αν παρόλα αυτά υπάρχει ένα αίσθημα αδικίας σε μεγάλα τμήματα της κοινωνίας- λέει ο Φρίντριχ Ένγκελς, ο συν-ιδρυτής του επιστημονικού σοσιαλισμού, αυτό είναι πάντα ένα σίγουρο σημάδι ότι η οικονομική βάση της κοινωνίας έχει μετακινηθεί σημαντικά, ότι οι σημερινές συνθήκες έρχονται σε σύγκρουση με την διαδικασία της ανάπτυξης. Το σημερινό δυναμικό κίνημα των εκατομμυρίων γυναικών του προλεταριάτου, που θεωρούν ότι το να μην έχουν πολιτικά δικαιώματα είναι αδικία και λάθος, είναι ένα αλάνθαστο σημάδι. Ένα σημάδι, που δείχνει ότι η κοινωνική βάση του υπάρχοντος συστήματος έχει σαπίσει και ότι οι μέρες του είναι μετρημένες. Εκατό χρόνια πριν, ο Φουριέ, ένας από τους μεγαλύτερους προφήτες των σοσιαλιστικών ιδεών, είχε γράψει αυτές τις αξέχαστες λέξεις: Σε κάθε κοινωνία ο βαθμός της γυναικείας χειραφέτησης είναι το φυσικό μέγεθος της γενικής χειραφέτησης.
2 Αυτή είναι όλη η αλήθεια για τη σημερινή κοινωνία. Η μάχη για τα πολιτικά δικαιώματα των γυναικών είναι μόνο μια έκφραση και ένα μέρος της μάχης του προλεταριάτου για απελευθέρωση. Σε αυτό στηρίζεται η δύναμή της και το μέλλον της. Εξ αιτίας των γυναικών του προλεταριάτου, το γενικό, ίσο και άμεσο δικαίωμα ψήφου για τις γυναίκες θα προσέφερε πολύ στον ταξικό αγώνα. Για το λόγο αυτό, η μπουρζουαζία το αποστρέφεται και το φοβάται. Και αυτός είναι ο λόγος που θέλουμε και θα το πετύχουμε. Το να παλεύεις για το δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες σημαίνει να φέρεις γρηγορότερα την ώρα που η σημερινή κοινωνία θα καταρρεύσει μέσα στα συντρίμμια της και κάτω από τα σφυροκοπήματα του επαναστατημένου προλεταριάτου.
Πηγή: Rosa Luxembourg Internet Archive Selected Political Writings, Rosa Luxemburg. Monthly Review Press © 1971.
Μετάφραση: Μαρία Χλωρού
1 Το «γυναικείο τμήμα» θεσμοθετήθηκε το 1902 από τον Πρώσο υπουργό *** von Hammerstein. Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, ένα ειδικό τμήμα του χώρου επιφυλασσόταν για τις γυναίκες, στις πολιτικές συναντήσεις.
2 Καθώς η Ρόζα Λούξεμπουργκ δεν μπορούσε να το ξέρει, ο Καρλ Μαρξ παραθέτει αυτές τις ίδιες λέξεις στο τρίτο από τα Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα του 1844, όταν αναφέρεται στην φύση της κομμουνιστικής κοινωνίας.