Τις τελευταίες εβδομάδες, παραφράζοντας το Κομμουνιστικό Μανιφέστο, θα λέγαμε ότι ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από κάθε δημοσκόπηση: το φάντασμα της Ζωής Κωνσταντοπούλου και της Πλεύσης Ελευθερίας. Εντελώς απροσδόκητα για όλους τους πολιτικά δημοσιολογούντες και αναλυτές, η Πλεύση Ελευθερίας φαίνεται σε όλες τις δημοσκοπήσεις να εδραιώνεται στη δεύτερη θέση των προτιμήσεων των ψηφοφόρων.
Αυτή η δημοσκοπική «έκπληξη» έχει οδηγήσει τους ίδιους αυτούς αναλυτές σε ανάμεικτες αντιδράσεις. Οι πιο φιλοκυβερνητικοί και φιλοκαθεστωτικοί αντιμετωπίζουν τη δημοσκοπική άνοδο της Πλεύσης Ελευθερίας ως σύμπτωμα αναβίωσης του «λαϊκισμού» της εποχής των Μνημονίων, και επιστρατεύουν ενάντια στη Ζωή Κωνσταντοπούλου όλα τα συστημικά επικοινωνιακά όπλα που είχαν χρησιμοποιήσει και ενάντια στους ηγετικούς εκφραστές του αντιμνημονιακού κινήματος της περιόδου 2010-2015 (συμπεριλαμβανομένης της ίδιας): υστερική κινδυνολογία, διαστρέβλωση θέσεων και δίκη προθέσεων, δηλητηριώδεις απόπειρες δολοφονίας χαρακτήρα.
Όσοι περίμεναν ότι το αντίβαρο σε αυτή την αντιδραστική μέθοδο προσέγγισης του φαινομένου «Ζωή Κωνσταντοπούλου-Πλεύση Ελευθερίας» θα ήταν οι ψύχραιμες και αντικειμενικές εκτιμήσεις από την πλευρά των δημόσιων φωνών της Αριστεράς, μέχρι στιγμής, κάθε άλλο παρά έχουν δικαιωθεί. Όλες τους, προεξάρχουσας εκείνης της ηγεσίας του ΚΚΕ και των απολογητών της, καταγγέλλουν (ή υπαινίσσονται) μια εκστρατεία υποστήριξης και προώθησης της Κωνσταντοπούλου από το σύστημα και τα αστικά ΜΜΕ, μία συνωμοσία για το ξεγέλασμα του λαού με αντισυστημικό μανδύα και όχημα την Πλεύση Ελευθερίας.
Πριν η ταπεινότητά μας επιχειρήσει να δώσει μια ερμηνεία του φαινομένου από επαναστατική, κομμουνιστική σκοπιά, είμαστε υποχρεωμένοι να τοποθετηθούμε έναντι αυτής της κυρίαρχης «αριστερής» ερμηνείας. Γιατί αν αυτή ισχύει, έστω και στον ελάχιστο βαθμό, τότε όλα απλοποιούνται. Στην πραγματικότητα δεν θα χρειάζεται καθόλου μια ειδική ερμηνεία το εν λόγω φαινόμενο, αφού θα αντιπροσωπεύει απλώς ένα ακόμα τέχνασμα πλάι στα τόσα άλλα που βρίσκονται στην φαρέτρα της άρχουσας τάξης, στο βωμό του αποπροσανατολισμού των μαζών.
Προωθείται η Κωνσταντοπούλου από το σύστημα;
Κάθε σοβαρή απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα, οφείλει λοιπόν να είναι σαφής και ξεκάθαρη. Και η δική μας απάντηση είναι ένα σαφές και ξεκάθαρο «όχι». Και είναι «όχι» διότι δεν υπάρχει κανένα πραγματικό στοιχείο ή γεγονός που να μαρτυρά το αντίθετο.
Ήδη έχουμε αναφερθεί στο είδος και το πνεύμα των αντιδράσεων των απολογητών του συστήματος έναντι του φαινομένου Κωνσταντοπούλου. Γενικότερα, είναι ξεκάθαρο σε κάθε στοιχειωδώς αμερόληπτο και αντικειμενικό παρατηρητή των πολιτικών εξελίξεων, ότι η Ζωή Κωνσταντοπούλου είναι ένα από τα πρόσωπα που έχουν μισηθεί και στοχοποιηθεί περισσότερο από τους απολογητές και τους εκπροσώπους της άρχουσας τάξης τα τελευταία 13 χρόνια, από τότε δηλαδή που εμφανίστηκε στο προσκήνιο ως υποψήφια βουλευτής του αντιμνημονιακού ΣΥΡΙΖΑ. «Κακιά γυναίκα», «υστερικιά», «πολιτική τερατογένεση», «εκμεταλλεύτρια του πόνου των συγγενών θυμάτων των Τεμπών» είναι μερικοί μόνο από τους χαρακτηρισμούς που εκστομίζονται ή γράφονται στα αστικά ΜΜΕ τις τελευταίες εβδομάδες για τη Ζωή Κωνσταντοπούλου και το πολιτικό «κίνημά» της.
Ακόμα και οι συχνές εσχάτως συνεντεύξεις της στα μεγάλα κανάλια, φαίνεται ότι είναι μέρος ενός κοινού σχεδίου των απολογητών της κυβέρνησης και του συστήματος στα ΜΜΕ. Με μια δέσμη πανομοιότυπων ερωτήσεων επιχειρούν να αναδείξουν υπαρκτές ή ανύπαρκτες πολιτικές της αδυναμίες για να την απαξιώσουν, ελπίζοντας ότι έτσι θα ανακόψουν τη δημοσκοπική της άνοδο. Με αυτόν τον τρόπο επιχειρούν να την εμφανίσουν πολιτικά αναξιόπιστη και ανεύθυνη, φυσικά μιλώντας πάντα από τη σκοπιά της «πολιτικής σταθερότητας», και εννοώντας ασφαλώς, τη σταθερότητα του σάπιου τους συστήματος.
Προς τι λοιπόν, η όλη φιλολογία της ηγεσίας του ΚΚΕ και των άλλων αριστερών «ερμηνευτών» περί προώθησης της Κωνσταντοπούλου από το σύστημα; Είναι απλώς μια δηλητηριώδης σαπουνόφουσκα, η οποία επιχειρεί να καλύψει με φτηνό και ρηχό τρόπο την ίδια την αδυναμία του ΚΚΕ και της υπόλοιπης Αριστεράς να εκφράσουν πολιτικά τη διάχυτη αντισυστημική διάθεση που αναπτύσσεται σήμερα στις μάζες με αφορμή τη συγκάλυψη του εγκλήματος των Τεμπών.
Γιατί φουσκώνουν τα πανιά της «Πλεύσης»;
Μέχρι πριν από τα πρώτα μεγάλα φετινά συλλαλητήρια για τα Τέμπη, η Πλεύση Ελευθερίας εμφανιζόταν σε όλα τα γκάλοπ να δίνει μάχη για την παραμονή στη Βουλή. Ήταν ξεκάθαρο με άλλα λόγια, ότι οι πλατύτερες εργατικές και φτωχές λαϊκές μάζες μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχαν ενθουσιαστεί με την απόπειρα της Ζωής Κωνσταντοπούλου να δώσει «Ζωή στη Βουλή».
Όλα όμως άλλαξαν μετά το ξέσπασμα του μαζικού κινήματος. Η αφύπνιση της εργατικής τάξης, των φτωχών λαϊκών στρωμάτων και της νεολαίας, με αποκορύφωμα την ιστορική γενική απεργία της 28ης Φλεβάρη, ανέδειξε στο προσκήνιο τη διαμόρφωση μιας μαζικής αντισυστημικής συνείδησης. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης που κυβέρνησαν στο παρελθόν (ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, και εμμέσως η Νέα Αριστερά) έχουν ταυτιστεί στη συνείδηση του λαού με όσα εκφράζει το σάπιο σύστημα που αυτός σήμερα απορρίπτει, και έτσι φυσιολογικά, βλέπουν την εκλογική τους υποστήριξη να μειώνεται μαζί με την αντίστοιχη της κυβέρνησης. Επιπλέον και το ΚΚΕ, ως αποτέλεσμα της (μασκαρεμένης με επαναστατική φρασεολογία) παθητικής, κεντρικής πολιτικής του γραμμής, όπως συνέβη και με το μαζικό αντιμνημονιακό κίνημα από το οποίο το κόμμα τελικά βγήκε αποδυναμωμένο, μοιάζει για μία ακόμα φορά, παρά την αντισυστημική αφύπνιση των μαζών, να είναι οργανικά ανίκανο να μεγαλώσει αποφασιστικά την επιρροή του.
Ακριβώς αυτό το πολιτικό κενό εκπροσώπησης της αντισυστημικής συνείδησης των μαζών επιχείρησε να αξιοποιήσει πολιτικά η Ζωή Κωνσταντοπούλου. Και τα έως τώρα γκάλοπ δείχνουν ότι προς το παρόν, από τη σκοπιά της εκλογικής επιρροής του κόμματός της, το αξιοποιεί πολύ αποτελεσματικά.
Ποιο όμως είναι το ζήτημα κλειδί για αυτή την αποτελεσματικότητα; Ίσως αυτό που θα γράψουμε να μην είναι τόσο δημοφιλές στους εξ αριστερών «ερμηνευτές», αλλά η εν λόγω αποτελεσματικότητα της Κωνσταντοπούλου οφείλεται σ’ έναν συνδυασμό 3 παραγόντων που δεν συναντώνται σήμερα μαζί σε κανένα άλλο αριστερό κόμμα της κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης: 1) Μαχητική εναντίωση στο κυβερνητικό-κρατικό σχέδιο συγκάλυψης του εγκλήματος των Τεμπών με ταυτόχρονη όμως, και εμφατική υιοθέτηση του συνθήματος της ανατροπής της κυβέρνησης. 2) Ένα μίνιμουμ πολιτικής αξιοπιστίας ως αποτέλεσμα της μαχητικής στάσης της στο αποκορύφωμα του αντιμνημονιακού κινήματος, και από τη θέση της Προέδρου της Βουλής, θέση που όλοι θυμούνται ότι προσπαθούσε μέχρι την τελευταία στιγμή να χρησιμοποιήσει για να εμποδιστεί η υπογραφή του Τρίτου Μνημονίου. γ) Τροφοδότηση αυτού του μίνιμουμ αξιοπιστίας από το γεγονός ότι η ίδια απέφυγε να αναλάβει κυβερνητικό αξίωμα το 2015, μη ταυτιζόμενη έτσι άμεσα με καμία κυβέρνηση γενικά, αλλά και ειδικά με μια κυβέρνηση η οποία στο βωμό της (εξαρχής καταδικασμένης) «μαχητικής διαπραγμάτευσης» αρνήθηκε να εφαρμόσει το αντιμνημονιακό πρόγραμμα για το οποίο εκλέχθηκε.
Την ύπαρξη του συνδυασμού αυτών των παραγόντων, δεν χρειάζεται να είναι κάποιος φιλικά διακείμενος έναντι της Ζωής Κωνσταντοπούλου για να της την πιστώσει. Άλλωστε, αυτή δεν μπορούν να της την αρνηθούν ούτε οι πιο σοβαροί από τους εχθρούς της μέσα στο στρατόπεδο της άρχουσας τάξης. Και στον βαθμό που η επικεφαλής της Πλεύσης Ελευθερίας το επόμενο διάστημα θα διατηρήσει μια ανάλογα μαχητική αντικυβερνητική στάση, και ταυτόχρονα, θα αποφύγει να συμμετάσχει σε ένα συστημικό κυβερνητικό σχήμα, δεν μπορεί παρά να παραμείνει στο επίκεντρο της πολιτικής προσοχής και υποστήριξης μεγάλων τμημάτων του εργαζόμενου λαού και της νεολαίας.
Πολιτική και ταξική φύση της Πλεύσης Ελευθερίας
Ο μαρξισμός τοποθετείται έναντι των πολιτικών ηγετών εστιάζοντας όχι στα προσωπικά τους χαρακτηριστικά, αλλά στα ταξικά συμφέροντα που αντικειμενικά εκφράζουν και στον βαθμό συνέπειας με τον οποίο τα εκφράζουν. Έτσι λοιπόν, όποιο πλεονέκτημα ή αδυναμία και αν προσδίδουν στη Ζωή Κωνσταντοπούλου τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς της, το κρίσιμο ζήτημα για τους κομμουνιστές είναι πάντα το κατά πόσο και με ποιόν τρόπο εκφράζει με την πολιτική της τα συμφέροντα της εργατικής τάξης.
Τι είναι λοιπόν από ταξική σκοπιά η Πλεύση Ελευθερίας; Ας αρχίσουμε από το αντικειμενικό στοιχείο. Σε ποιες τάξεις και κοινωνικά στρώματα εμφανίζει σήμερα απήχηση; Από τη στιγμή που η Πλεύση Ελευθερίας εκτοξεύθηκε σε απήχηση λόγω του μαζικού κινήματος, η κοινωνική της βάση δεν μπορεί παρά να είναι ο κορμός αυτού του κινήματος: η εργατική τάξη και η νεολαία. Ειδικά στους νέους και τις παραγωγικές ηλικίες, τα σχετικά γκάλοπ δείχνουν ότι η Πλεύση Ελευθερίας κυμαίνεται μεταξύ πρώτου και δεύτερου κόμματος. Αυτό σημαίνει ότι ένα σημαντικό τμήμα της εργατικής τάξης έχει αρχίσει να τη στηρίζει πολιτικά, προσδίδοντας αντικειμενικά έναν έντονο εργατικό χαρακτήρα στην απήχησή της.
Ωστόσο, αναμφίβολα η πολιτική που υπερασπίζει επίσημα η Ζωή Κωνσταντοπούλου δεν έχει έναν συγκεκριμένο ταξικό προσδιορισμό και αναφορά. Η επικεφαλής της Πλεύσης Ελευθερίας σε κάθε συνέντευξη και δημόσια παρουσία της, τονίζει ότι απευθύνεται, όχι στους εργαζόμενους, αλλά γενικά στους «πολίτες» και την «κοινωνία». Όμως αντικειμενικά, στις συνθήκες ύπαρξης μιας κοινωνίας στην οποία κυριαρχούν οι αδυσώπητες ταξικές συγκρούσεις, και στην οποία όλα τα βασικά πολιτικά ζητήματα φέρουν την σφραγίδα αυτών των συγκρούσεων, κάθε πολιτικός που αναφέρεται αφηρημένα στην «κοινωνία» και τους «πολίτες», ανεξάρτητα από τις όποιες «καλές» του προθέσεις, σε τελική ανάλυση είναι δημαγωγός. Γιατί σε μια τέτοια κοινωνία άγριων ταξικών ανταγωνισμών δεν μπορεί ποτέ να υπάρξουν στα πιο βασικά ζητήματα λύσεις που να είναι καλές και συμφέρουσες για όλους τους «πολίτες» και ολόκληρη την «κοινωνία».
Αλλά η απουσία ενός επίσημου ταξικού προσδιορισμού από την ίδια τη Ζωή Κωνσταντοπούλου, καθόλου δεν σημαίνει ότι το ιδεολογικοπολιτικό περιεχόμενο των θέσεων που υπερασπίζει η Πλεύση Ελευθερίας δεν έχει έναν αντικειμενικό ταξικό προσδιορισμό. Στο ζήτημα αυτό, η διακριτική αλλά επίμονη αποφυγή από την Κωνσταντοπούλου της κατάταξης της Πλεύσης Ελευθερίας στις αριστερές δυνάμεις, παρότι είναι απογοητευτική λόγω των προφανών πολιτικάντικων-δημαγωγικών κινήτρων που φανερώνει, δεν είναι το καθοριστικό ζήτημα. Ακόμα και αν η Κωνσταντοπούλου αυτοπροσδιοριζόταν ως «αριστερή» και όχι απλά ως «αριστερής καταγωγής», οι πολιτικές θέσεις της Πλεύσης, σε αντίθεση με την ταξική της απήχηση, δεν θα είχαν αντικειμενικά έναν εργατικό χαρακτήρα. Στην πραγματικότητα, από το 2012 που πρωτοεμφανίστηκε στο προσκήνιο ως υποψήφια βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, η Ζωή Κωνσταντοπούλου υπερασπίζει δημόσια τις ιδέες του ρεύματος που από τον κομμουνισμό ορίζεται ως «μικροαστική δημοκρατία».
Σχετικά με αυτό το ζήτημα θεωρούμε ότι έχει αξία να παραθέσουμε αυτά που γράφαμε σε ένα αναλυτικό κείμενό μας το 2016: «Το πρόβλημα με τις ιδέες της μικροαστικής δημοκρατίας είναι ότι αντιστοιχούν σε μια ιστορική περίοδο που έχει τελειώσει εδώ και 150 χρόνια. Το αίτημα για αληθινή “δημοκρατία” έχει ιστορικά αποδειχθεί ότι είναι ασυμβίβαστο με τις καπιταλιστικές σχέσεις ιδιοκτησίας, έχει προδοθεί και ξαναπροδοθεί βάναυσα από την αστική τάξη, ενώ οι θεσμοί της “υπαρκτής” στον καπιταλισμό, αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, έχουν εκθέσει από κάθε άποψη, ιστορικά τον αντιδραστικό (και αντιδημοκρατικό) τους χαρακτήρα. Ο αυτό-εξευτελισμός του αστικού κοινοβουλίου, αυτής της “βιτρίνας” της αστικής δημοκρατίας, θα έπρεπε ήδη να έχει προβληματίσει σοβαρά την Κωνσταντοπούλου, που είχε την ευκαιρία να τον παρακολουθήσει από πολύ κοντά, από τη θέση της επικεφαλής του, ως πρόεδρος της Βουλής. Θα έπρεπε να την έχει ήδη οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι η δημοκρατία για να είναι πραγματική, είναι ανάγκη να περάσει και στο πεδίο της οικονομίας, με τον έλεγχο της παραγωγής από την εργατική τάξη και με την κοινωνική ιδιοκτησία, αλλά και να εκφραστεί γνήσια μέσα από την εγκαθίδρυση μιας νέας εξουσίας, που θα αντικαταστήσει το υπάρχον αστικό κράτος.» («Ο ελληνικός καπιταλισμός, τα “μαθήματα” του ΣΥΡΙΖΑ και οι πολιτικές προοπτικές», εκδόσεις Μαρξιστική Φωνή).
Οι παραπάνω γραμμές, οι οποίες συνεχίζουν να εκφράζουν απόλυτα την οργάνωσή μας και τη στάση της έναντι των ιδεών της Ζωής Κωνσταντοπούλου, με τη μέθοδο που αντανακλούν, δηλώνουν ότι οι κομμουνιστές, αντί να πετροβολούν την Πλεύση Ελευθερίας με ανόητες γελοιότητες του είδους «προωθείται από το σύστημα», έχουν ως κύριο πολιτικό καθήκον να εξγήσουν στους εργαζόμενους τι στ’ αλήθεια αντιπροσωπεύουν αυτές οι ιδέες από μια γνήσια προλεταριακή, μαρξιστική άποψη.
Τι οφείλει να κάνει η Κωνσταντοπούλου και τι οφείλουν να της πουν οι κομμουνιστές
Επιπλέον, οι κομμουνιστές (και όσοι άλλοι «αριστεροί» αυτοπροσδιορίζονται ταυτόχρονα και ως κομμουνιστές, αντισυστημικοί ή αντικαπιταλιστές) είναι πολιτικά αντιπαραγωγικό – και από τη σκοπιά της προλεταριακής ηθικής, ξεκάθαρα ανήθικο – να υιοθετούν μια εχθρική και επιθετική στάση απέναντι στη Ζωή Κωνσταντοπούλου στοχοποιώντας την με ανυπόστατους και χαμηλού επιπέδου προσωπικούς χαρακτηρισμούς, σε μια περίοδο που μανιασμένα και καθημερινά βάλλεται από την άρχουσα τάξη. Όταν η Κωνσταντοπούλου βάλλεται για τη μαχητική αντικυβερνητική της στάση π.χ. από τον ακροδεξιό σαλτιμπάγκο Γεωργιάδη ή τον μητσοτακικό γκεμπελίσκο Πορτοσάλτε, είναι ανεπίτρεπτο βουλευτές του ΚΚΕ όπως η Κανέλλη, ο Παφίλης, ο Λαμπρούλης κ.α. ή η ηγεσία της ΚΝΕ με ειδικά της βίντεο, να την αποκαλούν «κυρά μου», «άτομο με ναπολεόντειο σύνδρομο προβολής», «φιλική πολιτικό προς την Χρυσή Αυγή» κ.λπ. Αντίστοιχα βέβαια, είναι περιττό να πούμε ότι δεν μας βρίσκουν καθόλου σύμφωνους και όσες πιθανά άδικες επιθέσεις έχουν εξαπολυθεί από την ίδια ενάντια στο ΚΚΕ ή άλλες αριστερές δυνάμεις, ή όσες τέτοιες θα εξαπολυθούν το επόμενο διάστημα.
Ο μόνος τρόπος για να συνειδητοποιηθεί το πολιτικό αδιέξοδο των σημερινών μικροαστικών ιδεών της Κωνσταντοπούλου και της Πλεύσης Ελευθερίας από τις εργατικές μάζες προς όφελος της απήχησης των γνήσια προλεταριακών, κομμουνιστικών ιδεών, είναι η ειλικρινής πολιτική και όχι προσωπική, κριτική από τη σκοπιά του συναγωνιστή. Αντί για τις προαναφερθείσες σταλινικού ύφους και ήθους επιθέσεις, οι κομμουνιστές οφείλουμε να απευθυνθούμε στη Ζωή Κωνσταντοπούλου, ενδεικτικά με τα ακόλουθα απλά και ξεκάθαρα λόγια.
«Απέναντι σε κάθε επίθεση που δέχεσαι για τη μαχητική σου στάση από τους απολογητές της κυβέρνησης και του συστήματος, εμείς σε υπερασπίζουμε και θα σε υπερασπίζουμε ως συναγωνιστές. Ωστόσο, θεωρούμε τις ιδέες και τις θέσεις σου, μια μη συνεπή αντισυστημική πρόταση. Διότι δεν έχουν το αναγκαίο αντισυστημικό, αντικαπιταλιστικό προγραμματικό περιεχόμενο και δεν υπηρετούν τα συμφέροντα εκείνης της τάξης, δηλαδή της εργατικής τάξης, η οποία είναι η μόνη που έχει σήμερα πραγματικό συμφέρον, αλλά και δύναμη, να συντρίψει το σύστημα, να αλλάξει ριζικά την κοινωνία και να εγκαθιδρύσει μια πραγματικότητα αληθινής Δημοκρατίας και Δικαιοσύνης για την κοινωνική πλειονότητα.
Λες ότι δεν έχεις ακόμα ένα κυβερνητικό πρόγραμμα γιατί δεν πρόλαβες να το φτιάξεις, αφού ο πολιτικός σου φορέας όταν μπήκε το 2023 στη Βουλή δεν είχε άμεση κυβερνητική προοπτική. Δεν έχουμε λόγο να μην σε πιστέψουμε. Ωστόσο, τώρα που γίνεσαι σημείο αναφοράς των μαζών της εργατικής τάξης, το πρόγραμμα που οφείλεις να φτιάξεις πρέπει να είναι ένα εργατικό, αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα. Μπορούμε, αν θέλεις, να ξεκινήσουμε έναν διάλογο πάνω σ’ αυτό το ζήτημα, όχι γιατί σε συμπαθούμε προσωπικά, αλλά γιατί η σύγκρουσή σου με την άρχουσα τάξη και η υποστήριξη που έχεις κερδίσει σήμερα στις μάζες, μας επιβάλει να επιδιώξουμε αυτή τη συζήτηση μαζί σου.
Τέλος, θεωρούμε αστήρικτη και αντικειμενικά δημαγωγική υπεκφυγή τη θέση σου ότι η Πλεύση “δεν είναι κόμμα αλλά κίνημα”. Αυτή η διάκριση έγινε ιστορικά από ηγέτες που ήθελαν πίσω από τον όρο “κίνημα” να καλύψουν την πρόθεσή τους να μην ελέγχονται δημοκρατικά από εκλεγμένα όργανα και δημοκρατικά λειτουργώντα σώματα. Η Πλεύση Ελευθερίας με την μέχρι σήμερα προσωποπαγή λειτουργία της, δεν προσελκύει, αλλά απωθεί τους ενεργά αγωνιζόμενους “πολίτες” στους οποίους θέλεις να απευθυνθείς. Συνεπώς, αν επιθυμείς ειλικρινά να είσαι συνεπής με τις δημοκρατικές σου διακηρύξεις, θα πρέπει να φτιάξεις ένα κόμμα δημοκρατικό, η βάση του οποίου θα μπορεί να σε ελέγχει, να διορθώνει τα πολιτικά λάθη σου και – γιατί όχι – να σε αντικαταστήσει αν δεν υπηρετείς σωστά τις αναγκαίες προγραμματικές του αρχές. Αν λοιπόν αυτό το κόμμα το φτιάξεις, και πάνω απ’ όλα, το φτιάξεις με το αναγκαίο, αληθινά αντισυστημικό, αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα, τότε εμείς ως κομμουνιστές δεν έχουμε κανέναν λόγο να μη συμπληρώσουμε τη συνεργασία και την κοινή δράση με εσένα και τον πολιτικό σου φορέα μέσα στο κίνημα, με μια έκκληση για κοινό πολιτικό αγώνα με κεντρικό σκοπό μια αντισυστημική, εργατική, αντικαπιταλιστική κυβέρνηση».
Δυστυχώς, όσο στο ΚΚΕ και στην υπάρχουσα Αριστερά κυριαρχεί κατά κανόνα η πολιτική μυωπία και τα ήθη του σταλινισμού, του ρεφορμισμού και του αριστερισμού, μια τέτοια γνήσια προλεταριακή και κομμουνιστική στάση έναντι της Ζωής Κωνσταντοπούλου και της Πλεύσης Ελευθερίας, μπορεί να αναμένει κανείς να εκφράζεται με συνέπεια μόνο από την Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς. Αποδεχόμενοι λοιπόν την πολιτική αυτή «μοίρα», καλούμε κάθε κομμουνιστή αναγνώστη μας να υιοθετήσει αυτή τη στάση. Ταυτόχρονα, προτείνουμε σε κάθε συναγωνιστή του μαζικού κινήματος των Τεμπών που σήμερα στρέφεται στην εκλογική υποστήριξη της Πλεύσης Ελευθερίας, μέσα στο γενικό πνεύμα ειλικρίνειας που η στάση αυτή αποπνέει, να συζητήσει μαζί μας την υπόθεση του αναγκαίου επαναστατικού κομμουνιστικού προσανατολισμού του κινήματος.
Σταμάτης Καραγιαννόπουλος