Normal 0 false false false MicrosoftInternetExplorer4 Τα όργανα Συνδιοίκησης (*), ο τρόπος που ασκείται η διοίκηση των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, είναι η έκφραση της λεγόμενης (διοικητικής) «αυτοτέλειας» του πανεπιστημίου σε σχέση με το κράτος. Άρα η φύση τους εξαρτάται από τη φύση της αυτοτέλειας.
Η διοικητική αυτοτέλεια ήταν κατάκτηση του φιλελεύθερου αστικού πανεπιστημίου, όπως και το άσυλο, από τη γέννηση του. Συνδέεται με τον αγώνα της νεαρής αστικής τάξης ενάντια στη φεουδαρχία και το κράτος της. Το πανεπιστήμιο ήταν από τη γέννηση του ιδεολογικό και πολιτικό κέντρο της αγωνιστικής τότε αστικής ιδεολογίας. Η «αυτοτέλεια» του εκφράζει την ανάγκη ανεξαρτησίας της γνώσης και της επιστήμης από τη θρησκεία και το φεουδαρχικό κράτος. Με την επικράτηση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και του αστικού κράτους, το περιεχόμενο της συνδέεται ταυτόχρονα με τη σχετική αυτονομία της εκπαίδευσης από την παραγωγική διαδικασία. (Για πρώτη φορά στον καπιταλισμό δημιουργείται ένα εκπαιδευτικό σύστημα που δεν είναι οργανικά δεμένο με την ίδια την παραγωγή). Σκοπός αυτής της σχετικής αυτονομίας είναι η αποσύνδεση της επιστήμης και της εκπαίδευσης από το ατομικό κεφάλαιο, ώστε να μπορεί να εξυπηρετεί μακροπρόθεσμα το συλλογικό κεφάλαιο. Έτσι οι ίδιοι οι καθηγητές των ιδρυμάτων αποφασίζουν για το περιεχόμενο του προγράμματος σπουδών και της έρευνας, αλλά έτσι αναγκαστικά αποφασίζουν και για την οικονομική λειτουργία και τα διοικητικά θέματα του ιδρύματος.
Αυτή η αυτοτέλεια βέβαια, σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει την ανεξαρτησία του πανεπιστημίου από την κυρίαρχη αστική ιδεολογία, αντιθέτως είναι ο καταλληλότερος τρόπος εξυπηρέτησης της. Αυτό γιατί οι ίδιοι οι καθηγητές περνάνε από ένα ταξικό φιλτράρισμα, ώστε να αποτελούν λόγω θέσεως, τους εκπροσώπους της αστικής ιδεολογίας. Έτσι η «αυτοτέλεια» του πανεπιστημίου δεν το εμποδίζει να αποτελεί τον κυριότερο ιδεολογικό αλλά και αναπαραγωγικό μηχανισμό του καπιταλιστικού κράτους.
Βεβαίως, η συμμετοχή των φοιτητών σε αυτά τα όργανα συνδιοίκησης ήρθε σαν αποτέλεσμα των αγώνων και των κατακτήσεων του φοιτητικού κινήματος. Ωστόσο η συμμετοχή των φοιτητών δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι αλλάζει η φύση αυτών των θεσμών, και ότι μετατρέπονται σε «ανατρεπτικούς» θεσμούς. Αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με το ποσοστό αυτής της συμμετοχής, αλλά και με το χαρακτήρα του ίδιου του οργάνου. Ακόμη και η διεύρυνση αυτής της συμμετοχής δεν θα άλλαζε το χαρακτήρα αυτό (αν και θα δημιουργούσε ευνοικότερους όρος παρέμβασης για το φοιτητικό κίνημα). Όπως ακριβώς, κατ’ αναλογία, το γενικό εκλογικό δικαίωμα δεν αλλάζει την ταξική φύση του κράτους.
Με την έννοια αυτή, τα υπαρκτά όργανα συνδιοίκησης, είναι και θα είναι απόλυτα ενσωματώσιμα στον ταξικό χαρακτήρα του Πανεπιστημίου. Έτσι το τελικό ζητούμενο δεν είναι η διεύρυνση τους, αλλά η κατάργηση τους και η αντικατάσταση τους από θεσμούς εργατικού και φοιτητικού ελέγχου.
Ένας θεσμός που είναι φτιαγμένος για να εκφράζει την ταξική κυριαρχία όπως π.χ. ο στρατός ή το πανεπιστήμιο, μπορεί και πρέπει να μετατραπεί σε εργαλείο ταξικής απελευθέρωσης, στο βαθμό που διαπερνάται από την ταξική πάλη. Όμως για να γίνει αυτό δεν αρκεί η «αλλαγή συσχετισμών» στις δομές του. Είναι αναγκαία η καταστροφή των δομών αυτών που είναι φτιαγμένες και άρρηκτα δεμένες με την ταξική κυριαρχία και η αντικατάσταση τους από δομές πλατιού κοινωνικού ελέγχου, με κύριο χαρακτηριστικό την αιρετότητα και ανακλητότητα όλων των αξιωματούχων. (όσων κατέχουν θέσεις ευθύνης στο μηχανισμό αυτό)
Μήπως αυτό σημαίνει ότι δεν έχει νόημα η παρέμβαση της Αριστεράς στα όργανα συνδιοίκησης, αφού ούτως ή άλλως δεν μπορεί να τα αλλάξει; Ακριβώς το αντίθετο. Η παρέμβαση μας έχει νόημα, επειδή τα όργανα αυτά μας δίνουν ένα βήμα να προπαγανδίζουμε τις θέσεις μας και να πολιτικοποιούμε και να ζυμώνουμε ιδεολογικά τους φοιτητές. Στο βαθμό που η συνείδηση των φοιτητών, δεν έχει ξεπεράσει αυτά τα όργανα, είμαστε υποχρεωμένοι να τα χρησιμοποιούμε σαν βήμα προπαγάνδας. Πρέπει να ξεκινάμε πάντα από το επίπεδο συνείδησης της μάζας, χωρίς ποτέ βέβαια να καλλιεργούμε αυταπάτες για τα όργανα αυτά. Πρέπει να χρησιμοποιούμε κάθε πιθανό βήμα προπαγάνδας που μας παρέχει το σύστημα. Γιατί όπως έλεγε ο Λένιν «όσον καιρό δεν θα ‘χετε τη δύναμη να διαλύσετε το αστικό κοινοβούλιο και οποιοδήποτε αντιδραστικό θεσμό άλλου τύπου, είστε υποχρεωμένοι να δουλεύετε μέσα σε αυτά» (Αριστερισμός σελ. 78 εκδ. Θεμέλιο)
Με αυτή την έννοια τα όργανα αυτά δίνουν σημαντικές ευκαιρίες στην Αριστερά για την παρέμβαση της μέσα στο Πανεπιστήμιο, αρκεί να γίνεται η παρέμβαση αυτή με όρους μαζικών διαδικασιών και όχι παζαριών και συνδιαλλαγής.
Και ας δούμε το βασικό ζήτημα της επικαιρότητας. Είναι δυνατό να «μπλοκάρουμε» τους αντι-εκπαιδευτικούς νόμους (Νόμο-πλαίσιο, Αξιολόγηση κλπ) μέσα στα όργανα συνδιοίκησης; Το ζητούμενο δεν είναι η μη- εφαρμογή μόνο αυτών των νόμων, αλλά η συνολική ανατροπή τους. Με αυτή την έννοια, σίγουρα το «μπλοκάρισμα» τους στα όργανα συνδιοίκησης είτε μέσω της συμμετοχής σε αυτά είτε μέσω της παρακώλυσης τους, είναι ένα πρακτικό και αναγκαίο πρώτο βήμα.
Ωστόσο αυτό το βήμα δεν μπορεί να μας δώσει από μόνο του τη νίκη. Μέσα από αυτό υπάρχουν δύο οφέλη, αφ’ ενός κερδίζουμε χρόνο, αφ’ ετέρου δείχνουμε στους φοιτητές την σημασία και την αποτελεσματικότητα της «ανυπακοής». Όμως η ανατροπή των νόμων αυτών μπορεί να νοηθεί μόνο σαν αποτέλεσμα μαζικών φοιτητικών κινητοποιήσεων σε κεντρικό- πανελλαδικό επίπεδο, και κυρίως μόνο με τη σύνδεση τους με το εργατικό κίνημα. Αν δεν λάβουμε αυτό υπ’ όψιν θα μπούμε σε ένα ατέλειωτο κυνήγι-κλεφτοπόλεμο μέσα στα όργανα για την εφαρμογή ή μη των νόμων. Αυτά τα δύο λοιπόν δεν μπαίνουν αντιπαραθετικά, αλλά μόνο συμπληρωματικά, και αυτό δεν έχει να κάνει με το αν τη δεδομένη χρονική στιγμή είναι ή όχι δυνατή η συγκρότηση πανελλαδικού κινήματος, καθώς αυτό είναι ένας στρατηγικός στόχος και δεν μπαίνει σε χρονικά πλαίσια. Το μπλοκάρισμα λοιπόν των νόμων στα όργανα συνδιοίκησης πρέπει να νοείται μόνο σαν βήμα τακτικής και όχι σαν στρατηγική επιλογή.
(*)Τα όργανα συνδιοικησης των πανεπιστημίων είναι:
1) Η Γενική Συνέλευση Τμήματος, στην οποία συμμετέχουν όλοι οι τακτικοί καθηγητές του τμήματος με δικαίωμα ψήφου και λόγου, οι κατώτερες βαθμίδες καθηγητών με δικαίωμα λόγου και οι εκπρόσωποι των φοιτητών σε μια αναλογία 20% αναλόγως με τα ποσοστά που έχουν πάρει οι παρατάξεις στις φοιτητικές εκλογές, με δικαίωμα ψήφου και λόγου, αλλά όχι σε όλα τα θέματα
2) Η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου, στην οποία συμμετέχουν οι προέδροι των Τμημάτων, ως εκπρόσωποι της Γ.Σ. Τμήματος, καθώς και εκπρόσωποι των φοιτητικών συλλόγων, των συλλόγων μεταπτυχιακών φοιτητών αν υπάρχουν και των συλλόγων του διοικητικού προσωπικού του ιδρύματος. Η αναλογία βέβαια είναι περιορισμένη αφού ουσιαστικά συμμετέχει ένας εκπρόσωπος για κάθε Φοιτητικό σύλλογο, μόνο αν αυτός ο σύλλογος αντιστοιχεί σε αυτοτελή τμήματα (πολλές φορές κάποιες σχολές δεν αποτελούν αυτοτελή-διοικητικά- τμήματα)