ΣΥΝ : Η «ΣΤΡΟΦΗ» ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΤΑΞΗ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΣΥΝΔΥΑΣΤΕΙ ΜΕ ΤΙΣ ΚΑΤΑΛΛΗΛΕΣ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΕΙΣ
Στις αρχές Γενάρη, η ηγεσία του ΣΥΝ δοκίμασε να απαντήσει στο πρόβλημα της αποσυσπείρωσης που ανέδειξαν για το κόμμα οι πρόσφατες δημοτικές εκλογές, υιοθετώντας μια νέα κατεύθυνση. Με σχετική απόφαση (
http://www.syn.gr/gr/keimeno.php?id=21643 ) της Πολιτικής Γραμματείας (Π.Γ) έριξε το σύνθημα για
«..ριζική στροφή του κόμματός μας από τη βάση μέχρι την ηγεσία του στην εργατική δουλειά..».
Η «Μαρξιστική Φωνή» (www.marxismos.com) έχοντας υπομονετικά υποστηρίξει την ανάγκη ο ΣΥΝ να χτίσει ισχυρούς δεσμούς με τους εργαζόμενους που αφυπνίζονται κάτω από τα χτυπήματα της καπιταλιστικής κρίσης, δεν μπορεί παρά να χαιρετίσει αυτή τη στροφή. Όμως, ακριβώς επειδή πιστεύουμε ότι αποτελεί ζωτική υπόθεση για το μέλλον του κόμματος, θεωρούμε ότι για να έχει ουσία και αποτέλεσμα πρέπει να διεξαχθεί με το κατάλληλο πλαίσιο βασικών διεκδικήσεων.
Σήμερα που οι εργαζόμενοι είτε απειλούνται να χάσουν, είτε χάνουν τη δουλειά τους, αναμφίβολα το πιο καυτό πρόβλημα της εργατικής τάξης είναι η ανεργία. Ποια βασική διεκδίκηση πρέπει να προβάλει το κόμμα για αυτό το ζήτημα στο πλαίσιο της στροφής του στην εργατική τάξη; Τίποτα συγκεκριμένο και ουσιαστικό δεν διαβάζουμε στο κείμενο απόφασης της ΠΓ, εκτός από τα ακόλουθα γενικόλογα : «..διεκδίκηση μέτρων και πολιτικών για την αντιμετώπιση της ανεργίας, την αποτροπή των απολύσεων και τη στήριξη των ανέργων.…». Δυστυχώς, αν ένα μέλος του ΣΥΝ απευθυνθεί σε έναν νυν ή υποψήφιο άνεργο με αυτά τα ασαφή λόγια, η στροφή στην εργατική τάξη θα αποδειχθεί «άνθρακες». Αυτό που θέλουν να μάθουν οι εργαζόμενοι είναι ποια ακριβώς θα είναι αυτά «τα μέτρα».
Στο παρελθόν, το κόμμα είχε πάρει πρωτοβουλίες για τη διεκδίκηση ενός μέτρου που θα μπορούσε να εξασφαλίσει άμεσα χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας : 35ωρο χωρίς μείωση αποδοχών. Κάθε μέλος του κόμματος έχει δικαίωμα να ρωτήσει την ηγεσία σήμερα: γιατί εγκαταλείφτηκε αυτή η διεκδίκηση με την εμφάνιση της κρίσης, δηλαδή ακριβώς τη στιγμή που η εργατική τάξη την είχε ανάγκη περισσότερο από ποτέ;
Η διεκδίκηση της μείωσης των ωρών εργασίας χωρίς μείωση αποδοχών, θα μπορούσε να γίνει σήμερα πιο δημοφιλής από ποτέ ανάμεσα στους εργαζόμενους, αν υποστηριζόταν από τα μέλη του κόμματος με τον ακόλουθο τρόπο: «Η κρίση για την οποία δεν ευθύνεται η τάξη μας αλλά η τάξη που κατέχει τον πλούτο και τα μέσα της παραγωγής, επιχειρείται να μετατεθεί στους δικούς μας ώμους με μαζικές απολύσεις. Αντίθετα, αυτό που απαιτείται για να σωθούμε όλοι από την ανεργία και να εξασφαλιστεί η επιβίωση των οικογενειών μας είναι η υπάρχουσα δουλειά να μοιραστεί σε όλους τους εργαζόμενους και αυτό δεν μπορεί παρά να σημαίνει την δραστική μείωση των ωρών εργασίας, χωρίς τη μείωση των μισθών». Αυτή η θέση θα μπορούσε να γίνει εύκολα κατανοητή και να συσπειρώσει τους εργαζόμενους σαν βασική «αιχμή» στον αγώνα ενάντια στην ανεργία, συνδυαζόμενη με τη διεκδίκηση άλλων βοηθητικών προς την ίδια κατεύθυνση μέτρων, όπως η πραγματοποίηση ενός μεγάλου προγράμματος δημόσιων, κοινωφελών έργων.
Μισθοί πραγματικών αναγκών
Το ίδιο αφηρημένες και αποσπασματικές είναι και οι διεκδικήσεις που αναφέρονται για το εργατικό εισόδημα: «..υπεράσπιση των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας και του κατώτερου εγγυημένου μισθού…». Είναι γνωστό όμως σε όλους τους εργαζόμενους, ότι και οι προ-Μνημονίου συλλογικές συμβάσεις για τους μισθούς κινούνταν σε επίπεδα εξαθλίωσης. Με την αστική τάξη να επιδίδεται σε διαρκείς περικοπές κάθε χρόνο, η υπεράσπιση του περσινού «πετσοκομμένου» εργατικού εισοδήματος έναντι του ακόμα πιο «πετσοκομμένου» φετινού, δεν μπορεί να αποτελέσει διεκδίκηση ικανή να συσπειρώσει και να ενθουσιάσει το εργατικό κίνημα.
Οι διεκδικήσεις στους μισθούς πρέπει να αντιστοιχούν στις ανάγκες των εργαζόμενων και να διαμορφώνονται με κριτήριο το μερίδιο του εθνικού εισοδήματος που καρπώνεται ο ταξικός αντίπαλος. Αυτό που πρέπει να τεθεί σαν στόχος πάλης είναι να μπορεί μια εργατική οικογένεια να ζει στις σημερινές συνθήκες ανθρώπινα και με αξιοπρέπεια. Από την άλλη πλευρά, παρά τη συρρίκνωση του ΑΕΠ, τα στοιχεία για την τάξη των καπιταλιστών σαν σύνολο δείχνουν ότι οι όποιες ζημιές καταγράφει αυτή από την κρίση, είναι κατά κανόνα ανεπαίσθητες, αν ληφθούν υπόψη τα υπερκέρδη των προηγούμενων χρόνων, ενώ στην κυριολεξία συνιστούν «ψίχουλα», αν συγκριθούν με την παρούσα καταβαράθρωση του βιοτικού επιπέδου της εργατικής τάξης. Ταυτόχρονα, πρέπει να σημειωθεί ότι ένα μεγάλο τμήμα της άρχουσας τάξης συνεχίζει να εμφανίζει υψηλή κερδοφορία και μέσα στην κρίση (το 40 με 45% των εισηγμένων στο Χρηματιστήριο εταιρειών, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία για το 2010).
Έτσι πάνω σε αυτή τη βάση, «η υπεράσπιση των συλλογικών συμβάσεων» σε μια περίοδο που το ίδιο το δικαίωμα της σύναψής τους καταργείται, ασφαλώς πρέπει να είναι μέσα στο πλαίσιο διεκδικήσεων του κόμματος. Όμως είναι απαραίτητο να συμπληρώσουμε, ότι οι μισθοί που θα προβλέπουν αυτές οι συμβάσεις πρέπει να διαμορφωθούν στα επίπεδα μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης για μια εργατική οικογένεια, όπως προσδιορίζονται από τις μελέτες των ίδιων των συνδικάτων. Και για να αντιμετωπιστούν οι επιπτώσεις της κερδοσκοπικής ακρίβειας, οι συλλογικές συμβάσεις πρέπει να προβλέπουν απαραίτητα μια μηνιαία αναπροσαρμογή των μισθών ανάλογη με την αύξηση των τιμών στα βασικά είδη κατανάλωσης.
Πώς θα γίνει η σύνδεση με τον «δρόμο του σοσιαλισμού»;
Το μέλος του κόμματος που θα βρισκόταν σε έναν εργατικό χώρο αντιμέτωπο με την αναμενόμενη υπόμνηση ότι οι καπιταλιστές δεν πρόκειται να δεχθούν σήμερα τη μείωση των ωρών εργασίας και την παροχή αυξήσεων, θα μπορούσε να αντιτάξει τα ακόλουθα: «Αν οι καπιταλιστές δεν μπορούν να μας εξασφαλίσουν μια ανθρώπινη διαβίωση σε βάρος ενός μικρού τμήματος της δικής τους τεράστιας συσσώρευσης, τότε οι επιχειρήσεις που κατέχουν θα πρέπει να περάσουν στον έλεγχο της κοινωνίας, να κοινωνικοποιηθούν. Ή εμείς θα συνεχίζουμε να εξαθλιωνόμαστε μαζικά ή αυτοί θα μας απαλλάξουν από την παρουσία τους, ώστε να ελέγξουμε εμείς οι ίδιοι τις επιχειρήσεις και μέσω αυτών, να μάθουμε να διοικούμε το σύνολο της εθνικής οικονομίας και του κράτους προς όφελος της τάξης μας, που αποτελεί την κοινωνική πλειοψηφία.»
Με αυτή τη γλώσσα θα δείξουμε το μόνο ρεαλιστικό δρόμο οριστικής διεξόδου από την κρίση : τον δρόμο της κοινωνικοποιημένης, σχεδιασμένης οικονομίας, δηλαδή το δρόμο της «προόδου» και του «σοσιαλισμού», που ενώ σωστά επικαλείται στην απόφασή της η ηγεσία του κόμματος, ταυτόχρονα αρνείται να προβάλει την παραμικρή διεκδίκηση που θα βοηθά την εργατική τάξη να φθάσει στο κατώφλι του.
Μόνο αυτού του είδους οι διεκδικήσεις και μια τέτοια γλώσσα, μπορούν να συσπειρώσουν τους εργαζόμενους και να δώσουν πραγματικό περιεχόμενο στην στροφή του κόμματος στην εργατική τάξη. Πάνω σε αυτή τη βάση, ο ΣΥΝ θα μπορέσει να κερδίσει σημαντικό έδαφος μέσα στο εργατικό κίνημα και η αυξανόμενη απήχηση που θα του εξασφαλίσει αυτό το πλαίσιο βασικών διεκδικήσεων, θα ισχυροποιήσει την προσπάθεια για ενωτική δράση όλων των αριστερών δυνάμεων στα συνδικάτα, που επίσης πολύ ορθά, τίθεται σαν στόχος της δουλειάς του κόμματος την επόμενη περίοδο.
Σταμάτης Καραγιαννόπουλος