Στις 27 Μαΐου οι ανθρακωρύχοι του Ντονέτσκ ξεκίνησαν απεργία διαρκείας διαμαρτυρόμενοι για την συνέχιση της αιματηρής επίθεσης του ουκρανικού στρατού και απαιτώντας την άμεση παύση της «αντι-τρομοκρατικής επιχείρησης» (ΑΤΕ) στη περιοχή. Στην απεργία συμμετέχουν αρκετά ορυχεία στο Ντονμπάς, τα οποία ανήκουν στην κρατική επιχείρηση ενέργειας – άνθρακα του Ντονέσκ και φαίνεται να εξαπλώνεται σε ακόμη περισσότερα. Παράλληλα, οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης του Κιέβου και οι ουκρανικές στρατιωτικές δυνάμεις απειλούν με εντατικοποίηση των επιχειρήσεων, ενώ ο εκπρόσωπος τύπου της ΑΤΕ δήλωσε ότι η επιχείρηση θα συνεχιστεί «μέχρι όλοι οι τρομοκράτες να επαλειφθούν ή να παραδοθούν».
Τα γεγονότα αυτά συμβαίνουν μετά τις προεδρικές εκλογές στις οποίες αναδείχθηκε νικητής ένας από τους υποστηριχτές του κινήματος Μαϊντάν, ο ολιγάρχης Πέτρο Ποροσένκο. Η ουκρανική άρχουσα τάξη βρισκόμενη σε απόγνωση από την συνεχιζόμενη κρίση είναι διατεθειμένη να κάνει συγκεκριμένες παραχωρήσεις. Σε αντίθεση με την κοντινότερη αντίπαλο του στις εκλογές Ιούλια Τιμοσένκο, ο Ποροσένκο δεν υιοθέτησε στο πρόγραμμα του την προσχώρηση της χώρας στο ΝΑΤΟ και αποδέχτηκε προς το παρόν τη διατήρηση της ουδετερότητας της Ουκρανίας, θέλοντας έτσι να ικανοποιήσει τον Πούτιν, ενώ παράλληλα δήλωσε ότι είναι ανοιχτός σε διαπραγματεύσεις με τη Μόσχα. Ως αντάλλαγμα, το Κρεμλίνο έχει ήδη απαλύνει την ρητορική του και ο υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας Λαβρόφ ανακοίνωσε ότι η Ρωσία θα σεβαστεί τα εκλογικά αποτελέσματα στην Ουκρανία.
Οι διαβεβαιώσεις του Κιέβου και η διπλωματική προσέγγιση υποδηλώνουν μια απρόθυμη αλλά απαραίτητη διάθεση για αποδοχή των συμφερόντων της Ρωσίας στη περιοχή. Ως αντάλλαγμα , ο Ποροσένκο είναι πλέον ελεύθερος να εντατικοποιήσει την καταστολή στο επαναστατημένο ανατολικό τμήμα της χώρας, ανενόχλητος από μια πιθανή ενεργή ρωσική παρέμβαση. Βασική του επιδίωξη είναι η υπεράσπιση της περιουσίας των βιομηχάνων, καθώς οι ολιγάρχες κατέχουν τεράστια συγκροτήματα από ορυχεία, μεταλλουργικά και χαλυβουργικά εργοστάσια στο Ντονμπάς, τα οποία έχουν απειληθεί αρκετές φορές με απαλλοτρίωση από τους ηγέτες της Λαϊκής Δημοκρατίας του Ντόνετσκ και του Λουγκάνσκ.
Αυτή η προσεκτική επαναπροσέγγιση με την Ρωσία έχει ήδη δώσει μια ενισχυμένη αυτοπεποίθηση στην ουκρανική αστική τάξη. Η ουκρανική έκδοση του περιοδικού Forbes ήδη κάνει αναφορά για την αναγκαιότητα μιας προσωπικότητας τύπου Πινοσέτ, ώστε να εγκαταστήσει μια «δικτατορία των μεταρρυθμίσεων» που θα ξεριζώσει κάθε «παρασιτική» δημόσια κοινωνική παροχή. Μπορεί ο Ποροσένκο να μην είναι ένας Πινοσέτ και προτιμά να συνδυάζει τις ξιφολόγχες με τη διπλωματία, όμως η συνολική του στρατηγική φαίνεται να έχει γίνει αποδεκτή από την ουκρανική άρχουσα τάξη. Ήδη η κυβέρνηση έχει ξεκινήσει ένα μεγαλεπήβολο πρόγραμμα λιτότητας, με περικοπές στις συντάξεις, δεκάδες χιλιάδες απολύσεις στο δημόσιο τομέα και αυξήσεις στις τιμές των ειδών πρώτης ανάγκης. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις υλοποιούνται στο πλαίσιο του προγράμματος «διάσωσης» του ΔΝΤ.
Το σημαντικότερο στοιχείο στη παρούσα φάση είναι η σε πλήρη εξέλιξη στρατιωτική επιχείρηση ενάντια στις εξεγερμένες ανατολικές περιοχές της χώρας, οι οποίες βομβαρδίζονται από μονάδες πυροβολικού, μαχητικά αεροπλάνα και ελικόπτερα, προκαλώντας πολλούς θανάτους αμάχων και καταστροφές σε κατοικημένες περιοχές. Κάτω από αυτές τις επικίνδυνες για την ίδια τους τη ζωή συνθήκες οι ανθρακωρύχοι αποφάσισαν να δράσουν κατεβαίνοντας σε απεργία διαρκείας, απαιτώντας το σταμάτημα της αιματηρής καταστολής και την άμεση απόσυρση των ουκρανικών ένοπλων δυνάμεων.
Σε αντίθεση με το παρελθόν, όπου μετά την απομάκρυνση του Γιανουκόβιτς είχαν γίνει αρκετές αποτυχημένες προσπάθειες από τους ολιγάρχες να υποκινήσουν απεργίες υπέρ του κινήματος του Μαϊντάν και του καθεστώτος του Κιέβου, σήμερα βλέπουμε να εξελίσσεται μια πραγματική απεργία με πρωτοβουλία των ίδιων των εργαζομένων στα ορυχεία του Ντονμπάς. Αυτή η βιομηχανική δράση είναι στο ίδιο πνεύμα με την απεργία των ανθρακωρύχων στο Λουγκάνσκ τον Απρίλιο, η οποία απαιτούσε αυξήσεις μισθών, καθώς και την επαναπρόσληψη των εργαζομένων που απολύθηκαν λόγω της συμμετοχής τους σε διαδηλώσεις.
Αυτές οι απεργίες έχουν σαφώς πολιτικό χαρακτήρα που δείχνει από την πλευρά των εργαζομένων, την απόρριψη της ακραίας εθνικιστικής και νεοφιλελεύθερης κυβέρνησης του Κιέβου, από την οποία το μόνο που έχουν να περιμένουν είναι περικοπές, επιδείνωση του βιοτικού τους επιπέδου και επιθέσεις στις εργατικές τους οργανώσεις από φασιστικές συμμορίες. Αυτή είναι μια εξέλιξη τεράστιας σημασίας, διότι εάν αυτή η απεργιακή δράση εξαπλωθεί σε ευρύτερα στρώματα των εργαζομένων, τότε το γεγονός αυτό μπορεί να αποτελέσει σημείο καμπής για την εξέλιξη των γεγονότων στην Ουκρανία.
Το πιο σημαντικό καθήκον στην παρούσα φάση για την εργατική τάξη είναι η κλιμάκωση των κινητοποιήσεων, ώστε να κάνει πράξη τα λόγια των ηγετών της Λαϊκής Δημοκρατίας περί εθνικοποίησης και απαλλοτρίωσης της περιουσίας των ολιγαρχών. Κάτι τέτοιο θα αποτελέσει έμπνευση για τους εργάτες σε ολόκληρη την Ουκρανία και θα αποτελούσε ένα προγεφύρωμα ενότητας ανάμεσα στο σημερινό διαχωρισμό της χώρας σε Ανατολή και Δύση.