Σε αλλαγές φαίνεται ότι θα προχωρήσει η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας όσον αφορά τα ιδρύματα της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης και συγκεκριμένα τα Τ.Ε.Ι. Σε σύνοδο των προέδρων των ΤΕΙ στις 27 Φεβρουαρίου, ο υπουργός Παιδείας, Αριστείδης Μπαλτάς και ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Δημήτρης Χασάπης, έκαναν γνωστές τις προθέσεις της νέας κυβέρνησης που αφορούν την Τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Σε αυτή τη σύνοδο έγινε σαφές από τον κ. Χασάπη ότι πολλά τμήματα ΤΕΙ της χώρας έχουν ένα επίπεδο σπουδών παρόμοιο με ιδρύματα της μεταλυκειακής εκπαίδευσης όπως τα ΙΕΚ, ενώ κάποια άλλα παρόμοιο με εκείνο τμημάτων ΑΕΙ δείχνοντας έτσι το δρόμο που πρόκειται να ακολουθήσει η νέα κυβέρνηση που δεν είναι άλλος από εκείνον των συγχωνεύσεων και καταργήσεων τμημάτων των ΤΕΙ. Δηλαδή έχουμε στην ουσία τα ίδια δείγματα γραφής με αυτά παλαιότερων κυβερνήσεων, απλά με μια διαφορετική φρασεολογία (κατάργηση των Συμβουλίων Διοίκησης, αλλαγές με βάση ακαδημαϊκά και όχι λογιστικά κριτήρια).
Η διαφορά των σχεδίων της νέας ηγεσίας του υπουργείου σε σχέση με τις παλαιότερες βρίσκεται περισσότερο στη μορφή παρά στο περιεχόμενο. Η αναδιάρθρωση στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση θα γίνει σε τρία στάδια. Στο πρώτο θα καταστρωθεί το σχέδιο του υπουργείου σε συνεργασία με την ΑΔΙΠ (ο οργανισμός που ήταν υπεύθυνος για το σχέδιο «Αθηνά»). Στο δεύτερο στάδιο θα υπάρξει διαβούλευση με τα ίδια τα ιδρύματα και φορείς των τοπικών κοινωνιών (η μόνη διαφορά σε σχέση με παλαιότερα νομοσχέδια είναι η διαβούλευση με τις τοπικές κοινωνίες). Εδώ αφήνεται να εννοηθεί ένα είδος εσωτερικής «αξιολόγησης» που αφήνει να εννοηθεί ότι θα έχουμε καταργήσεις μαθημάτων, αλλά και ολόκληρων τμημάτων και ιδιαίτερα αυτών της περιφέρειας (διαβούλευση με τις τοπικές κοινωνίες). Στο τρίτο στάδιο θα έχουμε έναν νέο ακαδημαϊκό χάρτη που θα συμβάλει στην αναπτυξιακή στρατηγική της χώρας. Με λίγα λόγια σπουδαστές-υπηρέτες των καπιταλιστών της χώρας με φθηνό εργατικό κόστος..
Στη σύνοδο που προαναφέρθηκε, οι Πρόεδροι αντέδρασαν στις εξαγγελίες του γ.γ και του υπουργού χαρακτηρίζοντάς τες ως σχέδιο «Αθηνά». Παρότι ο γ.γ ανέφερε ότι η αναδιάρθρωση θα έχει ακαδημαϊκά κριτήρια, σε απάντησή του προς τους προέδρους είπε χαρακτηριστικά ότι «δεν υπάρχει ούτε ευρώ» και προχώρησε μάλιστα στην παράθεση στοιχείων που αποδείκνυαν ότι 49 τμήματα των ΤΕΙ απασχολούν λιγότερους από 9 μόνιμους καθηγητές και συνεπώς χρειάζονται νέες προσλήψεις συμβασιούχων καθηγητών κάθε χρόνο ώστε να λειτουργήσουν. Συνεπώς φαίνεται ότι η νέα ηγεσία του υπουργείου θα συνεχίσει την ίδια πολιτική με τις παλαιότερες κυβερνήσεις, δηλαδή συγχωνεύσεις και κλεισίματα τμημάτων με οικονομικά κριτήρια.
Αυτή η πολιτική ανεξάρτητα από προθέσεις είναι αναγκαία στο έδαφος του καπιταλισμού που βρίσκεται σε βαθειά κρίση. Το υπουργείο Παιδείας μην έχοντας επαρκή χρηματοδότηση θα αναγκαστεί να χτυπήσει σε πρώτη φάση τα ιδρύματα που έχουν μικρότερη «ζήτηση» και συνεπώς λιγότερους σπουδαστές-φοιτητές. Ιδιαίτερα ιδρύματα της επαρχίας που έχουν μια σειρά από ελλείψεις και είναι γενικά λιγότερο πολυπληθή. Σε περιόδους δομικής καπιταλιστικής κρίσης όπως η σημερινή, η αγορά εργασίας στενεύει σημαντικά και ο ανταγωνισμός των εργαζομένων για να πουλήσουν την εργατική τους δύναμη αυξάνεται. Έτσι μια σειρά από επιστημονικούς κλάδους και ειδικότητες παύουν να είναι κερδοφόροι για τους καπιταλιστές και είναι πλέον περιττοί.
Επιπρόσθετα η προοπτική απορρόφησης ειδικευμένων πτυχιούχων εργαζόμενων από το «δημόσιο» είναι σε αυτές τις συνθήκες πολύ περιορισμένη. Οπότε φυσικό συνεπακόλουθο της διαχείρισης του καπιταλισμού που βρίσκεται μάλιστα σε ιστορική κρίση είναι η επίθεση στα ιδρύματα και στα τμήματα που είναι «περιττά» δηλαδή μη κερδοφόρα για τους «υγιείς» επιχειρηματίες καπιταλιστές. Αν η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας και γενικότερα του ΣΥΡΙΖΑ, θέλει να εξυπηρετήσει τις ανάγκες των σπουδαστών-φοιτητών και συνολικά της εργατικής τάξης θα πρέπει να έρθει σε ρήξη με τον καπιταλισμό, απαλλοτριώνοντας τους καπιταλιστές και σχεδιάζοντας την οικονομία προς όφελος των μαζών.
Σε αυτό το πλαίσιο θα μπορέσει να λειτουργήσει η Τριτοβάθμια και συνολικότερα όλες οι βαθμίδες της εκπαίδευσης προς όφελος του εργαζόμενου λαού με συμμετοχή στον σχεδιασμό των ίδιων των φοιτητών-σπουδαστών, καθηγητών, εργαζόμενων στους χώρους εκπαίδευσης και της εργατικής κυβέρνησης. Το φοιτητικό κίνημα πρέπει να αντισταθεί σε αντιλαϊκούς νόμους που προτίθεται να θεσπίσει η νέα κυβέρνηση και να παλέψει στην κατεύθυνση της κατάκτησης μιας Παιδείας στην υπηρεσία του εργαζόμενου λαού ως στρατηγικό στόχο.
Κωνσταντίνος Αυγέρος – μέλος της ΟΜ Νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ Μυτιλίνης