ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΤΟΥ ΛΕΝΙΝ ΧΩΡΙΣ ΠΑΡΕΚΛΙΣΕΙΣ
σαν μέλος της ΚΝΕ θέλω να τονίσω ότι η έναρξη των συζητήσεων για τα αίτια της πτώσης της ΕΣΣΔ είναι ένα πολύ θετικό βήμα. Θέλοντας να συμβάλω και εγώ σε αυτόν τον διάλογο, αποστέλλω τις παρακάτω παρατηρήσεις.
Στην σελίδα 6 αναφέρεται : «Τα σοσιαλιστικά κράτη έκαναν σοβαρή προσπάθεια να αναπτύξουν συνεργασία και οικονομικές σχέσεις, με βάση την αρχή του προλεταριακού διεθνισμού». Όμως αυτές οι προσπάθειες δεν έφτασαν ποτέ στη συγκρότηση μίας σοσιαλιστικής ομοσπονδίας όλων αυτών των κρατών, κάτι που θα είχε πολύ σημαντικά οφέλη στην οικονομική και κοινωνική τους ανάπτυξη. Αντίθετα πολλές φορές είχαμε ανταγωνισμούς και συγκρούσεις, όπως οι διαμάχες Στάλιν-Τίτο. Αποκορύφωμα αυτών των συγκρούσεων ήταν τα οδυνηρά συνοριακά επεισόδια ανάμεσα σε ΕΣΣΔ και Κίνα. Αλήθεια, ποιος ήταν ο λόγος για τέτοιες εντάσεις; Το έθνος – κράτος είναι γέννημα του καπιταλισμού. Οι αστοί χρησιμοποιούν τα σύνορα για να προστατεύσουν τις αγορές τους και τα συμφέροντα τους. Η εργατική τάξη όμως δεν χρειάζεται να ανταγωνιστεί τα αδέρφια της στα υπόλοιπα προλεταριακά κράτη. Από την πρώτη στιγμή λοιπόν που το προλεταριάτο κατακτά την εξουσία σε 2 γειτονικές χώρες η ανάγκη για την ύπαρξη των συνόρων μεταξύ τους καταργείται. Δυστυχώς όμως αυτό δεν συνέβη στα εργατικά κράτη μεταπολεμικά. Υπεύθυνες γι’ αυτό ήταν προφανώς οι κατά χώρα γραφειοκρατικές ελίτ που αρνήθηκαν να οικοδομήσουν αδελφικές ομοσπονδίες, με σκοπό να υπερασπιστούν τα προνόμιά της ή κάθε μια, με σημαία το δικό της «δρόμο προς το σοσιαλισμό». Αυτός ο μυωπικός, εθνικιστικός δρόμος αποδείχθηκε όμως αδιέξοδος. Στη θέση του θα έπρεπε να υπάρχει η γνήσια πάλη για την οικοδόμηση διεθνών σοσιαλιστικών ομοσπονδιών όπως ρητά ανέφεραν οι θεμελιώδεις προγραμματικές αρχές της Κομμουνιστικής Διεθνούς, γραμμένες από τον Λένιν.
Στην σελίδα 11 αναφέρεται η διαγραφή 3 ηγετικών στελεχών των Μπολσεβίκων. Ο Τρότσκι, ο Ζηνόβιεφ και ο Κάμενεφ αναφέρεται με έναν πολύ φυσικό τρόπο ότι διαγράφτηκαν γιατί απλώς διαφωνούσαν πολιτικά με την κυρίαρχη γραμμή. Άσχετα με το περιεχόμενο των διαφωνιών, πρέπει να πούμε ότι η αντιμετώπιση των πολιτικών διαφωνιών με διοικητικά μέτρα δεν ανήκει στις παραδόσεις του μπολσεβικισμού. Ο Ζηνόβιεφ και ο Καμενεφ είχαν διαφωνήσει με το πολύ σοβαρό ζήτημα της εξέγερσης τον Οχτώβρη του 1917 και μάλιστα παραβίασαν τον δημοκρατικό συγκεντρωτισμό διαρρέοντας την ημερομηνία της. Ο Λένιν πρότεινε τη διαγραφή τους, αλλά τελικά δεν τους διέγραψε και αποδεχόμενος την χρησιμότητά και το επαναστατική τους προσφορά συναίνεσε στο να τους ανατεθούν κορυφαίες θέσεις στο κόμμα, το κράτος και την ΚΔ. Αυτό δείχνει καθαρά το πώς αντιμετώπιζε ο Λένιν αυτό το λεπτό ζήτημα. Όταν πέθανε ο Λένιν όμως τα παραπάνω στελέχη μαζί με πολλά άλλα όχι μόνο διαγράφηκαν, αλλά και εκτελέστηκαν ή δολοφονήθηκαν. Ανάμεσά τους ολόκληρη σχεδόν η Κεντρική Επιτροπή του Μπολσεβίκικου κόμματος του 1917 εκτός από κάποιους που αυτοκτόνησαν ή εξαφανίστηκαν, με τις περίφημες δίκες τις Μόσχας να αποτελούν το αποκορύφωμα αυτών των εκκαθαρίσεων. Στις δίκες αυτές κατηγορήθηκε όλη η παραδοσιακή ηγεσία των μπολσεβίκων για «συνεργασία με τον Ιμπεριαλισμό». Όμως για μια στιγμή. Πως είναι δυνατό άνθρωποι που αφιέρωσαν τη ζωή τους στην επανάσταση να γίνουν ξαφνικά πωρωμένοι αντεπαναστάτες, να θέλουν να πνίξουν την επανάσταση στο αίμα. Πιστεύω πως είναι πολύ σοβαρό λάθος η προσπάθεια που γίνεται από το κείμενο να αποκαταστήσει την αξιοπιστία των δικών της Μόσχας και μάλιστα χρησιμοποιώντας ως μόνο πειστήριο τη γνώμη του πρέσβη του μεγαλύτερου εχθρού της ΕΣΣΔ, του Αμερικάνικου Ιμπεριαλισμού. Οι μέθοδοι αυτών των Δικών δεν είχαν καμία σχέση με τη δικτατορία του προλεταριάτου. Η δικτατορία του προλεταριάτου υπάρχει για να καταπιέσει την αστική τάξη και όχι τους διαφωνούντες επαναστάτες μέσα στο εργατικό κίνημα.
Στην σελίδα 8 στο τμήμα 3 αναφέρεται ότι «από μια περίοδο και μετά το κόμμα έχασε τα επαναστατικά του χαρακτηριστικά και έτσι έγινε δυνατό να κυριαρχήσουν οι αντεπαναστατικές δυνάμεις στο κόμμα». Όμως οι αντεπαναστατικές διεργασίες τοποθετούνται πολύ αφηρημένα. Ποια ήταν τα κοινωνικά τους αίτια; Πως οι αντεπαναστατικές δυνάμεις εκφύλισαν το μπολσεβίκικο κόμμα; Πως έγινε δυνατό η αντεπανάσταση να αναστήσει τον καπιταλισμό χωρίς καμία ουσιαστική αντίδραση από τους ίδιους τους εργάτες; Το κύριο ζήτημα όταν επίκειται μια καπιταλιστική αντεπανάσταση είναι το πως οι ίδιοι οι εργάτες και το επαναστατικό τους κόμμα θα υπερασπιστούν την επανάσταση. Αν η εργατική τάξη νιώσει ότι θα χάσει κάτι τόσο πολύτιμο όσο ο σοσιαλισμός, τότε θα πρέπει να αγωνιστεί με μένος. Την περίοδο 1989-1991 η έλλειψη αντίστασης από την εργατική τάξη μπροστά στην νίκη της αντεπανάστασης, σίγουρα υποδηλώνει κάτι βαθύτερο. Δεν μπορεί παρά να αντανακλά μια βαθειά ριζωμένη δυσαρέσκεια των μαζών για τον τρόπο με τον οποίο διοικούσε το κράτος η κυρίαρχη γραφειοκρατική κάστα και οι κομματικές ηγεσίες της εποχής μετά το Λένιν.
Η πραγματικότητα είναι ότι παρά τις τεράστιες κατακτήσεις που απέφερε η κρατικοποιημένη σχεδιασμένη οικονομία, όλα τα προλεταριακά κράτη του προηγούμενου αιώνα, με εξαίρεση την ΕΣΣΔ των πρώτων χρόνων της επανάστασης, χαρακτηρίζονταν από την έλλειψη εργατικής δημοκρατίας. Ο κεντρικός σχεδιασμός στην οικονομία γίνονταν από ένα διευθυντικό στρώμα που μάλιστα, σε σχέση με τους εργάτες, είχε μία σειρά από προνόμια, υψηλούς μισθούς και πολύπλευρες παροχές. Δεν ίσχυε δηλαδή η στοιχειώδης αρχή του Λένιν ότι κάθε αξιωματούχος πρέπει να πληρώνεται όσο ένας ειδικευμένος εργάτης (βλ. «Κράτος κι Επανάσταση» – εκδ. «Σύγχρονη Εποχή»). Ήταν αυτό το στρώμα, το στρώμα των αξιωματούχων που, θέλοντας να υπερασπίσει τα προνόμιά του, δημιούργησε οπορτουνιστικές παρεκκλίσεις μέσα στα ΚΚ αυτών των χωρών.
Πιστεύω σύντροφοι ότι αν δεν εμβαθύνουμε στο κρίσιμο ζήτημα του γραφειοκρατικού εκφυλισμού που προετοίμασε το έδαφος για την αντεπανάσταση, τόσο η συζήτηση και οι αποφάσεις που θα πάρει το κόμμα μας στο συνέδριο δεν θα έχουν πετύχει το σκοπό τους.
Κατά τη γνώμη μου η συζήτηση γι’ αυτά τα τόσο κρίσιμα ζητήματα είναι ανάγκη να θέσει στο επίκεντρο τα βασικά ντοκουμέντα του Λενινισμού. Είναι ανάγκη να μελετήσουμε ξανά το «Κράτος και Επανάσταση» και τους όρους που εκεί έθετε ο Λένιν για ένα υγιές εργατικό κράτος. Είναι ανάγκη να διαβάσουμε τα κείμενα και τους λόγους του Λένιν όπως π.χ το «Καλύτερα Λιγότερα, αλλά καλύτερα», με τα οποία προειδοποιούσε με διορατικότητα για τους κινδύνους του γραφειοκρατισμού που απειλούσαν την ΕΣΣΔ. Πρέπει από τις κομματικές εκδόσεις να έρθει στο φως η «Διαθήκη» του Λένιν και η ύπαρξή της να πάψει να αποτελεί ταμπού. Πάνω από όλα, πρέπει να εκδοθούν από το κόμμα οι αποφάσεις και τα ντοκουμέντα των τεσσάρων πρώτων συνεδρίων της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Γιατί στ’ αλήθεια, αυτά τα γνήσια λενινιστικά ντοκουμέντα, για να πρέπει να τα διαβάσουμε να τα αναζητούμε σε εκδόσεις που έχουν κάνει διάφοροι αριστεριστές και να μην τα έχει εκδώσει ακόμα το κόμμα μας;
Τελειώνοντας την παρέμβασή μου θέλω να τονίσω ότι στην ταραγμένη περίοδο που μπήκαμε, το κόμμα μας με αφετηρία το 18ο συνέδριο μπορεί και πρέπει να ανταποκριθεί στα αυξημένα του καθήκοντα στηριγμένο στις γνήσιες αρχές και ιδέες του Λένιν που το έχουν θεμελιώσει.
Με θερμούς κομμουνιστικούς χαιρετισμούς
Παύλος Κυρούσης –