Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΕπικαιρότηταΑναλύσειςΣύνοδος Κορυφής : Το παραμύθι της «νίκης του Νότου» και η Ελλάδα

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Σύνοδος Κορυφής : Το παραμύθι της «νίκης του Νότου» και η Ελλάδα

Τις τελευταίες ώρες έχει κατακλύσει τον αστικό τύπο ένα κύμα «αναλύσεων» και δημοσιευμάτων που κάνουν λόγο για τη «μεγάλη ήττα της Μέρκελ» και τη «μεγάλη νίκη του Νότου» στην ευρωπαϊκή Σύνοδο Κορυφής της προηγούμενης εβδομάδας. Μέσα σ’ αυτό το κλίμα, οι Κυριακάτικες εκδόσεις των εφημερίδων θριαμβολόγησαν για τη «μεγάλη ευκαιρία της Ελλάδας που διαμορφώνουν οι αποφάσεις της Συνόδου και που μπορεί να σημάνει περικοπή χρέους 50 δις ευρώ» («Καθημερινή», 1/7/2012).

Από την άλλη πλευρά, η ηγεσία του κόμματός μας, αποδεχόμενη την εκτίμηση περί «νίκης του Νότου», ζήτησε με σημερινές της δηλώσεις από την κυβέρνηση Σαμαρά να διεκδικήσει «να ισχύσει για την Ελλάδα ότι προβλέπεται από τις αποφάσεις της Συνόδου για την Ισπανία και την Ιταλία» (δηλώσεις Αλέξη Τσίπρα). Στο άρθρο αυτό, ασχολούμαστε με το τι και γιατί αποφασίστηκε στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής, με την αληθινή σημασία αυτών των αποφάσεων για την Ελλάδα και με το κρίσιμο ζήτημα της πολιτικής στάσης του ΣΥΡΙΖΑ έναντι των τελευταίων εξελίξεων.

Ηττήθηκε η Γερμανία;

Η μια από τις τρεις σημαντικές αποφάσεις της Συνόδου αναφέρει ότι μέχρι το τέλος του έτους, τα ταμεία στήριξης της Ευρωζώνης θα μπορούν να αγοράζουν κρατικά ομόλογα, ώστε να μειωθούν τα ολοένα αυξανόμενα κόστη δανεισμού χωρών όπως η Ιταλία και η Ισπανία. Ο «δοτός» Ιταλός πρωθυπουργός Μόντι, αλλά και οι υπόλοιπες κυβερνήσεις του Νότου, προσπαθώντας να διασκεδάσουν την αντικειμενική τους αδυναμία έναντι της Γερμανίας, έσπευσαν να μιλήσουν για διαπραγματευτική επιτυχία και να καλλιεργήσουν στους λαούς τους την εντύπωση ότι για να ενεργοποιηθεί αυτή η διαδικασία αγοράς ομολόγων δεν θα απαιτούνται «επιπλέον μέτρα λιτότητας ή οικονομικές μεταρρυθμίσεις», όπως συνέβη με την Ελλάδα και τους άλλους «τροφίμους» του Μηχανισμού της «τρόικας».

Προσεγγίζοντας την αξιοπιστία αυτού του τελευταίου ισχυρισμού, θα λέγαμε ότι είναι καταφανώς ανυπόστατος. Η Ιταλία και η Ισπανία δεν κλήθηκαν άμεσα από τη Σύνοδο να πάρουν «νέα μέτρα» λιτότητας γιατί ήδη οι κυβερνήσεις Μόντι και Ραχόι υλοποιούν προγράμματα που είναι πανομοιότυπα σε στόχους με αυτό της Ελλάδας.

Επιπρόσθετα, σε αντίθεση με την τεχνητή ευφορία των διαφόρων Μόντι, αμέσως μετά τη Σύνοδο, το απόγευμα της περασμένης Παρασκευής, η Καγκελάριος Μέρκελ μιλώντας στο γερμανικό κοινοβούλιο τόνισε ότι «η παροχή βοήθειας μέσω των μηχανισμών στήριξης θα συνοδεύεται από αυστηρούς όρους». Η Γερμανίδα καγκελάριος στη ίδια ομιλία της, ανέφερε επίσης, ότι «η αγορά ομολόγων ασφαλώς και θα απαιτεί την εποπτεία ενός είδους τρόικας, αλλά και τη σύνταξη ενός μνημονίου για κάθε χώρα που προσφεύγει στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης». ‘Όπως είπε χαρακτηριστικά «Ιταλία και Ισπανία δεν μπορούν να πάρουν εάν δεν δώσουν».

Όλα αυτά δείχνουν ότι η άγρια λιτότητα και η πίεση για «νέα μέτρα» προς την Ισπανία και την Ιταλία από τον Βορρά και ιδιαίτερα την Γερμανία, θα συνεχιστούν, απλά με μια διαφορετική μορφή από τα έως σήμερα προγράμματα της τρόικας για Ελλάδα, Ιρλανδία και Πορτογαλία, αλλά με την ίδια ουσία.

Ασφαλώς, είναι γεγονός ότι η Γερμανία έδωσε τη συγκατάθεσή της σε μια πρακτική αγοράς κρατικών ομολόγων από τους ευρωπαϊκούς Μηχανισμούς που όλο το προηγούμενο διάστημα απέρριπτε. Όμως είναι αστείο να ισχυρίζεται κάποιος ότι αυτό αποτελεί το αποτέλεσμα της «σθεναρής» στάσης του Μόντι και του Ραχόι. Στην πραγματικότητα, αυτό που έκανε την Γερμανική κυβέρνηση να μετατοπιστεί από την προηγούμενη στάση της, ήταν ο άμεσος κίνδυνος της εμφάνισης μιας ανοιχτής αδυναμίας της Ισπανίας και της Ιταλίας να εξυπηρετήσουν το χρέος τους, λόγω της εκτόξευσης του κόστους δανεισμού τους τις τελευταίες εβδομάδες. Το κόστος της πραγματοποίησης αυτού του κινδύνου, θα ήταν τεράστιο για όλη την Ευρωζώνη. Αυτή ήταν και η αιτία που μετατόπισε τη στάση της Γερμανίας και όχι η υποτιθέμενη «παλληκαριά» του Μόντι.

Αξίζει να υπενθυμίσουμε εδώ, το τεράστιο μέγεθος του προβλήματος που αντιπροσωπεύουν για τον ευρωπαϊκό καπιταλισμό τα κρατικά χρέη Ισπανίας και Ιταλίας. Η Ιταλία έχει κρατικό χρέος 1,948 τρισ. ευρώ. Η πιο εκτεθειμένη χώρα στο χρέος της Ιταλίας είναι η Γαλλία με 309 δις ευρώ, με την Γερμανία να ακολουθεί με 120 δις ιταλικού χρέους. Η Ισπανία έχει κρατικό χρέος περίπου 807,7 δις ευρώ και χρωστά 131 δις στη Γερμανία και 112 δις στη Γαλλία.

Ειδικά από τη στιγμή που η ύφεση βαθαίνει επικίνδυνα στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, το να αφήνονται Ισπανία και Ιταλία εκτεθειμένες σε πανύψηλα επιτόκια χωρίς να διεξάγεται καμία έμπρακτη απόπειρα τιθάσευσής τους, ήταν και είναι ένα τεράστιο ρίσκο για τη Γερμανία, αλλά και για τη Γαλλία.

Τι θα συνιστούσε μια αληθινή υποχώρηση για τη Γερμανία στη Σύνοδο; Μα φυσικά η υιοθέτηση των περίφημων «ευρω-ομολόγων», με τα οποία ουσιαστικά η Γερμανία και συνολικά ο Βορράς θα αναλάμβανε το βάρος των χρεών του ευρωπαϊκού Νότου. Η Μέρκελ όμως, στην προαναφερόμενη ομιλία της στη γερμανική Βουλή, ξεκαθάρισε κατηγορηματικά «ότι καθόλου δεν έχει αλλάξει η σθεναρή αντίσταση του Βερολίνου στην έκδοση ευρωομολόγου».

Η ίδια η βασική θιασώτης των «ευρω-ομολόγων», η Γαλλική κυβέρνηση, με δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών της, Πιερ Μοσκοβισί στην εφημερίδα «Le Figaro» χαρακτήρισε τα ευρω-ομόλογα «μια κόκκινη γραμμή που οι Γερμανοί φίλοι δεν μπορούσαν να υπερβούν», τοποθετώντας την εισαγωγή τους αόριστα στο μέλλον, στο τέλος μιας  «διαδικασίας ολοκλήρωσης».

Συμπερασματικά λοιπόν, η παρουσίαση μιας τακτικής και αναγκαίας υπαναχώρησης της Μέρκελ σαν «ήττα της Γερμανίας» εξαιτίας, τάχα, της «ισχυρής διαπραγμάτευσης» των αστών ηγετών του Νότου, είναι ένα επικοινωνιακό τέχνασμα των τελευταίων, καθώς και συνολικά των αρχουσών τους τάξεων, με σκοπό να σταθεροποιήσουν τη θέση τους και να αποπροσανατολίσουν τους εργαζόμενους λαούς τους, ώστε να αποδεχθούν «νέες θυσίες» με τις λιγότερες δυνατές αντιστάσεις.

Αντιμετωπίζεται το πρόβλημα των κρατικών χρεών;

Η δυνατότητα απευθείας αγοράς κρατικών ομολόγων από τα ταμεία στήριξης της Ευρωζώνης όμως, παρότι δημιουργεί μια πρόσκαιρη τάση αποκλιμάκωσης των υψηλών επιτοκίων δανεισμού των υπερχρεωμένων κρατών, δεν εξασφαλίζει καθόλου μια άμεση και ουσιαστική απάντηση στο πιεστικό πρόβλημα του χρέους.

Η υλοποίηση αυτής της δυνατότητας προβλέπεται να καθυστερήσει και μετατίθεται για το τέλος του χρόνου. Όμως κάθε εβδομάδα του 2012 η Ιταλία, η Ισπανία και η Γαλλία πρέπει να αντλούν από τις αγορές συνολικά κατά μέσο όρο 17 δισ. ευρώ. Ιδιαίτερα για την Ιταλία και την Ισπανία, όπου οι μετριοπαθείς επίσημες προβλέψεις κάνουν λόγο για ύφεση 2 – 2,5% το 2012, θα υπάρχει ανά πάσα στιγμή το ενδεχόμενο για ένα «ατύχημα» χρηματοδότησης το επόμενο διάστημα.

Σύμφωνα με τη «Eurostat» η Ισπανία μέχρι το Δεκέμβριο του 2012 θα πρέπει να βρει ένα συνολικό ποσό 117 δις ευρώ για να χρηματοδοτήσει το χρέος του κράτους και των περιφερειών της. Επιπρόσθετα, για να διασφαλίσει το τραπεζικό της σύστημα χρειάζεται περίπου 300 δις ευρώ, εκ των οποίων τουλάχιστον τα μισά θα χρειαστούν μέχρι το τέλος του 2012. Αυτό σημαίνει ότι η Ισπανία πρέπει να βρει μέχρι το τέλος του έτους περίπου 250 δις ευρώ. Έτσι τα 100 δις ευρώ που έχει ήδη εγκρίνει ο Μηχανισμός Στήριξης για τις Ισπανικές τράπεζες δεν είναι καθόλου αρκετά για να τιθασεύσουν το πρόβλημα του κρατικού και ιδιωτικού χρέους της χώρας.

Η Ιταλία είναι ακόμα πιο εκτεθειμένη στο πρόβλημα του κρατικού χρέους που αντιπροσωπεύει το 121% του ΑΕΠ της. Με τα φορολογικά της έσοδα να υποχωρούν από τον Μάιο, η ιταλική κυβέρνηση δεν θα μπορέσει τηρήσει τους στόχους για το έλλειμμα το 2012. Η δυσπιστία έναντι της ιταλικής οικονομίας τους τελευταίους μήνες έχει αρχίζει να επιδεικνύεται μέσα από μεγάλες εκροές κεφαλαίων με κύρια κατεύθυνση την Ελβετία, τη Γερμανία και τις ΗΠΑ.

Η ύπαρξη μιας τέτοιας πιεστικής κατάστασης για τις δυο χώρες σημαίνει ότι ο Μηχανισμός αγοράς κρατικών ομολόγων θα πρέπει να τεθεί σε ισχύ άμεσα και όχι στο τέλος του χρόνου, όπως προβλέπει η απόφαση της Συνόδου. Όσο καθυστερεί, τα επιτόκια δανεισμού της Ιταλίας και της Ισπανίας θα τείνουν να ξαναπάρουν «την ανιούσα». Με βάση το επίπεδο των προ-Συνόδου «spreads» της Ιταλίας και της Ισπανίας, αμφότερες θα έπρεπε να ζητήσουν την ένταξή τους στον Μηχανισμό Στήριξης στο τέλος του καλοκαιριού του 2012, με τις ανάγκες χρηματοδότησης μόνο για την Ιταλία να κυμαίνονται μεταξύ 500 και 850 δις ευρώ. Μια τέτοια χρηματοδότηση ξεπερνά τις δυνατότητες κάθε υπάρχοντα Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης.

Μπορεί ο νέος Μηχανισμός αγοράς κρατικών ομολόγων να προσφέρει μια τέτοια γιγάντια χρηματοδότηση; Κάτι τέτοιο είναι εντελώς απίθανο, καθώς σε συνθήκες ύφεσης, με 5 χώρες της Ευρωζώνης ήδη στο Μηχανισμό και το πρόβλημα του χρέους να γίνεται πιεστικό για όλα τα μέλη της, οι πόροι δεν υπάρχουν. Τόσο το ζωτικό ζήτημα που αφορά στα ακριβή ποσά στήριξης που θα παράσχει ο νέος μηχανισμός, όσο και οι υπόλοιπες λεπτομέρειες για τη λειτουργία του που δεν έχουν ακόμα διευκρινιστεί αναπόφευκτα θα τροφοδοτήσουν νέες συγκρούσεις μεταξύ Βορρά-Νότου.

Στην πραγματικότητα λοιπόν, η ίδρυση του νέου Μηχανισμού αγοράς κρατικών ομολόγων με την ασάφεια και την ανεπάρκεια πόρων που την περιβάλει, συνιστά έναν αναγκαίο προσωρινό συμβιβασμό, που στόχο έχει να τιθασεύσει για μια σύντομη περίοδο τα «sreads» Ιταλίας και Ισπανίας κερδίζοντας απλά λίγο ακόμα χρόνο για την Ευρωζώνη, πριν βρεθεί ενώπιον της καταστροφικής αδυναμίας εξυπηρέτησης χρέους από την 3η και την 4ης σε μέγεθος οικονομίες της.

Απαλλάσσονται οι λαοί από τα βάρη της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών;

Οι ηγέτες της ΕΕ αποφάσισαν τη δημιουργία έως τα τέλη του 2012 ενός Μηχανισμού που θα επιτρέψει την λεγόμενη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών απευθείας, χωρίς δηλαδή να προσθέτει επιπλέον βάρη στο χρέος της χώρας στην οποία ανήκουν οι τράπεζες. Ταυτόχρονα, αποφάσισαν να αλλάξουν σε αυτά τα πρότυπα, τους όρους της επικείμενης «διάσωσης» των ισπανικών τραπεζών.

Αυτή η απόφαση είναι απόλυτα λογική και επιβεβλημένη από καπιταλιστική σκοπιά, αν κάποιος συνειδητοποιήσει ότι ολόκληρο το τραπεζικό σύστημα της Ευρωζώνης είναι βουτηγμένο στα χρέη. Δεν συνιστά καθόλου, όπως εμφανίστηκε, μια αποκλειστική παραχώρηση στην Ισπανία και το Νότο, αλλά αποτελεί γενικότερα μια προληπτική κίνηση για το σύνολο των ευρωπαϊκών τραπεζών, συμπεριλαμβανομένων φυσικά των Γερμανικών.

Την σχετική τεκμηρίωση μας την προσφέρουν τα σχετικά στοιχεία που δείχνουν την απελπιστική κατάσταση των τραπεζών. Με βάση στοιχεία του ΔΝΤ από το «Global Financial Stability Report» τον περασμένο Απρίλιο οι υποχρεώσεις των τραπεζών ολόκληρης της ΕΕ ανέρχονται σε 148% του ΑΕΠ της, το οποίο το 2011 ανερχόταν σε 12,629 τρις ευρώ! Οι ευρωπαϊκές τράπεζες στο σύνολό τους, έχουν άνοιγμα (λόγος του χρέους που έχουν αναλάβει προς τα ίδια κεφάλαια) 26 προς 1, δηλαδή βρίσκονται πολύ κοντά στα επίπεδα που βρισκόταν η «Lehman Brothers» (30 προς 1) πριν καταρρεύσει.

Μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες όπως η γαλλική «Credit Agricole» ή η γερμανική «Deutsche Bank» έχουν ακόμη μεγαλύτερα ανοίγματα, 46 προς 1 και 44 προς 1 αντίστοιχα. Το γερμανικό ινστιτούτο οικονομικών ερευνών OWN αναφέρει ότι μόνο οι γερμανικές τράπεζες χρειάζονται 147 δις ευρώ σε καινούργια κεφάλαια για να μπορέσουν να χρηματοδοτήσουν τις υποχρεώσεις τους. Η ίδια η ΕΚΤ, που με τις παρεμβάσεις της και την αναβάθμιση του ρόλου της από τις αποφάσεις της Συνόδου αποκτά χαρακτηριστικά δανειστή «ύστατη ανάγκης», διαθέτει άνοιγμα μεγαλύτερο από εκείνο της «Lehman», με 36 προς 1 και με πάνω από το 1/4 των χρεογράφων που έχει στην κατοχή της να είναι από την Πορτογαλία, την Ιρλανδία, την Ιταλία, την Ελλάδα και την Ισπανία.

Συνεπώς, είναι η ωρολογιακή βόμβα των τραπεζικών χρεών η αιτία που βρίσκεται πίσω από την απόφαση για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών απ’ ευθείας μέσω των ταμείων στήριξης και όχι η υποτιθέμενη «επίδειξη διαπραγματευτικής ισχύος» από την Ισπανική και την Ιταλική κυβέρνηση.

Το χρονοδιάγραμμα της απόφασης για την απευθείας στήριξη των τραπεζών είναι εντελώς αναντίστοιχο με την επείγουσα και πιεστική κατάσταση των τραπεζών που περιγράψαμε πιο πάνω, αφού σύμφωνα με τις δηλώσεις της Μέρκελ για να μπει σε λειτουργία θα χρειαστεί ένας περίπου χρόνος. Εκτός αυτού επίσης, η λειτουργία του θα είναι μια πολύπλοκη και δυσκίνητη υπόθεση, καθώς όπως ανέφερε πάλι η Μέρκελ «για την απευθείας στήριξη των ευρωπαϊκών τραπεζών θα απαιτείται ομόφωνη απόφαση».
Πάνω από όλα όμως, το βασικό πρόβλημα για να εφαρμοστεί η απόφαση για την απευθείας ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών παραμένει το ποιος θα πληρώσει «το λογαριασμό». Πάνω σ’ αυτό το πιο ουσιαστικό ζήτημα, κανένα νέο δεν βγήκε από τη Σύνοδο. Αυτό σημαίνει ότι το έδαφος για όλων των ειδών τις συγκρούσεις ανάμεσα στις ισχυρότερες χώρες της Ευρωζώνης, γίνεται ακόμα πιο πρόσφορο. Ταυτόχρονα όμως – και αυτό είναι το πιο σημαντικό – η επίσημη δημιουργία ενός ταμείου για την απευθείας στήριξη των ιδιωτικών τραπεζών σημαίνει το σφίξιμο της θηλιάς της λιτότητας για όλους τους ευρωπαίους εργαζόμενους, στο βωμό της «διάσωσης» των κερδών μιας χούφτας ζάμπλουτων, ευρωπαίων τοκογλύφων.

Προωθείται η «ανάπτυξη»;

Η τρίτη πιο σημαντική απόφαση που λήφθηκε στη Σύνοδο, ήταν η συμφωνία για ένα  «αναπτυξιακό πακέτο» ύψους 120 δισ. ευρώ. Το πακέτο αυτό ανακοινώθηκε ότι θα αποτελείται από την «κεφαλαιακή ενίσχυση της Τράπεζας επενδύσεων, την έκδοση ομολόγων έργων και την ανακατανομή αδιάθετων κονδυλίων από τα διαρθρωτικά ταμεία». Αυτό σημαίνει ότι θα συντίθεται κύρια από υφιστάμενους και όχι από νέους πόρους.

Η ανακοίνωση ενός πακέτου που περιέχει κονδύλια αξίας ίσης μόλις με το 1% του ΑΕΠ της ΕΕ, συγκρινόμενη με τις παλιότερες βαρύγδουπες διακηρύξεις για ένα μελλοντικό «νέο σχέδιο Μάρσαλ», μόνο ενθουσιασμό και εμπιστοσύνη για «ανάσχεση της ύφεσης» δεν μπορεί να προκαλέσει, όταν μάλιστα στη μια χώρα μετά την άλλη εφαρμόζονται σκληρές περικοπές και άγρια λιτότητα. Έτσι η συμφωνία πάνω σ’ αυτό το πακέτο «ανάπτυξης», αποτελούσε το «αναπτυξιακό» κερασάκι στην τούρτα των πακτωλών που προορίζονται για να «διασωθούν» οι τράπεζες.

Στην πραγματικότητα η εφαρμογή ενός πανευρωπαϊκού προγράμματος άγριας λιτότητας, σε συνδυασμό με την κορύφωση της τάσης για κερδοσκοπία, παρασιτισμό και απόσυρση κεφαλαίων από την παραγωγή, που εκφράζει την έλλειψη εμπιστοσύνης στις προοπτικές του καπιταλισμού από την ίδια την άρχουσα τάξη, οδηγεί ταχύτατα την Ευρώπη σε μια μακρά περίοδο ισχυρών υφέσεων και αναιμικών ανακάμψεων. Η λιτότητα όμως, δεν είναι η αιτία της κρίσης όπως ισχυρίζονται οι ρεφορμιστές. Αντίθετα, είναι η το αποτέλεσμα της κρίσης του καπιταλιστικού συστήματος και η έκφραση του ιστορικού του αδιεξόδου.

Τα χρέη πολλαπλασιάζονται ακατάπαυστα σαν αποτέλεσμα της ιστορικής αδυναμίας του καπιταλιστικού συστήματος να παραχθεί πραγματικός πλούτος που να ανταποκρίνεται στο σημερινό επίπεδο κολοσσιαίας ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων. Εάν τα χρέη – όπως οι ρεφορμιστές απαιτούν – αντιμετωπιστούν τεχνητά μέσα από το μαζικό τύπωμα χρήματος, τότε ο υπερπληθωρισμός θα εξανέμιζε οριστικά κάθε αναπτυξιακή προοπτική στην Ευρώπη. Από την άλλη πλευρά, ο υφιστάμενος δρόμος της «υποτίμησης», δηλαδή της άγριας λιτότητας και των περικοπών, προετοιμάζει με μαθηματική ακρίβεια την κατάρρευση κρατών, τραπεζών και μεγάλων επιχειρήσεων. Και οι δύο καπιταλιστικοί δρόμοι οδηγούν από άλλη κατεύθυνση σε μια Ευρώπη κατακερματισμένη και παραδομένη στο έλεος του εμπορικού πολέμου και του προστατευτισμού, μεταξύ των διαφορετικών ευρωπαϊκών αστικών κρατών.

Ας το τονίσουμε λοιπόν, για μια ακόμα φορά, με την βεβαιότητα ότι δεν θα εισακουστούμε από τους ρεφορμιστές συντρόφους μας στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και με την ελπίδα ότι αντίθετα, αυτή η εκτίμηση θα αντιμετωπιστεί πολύ σοβαρά από τους απλούς εργαζόμενους και αγωνιστές της Αριστεράς: η μόνη διέξοδος για τους ευρωπαϊκούς λαούς που μπορεί να σπάσει το “φαύλο κύκλο” λιτότητας και ύφεσης είναι η ανατροπή του καπιταλισμού και η εγκαθίδρυσης μιας δημοκρατικά σχεδιασμένης κοινωνικοποιημένης οικονομίας. Μόνο οι Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες της Ευρώπης μπορούν να εξασφαλίσουν την αληθινή, αλληλέγγυα ενότητα της Ευρωπαϊκής ηπείρου.

Ισχυροποιείται διαπραγματευτικά η Ελλάδα;

Οι αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής δεν αλλάζουν τίποτα για την μοίρα που διαμορφώνει ο καπιταλισμός για τον εργαζόμενο λαό της Ελλάδας. Η πολιτική της λιτότητας και των μαζικών περικοπών είναι πλήρως εδραιωμένη σε όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο και αποτελεί θεμέλιο και προϋπόθεση για την εφαρμογή κάθε απόφασης της Συνόδου. Και οι δύο νέοι μηχανισμοί, τόσο αυτός της απευθείας αγοράς ομολόγων από τα κράτη, όσο και αυτός της απευθείας χρηματοδότησης των τραπεζών, σε τελική ανάλυση συνιστούν γιγαντιαίους μοχλούς μεταφοράς εισοδημάτων από την ευρωπαϊκή εργατική τάξη και τα μικροαστικά στρώματα προς τους τοκογλύφους δανειστές των κρατών και γενικότερα προς τις μεγάλες ιδιωτικές τράπεζες.

Οι αποφάσεις της Συνόδου όμως αντίθετα, είναι εξαιρετικά χρήσιμες για την ελληνική άρχουσα τάξη. Καλλιεργούν την προσδοκία για αλλαγή των όρων της περίφημης «ανακεφαλαιοποίησης» των τραπεζών, η οποία με την υφιστάμενη συμφωνία επιβαρύνει το ελληνικό κράτος με 50 δις ευρώ που συμπεριλαμβάνονται στο κρατικό χρέος. Ήδη οι έλληνες αστοί χρησιμοποιούν ύπουλα αυτή την προσδοκία, για να πείσουν τους εργαζόμενους ότι «αν εφαρμοστούν σωστά τα μέτρα του Μνημονίου τελικά θα γλιτώσουμε 50 δις ευρώ από το χρέος και θα πάμε το 2020 το χρέος στο 95% του ΑΕΠ αντί για το 120% που προβλέπει το Μνημόνιο». Αυτό ήταν το πνεύμα των άρθρων και των σχολίων που κυριάρχησαν στον ελληνικό Κυριακάτικο Τύπο αμέσως μετά τη Σύνοδο. Έτσι στο βωμό της περικοπής 25 μονάδων χρέους, η κυβέρνηση Σαμαρά αποκτά πάτημα για να εγκαταλείψει και τυπικά, ακόμα και αυτά τα ψίχουλα (και κάτι λιγότερο) που συμπεριλάμβανε ως θέσεις προς διαπραγμάτευση η περίφημη «προγραμματική συμφωνία» Ν.Δ.- ΠΑ.ΣΟ.Κ. – ΔΗΜ.ΑΡ., τα οποία έτσι κι αλλιώς, απέρριψε από την αρχή η τρόικα.

Στην πραγματικότητα όμως, η προοπτική περικοπής των 50 δις από το χρέος είναι μια υπόθεση χωρίς καμία ουσία για τους εργαζόμενους. Έτσι κι αλλιώς, το χρέος της χώρας δεν είναι βιώσιμο. Από τα πράγματα έχει ήδη αναδειχθεί σαν αναγκαιότητα μια νέα μεγάλη περικοπή του, που όσο αναβάλλεται, φέρνει κοντύτερα μια γενικευμένη αδυναμία εξυπηρέτησης του ή αλλιώς μια ανεξέλεγκτη χρεοκοπία.

Επίσης, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η λειτουργία του νέου μηχανισμού για τις τράπεζες, με βάση τις αποφάσεις της Συνόδου, δεν πρόκειται να ξεκινήσει νωρίτερα από την έλευση του 2013. Έτσι η επίκληση της ανάγκης να τηρηθούν κατά γράμμα τα Μνημόνια στο βωμό της περικοπής 25 μονάδων χρέους από τον επόμενο χρόνο, την ώρα που η Ελλάδα βαδίζει ολοταχώς προς την πλήρη χρεοκοπία μέσα στις επόμενες βδομάδες και λίγους μήνες, μόνο απροκάλυπτη απάτη μπορεί να χαρακτηριστεί. Μ’ ένα δημόσιο χρέος που φέτος ανέρχεται σε 317 δις ευρώ και στο 160,6% του ΑΕΠ, με την ύφεση να εκτοξεύεται πάνω από 7% συνολικά για το τρέχον έτος και το έλλειμμα να βρίσκεται, παρά τις μαζικές περικοπές – «ανθρωποθυσίες», κολλημένο πάνω από 8%, ο ελληνικός καπιταλισμός έχει εδραιωθεί στην πρώτη θέση των υποψηφίων για χρεοκοπία και έξοδο από το ευρώ.

Αυτή η κατάσταση έκανε το κλίμα στη Σύνοδο ιδιαίτερα ψυχρό για την Ελλάδα, γεγονός που δε μπόρεσε να αλλάξει η δουλική επιστολή Σαμαρά, που έπνιξε την «επαναδιαπραγμάτευση» στα ρηχά νερά του “Μνημονιακού ρεαλισμού”. Η ψυχρότητα αυτή συνεχίζεται από την τρόικα αυτές τις μέρες, με αφορμή την επιστροφή των εκπροσώπων της στην Αθήνα, με ενδεικτικότερα δείγματα τις δηλώσεις του Ασμούσεν και της Λανγκάρντ, που αμφότεροι ξεκαθάρισαν ότι δεν υπάρχει περιθώριο επαναδιαπραγμάτευσης, νέας χρηματοδότησης ή μη απαρέγκλιτης εφαρμογής των μέτρων του Μνημονίου.

Αυτή η στάση της τρόικας και του ισχυρού ευρωπαϊκού Βορρά, δεν πηγάζει από μια σκληρή τεχνική διαπραγμάτευσης. Όταν οικονομικοί κολοσσοί όπως η Ιταλία και η Ισπανία, καθώς και το τραπεζικό σύστημα όλης της Ευρώπης, περνούν το κατώφλι της «εντατικής» των Μηχανισμών στήριξης, απειλώντας να τινάξουν στον αέρα το οικοδόμημα τη Ευρωζώνης και της ίδια της Ε.Ε., τα νέα δάνεια και οι διευκολύνσεις στον ξεγραμμένο ασθενή που λέγεται Ελλάδα, καθίστανται περιττή και απαγορευμένη «πολυτέλεια».

Το καλύτερο που θα μπορούσε να προσδοκά η κυβέρνηση Σαμαρά από την τρόικα είναι θολές υποσχέσεις γύρω από τα 50 δις ευρώ της ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών, με τον όρο ότι θα ληφθούν άμεσα τα νέα μέτρα περικοπών και λιτότητας, απολύσεων και ιδιωτικοποιήσεων που απορρέουν από τα Μνημόνια. Και αυτό είναι μόνο το ευνοϊκότερο για την κυβέρνηση και κατά τα φαινόμενα το λιγότερο πιθανό σενάριο.

Το πιθανότερο σενάριο είναι, με αφορμή τη λήξη ενός ομολόγου της ΕΚΤ ύψους 3,26 δις και την υποχρέωση καταβολής τόκων ύψους 512 εκ ευρώ στα μέσα Αυγούστου που δεν μπορούν να εξυπηρετηθούν από τα άδεια κρατικά ταμεία, να κορυφωθεί ένας εκβιασμός, στο πλαίσιο του οποίου για να δοθούν τα απαραίτητα από τις συμφωνημένες δόσεις Αυγούστου και Σεπτεμβρίου ποσά (7,5 και 5 δις ευρώ αντίστοιχα) θα απαιτηθούν, όχι απλά νέα μέτρα, αλλά ακόμα και η εσπευσμένη ψήφιση ολόκληρου του προϋπολογισμού που θα περιλαμβάνει άγριες περικοπές, τρεις μήνες νωρίτερα από ότι ίσχυε ως τώρα. Αυτή η πιθανή έμπρακτη σκλήρυνση της στάσης στης Τρόικας, που θα δικαιολογηθεί από τα στοιχεία της έκθεσης των απεσταλμένων της που προφανώς θα είναι καταδικαστικά για την ελληνική οικονομία, θα αποτελεί μια καθαρή ένδειξη της έναρξης της διαδικασίας ώθησης της χώρας, με έναν «συναινετικό» τρόπο, εκτός ευρώ. Η στιγμή κατά την οποία οι πολιτικοί απατεώνες – κυβερνητικοί εταίροι που ορκίζονταν στην παραμονή της χώρας στο ευρώ θα κληθούν να διαχειριστούν μια «οικειοθελή αποχώρηση» της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, πλησιάζει…

Ποια πολιτική στάση πρέπει να τηρήσει ο ΣΥΡΙΖΑ;

Η κύρια γραμμή της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ προεκλογικά ήταν η υποστήριξη της ακύρωσης του Μνημονίου και της υπαγωγής του τραπεζικού συστήματος σε «δημόσιο» έλεγχο. Η συντακτική ομάδα της «ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ» και της «ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗΣ ΦΩΝΗΣ», θέλοντας να συμβάλει στη διόρθωση των λαθών και τη συμπλήρωση του προγράμματος που η ηγεσία (δυστυχώς χωρίς τη στοιχειώδη συμμετοχή της βάσης σε μια σχετική συζήτηση) ανακοίνωσε προεκλογικά, υποστηρίξε ότι η σωστή θέση για την ακύρωση του Μνημονίου, πρέπει απαραίτητα να συμπληρωθεί από ένα πρόγραμμα εγκαθίδρυσης μιας κοινωνικοποιημένης, δημοκρατικά σχεδιασμένης οικονομίας με βασικό μοχλό της ένα κοινωνικοποιημένο (και όχι αφηρημένα «υπό δημόσιο έλεγχο») τραπεζικό σύστημα.

Με λύπη όμως πλέον διαπιστώνουμε, ότι αντί οι σύντροφοι της ηγεσίας να δείξουν μετεκλογικά τη διάθεση να κινηθούν προς αυτή την αναγκαία κατεύθυνση, κινούνται προς την αντίθετη. Οι δημόσιες τοποθετήσεις της, δείχνουν ότι η ηγεσία από την υπεράσπιση της ακύρωσης των Μνημονίων έχει μπει «ντεφάκτο» στον δρόμο της υπεράσπισης της «επαναδιαπραγμάτευσης».

Η κακή αρχή έγινε με τη «σύσταση» στη νέα κυβέρνηση να «εκμεταλλευτεί» (!!!) το ισχυρό εκλογικό ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ, για να διαπραγματευθεί πιο αποτελεσματικά με την τρόικα. Η ακόμα χειρότερη συνέχεια, ήρθε με την διεξαγωγή κριτικής στους κυβερνητικούς χειρισμούς γύρω από την εκπροσώπηση της Ελλάδας στη Σύνοδο Κορυφής, όχι από τη σκοπιά της ριζικής αμφισβήτησης των Μνημονίων και του σημερινού βάρβαρου καπιταλιστικού οικοδομήματος της ΕΕ που έχει σαν στόχο να κόψει το «γόρδιο δεσμό» της υποτέλειας στους τοκογλύφους, αλλά από τη σκοπιά ενός «θαρραλέου» και «ικανού» διαπραγματευτή καλύτερων όρων δανεισμού για τη χώρα. Με ταξικούς όρους, δυστυχώς όλο αυτό το διάστημα, αντί η ηγεσία να μιλά σαν εκφραστής των συμφερόντων των εκατομμυρίων θυμάτων των Μνημονίων και του καπιταλισμού, επιχειρεί να τοποθετηθεί σαν ένας – αδιαμφισβήτητα φιλολαϊκών προθέσεων – σύμβουλος της ελληνικής άρχουσας τάξης για πιο «αποτελεσματικές και μαχητικές» διαπραγματεύσεις.

Οι σύντροφοι στην ηγεσία, πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι πάνω στο σαθρό έδαφος του καπιταλισμού, η Ελλάδα δεν μπορεί να έχει σήμερα καμία διαπραγματευτική ισχύ και για τίποτα. Ο μόνος δρόμος προόδου για τη χώρα είναι οι εργαζόμενοι, με όπλο μια κυβέρνηση της Αριστεράς, να αποσπάσουν την εξουσία και τον πλούτο από τα χέρια των αστών συνεταίρων της τρόικας, σαν ένα βήμα για την ανατροπή του καπιταλισμού σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή ήπειρο. Οι συμβουλές στους αστούς για πιο «μαχητική διαπραγμάτευση» συγχύζουν και αποπροσανατολίζουν τους εργαζόμενους, γιατί, εκτός από την απόκρυψη του αληθινού επαναστατικού, σοσιαλιστικού μονόδρομου, περνούν έμμεσα το ολέθριο μήνυμα ότι οι Έλληνες αστοί έχουν συμφέροντα αντίθετα από εκείνα των δανειστών, καθώς και κοινές αγωνίες και σκοπούς με τον εργαζόμενο ελληνικό λαό.

Φυσική κατάληξη της λαθεμένης στάσης της ηγεσίας μας όλο αυτό το διάστημα, είναι η προχθεσινή έκκληση του σ. προέδρου προς την κυβέρνηση να διεκδικήσει την υπαγωγή της Ελλάδας στο νέο Μηχανισμό για τις τράπεζες, όπως συνέβη με την Ισπανία. Εδώ προκύπτουν ορισμένα εύλογα ερωτήματα. Δεν γνωρίζουν οι σύντροφοι της ηγεσίας ότι η υπαγωγή σε αυτό τον Μηχανισμό – όπως και σε όλους τους αντίστοιχους έως σήμερα – συνεπάγεται την αποδοχή των όρων άγριας λιτότητας που έχουν επιβάλει σε όλη την Ευρώπη οι αστικές κυβερνήσεις; Δεν γνωρίζουν ότι μια τέτοια υπαγωγή συνεπάγεται επίσης το αυτόματο πέρασμα της ιδιοκτησίας των βασικών τραπεζών της χώρας στα χέρια της ΕΕ; Ακυρώνεται με την υποστήριξη αυτής της άποψης η θέση του προεκλογικού προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ για «έλεγχο των τραπεζών από το ελληνικό δημόσιο» ναι ή όχι; Τα ερωτήματα ασφαλώς είναι ρητορικά και συμπεριλαμβάνουν στο εσωτερικό τους τις ίδιες τις απαντήσεις.

Οι συντηρητικές μετατοπίσεις της ηγεσίας πρέπει να σταματήσουν άμεσα, πριν εξελιχθούν σε μια δεξιά στροφή χωρίς επιστροφή, που θα επιβάλει μια ανάλογη πορεία και για τον ΣΥΡΙΖΑ. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο, την ώρα που εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι και νέοι προσεγγίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ και που οι πιο μαχητικοί από αυτούς επιθυμούν να μπουν στις γραμμές του, θα ήταν καταστροφικό για τις ελπίδες και τα συμφέροντά του εργαζόμενου λαού.

Η ειλικρινής διάθεση αυτοκριτικής από την πλευρά της ηγεσίας σήμερα θα ήταν εξαιρετικά χρήσιμη. Ακόμα πιο χρήσιμη όμως και ουσιαστική, είναι η δημιουργική και ενεργή παρέμβαση της ίδιας της βάσης του ΣΥΡΙΖΑ στον καθορισμό της πολιτικής του πορείας. Η επανίδρυση του ΣΥΡΙΖΑ σαν ένα ενιαίο, δημοκρατικά οργανωμένο κόμμα με τάσεις, η κατάργηση του σημερινού μοντέλου της ομοσπονδίας των συνιστωσών – χωριστών μηχανισμών που εκτρέφει τον παραγοντισμό και εμποδίζει τους απλούς αγωνιστές να γίνουν εκείνοι οι πρωταγωνιστές στην λήψη των αποφάσεων, είναι τα πιο επείγοντα και ζωτικά πολιτικά μας καθήκοντα.

– ΚΑΜΙΑ ΜΕΤΑΤΟΠΙΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΔΕΞΙΑ! ΔΙΟΡΘΩΣΗ – ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ ΣΤΗΝ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗΣ ΜΙΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΙΗΜΕΝΗΣ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑΣΜΕΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΝΩΜΕΝΩΝ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ!

– ΝΑ ΑΝΟΙΞΟΥΜΕ ΤΙΣ ΠΟΡΤΕΣ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ ΣΤΟΥΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗ ΝΕΟΛΑΙΑ!

– ΑΜΕΣΗ ΔΙΕΞΑΓΩΓΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΤΡΟΠΗ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ ΣΕ ΕΝΙΑΙΟ, ΜΑΖΙΚΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ ΜΕ ΚΑΤΟΧΥΡΩΜΕΝΕΣ ΤΑΣΕΙΣ!


{fcomment}

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα