Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΕπικαιρότηταΠολιτικό κείμενο Συνεδρίου της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Οργάνωσης - Μέρος 5ο

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Πολιτικό κείμενο Συνεδρίου της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Οργάνωσης – Μέρος 5ο

Το πέμπτο μέρος του πολιτικού κειμένου που αποφάσισε το 16ο Συνέδριο της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Οργάνωσης, του ελληνικού τμήματος της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (Αθήνα, 14 & 15 Δεκεμβρίου 2024). Διαβάστε σε αυτό το μέρος: Οι δημογραφικές συνέπειες της εξαθλίωσης και το φιτίλι της «καθημερινότητας» - Ριζοσπαστικές διεργασίες στη συνείδηση - Εργατικό κίνημα: η πορεία του κατά την τελευταία δεκαπενταετία - Η σημερινή φάση του εργατικού κινήματος

Οι δημογραφικές συνέπειες της εξαθλίωσης και το φιτίλι της «καθημερινότητας»

Η ζοφερή γενική κατάσταση στο βιοτικό επίπεδο της εργατικής συνεχίζει να έχει βαρύτατες δημογραφικές συνέπειες. Έτσι, σύμφωνα με στοιχεία έρευνας του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ) αλλά και της ΕΛΣΤΑΤ, ενώ το 1967 οι γυναίκες στην Ελλάδα γεννούσαν κατά μέσο όρο 2,5 παιδιά, το 2023 ο αριθμός αυτός έχει μειωθεί σε 1,3. Είναι αποκαλυπτικό το γεγονός ότι οι γεννήσεις στη χώρα το 2023 ήταν μειωμένες κατά 37,74% σε σύγκριση με την χρονιά που του πρώτου Μνημονίου το 2010. Ο ελληνικός καπιταλισμός λοιπόν, όχι μόνο δεν εξασφαλίζει στην ελληνική κοινωνία ένα μέλλον ανάπτυξης και ευημερίας, αλλά τη μετατρέπει σε μια κοινωνία γερόντων. Εξαθλιώνοντας καθημερινά τη μοναδική αληθινά προοδευτική τάξη της κοινωνίας και μπλοκάροντας την ανάπτυξη της κοινωνικής παραγωγής έχει γίνει γίνεται εμπόδιο στην ίδια την αναπαραγωγή της ζωής.

Επιπλέον, οι συνέπειες της αυξανόμενης εξαθλίωσης της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων επεκτείνονται και στο πεδίο της γενικής ποιότητας ζωής, που οι αστοί αποκαλούν υποτιμητικά «καθημερινότητα».

Οι συγκοινωνίες για παράδειγμα, βρίσκονται σήμερα σε τραγική κατάσταση. Σε ένα σχετικό ρεπορτάζ που δημοσίευσε το Βήμα στις 29/9/2024, διαβάζουμε τα εξής: «Σήμερα με τη συγκοινωνία στην Αθήνα μετακινούνται 1 εκ. επιβάτες την ημέρα. Η μεγάλη ηλικία των οχημάτων μαζικής μεταφοράς, η μη επαρκής συντήρησή τους για αρκετά χρόνια μετά το 2012, η ελλιπής λειτουργία του κλιματισμού, αλλά και η αναγκαστική αραίωση των δρομολογίων, κυρίως λόγω των ελλείψεων σε τροχαίο υλικό, είναι οι κυριότερες πηγές της καθημερινής ταλαιπωρίας του επιβατικού κοινού». Τα σχετικά στοιχεία που δημοσιοποίησε στις 24/11 ο πρόεδρος του Συνδικάτου Εργαζομένων ΟΑΣΑ είναι αποκαλυπτικά και δείχνουν ότι έχουμε μια δραματική μείωση του συγκοινωνιακού έργου στις Οδικές Συγκοινωνίες της Αθήνας τα τελευταία 15 χρόνια. Έτσι, ενώ το 2009 τα λεωφορεία ήταν 1.703, σήμερα είναι μόλις 1.127. Τα δε δρομολόγια, από 15.857 το 2009 έχουν μειωθεί σήμερα σε 11.103.

Επιπρόσθετα, σύμφωνα με στοιχεία ερευνητικού προγράμματος του Δήμου Αθηναίων και του Ε.Μ. Πολυτεχνείου για τη «βαδισιμότητα» στην πόλη, πάνω από το 57% του δικτύου των πεζοδρομίων της Αθήνας είναι σε κακή κατάσταση. Σχετικά με το αγαθό της καθαριότητας, στοιχεία του Δήμου Αθηναίων έδειξαν ότι το πρώτο επτάμηνο του 2024 έχουν αυξηθεί κατά 10% οι βεβαιωμένες παραβάσεις σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2023, και αφορούν ως επί το πλείστον επιχειρήσεις, ενώ μόνο το πρώτο οκτάμηνο του 2024 η Δημοτική Αστυνομία στην Αθήνα πραγματοποίησε 1035 ελέγχους ηχομέτρησης στους οποίους διαπιστώθηκαν 240 παραβάσεις.

Ένα γράμμα μιας νεαρής εργαζόμενης αναγνώστριας που δημοσιεύθηκε στο Βήμα της Κυριακής στις 29/9/2024, περιγράφει αυθεντικά και γλαφυρά τη συνολική υποβάθμιση της ποιότητας ζωής που επιφυλάσσει σε εκατομμύρια εργαζόμενους ανθρώπους σήμερα ο ελληνικός καπιταλισμός: «Καλησπέρα σας. Έχω απελπιστεί από την εξαντλητική καθημερινότητα σ’ αυτή τη χώρα και πραγματικά δεν αντέχω στην ιδέα ότι δεν γίνεται να αλλάξει κάτι. Είμαι 25 χρονών, δουλεύω 52 ώρες την εβδομάδα και παράλληλα σπουδάζω. Φυσικά η αμοιβή μου είναι αστεία, φυσικά και είναι βραχνάς το να ζήσω μόνη μου και να σταθώ στα πόδια μου. Δεν φτάνει η πίεση που δέχομαι για να καταφέρω να επιβιώσω, έχω ταυτόχρονα και την πίεση που μου ασκείται όταν τριγύρω σου δεν λειτουργεί τίποτα σωστά. Στην γειτονιά μου ο ιδιοκτήτης του μαγαζιού νυχτερινής διασκέδασης έχει θεωρήσει απόλυτα φυσιολογικό να ξαγρυπνάμε όλοι για να βγάζει αυτός το μήνα του. Έχουν γίνει άπειρες καταγγελίες για την μουσική αλλά έχει κάποιο κονέ και συνεχίζει ακάθεκτος την ηχορύπανσή του. Το πρωί θέλω να πάω στη δουλειά μου και ξεκινάω από το σπίτι μου μιάμιση ώρα νωρίτερα γιατί ο προαστιακός την καθυστέρηση των 10-15 λεπτών τη θεωρεί φυσιολογικότατη. Φτάνω στο μετρό το οποίο έρχεται ανά 6-7 λεπτά, με αποτέλεσμα να γίνεται πανικός. Εννοείται ότι τα παλιά βαγόνια δεν έχουν κλιματισμό γιατί στην Ελλάδα με τους 40 βαθμούς δεν τον χρειαζόμαστε. Κατεβαίνω από το μετρό και περπατάω σε πεζοδρόμια σπασμένα, με αυτοκίνητα και μηχανάκια πάνω ή με στάσεις λεωφορείου και πλήθος κόσμου μαζεμένο, έτσι για να εξασφαλίσουμε ότι θα ταλαιπωρηθούμε ακόμα και εκεί. Αποτέλεσμα; Έχω ήδη κουραστεί πριν καλά καλά ξεκινήσει η μέρα μου. Και αναρωτιέμαι γιατί πρέπει να το βιώνουμε όλο αυτό; Γιατί η ταλαιπωρία έχει ριζώσει τόσο βαθιά στην κοινωνία μας; Σας τα αναφέρω όλα αυτά γιατί πιστεύω ότι έχει φτάσει πλέον ο κόσμος στο χτένι. Εσείς έχετε δύναμη στα χέρια σας και μπορείτε να ασκείτε πιέσεις. Λίγο να αρχίσουμε εμείς να μη μένουμε αμέτοχοι στα πάντα, λίγο να αρχίσετε εσείς να ξεμπροστιάζεται τους υπεύθυνους, κάτι θα αλλάξουμε. Ένα βήμα τη φορά να κάνουμε πάντα είναι καλύτερο από τη στασιμότητα! Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για τον χρόνο σας!!».

Ριζοσπαστικές διεργασίες στη συνείδηση

Τα αγωνιώδη ερωτήματα αυτής της νέας εργαζόμενης είναι άκρως ενδιαφέροντα, όχι γιατί εκφράζουν την εύλογη απελπισία της εργατικής τάξης μπροστά στη γενική επιδείνωση των συνθηκών της ζωής της, αλλά κυρίως, επειδή αντανακλούν αυτό που ο Τρότσκι αποκάλεσε κάποτε μοριακές διεργασίες της επανάστασης στη συνείδηση. Ιστορικά, το ερώτημα «γιατί πρέπει να το βιώνουμε όλο αυτό;» και η εκτίμηση «ότι έχει φτάσει πλέον ο κόμπος στο χτένι» αποτύπωναν πάντα με τον πιο απλό και ζωντανό τρόπο την ίδια την αρχή των επαναστατικών διεργασιών στη συνείδηση της εργατικής τάξης.

Φυσικά, μεσολαβεί αρκετός δρόμος από την αρχική εμφάνιση αυτών των ερωτημάτων στην εργατική συνείδηση και την τελική απάντησή τους από την ίδια την εργατική τάξη με την επαναστατική της κινητοποίηση στον αγώνα για την εξουσία. Ωστόσο, είναι πολύ σημαντικό, οι κομμουνιστές να μπορούν να αντιλαμβάνονται αυτές τις διεργασίες, να μην τις υποτιμούν και να προσαρμόζουν το είδος και τους ρυθμούς της πολιτικής τους δράσης στα ιστορικά καθήκοντα που αυτές τους θέτουν σήμερα.

Η εργατική συνείδηση βρίσκεται σήμερα σ΄ ένα μεταβατικό στάδιο πυρετωδών διεργασιών. Ιδιαίτερα το πιο προχωρημένο της στρώμα, αλλά σ’ έναν βαθμό και οι πιο πλατιές της μάζες, έχουν βγάλει ορισμένα σωστά, βασικά πολιτικά συμπεράσματα από την εμπειρία του 2015. Κατανοούν, ή έστω μπορούν πλέον ευκολότερα να κατανοήσουν, ότι δεν υπάρχουν «εύκολοι δρόμοι» για τη ριζική αλλαγή της ζωής τους, όπως αυτοί που υπόσχονται οι ρεφορμιστές. Ο καπιταλισμός και ο δυτικός ιμπεριαλισμός (ΗΠΑ και ΕΕ), μετά τα βάσανα της μεγάλης ύφεσης και τη διεθνή εμπειρία των απανωτών διεθνών κρίσεων, προεξαρχουσών των σημερινών πολεμικών εξελίξεων, δεν έχει πια κανένα κύρος στη συνείδησή τους, σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε, ιδίως στις νεότερες γενιές κατά τις δεκαετίες του 1990 και του 2000. Πάνω απ’ όλα, καταλαβαίνουν ότι το πιο επείγον ζήτημα σήμερα είναι να υπάρξει μια εναλλακτική πολιτική λύση εξουσίας, και αυτή αρχίζουν να την αναζητούν σε όποιο ιδεολογικό και πολιτικό ρεύμα εμφανίζεται ως αντισυστημικό.

Τα στοιχεία μιας πρόσφατης μεγάλης έρευνας γνώμης που πραγματοποιήθηκε το διάστημα Δεκέμβριος 2023 – Ιανουάριος 2024 από την εταιρεία Prorata είναι αρκετά αποκαλυπτικά για την κατεύθυνση της πολιτικής συνείδησης των μαζών. Στο ερώτημα «με ποιες έννοιες ταυτίζεστε μερικώς ή συνολικότερα;» το Κέντρο επέλεξε το 15%, ενώ την Αριστερά το 16% και τη Δεξιά το 13%. Δεξιότερα της Δεξιάς, την έννοια του εθνικισμού επέλεξε το 9% και αριστερότερα της Αριστεράς, τον κομμουνισμό επέλεξε το 6%, ενώ με την έννοια του αντικαπιταλισμού ταυτίστηκε το 7%.

Το χαμηλό ποσοστό του Κέντρου εδώ, και η εμφάνιση αυξημένης απήχησης για τη μέχρι πρότινος ταυτισμένη με την εξωκοινοβουλευτικές οργανώσεις έννοια του «αντικαπιταλισμού», είναι τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία και επιβεβαιώνουν όσα αναφέραμε πιο πάνω. Το σχετικά χαμηλό ποσοστό που έλαβε εδώ ο κομμουνισμός (μικρότερο από εκείνο του αντικαπιταλισμού) σε μια χώρα με τόσο μεγάλες κομμουνιστικές παραδόσεις όπως η Ελλάδα, εκφράζει τη μεγάλη δυσφήμιση και δυσπιστία που έχει προκαλέσει στις μάζες για τον κομμουνισμό ο ρόλος του ΚΚΕ, και γενικότερα ο ιστορικός ρόλος του σταλινισμού.

Ακόμα πιο σημαντικό, είναι το εύρημα που δείχνει ότι το 35% θεωρεί πως «είναι εφικτό να εφαρμοστούν οι παραδοσιακές προγραμματικές ιδέες της Αριστεράς για κρατικοποιήσεις στην οικονομία, αλλά για να εφαρμοστούν χρειάζεται ρήξη». Αυτό αντανακλά, αν μη τι άλλο, μια τάση για επαναστατικά πολιτικά συμπεράσματα από την εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ το 2015.

Τέλος, αξιοσημείωτο για μια παραδοσιακά βαθιά θρησκευόμενη κοινωνία όπως η ελληνική, είναι το ότι το 22% θεωρεί πως δεν υπάρχει θεός, αλλά και το 75% που τάσσεται υπέρ του χωρισμού της Εκκλησίας από το κράτος. Τέλος, παρά τα αισθήματα απελπισίας που δημιουργεί στις μάζες καθημερινά ο καπιταλισμός, το 79% δήλωσε ότι «είναι εφικτό να υπάρξει σήμερα μια δίκαιη κοινωνία ευτυχισμένων ανθρώπων»! Όλα αυτά δείχνουν ότι όχι μόνο η λεγόμενη πρωτοπορία, αλλά η μεγάλη πλειονότητα των μαζών είναι σήμερα ανοικτή να ακούσει και να αποδεχθεί, στα πιο βασικά τους στοιχεία, τις ιδέες και το πρόγραμμα του κομμουνισμού.

Εργατικό κίνημα: η πορεία του κατά την τελευταία δεκαπενταετία

Ο όρος «εργατικό κίνημα» προσδιορίζει όλες τις μορφές πάλης της εργατικής τάξης, από την οικονομική έως την πολιτική. Για καταλάβουμε τη φάση του εργατικού κινήματος σήμερα στην Ελλάδα και για να βγάλουμε συμπεράσματα για τις προοπτικές του, είναι απαραίτητο να κάνουμε μια συνοπτική αναδρομή στις εξελίξεις που διαμόρφωσαν τη συνείδηση του κινήματος κατά την τελευταία δεκαπενταετία. Γιατί αυτές οι εξελίξεις έχουν αφήσει πολύ ισχυρό αποτύπωμα στη σημερινή κατάσταση του κινήματος.

Η διεθνής κρίση του 2008 με την σφοδρή αντανάκλασή της στην Ελλάδα δημιούργησε τις υλικές προϋποθέσεις για να εισέλθει η χώρα σε μια σε μια παρατεταμένη προεπαναστατική περίοδο, η οποία είχε προαναγγελθεί από τα μεγάλα κινήματα της νεολαίας του 2006-2007 (νικηφόρο φοιτητικό κίνημα ενάντια στην αλλαγή του άρθρου 16 του Συντάγματος) και του 2008 (εξέγερση με επίκεντρο τους μαθητές μετά τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου), και εξελίχθηκε για σχεδόν 6 χρόνια, από την άνοιξη του 2010 έως τα τέλη του χειμώνα του 2016.

Σε όλη αυτή την περίοδο, η εργατική τάξη, όχι μόνο δεν παρέλυσε κάτω από το φοβερό βάρος της μαζικής ανεργίας και εξαθλίωσης που δημιούργησε η κρίση, αλλά έδωσε ιστορικές ταξικές και πολιτικές μάχες. Είχαμε τις γενικές απεργίες της περιόδου 2010-2014, το μαζικό κίνημα των πλατειών («αγανακτισμένοι») το 2011, το ισχυρό λαϊκό ρεύμα που ώθησε τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία κατά την τριετία 2012-2015, το μαζικό κίνημα του προδομένου δημοψηφίσματος του καλοκαιριού του 2015 και την 48ωρη γενική απεργία τον Φεβρουάριο του 2016 με τη μαζική συμμετοχή των αγροτών και άλλων μικροαστικών στρωμάτων.

Όλη αυτή την περίοδο, η εργατική τάξη, χωρίς να διαθέτει επαναστατική πολιτική ηγεσία έκανε ό,τι μπορούσε, μέσα στις δεδομένες κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες, για να αλλάξει ριζικά τη μοίρα που της επιφυλάσσει ο καπιταλισμός. Όμως προδόθηκε. Ανοικτά και ξεδιάντροπα από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ με την υπογραφή του 3ου Μνημονίου και τα πεπραγμένα της περιόδου της κυβέρνησης 2015-2019, και συγκεκαλυμμένα από τις ηγεσίες του ΚΚΕ και της «Αριστερής Πλατφόρμας» του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίες αρνήθηκαν από την αρχή μέχρι το τέλος αυτής της εξαετούς περιόδου να προετοιμάσουν μιας επαναστατική εναλλακτική λύση, ακολουθώντας μια γραμμή παθητικού-τελεσιγραφικού αριστερισμού η πρώτη, και γραφειοκρατικής-οπορτουνιστικής δειλίας και αποχαύνωσης η δεύτερη. Έτσι, η εργατική τάξη σπρώχτηκε από όλες τις ηγεσίες της στον βάλτο της απελπισίας και της πολιτικής απογοήτευσης, και η μακρά προεπαναστατική περίοδος έληξε άδοξα.

Το σχεδόν τετραετές διάστημα απουσίας μαζικών αγώνων που ακολούθησε από την άνοιξη του 2016 και μετά, ήταν μια απόλυτα φυσιολογική και αναμενόμενη εξέλιξη. Ωστόσο, όπως εξηγήσαμε τότε, παρά την έναρξη μιας νέας φάσης απογοήτευσης και παράλυσης για το κίνημα μετά από τη μεγάλη ήττα, η συνεχιζόμενη κρίση του ελληνικού καπιταλισμού θα συνέχιζε να εγκυμονεί μεγάλους επαναστατικούς κινδύνους για το αστικό καθεστώς, και οι συνθήκες δεν θα ευνοούσαν μια μακρά σταθεροποίησή του. Τα γεγονότα που ακολούθησαν αμέσως μετά την εκλογή της κυβέρνησης της ΝΔ το 2019, επιβεβαίωσαν αυτή την εκτίμηση και φανέρωσαν την έναρξη μιας νέας φάσης του κινήματος.

Αυτή τη φάση την προανήγγειλε και πάλι η νεολαία με την πολύ μαζική διαδήλωση στην Αθήνα τον Οκτώβριο του 2020 με αίτημα την παραδειγματική καταδίκη της Χρυσής Αυγής, και με ένα αξιόλογο κίνημα μαθητικών καταλήψεων στα σχολεία τις ίδιες εκείνες μέρες. Και παρά τη δεύτερη και πιο θανατηφόρα έξαρση της πανδημίας, τον Μάρτιο του 2021, είχαμε τις σύντομες, αλλά αρκετά μαζικές και μαχητικές συγκεντρώσεις νεολαίας ενάντια στον αστυνομικό αυταρχισμό σε όλη τη χώρα (κίνημα «Πονάω!»).

Μόλις τρεις μήνες μετά, τον Ιούνιο του 2021, οι εργατικοί αγώνες που είχε προαναγγείλει με τις κινητοποιήσεις της η νεολαία, ξεκίνησαν. Είχαμε την πρώτη σχετικά μαζική 24ωρη γενική απεργία μετά από 5 χρόνια, ενάντια στον αντεργατικό νόμο Χατζηδάκη. Στον απόηχό της, είδαμε το Φθινόπωρο του 2021 τη νικηφόρα κινητοποίηση των διανομέων της e-food ενάντια στις απολύσεις, η οποία τράβηξε για αρκετές μέρες την προσοχή ολόκληρης της εργατικής τάξης και απέσπασε την έμπρακτη αλληλεγγύη της, και την πρώτη μερικώς νικηφόρα απεργία διαρκείας των εργατών στην COSCO. Ταυτόχρονα, είχαμε την πρώτη μαζική απεργία και διαδήλωση των εκπαιδευτικών μετά από αρκετά χρόνια. Η νέα φάση ανόδου των μαζικών αγώνων κλιμακώθηκε με τη σχετικά μαζική 24ωρη γενική απεργία του Απριλίου του 2022, και την τρίτη κατά σειρά και μαζικότερη 24ωρη γενική απεργία μέσα σε λιγότερο από 1,5 χρόνο, τον Νοέμβριο του 2022.

Αυτή η ξεκάθαρη τάση του εργατικού κινήματος για αντεπίθεση, παρότι υπονομεύτηκε εξαρχής από μια αδιάλλακτη άρνηση κάθε επιλογής κλιμάκωσης από τις συνδικαλιστικές ηγεσίες, συμπεριλαμβανομένης εκείνης του ΠΑΜΕ, σε συνδυασμό με τη μεγάλη λαϊκή δυσαρέσκεια από την ακρίβεια και την κατακραυγή από το σκάνδαλο των υποκλοπών, έβαλε την κυβέρνηση σε θέση άμυνας. Σε εκείνες τις συνθήκες, όπως είχαμε γράψει, ένα φαινομενικά τυχαίο ή απροσδόκητο γεγονός που θα αναδείκνυε σε μεγάλη κλίμακα τη σήψη του συστήματος, θα μπορούσε να προκαλέσει την έκρηξη του «εύφλεκτου υλικού» της συσσωρευμένης οργής. Ακριβώς αυτό συνέβη αμέσως μετά το κρατικό-καπιταλιστικό έγκλημα της 28ης Φεβρουαρίου 2023 στα Τέμπη.

Το σοκ και η οργή για το έγκλημα των Τεμπών διαπέρασε το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας και προκάλεσε ένα τεράστιο μαζικό κίνημα. Αυτό άρχισε από τη νεολαία, και με έναν γρήγορο τρόπο, εξαπλώθηκε στην εργατική τάξη με τις πιο μαζικές ημέρες διαμαρτυρίας να είναι εκείνες στις οποίες συμμετείχε με απεργιακή δράση το εργατικό κίνημα. Σύμφωνα με μια δημοσκόπηση μάλιστα, εκείνων των ημερών, η συμμετοχή στο «κίνημα των Τεμπών» ως ποσοστό επί του συνόλου του πληθυσμού της χώρας, ξεπέρασε ακόμα και εκείνη που είδαμε στο μαζικό κίνημα των πλατειών («αγανακτισμένοι») το 2011 (30% έναντι 29%). Αυτό το στοιχείο έδειξε την επαναστατική δυναμική που έκρυβε μέσα του αυτό το κίνημα.

Όμως για μία ακόμα φορά, οι συνδικαλιστικές και πολιτικές ηγεσίες του κινήματος έσωσαν την άρχουσα τάξη και την κυβέρνησή της. Η γραφειοκρατική πλειοψηφία της ηγεσίας της ΓΣΕΕ, επικαλούμενη με θράσος «φόρτο εργασίας» λόγω του συνεδρίου της, καταδέχθηκε να καλέσει 24ωρη γενική απεργία μόνο αφού είχαν περάσει 15 μέρες από το έγκλημα, και αφού πρώτα είχε ήδη γίνει ντε φάκτο μια τέτοια μετά από απόφαση Εργατικών Κέντρων, ΑΔΕΔΥ και διαφόρων ομοσπονδιών. Με αυτή την τακτική, προσέφερε τον αναγκαίο χρόνο στην κυβέρνηση για να επιχειρήσει να συγκαλύψει το έγκλημα, και συνέβαλε αποφασιστικά στην εκτόνωση του κινήματος.

Ταυτόχρονα, η σταλινική ηγεσία του ΠΑΜΕ, ουδέποτε πρόβαλε ένα εναλλακτικό σχέδιο κλιμάκωσης αγώνα, την ώρα που τα βασικά πολιτικά σημεία αναφοράς των εργαζόμενων, το ΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ είχαν ήδη απορροφηθεί από τον προεκλογικό τους αγώνα για τις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές. Οι εργαζόμενοι και οι νέοι, βλέποντας από τα συνδικάτα και τα κόμματα της Αριστεράς απροθυμία για μια ουσιαστική συνέχιση του αγώνα, άρχισαν να χάνουν το κίνητρο της συμμετοχής στις κινητοποιήσεις, μέχρι που αυτές «ξεφούσκωσαν» πριν καν να συμπληρώσουν την τρίτη βδομάδα.

Αυτή η τακτική εκτόνωσης από την πλευρά της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, με την αποφυγή κάθε μορφής αγωνιστικής κλιμάκωσης, φυσικά δεν ήταν καινούρια. Ακολουθείται με συνέπεια από τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία τα τελευταία 15 χρόνια, όπου το αδιέξοδο του ελληνικού καπιταλισμού έβγαλε επανειλημμένα κατά κύματα τις εργατικές μάζες στους δρόμους, και αποτελεί τον μόνιμο, εκ των έσω, κυματοθραύστη της δράσης τους. Και φυσικά, δεν αποτελεί μια ελληνική ιδιαιτερότητα. Την ίδια ακριβώς τακτική ακολούθησε και η γαλλική συνδικαλιστική γραφειοκρατία υπονομεύοντας τις μεγάλες μάχες του γαλλικού εργατικού κινήματος τα προηγούμενα χρόνια (Κίτρινα Γιλέκα, κίνημα ενάντια στον συνταξιοδοτικό νόμο του Μακρόν).

Οι δύο απανωτές βουλευτικές εκλογές που ακολούθησαν τον Μάιο και τον Ιούνιο του 2023 ήταν ένα σημείο καμπής για τη διάθεση του εργατικού κινήματος. Το γεγονός της επανεκλογής της ΝΔ στην κυβέρνηση, και μάλιστα με μια τεράστια διαφορά από τον δεύτερο ΣΥΡΙΖΑ, επέτεινε την απογοήτευση και τη σύγχυση μέσα στις γραμμές της εργατικής τάξης, και ανέκοψε την αγωνιστική δυναμική που άρχισε να αναπτύσσει το εργατικό κίνημα κατά τη διετία 2021-2022.

Στο μεταξύ, κατά τον προηγούμενο 1,5 χρόνο, η συνδικαλιστική γραφειοκρατία, σοσιαλδημοκρατική και σταλινική, συνέχισε να λειτουργεί πυροσβεστικά σε κάθε αναλαμπή του εργατικού κινήματος. Έτσι, παρά τις νέες δυνατότητες για μια αντεπίθεση του εργατικού κινήματος που δημιούργησαν στις αρχές του 2024 το μαζικό κίνημα στα Πανεπιστήμια και οι κινητοποιήσεις των αγροτών, περιορίστηκε σε μία καθυστερημένη, αν και αρκετά μαζική, 24ωρη απεργία στις 28 Φλεβάρη, η οποία προκηρύχθηκε από την ΑΔΕΔΥ, 37 Εργατικά Κέντρα και 22 Ομοσπονδίες του ιδιωτικού τομέα. Αυτή πραγματοποιήθηκε αφού είχαν ήδη υποχωρήσει οι κινητοποιήσεις των αγροτών, και με την ηγετική πλειοψηφία της ΓΣΕΕ προκλητικά να αρνείται να συμμετάσχει και να πραγματοποιεί μια προδιαγεγραμμένα αποτυχημένη «γενική» απεργία στις 17 Απριλίου.

Στις αρχές του Φθινοπώρου του 2024 παρατηρήσαμε δείγματα μιας μαχητικής διάθεσης της εργατικής τάξης σε αρκετές αξιοσημείωτες, μικρότερες ή μεγαλύτερες, απεργίες, στο πλαίσιο των οποίων κινητοποιήθηκαν οι διανομείς της «Wolt» και της «efood», οι υγειονομικοί, οι εκπαιδευτικοί, οι ναυτεργάτες, οι εργαζόμενοι στα ξενοδοχεία, οι σχολικές καθαρίστριες, οι εργάτες της ΛΑΡΚΟ, οι δικυκλιστές διανομείς στις διαδικτυακές πλατφόρμες και οι οικοδόμοι. Της ίδιες μέρες, είχαμε και τη μαχητική κινητοποίηση των εργατών της COSCO που εμπόδισε τη φόρτωση σφαιρών στο λιμάνι του Πειραιά, οι οποίες προορίζονταν για τον ισραηλινό στρατό.

Κάτω από την πίεση αυτών των μαχητικών διαθέσεων και της γενικευμένης εργατικής αγανάκτησης για την ακρίβεια, οι ηγεσίες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ προχώρησαν σε μία ακόμα 24ωρη γενική απεργία στις 20 Νοέμβρη, η οποία όμως είχε αξιόλογη συμμετοχή μόνο στον κρατικό τομέα και ήταν ενταγμένη στο πλαίσιο της γνωστής γραφειοκρατικής εκτονωτικής συνταγής. Αυτή η απεργία ούτε φόβισε την κυβέρνηση, ούτε και ενθουσίασε κανέναν εργαζόμενο, αφού η εργατική τάξη έχει πλέον εμπειρικά κατανοήσει ότι οι αποσπασματικές απεργίες χωρίς σχέδιο κλιμάκωσης δεν οδηγούν πουθενά.

Ωστόσο, κάνοντας τον απολογισμό του 2024, οφείλουμε να πούμε ότι οι κινητοποιήσεις φοιτητών, αγροτών και εργαζόμενων τον Γενάρη και τον Φλεβάρη, καθώς και το «μίνι»-απεργιακό κύμα των αρχών του Φθινοπώρου που είχε ως κατάληξη την 24ωρη γενική απεργία του Νοέμβρη, σηματοδότησαν την «αρχή της αρχής» της αφύπνισης των εργατικών και φτωχών λαϊκών μαζών μετά το σοκ και τη σύγχυση που τους προκάλεσε η εύκολη εκλογική επικράτηση της ΝΔ το καλοκαίρι του 2023.

Η σημερινή φάση του εργατικού κινήματος

Σε ποια φάση βρίσκεται λοιπόν το ελληνικό εργατικό κίνημα σήμερα; Από το 2021 και μετά, με 8 γενικές απεργίες (6 με τη συμμετοχή και της ΓΣΕΕ και 2 «ντεφάκτο» από την ΑΔΕΔΥ, Εργατικά Κέντρα και Ομοσπονδίες), αλλά και μια σειρά επιμέρους απεργιακές μάχες το εργατικό κίνημα έδειξε ότι έχει βγει από την παράλυση που επέφερε στις γραμμές του η μεγάλη προδοσία από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ το 2015, και έχει μπει σε μια ανοδική φάση. Ωστόσο, αυτή η νέα ανοδική φάση του κινήματος, εξελίσσεται ακόμη με έναν αργό και αντιφατικό τρόπο.

Οι αργοί ρυθμοί, σ’ έναν βαθμό οφείλονται τον τελευταίο 1,5 χρόνο στην απογοήτευση και το «μούδιασμα» που προκάλεσε στην εργατική τάξη η επανεκλογή της ΝΔ στην κυβέρνηση το καλοκαίρι του 2023, αλλά και στην τρομακτική πίεση που προκαλεί στο βιοτικό της επίπεδο η κορύφωση του κύματος ακρίβειας. Σε αυτές τις συνθήκες, οι εργάτες σκέφτονται πολλές φορές περισσότερο από ό,τι συνήθως το αν αξίζει να χάσουν εργατοώρες για απεργίες, οι οποίες μάλιστα, λόγω της τακτικής της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας δεν έχουν καμία κλιμάκωση και προοπτική νίκης.

Πάνω απ’ όλα όμως, ο αργός και αντιφατικός τρόπος με τον οποίο εξελίσσεται η νέα αυτή ανοδική φάση του εργατικού κινήματος, οφείλεται στη συνειδητοποίηση της πραγματικότητας από την εργατική τάξη ότι στα συνδικάτα δεν διαθέτει μια ηγεσία που να είναι αποφασισμένη για πραγματικούς αγώνες και, ιδιαίτερα, και ακόμα πιο σημαντικά, από τη συνειδητοποίηση ότι λείπει από το προσκήνιο ο πολυτιμότερος παράγοντας για την υπόθεση της αλλαγής της ζωής της, δηλαδή μια ορατή πολιτική λύση εξουσίας.

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα