Τις τελευταίες ώρες έχει κατακλύσει τον αστικό τύπο ένα κύμα «αναλύσεων» και δημοσιευμάτων που κάνουν λόγο για τη «μεγάλη ήττα της Μέρκελ» και τη «μεγάλη νίκη του Νότου» στην ευρωπαϊκή Σύνοδο Κορυφής της προηγούμενης εβδομάδας. Μέσα σ’ αυτό το κλίμα, οι Κυριακάτικες εκδόσεις των εφημερίδων θριαμβολόγησαν για τη «μεγάλη ευκαιρία της Ελλάδας που διαμορφώνουν οι αποφάσεις της Συνόδου και που μπορεί να σημάνει περικοπή χρέους 50 δις ευρώ» («Καθημερινή», 1/7/2012).
Από την άλλη πλευρά, η ηγεσία του κόμματός μας, αποδεχόμενη την εκτίμηση περί «νίκης του Νότου», ζήτησε με σημερινές της δηλώσεις από την κυβέρνηση Σαμαρά να διεκδικήσει «να ισχύσει για την Ελλάδα ότι προβλέπεται από τις αποφάσεις της Συνόδου για την Ισπανία και την Ιταλία» (δηλώσεις Αλέξη Τσίπρα). Στο άρθρο αυτό, ασχολούμαστε με το τι και γιατί αποφασίστηκε στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής, με την αληθινή σημασία αυτών των αποφάσεων για την Ελλάδα και με το κρίσιμο ζήτημα της πολιτικής στάσης του ΣΥΡΙΖΑ έναντι των τελευταίων εξελίξεων.
Ηττήθηκε η Γερμανία;
Η μια από τις τρεις σημαντικές αποφάσεις της Συνόδου αναφέρει ότι μέχρι το τέλος του έτους, τα ταμεία στήριξης της Ευρωζώνης θα μπορούν να αγοράζουν κρατικά ομόλογα, ώστε να μειωθούν τα ολοένα αυξανόμενα κόστη δανεισμού χωρών όπως η Ιταλία και η Ισπανία. Ο «δοτός» Ιταλός πρωθυπουργός Μόντι, αλλά και οι υπόλοιπες κυβερνήσεις του Νότου, προσπαθώντας να διασκεδάσουν την αντικειμενική τους αδυναμία έναντι της Γερμανίας, έσπευσαν να μιλήσουν για διαπραγματευτική επιτυχία και να καλλιεργήσουν στους λαούς τους την εντύπωση ότι για να ενεργοποιηθεί αυτή η διαδικασία αγοράς ομολόγων δεν θα απαιτούνται «επιπλέον μέτρα λιτότητας ή οικονομικές μεταρρυθμίσεις», όπως συνέβη με την Ελλάδα και τους άλλους «τροφίμους» του Μηχανισμού της «τρόικας».
Προσεγγίζοντας την αξιοπιστία αυτού του τελευταίου ισχυρισμού, θα λέγαμε ότι είναι καταφανώς ανυπόστατος. Η Ιταλία και η Ισπανία δεν κλήθηκαν άμεσα από τη Σύνοδο να πάρουν «νέα μέτρα» λιτότητας γιατί ήδη οι κυβερνήσεις Μόντι και Ραχόι υλοποιούν προγράμματα που είναι πανομοιότυπα σε στόχους με αυτό της Ελλάδας.
Επιπρόσθετα, σε αντίθεση με την τεχνητή ευφορία των διαφόρων Μόντι, αμέσως μετά τη Σύνοδο, το απόγευμα της περασμένης Παρασκευής, η Καγκελάριος Μέρκελ μιλώντας στο γερμανικό κοινοβούλιο τόνισε ότι «η παροχή βοήθειας μέσω των μηχανισμών στήριξης θα συνοδεύεται από αυστηρούς όρους». Η Γερμανίδα καγκελάριος στη ίδια ομιλία της, ανέφερε επίσης, ότι «η αγορά ομολόγων ασφαλώς και θα απαιτεί την εποπτεία ενός είδους τρόικας, αλλά και τη σύνταξη ενός μνημονίου για κάθε χώρα που προσφεύγει στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης». ‘Όπως είπε χαρακτηριστικά «Ιταλία και Ισπανία δεν μπορούν να πάρουν εάν δεν δώσουν».
Όλα αυτά δείχνουν ότι η άγρια λιτότητα και η πίεση για «νέα μέτρα» προς την Ισπανία και την Ιταλία από τον Βορρά και ιδιαίτερα την Γερμανία, θα συνεχιστούν, απλά με μια διαφορετική μορφή από τα έως σήμερα προγράμματα της τρόικας για Ελλάδα, Ιρλανδία και Πορτογαλία, αλλά με την ίδια ουσία.
Ασφαλώς, είναι γεγονός ότι η Γερμανία έδωσε τη συγκατάθεσή της σε μια πρακτική αγοράς κρατικών ομολόγων από τους ευρωπαϊκούς Μηχανισμούς που όλο το προηγούμενο διάστημα απέρριπτε. Όμως είναι αστείο να ισχυρίζεται κάποιος ότι αυτό αποτελεί το αποτέλεσμα της «σθεναρής» στάσης του Μόντι και του Ραχόι. Στην πραγματικότητα, αυτό που έκανε την Γερμανική κυβέρνηση να μετατοπιστεί από την προηγούμενη στάση της, ήταν ο άμεσος κίνδυνος της εμφάνισης μιας ανοιχτής αδυναμίας της Ισπανίας και της Ιταλίας να εξυπηρετήσουν το χρέος τους, λόγω της εκτόξευσης του κόστους δανεισμού τους τις τελευταίες εβδομάδες. Το κόστος της πραγματοποίησης αυτού του κινδύνου, θα ήταν τεράστιο για όλη την Ευρωζώνη. Αυτή ήταν και η αιτία που μετατόπισε τη στάση της Γερμανίας και όχι η υποτιθέμενη «παλληκαριά» του Μόντι.
Αξίζει να υπενθυμίσουμε εδώ, το τεράστιο μέγεθος του προβλήματος που αντιπροσωπεύουν για τον ευρωπαϊκό καπιταλισμό τα κρατικά χρέη Ισπανίας και Ιταλίας. Η Ιταλία έχει κρατικό χρέος 1,948 τρισ. ευρώ. Η πιο εκτεθειμένη χώρα στο χρέος της Ιταλίας είναι η Γαλλία με 309 δις ευρώ, με την Γερμανία να ακολουθεί με 120 δις ιταλικού χρέους. Η Ισπανία έχει κρατικό χρέος περίπου 807,7 δις ευρώ και χρωστά 131 δις στη Γερμανία και 112 δις στη Γαλλία.
Ειδικά από τη στιγμή που η ύφεση βαθαίνει επικίνδυνα στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, το να αφήνονται Ισπανία και Ιταλία εκτεθειμένες σε πανύψηλα επιτόκια χωρίς να διεξάγεται καμία έμπρακτη απόπειρα τιθάσευσής τους, ήταν και είναι ένα τεράστιο ρίσκο για τη Γερμανία, αλλά και για τη Γαλλία.
Τι θα συνιστούσε μια αληθινή υποχώρηση για τη Γερμανία στη Σύνοδο; Μα φυσικά η υιοθέτηση των περίφημων «ευρω-ομολόγων», με τα οποία ουσιαστικά η Γερμανία και συνολικά ο Βορράς θα αναλάμβανε το βάρος των χρεών του ευρωπαϊκού Νότου. Η Μέρκελ όμως, στην προαναφερόμενη ομιλία της στη γερμανική Βουλή, ξεκαθάρισε κατηγορηματικά «ότι καθόλου δεν έχει αλλάξει η σθεναρή αντίσταση του Βερολίνου στην έκδοση ευρωομολόγου».
Η ίδια η βασική θιασώτης των «ευρω-ομολόγων», η Γαλλική κυβέρνηση, με δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών της, Πιερ Μοσκοβισί στην εφημερίδα «Le Figaro» χαρακτήρισε τα ευρω-ομόλογα «μια κόκκινη γραμμή που οι Γερμανοί φίλοι δεν μπορούσαν να υπερβούν», τοποθετώντας την εισαγωγή τους αόριστα στο μέλλον, στο τέλος μιας «διαδικασίας ολοκλήρωσης».
Συμπερασματικά λοιπόν, η παρουσίαση μιας τακτικής και αναγκαίας υπαναχώρησης της Μέρκελ σαν «ήττα της Γερμανίας» εξαιτίας, τάχα, της «ισχυρής διαπραγμάτευσης» των αστών ηγετών του Νότου, είναι ένα επικοινωνιακό τέχνασμα των τελευταίων, καθώς και συνολικά των αρχουσών τους τάξεων, με σκοπό να σταθεροποιήσουν τη θέση τους και να αποπροσανατολίσουν τους εργαζόμενους λαούς τους, ώστε να αποδεχθούν «νέες θυσίες» με τις λιγότερες δυνατές αντιστάσεις.
Συνεχίζεται…
{fcomment}