Το Σάββατο 19 Δεκεμβρίου, μετά από δύο περίπου εβδομάδες διαπραγματεύσεων, η σύνοδος για την κλιματική αλλαγή στην Κοπεγχάγη έληξε με μία σχεδόν ομόφωνη απόφαση που δείχνει ότι ήταν μία ολοκληρωτική αποτυχία. Το συμπέρασμα της Συνόδου ήταν ένα πενιχρό τρισέλιδο κείμενο, διαμορφωμένο βεβιασμένα μετά από μία εντεκάωρη διαπραγμάτευση μεταξύ των ηγετών των ΗΠΑ, της Κίνας, της Ινδίας, της Βραζιλίας και της Νοτίου Αμερικής. Το κείμενο γνωστό και ως «Σύμφωνο της Κοπεγχάγης», είναι μία συλλογή ρηχών και κενών δηλώσεων και δεν περιλαμβάνει καμία αναφορά σε κάποια νομικά δεσμευτική συμφωνία.
Η απαράδεκτη φύση του Συμφώνου φαίνεται από την παντελή έλλειψη στόχων για την μείωση των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα (CO2). Αντ’ αυτού, το κείμενο διευκρινίζει ότι «η αύξηση της θερμοκρασίας παγκοσμίως δεν πρέπει να υπερβαίνει τους 2οC» – αύξηση που πολλοί συμφωνούν ότι θα μπορούσε να οδηγήσει σε σοβαρή αύξηση του κινδύνου πλημμυρών, ξηρασίας και ασθενειών στις αναπτυσσόμενες χώρες. Η «Huffington Post», μία αμερικάνικη ειδησεογραφική ιστοσελίδα, αναφέρει: «Δεν σφράγισαν μια συμφωνία. Σφράγισαν το φέρετρο των περιοχών με υψόμετρο κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, το φέρετρο των παγόβουνων, του Βόρειου Πόλου και εκατομμυρίων ζωών.»
Κάποιοι σχολιαστές προσπάθησαν να δώσουν στη Σύνοδο της Κοπεγχάγης μία χροιά επιτυχίας, βασιζόμενοι στην υπόσχεση για παροχή 10 εκατ. δολαρίων ετησίως, για τα επόμενα τρία χρόνια στις αναπτυσσόμενες χώρες, με στόχο να αυξηθεί η παροχή στα 100 εκατ. ετησίως μέχρι το 2020. Αυτή η οικονομική βοήθεια είναι ασήμαντη και ωχριά συγκρινόμενη με τα τρισεκατομμύρια δολαρίων που έδωσαν στο τραπεζικό σύστημα οι κυβερνήσεις την τελευταία περίοδο. Σύμφωνα με μία επίσημη αναφορά της Εθνικής Υπηρεσίας Οικονομικού Ελέγχου, η Βρετανική Κυβέρνηση μόνη της, έχει ξοδέψει 1,4 τρις δολάρια των φορολογούμενων για να τεθεί εγγυητής των τραπεζών. Η γαλλική εφημερίδα «Liberation» ανέφερε χαρακτηριστικά: «Όταν πρέπει να διασωθεί το τραπεζικό σύστημα, ο διάλογος αποδεικνύεται πιο αποτελεσματικός και αποφασιστικός…είναι ξεκάθαρα ευκολότερο να σωθεί η οικονομία, από το να σωθεί ο πλανήτης».
Πριν καν ξεκινήσουν οι συζητήσεις στην Κοπεγχάγη, ήταν ξεκάθαρο ότι οι στόχοι για τη μείωση των εκπομπών δεν επρόκειτο να επιτευχθούν. Ο πρόεδρος Ομπάμα και ο πρωθυπουργός της Αυστραλίας Ρουντ, παρόλο που εκλέχτηκαν στη βάση των υποσχέσεών τους να παλέψουν ενάντια στην κλιματική αλλαγή, είδαν τα σχέδια τους να απορρίπτονται ή να σαμποτάρονται από γερουσιαστές που λαμβάνουν διόλου ευκαταφρόνητες δωρεές από πανίσχυρα λόμπι και επιχειρήσεις. Εντωμεταξύ, το ζήτημα του εμπορίου ρύπων αμφισβητήθηκε ολοκληρωτικά, λίγο πριν ξεκινήσουν οι διαδικασίες της Συνόδου, όταν αποκαλύφθηκε ότι χώρες που εμπλέκονταν στο πρόγραμμα ανταλλαγής ρύπων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως η Βρετανία, η Γαλλία και η Δανία, αποτέλεσαν τα θύματα μιας μεγάλης κλίμακας οικονομικής απάτης από φοροφυγάδες.
Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι οι συμφωνίες που πραγματοποιήθηκαν στην Κοπεγχάγη είναι αποτέλεσμα προαποφασισμένων γεγονότων από κυβερνήσεις που εναποθέτουν όλη τους την πίστη για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής στα χέρια της «ελεύθερης αγοράς». Αυτό φαίνεται επίσης ξεκάθαρα στο τελικό Σύμφωνο, το οποίο αναφέρει ότι οι χώρες «θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν τις αγορές για να βελτιωθεί η οικονομική αποδοτικότητά του και να προωθηθεί η μείωση των δυσάρεστων γεγονότων».
Οι συγκρούσεις που φάνηκαν στη διαδικασία της συνόδου μεταξύ των δύο μεγάλων υπευθύνων για τις εκπομπές CO2, (Αμερική και Κίνα), είναι ξεκάθαρο ότι στην ουσία δεν αφορούσαν στην προστασία του πλανήτη, αλλά στην πραγματικότητα αφορούσαν στην προστασία των κερδών των εθνικών επιχειρήσεων. Δεν είναι κρυφό το ότι γερουσιαστές στις Η.Π.Α. επιχείρησαν να χρησιμοποιήσουν το πρόσφατο ομόλογο για την κλιματική αλλαγή σαν ένα νέο μέσο προστατευτισμού. Συγκεκριμένα, ακούσαμε τους γερουσιαστές Κέρυ και Γκράχαμ να ανακοινώνουν ότι: «Πρέπει να σκεφτούμε τη δημιουργία ενός νέου δασμού στα αγαθά προερχόμενα από χώρες με αμελή περιβαλλοντικά στάνταρ».
Η αδυναμία των διεθνών συνθηκών να υπερβούν τα όρια του έθνους – κράτους, δεν εμφανίστηκαν πρώτη φορά στις διαπραγματεύσεις της Κοπεγχάγης. Μία σειρά παρόμοιων εμπειριών είχαμε και στις εμπορικές διαπραγματεύσεις που οργανώθηκαν από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ), οι οποίες ξεκίνησαν στην Ντόχα το 2001 και έληξαν με ολοκληρωτική αποτυχία στη Γενεύη το 2008. Ο George Monbiot, κάνοντας τις αναλογίες μεταξύ της συνδιάσκεψης του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου και των διαπραγματεύσεων για την κλιματική αλλαγή, ανέφερε ότι «όταν ο πρωταρχικός σκοπός του ΠΟΕ χάθηκε στην πορεία και τα κόκκινα χαλιά μαζεύτηκαν, τότε οι κυβερνήσεις έχασαν το ενδιαφέρον τους και άφησαν τη διαδικασία να εκφυλιστεί». Η αποτυχία της Κοπεγχάγης παρουσιάζει επίσης αξιοσημείωτη ομοιότητα με τη σύνοδο των G8 του 2005 και τη σχετιζόμενη με αυτήν καμπάνια “Make Poverty History” (Ας κάνουμε τη φτώχια ιστορία), όπου ξεκίνησαν με μεγάλη αισιοδοξία, αλλά έληξαν απλά με μία σειρά ρηχών δεσμεύσεων.
Η πραγματικότητα είναι ότι δεν πρόκειται να υπάρξει λύση στο πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής – όπως επίσης στα προβλήματα της φτώχιας, του πολέμου και της ανεργίας – μέσα στα πλαίσια του καπιταλισμού. Οι διαπραγματεύσεις της Κοπεγχάγης, όπως και αυτές του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου και της συνόδου των G8 που είχαν προηγηθεί, ήταν ταυτισμένες με τη λογική του καπιταλισμού και δεν ήταν ικανές να υπερβούν τα στενά πλαίσια των εθνικών αστικών συμφερόντων για να δώσουν λύση σε κάτι που είναι ξεκάθαρα ένα διεθνές πρόβλημα. Ο Έβο Μοράλες, ο αριστερός πρόεδρος της Βολιβίας, στο λόγο του στην Κοπεγχάγη κατέληξε λέγοντας πολύ σωστά : «Η πραγματική αιτία της κλιματικής αλλαγής είναι το καπιταλιστικό σύστημα. Εάν θέλουμε να σώσουμε τη γη, τότε πρέπει να καταργήσουμε αυτό το οικονομικό μοντέλο. Ο καπιταλισμός θέλει να συνδέσει την κλιματική αλλαγή με την αγορά των ρύπων. Καταγγέλλουμε αυτές τις αγορές και τις χώρες που τις προωθούνε. Έχει έρθει η ώρα να σταματήσουν να βγαίνουν λεφτά από την ντροπή που όλοι αυτοί διέπραξαν.»
Adam Booth από την ιστοσελίδα In Defence of Marxism