Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΘεωρία - ΙστορίαΗ επέτειος των 50 χρόνων Μεταπολίτευσης και το ΚΚΕ - Μέρος 1ο

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Η επέτειος των 50 χρόνων Μεταπολίτευσης και το ΚΚΕ – Μέρος 1ο

Το πρώτο απο μια σειρά άρθρων μας με θέμα την επέτειο των 50 χρόνων Μεταπολίτευσης και την επίσημη πολιτική αποτίμηση τους απο την ΚΕ του ΚΚΕ.

Η φετινή επέτειος των 50 χρόνων Μεταπολίτευσης (Ιούλιος 1974 – Ιούλιος 2024) έκανε τους αστούς, απόλυτα αναμενόμενα, να κλιμακώσουν από τα ΜΜΕ τη χρήση των γνωστών κλισέ περί «εδραιωμένης δημοκρατίας» και τους επαίνους στους «πολιτικούς ήρωες» της τάξης τους όπως ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, για τη μεγάλη συμβολή τους στην «υπόθεση της πολιτικής ομαλότητας» (βλέπε τη σταθεροποίηση της εξουσίας του κεφαλαίου πάνω στους εκμεταλλευόμενους εργαζομένους).

Το φυσικό αντίπαλο δέος στους γεμάτους αυτοϊκανοποίηση πανηγυρικούς των αστών για τα 50 χρόνια Μεταπολίτευσης, θα μπορούσε και θα έπρεπε να είναι η αποτίμηση της επετείου από το ΚΚΕ, από μια σκοπιά που οι αστοί είναι οργανικά ανίκανοι να τοποθετηθούν, δηλαδή από εκείνη της εργατικής τάξης και του ιστορικού της σκοπού για την ανατροπή του καπιταλισμού και την προετοιμασία ενός κομμουνιστικού μέλλοντος. Γιατί όπως σωστά σημειώνεται στην εισαγωγή της «Διακήρυξης της ΚΕ του ΚΚΕ για τα 50 χρόνια από την επαναφορά της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας» που δημοσιοποιήθηκε τον περασμένο Ιούλιο, τα χρόνια αυτά προσφέρονται «για την εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων και αναγκαίας ιστορικής πείρας. Η πείρα αυτή πρέπει να ενσωματωθεί στους αγώνες του εργατικού – λαϊκού κινήματος για βαθιές αλλαγές και ανατροπές στον συσχετισμό δυνάμεων, ενάντια στην ίδια την καπιταλιστική εξουσία». Όμως, δυστυχώς, με αυτό το κείμενο η ηγεσία του ΚΚΕ δεν κατάφερε να παράσχει μια τέτοιου είδους χρήσιμη για το κίνημα αποτίμηση της Μεταπολίτευσης.

Στη σύντομη σειρά άρθρων που ξεκινάμε από αυτό το τεύχος θα αναπτύξουμε την κριτική μας στα λάθη και τις παραλείψεις της Διακήρυξης, επιδιώκοντας ταυτόχρονα να συμβάλουμε στην κατανόηση των βασικών σταθμών, αλλά και του γενικού χαρακτήρα αυτής της 50ετούς ιστορικής περιόδου από επαναστατική κομμουνιστική σκοπιά.

Συντεταγμένη αλλαγή φρουράς ή κατάρρευση;

Στην πρώτη ενότητα της Διακήρυξης με τίτλο «Η αρχή του τέλους της δικτατορίας», η ηγεσία του ΚΚΕ αναφέρεται στη διαδικασία λήψης της απόφασης για τη μεταβίβαση της κυβερνητικής ευθύνης από τη Χούντα στους παλιούς αστούς πολιτικούς με τις ακόλουθες φράσεις: «Στις 23 Ιούλη 1974, οι τέσσερις επικεφαλής των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων μαζί με τον χουντικό Πρόεδρο Φ. Γκιζίκη συναντήθηκαν με τον δικτάτορα Δ. Ιωαννίδη και του ζήτησαν να μην μπει εμπόδιο στον σχηματισμό πολιτικής κυβέρνησης. Ο Ιωαννίδης, αν και δεν συμφώνησε, δεσμεύτηκε να μην αντιδράσει. Επρόκειτο για την αρχή του τέλους της αστικής στρατιωτικής δικτατορίας που είχε επιβληθεί την 21η Απριλίου του 1967 και την απαρχή της μετάβασης στην αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία.»

Αυτό που προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση είναι ότι από αυτή την ενότητα απουσιάζει εντελώς μια σαφής απάντηση στο καθοριστικό ερώτημα «γιατί η Χούντα έφθασε το καλοκαίρι του 1974 να μεταβιβάσει άρον άρον την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας στους αστούς πολιτικούς;». Η σωστή απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα είναι ότι η Χούντα υποχρεώθηκε να προβεί σε αυτού του είδους τη μεταβίβαση γιατί κατέρρευσε. Και κατέρρευσε ως αποτέλεσμα της πολύ προχωρημένης κρίσης του καθεστώτος της, η οποία εκδηλώθηκε ανοικτά κάτω από τα χτυπήματα της εξέγερσης του Πολυτεχνείου τον Νοέμβρη του 1973, επιχειρήθηκε να ελεγχθεί και να περιοριστεί με την σκληρή καταστολή της εξέγερσης και την ανατροπή του Παπαδόπουλου από τον Ιωαννίδη, και τελικά κορυφώθηκε με ανεξέλεγκτο πλέον τρόπο αμέσως μετά την έναρξη της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο.

Δεν είχαμε μια συντεταγμένη διαδικασία στις κορυφές της Χούντας όπως αυτή που εμφανίζεται στη Διακήρυξη, όπου οι χουντικοί συζητούν μεταξύ τους, διαφωνούν, συμφωνούν και αποφασίζουν τελικά να μεταβιβάσουν την κυβέρνηση στους παλιούς αστούς πολιτικούς. Είχαμε μια βιαστική και αναγκαστική μεταβίβαση λόγω κατάρρευσης. Δεν είχαμε μια Χούντα «ήρεμα σκεπτόμενη και συσκεπτόμενη», αλλά μια καταρρέουσα Χούντα, αδύναμη και πανικόβλητη.

Αυτό προκύπτει από όλες τις διαθέσιμες στοιχειωδώς αξιόπιστες ιστορικές πηγές για τα γεγονότα εκείνων των ημερών. Ενδεικτικά θα αναφέρουμε το γνωστό βιβλίο του μακαρίτη απολογητή του αστικού καθεστώτος, μεγαλοδημοσιογράφου και εκδότη, Σταύρου Ψυχάρη, με τίτλο «Τα παρασκήνια της Αλλαγής», (Αθήνα 1974). Το βιβλίο αυτό, προλόγισε μία από τις πιο εξέχουσες μορφές της ελληνικής Δεξιάς, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ο οποίος όπως είναι γνωστό συμμετείχε στις κρίσιμες συναντήσεις στρατιωτικών και παλιών πολιτικών στις 23 Ιουλίου για το σχηματισμό πολιτικής κυβέρνησης, ως ο αρχικά προοριζόμενος για πρωθυπουργός.

Στο βιβλίο λοιπόν, περιγράφονται παραστατικά τα γεγονότα που σηματοδότησαν την κατάρρευση του χουντικού καθεστώτος, η οποία στην πραγματικότητα είχε ήδη συντελεστεί κατά το τριήμερο 20, 21 και 22 Ιουλίου που προηγήθηκε της σύσκεψης της 23ης Ιουλίου την οποία αναφέρει η Διακήρυξη της ηγεσίας του ΚΚΕ.

Τα γεγονότα αυτά, συνοπτικά έχουν ως εξής. Το πρωί της 20ης Ιουλίου συνειδητοποιείται από τους χουντικούς το τετελεσμένο της τουρκικής απόβασης στην Κύπρο και η διάψευση των διαβεβαιώσεων ότι οι Τούρκοι δεν θα εισβάλουν, που ισχυριζόταν ότι είχε λάβει ο Δ. Ιωαννίδης από τους Αμερικανούς. Μάλιστα στο βιβλίο του Ψυχάρη αναφέρεται ότι ο Ιωαννίδης σε σύσκεψη στο Πεντάγωνο εκείνη τη μέρα, απευθυνόμενος στον υφυπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, Τζον Σίσκο και σε άλλους Αμερικανούς αξιωματούχους που ήταν παρόντες, φώναξε «Μας εξαπατήσατε!». Σε αυτό το χρονικό σημείο ο άτυπος επικεφαλής της Χούντας συνειδητοποιεί ότι έχει έρθει το τέλος του καθεστώτος του.

Στις 21 Ιουλίου ο Ιωαννίδης χάνει και τυπικά τον έλεγχο της 4μελούς ανώτατης στρατιωτικής ηγεσίας (Μπονάνος αρχηγός ενόπλων δυνάμεων, Γαλατσάνος αρχηγός στρατού, Αραπάκης αρχηγός ναυτικού, Παπανικολάου αρχηγός αεροπορίας), η οποία συνειδητοποιώντας την αδυναμία του, αγνοεί και αρνείται την (υποκριτική και κούφια) προτροπή που είχε απευθύνει στο λεγόμενο Πολεμικό Συμβούλιο της προηγούμενης μέρας να κηρυχθεί ο πόλεμος στην Τουρκία (αυτή επιβεβαιώνεται κι από τα δημοσιευμένα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά αυτού του Συμβουλίου της 20ής Ιουλίου 1974 που βρίσκονται στο βιβλίο του διευθυντή της Καθημερινής, Αλέξη Παπαχελά, «ΕΝΑ ΣΚΟΤΕΙΝΟ ΔΩΜΑΤΙΟ 1967-1974», εκδ. «Μεταίχμιο» 2021). Την ίδια μέρα (21 Ιουλίου) οι 4 αρχηγοί του στρατού σε ειδική άτυπη σύσκεψη που εξιστορείται στο βιβλίο του Ψυχάρη, αποφασίζουν τη χειραφέτησή τους από τον Ιωαννίδη και την προώθηση της διαδικασίας «πολιτικοποίησης» του καθεστώτος.

Αμέσως μετά, τη νύχτα 21 προς 22 Ιουλίου, ο Ιωαννίδης και η μετέωρη κυβέρνηση των ανδρεικέλων του, κρυπτόμενοι στην κυριολεξία, αποφεύγουν να πάρουν την ευθύνη για την υπογραφή κατάπαυσης του πυρός στην Κύπρο. Έτσι η τυπική συγκατάθεση γι’ αυτήν εκ μέρους της Ελλάδας, δόθηκε προς την αμερικανική κυβέρνηση από τον αρχηγό του ναυτικού, αντιναύαρχο Αραπάκη, ο οποίος λειτουργώντας ως ανεπίσημος, ντε φάκτο εκπρόσωπος του ελληνικού κράτους συνομιλεί για τον σκοπό αυτό με τον Αμερικανό υφυπουργό Εξωτερικών Σίσκο και τον προϊστάμενό του, Χένρι Κίσινγκερ! Μάλιστα λίγες ώρες μετά το πρωί της 22ης Ιουλίου, ο ιωαννιδικός πρωθυπουργός Αδ. Ανδρουτσόπουλος και ο υπουργός του των Εξωτερικών Κ. Κυπραίος εξαφανίζονται πλήρως από το προσκήνιο χωρίς καν να καταργηθούν επίσημα ή να υποβάλουν τις παραιτήσεις τους, και για κάποιες ώρες αναζητούνταν από την Άμεση Δράση! Το ιωαννιδικό υπουργικό συμβούλιο πλέον δεν μπορεί ούτε καν να συνεδριάσει. Ο Ιωαννίδης, απόλυτα αποθαρρυμένος από τη συνειδητοποίηση του γεγονότος ότι αποτελεί «στυμμένη λεμονόκουπα», το δέχεται ως τετελεσμένο, την ώρα που οι σκληροπυρηνικοί «μικροί» ιωαννιδικοί αξιωματικοί αγανακτούν (και γίνονται καχύποπτοι) με την παθητικότητά του.

Και πριν ακόμα ξεκινήσει η σύσκεψη της 23ης Ιουλίου που περιγράφεται στη Διακήρυξη, οι 4 αρχηγοί του στρατού μαζί με τον χουντικό «Πρόεδρο Δημοκρατίας» Φ. Γκιζίκη, πανικόβλητοι από την αυξανόμενη αγανάκτηση για το καθεστώς που επικρατεί στους στρατώνες μεταξύ των επιστρατευμένων, αλλά και θεωρώντας εξασφαλισμένη τη σύμφωνη γνώμη των Αμερικανών, έχουν ήδη καταλήξει στην απόφαση να δώσουν τη σκυτάλη της κυβέρνησης στους παλιούς αστούς πολιτικούς. Ουσιαστικά, αυτή την απόφαση την ανακοινώνουν στον καταρρακωμένο και «παραλυμένο» Ιωαννίδη, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη την (άνευ ουσίας και πρακτικής σημασίας) διαφωνία του.

Πανικός και αδυναμία

Μια τηλεφωνική συνομιλία που έλαβε χώρα στις 22 Ιουλίου και περιέχεται στο προαναφερθέν βιβλίο του Ψυχάρη, μεταξύ του ίδιου του συγγραφέα και ενός ανώτατου αξιωματικού από την Καβάλα, αποτυπώνει ξεκάθαρα τον πανικό που επικρατούσε εκείνες τις ώρες στις κορυφές του στρατού λόγω της αυθόρμητης αγανάκτησης που αναπτυσσόταν στους στρατώνες ανάμεσα στους επιστρατευμένους. Εκεί μεταξύ άλλων, ο αξιωματικός λέει τα εξής στον Ψυχάρη: «Εδώ καλά είμαστε. Μόνο που υπάρχουν προβλήματα με τους επιστρατευμένους. Όλη μέρα βρίζουν όποιον αξιωματικό βρουν μπροστά τους…»(!!). Ο πανικός που επικρατούσε στις χουντικές κορυφές λόγω της ίδια αιτίας, φανερώθηκε επίσης χαρακτηριστικά και στην απόλυτη βιασύνη που διακατείχε την πλευρά του Γκιζίκη και των 4 αρχηγών του στρατού στη σύσκεψή τους με τους παλιούς αστούς πολιτικούς στις 23 Ιουλίου, ώστε η νέα κυβέρνηση να ορκιστεί απαραίτητα την ίδια ημέρα.

Επιπλέον, σ’ ένα ακόμα περιστατικό που έλαβε χώρα σ’ αυτή τη σύσκεψη επιβεβαιώθηκε η θέση ακραίας αδυναμίας στην οποία βρισκόταν πλέον η Χούντα. Όταν ο Γκιζίκης τόλμησε να προτείνει στους παλιούς πολιτικούς να διατηρηθούν στις θέσεις τους οι χουντικοί υπουργοί Ασφάλειας, Άμυνας και Εσωτερικών και εισέπραξε την κάθετη άρνηση από την πλευρά των (αρχικά προοριζόμενων για τη θέση του πρόεδρου και του αντιπροέδρου της κυβέρνησης) Π. Κανελλόπουλου και Γ. Μαύρου, αμέσως συμμορφώθηκε με τη θέλησή τους, χωρίς ούτε αυτός ούτε κάποιος άλλος από τους παρευρισκομένους χουντικούς να επιμείνει ή να επανέλθει σ’ αυτό το ζήτημα! Έτσι, βλέπουμε ότι οι εκπρόσωποι ενός καθεστώτος που επί μήνες προετοίμαζε σχέδια για μια ελεγχόμενη από τον στρατό Μεταπολίτευση, την κρίσιμη ώρα της έναρξης της πραγματικής Μεταπολίτευσης δεν είχαν τη δύναμη να διεκδικήσουν ούτε 3 υπουργεία, σε μια κυβέρνηση μάλιστα που θα συμμετείχαν πολιτικοί οι οποίοι τυπικά βρίσκονταν ακόμα κάτω από την άγρυπνη παρακολούθηση της στρατιωτικής αστυνομίας.

Γιατί όμως είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η Χούντα το καλοκαίρι του 1974 κατέρρευσε, μέσα σε πανικό και αδυναμία, και να μην προσεγγιστεί η όλη διαδικασία της Μεταπολίτευσης σαν μια ομαλή και συντεταγμένη αλλαγή φρουράς όπως υπονοείται στη Διακήρυξη της ηγεσίας του ΚΚΕ; Γιατί οι εργαζόμενοι και οι νέοι είναι ανάγκη να συνειδητοποιήσουν ότι ακόμα και το πιο αυταρχικό αντιλαϊκό καθεστώς, μπορεί να μετατραπεί σε έναν αδύναμο και ανήμπορο να επιβάλει τη θέλησή του παράγοντα, όταν μεταβληθεί ο ταξικός συσχετισμός δύναμης στην κοινωνία, δηλαδή η βάση πάνω στην οποία ορθώνεται κάθε καθεστώς.

Ακριβώς μια τέτοια σημαντική μεταβολή είχε ήδη συντελεστεί στην ελληνική κοινωνία το καλοκαίρι του 1974, και παρήγαγε τη Μεταπολίτευση. Η προεπαναστατική περίοδος στην Ελλάδα που ξεκίνησε με την εξέγερση του Πολυτεχνείου του 1973 είχε ήδη βάλει και επίσημα τη Χούντα, και συνολικά την ελληνική άρχουσα τάξη, σε θέση άμυνας. Το φιάσκο της ιωαννιδικής Χούντας στην Κύπρο ήρθε να ενισχύσει και να πολλαπλασιάσει το λαϊκό μίσος για το καθεστώς, απειλώντας την εξουσία της ελληνικής άρχουσας τάξης και τον έλεγχο της χώρας από τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Αυτές οι αλλαγές οδήγησαν τη Χούντα σε κατάρρευση και μετέτρεψαν τον «αόρατο δικτάτορα» Ιωαννίδη, τον παντοδύναμο «σκύλο της ΕΣΑ», σε ένα ανήμπορο και ξεγραμμένο από όλους ανθρωπάκι.

Αυτή η διαλεκτική των μεγάλων γεγονότων που οδήγησαν στη Μεταπολίτευση, είναι σε τελική ανάλυση η ίδια η διαλεκτική της επανάστασης. Δεν μπορεί να γίνει εύκολα κατανοητή από την εργατική πρωτοπορία, αν δεν καταδειχθεί και δεν τονιστεί από τους κομμουνιστές η κρίση του χουντικού και συνολικά του αστικού καθεστώτος και οι βαθιές ταξικές και πολιτικές της αιτίες, και αν υιοθετηθεί μια «άνευρη», και σε τελική ανάλυση, ανιστόρητη ερμηνεία της Μεταπολίτευσης, απλώς ως μια συντεταγμένη αλλαγή φρουράς.

Σταμάτης Καραγιαννόπουλος

Συνεχίζεται

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα