Τα γεγονότα του περασμένου Σαββατοκύριακου στη Ρωσία έχουν προκαλέσει πολλά ερωτηματικά και εικασίες. Το βράδυ της Παρασκευής, ο επικεφαλής του μισθοφορικού στρατού Βάγκνερ, ο ολιγάρχης Γιεβγκένι Πριγκόζιν, ξεκίνησε μια «πορεία δικαιοσύνης» με διακηρυγμένο στόχο την απομάκρυνση του αρχηγού των Ενόπλων Δυνάμεων και του Υπουργού Άμυνας. Μέχρι το Σάββατο, είχε πάρει υπό τον έλεγχο του το Ροστόφ-ον-Ντον και βάδιζε με ένα βαριά οπλισμένο ένοπλο σώμα προς τη Μόσχα. Ο Πούτιν τον κατήγγειλε ως προδότη και υποσχέθηκε ότι οι εμπλεκόμενοι θα αντιμετωπιστούν ανάλογα. Ωστόσο, μέχρι το τέλος της ημέρας, ξαφνικά, η πομπή του Πριγκόζιν γύρισε πίσω και ανακοινώθηκε ότι είχε γίνει συμφωνία, με τη μεσολάβηση του Λευκορώσου Προέδρου Λουκασένκο. Το κίνητρο πίσω από τις ενέργειες των πρωταγωνιστών αυτών των εξελίξεων καλύπτεται από μυστήριο, αλλά αυτά τα γεγονότα υποδηλώνουν κάτι για τον χαρακτήρα του πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία και του ίδιου του καθεστώτος του Πούτιν.
Αντί να εμπλακούμε σε άνευ νοήματος εικασίες, ας επικεντρωθούμε πρώτα στα γνωστά γεγονότα. Την Παρασκευή, 23 Ιουνίου, ο Πριγκόζιν κυκλοφόρησε μια σειρά προκλητικών βίντεο στο Telegram, στα οποία αμφισβήτησε τα κίνητρα της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία: έλεγε ότι δεν ήταν αναγκαία, ότι η Ρωσία δεν απειλείται από την Ουκρανία και ότι η Ρωσία θα έπρεπε να είχε συνάψει μια συμφωνία με τον πρόεδρο Ζελένσκι όταν ανέβηκε στην εξουσία. «Ο πόλεμος δεν χρειαζόταν για να επαναφέρουμε Ρώσους πολίτες στους κόλπους της χώρας, ούτε για να αποστρατιωτικοποιήσουμε ή να αποναζιστικοποιήσουμε την Ουκρανία. Ο πόλεμος χρειαζόταν έτσι ώστε ένα μάτσο ζώα να μπορούν απλώς να χαίρονται με τη δόξα», είπε. Αυτό ήταν, φυσικά, το ακριβώς αντίθετο από αυτό που είχε πει ο ίδιος κατά την έναρξη της εισβολής της Ρωσίας, για την οποία ήταν ενθουσιασμένος.
Επίσης εξαπέλυσε άλλη μια επίθεση στον Υπουργό Άμυνας Σεργκέι Σοϊγκού και στον αρχηγό των Ρωσικών Ενόπλων Δυνάμεων Βαλέρι Γκεράσιμοφ για τη στάση τους στον πόλεμο στην Ουκρανία και ζήτησε να απομακρυνθούν. «Οι διοικητές της Βάγκνερ έχουν καταλήξει σε μια απόφαση», είπε. «Το κακό που διασπείρει η στρατιωτική ηγεσία της χώρας πρέπει να σταματήσει». Στη συνέχεια ανακοίνωσε ότι οι μαχητές της Βάγκνερ επρόκειτο να καταλάβουν το Ροστόφ και ότι όποιος επιχειρούσε να τους σταματήσει «θα καταστρεφόταν».
Αυτή ήταν μια σοβαρή πρόκληση, την οποία οι ρωσικές αρχές έσπευσαν να περιγράψουν ως απόπειρα πραξικοπήματος, ανακοινώνοντας ότι άρχιζαν ποινικές έρευνες εναντίον του Πριγκόζιν για «ένοπλη εξέγερση». Εκείνος απάντησε λέγοντας: «Δεν πρόκειται για στρατιωτικό πραξικόπημα, αλλά για πορεία δικαιοσύνης», σε μια προσπάθεια να απευθυνθεί στους στρατιώτες και τους αξιωματικούς του στρατού.
Υποβόσκουσες αντιπαραθέσεις έρχονται στο προσκήνιο
Δεν ήταν η πρώτη φορά που ο Πριγκόζιν επιτέθηκε στην ηγεσία του στρατού. Για μήνες υπήρχαν εντάσεις, με ισχυρισμούς του αρχηγού της Βάγκνερ ότι τα στρατεύματά του δεν είχαν αρκετά πυρομαχικά και άλλες προμήθειες για να διεξάγουν τον πόλεμο. Υπήρχε επίσης μια συνεχής σύγκρουση σχετικά με το ποιος έπρεπε να λάβει τα εύσημα για τις προόδους στο μέτωπο, ιδιαίτερα στη μακρά μάχη για το Μπαχμούτ, στην οποία οι μισθοφόροι της Βάγκνερ (πολλοί από τους οποίους στρατολογήθηκαν από τις ρωσικές φυλακές) έπαιξαν βασικό ρόλο.
Αυτό φαίνεται να ήταν το βασικό ζήτημα. Σε κάποιο σημείο του πολέμου στην Ουκρανία, όταν τα πράγματα δεν πήγαν όπως είχαν σχεδιαστεί και ο Πούτιν δεν ήθελε να καταφύγει σε πλήρη επιστράτευση από φόβο για τις πιθανές πολιτικές συνέπειες, αποφάσισε να στηριχθεί στις δυνάμεις της Βάγκνερ, μιας ιδιωτικής στρατιωτικής εταιρείας που διευθύνει ο φίλος του και ολιγάρχης Πριγκόζιν. Οι δυνάμεις της Βάγκνερ χρησιμοποιούνταν ήδη από τη Ρωσία στην Αφρική – και προηγουμένως στη Συρία – για να επεκτείνουν τις σφαίρες επιρροής της, προσφέροντας τις υπηρεσίες μισθοφόρων σε διάφορες αφρικανικές κυβερνήσεις. Αυτό είναι μέρος μιας γενικότερης τάσης που έχουμε δει με τη σύναψη συμβάσεων με ιδιωτικές εταιρείες που αναλαμβάνουν ορισμένες πτυχές τους πολέμου. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ξοδέψει δισεκατομμύρια δολάρια για να προσλάβουν τέτοιες εταιρείες (όπως η βουτηγμένη στα σκάνδαλα Blackwater), που έχουν παράσχει δεκάδες χιλιάδες άνδρες και γυναίκες για τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, μεταξύ άλλων.
Η χρήση της Βάγκνερ στον πόλεμο της Ουκρανίας ήταν μια πολύ κερδοφόρα υπόθεση για τον Πριγκόζιν, ο οποίος χρησιμοποίησε τη σύγκρουση όχι μόνο για να βγάλει λεφτά, αλλά και για να χτίσει τη δική του βάση εξουσίας και να αυτοπροβληθεί μέσω ενός στρατού μισθωμένων bloggers και ομάδων «στρατιωτικών αναλυτών» στο Telegram. Αυτό τον οδήγησε σε σύγκρουση με την ηγεσία του στρατού.
Μόλις τέλειωσε η μάχη για το Μπαχμούτ, η ηγεσία του στρατού θεώρησε ότι ήταν η κατάλληλη στιγμή να κινηθεί εναντίον της Βάγκνερ. Αποφασίστηκε ότι όλοι οι στρατιώτες της Βάγκνερ που ήθελαν να συνεχίσουν να πολεμούν στην Ουκρανία έπρεπε να υπογράψουν ατομικές συμβάσεις με το Υπουργείο Άμυνας. Αυτό σήμανε το τέλος για την επικερδή επιχείρηση του Πριγκόζιν στον συγκεκριμένο πόλεμο, αλλά αντιπροσώπευε επίσης σοβαρό πισωγύρισμα για τις πολιτικές φιλοδοξίες που είχε αναπτύξει. Διακήρυξε ότι κανένας από τους άνδρες του δεν σκόπευε να υπογράψει τέτοιες συμβάσεις.
Ο Πούτιν, ο οποίος μέχρι εκείνο το σημείο ισορροπούσε με τυπικό βοναπαρτιστικό τρόπο μεταξύ Σοϊγκού και Πριγκόζιν, υποστήριξε δημόσια αυτή την απόφαση, κάτι που ήταν μεγάλο πλήγμα για τον μισθοφόρο ολιγάρχη φίλο του. Ένα πράγμα που δεν μπορεί να επιτρέψει ένας Βοναπάρτης είναι οποιοσδήποτε με φιλοδοξίες να υπονομεύει την εξουσία του.
Ο Πριγκόζιν είχε τώρα μόνο δύο επιλογές: να υπακούσει και να δει το τέλος της συμμετοχής της Βάγκνερ στον πόλεμο της Ουκρανίας ή να αψηφήσει την απόφαση με μία επίδειξη δύναμης και να προσπαθήσει να πετύχει μια καλύτερη συμφωνία με τον Πούτιν. Αυτό εξηγεί επίσης τα πρόσφατα σχόλιά του για υποτιθέμενες επιτυχίες της ουκρανικής αντεπίθεσης. Ήθελε να δώσει την εντύπωση ότι οι σκληραγωγημένοι και έμπειροι μαχητές του ήταν απαραίτητοι στο μέτωπο.
Τα ξημερώματα του Σαββάτου 24 Ιουνίου, οι δυνάμεις του είχαν καταλάβει πολλά βασικά στρατιωτικά κτίρια στο Ροστόφ, συμπεριλαμβανομένου του αρχηγείου της Νότιας Στρατιωτικής Περιφέρειας και του αεροδρομίου, χωρίς μάχη. Σε ένα βίντεο που δημοσιεύτηκε στο Telegram, ο Πριγκόζιν εθεάθη στο αρχηγείο, να συνομιλεί με τον αναπληρωτή υπουργό Άμυνας Γιεβκούροφ και τον Αναπληρωτή Αρχηγό του Γενικού Επιτελείου της Ρωσικής Ομοσπονδίας Αλεξέεφ.
Σε άλλο βίντεο, που δημοσιεύτηκε στις 7.30 π.μ., ο Πριγκόζιν απαίτησε να του «παραδοθούν» ο υπουργός Άμυνας Σοϊγκού και ο αρχηγός του ρωσικού Γενικού Επιτελείου Γκεράσιμοφ, διαφορετικά απείλησε ότι «θα πήγαινε στη Μόσχα».
Στις 10 το πρωί, ο Πούτιν έκανε ένα διάγγελμα. Είπε πως: «Ενέργειες που διχάζουν την ενότητά μας είναι μια πισώπλατη μαχαιριά στη χώρα και τον λαό μας» και πρόσθεσε: «Και οι ενέργειές μας για την υπεράσπιση της πατρίδας από μια τέτοια απειλή θα είναι σκληρές… Αυτοί που προετοίμασαν τη στρατιωτική ανταρσία, που σήκωσαν τα όπλα εναντίον μαχητών αδελφών, έχουν προδώσει τη Ρωσία και θα το πληρώσουν».
Την ίδια στιγμή που δεν άφηνε καμία αμφιβολία ως προς τη θέση του, έκανε επίσης έκκληση στους στρατιώτες της Βάγκνερ περιγράφοντάς τους ως «ήρωες που απελευθέρωσαν το Σολεντάρ και το Αρτεμόβσκ, πόλεις και χωριά του Ντονμπάς. Πολέμησαν και έδωσαν τη ζωή τους στη Νοβορωσία και για την ενότητα του ρωσικού κόσμου. Το όνομα και η δόξα τους επίσης προδόθηκαν από εκείνους που προσπαθούν να οργανώσουν την ανταρσία».
Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Πούτιν συνέκρινε την κατάσταση με αυτή του 1917:
«Ακριβώς ένα χτύπημα όπως αυτό δόθηκε το 1917 όταν η χώρα βρισκόταν στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και της έκλεψαν τη νίκη. Οι ίντριγκες και οι κόντρες πίσω από την πλάτη του στρατού αποδείχθηκαν η μεγαλύτερη καταστροφή, μια διάλυση του στρατού και του κράτους, απώλεια τεράστιων εδαφών, με αποτέλεσμα μια τραγωδία και έναν εμφύλιο πόλεμο».
Αυτό είναι φυσικά ψευδές, η καταστροφή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου ήταν εκείνη που πυροδότησε την Επανάσταση του Φλεβάρη του 1917 και όχι το αντίστροφο. Αλλά επιβεβαιώνει την αντιδραστική φιλοτσαρική ιμπεριαλιστική φύση της ιδεολογίας του Πούτιν. Αυτό θα έπρεπε να είναι ξεκάθαρο σε όλους (επιτέθηκε επίσης στον Λένιν και τους Μπολσεβίκους επειδή δημιούργησαν τεχνητά την Ουκρανία όταν δικαιολογούσε την εισβολή πριν από έναν χρόνο). Αλλά αυτό δεν εμπόδισε το «Κομμουνιστικό» Κόμμα της Ρωσικής Ομοσπονδίας και διάφορα άλλα «Κομμουνιστικά» κόμματα να υποστηρίζουν επαίσχυντα τον Πούτιν ή να έχουν αυταπάτες για την «προοδευτική» φύση του καθεστώτος του και του πολέμου στην Ουκρανία.
Απελπισμένη, καταδικασμένη σε ήττα περιπέτεια
Έχοντας πετάξει το γάντι και έχοντας αποκρουστεί ακολούθως από τον Πούτιν, ο Πριγκόζιν δεν είχε άλλη εναλλακτική από το να ξεκινήσει μια απεγνωσμένη περιπέτεια. Πιθανότατα υπολόγιζε – ή τουλάχιστον ήλπιζε – ότι είχε ευρύτερη υποστήριξη στις τάξεις του στρατού, σε αξιωματικούς σε υψηλόβαθμες θέσεις και γενικά μέσα στο κράτος και την πολιτική εξουσία.
Η στρατιωτική πομπή του με μερικές χιλιάδες βαριά οπλισμένους άνδρες προχώρησε γρήγορα προς την κατεύθυνση της Μόσχας κατά τη διάρκεια της ημέρας. Αντί να ενισχύουν τις θέσεις τους στις κωμοπόλεις και τις πόλεις από όπου πέρναγαν, έμοιαζαν περισσότερο να κάνουν μία κούρσα ταχύτητας προς τη Μόσχα πριν ο ρωσικός στρατός προλάβει να οργανώσει την άμυνα και να τους σταματήσει.
Ποιες ήταν οι προθέσεις του; Ο Μαξ Σέντον των Financial Times παράθετει κάποιον για τον οποίο λέει ότι «ξέρει τον πολέμαρχο από τις αρχές της δεκαετίας του 1990» κάνοντας εικασίες σχετικά με τους στόχους του Πριγκόζιν:
«Δεν νομίζω ότι είχε κάτι συγκεκριμένο στο μυαλό του. Απλώς αποφάσισε να πάει και να πείσει τον Πούτιν ότι έπρεπε να κρατήσει όλα τα χρήματα που του αφαίρεσαν… Τότε η κατάσταση ξέφυγε εντελώς. Κάποια στιγμή συνειδητοποίησε ότι δεν ήξερε τι να κάνει μετά. Φτάνεις στη Μόσχα και μετά τι; Ανοίγεις τις πόρτες μιας ντουζίνας φυλακών, βγαίνουν μερικά αποβράσματα, η χώρα πάει κατά διαόλου, και μετά φτάνεις στο Κρεμλίνο… και δεν ξέρεις τι να κάνεις».
Αυτό φαίνεται πιθανό. Μέχρι εκείνο το σημείο, φαίνεται ότι υπήρχαν πολύ λίγες ένοπλες συγκρούσεις. Η μόνη αντίσταση που αντιμετώπισε ο Πριγκόζιν ήταν μια επίθεση από την αεροπορία, την οποία απέκρουσε η Βάγκνερ, καταρρίπτοντας μερικά επιθετικά ελικόπτερα. Μέχρι το τέλος του απογεύματος, η Βάγκνερ είχε φτάσει στην πόλη Γιελέτς, στην περιοχή Λίπετσκ, μόλις 250 μίλια από την πρωτεύουσα Μόσχα. Ο παράγοντας του αιφνιδιασμού ήταν με το μέρος τους μέχρι εκείνο το σημείο.
Αυτό εξηγείται από το ότι η στρατιωτική ηγεσία δεν ήθελε να ανακατευθύνει δυνάμεις από το μέτωπο, σε περίπτωση που ο ουκρανικός στρατός επιχειρούσε να εκμεταλλευτεί την κατάσταση. Καθώς και επειδή οι φτωχά εξοπλισμένοι και λιγότερο έμπειροι επιστρατευμένοι κατά μήκος του δρόμου προς τη Μόσχα δεν είχαν καμία διάθεση να αντιμετωπίσουν μια βαριά οπλισμένη πομπή σκληραγωγημένων στη μάχη μισθοφόρων.
Μέχρι το τέλος της ημέρας, ωστόσο, τα στρατεύματα της Τσετσενίας είχαν φτάσει και είχαν περικυκλώσει το Ροστόφ-ον-Ντον, και είχε οργανωθεί η άμυνα στις εισόδους της Μόσχας.
Έπειτα, υπήρξε άλλη μια ξαφνική ανατροπή. Στις 8.30 μ.μ., τα λευκορωσικά ΜΜΕ ανακοίνωσαν ότι μια συμφωνία είχε επιτευχθεί από τον Πρόεδρο Λουκασένκο, και ο Πριγκόζιν ανακοίνωσε ότι «έχοντας φτάσει σε ένα σημείο όπου επρόκειτο να χυθεί αίμα», οι δυνάμεις του γυρνούσαν πίσω, μακριά από την πρωτεύουσα.
Οι όροι της συμφωνίας, όπως ανακοίνωσε ο εκπρόσωπος του προέδρου Πεσκόφ, σημαίνουν ότι οι μισθοφόροι της Βάγκνερ που δεν συμμετείχαν στην ένοπλη εξέγερση θα μπορούσαν να εγγραφούν στον στρατό, ενώ όσοι συμμετείχαν δεν θα διώκονταν «λόγω της στρατιωτικής τους αξίας». Επιπλέον, η ποινική έρευνα εναντίον του Πριγκόζιν επρόκειτο να σταματήσει και θα του προσφερόταν ασφαλής διέλευση προς τη Λευκορωσία. Στις 11 μ.μ., οι δυνάμεις της Βάγκνερ και ο ίδιος ο Πριγκόζιν έφυγαν από το Ροστόφ-ον-Ντον.
Ουσιαστικά, η αρχική πρόθεση, που ήταν να απομακρυνθεί η Βάγκνερ από τον πόλεμο της Ουκρανίας, ή τουλάχιστον να τεθεί υπό τη διοίκηση του Στρατού, είχε επιτευχθεί και η ένοπλη εξέγερση κατέρρευσε με σχεδόν καμία απώλεια ζωής. Ο Πριγκόζιν δεν είχε άλλη εναλλακτική από το να αποδεχτεί αυτή τη συμφωνία. Δεν είχε καταφέρει να να κερδίσει καμία υποστήριξη στο εγχείρημα του και γνώριζε ότι δεν είχε καμία πιθανότητα να κερδίσει πραγματικά σε μια ανοιχτή στρατιωτική σύγκρουση με τον στρατό, ακόμα κι αν κατάφερνε να φτάσει στη Μόσχα. Τουλάχιστον είχε σώσει τη ζωή του και ίσως του προσφέρθηκε η δυνατότητα να διατηρήσει τα περιουσιακά του στοιχεία και τις κερδοφόρες επιχειρήσεις της Βάγκνερ στην Αφρική.
Σε κάθε περίπτωση, δεν υπάρχει εντιμότητα μεταξύ κλεφτών, και τώρα που ο Πριγκόζιν άφησε τα όπλα, η θέση του έχει γίνει πολύ πιο αδύναμη. Ήδη το πρωί της Δευτέρας 26 Ιουνίου, ρωσικά ΜΜΕ ανέφεραν ότι «η ποινική υπόθεση για την οργάνωση ένοπλης εξέγερσης, ο κύριος κατηγορούμενος της οποίας είναι ο Πριγκόζιν, δεν έχει περατωθεί και συνεχίζει να διερευνάται από έναν ανακριτή της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Ασφαλείας».
Όπως σχολίασαν κάποιοι, αν υπάρχει κάτι που ένας βοναπαρτιστής ηγέτης όπως ο Πούτιν δεν μπορεί να συγχωρήσει, αυτό είναι η προδοσία. Ο Πριγκόζιν μπορεί τώρα να δυσκολεύεται πολύ να συνάψει οποιοδήποτε συμβόλαιο για ασφάλεια ζωής!
Η απειλή εξουδετερώθηκε, αλλά οι ρωγμές παραμένουν
Είναι σαφές ότι, στην προσπάθεια να κερδίσει τον πόλεμο της Ουκρανίας, ο Πούτιν είχε πάρει ένα μεγάλο ρίσκο χρησιμοποιώντας μισθοφορικές δυνάμεις που δεν βρίσκονται άμεσα υπό τον έλεγχο ή την διοίκηση του. Το κράτος είχε εν μέρει χάσει το μονοπώλιο της βίας. Και αυτό δεν συμβαίνει μόνο με τη Βάγκνερ. Έχει επιτραπεί επίσης και στην κρατική εταιρεία ενέργειας Gazprom να δημιουργήσει τη δική της ένοπλη πολιτοφυλακή.
Αλλά όπως φαίνεται ο Πριγκόζιν άρχισε να αποκτά φιλοδοξίες. Αυτή η απειλή έπρεπε να εξαλειφθεί. Ξεκινώντας την ανοιχτή του ανυπακοή απέναντι στον Πούτιν, ο Πριγκόζιν δεν βρήκε την υποστήριξη που πίστευε ότι μπορούσε να έχει, και τώρα έχει εξουδετερωθεί ως απειλή. Εάν, όπως φαίνεται μέχρι στιγμής, ο Σοϊγκού και ο Γκεράσιμοφ παραμείνουν στα πόστα τους, τότε η ήττα του Πριγκόζιν θα είναι πλήρης και απλώς θα έχει ενισχύσει τους αντιπάλους του.
Φυσικά, όπως τόνισαν στη δήλωσή τους οι Ρώσοι σύντροφοι της ΙΜΤ, από τη σκοπιά των Ρώσων εργαζομένων δεν υπήρχε επιλογή ανάμεσα σε Πούτιν και Πριγκόζιν. Επρόκειτο για μια διαμάχη μεταξύ ενός αντιδραστικού ολιγάρχη και του επικεφαλής ενός αντιδραστικού ολιγαρχικού καθεστώτος, για το μοίρασμα των λαφύρων και της εξουσίας.
Είναι ειρωνικό το γεγονός ότι οι δυτικοί ιμπεριαλιστές σχολιαστές χαίρονταν για την πιθανότητα ενός επιτυχημένου πραξικοπήματος από τον Πριγκόζιν, έναν αντιδραστικό μισθοφόρο. Οι πιο νηφάλιοι εκπρόσωποι της άρχουσας τάξης ήταν λίγο πιο επιφυλακτικοί. Το κύριο άρθρο των Financial Times σχολίασε: «Η αναταραχή του Σαββατοκύριακου χρησιμεύει επίσης ως υπενθύμιση ότι αν ανατραπεί ποτέ ο Πούτιν, θα μπορούσε αυτό να συμβεί από πιο σκληροπυρηνικά στοιχεία αποφασισμένα να διεξάγουν τον πόλεμο στην Ουκρανία με ακόμη πιο σκληρό τρόπο».
Τα δυτικά αστικά ΜΜΕ ήταν γεμάτα από κάθε είδους εικασίες, ότι αυτό ήταν το τέλος του Πούτιν, μια επικείμενη κατάρρευση των πολεμικών προσπαθειών της Ρωσίας στην Ουκρανία, και ούτω καθεξής. Στην πραγματικότητα, τόσο οι δυτικές υπηρεσίες πληροφοριών όσο και η ανώτατη διοίκηση της Ουκρανίας σχολίασαν ότι δεν εμφανίστηκαν κενά στη ρωσική γραμμή άμυνας κατά τη διάρκεια αυτών των γεγονότων.
Κατά τη διάρκεια γεγονότων όπως αυτά, πρέπει να μην παρασύρεται κανείς σε άσκοπες εικασίες και να παραμένει στα γεγονότα. Καλό είναι επίσης να είναι υπομονετικός και να περιμένει την εξέλιξη των πραγμάτων.
Μέχρι στιγμής, οι ολιγάρχες που παίζουν καθοριστικό ρόλο έχουν στοιχηθεί πίσω από τον Πούτιν. Κανένα τμήμα της κάστας των αξιωματικών του στρατού δεν τάχθηκε υπέρ του Πριγκόζιν και εκείνος δεν έλαβε καμία υποστήριξη από τον πληθυσμό. Το μόνο πραγματικό συγκεκριμένο αποτέλεσμα είναι ότι η ομάδα Βάγκνερ, και ιδιαίτερα ο Πριγκόζιν, έχουν απομακρυνθεί ως άμεση απειλή για τον Πούτιν, κάτι στο οποίο στόχευε ο Πούτιν.
Σημαίνει αυτό ότι όλα πάνε καλά για το καθεστώς Πούτιν; Όχι, δεν ισχύει αυτό. Αυτό που αποκαλύπτει η περιπέτεια του Πριγκόζιν είναι ότι υπάρχουν ρωγμές στο καθεστώς. Προς το παρόν, αυτές θα μπουν «κάτω από το χαλί» και ο Πούτιν θα συσπειρώσει τις δυνάμεις γύρω από την ανάγκη της ενότητας για την υπεράσπιση της «πατρίδας». Το σχετικά γρήγορο τέλος της περιπέτειας του Πριγκόζιν θα στείλει ένα μήνυμα σε όποιον μπορεί να σκεφτόταν να τον υποστηρίξει.
Ωστόσο, μακροπρόθεσμα, αυτό που σήμερα μπορεί να φαίνεται μια μικρή ρωγμή μπορεί να διευρυνθεί. Τότε το σενάριο – μετά από περαιτέρω μάχες στην Ουκρανία, με περισσότερους νεκρούς – μπορεί να αλλάξει ριζικά, και η μνήμη του 1917 θα μπορούσε πραγματικά να στοιχειώσει τον Πούτιν. Όχι με το διαστρεβλωμένο τρόπο με τον οποίο την παρουσίασε σε σχέση με τον Πριγκόζιν, αλλά ως μια πραγματική εργατική επανάσταση που θα σάρωνε τους ολιγάρχες και το καθεστώς τους.
26 Ιουνίου 2023
Χόρχε Μαρτίν
Μετάφραση από την ιστοσελίδα marxist.com: Ηλίας Κυρούσης