Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΕπικαιρότηταΕλληνική ΕπικαιρότηταΑνοιχτό γράμμα στους υποστηριχτές του ΣΥΡΙΖΑ

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Ανοιχτό γράμμα στους υποστηριχτές του ΣΥΡΙΖΑ

ΑΝΟΙΧΤΟ ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΑ ΜΕΛΗ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΕΣ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ

Σύντροφοι και συντρόφισσες,

θεωρώντας ότι οι ραγδαίες εξελίξεις στο ΣΥΝ και στο ΣΥΡΙΖΑ αποτελούν μια σημαντική υπόθεση για κάθε αγωνιστή του εργατικού κινήματος και της νεολαίας, με την παρούσα ανοιχτή επιστολή μας θέλουμε να συμμετάσχουμε δημιουργικά στην συζήτηση για τα αίτια της πρόσφατης εκλογικής ήττας του σχήματος και την αναζήτηση πολιτικής λύσης από το σημερινό αδιέξοδο.

Ηγετική πολιτική : αριστερή φρασεολογία με σοσιαλδημοκρατικό περιεχόμενο

Η πρόσφατη εκλογική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ ήταν αποτέλεσμα της πολιτικής και της τακτικής του συνόλου της ηγεσίας του.

Η ηγεσία της δεξιάς, «ανανεωτικής» πτέρυγας του ΣΥΝ, που εδώ και χρόνια εκμεταλλεύεται την υγιή αποστροφή της βάσης του κόμματος για το σταλινισμό, προωθώντας με τον μανδύα της «ανανέωσης», την συμφιλίωση της Αριστεράς με τον καπιταλισμό και τους θεσμούς του, έχει ένα σημαντικό μερίδιο ευθυνών για την ήττα. Σταθερά υπονόμευσε και υπονομεύει τα τελευταία χρόνια την επιβαλλόμενη από την βάση αριστερή στροφή του ΣΥΝ. Με τις φιλο-καπιταλιστικές δημόσιες τοποθετήσεις της, συνεχίζει να θυμίζει στους εργαζόμενους ότι παρά την αριστερή στροφή, στους κόλπους του ΣΥΝ και του ΣΥΡΙΖΑ υπάρχει μια συμπαγής πολιτική δύναμη που ταυτίζεται με την κλασσική σοσιαλδημοκρατία και τάσσεται απερίφραστα υπέρ της διαχείρισης του συστήματος και της συνδιαλλαγής με το κεφάλαιο.

Αλλά η σημερινή ηγετική ομάδα του ΣΥΝ που ανήκει στην ευρύτερη αριστερά του κόμματος, έχει ακόμα πιο μεγάλες ευθύνες, γιατί εκείνη είναι που καθοδηγεί πολιτικά το κόμμα. Η κεντρική πολιτική της γραμμή, αυτή της δημιουργίας ενός δεύτερου σοσιαλδημοκρατικού πόλου στ’ αριστερά του ΠΑΣΟΚ, απέτυχε παταγωδώς. Εξαιτίας αυτής της πολιτικής της επιλογής, δεν έδωσε στην εργατική τάξη και τη νεολαία μια διαφορετική στην ουσία της πολιτική πρόταση, από εκείνη της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ.

Η πολιτική που υποστήριξε, ήταν αυτή των «δημοκρατικών», «αριστερών» μεταρρυθμίσεων, οι οποίες σε τελική ανάλυση, όπως και εκείνες που προτείνει η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, περιορίζονται μέσα στα όρια του καπιταλιστικού συστήματος και του αστικού κράτους. Σε μια περίοδο που η εργατική τάξη στενάζει κάτω από την καπιταλιστική κρίση, ο πολιτικός λόγος της ηγεσίας του ΣΥΝ είναι υπερ-ταξικός, με όρους όπως «οι πολίτες», η «κοινωνία», τα «κοινωνικά κινήματα» και τα συνθήματά της είναι φτιαγμένα για να τους χωρούν όλους, όπως το προεκλογικό «για τις ανάγκες των πολλών».

Το περιεχόμενο της πρότασης εξουσίας της ήταν και είναι σκόπιμα απροσδιόριστο, καθώς η «κυβέρνηση της Αριστεράς με επίκεντρο την ριζοσπαστική Αριστερά» διαμορφώθηκε σαν ένας γρίφος, ώστε να είναι ικανοποιημένοι όλοι οι «ενδιαφερόμενοι» : οι πιο αριστερές τάσεις και συνιστώσες  του ΣΥΡΙΖΑ λόγω του αριστερού της περιτυλίγματος, οι «ανανεωτικοί» εξαιτίας της ασάφειάς της που αφήνει χαραμάδες για μια κυβερνητική συμμαχία διαχείρισης του συστήματος, αλλά και η αστική τάξη λόγω της απουσίας συγκεκριμένου πολιτικού περιεχομένου που θα απειλεί το κράτος της και τον έλεγχό της στην οικονομία. Μοιραία λοιπόν, βλέποντας μια τέτοια κυρίαρχη πολιτική γραμμή, οι χιλιάδες ριζοσπαστικοποιημένοι εργαζόμενοι και οι νέοι που προσανατολίζονταν στο ΣΥΡΙΖΑ όλη την προηγούμενη περίοδο, απογοητευμένοι, επέλεξαν άλλους τρόπους για να εκφράσουν την αντίθεσή τους στην κυβέρνηση και το κεφάλαιο και όχι την ψήφο σε αυτόν.

Στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ όμως, δεν βρίσκονται μόνο στελέχη του ΣΥΝ. Οι ηγεσίες όλων των υπολοίπων συνιστωσών που εκπροσωπούνται στην γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ έχουν και αυτές τις δικές τους μεγάλες ευθύνες. Αναπαρήγαγαν ή ανέχονταν παθητικά την σοσιαλδημοκρατική πολιτική της ηγεσίας του ΣΥΝ. Υιοθέτησαν τις θέσεις της, με ανεπαίσθητες αριστερές παραλλαγές, όπως συνέβη με τα πολυδιαφημισμένα «15 σημεία» και το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Όπως φαίνεται εδώ και καιρό καθαρά στα έντυπα και της δημόσιες τοποθετήσεις τους, έχουν προσχωρήσει πλήρως ακόμα και στους υπερ-ταξικούς όρους που χρησιμοποιεί η ηγεσία του ΣΥΝ, όπως «πολίτες», «κοινωνικά κινήματα» κ.λ.π. Αποδέχτηκαν την σοσιαλδημοκρατική λογική της ενοχοποίησης του «νεοφιλελευθερισμού», ενώ αυτό που χρεοκοπεί μέρα με την μέρα μπροστά στα μάτια των μαζών είναι ο ίδιος ο καπιταλισμός. Παρ’ ότι πολλές από αυτές, μιλούν στο όνομα του μαρξισμού,  προσχώρησαν πρόθυμα στην λογική μιας υποτιθέμενης «σύνθεσης» των μαρξιστικών ιδεών με τις ρεφορμιστικές, σοσιαλδημοκρατικές θέσεις της ηγεσίας του ΣΥΝ, με αποτέλεσμα την τερατογένεση μιας αριστερόστροφης, αποσπασματικής, ρεφορμιστικής πολιτικής, χωρίς σαφές ταξικό και σοσιαλιστικό περιεχόμενο.

Η ρεφορμιστική πολιτική του συνόλου της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ είχε αντανάκλαση στις ακολουθούμενες τακτικές στο εργατικό και το νεολαιίστικο κίνημα, αλλά και σε μια επιζήμια αντίληψη για το εσωτερικό οργανωτικό καθεστώς.

Παθητική  στήριξη στους αγώνες

Η υποστήριξη της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ στους αγώνες της εργατικής τάξης και της νεολαίας, πήρε τη μορφή της απλής προτροπής για συμμετοχή και της κοινοβουλευτικής τους υπεράσπισης. Σε τελική ανάλυση, παρά το εμφανιζόμενο αγωνιστικό της περίβλημα, αυτού του είδους η υποστήριξη δεν συνέβαλε ουσιαστικά στην υπόθεση της ίδιας της ανάπτυξης και της νίκης των αγώνων. Η στάση της παθητικής συμμετοχής και της κοινοβουλευτικής υποστήριξης, χωρίς την υπεράσπιση ενός σοβαρού σχεδίου για την κλιμάκωση και την επιτυχία των αγώνων, ουσιαστικά ισοδυναμεί με μια έμμεση μικροπολιτική παραίνεση στους αγωνιστές να ψηφίσουν τον ΣΥΡΙΖΑ για να δικαιωθούν οι αγώνες τους.

Δύο παραδείγματα από τον τελευταίο 1,5 χρόνο είναι ενδεικτικά. Παρά τις πύρινες κοινοβουλευτικές ομιλίες της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ για την αγωνιστική επιβολή ενός λαϊκού δημοψηφίσματος ώστε να μην περάσουν οι αντιδραστικές αλλαγές στο ασφαλιστικό, η καμπάνια συλλογής υπογραφών κράτησε μόλις 10 μέρες και αμέσως μετά, το ζήτημα θάφτηκε στην «φορτωμένη» πολιτική ατζέντα της επικοινωνιακής και κοινοβουλευτικής του ρουτίνας.

Όμοια, η υποστήριξη στην εξέγερση των εφήβων τον περασμένο Δεκέμβρη, περιορίστηκε ουσιαστικά μόνο σε πρόχειρες δημόσιες τοποθετήσεις στα κανάλια, τις οποίες διαδέχθηκε μια τακτική άμυνας έναντι της μανιασμένης επίθεσης της κυβέρνησης και της άρχουσας τάξης, με δηλώσεις από τη σκοπιά της «κοινωνικής ειρήνης και του διαλόγου». Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, πέρα από δηλώσεις και ανακοινώσεις, δεν έκανε τίποτα ουσιαστικό για να συνδέσει το κίνημα των οργισμένων εφήβων με το εργατικό κίνημα και τις οργανώσεις του, δεν πήρε καμία αποφασιστική πρωτοβουλία στους εργατικούς χώρους και τις γειτονιές που είναι ισχυρή ώστε να οργανωθεί σωστά το κίνημα και να κερδίσει πλατειά υποστήριξη. Οι βουλευτές, οι δήμαρχοι, οι δημοτικοί σύμβουλοι, οι συνδικαλιστές και τα τοπικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, στο όνομα του σεβασμού της «αυτονομίας» των νέων, έμειναν παθητικοί θεατές ή υποστηρικτές του κινήματος. Και όπου οι οργανωμένες δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ κινήθηκαν πιο ενεργά προς το κίνημα, έγιναν τις περισσότερες φορές ασθμαίνοντες ακόλουθοι των εκτονωτικών, τυχοδιωκτικών μεθόδων των αναρχικών και μιμητές των κούφιων, συναισθηματικών τους θέσεων και συνθημάτων. (βλέπε π.χ τα συνθήματα και τη στάση της ηγεσίας της Νεολαίας του ΣΥΝ).

Αντιδημοκρατική εσωτερική οργάνωση

Το σημερινό αντιδημοκρατικό εσωτερικό καθεστώς, η ύπαρξη του οποίου πρόσφατα ομολογήθηκε και από τον ίδιο τον πρόεδρο της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ, έχοντας ως τώρα την υποστήριξη ή έστω, την επί της ουσίας συναίνεση των ηγεσιών όλων των συνιστωσών, έχει πλέον μετατραπεί σε ένα μεγάλο εμπόδιο για την ανάπτυξη του ΣΥΡΙΖΑ.

Οι απολογητές της σημερινής οργανωτικής μορφής του ΣΥΡΙΖΑ, την θεμελιώνουν σε μια λαθεμένη και στην ουσία της αντιδημοκρατική πολιτική αντίληψη. Στην ιδέα ότι μέσα σε έναν μαζικό πολιτικό φορέα που πρέπει να εκφράζει την εργατική τάξη και τη νεολαία, δεν υπάρχει ανάγκη για τη δημοκρατική διαμόρφωση πλειοψηφιών και μειοψηφιών, καθώς είναι αρκετό να γίνει «σύνθεση» ανάμεσα στις απόψεις δεκάδων αριστερών οργανώσεων, με διαφορετικές ιδρυτικές ιδεολογικές αφετηρίες, πολιτικές αρχές και αναφορές.

Από πολιτική σκοπιά, η απόπειρα για μια τέτοια «σύνθεση», όπως έχει δείξει η έως σήμερα εμπειρία, σε τελική ανάλυση θα αντανακλά πάντα τις απόψεις του ισχυρότερου ρεύματος και το αποτέλεσμά της θα είναι αντιφατικό, απογοητεύοντας τους πρωτοπόρους αγωνιστές που ψάχνουν ξεκάθαρες πολιτικές και προγραμματικές απαντήσεις.

Από τη σκοπιά της φύσης του εσωτερικού καθεστώτος που διαμορφώνει η μέθοδος της «σύνθεσης» χωρίς δημοκρατική διαμόρφωση πλειοψηφιών και μειοψηφιών, αυτή είναι βαθιά επικίνδυνη, ιδιαίτερα από τη στιγμή που οι αποφάσεις λαμβάνονται στην κορυφή, χωρίς τη συμμετοχή της βάσης. Στις διαδικασίες λήψης όλων των σοβαρών πολιτικών αποφάσεων που έχει λάβει ως τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ, η βάση συμμετείχε λιγότερο η περισσότερο, λέγοντας απλά τη γνώμη της, αλλά τις αποφάσεις στο τέλος τις λάμβαναν η Γραμματεία και η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, τις οποίες η βάση δεν έχει εκλέξει και δεν μπορεί ούτε να ελέγξει, ούτε και να ανακαλέσει. Αυτή η έλλειψη στοιχειωδών δημοκρατικών δομών για την λήψη των πολιτικών αποφάσεων, υπονομεύει διαρκώς τους πολιτικούς δεσμούς του ΣΥΡΙΖΑ με την εργατική τάξη και τη νεολαία.

Το επιχείρημα για την επιβολή αυτού του καθεστώτος είναι η ανάγκη να μην πληγεί η «αυτονομία» των συνιστωσών. Αυτό όμως είναι προφανές ότι αποτελεί μια πρόφαση. Στο πλαίσιο ενός ενιαίου και δημοκρατικού εσωτερικού καθεστώτος, που μπορεί να εξασφαλιστεί μόνο αν ο ΣΥΡΙΖΑ γίνει έναν ενιαίο κόμμα με κατοχυρωμένες τάσεις, κάθε συνιστώσα – τάση θα μπορεί αυτόνομα να κερδίσει την πλειοψηφία στις θέσεις της. Οι μόνοι που θα πληγούν σε αυτή την περίπτωση είναι οι σημερινοί ανεξάρτητοι οργανωτικοί μηχανισμοί των συνιστωσών. Όμως τα μικροπολιτικά συμφέροντα και οι σκοπιμότητες των μηχανισμών των συνιστωσών δεν επιτρέπεται να μπαίνουν πάνω από την ανάγκη της βάσης του ΣΥΡΙΖΑ να εκφραστεί και να αποφασίσει δημοκρατικά η ίδια για την πολιτική του κατεύθυνση.

Σύγχυση και αδιέξοδη στάση από τις ηγεσίες

Δυστυχώς, αμέσως μετά την ήττα στις εκλογές, το σύνολο της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ απέδειξε ότι δεν θέλει και δεν μπορεί να κατανοήσει τα αίτια της ήττας, με αποτέλεσμα να προτείνει ουσιαστικά την διαιώνισή τους. Έτσι το μόνο που κάνει είναι να προετοιμάζει νέες ήττες στο άμεσο μέλλον.

Η ηγεσία των «ανανεωτικών» του ΣΥΝ επιδιώκει να εκμεταλλευτεί τα σοβαρά πολιτικά λάθη της κυρίαρχης ηγετικής ομάδας και επιχειρεί να εμφανίσει τον εαυτό της δικαιωμένο. Τα μέλη του ΣΥΝ όμως, δεν πρέπει να ξεχνάνε ότι  οι «ανανεωτικοί» ελέγχοντας την ηγεσία του κόμματος στα πρώτα του βήματα, το είχαν οδηγήσει ακόμα και στην απώλεια της κοινοβουλευτικής του εκπροσώπησης.

Ο «αριστερός ευρωπαϊσμός» τους, κάθε άλλο παρά «δικαιώνεται». Στην ουσία του, δεν είναι ούτε αριστερός, ούτε και ευρωπαϊσμός. Η θέση της υποστήριξης μιας «προοδευτικής» διαχείρισης της καπιταλιστικής Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν είναι μια αριστερή πολιτική, αλλά η δεξιά πολιτική της σοσιαλδημοκρατίας που αποδοκιμάστηκε σε όλη την Ευρώπη. Αλλά ούτε και φιλοευρωπαϊκή είναι, καθώς κάθε συνεπής ευρωπαϊστής πρέπει σήμερα να υπερασπίζει μια ενωμένη σοσιαλιστική Ευρώπη και όχι την καπιταλιστική Ευρωπαϊκή Ένωση, που στην πραγματικότητα δεν συνιστά καθόλου μια ένωση, αλλά τη διαρκή Ευρωπαϊκή διάσπαση, στη βάση των αντιτιθέμενων συμφερόντων των ευρωπαϊκών αστικών τάξεων.

Από τη δική της πλευρά, η σημερινή κυρίαρχη ηγετική ομάδα του ΣΥΝ που ανήκει στην ευρύτερη αριστερά του κόμματος, αντί να βγάλει τα σωστά πολιτικά συμπεράσματα και να ακούσει τις κριτικές της βάσης, αμέσως μετά την εκλογική ήττα επιδόθηκε για πολλές μέρες σε έναν προσωποκεντρικό εμφύλιο, χωρίς καθαρές πολιτικές αρχές. Αυτή η σύγκρουση που αποτυπώθηκε στην ρήξη Αλέξη Τσίπρα και Αλέκου Αλαβάνου, επέτεινε τα αδιέξοδα και απογοήτευσε τα μέλη και τους υποστηρικτές του ΣΥΡΙΖΑ. Έδειξε ότι τα στελέχη στην ηγεσία, αντί να κάνουν τίμια αυτοκριτική για να αλλάξουν την πολιτική τους, αναλώνονται στον να επιρρίπτουν τις ευθύνες το ένα στο άλλο.

Η πολιτική ερμηνεία περί δεξιάς στροφής του εκλογικού σώματος που έδωσε για τα εκλογικά αποτελέσματα η κυρίαρχη ηγετική ομάδα του ΣΥΝ, είναι αυθαίρετη και προσχηματική. Η κύρια τάση που κατέγραψαν οι Ευρωεκλογές ήταν η αποδοκιμασία της κυβέρνησης και της πολιτικής της και όχι η «δεξιά στροφή της κοινωνίας». Το ακροδεξιό ΛΑΟΣ κατάφερε να αποσπάσει μόλις το 1/14 των ψήφων που έχασε η ΝΔ, ενώ όλες οι σχετικές έρευνες έδειξαν ότι η αποχή εξέφραζε την πολιτική αποδοκιμασία για την κυρίαρχη πολιτική και όχι αδιαφορία. Αυτό σημαίνει πως αν αλλάξει πολιτική η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να εκφράσει πολιτικά αυτή την πολιτική αποδοκιμασία.

Όμως αντί για αυτό, η κυρίαρχη ηγετική ομάδα του ΣΥΝ φαίνεται να ταλαντεύεται και να συζητά ακόμα και την μετατόπιση της πολιτικής του κόμματος προς τα δεξιά, για να αποφύγει μια διάσπαση από τη «ανανεωτική πτέρυγα». Αν τελικά υιοθετήσει αυτή τη στάση, είναι σα να δηλώνει στην πράξη ότι η εκλογική ήττα προήλθε από μια υπερβολικά αριστερή πολιτική, ενώ στην πραγματικότητα συνέβη το αντίθετο. Διότι ήταν η δειλή, ταξικά απροσδιόριστη και δίχως συγκεκριμένο σοσιαλιστικό περιεχόμενο αριστερή της γραμμή, που εμπεριέχοντας όλα τα δεξιά, δήθεν «ανανεωτικά» στοιχεία του παρελθόντος, αποτέλεσε την αιτία της εκλογικής της αποτυχίας.

Αλλά και οι ηγεσίες των υπόλοιπων συνιστωσών αδυνατούν να βγάλουν τα σωστά συμπεράσματα. Για να κρύψουν την δική τους συναίνεση με την ρεφορμιστική, σοσιαλδημοκρατική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, επικαλούνται σαν άλλοθι τον ρόλο της δεξιάς, «ανανεωτική» πτέρυγας του ΣΥΝ. Συνεχίζουν να «αεορολογούν» με αυταρέσκεια για τον δήθεν «αντι-συστημικό» (sic) ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς να μπορούν να εξηγήσουν πώς γίνεται να είναι αντι-συστημικό ένα πολιτικό υποκείμενο με ρεφορμιστικό πρόγραμμα, με μια ασαφή πρόταση εξουσίας, με αντιδημοκρατικές οργανωτικές δομές, με χαλαρή σχέση με την εργατική τάξη και τη νεολαία και το οποίο αποδοκιμάστηκε από ένα μεγάλο τμήμα όλων όσων συμμετείχαν στους εργατικούς και νεολαιίστικους αγώνες.  Σε τελική ανάλυση, όπως και η ηγεσία του ΣΥΝ, έτσι και οι ηγεσίες αυτών των συνιστωσών, θέλουν να μας πείσουν ότι ευθύνονται οι ίδιοι οι εργαζόμενοι και οι νέοι εκλογείς που δεν στάθηκαν ικανοί να αρθούν στο αναγκαίο επίπεδο ώστε να καταλάβουν το «αντισυστημικό» νόημα και περιεχόμενο του ΣΥΡΙΖΑ… Η κριτική τους στην πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ περιορίζεται, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, κυρίως σε τεχνικά ζητήματα και σε θέματα χειρισμών, επικοινωνίας και πολιτικού «προφίλ».

«2ο κύμα» ή αλλαγή πολιτικής;

Οι αγωνιστές από το πιο αριστερό τμήμα των συνιστωσών και των ανένταχτων του ΣΥΡΙΖΑ που συσπειρώνεται γύρω από την πρωτοβουλία «2ο κύμα», μπορούν και πρέπει να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην ζωτική υπόθεση της εξαγωγής των σωστών συμπερασμάτων από την εκλογική ήττα και της πάλης για την αλλαγή πολιτικής από τον ΣΥΡΙΖΑ.

Όμως η ηγεσία του «2ου κύματος», εδώ και καιρό δείχνει απρόθυμη να αποδεχθεί καθαρά ότι το κύριο πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ είναι η κεντρική πολιτική του γραμμή. Στην ιδρυτική διακήρυξη  του «2ου κύματος» (www.2okyma.gr) την περασμένη άνοιξη, ενώ σωστά αναφέρεται ότι είναι αναγκαίο ένα «αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα και σοσιαλιστική κατεύθυνση», το πλαίσιο θέσεων που αντανακλά την ρεφορμιστική πολιτική γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή το κείμενο των «15 σημείων», χαρακτηρίζεται «μια σημαντική κατάκτηση». Με αυτό τον τρόπο φανερώνεται μια αδυναμία να διαχωριστεί ένα αληθινά σοσιαλιστικό πρόγραμμα από μια απλή δέσμη αριστερών μεταρρυθμίσεων μέσα στο πλαίσιο του καπιταλισμού και του αστικού κράτους. Μένει λοιπόν να μας εξηγήσουν οι σύντροφοι της ηγεσίας του «2ου κύματος», σε ποιο σημείο αυτή η «σημαντική κατάκτηση» των «15 σημείων» προβλέπει ένα αποφασιστικό χτύπημα στην οικονομική και πολιτική εξουσία της άρχουσας τάξης. (Για μια εμπεριστατωμένη κριτική προσέγγιση των «15 σημείων» βλέπε το κείμενο «15 σημεία : ένα ρεφορμιστικό μανιφέστο» , εκδόσεις «Μαρξιστική Φωνή» που δημοσιεύεται ολόκληρο στην ιστοσελίδα www.marxismos.com).

Το ίδιο επιζήμια από την πλευρά των ηγετικών στελεχών «του 2ου κύματος» είναι και η απροθυμία τους να υποστηρίξουν μια ριζικά διαφορετική, αληθινά δημοκρατική δομή για τον ΣΥΡΙΖΑ, η οποία θα βοηθά τη υπόθεση του σοσιαλιστικού του προσανατολισμού. Ενώ σωστά, η ιδρυτική διακήρυξη του «2ου κύματος» υποστηρίζει ότι «η έως τώρα κυρίαρχη φυσιογνωμία και μορφή συγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ, ο ΣΥΡΙΖΑ ως εκλογική συμμαχία-πολιτικό μέτωπο συνιστωσών (κομμάτων και οργανώσεων της Αριστεράς) έχει προ πολλού αγγίξει τα όριά της» και ζητά τον μετασχηματισμό του ΣΥΡΙΖΑ σε «μαζικό πολιτικό υποκείμενο της Αριστεράς με αντισυστημικά και αντικαπιταλιστικά χαρακτηριστικά και με μαζικές και κοινωνικά γειωμένες δομές», αρνείται ταυτόχρονα να προτείνει την μόνη μορφή που μπορεί στο άμεσο μέλλον να επιτρέψει να γίνει κάτι τέτοιο, δηλαδή την μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε ενιαίο σοσιαλιστικό κόμμα με κατοχυρωμένες τάσεις. Με την θολή και αντιφατική πρότασή τους για την οικοδόμηση του ΣΥΡΙΖΑ «ως ενιαίου, ομοσπονδιακού, (σ.σ : η έμφαση δική μας) πολυτασικού πολιτικού σχηματισμού της Αριστεράς με μέλη και δημοκρατικές αποφασιστικές διαδικασίες» δεν πρόκειται να ξεπεραστεί το σημερινό αντιδημοκρατικό οργανωτικό τέλμα. Ένα πολιτικό υποκείμενο για να λειτούργει ενιαία και δημοκρατικά, δεν μπορεί ταυτόχρονα να λειτούργει με μια ομοσπονδιακή λογική. Διότι είτε θα έχουμε ένα σχήμα που θα λειτουργεί ομοσπονδιακά, όπως ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ στον οποίο αν κάποια συνιστώσα θέσει βέτο, δεν μπορεί να ληφθεί μια δημοκρατική απόφαση με πλειοψηφίες και μειοψηφίες, είτε θα έχουμε ένα ενιαίο κόμμα με τάσεις, όπου η μειοψηφία θα προσπαθεί με δημοκρατικά μέσα να κάνει την άποψή της πλειοψηφία.

Η υπεράσπιση οποιασδήποτε μορφής «ομοσπονδιακής» λειτουργίας, είναι σε τελική ανάλυση μια παραλλαγή του σημερινού αντιδημοκρατικού καθεστώτος, ντυμένη με πιο όμορφα λόγια και όρκους στα δημοκρατικά ήθη. Διότι έχοντας ήδη εισέλθει σε μια εποχή κατά την όποια η εργατική και νεολαιίστικη βάση του ΣΥΡΙΖΑ απαιτούν πιο καθαρές αριστερές θέσεις, οι δεξιές δυνάμεις και συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ, με όπλο το δικαίωμα «βέτο» που παρέχει η ομοσπονδιακή μορφή οργάνωσης, ανενόχλητοι θα μπορούν να παρεμποδίζουν το δικαίωμα της βάσης να αλλάξει την πολιτική γραμμή με δημοκρατικά μέσα, δηλαδή μέσα από συνέδρια και άλλες δημοκρατικές διαδικασίες ελεύθερης διαμόρφωσης πλειοψηφιών και μειοψηφιών σε όλο το φάσμα του ΣΥΡΙΖΑ. Εκτός αν οι σύντροφοι της ηγεσίας του «2ου κύματος», θέλουν να μας πείσουν ότι οι εκπρόσωποι της ανανεωτικής πτέρυγας του ΣΥΝ στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι ποτέ δυνατόν να πεισθούν και να υποστηρίξουν την ορθότητα μιας αντικαπιταλιστικής, σοσιαλιστικής κατεύθυνσης….

Με ποιο πρόγραμμα και ποιες συμμαχίες;

Αυτό που χρειάζεται ο ΣΥΡΙΖΑ για να γίνει ένα χρήσιμο πολιτικό εργαλείο στον αγώνα της εργατικής τάξης και της νεολαίας για την αλλαγή της κοινωνίας, δεν είναι «ένα δεύτερο κύμα οικοδόμησης του ΣΥΡΙΖΑ», αλλά μια ριζική αλλαγή πολιτικής και η επακόλουθη ριζική αλλαγή της σημερινής οργανωτικής του δομής, με την εγκατάλειψη της «ομοσπονδιακής» λογικής.

Οι αριστεροί αγωνιστές του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να παλέψουν για την υιοθέτηση ενός σοσιαλιστικού προγράμματος. Το πολιτικό πρόγραμμα που έχει ανάγκη ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πρέπει να περιορίζεται μόνο στις άμεσες διεκδικήσεις των εργατικών μαζών, αλλά πρέπει να καταλήγει στο σημαντικότερο και ζωτικότερο είδος διεκδικήσεων, που απουσιάζει από το σημερινό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ καθώς και από τα πολυδιαφημισμένα «15 σημεία» : στην εθνικοποίηση όλων των μεγάλων επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας και του συνόλου του τραπεζικού συστήματος, κάτω από εργατικό έλεγχο και διαχείριση, στον δημοκρατικό σχεδιασμό της οικονομίας και την άσκηση της εξουσίας από τα ίδια τα όργανα του εργαζόμενου λαού. Μόνο ένα πρόγραμμα με αυτούς τους στόχους μπορεί να ενθουσιάσει την εργατική και νεολαιίστικη πρωτοπορία και να την πείσει να ασχοληθεί ενεργά και με ενθουσιασμό για να οικοδομήσει το ΣΥΡΙΖΑ. Μόνο τότε ο ΣΥΡΙΖΑ θα γίνει αληθινά «αντι-συστημικός».

Η ηγεσία του ΣΥΝ φαίνεται σήμερα διατεθειμένη, κάτω από την αμηχανία της ήττας και τους εκβιασμούς των «ανανεωτικών», να συζητήσει ξανά το ενδεχόμενο μιας εκλογικής συνεργασίας με τους «Οικολόγους Πράσινους» και μιας κυβερνητικής συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ. Ο ΣΥΡΙΖΑ όμως, είναι ανάγκη να προσδιορίσει τους συμμάχους και την πρόταση εξουσίας του με ταξικά και όχι ευκαιριακά κριτήρια.

Σε κάθε πρωτοπόρο αριστερό αγωνιστή, είναι ήδη σαφές από τις προεκλογικές και μετεκλογικές τους τοποθετήσεις, ότι οι «Οικολόγοι Πράσινοι», αποτελούν μια μικροαστική, καιροσκοπική συνάθροιση παραγόντων, που χρησιμοποιούν την όποια συμβολή τους στην οικολογική ευαισθητοποίηση της κοινωνίας, αλλά και την γενικευμένη τάση αποδοκιμασίας για τις υπάρχουσες πολιτικές ηγεσίες, σαν εφαλτήριο για βουλευτικές και άλλες θέσεις. Με ένα τέτοιο κόμμα, μόνο επιμέρους συνεργασίες μπορούν να υπάρξουν και μόνο στο βαθμό που οι εκπρόσωποί του θα ήταν αποφασισμένοι στοιχειωδώς να υποστηρίξουν τους αγώνες της εργατικής τάξης και της νεολαίας.

Με την σημερινή δεξιά, φιλοκαπιταλιστική ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, πρέπει να ξεκαθαριστεί οριστικά ότι δεν μπορεί να υπάρξει καμία κυβερνητική συνεργασία. Ταυτόχρονα, ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να δηλώσει ότι θα είναι ανοικτός σε συνεργασία μέσα στους εργατικούς αγώνες και τους αγώνες της νεολαίας, όταν η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ θελήσει να συμμετάσχει σε αυτούς και σπάσει τον πολιτικό της εναγκαλισμό με το κεφάλαιο. Με μια τέτοια καθαρή τοποθέτηση, που δεν θα αλλάζει ανάλογα με το ποιο ηγετικό στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ τοποθετείται δημόσια, ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορέσει να κερδίσει σταθερή υποστήριξη στην αριστερή, εργατική βάση του ΠΑΣΟΚ.

Έναντι του ΚΚΕ, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να έχει μια εντελώς διαφορετική στάση. Σε όλους τους χώρους της εργατικής τάξης και της νεολαίας πρέπει να επιδιώκεται διαρκώς η κοινή δράση του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΚΕ, πάνω στα ζητήματα υπεράσπισης των δικαιωμάτων της εργατικής τάξης και της νεολαίας. Οι ηγεσίες ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ ηγούνται δυο μαζικών κομμάτων που οι ιδρυτικές τους αρχές μιλούν στο όνομα των συμφερόντων των εργαζόμενων και της σοσιαλιστικής προοπτικής της κοινωνίας. Έχουν λοιπόν χρέος να δώσουν στην εργατική τάξη μια λύση εξουσίας, που θα ανταποκρίνεται στους ιδρυτικούς σκοπούς και τις ιδρυτικές ταξικές τους αναφορές. Αντί για την αφηρημένη πρόταση της «Αριστερής διακυβέρνησης», η υποστήριξη της προοπτικής μιας συμμαχικής κυβέρνησης του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ που θα εφαρμόσει ένα σοσιαλιστικό πρόγραμμα, είναι η μόνη θέση που μπορεί να απειλήσει το μονοπώλιο της εναλλαγής στην εξουσία των αστών της ΝΔ και των αμετανόητα φιλο-καπιταλιστών ηγετών του ΠΑΣΟΚ, αλλά και να ενθουσιάσει τους εργαζόμενους και τη νεολαία, δημιουργώντας μια δυναμική ισχυρής απήχησης για την Αριστερά και τις σοσιαλιστικές ιδέες μέσα στην κοινωνία.

Ενιαίο σοσιαλιστικό κόμμα με τάσεις

Και τελευταίο, αλλά όχι ήσσονος σημασίας, έρχεται το ζωτικό καθήκον της πάλης για την μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε ενιαίο σοσιαλιστικό κόμμα με τάσεις. Μόνο μέσα από αυτή τη λύση μπορούν να εξασφαλιστούν τα δημοκρατικά δικαιώματα και η δυνατότητα των δυνάμεων που παλεύουν για έναν σοσιαλιστικό, ταξικό ΣΥΡΙΖΑ να κερδίσουν την επόμενη περίοδο την πλειοψηφία. Κάθε ομοσπονδιακή λογική λειτουργίας του ΣΥΡΙΖΑ, εξυπηρετεί μόνο την παγίωση των σημερινών συσχετισμών δύναμης υπέρ των ρεφορμιστικών απόψεων και αποτελεί εμπόδιο για την γνήσια, δημοκρατική συμμετοχή της βάσης στη λήψη των αποφάσεων.

Οι συνιστώσες, αντί να υπάρχουν σαν μικροί ανεξάρτητοι εταίροι, πρέπει να διατηρήσουν το δικαίωμα να δημιουργήσουν τάσεις μέσα στο νέο κόμμα και να έχουν την δημοκρατική δυνατότητα να γίνουν πλειοψηφία. Μόνο η ίδρυση ενός ενιαίου μαζικού κόμματος με κατοχυρωμένη την εσωτερική δημοκρατία, με συνέδρια και κατοχυρωμένο το δικαίωμα της εκλογής και της ανακλητότητας όλων των ηγετικών οργάνων, συμπεριλαμβανομένης και της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, μπορεί να αντικαταστήσει την σημερινή πραγματικότητα του αποκλεισμού της βάσης από τις αποφάσεις και της επιβολής του βέτο των κορυφών. Διότι δεν είναι δυνατόν τα κατά χώρους εργατικά σωματεία να λαμβάνουν τις αποφάσεις δημοκρατικά με τη συμμετοχή της βάσης τους και ο «αντι-συστημικός» ΣΥΡΙΖΑ, που φιλοδοξεί να γίνει εργαλείο για την αλλαγή ολόκληρης της κοινωνίας προς όφελος των εργαζόμενων, να συνεχίσει λειτούργει με βάση την γραφειοκρατική αρχή της ομοφωνίας στις κορυφές.

Σύντροφοι και συντρόφισσες,

είμαστε πεπεισμένοι ότι μόνο εσείς, οι συναγωνιστές της βάσης του ΣΥΡΙΖΑ μπορείτε να τον βγάλετε από το σημερινό τέλμα στο οποίο τον έχει οδηγήσει η πολιτικής της ηγεσίας του. Κρίσιμης σημασίας καθήκον για την εκπλήρωση αυτού του σκοπού, θεωρούμε την πάλη για τη δημιουργία μιας μαζικής μαρξιστικής τάσης μέσα στον ΣΥΝ και τον ΣΥΡΙΖΑ, η οποία στηριγμένη στις ιδέες που εδώ αναπτύξαμε μπορεί να σταθεί ο καταλύτης για τον συνολικό σοσιαλιστικό προσανατολισμό της Αριστεράς και του εργατικού κινήματος.

Πολιτική Κίνηση Μαρξιστική Τάση – Εφημερίδα «Μαρξιστική Φωνή»  Ιούνιος 2009

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα