Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΕπικαιρότηταΕλληνική ΕπικαιρότηταΒουτιά σε βαθιά ύφεση: εξαθλίωση για το λαό, «πακέτα» με δισ. ευρώ...

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Βουτιά σε βαθιά ύφεση: εξαθλίωση για το λαό, «πακέτα» με δισ. ευρώ για το κεφάλαιο – Καμία λύση μέσα στον καπιταλισμό (Μέρος 1ο)

Η καταστροφική ύφεση του ελληνικού καπιταλισμού. Αμόκ επιδότησης κερδών και παροχής φθηνού χρήματος στο κεφάλαιο, μισθοί πείνας και υπερεκμετάλλευση, κοινωνικός ρατσισμός έναντι των ανέργων: το αντιδραστικό πρόγραμμα της κυβέρνησης της Ν.Δ και της άρχουσας τάξης δεν πρόκειται να εμποδίσει την ύφεση.

Στην Ελλάδα η πανδημία είχε περιορισμένα κρούσματα και θανάτους, τουλάχιστον έως σήμερα. Η αιτία γι’ αυτό το αποτέλεσμα δεν είναι η «κοινωνική υπευθυνότητα» της κυβέρνησης της Ν.Δ, όπως προκλητικά διατείνονται τα στελέχη και οι υποστηρικτές της. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη αποτελείται και στηρίζεται στη Βουλή από τους ίδιους ανθρώπους που είχαν την πολιτική ευθύνη για την περικοπή των δαπανών για τη Δημόσια Υγεία κατά 50% την περασμένη δεκαετία και τη δημιουργία 30.000 κενών οργανικών θέσεων ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού στα νοσοκομεία. Η αιτία πίσω από την πιο γρήγορη, σε σχέση με άλλες δυτικές κυβερνήσεις αντίδραση της κυβέρνησης Μητσοτάκη δεν ήταν η κοινωνική της υπευθυνότητα, αλλά ο φόβος ότι με μια πιθανή κατάρρευση του διαλυμένου συστήματος Δημόσιας Υγείας και εκατόμβες νεκρών θα είχαμε το πρόωρο τέλος της παρούσας – εδώ και χρόνια πολυπόθητης από την ελληνική άρχουσα τάξη – κυβερνητικής σταθερότητας.

Το θετικό, έως σήμερα, αποτέλεσμα στην εξέλιξη των κρουσμάτων ήρθε, κυρίως, γιατί οι απλοί άνθρωποι ανταποκρίθηκαν με υπευθυνότητα στο καθήκον της προστασίας των ευπαθών κοινωνικών ομάδων. Αυτά που έκαναν οι εγκέφαλοι της κυβέρνησης στην αρχή της πανδημίας δεν ήθελε κάποια ιδιαίτερη ικανότητα: συστάσεις και απαγορεύσεις. Από αυτές βέβαια, όπως συνέβη κατά κόρον με όλες τις αστικές κυβερνήσεις, στο βωμό της προάσπισης των καπιταλιστικών κερδών εξαίρεσαν εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους, τους οποίους άφησαν (και αφήνουν) να συνωστίζονται στα μέσα μαζικής μεταφοράς και στους χώρους δουλειάς χωρίς ουσιαστικά μέτρα προστασίας.

Αντίθετα, αυτό που απαιτούσε ιδιαίτερη προσπάθεια και στο οποίο πράγματι διακρίθηκε η κυβέρνηση της Ν.Δ ήταν η συστηματική υπέρβαση κάθε ορίου στην αδιαφορία μπροστά στις αγωνιώδης εκκλήσεις των εργαζόμενων στη Δημόσια Υγεία και στην αξιοποίηση της περίστασης για την παροχή κάθε είδους εύνοιας και δώρων στο κεφάλαιο.

Επιδημία επιδοτήσεων κερδών και παροχής φθηνού χρήματος στο κεφάλαιο

Η δήθεν υπεύθυνη κυβέρνηση, ενώ με την καραντίνα υποτίθεται ότι θέλησε να κερδίσει χρόνο για να ενισχυθεί αποφασιστικά η Δημόσια Υγεία, μέχρι τις αρχές Απριλίου είχε διαθέσιμα, αποκλειστικά για την COVID-19, μόνο 260 κρεβάτια ΜΕΘ, την ώρα που οι διασωληνωμένοι από τη νόσο έφθαναν ήδη τους 100 και με αυξητικές τάσεις. Συνολικά, αύξησε τις κλίνες ΜΕΘ από 550 μόλις σε 710, ενώ σύμφωνα με τους γιατρούς των Δημοσίων νοσοκομείων ο συνολικός αναγκαίος αριθμός θα έπρεπε να είναι 3.500 και τέλος, προσέλαβε μόλις 400 γιατρούς, και αυτούς συμβασιούχους, την ώρα που οι κενές θέσεις στα νοσοκομεία είναι περίπου 7.000.

Όμως απέναντι στα καπιταλιστικά αφεντικά, η «υπευθυνότητα» της κυβέρνησης περισσεύει. Έτσι, έδωσε 30 εκ. ευρώ στους κλινικάρχες ως «έκτακτη επιχορήγηση» και 11 + 9 εκ. ευρώ για τον ίδιο λόγο στους καναλάρχες, τους οποίους απάλλαξε επίσης και από οφειλές ύψους 21 εκ. Ευρώ. Έφθασε στο σημείο να χαρίσει 11 εκ. ευρώ στην εταιρεία εργολάβων των πανάκριβων διοδίων Κορίνθου – Τρίπολης ως «αποζημίωση για τη χαμηλή κυκλοφορία των οχημάτων»!

Πάνω από όλα, η κυβέρνηση Μητσοτάκη, εφαρμόζοντας τη γενικότερη προκλητική πρακτική που ακολουθείται σε όλη την ΕΕ με καλύτερη διδάξασα τη Γερμανία, αποφάσισε να παράσχει έναν πακτωλό χρημάτων σε μορφή άμεσων ή έμμεσων επιδοτήσεων, αλλά και φθηνού δανεισμού, στις μεγάλες εταιρίες και τους εργοδότες γενικότερα, στο πλαίσιο ενός συνολικού «πακέτου» 24 δισ. ευρώ. Ενός πακέτου βαθιά ταξικού, το οποίο εκτός από ισχνά, εφάπαξ ποσά σε ελεύθερους επαγγελματίες (μαζί με μια προσωρινή αναστολή πληρωμών χρεολυσίων και δόσης δανείων συγκεκριμένων κλάδων) και σε μια μειοψηφία 155 χιλιάδων μακροχρόνια ανέργων από τους 550 χιλιάδες που υπάρχουν συνολικά, προορίζεται κατά περισσότερο από 90% για το κεφάλαιο.

Με πρόσχημα την πτώση του τζίρου για κάποιες επιχειρήσεις και τις γενικότερες επιπτώσεις από την πανδημία «στην οικονομία», εκατοντάδες μεγάλες εταιρείες χωρίς κανέναν ουσιαστικό ελέγχο στην πραγματική οικονομική τους κατάσταση, επιδοτούνται από το κράτος έως και 100% για δικές τους υποχρεώσεις προς τους εργαζόμενους, απολαμβάνουν επιστροφές και αναστολές πληρωμής φόρων, μεταθέσεις δανειακών υποχρεώσεων, επιδότηση ενοικίων και δανειοδοτούνται φθηνά με χρηματοδότη και εγγυητή τους εργαζόμενους φορολογούμενους.

Ενδεικτικά, ανάμεσα στα άλλα που εξαγγέλθηκαν από τον πρωθυπουργό στις 20/5, στο όνομα της «ενίσχυσης της ρευστότητας των επιχειρήσεων», ήδη δρομολογείται η δεύτερη φάση της επιστρεπτέας προκαταβολήw φόρου, η οποία επεκτείνεται σε νέες περιπτώσεις επιχειρήσεων επιχειρήσεις «που ίσως δεν πληρούσαν τα κριτήρια» της πρώτης φάσης, στο πλαίσιο ενός προγράμματος επιστροφών συνολικού ύψους 2 δισ. ευρώ μέχρι τα τέλη Ιουνίου. Επίσης, θα διατεθούν στις επιχειρήσεις 7 δισ. ευρώ μέσα στο 2020 από το Ταμείο Εγγυοδοσίας Επιχειρήσεων, με το Δημόσιο να εγγυάται έως και το 80% των δανείων. Και σε αυτά τα χρήματα, δεν συμπεριλαμβάνονται όλα εκείνα που θα έρθουν για τις μεγάλες επιχειρήσεις και τις τράπεζες από την ένταξη στο νέο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ (έως και 12 δισ. ευρώ), αλλά και από πιθανές επιχορηγήσεις κάποιων δεκάδων ακόμα δισ. ευρώ από το νέο «Ταμείο Ανάκαμψης» της ΕΕ, τα ποσά του οποίου είναι τώρα στη διαδικασία διαπραγμάτευσης ανάμεσα σε καπιταλιστικά ευρωπαϊκά κράτη Βορά και Νότου.

Υπερεκμετάλλευση και μισθοί πείνας «για το καλό της οικονομίας»

Το «πάρτι» των καπιταλιστών με πρόσχημα την «αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων από την πανδημία», δεν διεξάγεται μόνο με κρατικό χρήμα, δηλαδή μόνο έμμεσα σε βάρος των εργαζόμενων φορολογουμένων, αλλά και άμεσα σε βάρος των εργαζόμενων στους χώρους δουλειάς, με μειώσεις μισθών και εντατικοποίηση της εκμετάλλευσης. Βασικός «πυλώνας» αυτής της διαδικασίας είναι το (υποτίθεται) «έκτακτο και προσωρινό» πρόγραμμα «ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ για την απασχόληση». Με την εφαρμογή των μέτρων που προβλέπει αυτό το πρόγραμμα θα έχουμε μείωση των εργατικών μισθών κατά 20%, σε καθεστώς υποαπασχόλησης κατά 50% του πλήρους ωραρίου, με το κράτος να αναλαμβάνει να πληρώνει ένα μέρος μόνο του χρόνου που ο εργαζόμενος δεν θα εργάζεται. Έτσι, π.χ ένας εργαζόμενος με πλήρες ωράριο και μισθό 800 ευρώ, με την εφαρμογή αυτών των μέτρων θα αναγκαστεί να δουλεύει μέχρι και τις μισές ώρες, ο εργοδότης θα του καταβάλλει μόνο τα 400 ευρώ και το κράτος μέχρι και το 60% του υπόλοιπου ποσού μέσω του προγράμματος της ΕΕ, “SURE” (στο οποίο αναφερθήκαμε σε προηγούμενο άρθρο μας) δηλαδή, ακόμα 240 ευρώ. Με αυτόν τον τρόπο, ο συνολικός μισθός μειώνεται στα 640 ευρώ και ο εργαζόμενος έχει απώλεια 160 ευρώ το μήνα.

Το πιο προκλητικό, είναι το γεγονός ότι στο πρόγραμμα αυτό, μπορούν να ενταχθούν ουσιαστικά όλες οι επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που θα παρουσιάζουν μεγάλη κερδοφορία, αφού η μόνη προϋπόθεση είναι να εμφανίζουν μείωση του τζίρου τους «τουλάχιστον 20%, κατά το προηγούμενο χρονικό διάστημα». Φυσικά, η κυβέρνηση διαβεβαιώνει ότι τα μέτρα αυτά είναι προσωρινά, ωστόσο με την ύφεση να καλπάζει κοντά σε διψήφιο ποσοστό, οι μειώσεις μισθών είναι βέβαιο ότι θα μονιμοποιηθούν.

Ταυτόχρονα, δίπλα στον νέο «πρόγραμμα» παραμένει σε ισχύ και το μέτρο της αναστολής των συμβάσεων εργασίας, τουλάχιστον μέχρι τον Ιούλιο. Έτσι, όσες επιχειρήσεις επαναλειτουργούν, μπορούν παράλληλα να διατηρήσουν μέχρι και το 60% των εργαζομένων σε αναστολή, ενώ στους κλάδους του Τουρισμού, της Εστίασης, των Μεταφορών, της Εκπαίδευσης, του Πολιτισμού και Αθλητισμού μπορούν να διατηρούν έως και το 100%, με τους εργαζόμενους να καλούνται να επιβιώσουν με το ποσό των 534 ευρώ το μήνα. Ειδικά στις τουριστικές επιχειρήσεις, η κυβέρνηση δίνει τη δυνατότητα για επαναπρόσληψη των εποχικά εργαζομένων με μερική απασχόληση, με το κράτος να αναλαμβάνει να καλύπτει τις ασφαλιστικές εισφορές. Για τους χιλιάδες εποχικά εργαζόμενους στον τουρισμό, οι οποίοι δεν θα βρουν δουλειά, η κυβέρνηση περιορίζεται στο άθλιο εποχικό επίδομα των 400 ευρώ, μέχρι και το Σεπτέμβρη. Και για να καταβάλλεται και τους επόμενους μήνες, θα πρέπει ο εργαζόμενος να έχει τουλάχιστον 50 ένσημα, όρος όμως, με τον οποίο αποκλείονται χιλιάδες από αυτούς.

Αναλγησία – κοινωνικός ρατσισμός έναντι των ανέργων

Η πιο προκλητική πλευρά της κυβερνητικής πολιτικής με πρόσχημα «τις οικονομικές επιπτώσεις από την πανδημία», είναι η στάση που επιδεικνύει έναντι των ανέργων. Εκτός από ένα έκτακτο φιλοδώρημα 400 ευρώ που έλαβε όπως αναφέραμε στην αρχή του άρθρου, μικρό ποσοστό μακροχρόνια ανέργων και πέρα από την επέκταση της καταβολής του επιδόματος ανεργίας για ακόμα δύο μήνες στη μικρή μειονότητα ανέργων που λαμβάνει επίδομα ανεργίας, το μεγαλύτερο μέρος των περίπου 500.000 μακροχρόνια ανέργων, έχει εγκαταλειφθεί στη μοίρα του. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι που ανήκουν στην εργατική τάξη, χωρίς ούτε ένα ευρώ εισόδημα τα επόμενα χρόνια αλλά και τους επόμενους μήνες και χωρίς τη δυνατότητα να βρουν κάπου εργασία εν μέσω βαθιάς ύφεσης, θα συνεχίσουν να μην έχουν καμία στήριξη.

Απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις δημοσιογράφων, μέλη της κυβέρνησης όπως ο A. Γεωργιάδης, ενοχοποίησαν εμμέσως πλην σαφώς τους μακροχρόνια ανέργους σαν φοροφυγάδες και ένοχους για τη μαύρη εργασία, σαν ανθρώπους δηλαδή που αξίζουν περιφρόνησης και πρέπει να αποκλειστούν από κάθε στήριξη από το κρατικό ταμείο. Αυτή είναι η αντιδραστική, ρατσιστική αντίληψη που κρύβεται πίσω από την επιδεικτική αδιαφορία της κυβέρνησης για τους ανέργους και η οποία, πιο κομψά από τον Α. Γεωργιάδη, εκφράζεται επαναλαμβανόμενα στις δηλώσεις του Μητσοτάκη, με την ατάκα «η κυβέρνηση επιδοτεί της εργασία και όχι την ανεργία». Ο μόνος σκοπός της είναι να καμουφλάρει τους «ενάρετους» άρπαγες της άρχουσας τάξης και τον παρασιτισμό τους.

Οι μακροχρόνια άνεργοι είναι τα αθώα θύματα του άναρχου, χαοτικού και απρόβλεπτου συστήματος της καπιταλιστικής οικονομίας. Το πηγαίο κυβερνητικό μίσος για τα κοινωνικά θύματα της κρίσης του συστήματος και η ύπουλη – απάνθρωπη προσπάθεια να ενοχοποιηθούν τα ίδια για τη μοίρα τους, είναι η πιο χαρακτηριστική έκφραση της ακραία αντιδραστικής φύσης της ελληνικής άρχουσας τάξης.

Η βαθιά ύφεση και η αδυναμία να αντιμετωπιστεί με τις υπερπαροχές στο κεφάλαιο

Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι τα παραπάνω μέτρα μπορούν να εμποδίσουν την ύφεση, την οποία τόσο η ίδια, όσο και η Κομισιόν, το ΔΝΤ και η ΕΚΤ υπολογίζουν κοντά στο 10%. Ιδιαίτερα αποκαλυπτικές μάλιστα, είναι οι τελευταίες σχετικές εκτιμήσεις, αυτές του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδας στην έρευνα «Οι επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης στην ελληνική οικονομία και προτάσεις για την επόμενη μέρα», οι οποίες μιλούν για μια ύφεση 10% και για έναν συνολικό αριθμό 1.729.200 εργαζομένων που θα επηρεαστεί από αυτήν άμεσα η έμμεσα, ανάμεσα στους οποίους οι 1.089.400 εργαζόμενοι στο «Χονδρικό και Λιανικό εμπόριο» και στις «Δραστηριότητες υπηρεσιών παροχής καταλύματος και εστίασης»), οι 204.800 εργαζόμενοι στον κλάδο των «Μεταφορών και Αποθήκευσης», οι 55.500 εργαζόμενοι του κλάδου «Τέχνες, Διασκέδαση και Ψυχαγωγία» και οι 379.900 εργαζόμενοι που δουλεύουν στη μεταποίηση.

Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της έρευνας, ο αριθμός των ανέργων αναμένεται να αυξηθεί στο τέλος του έτους ακόμα και κατά 400.000 περίπου, άτομα, με γενικό αποτέλεσμα «τη συνολική μείωση του εθνικού εισοδήματος και κατ΄ επέκταση μείωση της ζήτησης για αγαθά και υπηρεσίες και της αντίστοιχης προσφοράς αγαθών και υπηρεσιών». Με βάση, επίσης, τις προβλέψεις του καθηγητή Οικονομικών Παντείου Πανεπιστημίου και πρώην επιστημονικού διευθυντή του ΙΝΕ ΓΣΕΕ, Σάββα Ρομπόλη, τον Δεκέμβριο του 2020 με ένα πιθανό σενάριο ύφεσης 12%, η ανεργία θα φθάσει στο 22,1%, δηλαδή θα έχουμε απώλεια περίπου 340.000 θέσεων εργασίας. Ταυτόχρονα, ο ίδιος αναλυτής, επισημαίνει ότι στην αγορά εργασίας θα κυριαρχήσουν η «μερική ανεργία και η εκ περιτροπής εργασία που οδηγούν αυτόματα σε απώλειες αποδοχών».

Το μέγεθος αυτής της προεξοφλούμενης από όλους οικονομικής καταστροφής επιβεβαιώνει την εκτίμηση μας ότι ο ελληνικός καπιταλισμός ποτέ δεν ξεπέρασε πραγματικά τη βαθιά κρίση του, η οποία είχε εκδηλωθεί τόσο οδυνηρά για τον εργαζόμενο λαό την εξαετία 2010-2015. Δείχνει ότι η ανάκαμψη των ετών 2017, 2018 και 2019 ήταν, σύμφωνα με τον όρο που είχαμε χρησιμοποιήσει στα συνεδριακά μας κείμενα, μια «αναλαμπή» και όχι ένα πραγματικό βήμα επιστροφής στην προ κρίσης και μνημονίων κατάσταση. Το ελληνικό ΑΕΠ, αντί να τείνει να επιστρέψει στο 2008 τείνει να ξεπεράσει σε πτώση ακόμα και το 2016, το οποίο ήταν η χρονιά που έφθασε στο χαμηλότερο σημείο από την έναρξη της κρίσης. Έτσι, με δεδομένο ότι το ελληνικό ΑΕΠ το 2019 έκλεισε στα 187,456 δισ. ευρώ, με μια ύφεση φέτος της τάξης του -10% θα πέσει κάτω από τα 170,456 δισ. ευρώ, ξεπερνώντας κατά πολύ την επίδοση του 2016 που ήταν 176,488 δισ. ευρώ.

Ο κυβερνητικός ισχυρισμός ότι η πανδημία, τάχα, «ανέκοψε την αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας» είναι ψευδής. Το τελευταίο τρίμηνο του 2019 το ελληνικό ΑΕΠ ήταν μειωμένο κατά 274 εκ. ευρώ σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2018. Μάλιστα, το προ καραντίνας δίμηνο, Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου, η πορεία της οικονομίας ήταν τόσο κακή που σημειώθηκε υστέρηση σε ό,τι αφορά τους δημοσιονομικούς στόχους κατά 37%, με βάση τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών. Η ύφεση λοιπόν στην Ελλάδα, όπως άλλωστε συνέβη και για την παγκόσμια οικονομία συνολικά, ήταν ήδη «καθ’ οδόν» πριν την πανδημία. Η πανδημία ήταν η αφορμή που την έφερε στην επιφάνεια, ασφαλώς, με τον πιο απότομο και καταστροφικό δυνατό τρόπο.

Σε συνθήκες μιας τέτοιας μεγάλης πτώσης του ΑΕΠ, το οικονομικά ορθολογικό είναι οι όποιοι διαθέσιμοι πόροι για την καταπολέμηση της κρίσης να συγκεντρωθούν σε ένα κεντρικό πλάνο ενίσχυσης της παραγωγής και της κατανάλωσης. Αν αυτό συνέβαινε, έστω και με τα ποσά που η κυβέρνηση φέρεται να διαθέτει «στην οικονομία», δηλαδή με τα περίφημα 24 δισ. ευρώ και τα όποια ποσά τελικά συγκεντρωθούν από το λεγόμενο Ταμείο Ανάπτυξης της ΕΕ, τότε σίγουρα η ύφεση, τουλάχιστον, θα περιοριζόταν. Όμως τα ποσά αυτά δεν διατίθενται στην πραγματικότητα, καθόλου για την ανάπτυξη της οικονομίας, δηλαδή για την πραγματική ανάπτυξη της παραγωγής και της κατανάλωσης, αλλά κατευθύνονται απλώς στις τσέπες των καπιταλιστών, στο πλαίσιο μιας φανταστικής, ανυπόστατης υπόθεσης ότι θα διατεθούν από εκείνους «για την ανάπτυξη». Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, το αντίκρισμα που θα έχουν στους δείκτες του ΑΕΠ τους επόμενους μήνες και χρόνια, θα είναι ασήμαντο.

Τα περιβόητα 24 δισ. ευρώ θα αυξήσουν απλώς τα καπιταλιστικά κέρδη ή θα μετριάσουν τις καπιταλιστικές ζημιές, αλλά τίποτα και κανένας δεν επιβάλει στις εταιρείες να τα χρησιμοποιήσουν για να αυξηθεί η παραγωγή και η κατανάλωση. Και σε ό,τι αφορά τα χρήματα που θα έρθουν (αν, όταν και όποτε έρθουν) από το «Ταμείο ανάπτυξης», πρέπει να τονιστεί ότι οι θριαμβολογίες της κυβέρνησης και των αστικών ΜΜΕ είναι εντελώς αστήρικτες. Καταρχάς, ακόμα και αν έρθουν συνολικά 32,5 δισ, ευρώ, οι επιχορηγήσεις από αυτά θα είναι 22,6 δισ. και τα υπόλοιπα θα είναι δάνεια. Αλλά και αυτά τα 22,6 δισ., αν και όποτε δοθούν, θα έχουν ως όρους συγκεκριμένους δημοσιονομικούς στόχους, με άλλα λόγια θα συνοδεύονται από υφεσιακά μέτρα λιτότητας. Επίσης, θα πρέπει κατά ένα μέρος να επιστραφούν στο μέλλον, αφού την αποπληρωμή του νέου χρέους για τη χορήγηση επιχορηγήσεων προβλέπεται να την κάνουν όλα μαζί τα κράτη-μέλη, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, σύμφωνα με το ποσοστό συμβολής τους στον κοινοτικό προϋπολογισμό.

Τέλος, αυτά τα χρήματα θα δοθούν τμηματικά για μια τριετία, γεγονός που σημαίνει ότι μιλάμε για λιγότερα από 7 με 7,5 δισ. ευρώ ετησίως σε επιχορηγήσεις (στην καλύτερη περίπτωση, στην οποία δεν θα υπάρξουν άλλες, κρυφές παρακρατήσεις). Με τις μεγάλες μειώσεις του ΑΕΠ που θα φέρει η βαθιά ύφεση το επόμενο διάστημα, ακόμα και αν αυτά τα ποσά επενδύονταν αποκλειστικά στην αύξηση της παραγωγής δεν θα έκαναν τη διαφορά στην εξέλιξη της οικονομίας. Αυτό δεν θα συμβεί ακόμα περισσότερο, από τη στιγμή που δεν θα κατευθυνθούν εκεί, αλλά κατά βάση, απλώς στις τσέπες των καπιταλιστών. Με άλλα λόγια, αυτό το «νέο σχέδιο Μάρσαλ» για το οποίο θριαμβολογεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη και τα αστικά ΜΜΕ θα είναι κάτι ανάλογο με τα «αμαρτωλά» ΕΣΠΑ, τα οποία δεν μπορούν να έχουν αποφασιστική επίδραση στην εξέλιξη της ελληνικής οικονομίας, όπως ακριβώς συνέβη άλλωστε και με την επίσημη μορφή τους κατά την οικονομικά καταστροφική περίοδο 2010-2015.

Συνεχίζεται

Σταμάτης Καραγιαννόπουλος

 

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα