Η τρομερή δολοφονία του Ahmaud Arbery στη Τζόρτζια, είναι μια υπενθύμιση του βαθύτατου θεσμικού και κοινωνικού ρατσισμού που διαποτίζει την αμερικανική κοινωνία – και αποτελεί μόνο την κορυφή του παγόβουνου. Ένας από τους σκληρότερους τρόπους, με τους οποίους έχει εκτεθεί το απαίσιο πρόσωπο του καπιταλισμού εν μέσω της πανδημίας του κορωνοϊού, ήταν η φυλετική ανισότητα των θυμάτων της – εκείνων που χάθηκαν από τον ιό, εκείνων που κακοποιούνται τώρα από την ρατσιστική αστυνομία στα πλαίσια εφαρμογής των μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης που επιβάλλονται και εκείνων που θυσιάζονται καθημερινά όσο οι καπιταλιστές αναγκάζουν την οικονομία να επαναλειτουργήσει. Η αυξανόμενη επιβολή των δινών του καπιταλισμού στους ρατσιστικά καταπιεσμένους πληθυσμούς αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της λειτουργίας του συστήματος και ο μόνος τρόπος για την εξάλειψή της, είναι η εξάλειψη του ίδιου του καπιταλισμού από τη ρίζα του.
Σύμφωνα με μια στατιστική ανάλυση στοιχείων που έχουν ανακοινωθεί από 38 Πολιτείες μέχρι στιγμής, το ποσοστό θνησιμότητας από τον κορωνοϊό για τους έγχρωμους ήταν υπερδιπλάσιο του ποσοστού των λευκών. Η έρευνα που διεξήχθη από το ερευνητικό κέντρο APM, επισήμανε ότι «εάν οι μαύροι Αμερικάνοι πέθαιναν από τον κορωνοϊό με τον ίδιο ρυθμό με τους λευκούς Αμερικανούς, τότε περίπου 9.000 από αυτά τα 15.000 θύματα του ιού σ’ αυτές τις πολιτείες, θα ζούσαν ακόμα.»
Πέραν από τον εθνικό μέσο όρο, κάποιες περιοχές έχουν γνωρίσει ακόμη πιο ακραίες ανισότητες, συμπεριλαμβανομένων των Ουισκόνσιν και Κάνσας, όπου οι μαύροι κάτοικοι έχουν επτά φορές περισσότερες πιθανότητες να πεθάνουν από τον ιό συγκριτικά με τους λευκούς. Στην Ουάσιγκτον το ποσοστό θανάτων είναι έξι φορές μεγαλύτερο, ενώ στο Μιζούρι και το Μίσιγκαν είναι πέντε φορές υψηλότερο.
Ωστόσο, ο κορωνοϊός δεν είναι η υποκείμενη αιτία αυτού του αριθμού των θανάτων. Αντίθετα, ο ιός αυτός απλώς αποκάλυψε την ανισότητα και την απάνθρωπη λειτουργία του συστήματος που βάζει τα κέρδη πάνω από οτιδήποτε άλλο. Όπως σε κάθε κρίση, η κυρίαρχη τάξη των ΗΠΑ κατέστησε σαφές ότι οι εργαζόμενοι και τα αφεντικά δεν έχουν κοινά συμφέροντα. Αντιθέτως, η εργατική τάξη ετοιμάζεται για μια ακόμα φορά να επωμιστεί σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό το υγειονομικό και κοινωνικό κόστος της πανδημίας για να διατηρηθεί η κερδοφορία των καπιταλιστών. Όπως συμβαίνει άλλωστε συνήθως, οι μη λευκοί εργαζόμενοι αναγκάζονται να επωμιστούν το πιο επαχθές κόστος αυτής της πανδημίας.
Οι εργαζόμενοι δεν είναι «κρέας για τα κανόνια»!
Εν μέσω της συνεχιζόμενης υγειονομικής καταστροφής, ένα τμήμα της κυρίαρχης τάξης των ΗΠΑ άρχισε να καλεί για το εκ νέου άνοιγμα της οικονομίας. Για ακόμα μια αφορά οι χαμηλού εισοδήματος εργαζόμενοι – και ιδιαίτερα οι μη λευκοί εργαζόμενοι – θεωρούνται ότι είναι «κρέας για κανόνια», ώστε να «αναζωογονήσουν» τις αγορές για λογαριασμό των καπιταλιστών. Στην πραγματικότητα, για όσους βρίσκονται στην κορυφή, η επανεκκίνηση της οικονομίας δεν σημαίνει ότι οι ίδιοι θα επανέλθουν στην κατάσταση που υπήρχε πριν τον κορωνοϊό, αλλά ότι αναμένουν απ’ τους χαμηλού εισοδήματος εργαζομένους που δημιουργούν τα κέρδη να το κάνουν. Εντωμεταξύ, οι υπηρέτες της άρχουσας τάξης που διαχειρίζονται το κράτος λαμβάνουν μέτρα για τον περιορισμό των ζημιών των ιδιοκτητών των επιχειρήσεων.
Ο Τραμπ τώρα χρησιμοποιεί το Νόμο περί Αμυντικής Παραγωγής για να την υποχρεωτική επαναλειτουργία των εργοστασίων συσκευασίας κρέατος, παρά τις εκτεταμένες εκδηλώσεις του ιού μεταξύ των ευάλωτων εργαζομένων σε αυτήν τη βιομηχανία – μια βιομηχανία, όπου οι εργαζόμενοι κυριολεκτικά εργάζονται δίπλα-δίπλα. Αυτή η αλλαγή εφαρμόστηκε, μόλις ο μεγάλης κλίμακας παραγωγός Tyson Foods Inc. προώθησε διαφημίσεις σε εθνικό δίκτυο που έσπερναν ανησυχίες σχετικά με την προμήθεια τροφίμων στις ΗΠΑ. Ενώ λοιπόν, οι ανησυχίες αυτές είναι πράγματι θεμελιωμένες, το ενδιαφέρον της αστικής τάξης είναι να σπέρνει τον πανικό – πάντα σε βάρος των πιο ευάλωτων εργαζόμενων.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι τεράστια τμήματα του εργατικού δυναμικού στον τομέα της συσκευασίας κρεάτων είναι μετανάστες και έχουν πληγεί δυσανάλογα από την πανδημία. Η κοινωνική θέση των εργαζόμενων μεταναστών καθιστά δύσκολο τον αγώνα τους ενάντια στις αξιώσεις των αφεντικών για επιστροφή σε μη ασφαλείς χώρους εργασίας, αλλά δεν τους επιτρέπει επιπλέον να επωφεληθούν και από τα πενιχρά μέτρα τόνωσης που έχει εφαρμόσει η κυβέρνηση Τραμπ.
Με μια πρώτη ματιά, η πίεση για την επαναλειτουργία των επιχειρήσεων μοιάζει αυτοκτονική. Αλλά εξετάζοντας τα ταξικά συμφέροντα του τμήματος εκείνου της κοινωνίας που διατυπώνει αυτά τα αιτήματα, αναδεικνύονται όλες οι αντιφάσεις. Η θεσμοποίηση της λευκής ανωτερότητας στον καπιταλισμό των ΗΠΑ έχει διαμορφώσει ένα πληθυσμό φυλετικά καταπιεσμένων εργατών και είναι αυτοί οι εργάτες που ο Τραμπ και η υπόλοιπη άρχουσα τάξη είναι διατεθειμένοι να θυσιάσουν. Η βία του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού που επί μακρόν εφαρμόζεται ενάντια στους εργάτες των φτωχών χωρών, εστιάζει και στο εσωτερικό της χώρας.
Οι μαρξιστές εδώ και χρόνια προέβλεπαν μια οικονομική κρίση πολύ σοβαρότερη από την κρίση του 2008, και ο κορωναϊός παρείχε την ώθηση για το ξέσπασμα αυτής της αναπόφευκτης κατάρρευσης. Οι βάσεις της τρέχουσας κρίσης είχαν τεθεί πολύ πριν την εμφάνιση του ιού, με τον πλούτο που δημιουργήθηκε μετά την τελευταία ύφεση, να συγκεντρώνεται σχεδόν αποκλειστικά στα χέρια των καπιταλιστών. Δεκαετίες λιτότητας και εγκατάλειψης και ενός συστήματος υγείας που κινείται με μοναδικό κίνητρο το κέρδος, έχουν αφήσει τους εργαζόμενους στις ΗΠΑ εξαιρετικά ευάλωτους. Αυτό οδήγησε στη συστηματική περικοπή των υπηρεσιών υγείας στις γειτονιές και τις αστικές περιοχές χαμηλού εισοδήματος και στο οριστικό κλείσιμο νοσοκομείων εντός των πόλεων, όπως του Hahnemann στη Φιλαδέλφεια, το οποίο κατά κύριο λόγο εξυπηρετούσε μαύρους και Λατίνους κατοίκους.
Θεσμικός ρατσισμός
Οι μη λευκοί ασθενείς στις ΗΠΑ βιώνουν επί μακρόν ρατσιστική αντιμετώπιση στην περίθαλψή τους, είτε λόγω διακρίσεων στα νοσοκομεία, είτε λόγω διακρίσεων ενσωματωμένων στο ασφαλιστικό σύστημα, είτε λόγω των δομικών εμποδίων, όπως η λιτότητα και οι περικοπές χρηματοδότησης στα συστήματα υγείας στις περιοχές χαμηλού εισοδήματος. Αυτό έχει οδηγήσει σε μειωμένο προσδόκιμο ζωής και σε αύξηση των θανάτων φυσιολογικά γεγονότα, όπως ο τοκετός. Ο δομικός ρατσισμός στο σύστημα υγείας των ΗΠΑ συμβάλει στην απώλεια μαύρων γυναικών κατά τον τοκετό σε ποσοστό τουλάχιστον τριπλάσιο σε σχέση με τις λευκές γυναίκες.
Τα υγειονομικά αποτελέσματα καθορίζονται περαιτέρω από το πού ζει κανείς. Η Υπηρεσία Προστασίας Περιβάλλοντος των ΗΠΑ εκτιμά ότι το 70 % των μαύρων ανθρώπων στις ΗΠΑ ζουν σε κομητείες όπου τα επίπεδα ρύπανσης υπερβαίνουν τα ομοσπονδιακά όρια. Για παράδειγμα η περιοχή του Ντιτρόιτ που παρουσιάζει μερικά από τα υψηλότερα ποσοστά θανάτων στη χώρα – μόνο η Νέα Υόρκη βρίσκεται σε δυσμενέστερη θέση –, φιλοξενεί τον μεγαλύτερο αποτεφρωτή σκουπιδιών της χώρας από την δεκαετία του 1980, με σκουπίδια που φθάνουν για να καούν από όλες τις μεσοδυτικές πολιτείες, ακόμη και από τον Καναδά. Πριν ακόμη το ξέσπασμα της πανδημίας, η περιοχή του Ντιτρόιτ ήταν ήδη το επίκεντρο μιας επιδημίας αναπνευστικών ασθενειών, όπως το άσθμα. Το 87% των κατοίκων που ζουν σε απόσταση ενός μιλίου από τον αποτεφρωτήρα, είναι μαύροι.
Αυτή δεν είναι η μοναδική κρίση που αντιμετωπίζει η εργατική τάξη στην περιοχή του Μίσιγκαν, όπου τα επίπεδα ανεργίας βρίσκονται ήδη στα επίπεδα της Μεγάλης Ύφεσης: το 25% του εργατικού δυναμικού της Πολιτείας έχει ήδη απολυθεί. Αυτό συνδυάζεται με μια χρόνια κρίση στην ύδρευση στο Φλιντ και το Ντιτρόιτ, όπου ακόμα και σήμερα χιλιάδες κάτοικοι δεν έχουν πρόσβαση σε τρεχούμενο νερό.
Έτσι, το σύστημα υγείας των ΗΠΑ, με μοναδικό κίνητρο τα κέρδη, εξασφαλίζει ότι οι μαύροι κάτοικοι θα υφίστανται ένα δυσανάλογα μεγάλο μέρος όλου αυτού του κόστους. Πλέον των θανάτων που αποδίδονται απευθείας στον COVID-19, οι θάνατοι από άλλες αιτίες θα αυξηθούν εξαιτίας του υπερκορεσμού του συστήματος υγείας και της αδυναμίας πρόσβασης σ’ αυτό.
Τα αποτελέσματα επιθέσεων δεκαετιών στις συνθήκες εργασίας στους αφροαμερικάνους, τους Λατίνους και τους μετανάστες, τώρα εκτίθενται ολοφάνερα. Για πολλούς μισθωτούς επαγγελματίες που εργάζονται για εταιρίες και έχουν χρήματα στο χέρι ώστε να μπορούν να ανταπεξέλθουν στις πληρωμές τους, οι περίοδοι καραντίνας είναι άβολες αλλά διαχειρίσιμες. Μπορεί η παραγωγικότητά τους να είναι κατά κάποιον τρόπο περιορισμένη, αλλά οι συνθήκες εργασίας τους και τα οικονομικά τους είναι σταθερά για την ώρα. Αλλά για εκατομμύρια «αναγκαίους εργάτες», η δουλειά συνεχίζεται σε έναν κόσμο προσβεβλημένο από τον ιό, με μικρές έως καθόλου οικονομίες για να ανταπεξέλθουν σε έκτακτα έξοδα. Οι άνθρωποι αυτοί αναγκάζονται να αναλαμβάνουν υψηλά επίπεδα ρίσκου, προκειμένου να διασφαλίσουν τη στέγη και να ταΐσουν και την οικογένειά τους.
Το δίλημμα που παρουσιάζεται αυτόν τον καιρό στους χαμηλού εισοδήματος εργαζόμενους είναι να επιστρέψουν στην εργασία τους ή να παραιτηθούν. Η κατάσταση αυτή, από την πλευρά της άρχουσας τάξης, παρουσιάζει το πλεονέκτημα ότι οι περισσότεροι εργαζόμενοι που παραιτούνται από τις δουλειές τους, τεχνικά είναι ακόμα διαθέσιμοι και ως εκ τούτου δεν θεωρούνται δικαιούχοι για την καταβολή επιδόματος ανεργίας. Με τον τρόπο αυτό το κράτος απαλλάσσεται από το κόστος της καταβολής επιδομάτων.
Εισόδημα και φυλετικές ανισότητες
Η μεγάλης κλίμακας τάση συγκέντρωσης του πλούτου στις ΗΠΑ ξεπερνάει κάθε προηγούμενο στην περίπτωση των μη-λευκών εργαζομένων. Για τους μαύρους και τους Λατίνους εργαζόμενους ειδικότερα, οι μέσες οικονομίες τους εξανεμίστηκαν κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων υφέσεων, το 2001 και το 2008 και ουδέποτε ανέκαμψαν, ενώ συνεχίζουν την καθοδική τους πορεία.
Από την πρόσβαση σε ασφαλή στέγαση, όπου η κοινωνική απόσταση μπορεί να εφαρμοστεί, την πρόσβαση στο υγειονομικό σύστημα, και τη δυνατότητα παραμονής στο σπίτι, ακόμη και όταν οι επιχειρήσεις ανοίγουν απερίσκεπτα, κάθε εργαλείο που διαθέτουν οι εργαζόμενοι που τους βοηθάει να ξεπεράσουν αυτήν την κρίση, συστηματικά αφαιρείται από τα πιο καταπιεσμένα στρώματα της κοινωνίας. Η δυναμική που εδώ και δεκαετίες λειτουργεί για την εδραίωση της φτώχειας της εργατικής τάξης, τώρα απειλεί με περαιτέρω εξαθλίωση τις οικογένειες της εργατικής τάξης – όλα για την προστασία των κερδών.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η μεγαλύτερη πυκνότητα μολύνσεων από τον κορωνοϊό στη χώρα συνεχίζει να εμφανίζεται εκεί όπου υπάρχουν μεγάλες συγκεντρώσεις ανθρώπων που συστηματικά «ποδοπατούνται» από τον καπιταλισμό. Οι φυλακές σε όλη τη χώρα έρχονται αντιμέτωπες με καταστροφικά ποσοστά θανάτων λόγω της πανδημίας, με το Rikers Island στη Νέα Υόρκη να φιλοξενεί το υψηλότερο ποσοστό μόλυνσης στον πλανήτη.
Στο Έθνος Ναβάχο, νοτιοδυτικά των ΗΠΑ, τη μεγαλύτερη χερσαία περιοχή που συνεχίζει να ελέγχεται από αυτόχθονες πληθυσμούς εντός των συνόρων των ΗΠΑ, περίπου 350.000 άνθρωποι ζουν σε μια περιοχή μεγαλύτερη από τη Δυτική Βιρτζίνια, με πρόσβαση σε υγειονομική περίθαλψη και σε πόσιμο νερό δραστικά περιορισμένη, και με πολλούς κατοίκους να χρειάζεται να ταξιδεύουν μίλια, για να έχουν πρόσβαση σε πόσιμο νερό. Αυτές οι συνθήκες έχουν πλέον οδηγήσει στο τρίτο υψηλότερο ποσοστό μόλυνσης στη χώρα – μετά τη Νέα Υόρκη και το Νιού Τζέρσεϋ, με αριθμό θανάτων μεγαλύτερο από αρκετών Πολιτειών μαζί.
Παρατηρώντας ακόμη πιο παραμελημένους πληθυσμούς, ο Economist τώρα προβλέπει ότι οι περισσότεροι θάνατοι στις ΗΠΑ είναι πιθανόν συμβούν στον Αμερικάνικο Νότο. Αυτό το βαρέλι που είναι έτοιμο να εκραγεί, φιλοξενεί τους μεγαλύτερους πληθυσμούς μαύρων εργαζομένων στη χώρα.
Στις τεράστιες μη αστικές περιοχές της χώρας, όπου 119 νοσοκομεία και κλινικές έχουν κλείσει την τελευταία δεκαετία, τα παράλογα χρονοβόρα ταξίδια για πρόσβαση στο σύστημα υγείας, αποτελούν μέρος της ζωής των φτωχών αγροτών. Στην απέραντη ενδοχώρα της Αμερικής, εκατομμύρια άνθρωποι πρέπει να οδηγούν για ώρες προς το κοντινότερο νοσοκομείο – εάν βέβαια έχουν την οικονομική δυνατότητα να διαθέτουν αυτοκίνητο. Για τους πάσχοντες από την πανδημία που χρειάζονται αναπνευστήρα για να επιβιώσουν, αυτές οι αποστάσεις ισοδυναμούν πιθανώς με θανατική καταδίκη.
Σύμφωνα με τα διάσημα λόγια του Malcolm X., «Δεν μπορείς να έχεις καπιταλισμό, χωρίς ρατσισμό». Ο κορωνοϊός αποκάλυψε και πάλι το αποκρουστικό πρόσωπο ενός συστήματος που βασίζεται στην ατομική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής. Όντας καιρό εξοικειωμένοι με την ανελέητη εκμετάλλευση των εργατών του κόσμου, οι Αμερικάνοι καπιταλιστές που τώρα έρχονται αντιμέτωποι με την πιο βαθιά κρίση, ανανεώνουν την προσπάθεια τους για την απομύζηση μέχρι και του τελευταίου σεντ – και της τελευταίας ανάσας – των πιο καταπιεσμένων εργατών μέσα στα δικά τους σύνορα. Ο καπιταλισμός μπορεί μόνο να συνεχίσει να υπάρχει, αυξάνοντάς σε τρομακτικό βαθμό, την αναγκαία γι’ αυτόν βία και μόνο η ενωμένη εργατική τάξη μπορεί να τον σταματήσει.
Λερόι Τζέιμς
Δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα www.marxist.com στις 13 Μαίου 2020
Μετάφραση: Μαρίνα Τσαλούπη