Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΕπικαιρότηταΔιεθνήΣερβία: στοιχεία επαναστατικής κατάστασης

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Σερβία: στοιχεία επαναστατικής κατάστασης

Μια εξαιρετική ανάλυση της Ελένα Μπίμπεριτς, ηγετικού στελέχους του γιουγκοσλάβικου τμήματος της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς, για τις σπουδαίες εξελίξεις που λαμβάνουν χώρα τις τελευταίες βδομάδες στη Σερβία.


Από την κατάρρευση του στεγάστρου του σιδηροδρομικού σταθμού του Νόβι Σαντ, την 1η Νοεμβρίου 2024, κατά την οποία σκοτώθηκαν 16 άτομα, μέχρι και σήμερα πραγματοποιούνται συνεχώς καταλήψεις και διαδηλώσεις υπό την καθοδήγηση των φοιτητών σε όλη τη Σερβία. Η τραγωδία αυτή, που προκλήθηκε από τη διαφθορά, πυροδότησε ένα κύμα οργής σε όλη τη χώρα. Τη στιγμή που γράφεται το παρόν άρθρο, πάνω από ένα εκατομμύριο άνθρωποι σε όλη τη Σερβία έχουν συμμετάσχει και εκφράσει την υποστήριξή τους στα αιτήματα των φοιτητών. Διαδηλώσεις διεξάγονται σε όλη τη χώρα.

Η μαζική κινητοποίηση που ξεκίνησε από τους φοιτητές κλιμακώθηκε πρόσφατα με μια γιγαντιαία διαδήλωση που διοργανώθηκε στο Βελιγράδι στις 15 Μαρτίου, στην οποία συμμετείχαν μισό εκατομμύριο άτομα. Η εκτίμηση του μεγέθους της διαδήλωσης είναι δύσκολη, αλλά πιθανότατα από το 10% έως το 15% του πληθυσμού της Σερβίας βρέθηκε στους δρόμους για να υποστηρίξει τα αιτήματα των φοιτητών. Η Σερβία είναι μια μικρή χώρα με πληθυσμό 6,6 εκατομμύρια ανθρώπους. Αν αυτό συνέβαινε στις Ηνωμένες Πολιτείες, θα ισοδυναμούσε με την κινητοποίηση πάνω από 50 εκατομμυρίων ανθρώπων. Μαζικές κινητοποιήσεις τέτοιου μεγέθους είναι άνευ προηγουμένου στη σύγχρονη ιστορία της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Ο ελεγχόμενος από το καθεστώς Τύπος προσπάθησε φυσικά να κρύψει τους πραγματικούς αριθμούς των συμμετεχόντων, ισχυριζόμενος ότι ήταν «μόνο» 107.000 άτομα – αλλά αυτός ο ισχυρισμός δεν ξεγελάει κανέναν που διαθέτει μάτια για να δει.

Την ημέρα της γιγαντιαίας διαδήλωσης, στις 15 Μαρτίου, οι φοιτητές καθοδήγησαν προσεκτικά τη διαδήλωση από το ένα σημείο της πόλης στο άλλο, και την ολοκλήρωσαν μία ώρα νωρίτερα λόγω της χρήσης βίας από τραμπούκους του καθεστώτος που χρησιμοποίησαν ακόμη και ένα επικίνδυνο για τη δημόσια υγεία ηχητικό όπλο σε μια προσπάθεια να διαλύσουν τη συγκέντρωση.

Ούτε οι μαζικές διαδηλώσεις ούτε το γιγαντιαίο κύμα μαζικής υποστήριξης για τους φοιτητές (80% του πληθυσμού σύμφωνα με πρόσφατες δημοσκοπήσεις) έχουν καταφέρει να σταματήσουν το υπάρχον καθεστώς. Ωστόσο, το θάρρος και το αγωνιστικό πνεύμα των φοιτητών, καθώς και η πολιτιστική σύνδεση, οι παρόμοιες συνθήκες και το αποτυχημένο καπιταλιστικό διεφθαρμένο καθεστώς στις πρώην χώρες της Γιουγκοσλαβίας – οι οποίες έχουν υποστεί τις συνέπειες της παλινόρθωσης του καπιταλισμού τη δεκαετία του 1990 – έχουν οδηγήσει στο να εμπνεύσουν την εργατική τάξη και τη νεολαία σε ολόκληρη την περιοχή.

Υπήρξαν αλληλέγγυα κινήματα στην Κροατία. Η τρέχουσα μεγάλη απεργία των εργαζομένων στον τομέα της Εκπαίδευσης, η μεγαλύτερη απεργία των τελευταίων ετών, είναι επίσης εν μέρει εμπνευσμένη από τα γεγονότα στη Σερβία.

Η Κροατία είχε βιώσει μια σειρά από γιγαντιαίες απεργίες το 1999 – περίπου 246 μέσα σε εκείνη τη χρονιά – κατά τη διάρκεια της βομβαρδιστικής εκστρατείας του ΝΑΤΟ κατά της Σερβίας. Πολλές από αυτές τις απεργίες κατέληξαν με τους εργαζομένους να καταλαμβάνουν εργοστάσια για μήνες. Λόγω των συγκεκριμένων ιστορικών συνθηκών και των παραδόσεων της εργατικής τάξης στην Κροατία, η δυσαρέσκεια εκφράζεται λιγότερο μέσω μαζικών διαδηλώσεων και περισσότερο μέσω απεργιών. Κατά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας τη δεκαετία του 1990, η Κροατία βίωσε μια σειρά από γενικές απεργίες με στόχο να σταματήσει η διαδικασία των ιδιωτικοποιήσεων.

Μια μαζική διαδήλωση ξέσπασε επίσης στη Βόρεια Μακεδονία τον περασμένο μήνα, ως αντίδραση σε μια πυρκαγιά που σκότωσε 62 άτομα και τραυμάτισε 193 σε ένα νυχτερινό κέντρο διασκέδασης στο Κότσανι. Αυτή η τραγωδία ανέδειξε τη διαφθορά και την ανικανότητα των αρχών και προκάλεσε ένα παρόμοιο κύμα μαζικής οργής με αυτό στη Σερβία. Από την άλλη πλευρά των συνόρων, η προσπάθεια του προέδρου της Σερβίας, Βούτσιτς, να εκμεταλλευτεί την τραγωδία προς όφελός του, απέτυχε. Με μια επαίσχυντη κίνηση, ο Βούτσιτς μπήκε στη μονάδα εντατικής θεραπείας ενός από τα θύματα που νοσηλεύονταν στη Σερβία, θέτοντας σε κίνδυνο την ασφάλειά του καθώς πάλευε για τη ζωή του. Ως αποτέλεσμα, οι φοιτητές στη Σερβία απαιτούν τώρα να διωχθεί όποιος επέτρεψε στον Βούτσιτς να εισέλθει στην μονάδα εντατικής θεραπείας.

Οι μάζες μαθαίνουν από την εμπειρία τους, και αυτό περιλαμβάνει και τους φοιτητές. Μέσω του αγώνα που έχουν ξεκινήσει, τώρα καταλήγουν σε νέα συμπεράσματα. Αυτό το κίνημα δεν καθοδηγήθηκε από κάποια δύναμη – ήταν αυθόρμητο από την αρχή. Η τραγωδία στο Νόβι Σαντ έφερε απλά στην επιφάνεια τη συσσωρευμένη οργή ενάντια στο σύστημα.

Στην πρώτη φάση του, το κίνημα αποτελούνταν από οργανωμένες μαζικές διαδηλώσεις υπό την καθοδήγηση των φοιτητών, οι οποίοι χρησιμοποίησαν τις συνελεύσεις τους ως μορφή αυτοοργάνωσης για τον αγώνα. Έχουμε αναφερθεί παλαιότερα στα πλεονεκτήματα των συνελεύσεων. Μέσα σε δύο μήνες, ο αγώνας και η συνείδηση των φοιτητών εξελίχθηκαν, με αποτέλεσμα την έκκληση για γενική απεργία.

Στις 24 Ιανουαρίου 2025, μετά από δύο μήνες φοιτητικών καταλήψεων, διαδηλώσεων και αποκλεισμών στους δρόμους, οι εκκλήσεις για γενική απεργία ένωσαν τους φοιτητές με τους εργαζόμενους στους τομείς της πληροφορικής, της δημοσιογραφίας, της εκπαίδευσης και του πολιτισμού. Ενώ η απεργία επηρέασε μόνο μερικούς τομείς τελικά, έδειξε την αυξανόμενη δυναμική του κινήματος διαμαρτυρίας. Η ιδέα της γενικής απεργίας είχε μαζική υποστήριξη, με πάνω από το 80% να την υποστηρίζουν.

Με την παραίτηση του πρωθυπουργού, ο Βούτσιτς αποφάσισε να θυσιάσει την κυβέρνησή του, προσπαθώντας να αποκλιμακώσει το κίνημα και να κερδίσει κάποιο χώρο για ελιγμούς. Ωστόσο, αυτός ο ελιγμός απέτυχε παταγωδώς, οδηγώντας στην επόμενη φάση του κινήματος, που κορυφώθηκε στη μεγαλύτερη διαδήλωση στην ιστορία της Σερβίας στις 15 Μαρτίου. Πλάνα από το Βελιγράδι, γεμάτο από κόσμο, προβλήθηκαν παγκοσμίως.

Οι φοιτητές οργάνωσαν τον αγώνα τους μέσω συνελεύσεων στα πανεπιστήμια. Τώρα καλούν στην ίδρυση μαζικών συνελεύσεων στις γειτονιές (zborovi, ο πληθυντικός του «zbor», που σημαίνει «συνέλευση»), μία έκκληση που βρήκε απήχηση με την ίδρυση εκατοντάδων zborovi. Το κίνημα εισέρχεται σε μια δεύτερη, πιο αποφασιστική φάση. Οι φοιτητές λένε: «οργανωθείτε όλοι σε zborovi».

Αλλά για να κατανοήσουμε γιατί το κίνημα χρειάζεται zborovi, πρέπει να κατανοήσουμε κάποιες λεπτομέρειες από την ιστορία της Σερβίας και της ευρύτερης περιοχής της πρώην Γιουγκοσλαβίας.

Ο όρος zborovi (συνελεύσεις) εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην περιοχή κατά τον αγώνα κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και χρησιμοποιήθηκε κατά τη διάρκεια της Σερβικής Επανάστασης (Πρώτη Σερβική Εξέγερση) στις αρχές του 19ου αιώνα. Οι τοπικές κοινότητες οργάνωσαν τις δικές τους μαζικές συνελεύσεις, όπου αποφάσιζαν πώς να συνεχίσουν τον αγώνα τους για εθνική απελευθέρωση.

Παρόμοια πράγματα συνέβησαν στη Λίκα και σε μέρη της Δαλματίας στην Κροατία. Αργότερα, κατά τη διάρκεια του Βασιλείου της Γιουγκοσλαβίας, ο όρος διατηρήθηκε, και κατά τη διάρκεια της Σοσιαλιστικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας (SFRY), το Σύνταγμα επέτρεπε στους εργάτες στις συνελεύσεις να παίρνουν αποφάσεις για ορισμένα ζητήματα διαχείρισης των εργοστασίων και των χώρων εργασίας.

Μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, η Σερβία, η Κροατία, η Σλοβενία και άλλες πρώην δημοκρατίες διατήρησαν την έννοια των zborovi ως μορφή τοπικής περιφερειακής αυτοδιοίκησης – στη Βόρεια Μακεδονία, ο όρος «sobranie» χρησιμοποιείται ακόμη, με την ίδια σημασία. Γι’ αυτό, η έκκληση των φοιτητών για μαζικές συνελεύσεις συνδέεται με μια νομική δομή που τεχνικά ήδη υπάρχει, καθώς τέτοιες μαζικές συνελεύσεις πολιτών αποτελούν μέρος της ιστορίας μας κατά τη διάρκεια εξεγέρσεων και επαναστάσεων. Ενδιαφέρον είναι επίσης το γεγονός ότι το 1920, διοργανώθηκαν αρκετά zborovi στο Βασίλειο της Γιουγκοσλαβίας, λίγο πριν την κήρυξη της «Ομπζάνα», που απαγόρευσε το Κομμουνιστικό Κόμμα Γιουγκοσλαβίας και οποιαδήποτε οργάνωση συνδεδεμένη με αυτό. Η αντίσταση στην Ομπζάνα κορυφώθηκε με μια γενική απεργία στο Ζάγκρεμπ.

Η κατάσταση στη Σερβία συχνά απεικονίζεται στα περιφερειακά και διεθνή ΜΜΕ ως επηρεασμένη από τον σερβικό εθνικισμό – κάποιοι μάλιστα επικαλούνται την εικόνα του υπερ-αντιδραστικού κινήματος των τσέτνικ. Ωστόσο, η ευρεία αλληλεγγύη προς το κίνημα, ειδικά από την Κροατία, και οι εμπνευσμένες σκηνές ενότητας μεταξύ Σέρβων και Μουσουλμάνων στο Νόβι Παζάρ δείχνουν ότι πίσω από το ίδιο το κίνημα υπάρχει μια γενική επιθυμία για την ενότητα στον αγώνα όλων των λαών της Γιουγκοσλαβίας, ενάντια στον εθνικισμό και τους εθνικούς και θρησκευτικούς διαχωρισμούς.

Οι μαζικές συνελεύσεις (zborovi) άρχισαν να φυτρώνουν σαν μανιτάρια σε όλη τη Σερβία μετά την έκκληση που έγινε στις αρχές Μαρτίου. Την ώρα που γράφεται αυτό το κείμενο, εκατοντάδες zborovi έχουν δημιουργηθεί και συνεδριάσει σε όλη τη χώρα. Μόνο την ημέρα της αρχικής έκκλησης, περισσότερες από 50 πόλεις και δήμοι ανταποκρίθηκαν. Μαζί με την έκκληση, οι φοιτητές δημοσίευσαν έναν οδηγό για την οργάνωση συνελεύσεων. Εξηγούν ότι οι συνελεύσεις πολιτών είναι το ίδιο με τις φοιτητικές συνελεύσεις, αλλά οργανώνονται σε τοπική βάση.

Σε προηγούμενο άρθρο, αναφέραμε ότι η οργάνωση κοινών συνελεύσεων μεταξύ εργατών και φοιτητών είναι ένα αποφασιστικό βήμα προς τα εμπρός για το κίνημα. Οι φοιτητές έχουν καταλήξει στο σωστό συμπέρασμα: ο αγώνας πρέπει να συνδεθεί με τις ευρύτερες μάζες. Η έκκληση που έγινε από τους φοιτητές τον Μάρτιο είχε ήδη απήχηση στην εργατική τάξη και στις πλατύτερες μάζες, οι οποίες ανταποκρίνονται με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα.

Οι εκπαιδευτικοί στη Σερβία, οι οποίοι εμπλέκονται σε διάφορες μορφές απεργιακής δράσης από την αρχή των διαμαρτυριών, οργανώνουν τις δράσεις τους μέσω του δικού τους zborovi εδώ και καιρό. Εμπνευσμένοι από τους εκπαιδευτικούς, σχηματίζονται τώρα τα λεγόμενα «strukovni zborovi» (κλαδικές συνελεύσεις). Υπάρχουν συνελεύσεις εργατών για τον τομέα της πληροφορικής, των εκπαιδευτικών, και πρόσφατα δημιουργήθηκε μια νέα συνέλευση για τους εργαζόμενους στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης. Την περασμένη εβδομάδα, μια συνέλευση δημιουργήθηκε από τους εργαζόμενους σε τηλεοπτικό σταθμό που βρίσκεται υπό κατάληψη, μέσω της οποίας οι εργαζόμενοι ανέδειξαν τα δικά τους αιτήματα.

Ως κομμουνιστές, καλούμε για την γενίκευση αυτών των συνελεύσεων ως αναγκαίο βήμα για την οργάνωση της ανεξάρτητης συμμετοχής της εργατικής τάξης, ώστε να μπορέσουν να εκφράσουν τα δικά τους αιτήματα και να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή αυτού του αγώνα ενάντια στο καθεστώς.

Τα σχόλια από τους εργαζόμενους στην υγειονομική περίθαλψη είναι ιδιαιτέρως ενδιαφέροντα, καθώς θέτουν ερωτήματα σχετικά με τον ρόλο των συνελεύσεων και στο τι αποσκοπούν να επιτύχουν. Μία εφημερίδα αναφέρει:

«…οι εργαζόμενοι στην υγειονομική περίθαλψη πήραν τον λόγο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης καλώντας σε συγκέντρωση, προτρέποντας σε ενότητα μεταξύ των υγειονομικών, με στόχο τη συνάντηση, την οργάνωση και την κοινή δράση για την προστασία του επαγγέλματός τους. Δήλωσαν ότι τα συνδικάτα δεν κάνουν τη δουλειά τους, ότι “κοιμούνται”, και ότι είναι απαραίτητο να δράσουμε όλοι μαζί, να οργανωθούμε και να δημιουργήσουμε ένα συλλογικό και υλοποιήσιμο σχέδιο.

Οι φοιτητές από τη Σχολή Ιατρικής υποστήριξαν τη συγκέντρωση και προσέφεραν συντονιστές, ομάδες αυτοάμυνας και πρακτικογράφους των συνελεύσεων».

Οι συνελεύσεις οργανώνονται αυθόρμητα μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης ή της εφαρμογής Viber. Οι φοιτητές συμμετέχουν συχνά ως συντονιστές και πρακτικογράφοι.

Επιπλέον, οι συνελεύσεις συχνά λαμβάνουν αποφάσεις για τις οποίες τεχνικά δεν έχουν τη δικαιοδοσία, τουλάχιστον σύμφωνα με τους κανονισμούς της τοπικής κυβέρνησης. Για παράδειγμα, η συνέλευση στην πόλη Τσάτσακ ψήφισε να αντικατασταθεί ο τωρινός δήμαρχος και πραγματοποιούνται μαζικές διαδηλώσεις έως ότου παραιτηθεί.

Η ευρεία εμφάνιση των συνελεύσεων είναι συνέπεια της ευρείας ριζοσπαστικοποίησης των μαζών. Για παράδειγμα, στη Νις, οι πολίτες πέταξαν αυγά στον δήμαρχο. Στο Κραγκούγιεβατς, η συνέλευση αποφάσισε ότι η πόλη πρέπει να πληρώσει τους μισθούς των εργαζομένων στην Εκπαίδευση. Αν δεν ικανοποιηθούν τα αιτήματά τους, απείλησαν ότι θα πάνε στο δημαρχείο στις 30 Απριλίου, στις 6 το απόγευμα, για να πραγματοποιήσουν διαδήλωση.

Πρόσφατα, υπάρχει μια τάση κεντρικού συντονισμού των συνελεύσεων. Για παράδειγμα, η πόλη του Νόβι Σαντ έχει ένα «Zbor svih Zdorova» (Συνέλευση όλων των Συνελεύσεων) που χρησιμοποιείται για την οργάνωση της κατάληψης του τηλεοπτικού σταθμού. Επίσης, διάφορα zborovi έχουν μερικώς συντονιστεί και αξιοποιούνται για να στείλουν «ομάδες αυτοάμυνας» σε όλη τη Σερβία για να προστατεύσουν τους φοιτητές κατά τη διάρκεια της κατάληψης του τηλεοπτικού σταθμού.

Πρέπει να είμαστε σαφείς. Το βήμα του κεντρικού συντονισμού των zborovi και η εισαγωγή μεθόδων εργατικής δημοκρατίας, όπως η εκλογή και ανάκληση αντιπροσώπων από τα τοπικά zborovi σε ένα κεντρικό πανεθνικό όργανο, αποτελεί το πρώτο βήμα προς τη δημιουργία μιας εναλλακτικής εξουσίας στην κοινωνία. Θέτει το ερώτημα του «ποιος αποφασίζει» – η συντριπτική πλειοψηφία των εργατών και φοιτητών ή το διεφθαρμένο καθεστώς των καπιταλιστικών ολιγαρχών, το οποίο εκφράζεται μέσω του καθεστώτος Βούτσιτς; Ως κομμουνιστές, υποστηρίζουμε πλήρως οποιοδήποτε βήμα προς αυτή την κατεύθυνση.

Οι συνελεύσεις (zborovi) αποτελούν μια έμπρακτη μορφή λαϊκής αυτοοργάνωσης, έξω και πέρα από τα στενά όρια της φιλελεύθερης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Ακόμα και τα κυρίαρχα ΜΜΕ αναγνωρίζουν ότι πρόκειται για έναν εναλλακτικό τρόπο πολιτικής συμμετοχής των μαζών. Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ένας φοιτητής στο Radar Nova:

«Οι συνελεύσεις είναι μια ευκαιρία για τους πολίτες να εκφραστούν δημόσια για την πολιτική κρίση στην κοινότητά τους και, μέσα από τη συμμετοχή, να θυμηθούν ότι η πολιτική δεν είναι μόνο υπόθεση των κομμάτων. Αντί για τη συνηθισμένη πολιτική από τα πάνω, έχουμε μια κοπερνίκεια ανατροπή όπου οι πολίτες ορίζουν οι ίδιοι τις ανάγκες τους και καλούν τους άλλους να συμμετάσχουν άμεσα σε ομάδες εργασίας. Το να κρατάς το μέλλον σου στα χέρια σου είναι μια ισχυρή ιδέα – και φυσικά, αυτό κινητοποιεί τον κόσμο».

Τα ΜΜΕ μιλούν για μια διαδικασία που «δίνει την πολιτική εξουσία στον λαό» – και άθελά τους παραδέχονται πως οι συνελεύσεις δεν χωράνε στο υπάρχον πολιτικό πλαίσιο. Ορισμένοι δημοσιογράφοι μάλιστα αναρωτιούνται αν πρόκειται για μια «παράλληλη πραγματικότητα». Και δεν έχουν άδικο: πρόκειται, πράγματι, για την πιθανή γέννηση ενός εναλλακτικού οργάνου εξουσίας της εργατικής τάξης – μπροστά στα μάτια μας.

Η Σερβία, όπως και όλες οι πρώην γιουγκοσλαβικές χώρες, διαθέτει σχετικά αδύναμες συνδικαλιστικές οργανώσεις. Μόλις το 20% των εργαζομένων στη Σερβία είναι οργανωμένοι σε συνδικάτα, κυρίως στον δημόσιο τομέα – στην υγεία, την εκπαίδευση και τις δημόσιες υπηρεσίες. Ωστόσο, από δηλώσεις εργαζομένων στους τομείς της Υγείας και της Εκπαίδευσης, προκύπτει ξεκάθαρα ότι οι συνελεύσεις αντιπροσωπεύουν μια νέα μορφή οργάνωσης όλων των εργαζομένων, μια δυνατότητα να παρακάμψουν το φρένο που βάζουν οι συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες, τις οποίες οι εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν με καχυποψία.

Η ιστοσελίδα του πολιτιστικού περιοδικού Oblakoder δημοσίευσε άρθρο που θέτει ανοιχτά το ζήτημα της ανεπαρκούς συνδικαλιστικής οργάνωσης, υπογραμμίζοντας ότι μια γενική απεργία μπορεί να καταστεί εφικτή μόνο αν οι μάζες οργανωθούν όπως οι φοιτητές μέσω συνελεύσεων.

Αυτό εγείρει, φυσικά, το ερώτημα που πλέον τίθεται και από τα ΜΜΕ: «Μπορούν οι συνελεύσεις να αντικαταστήσουν τα συνδικάτα;» Σε μια συνέντευξη, ένας δάσκαλος απαντά καταφατικά, λέγοντας πως πρόκειται για «έναν νέο τρόπο οργάνωσης». Οι εργατικές συνελεύσεις οφείλουν να οργανώνουν όλους τους εργαζομένους, ιδιαίτερα σε περιόδους απεργίας ή αγώνα. Η μαζική συμμετοχή εργαζομένων σε όλα τα επίπεδα πρέπει να οδηγήσει τις πιο προχωρημένες δυνάμεις στην κατάκτηση των συνδικάτων – που παραμένουν μόνιμες οργανώσεις της εργατικής τάξης – ώστε να μετατραπούν σε μαχητικές οργανώσεις. Ήδη, οι συνελεύσεις αξιοποιούνται για να ασκήσουν πίεση προς αυτήν την κατεύθυνση. Ιδιαίτερα στον χώρο της Εκπαίδευσης, οι συνελεύσεις των εκπαιδευτικών δείχνουν τάσεις κεντρικού συντονισμού του αγώνα τους.

Το κίνημα εξαρχής ήταν βαθιά δύσπιστο απέναντι στους «θεσμούς», οι οποίοι θεωρούνται πλήρως ελεγχόμενοι από το κυβερνών Σερβικό Προοδευτικό Κόμμα (SNS). Οι μάζες και η εργατική τάξη αρχίζουν σταδιακά να κατανοούν ότι χρειάζονται δικούς τους θεσμούς. Φοιτητές δηλώνουν σε συνεντεύξεις ότι η δημιουργία συνελεύσεων στοχεύει στο να ξεπεραστεί η αδυναμία του κινήματος να εκφραστεί πολιτικά και να αποκτήσει μαζική δυναμική. Έτσι, άθελά τους, αναδεικνύονται σε πολιτική πρωτοπορία – κάτι που φαίνεται από το γεγονός ότι, αυτή τη στιγμή, μεγάλα τμήματα του λαού στρέφονται σε αυτούς για πολιτικές κατευθύνσεις.

Τα θέματα των εργατικών συνελεύσεων περιλαμβάνουν συχνά ζητήματα όπως απεργίες και απλήρωτα δεδουλευμένα – ιδιαίτερα για τους εκπαιδευτικούς. Κανονικά, οι μη συνδικαλισμένοι εργαζόμενοι δεν έχουν άλλη επιλογή από το να απευθύνονται στις τοπικές αρχές και να ελπίζουν στην παρέμβαση των «αρμόδιων θεσμών». Είναι απολύτως αναγκαίο να συγκροτήσουν και αυτοί δικές τους εργατικές συνελεύσεις – όπως ήδη έχουν κάνει εργαζόμενοι στην πληροφορική, στην Εκπαίδευση, στην Υγεία και στα ΜΜΕ. Μέσα σε αυτές, μπορούν να αποφασίζουν τα επόμενα βήματα, να συζητούν απεργίες και να τις οργανώνουν – όπως έκανε η συνέλευση εργαζομένων στην Νις, όταν ψήφισε υπέρ της απεργίας. Παράλληλα, μπορούν να πιέζουν και για τον εκδημοκρατισμό και ριζοσπαστικοποίηση των υπαρχόντων συνδικάτων.

Αξίζει να σημειωθεί ότι, ακόμα και πριν από την πρωτοβουλία των φοιτητών για σύγκληση συνελεύσεων, οι εργαζόμενοι στην πρώην Γιουγκοσλαβία διατηρούσαν τη μνήμη των παραδόσεων των λεγόμενων «εργατικών ενώσεων». Ένα ιδιαίτερα ενδεικτικό παράδειγμα είναι αυτό των εργαζομένων στον σταθμό παραγωγής ενέργειας TENT, οι οποίοι τον Ιανουάριο οργάνωσαν απεργία με αιτήματα που υπερέβαιναν κατά πολύ τα συνηθισμένα όρια μιας οικονομικής διεκδίκησης. Τότε, δήλωσαν:

«Ο νόμος λέει ότι απεργιακές κινητοποιήσεις μπορούν να ξεκινήσουν μόνο μετά από σχετική ανακοίνωση. Πρέπει να πάρουμε τη συγκατάθεση της UGS Nezavisnost [συνδικαλιστική συνομοσπονδία] και μετά να ξεκινήσουμε. Αλλά θα υπάρξει απεργία και χωρίς τη συγκατάθεσή τους, αν έτσι αποφασίσει η εργατική συνέλευση.»

Τα αιτήματά τους ήταν: «η ικανοποίηση των αιτημάτων των φοιτητών στις καταλήψεις, η απόδοση ευθυνών για την καταστροφική κατάσταση στη βιομηχανία ηλεκτρικής ενέργειας – αλλά και η απομάκρυνση του γενικού διευθυντή της EPS AD [του κρατικού φορέα λειτουργίας του TENT], ολόκληρου του Εκτελεστικού Συμβουλίου, του Εποπτικού Συμβουλίου, της Γενικής Συνέλευσης της EPS και της Υπουργού Ενέργειας και Ορυχείων.»

Καθώς το κίνημα κλιμακωνόταν, βρέθηκε αντιμέτωπο με συνεχείς προκλήσεις από το κράτος, τον Βούτσιτς, το SNS και τους μπράβους τους. Οι απειλές συχνά ακολουθήθηκαν από βίαιες επιθέσεις. Η ανάγκη για οργάνωση της αυτοάμυνας και για αποτελεσματική περιφρούρηση διαδηλώσεων, καταλήψεων και απεργιών έχει πλέον γίνει ευρέως κατανοητή.

Από τα πρώτα στάδια του κινήματος, οι φοιτητές δημιούργησαν ομάδες αυτοάμυνας με την ονομασία Dabre, για να προστατευθούν από τις βίαιες επιθέσεις των τραμπούκων και προβοκατόρων του SNS. Παράλληλα, απόστρατοι βετεράνοι σχημάτισαν ομάδες αυτοάμυνας, που άρχισαν να περιφρουρούν τις φοιτητικές κινητοποιήσεις.

Επιπλέον, οι συνελεύσεις των εργαζομένων στην πληροφορική συγκεντρώνουν χρήματα για την καταβολή των καθυστερημένων μισθών των εκπαιδευτικών, με τη στήριξη και άλλων εργαζομένων από όλη τη Σερβία.

Αυτό το επίπεδο ταξικής αλληλεγγύης δεν είναι συνηθισμένο σε περιόδους της λεγόμενης «κοινωνικής ειρήνης». Όλα δείχνουν ότι μια συνέλευση δεν είναι απλώς μια συνέλευση – και η κατάρρευση του στεγάστρου δεν ήταν απλώς ένα τεχνικό ατύχημα, αλλά σύμπτωμα μιας βαθύτερης πολιτικής κρίσης.

Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της παρούσας πολιτικής κατάστασης στη Σερβία είναι η βαθιά δυσπιστία των μαζών απέναντι σε ολόκληρο το πολιτικό σύστημα – όχι μόνο απέναντι στον Βούτσιτς και το καθεστώς του, αλλά και απέναντι στα καθιερωμένα κόμματα της «αντιπολίτευσης».

Η ανατροπή του Μιλόσεβιτς τον Οκτώβριο του 2000, μέσω της επαναστατικής κινητοποίησης της εργατικής τάξης, έφερε στην εξουσία την τότε αντιπολίτευση – η οποία, ωστόσο, αποδείχθηκε ανίκανη ή απρόθυμη να φέρει την ουσιαστική αλλαγή που ζητούσε το μαζικό κίνημα. Αυτή η προδοσία άνοιξε τον δρόμο για την άνοδο του σημερινού καθεστώτος Βούτσιτς.

Για αυτόν τον λόγο, οι μάζες σήμερα λένε ταυτόχρονα: «Ο Βούτσιτς δεν κάνει» και «Η αντιπολίτευση δεν κάνει», εκφράζοντας μια ανάγκη για ριζική, συστημική αλλαγή. Τα πιο συνειδητοποιημένα στρώματα έχουν ήδη καταλήξει στο συμπέρασμα ότι απαιτείται ένα κίνημα που να οδηγήσει σε επανάσταση, ικανή να σαρώσει όλο το σάπιο οικοδόμημα.

Η παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 αποσταθεροποίησε τον καπιταλισμό σε διεθνές επίπεδο και προκάλεσε τεκτονικές αλλαγές στη συνείδηση των μαζών. Η συνεχιζόμενη κρίση έχει οδηγήσει σε μια γενικευμένη πτώση του βιοτικού επιπέδου παγκοσμίως. Στη Σερβία, τα τελευταία 30 χρόνια, η αποκατάσταση του καπιταλισμού οδήγησε σε διαρκή επιδείνωση των συνθηκών ζωής. Δεν υπάρχει τομέας ούτε υποδομή στη χώρα που να είναι σε στοιχειωδώς αξιοπρεπή κατάσταση: από τις δημόσιες συγκοινωνίες μέχρι τη γεωργία, όλα είναι υποανάπτυκτα και παραμελημένα.

Γράφοντας από τη Βρετανία για τον Μάη του ’68 στη Γαλλία, ο Τεντ Γκραντ περιέγραψε τον ρόλο των φοιτητών:

«Μέσα σε αυτό το κλίμα, αναπτύχθηκε η φοιτητική εξέγερση. Ήταν το σύμπτωμα της δυσαρέσκειας στην κοινωνία. Γιοι και κόρες της μεσαίας, ανώτερης μεσαίας, ακόμα και της αστικής τάξης εξεγέρθηκαν ενάντια στις σάπιες αξίες των γονιών τους. Το φοιτητικό κίνημα ήταν σύμπτωμα της κρίσης του καπιταλιστικού κόσμου. Οι διαδηλώσεις των φοιτητών δέχθηκαν άγριες επιθέσεις από τις επίλεκτες μονάδες της αστυνομίας. Οι ξυλοδαρμοί εξαγρίωσαν ακόμα περισσότερο τους φοιτητές, οδηγώντας σε οδομαχίες, καταλήψεις πανεπιστημίων στο Παρίσι και σε όλη τη Γαλλία, και τελικά στην κινητοποίηση και των μαθητών».

Η περιγραφή του Γκραντ για τη Γαλλία θυμίζει έντονα το σημερινό κίνημα στη Σερβία. Δεν είναι τυχαίο ότι οι ίδιοι οι φοιτητές δηλώνουν πως εμπνέονται από το ’68 – τόσο από τη Γαλλία όσο και από την πρώην Γιουγκοσλαβία. Στην περίπτωση της Γιουγκοσλαβίας, οι φοιτητές δεν στράφηκαν ενάντια στον σοσιαλισμό ως τέτοιον, αλλά ενάντια στη γραφειοκρατία που τελικά επανέφερε τον καπιταλισμό. Ακόμη και σε δημοσιεύματα του καθεστωτικού Τύπου, σημειώνεται συχνά ότι οι σημερινές κινητοποιήσεις θυμίζουν το φοιτητικό ’68.

Η κινητοποίηση των φοιτητών αποτελεί σύμπτωμα μιας βαθιάς κρίσης του καπιταλιστικού συστήματος. Σε περιόδους σχετικής ηρεμίας και σταθερότητας, όταν κυριαρχεί η αυταπάτη της φιλελεύθερης δημοκρατίας, οι περισσότεροι άνθρωποι απέχουν από την πολιτική. Η πολιτική δράση περιορίζεται σε μειοψηφίες. Ωστόσο, στη Σερβία, η συμμετοχή στις συνελεύσεις – ειδικά στους χώρους εργασίας – αυξάνεται σταθερά.

Τα νούμερα είναι ενδεικτικά: μόνο τον Μάρτιο, σύμφωνα με την ΜΚΟ Center for Research, Transparency, and Accountability οργανώθηκαν 1.697 διαδηλώσεις σε 378 τοποθεσίες, με τη συμμετοχή εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων και 200 συνελεύσεις (zborovi). Μόνο στο Νόβι Σαντ συμμετέχουν χιλιάδες. Σήμερα, δεκάδες – αν όχι εκατοντάδες – χιλιάδες Σέρβοι συμμετέχουν ενεργά στις συνελεύσεις. Ο Βούτσιτς τις καταγγέλει ως «αντιδημοκρατικές» και τις αποκαλεί «μπολσεβίκικες επινοήσεις». Δεν είναι περίεργο που ακόμη και πολλοί δημοσιογράφοι κάνουν λόγο για επανάσταση στη Σερβία.

Ο Τρότσκι, στην Ιστορία της Ρωσικής Επανάστασης, όρισε την επανάσταση ως τη στιγμή που οι μάζες παρεμβαίνουν άμεσα στην ιστορία. Αυτό ακριβώς βλέπουμε να ξεδιπλώνεται σήμερα στη Σερβία. Αν εξετάσουμε τις συνθήκες που όρισε ο Λένιν ως προϋποθέσεις για επανάσταση, παρατηρούμε τα εξής:

Δημιουργούνται ρήγματα στην άρχουσα τάξη. Η σερβική αστική τάξη εμφανίζει έντονα σημάδια διάσπασης και πανικού. Οι βαλκανικές άρχουσες τάξεις φοβούνται τον αντίκτυπο του κινήματος. Ο Βούτσιτς εμφανίζεται νευρικός και ασταθής. Η ίδια η Βουλή είναι σε απόγνωση. Τα ΜΜΕ κατηγορούν δημοσίως τους φοιτητές ως μπολσεβίκους και επαναστάτες.

Τα μικροαστικά στρώματα αμφιταλαντεύονται. Οι μικροαστοί ψάχνουν απεγνωσμένα διέξοδο, είτε προς τα δεξιά είτε προς τα αριστερά. Όπως είπε ο Λένιν, ακολουθώντας μία σωστή πολιτική, η εργατική τάξη μπορεί να κερδίσει την στήριξη αυτών των στρωμάτων.

Ο άλλος όρος είναι η αποφασιστικότητα της εργατικής τάξης να αγωνιστεί. Παρά τις συνεχείς εκκλήσεις για γενική απεργία, η πλήρης κινητοποίηση της εργατικής τάξης δεν έχει ακόμα συντελεστεί. Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία είναι τροχοπέδη, αρκούμενη σε μία φραστική υποστήριξη του κινήματος. Οι εργαζόμενοι που αρχίζουν να κινητοποιούνται – όπως οι εκπαιδευτικοί – οργανώνονται μέσα από δικά τους όργανα πάλης, δημιουργώντας επιτροπές αγώνα. Οι απεργίες αυξάνονται σταθερά και αποτελούν εκδήλωση της κλιμακούμενης ταξικής πάλης.

Ο τελευταίος όρος του Λένιν είναι η ύπαρξη ενός μαζικού επαναστατικού κόμματος. Αυτό το κρίσιμο στοιχείο λείπει. Χωρίς ένα τέτοιο κόμμα, με ρίζες στην εργατική τάξη, το κίνημα έχει ένα σοβαρό μειονέκτημα.

Τα αστικά ΜΜΕ και η διεθνής καπιταλιστική προπαγάνδα προσπαθούν να παρουσιάσουν το κίνημα ως «φιλοευρωπαϊκό», ως αγώνα για ένα «σύστημα χωρίς διαφθορά», για μια κυβέρνηση «τεχνοκρατών» ή για «κράτος δικαίου». Αυτή η ρητορική προσπαθεί να εκτρέψει το κίνημα προς ανούσιες συνταγματικές μεταρρυθμίσεις, αποκρύπτοντας ότι το πρόβλημα είναι το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα.

Ωστόσο, φαίνεται ότι αυτές οι ιδεολογικές πιέσεις δεν βρίσκουν εύκολη απήχηση στους φοιτητές. Οι στόχοι του κινήματος ξεπερνούν κατά πολύ αυτό που οι αστοί μπορούν να αποδεχθούν. Η συζήτηση για «μεταβατική κυβέρνηση» ή για συμμετοχή στις εκλογές είναι μέρος αυτής της πίεσης. Την ίδια ώρα, το καθεστώς γίνεται όλο και πιο επιθετικό. Μια σοβαρή προβοκάτσια από την κυβέρνηση θα μπορούσε να πυροδοτήσει μια ακόμα πιο μαζική εξέγερση και τη γενίκευση των συνελεύσεων.

Μέσα από αυτές τις διαδικασίες, τα πιο μαχητικά στρώματα του κινήματος θα είναι εκείνα που θα συμβάλουν στη δημιουργία ενός νέου μαζικού επαναστατικού κομμουνιστικού κόμματος – ενός κόμματος που θα θεμελιώσει τη μελλοντική επαναστατική ηγεσία.

Το κίνημα σήμερα δεν έχει ακόμα καθορίσει τα επόμενα βήματά του. Ωστόσο, κάθε μέρα που περνάει γίνεται ολοένα και πιο τολμηρό και ριζοσπαστικό. Από τις φοιτητικές συνελεύσεις γίνονται καλέσματα για μία γενική απεργία και για τη δημιουργία μαζικών λαϊκών και εργατικών συνελεύσεων. Βλέπουμε τώρα να αναδύονται τέτοιες συνελεύσεις σε όλη τη χώρα.

Το κίνημα συνεχίζεται για σχεδόν έξι μήνες, αλλά δεν μπορεί να διαρκέσει επ’ άπειρον. Όμως όσο προχωρά, τα πιο προχωρημένα στρώματα θα βγάζουν όλο και πιο επαναστατικά συμπεράσματα.

Οι φοιτητές μαθαίνουν από την εμπειρία τους και σταδιακά οδηγούνται στο συμπέρασμα ότι πρέπει να προχωρήσουν σε ενιαία δράση ανάμεσα σε Zborovi, φοιτητικές συνελεύσεις και συνδικάτα, προς μια γενική απεργία. Μέχρι τώρα, οι φοιτητές ήταν το επίκεντρο του κινήματος – και μπορούν να συνεχίσουν να είναι. Το κάλεσμά τους για γενίκευση του αγώνα και δημιουργία μαζικών συνελεύσεων ήταν σωστό, γιατί υπήρχε ο υπαρκτός κίνδυνος απομόνωσής τους από την εργατική
τάξη.

Οι φοιτητές έχουν αναγνωρίσει σωστά ότι η εργατική τάξη πρέπει να παίξει καθοριστικό ρόλο, με πλήρη κινητοποίηση της δύναμής της ενάντια στο καθεστώς. Όπως έλεγε ο Τεντ Γκραντ:

«Ούτε ένας τροχός δε γυρίζει, ούτε ένα τηλέφωνο δε χτυπά, ούτε μία λάμπα δεν ανάβει χωρίς την ευγενική άδεια της εργατικής τάξης! Όταν κινητοποιηθεί αυτή η τεράστια δύναμη, καμία δύναμη στη γη δεν μπορεί να τη σταματήσει».

Η ιστορία όμως δείχνει ότι ένα επαναστατικό κόμμα δεν μπορεί να χτιστεί εν μία νυκτί, λίγο πριν από τα αποφασιστικά γεγονότα. Αυτό είναι το πρόβλημα που αποκαλύπτει το σημερινό κίνημα, το οποίο έχει έλλειψη επαναστατικής ηγεσίας. Ταυτόχρονα, όμως, ο αυθορμητισμός του αποτελεί και τη μεγαλύτερή του δύναμη: δεν υπάρχουν ρεφορμιστές ηγέτες, δεν υπάρχουν σταλινικά κόμματα, ούτε αστικές «αριστερές» εναλλακτικές που να εκτρέψουν το κίνημα, όπως συνέβη στη Γαλλία το ’68.

Οι φοιτητές πρέπει επίσης να κατανοήσουν ότι η εργατική τάξη κινητοποιείται αποφασιστικά μόνο όταν ωριμάσουν συγκεκριμένες συνθήκες – όχι απλώς επειδή κάποιος το επιθυμεί. Αυτός είναι ο λόγος που τα καλέσματα για γενική απεργία δεν έχουν ακόμα πυροδοτήσει τη μεγάλη έκρηξη.

Ωστόσο, ένα πράγμα είναι βέβαιο: μέσα από την εξέγερση των φοιτητών – που στη Σερβία είναι ως επί το πλείστον παιδιά της εργατικής τάξης – διαφαίνονται οι ριζοσπαστικές διεργασίες στην ίδια την εργατική τάξη. Αυτό είναι προειδοποιητικό σημάδι μιας έκρηξης που έρχεται, όχι μόνο στη Σερβία αλλά και σε άλλες χώρες στα Βαλκάνια. Τμήματα της νεολαίας και της εργατικής τάξης θα συνειδητοποιήσουν την ανάγκη για επαναστατική ηγεσία με στόχο μια θεμελιακή κοινωνική αλλαγή – την ανατροπή του καπιταλισμού και την οικοδόμηση μιας δημοκρατικά σχεδιασμένης σοσιαλιστικής οικονομίας.

Αυτά που παρακολουθούμε στη Σερβία είναι οι πρώτες ωδίνες μιας επαναστατικής κρίσης. Η συνείδηση των μαζών αλλάζει μέσα από την εμπειρία του μαζικού αγώνα και της ταξικής πάλης. Το φαινομενικά «συντηρητικό» αίτημα των φοιτητών «να κάνουν οι θεσμοί τη δουλειά τους» οδήγησε στην αυθόρμητη πρωτοβουλία των φοιτητών και ευρύτερων στρωμάτων του λαού και των εργαζομένων να αποφασίσουν οι ίδιοι για την κοινωνία, να οργανωθούν σε συνελεύσεις και να αρχίσουν να τις συντονίζουν – ως τα εμβρυακά όργανα εργατικής εξουσίας.

Στην ουσία, το κίνημα είναι η εκρηκτική εκδήλωση επαναστατικών διεργασιών που συντελούνταν κάτω από την επιφάνεια στη Σερβία ακόμα από την περίοδο διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Είναι η έκφραση της βαθιάς δυσαρέσκειας απέναντι στον καπιταλισμό και στην ανικανότητά του να εξασφαλίσει ακόμα και τα στοιχειώδη στον εργαζόμενο λαό.

Οι συνελεύσεις εκφράζουν τη θέληση των μαζών να συμμετάσχουν άμεσα στις πολιτικές αποφάσεις και στη διακυβέρνηση. Αυτή η βούληση δεν μπορεί να πραγματωθεί παρά μόνο αν οι συνελεύσεις γίνουν η πραγματική εξουσία στη Σερβία. Όσο περισσότερο τα συμβούλια εμπλέκουν την εργατική τάξη και οργανώνονται με εκλεγμένους αντιπροσώπους, τόσο περισσότερο μετατρέπονται σε σοβιέτ σε εμβρυακή μορφή, όπως στη Ρωσία του 1905 και 1917.

Το κίνημα μπορεί να παλέψει για κάτι πολύ μεγαλύτερο από τη δικαιοσύνη για τα θύματα της κατάρρευσης του στεγάστρου στο Νόβι Σαντ. Η δύναμη της εργατικής τάξης μπορεί όχι μόνο να ανατρέψει τον Βούτσιτς, αλλά και τον ίδιο τον καπιταλισμό.

Για να να γίνει πραγματικότητα αυτό πρέπει:

  • Να κάνουμε τις συνελεύσεις το βασικό μας εργαλείο στον αγώνα.
  • Φοιτητές και εργάτες ενωμένοι – να οργανώσουμε μία μαζική γενική απεργία!
  • Να ιδρύσουμε περισσότερες εργατικές συνελεύσεις.
  • Οι εργαζόμενοι πρέπει να δημιουργήσουν μαζικές συνελεύσεις σε κάθε χώρο δουλειάς – συντονισμένες ανά κλάδο, όπως ήδη έκαναν οι εργαζόμενοι στην πληροφορική, στην εκπαίδευση και στην υγεία.
  • Το πιο ισχυρό όπλο απέναντι στο κράτος και το κεφάλαιο είναι η απεργία. Αλλά η απεργία πρέπει να είναι οργανωμένη – και αυτό απαιτεί τη δημιουργία απεργιακών επιτροπών και συνελεύεσεων που θα συγκροτούνται από τους ίδιους τους εργαζομένους.Οι εκπαιδευτικοί δείχνουν ήδη τον δρόμο. Οι υπόλοιποι πρέπει να ακολουθήσουν.

Συντονισμός των Συνελεύσεων: Όλη η εξουσία στις συνελεύσεις!

  • Να δημιουργηθεί μία πανεθνική συνέλευση όλων των συνελεύσεων.
  • Να σταλούν αντιπρόσωποι από κάθε εργατική και λαϊκή συνέλευση από όλη τη Σερβία.
  • Να συμμετάσχουν επίσης αντιπρόσωποι από τις φοιτητικές συνελεύσεις.

Αυτό το σώμα θα:

  • Συντονίζει σε εθνικό επίπεδο τις δράσεις και τα αιτήματα του κινήματος.
  • Ιδρύει απεργιακές επιτροπές και επιτροπές αγώνα.
  • Οργανώνει την αυτοάμυνα του κινήματος!

Οι εργάτες πρέπει να καταλάβουν τους χώρους δουλειάς και οι φοιτητές τα πανεπιστήμια.

Εμπρός για μία επαναστατική γενική απεργία στη Σερβία!

Έλενα Μπίμπεριτς

Μέλος του Γιουγκοσλαβικού τμήματος της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς

25/4/2025

Μετάφραση από marxist.com

Έλενα Μπάρδα, Ηλίας Κυρούσης

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα

ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Ανασκόπηση

Η παρούσα ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies, ώστε να παρέχει στο χρήστη την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Τα δεδομένα αποθηκεύονται στο πρόγραμμα περιήγησής σας και χρησιμοποιούνται για την υλοποίηση ενεργειών, όπως την αναγνώρισή σας, όταν επιστρέφετε στην ιστοσελίδα μας, και για να κατανοήσουμε ποια τμήματα της ιστοσελίδας μας θεωρείτε πιο ενδιαφέροντα και χρήσιμα.

Μπορείτε να προσαρμόσετε όλες τις ρυθμίσεις για τα cookies από τις καρτέλες στα αριστερά σας.