[nextpage title=”Μέρος 1ο” ]
Εισαγωγή
Η κατάσταση εξελίσσεται με αστραπιαία ταχύτητα σε παγκόσμια κλίμακα. Μετά την αραβική επανάσταση, ακολούθησαν γεγονότα με γρήγορη διαδοχή: το κίνημα των αγανακτισμένων στην Ισπανία, το κύμα απεργιών και διαδηλώσεων στην Ελλάδα, οι ταραχές στη Βρετανία, το κίνημα του Ουισκόνσιν και το κίνημα καταλήψεων στις ΗΠΑ, η ανατροπή του Καντάφι, η πτώση του Παπανδρέου και του Μπερλουσκόνι. Όλα αυτά είναι συμπτώματα της παρούσας εποχής.
Αυτές οι ξαφνικές απότομες στροφές, δείχνουν ότι κάτι θεμελιώδες έχει αλλάξει σε ολόκληρη την κατάσταση. Τα γεγονότα έχουν αρχίσει να επηρεάζουν τη συνείδηση των ευρύτερων στρωμάτων του πληθυσμού. Η άρχουσα τάξη διαιρείται όλο και περισσότερο και αποπροσανατολίζεται, από το χρέος μιας κρίσης που δεν περίμενε ποτέ και δεν έχει καμία ιδέα πώς να την επιλύσει. Ξαφνικά βρέθηκαν ανίκανοι να διατηρήσουν τον έλεγχο της κοινωνίας με τις παλιές μεθόδους.
Η αστάθεια είναι το κυρίαρχο στοιχείο της εξίσωσης σε όλα τα επίπεδα: οικονομικά, χρηματοοικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά. Τα πολιτικά κόμματα είναι σε κρίση. Κυβερνήσεις και αρχηγοί ανεβαίνουν και πέφτουν χωρίς να βρουν κανένα τρόπο εξόδου από το αδιέξοδο.
Το πιο σημαντικό από όλα, είναι ότι η εργατική τάξη έχει συνέλθει από το αρχικό σοκ της κρίσης και προχωρά σε δράση. Τα προχωρημένα στοιχεία των εργαζόμενων και της νεολαίας ξεκινούν και βγάζουν επαναστατικά συμπεράσματα. Όλα αυτά τα συμπτώματα σημαίνουν ότι εισερχόμαστε στην πρώτη πράξη της παγκόσμιας επανάστασης. Η διαδικασία αυτή θα εξελιχθεί με την πάροδο των χρόνων, πιθανόν και δεκαετιών, με εξάρσεις και υφέσεις, προόδους και υποχωρήσεις, μια περίοδο πολέμων, επανάστασης και αντεπανάστασης. Αυτό είναι μια έκφραση του γεγονότος ότι ο καπιταλισμός έχει εξαντλήσει την δυναμική του και έχει εισέλθει σε μία φάση παρακμής.
Αυτή η γενική παρατήρηση, ωστόσο, δεν μπορεί να αποκλείσει την πιθανότητα ορισμένων περιόδων ανάκαμψης. Ακόμα και στην περίοδο 1929-39 υπήρχαν κυκλικές μεταβολές, αλλά η γενική τάση θα είναι στην κατεύθυνση μακρύτερων και βαθύτερων υφέσεων, διακοπτόμενων από ρηχές και εφήμερες ανακάμψεις. Η «ανάρρωση» που ακολούθησε την ύφεση του 2008-9 είναι ενδεικτική αυτής της τάσης. Αυτή είναι η πιο αδύναμη ανάκαμψη στην ιστορία- η πιο αδύναμη από το 1830, σύμφωνα με αστούς οικονομολόγους- και απλώς ανοίγει το δρόμο για μια ακόμα βαθύτερη ύφεση.
Αυτό αντανακλά το γεγονός, ότι το καπιταλιστικό σύστημα έφθασε σε αδιέξοδο. Ο καπιταλισμός για δεκαετίες συσσωρεύει αντιθέσεις. Στο κάτω-κάτω, η κρίση είναι μία επίδειξη της αντίστασης των παραγωγικών δυνάμεων ενάντια στο στενό ζουρλομανδύα του καπιταλιστικού συστήματος. Τα κύρια εμπόδια που μπλοκάρουν την ανάπτυξη του πολιτισμού είναι, από την μία, η ατομική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής και από την άλλη, το έθνος-κράτος.
Για μία περίοδο, η αντίθεση αυτή ήταν μερικώς και προσωρινώς λυμένη από μία πρωτοφανή επέκταση του παγκόσμιου εμπορίου («παγκοσμιοποίηση»). Για πρώτη φορά, μετά το 1917 κάθε γωνιά του πλανήτη είναι ενωμένη σε μια αχανή παγκόσμια αγορά. Ωστόσο, οι αντιθέσεις του καπιταλισμού δεν καταργήθηκαν από αυτήν, αλλά απλώς αναπαράχθηκαν σε μια αχανή και πρωτοφανή κλίμακα. Τώρα ήρθε η ώρα της κρίσης.
Η «παγκοσμιοποίηση» τώρα εκδηλώνεται η ίδια σαν μία παγκόσμια κρίση του καπιταλισμού. Η τεράστια παραγωγική δυνατότητα που είχε χτιστεί σε παγκόσμια κλίμακα δεν μπορεί πια να χρησιμοποιηθεί. Αυτή η κρίση δεν έχει πραγματικά παράλληλη στην ιστορία. Η κλίμακα της είναι πολύ μεγαλύτερη από κάθε άλλης κρίσης στο παρελθόν. Τα στρατηγικά επιτελεία του κεφαλαίου είναι σαν τους αρχαίους ναύτες, που μπήκαν σε έναν ανεξερεύνητο ωκεανό δίχως χάρτη, ούτε πυξίδα. Υπάρχει τώρα μια γενική κρίση εμπιστοσύνης στους κόλπους της αστικής τάξης διεθνώς.
Η αστική τάξη ανέβαλλε την αποφράδα ημέρα χρησιμοποιώντας τους μηχανισμούς που θα μπορούσαν κανονικά να χρησιμοποιηθούν, για να βγει έξω από μία ύφεση. Τώρα αυτό είναι αδύνατον. Οι τράπεζες δεν δανείζουν, οι καπιταλιστές δεν επενδύουν ,οι οικονομίες είναι στάσιμες και η ανεργία αυξάνεται, υποδεικνύοντας ότι η ασθενής ανάκαμψη μετά το 2009 σε κάποιο στάδιο θα οδηγήσει σε μια νέα ύφεση.
Η κρίση του ευρωπαϊκού καπιταλισμού βρίσκει το είδωλό της στις διακυμάνσεις των αγορών ομολόγων που απαιτούν αύξηση στα ασφάλιστρα κινδύνου στην μία χώρα μετά την άλλη. Η Ελλάδα, η Ιρλανδία, η Πορτογαλία, η Ισπανία και η Ιταλία έχουν πέσει η μία μετά την άλλη στην παγίδα των αγορών, οι οποίες τις καταδικάζουν να πληρώνουν τοκογλυφικά επιτόκια στα ήδη φουσκωμένα εθνικά χρέη τους. Με τον τρόπο αυτό οι «αγορές» καθιστούν μια δύσκολη κατάσταση εντελώς αδύνατη.
Τώρα οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης απειλούν να υποβαθμίσουν τη Γαλλία και τη Γερμανία και στην πραγματικότητα ολόκληρη την Ευρωζώνη. Είναι ένα είδος θανατηφόρου μολύνσεως που έχει μολύνει όλες τις χώρες τις Ευρωζώνης. Η συνεχής αναταραχή στις παγκόσμιες αγορές, δείχνει τη νευρικότητα της αστικής τάξης, η οποία κατά καιρούς κλιμακώνεται σε μια κατάσταση πανικού. Είναι σαν θερμόμετρο που μετρά την ένταση του πυρετού. Οι αστοί οικονομολόγοι στέκουν γύρω από το κρεβάτι του ασθενή και κουνάνε τα κεφάλια τους, χωρίς να έχουν κανένα αποτελεσματικό φάρμακο να προτείνουν.
Ο πανικός, ο οποίος αντανακλάται στις άγριες περιστροφές των χρηματιστηρίων και των αγορών ομολόγων, έχει εξαπλωθεί ταχύτατα από την Ευρώπη στην Αμερική. Μάταια η Μέρκελ και οι υπόλοιποι χλευάζουν την ανευθυνότητα των οίκων αξιολόγησης. Οι οίκοι απαντούν ότι κάνουν απλώς τη δουλειά τους. Αντανακλούν με ακρίβεια τη γενική ανησυχία σχετικά με την παγκόσμια οικονομία και την έλλειψη εμπιστοσύνης στους πολιτικούς. Αλλά με αυτόν τον τρόπο, δίνουν μια μεγαλύτερη σπρωξιά στις οικονομίες που βρίσκονται στο χείλος της αβύσσου.
Αλλαγή της εποχής
Ο Λένιν εξήγησε πως δεν υπάρχει μια αδύνατη κατάσταση για τον καπιταλισμό. Μέχρι την ανατροπή του από την συνειδητή προσπάθεια της εργατικής τάξης, ο καπιταλισμός μπορεί να ανακάμψει ακόμα και απ’ την πιο βαθιά κρίση. Σαν μία γενική παραδοχή, αυτό είναι αναμφίβολα σωστό. Αλλά αυτή η γενική επιβεβαίωση δεν μας λέει τίποτα σχετικά με την συγκεκριμένη κατάσταση την οποία αντιμετωπίζουμε τώρα, ή τη πιθανή έκβασή της. Πρέπει να αναλύσουμε την ιστορική περίοδο συγκεκριμένα, λαμβάνοντας υπ’ όψιν από ποια περίοδο ερχόμαστε.
Στην ιστορία του καπιταλισμού, μπορούμε να παρατηρήσουμε ορισμένες περιόδους. Για παράδειγμα η περίοδος πριν από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν μια μακρά περίοδος οικονομικής άνθησης που διήρκεσε μέχρι το 1914. Αυτή ήταν η κλασσική περίοδος της σοσιαλδημοκρατίας. Τα μαζικά κόμματα της 2ης Διεθνούς, σχηματίστηκαν σε συνθήκες πλήρους απασχόλησης και σχετικής ανάπτυξης του επιπέδου διαβίωσης της ευρωπαϊκής εργατικής τάξης. Αυτό οδήγησε στον εθνικιστικό και ρεφορμιστικό εκφυλισμό της σοσιαλδημοκρατίας , που φάνηκε το 1914, όταν σχεδόν ομόφωνα συμμάχησαν με τους «δικούς» τους αστούς στον πόλεμο.
Η περίοδος που ακολούθησε τη Ρωσική επανάσταση το 1917, είχε εντελώς διαφορετικό χαρακτήρα. Ήταν μία περίοδος ταξικής πάλης, επανάστασης και αντεπανάστασης, η οποία διήρκεσε μέχρι το ξέσπασμα του Β’ παγκοσμίου πολέμου. Η οικονομική κρίση που ξεκίνησε με το κραχ της Γουόλ Στριτ το 1929, και εξελίχθηκε στην Μεγάλη Ύφεση, ήταν ακόλουθο μίας περιόδου πυρετώδους κερδοσκοπίας, η οποία έχει πολλές αναλογίες με την ανάπτυξη που προηγήθηκε της παρούσας οικονομικής κρίσης.
Η ύφεση του 1930 έληξε με τον πόλεμο. Το 1938, ο Τρότσκι προέβλεψε ότι ο πόλεμος θα κατέληγε σε ένα νέο επαναστατικό κύμα. Αυτό ήταν σωστό, όμως ο τρόπος που έληξε ο πόλεμος , ήταν διαφορετικός από αυτόν που περίμενε ο Τρότσκι. Η στρατιωτική νίκη της ΕΣΣΔ,
ισχυροποίησε τον Σταλινισμό για μία ολόκληρη περίοδο. Οι σοσιαλδημοκράτες και οι σταλινικοί κατάφεραν να σταματήσουν το επαναστατικό κύμα στην Ιταλία, τη Γαλλία, την Ελλάδα και σε άλλες χώρες. Αυτή ήταν η πολιτική προϋπόθεση που προετοίμασε το δρόμο για μια νέα ανάκαμψη του καπιταλισμού, την οποία ο Λένιν και ο Τρότσκι θεωρούσαν σαν μία θεωρητική πιθανότητα το 1920.
Οι λόγοι της ανάπτυξης του 1948-74 έχουν εξηγηθεί σε προηγούμενα κείμενα μας (δείτε το: θα υπάρξει μία οικονομική ύφεση? του Τεντ Γκραντ). Είναι αρκετό εδώ, να σημειώσουμε ότι αυτό ήταν το αποτέλεσμα μιας περίεργης αλληλουχίας περιστάσεων που δεν είναι δυνατό να επαναληφθούν. Μια τέτοια προοπτική αποκλείεται αυτή τη στιγμή. Η ανάκαμψη του καπιταλισμού διήρκεσε για σχεδόν τρεις δεκαετίες και όπως η περίοδος πριν τον α’ παγκόσμιο πόλεμο, οδήγησε σε έναν παραπέρα εκφυλισμό των σοσιαλδημοκρατικών και των σταλινικών κομμάτων και συνδικάτων στην Ευρώπη και στις υπόλοιπες ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες. Ωστόσο, ακόμα και σε αυτή την περίοδο είδαμε τη μεγαλύτερη γενική απεργία στην ιστορία το 1968 στη Γαλλία.
Η περίοδος αυτή διακόπηκε από την πρώτη ύφεση ύστερα από το τέλος του Β’ παγκοσμίου πολέμου, που ξεκίνησε το 1973-74, και η οποία συνέπεσε με ένα κύμα επαναστατικής εξάρσεως. Επαναστάσεις στην Πορτογαλία, την Ισπανία και την Ελλάδα, μαζικές απεργίες στη Βρετανία, μία επαναστατική ζύμωση στην Ιταλία και μια επαναστατική αναστάτωση στη Λατινική Αμερική – συγκεκριμένα στο νότιο μέρος: Χιλή, Αργεντινή και Ουρουγουάη-και στις υπόλοιπες πρώην αποικιακές χώρες. Η εργατική τάξη στην Ευρώπη και στις άλλες ζώνες εκείνη την περίοδο κινούνταν σε μία επαναστατική κατεύθυνση. Αλλά οι προδοσίες από τις ηγεσίες της σοσιαλδημοκρατίας και των σταλινικών δημιούργησαν τις συνθήκες για την ανάκαμψη του καπιταλισμού.
Η περίοδος που ακολούθησε την δεκαετία του ’80 μπορεί να περιγραφεί σαν μια περίοδος ήπιας αντίδρασης. Η αστική τάξη επιχείρησε να αντιστρέψει τις πολιτικές του κεϋνσιανισμού, οι οποίες οδήγησαν σε έκρηξη του πληθωρισμού και σε ένταση της ταξικής πάλης. Αυτή ήταν η περίοδος του Ρήγκαν και της Θάτσερ, του μονεταρισμού και μιας αντεπίθεσης ενάντια στην εργατική τάξη.
[/nextpage]
[nextpage title=”Μέρος 2ο” ]
Η κατάρρευση του Σταλινισμού
Η νέα κατάσταση εξελίχθηκε περισσότερο με την κατάρρευση του Σταλινισμού. Νέες περιοχές της υφηλίου ανοίχτηκαν στην καπιταλιστική αγορά και τους επενδυτές. Μία τεράστια δεξαμενή εκατοντάδων εκατομμυρίων φτωχών εργατών, προηγουμένως απρόσιτων για τους καπιταλιστές, και οι αναπτυσσόμενες καταναλωτικές αγορές στη νοτιοανατολική Ασία, την Κίνα, την Ινδία και την πρώην ΕΣΣΔ παρείχαν το οξυγόνο που εμπόδισε την ύφεση του 1990 να εξελιχθεί σε μεγάλη οικονομική κρίση, και προσωρινά έδωσε στο σύστημα μία νέα εγγύηση ζωής.
Στις δεκαετίες του 1990 και του 2000, η αστική τάξη και οι ιδεολόγοι της είχαν παραφουσκώσει όπως ο βάτραχος στον μύθο του Αισώπου. Είχαν υποκύψει στην αυταπάτη ότι η «ελεύθερη αγορά» μπορεί να λύσει όλα τα προβλήματα, εάν μόνο την αφήσουμε ήσυχη. Ενώ, μέχρι πρότινος οι αστοί λάτρευαν το κράτος σαν ένα γενναιόδωρο θεό, τώρα το καταριούνται σαν την πηγή όλου του κακού. Το μόνο πράγμα που απαιτούσαν από το κράτος ήταν να τους αφήνει ήσυχους.
Η τάση προς την αυξανόμενη κρατικοποίηση (την «δήθεν σοσιαλιστική κοινωνία») αντιστράφηκε. Την θέση των εθνικοποιήσεων πήρε ένα κύμα ιδιωτικοποιήσεων. Η νέα κατάσταση εξορθολογίστηκε από τους οικονομολόγους στην θεωρία, με το «θεώρημα της αποτελεσματικής αγοράς»., σύμφωνα με το οποίο, οι αγορές είχαν ενσωματωμένη μια τάση προς την ισορροπία, στην οποία η προσφορά και η ζήτηση θα μπορούσαν αυτομάτως να εξισορροπήσουν η μία την άλλη , και επομένως μία κρίση υπερπαραγωγής ήταν απίθανη. Αυτό δεν είναι μια καινούργια ιδέα παρά μόνο μια νεκρανάσταση του Νόμου του Σέυ στον οποίο ο Μαρξ απάντησε καιρό πριν.{δείτε, θεωρίες για την υπεραξία, Μαρξ 1861-3, Κεφάλαιο XVII, η θεωρία της συσσώρευσης του Ρικάρντο και η κριτική της (Η ίδια η φύση του κεφαλαίου οδηγεί σε κρίση).
Η κρίση του 2008-9 σηματοδότησε ένα σημείο καμπής. Υπονόμευσε εντελώς όλες τις θεωρίες των αστών οικονομολόγων. Προκάλεσε ισχυρά σοκ τα οποία ακόμα αντηχούν. Σηματοδότησε το τέλος μίας παρατεταμένης περιόδου φαινομενικής οικονομικής σταθερότητας και τάξης. Ξεφούσκωσε τα όνειρα των αστών ότι είχαν ανακαλύψει τη φιλοσοφική λίθο που επιτέλους θα έβαζε ένα τέλος στον βίαιο κύκλο των ανθίσεων και των κρίσεων.
Στην πραγματικότητα δεν ανακάλυψαν τίποτα καινούργιο. Η ανάπτυξη ήταν ένας γίγαντας με πήλινα πόδια: ένα μοντέλο βασισμένο στη μαζική επέκταση της κερδοσκοπίας στον τομέα της στέγασης, τροφοδοτούμενη από μια πρωτοφανή πιστωτική επέκταση και την απόλυτη κυριαρχία του χρηματικού κεφαλαίου. Ο παρασιτικός τομέας υπηρεσιών επεκτάθηκε γεωμετρικά σε βάρος της πραγματικής παραγωγικής δραστηριότητας. Τα χρηματιστήρια έμοιαζαν περισσότερο με καζίνο, εθισμένα σε τυχερά παιχνίδια σε μαζική κλίμακα, και οι τραπεζίτες ρίχτηκαν σε αυτό το χαρούμενο καρναβάλι παραγωγής χρημάτων με απερισκεψία.
Το καθαρά παρασιτικό στοιχείο του καπιταλισμού άκμασε την προηγούμενη περίοδο. Αυτό από μόνο του ήταν μία ένδειξη της γεροντικής άνοιας του καπιταλισμού: συντριπτική κυριαρχία του χρηματικού κεφαλαίου και ανύψωση των «υπηρεσιών» εις βάρος της μεταποιητικής βιομηχανίας, μία μαζική επέκταση πιστώσεων και πλασματικού κεφαλαίου, όλα τα είδη αισχροκέρδειας και αχαλίνωτης κερδοσκοπίας στα χρηματιστήρια και τις μεγάλες τράπεζες.
Το κερδοσκοπικό στοιχείο ήταν παρόν σε κάθε καπιταλιστική κρίση από την Φούσκα της Ολλανδικής Τουλίπας του 17ου αιώνα. Αλλά η έκτασή του, αυτήν την περίοδο, είναι μεγαλύτερη από οποιαδήποτε υπήρχε στο παρελθόν. Μόνο το εμπόριο «παραγώγων» ανέρχεται σε 650 τρισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ και αντιπροσωπεύει μια τεράστια απάτη. Οι καπιταλιστές προσλαμβάνουν έναν στρατό από ανθρώπους που ειδικεύονται στο να φτιάχνουν παράγωγα, όσο το δυνατόν πιο περίπλοκα, για να αποκρύψουν αυτήν την απάτη από το κοινό. Αυτό υποτίθεται πως θα παρείχε μεγαλύτερη σταθερότητα στις αγορές, αλλά στην πραγματικότητα είναι ένας σημαντικός παράγοντας της παρούσας αστάθειας. Αυτό συνεισέφερε δυναμικά στην παρούσα κατάρρευση, και τα επακόλουθα του χρέους καθιστούν ακόμα πιο δύσκολη την έξοδο από την κρίση. Ταυτόχρονα υπήρξε μια άνευ προηγουμένου κλιμάκωση στην συγκέντρωση του κεφαλαίου.
Η Τάση μας περίμενε η κρίση να συμβεί νωρίτερα. Ωστόσο, αναβλήθηκε χάρις τους παράγοντες που προαναφέρθηκαν, και αυτό είχε κάποιες επιπτώσεις στις προοπτικές μας. Αλλά το πρώτο πράγμα που πρέπει να αναρωτηθούμε είναι αυτό: με ποια μέσα αναβλήθηκε η κρίση και ποιες είναι οι επιπτώσεις; Εξηγήσαμε τα βασικά σε ένα κείμενο προοπτικών 12 χρόνια πριν (Στην κόψη του μαχαιριού: Προοπτικές για την παγκόσμια οικονομία). Τονίσαμε ότι η αστική τάξη ανέβαλλε την κρίση χρησιμοποιώντας της μεθόδους που χρησιμοποιούνται για την έξοδο από μια κρίση. Κράτησαν χαμηλά τα ποσοστά του επιτοκίου, ενώ επέκτειναν την πίστωση σε ανήκουστο βαθμό. Δηλαδή, απέφυγαν μια κρίση, αλλά μόνο με το κόστος, να καταστεί η επόμενη ύφεση όλο και βαθύτερη.
Οι καπιταλιστές πάντα προσπαθούν να ξεφύγουν από τις αντιφάσεις του σήμερα, με το να προετοιμάζουν μία αναπόφευκτη κρίση στο μέλλον, όταν ολόκληρο το ασταθές οικοδόμημα θα πέσει στα κεφάλια τους με ακόμη μεγαλύτερη δύναμη. Η πίστωση έχει ορισμένα όρια, τα οποία δεν μπορούν να επεκτείνονται αδιάκοπτα. Σε κάποιο στάδιο, το όλο θέμα ξεκινά να ξεμπερδεύεται. Όλοι οι παράγοντες που οδήγησαν στην ανάπτυξη μετατρέπονται στο αντίθετό τους. Η φαινομενική ατελείωτη ανοδική πορεία μετατρέπεται σε έναν καθοδικό σπιράλ που δεν μπορεί να ελεγχθεί.
Το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι αστοί εύκολα μπορεί να γίνει αντιληπτό: δεν μπορούν πλέον να χρησιμοποιήσουν τις συνήθεις μεθόδους εξόδου από την ύφεση, καθώς τις χρησιμοποίησαν ήδη κατά την διάρκεια της ανάπτυξης. Τα επιτόκια είναι κοντά στο μηδέν στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη, και μηδενικά στην Ιαπωνία. Εάν λάβουμε υπόψη και τον πληθωρισμό, που στις ΗΠΑ και την Ευρώπη είναι υψηλότερος από το επιτόκιο, αυτό σημαίνει ότι σε πραγματικούς όρους το επιτόκιο είναι αρνητικό. Πώς μπορούν να μειώσουν τα επιτόκια περαιτέρω από αυτό για να υποκινήσουν την ανάπτυξη; Πώς μπορούν να αυξηθούν οι κρατικές δαπάνες, όταν όλες οι κυβερνήσεις έχουν επιβαρυνθεί με κολοσσιαία χρέη;
Πώς μπορούν οι καταναλωτές να ξοδέψουν περισσότερα, όταν θα πρέπει πρώτα να αποπληρώσουν τα τρέχοντα τεράστια χρέη που κληρονόμησαν από την ανάπτυξη; Και ποιός ο λόγος να επενδύεις στην παραγωγή όταν οι καπιταλιστές δεν βλέπουν καμία αγορά για να πουλήσουν τα προϊόντα τους; Για τον ίδιο λόγο, οι δανειστές δεν έχουν κανένα ενδιαφέρον για την επέκταση της πίστωσης. Από την στιγμή που δεν βλέπουν κανένα λόγο στο να επενδύουν στην παραγωγή αγαθών για κορεσμένες αγορές, οι αστοί προτιμούν να βγάλουν χρήματα με εικασίες σχετικά με τις αγορές χρημάτων.
Ένα τεράστιο ποσό χρημάτων κινείται συνεχώς γύρω από τον κόσμο, ψάχνοντας να βγάλει περισσότερα χρήματα με την κερδοσκοπία εναντίων νομισμάτων όπως το ευρώ. Συμπεριφέρονται σαν μία αγέλη πεινασμένων λύκων που ακολουθούν ένα κοπάδι από ταράνδους, ψάχνοντας τα πιο αδύναμα και τα πιο άρρωστα ζώα. Και τώρα υπάρχουν πολλά άρρωστα ζώα για να διαλέξει κανείς. Αυτή η κερδοσκοπική δραστηριότητα προστίθεται στη γενική αστάθεια, μεταδίδοντας έναν όλο και περισσότερο σπασμωδικό χαρακτήρα στην κρίση.
Τάσεις προστατευτισμού
Αν αποδεχτούμε την οικονομία της αγοράς, θα πρέπει να αποδεχτούμε τους νόμους της αγοράς, οι οποίοι είναι αρκετά όμοιοι με τους νόμους της ζούγκλας. Το να αποδέχεσαι τον καπιταλισμό και μετά να παραπονιέσαι για τις επιπτώσεις του είναι μία μάταιη δραστηριότητα. Οι ρεφορμιστές (ιδίως οι αριστεροί ρεφορμιστές) μιλούν διαρκώς για την κεϋνσιανή ιδέα της επίλυσης της κρίσης με την αύξηση των δημοσίων δαπανών. Αλλά ήδη υπάρχει ένα τεράστιο δημόσιο χρέος που πρέπει να αποπληρωθεί. Αντί να αυξάνουν τις δημόσιες δαπάνες ,όλες οι κυβερνήσεις κόβουν τις δαπάνες και απολύουν δημοσίους υπαλλήλους, επιδεινώνοντας ακόμα περισσότερο την κρίση.
Αυτό είναι μια έκφραση της απελπισίας των αστών. Στην Αμερική και τη Βρετανία για μια ακόμη φορά επανήλθαν στην «ποσοτική χαλάρωση», δηλαδή την εκτύπωση περισσότερων χρημάτων. Αυτό δεν θα λύσει κανένα από τα προβλήματα, άλλα θα τα επιτείνει μακροπρόθεσμα. Όταν τελικά τροφοδοτήσουν τον τρόπο τους στην οικονομία, αυτό θα παράγει μία έκρηξη του πληθωρισμού, προετοιμάζοντας το έδαφος για μια ακόμη πιο βαθιά ύφεση στο μέλλον.
Η απελπισμένη σύγχυση των οικονομολόγων καταδεικνύεται από το παράξενο θέαμα του Τζέφρεϊ Σάκς, του άνδρα που εξαπέλυσε τον νεοφιλελευθερισμό πάνω στην ανατολική Ευρώπη, να κάνει εκκλήσεις για μία νέα, παγκόσμια εκδοχή του New Deal. Το πρόβλημα είναι ότι μία τέτοια πρόταση είναι ανάθεμα για το κυριαρχούμενο από τους Ρεπουμπλικάνους κογκρέσο των ΗΠΑ, το οποίο επιδιώκει αντίθετες πολιτικές.
Ούτε οι οικονομίες της ανοιχτής αγοράς, ούτε οι κεϋνσιανές πολιτικές τόνωσης της οικονομίας έχουν δουλέψει ή μπορούν να δουλέψουν. Οι κυβερνήσεις και οι οικονομικοί σύμβουλοί τους είναι σε κατάσταση απελπισίας. Δεν υπάρχουν πλέον χρήματα για φορολογικά κίνητρα, αλλά οι πολιτικές λιτότητας χρησιμεύουν μόνο για να συμπιέσουν τη ζήτηση ακόμη περισσότερο, επιδεινώνοντας έτσι την ύφεση.
Ο μεγαλύτερος φόβος είναι ότι μια νέα ύφεση, θα προκαλέσει μία αναζωπύρωση των τάσεων προστατευτισμού και ανταγωνιστικές υποτιμήσεις, όπως συνέβη τη δεκαετία του 1930. Αυτό θα έχει καταστροφικά αποτελέσματα στο παγκόσμιο εμπόριο και αποτελεί απειλή για την ίδια την «παγκοσμιοποίηση». Όλα αυτά που επιτεύχθηκαν 30 χρόνια πριν, μπορούν να εκτυλιχθούν και να μετατραπούν στο αντίθετό τους.
Τα μέτρα που ανακοινώθηκαν από την Εθνική Τράπεζα της Ελβετίας (το Σεπτέμβρη του 2011) για να πιέσουν προς τα κάτω την αξία του ελβετικού Φράγκου είναι μια προειδοποίηση ότι η πορεία των πραγμάτων παρασύρεται στην κατεύθυνση των πολιτικών προστατευτισμού και των ανταγωνιστικών υποτιμήσεων. Ήταν αυτές ακριβώς οι πολιτικές που μετέτρεψαν το κραχ της Γουόλ Στριτ το 1929 στη Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του 1930. Κάτι παρόμοιο μπορεί να συμβεί ξανά.
Σπειροειδής κάθοδος
Ο Τρότσκι έγραψε το 1938: «Οι καπιταλιστές τρέχουν προς την καταστροφή με τα μάτια τους κλειστά.» Θα χρειαστεί μια διόρθωση στην πρόταση: Οι καπιταλιστές τρέχουν προς την καταστροφή με τα μάτια τους ορθάνοιχτα. Μπορούν να δουν τι συμβαίνει. Μπορούν να δουν τι θα γίνει με το ευρώ. Στην Αμερική μπορούν να δουν τι θα γίνει με το έλλειμμα. Αλλά δεν έχουν καμία ιδέα τι να κάνουν για αυτό.
Από την κατάρρευση του 2008, οι αστοί έχουν δώσει τρισεκατομμύρια δολάρια προκειμένου να σώσουν το χρηματοοικονομικό σύστημα, αλλά εις μάτην. Η ευρωπαϊκή Κομισιόν συνεχώς υποβαθμίζει τις προοπτικές της για οικονομική ανάπτυξη στην Ευρωζώνη, σε σημείο πραγματικής στασιμότητας. Μια οικονομική στασιμότητα ,ωστόσο είναι απλώς η πιο αισιόδοξη παραλλαγή. Όλα τώρα δείχνουν προς μια νέα και ακόμη πιο απότομη πτώση από εκείνη του 2008-9.
Τους μήνες μετά την διάσωση των τραπεζών, οι αστοί προσπάθησαν να παρηγορήσουν τους εαυτούς τους με συζητήσεις για την ανάκαμψη. Αλλά, όπως έχουμε δει, αυτή είναι η πιο αδύναμη ανάκαμψη στην ιστορία. Δεν υπάρχουν καθόλου «πράσινα βλαστάρια». Στην πραγματικότητα, η παγκόσμια οικονομία δεν έχει αναρρώσει από την ύφεση του 2008, παρά τα τρισεκατομμύρια δολαρίων που διοχετεύτηκαν στην οικονομία. Με τέτοια απελπισμένα μέσα κατάφεραν να αποφύγουν μια άμεση πτώση, αντίστοιχη του 1929, αλλά αυτά τα μέτρα πανικού δεν έλυσαν τίποτα θεμελιώδες. Αντιθέτως, παρήγαγαν νέες και άλυτες αντιθέσεις.
Η αστική τάξη απέφυγε την κατάρρευση των τραπεζών, μόνο με το κόστος της πρόκλησης χρεοκοπίας και κατάρρευσης ολόκληρων χωρών. Αυτό που έγινε στην Ισλανδία είναι μια προειδοποίηση του τι περιμένει τη μια χώρα μετά την άλλη. Μετέτρεψαν την μαύρη τρύπα του ιδιωτικού χρηματοοικονομικού συστήματος σε μαύρη τρύπα δημοσίων οικονομικών.
Τώρα οι Ευρωπαίοι πολιτικοί γκρινιάζουν ότι οι Έλληνες παραποίησαν τα οικονομικά στοιχεία για να αποκρύψουν την πραγματική κατάσταση των οικονομικών τους. «Εάν το γνωρίζαμε αυτό δεν θα αφήναμε ποτέ την Ελλάδα να συμμετέχει στην Ευρωζώνη», υποστηρίζουν. Αλλά υποτίθεται πως είναι δουλειά των τραπεζών να αναλύουν τα στοιχεία των αιτούντων δάνειο και να αποκαλύπτουν τα ψεύδη τους. Η κατηγορία κατά της Ελλάδας μπορεί λοιπόν να επεκταθεί και κατά των τραπεζών. Πώς και δεν κατάφεραν να ανακαλύψουν την ελληνική απάτη;
Η απάντηση είναι ότι δεν ήθελαν να την ανακαλύψουν. Τα πιστωτικά ιδρύματα συμμετείχαν στο κερδοσκοπικό κέρδος και μάλιστα, κέρδιζαν τεράστια ποσά, κερδοσκοπώντας σε κάθε ευκαιρία: από τις υποθήκες των σπιτιών μέχρι την αγορά κυβερνητικών ομολόγων. Μέσα σε αυτό το κερδοσκοπικό όργιο, οι τραπεζίτες δεν ενδιαφέρονταν ιδιαίτερα στην εκτίμηση της φερεγγυότητας κάθε δανείου. Αντίθετα, προσπαθούσαν να κάνουν τα δάνεια αυτά να είναι όλο και πιο ελκυστικά.
Η κρίση των στεγαστικών στις ΗΠΑ αποτελεί την ίδια ακριβώς ιστορία. Οι τράπεζες δάνειζαν πολλά χρήματα σε κόσμο, που δεν είχαν τη δυνατότητα να αγοράσουν το δικό τους σπίτι. Στην πραγματικότητα, πίεζαν τον κόσμο να αγοράσουν με πίστωση. Τα επακόλουθα χρέη πωλήθηκαν στη συνέχεια για κερδοσκοπικούς λόγους. Η κερδοσκοπία αυτή χάριζε τεράστιες ποσότητες χρημάτων. Όσο το χρήμα έρεε, δεν τους ένοιαζε η οικονομική κατάσταση της ελληνικής κυβέρνησης ή των ιδιοκτητών σπιτιών στην Αλαμπάμα, Μαδρίτη και Δουβλίνο.
Δεν είναι υπερβολή ότι η αστική τάξη έχει χάσει το μπούσουλα αυτή την περίοδο. Οι αστοί μέθυσαν από την επιτυχία τους. Ζούσαν για το σήμερα. Παρέβλεψαν τη λεπτομέρεια ότι όλα αυτά στηρίχθηκαν στην πίστωση και τα συνεχώς αυξανόμενα χρέη που κάποια στιγμή θα έπρεπε να πληρωθούν. Έτσι, κάποια στιγμή ξύπνησαν, όπως οι μέθυσοι, με έναν πολύ άσχημο πονοκέφαλο.
Εδώ σταματούν όμως, οι αναλογίες. Ο πονοκέφαλος πέρασε στο Κράτος, το οποίο τον μετέφερε σε ολόκληρη την κοινωνία. Οι τραπεζίτες σηκώθηκαν από το κρεβάτι της ασθένειας μετά την αναζωογονητική «μετάγγιση» δισεκατομμυρίων από το δημόσιο χρήμα, ενώ η υπόλοιπη κοινωνία αναγκάστηκε να πληρώσει το λογαριασμό.
Η κοινή γνώμη αντιλαμβάνεται το γεγονός, ότι η αποκαλούμενη δημοκρατική κοινωνία, στην πραγματικότητα ελέγχεται από ένα μη αιρετό διοικητικό συμβούλιο τραπεζιτών και μεγάλων επιχειρήσεων. Σχετίζονται με το κράτος με χιλιάδες δεσμούς καθώς και με τις πολιτικές ελίτ που τους εκπροσωπούν. Η συνειδητοποίηση αυτή οδήγησε στη ρήξη με τα παλιές πεποιθήσεις και τη διάλυση της «συναίνεσης». Η κοινωνία πολώνεται επικίνδυνα. Αυτό αποτελεί έναν τεράστιο κίνδυνο για την άρχουσα τάξη.
Διαλεκτικά, όλοι οι παράγοντες που οδήγησαν την οικονομία προς την άνοδο συνδυάζονται για να την τραβήξουν στην κατάρρευση. Η κοινωνία εισέρχεται σε μια αγωνιώδη καθοδική πορεία που φαίνεται να μην έχει τέλος. Η εργατική τάξη στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ έχει κατακτήσει μέσα από τον αγώνα αυτό που μπορούμε να αποκαλέσουμε ως τις προϋποθέσεις για μια ημι-πολιτισμένη ύπαρξη. Η διατήρηση αυτών των κοινωνικών κατακτήσεων έχει γίνει πλέον αφόρητη για την καπιταλιστική τάξη. Το καπιταλιστικό σύστημα έχει χρεοκοπήσει στην πιο κυριολεκτική έννοια της λέξης.
Ποιος θα πληρώσει για αυτά τα χρέη; Οι οικονομολόγοι δεν έχουν ιδέα πώς να βγούμε από την κρίση. Το μόνο πράγμα που συμφωνούν είναι ότι η εργατική τάξη και η μεσαία τάξη πρέπει να πληρώσει τον λογαριασμό. Αλλά για κάθε βήμα προς τα πίσω που θα κάνει η εργατική τάξη, οι τραπεζίτες και οι καπιταλιστές θα απαιτήσουν άλλα δέκα. Αυτή είναι η πραγματική έννοια των επιθέσεων που έχουν ξεκινήσει παντού.
Όμως αυτή η κατάσταση γεννά πολλές αντιφάσεις. Τόσο η αγγλική όσο και η γαλλική επανάσταση άρχισαν από μια κρίση χρέους. Και τα δύο κράτη ήταν σε πτώχευση, και το ερώτημα τέθηκε, «Ποιος θα πληρώσει;» Η τάξη των ευγενών αρνήθηκαν να πληρώσουν. Αυτή ήταν η αρχική αιτία της επανάστασης. Αντιμετωπίζουμε μια ανάλογη κατάσταση σήμερα. Οι εργαζόμενοι δεν θα μείνουν με σταυρωμένα χέρια τους, ενώ η άρχουσα τάξη καταστρέφει συστηματικά όλες τις κατακτήσεις του τελευταίου μισού αιώνα.
Οι Έλληνες εργαζόμενοι ξεσηκώθηκαν σε επανάσταση ενάντια σε αυτές τις επιταγές. Το παράδειγμά τους θα ακολουθήσουν οι εργαζόμενοι της Ιταλίας, της Ισπανίας και κάθε άλλης χώρας στην Ευρώπη. Η εξυπηρέτηση του χρέους (τόκοι) είναι το τρίτο μεγαλύτερο βάρος της ισπανικής κυβέρνησης, μετά την υγειονομική περίθαλψη και τα επιδόματα ανεργίας: 35 δις δολάρια ετησίως. Η ισπανική κρίση εκδηλώνεται πιο έντονα με την ανεργία. Υπάρχουν περίπου 5 εκατομμύρια άνθρωποι που δεν έχουν εργασία: 1 στους 5. Στον Νότο υπάρχει σχεδόν 30% ανεργία. Οι μισοί από τους νέους είναι άνεργοι. Αυτό ήταν που οδήγησε στο κίνημα των «indignados» («Αγανακτισμένων»)
Η «μόλυνση» είναι στην ημερήσια διάταξη, όχι μόνο στο οικονομικό αλλά και στο πολιτικό επίπεδο. Διαμαρτυρίες για τις περικοπές δαπανών και τις αυξήσεις φόρων έχουν εξαπλωθεί από τη Μαδρίτη προς την Αθήνα, από την Αθήνα στη Ρώμη, και από τη Ρώμη στο Λονδίνο. Στις ΗΠΑ, το κίνημα καταλήψεων έχει εξαπλωθεί σαν φωτιά, εκφράζοντας την ίδια συσσωρευμένη δυσαρέσκεια και απογοήτευση. Το σκηνικό προετοιμάζεται για μια έκρηξη της ταξικής πάλης παντού.
[/nextpage]
[nextpage title=”Μέρος 3ο” ]
Η κρίση του Ευρωπαϊκού καπιταλισμού
Θεωρούσαμε αρχικά ότι το ευρώ δεν θα μπορούσε ούτε καν και να δημιουργηθεί, λόγω της αδυναμίας ένωσης οικονομιών που κινούνται σε διαφορετικές κατευθύνσεις. Αλλά για μια περίοδο, οι αστοί το κατάφεραν αυτό, λόγω της παρατεταμένης καπιταλιστικής ανάπτυξης. Σε ένα κείμενο του 1997, «Μια σοσιαλιστική εναλλακτική λύση στην Ευρωπαϊκή Ένωση», είχαμε επισημάνει ότι το ευρώ θα καταρρεύσει «μέσα σε αλληλοκατηγορίες». Αυτό το σενάριο τώρα αρχίζει να ξεδιπλώνεται μπροστά στα μάτια μας.
Η Ευρωζώνη διέρχεται την πιο σοβαρή κρίση στην ιστορία της, η οποία θέτει ένα μεγάλο ερωτηματικό για το μέλλον της ύπαρξής της. Όπως είχαμε προβλέψει εδώ και πολύ καιρό, σε μια σοβαρή κρίση, όλες οι εθνικές αντιθέσεις έρχονται στο προσκήνιο, όπως βλέπουμε τώρα στις σχέσεις μεταξύ της Ελλάδα, της Γαλλίας, της Γερμανίας και της Ιταλίας. Η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται αντιμέτωπη με την ημέρα της κρίσης.
Τίποτα από αυτά δεν αναμενόταν να συμβεί. Οι όροι της Συνθήκης του Μάαστριχτ απαγορεύουν τα μεγάλα κρατικά χρέη και τα ελλείμματα του προϋπολογισμού. Αλλά το Μάαστριχτ είναι πλέον μόνο μια αμυδρή μνήμη. Θεωρητικά, δεδομένου ότι όλοι είναι μέλη του ίδιου ενιαίου νομίσματος, με την ίδια κεντρική τράπεζα να καθορίζει ένα ενιαίο επιτόκιο αναφοράς, κάθε χώρα θα πρέπει να είναι σε θέση να δανειστεί με σχεδόν τους ίδιους συντελεστές. Ωστόσο, το 2010 οι αγορές άρχισαν να διακρίνουν ανάμεσα στις ισχυρότερες οικονομίες της Ευρωζώνης- τη Γερμανία και τους δορυφόρους της (Αυστρία, Ολλανδία και κάποιες άλλες), και τις πιο αδύναμες οικονομίες, όπως η Ελλάδα, η Ιρλανδία, η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ιταλία. Τώρα, ακόμα και ισχυρότερες οικονομίες, όπως η Γαλλία, η Αυστρία και η Ολλανδία, έχουν επηρεαστεί. Η Standard & Poors προειδοποίησε μάλιστα ότι θα μπορούσαν να υποβαθμιστούν οι πιστοληπτικές αξιολογήσεις 15 εκ των 17 κρατών μελών της Ευρωζώνης, με ένα ερωτηματικό να τοποθετείται ακόμη και στην περίπτωση της Γερμανίας.
Ολοένα και περισσότερο, οι τελευταίοι χρεώνονται με σκληρά ποσοστά για τα χρήματα που δανείζονται από τις αγορές χρήματος. Τα αυξημένα επιτόκια καθιστούν το βάρος του χρέους βαρύτερο και πιο δύσκολο να αποπληρωθεί. Έτσι, όταν ένας οργανισμός όπως η Moody’s μειώνει την πιστοληπτική ικανότητα μιας χώρας, αυτή η ενέργεια μετατρέπεται σε μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Η απόδοση των ιταλικών ομολόγων αυξήθηκε σε σχεδόν 7,5%, πριν από την κατάρρευση της κυβέρνησης Μπερλουσκόνι.
Έχουμε επισημάνει, ακόμη και πριν από την εισαγωγή του ευρώ, ότι είναι αδύνατο να ενοποιηθούν οικονομίες που τραβούν προς διαφορετικές κατευθύνσεις. Τώρα, κάποιοι αστοί οικονομολόγοι προειδοποιούν, ότι οι πιέσεις και οι εντάσεις μπορεί να οδηγήσουν στην κατάρρευση του ενιαίου νομίσματος. Για πρώτη φορά, συζητιέται ανοιχτά το ενδεχόμενο της διάλυσης, όχι μόνο του ευρώ, αλλά και της ίδιας της ΕΕ. Η ύφεση στη ζώνη του ευρώ είναι μια έκφραση των άλυτων αντιφάσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Έχουμε ήδη δει την κατάρρευση ορισμένων μεγάλων ευρωπαϊκών τραπεζών, γεγονός που συνέβαλε στο γενικό κλίμα νευρικότητας. Στις Ηνωμένες Πολιτείες είδαμε την κατάρρευση της MF Global, της μεγαλύτερης εταιρείας της Wall Street που κατέρρευσε μετά την Lehman Brothers τον Σεπτέμβριο του 2008.
Σε ένα ορισμένο σημείο, όλα αυτά θα μπορούσαν να προκαλέσουν ένα παρόμοιο αποτέλεσμα με την κατάρρευση της αυστριακής τράπεζας Credit-Anstalt, τον Μάιο του 1931. Η κατάρρευση της Credit-Anstalt, η οποία θεωρούταν ότι είναι άτρωτη, προκάλεσε μια πτώση- ντόμινο σε ολόκληρη την ηπειρωτική Ευρώπη, και το επακόλουθο κύμα πανικού έγινε αισθητό τόσο μακριά, όσο οι ΗΠΑ. Κατά τον ίδιο τρόπο, μια ελληνική χρεοκοπία θα μπορούσε να εξαπλώσει την οικονομική κρίση, όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά σε όλο τον κόσμο.
Ελλάδα: ο αδύναμος κρίκος
Η κρίση στην Ευρώπη ξεκίνησε στην Ελλάδα, και αν και καθυστερημένα έχει αρχίσει να εξαπλώνεται στη Γερμανία, την Αυστρία και τη Σκανδιναβία,. Αργά ή γρήγορα, όλοι θα τραβηχτούν στη δίνη.
Σε μια προσπάθεια να καθησυχάσουν τις αγορές, η Γαλλία και η Γερμανία επέμειναν αρχικά ότι η Ελλάδα παραμένει ένα «αναπόσπαστο» κομμάτι του ενιαίου νομίσματος. Όμως, παρόλο που οι τολμηρές παρεμβάσεις είχαν ως αποτέλεσμα την προσωρινή σταθεροποίηση των αγορών, ήταν απλώς λόγια και σύντομα χάθηκαν στους τέσσερις ανέμους. Η Ελλάδα αναγκάστηκε να προβεί σε αυτό που ισοδυναμεί με μερική χρεοκοπία. Οι διεθνείς χρηματιστηριακές αγορές, ωστόσο, στην πραγματικότητα εργάζονται με βάση την υπόθεση ότι η Ελλάδα θα χρεοκοπήσει πλήρως.
Το 2010, η Αθήνα, δανείστηκε το ισοδύναμο του 10,5% της ετήσιας οικονομικής παραγωγής, για να καλύψει μόνο τη χρηματοδότηση των γενικών κρατικών δαπανών. Η Ελλάδα σαφώς δεν μπορεί να πληρώσει τα χρέη της, και το μόνο αποτέλεσμα της λιτότητας που της επιβλήθηκε, από τους ηγέτες της Ευρωζώνης, είναι η περαιτέρω προώθηση της ύφεσης, της ανεργίας και της δυστυχίας. Ακόμη και αν το τελευταίο σχέδιο πραγματοποιηθεί μέχρι την τελευταία γραμμή –πράγμα που έτσι κι αλλιώς δεν είναι εύκολο-το ελληνικό δημόσιο έλλειμμα θα εξακολουθεί να ανέρχεται σε 120% του ΑΕΠ μέχρι το έτος 2020, ενώ οι άνθρωποι στην Ελλάδα θα υποστούν περαιτέρω πτώση του βιοτικού τους επιπέδου.
Σε αντάλλαγμα για την «ενίσχυση», η ελληνική κυβέρνηση πιέζεται για να «ρουφήξει» την τελευταία σταγόνα από το αίμα του ελληνικού λαού, αλλά στο τέλος η Ελλάδα δεν θα είναι σε θέση να πληρώσει τα χρέη της. Αυτό είναι το πρώτο πρόβλημα. Το δεύτερο είναι ότι χώρες όπως η Φινλανδία, η Σλοβακία και η Ολλανδία αντιδρούν απέναντι στα προγράμματα διάσωσης. Το πιο σημαντικό στοιχείο είναι ότι, η διάθεση στη Γερμανία σκληραίνει απέναντι σε αυτό το θέμα.
Φαίνεται σχεδόν αναπόφευκτο, ότι η Ελλάδα τελικά θα διωχθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αλλά αυτό θα έχει τις πιο σοβαρές συνέπειες τόσο για την Ελλάδα όσο και για ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Όλες οι αντικειμενικές συνθήκες για την επανάσταση υπήρχαν στην Ελλάδα τους τελευταίους δεκαοκτώ μήνες:
• Η καπιταλιστική τάξη διασπάστηκε, και είχε χάσει την εμπιστοσύνη της στις δυνάμεις της
• Η μεσαία τάξη παρέπαιε και έτεινε να υποστηρίξει μια επαναστατική ανατροπή
• Η αγωνιζόμενη εργατική τάξη ήταν και είναι έτοιμη να κάνει τις μεγαλύτερες θυσίες για να προχωρήσει προς τα μπρος
Τι περισσότερο θα μπορούσε κανείς να περιμένει από την ελληνική εργατική τάξη; Τι περισσότερο θα μπορούσαν να κάνουν; Αν δεν πάρουν την εξουσία, δεν είναι δικό τους σφάλμα, αλλά η αποτυχία κάθε ενός από τους λεγόμενους ηγέτες της. Η αποτυχία της ηγεσίας είναι το μόνο που κρατούσε πίσω τους εργάτες. Εάν η ηγεσία του ελληνικού Κομμουνιστικού Κόμματος είχε υιοθετήσει μια σωστή, λενινιστική άποψη, τόσο όσον αφορά το πρόγραμμά της όσο και όσον αφορά τη σωστή εφαρμογή μιας πολιτικής Ενιαίου Μετώπου, το ζήτημα της εξουσίας θα είχε ήδη τεθεί. Από πολλές απόψεις, η κατάσταση ήταν πολύ πιο προχωρημένη, από ότι ήταν στη Ρωσία τον Φεβρουάριο του 1917.
Μετά τις πρώτες γενικές απεργίες στην Ελλάδα, το σύνθημα για μια 24ωρη γενική απεργία έμεινε χωρίς νόημα. Το κίνημα είχε πάει πέρα από αυτό. Το μόνο κατάλληλο σύνθημα ήταν για μια γενική απεργία διαρκείας. Αλλά σε μια κατάσταση όπως αυτή στην Ελλάδα, τίθεται το ζήτημα της εξουσίας. Δεν μπορούμε να παίζουμε με αυτό το σύνθημα. Πρέπει να συνδέεται με την ανάπτυξη των οργάνων της λαϊκής εξουσίας- επιτροπές δράσης ή σοβιέτ που συνδέονται με τα συνδικάτα.
Είναι πιθανό ότι ένα τμήμα της άρχουσας τάξης παίζει με την ιδέα ενός πραξικοπήματος. Αλλά μετά την εμπειρία της χούντας στη δεκαετία του 1960, οι Έλληνες εργαζόμενοι δεν θα δεχτούν παθητικά την επιβολή της δικτατορίας. Μια τέτοια κίνηση είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσει σε εμφύλιο πόλεμο. Το πρόβλημα είναι ότι η αστική τάξη δεν είναι πεπεισμένη για την νίκη. Η ελληνική εργατική τάξη είναι πολύ ισχυρότερη από ότι ήταν τότε: οι οργανώσεις της είναι άθικτες και δεν έχουν υποστεί μια σοβαρή ήττα για δεκαετίες.
Για το λόγο αυτό, και όχι από οποιαδήποτε συναισθηματική προσκόλληση στη δημοκρατία, η άρχουσα τάξη θα προσπαθήσει να επιτύχει τον σκοπό του με άλλα μέσα, ξεκινώντας με μια κυβέρνηση «εθνικής ενότητας». Αυτό θα καταλήξει σε μια περαιτέρω όξυνση της ταξικής πάλης, μια οξύτατη πόλωση προς τα δεξιά και αριστερά και μια σειρά από ασταθείς αστικές κυβερνήσεις. Πριν να επιλυθεί αποφασιστικά το ζήτημα είτε με ένα επαναστατικό ή με αντεπαναστατικό τρόπο, το εκκρεμές θα κινείται βίαια προς τα αριστερά και τα δεξιά. Πριν η άρχουσα τάξη καταφύγει στην ανοικτή αντίδραση, η εργατική τάξη θα έχει πολλές ευκαιρίες να πάρει την εξουσία.
[/nextpage]
[nextpage title=”Μέρος 4ο” ]
Πίσω στη δραχμή;
Κάποιοι στην ελληνική Αριστερά υποστηρίζουν την έξοδο από το ευρώ, χωρίς να θέτουν το ζήτημα των Ηνωμένων Σοσιαλιστικών Πολιτειών της Ευρώπης. «Φέρτε πίσω τη δραχμή!» είναι η πατριωτική τους κραυγή. Αλλά στην πράξη, αν η καπιταλιστική Ελλάδα αφήσει την Ευρωπαϊκή Νομισματική Ένωση, αυτό θα σήμαινε αναπόφευκτα την έξοδο από την ΕΕ. Αυτό θα την άφηνε χωρίς εμπορική συμφωνία με την Ευρώπη. Το να υποθέσουμε ότι η ΕΕ θα παραμείνει με τα χέρια σταυρωμένα, ενώ φθηνά ελληνικά προϊόντα εισβάλλουν στις αγορές της, είναι εντελώς ουτοπικό. Μια απομονωμένη ελληνική οικονομία θα βρεθεί αμέσως θύμα των μέτρων προστατευτισμού, όπως η ελβετική τράπεζα UBS τόνισε:
«Η ιδέα ότι ένα κράτος που θα αποχωρήσει, θα έχει αμέσως ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα μέσω της υποτίμησης του NNC [νέο εθνικό νόμισμα] έναντι του ευρώ δεν είναι πιθανό να συμβεί στην πραγματικότητα. Το υπόλοιπο της ζώνης του ευρώ (μάλιστα το υπόλοιπο της Ευρωπαϊκής Ένωσης) είναι απίθανο να αντιμετωπίσουν την απόσχιση αυτή με γαλήνια αδιαφορία. Σε περίπτωση που ένα νέο εθνικό νόμισμα υποτιμηθεί κατά 60% έναντι του ευρώ, φαίνεται πολύ πιθανό ότι η ζώνη του ευρώ θα επιβάλει ένα 60% δασμό (ή ακόμη και υψηλότερο) στις εξαγωγές της αποχωρήσασας χώρας. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναφέρθηκε ρητά σε αυτό το θέμα, λέγοντας ότι αν μια χώρα επρόκειτο να εγκαταλείψει το ευρώ, θα «ισορροπήσει» κάθε αδικαιολόγητη κίνηση με το εθνικό νόμισμα.» (Παγκόσμιες Οικονομικές Προοπτικές, 6 Σεπτεμβρίου 2011, UBS)
Η UBS εκτιμά περίπου το κόστος για μια αδύναμη χώρα σαν την Ελλάδα σε περίπτωση που επιλέξει να εγκαταλείψει το ευρώ. Υποθέτει ότι κάθε τέτοια χώρα θα δει το νόμισμα της να υποτιμάται κατά περίπου 60% έναντι του ευρώ μπλοκ. Ένα τέτοιο γεγονός δεν μπορεί να συγκριθεί με τις ήπιες προσαρμογές του Μηχανισμού Συναλλαγματικών Ισοτιμιών στη δεκαετία του 1980 ή στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Αντ ‘αυτού, η πιο κατάλληλη αντιστοιχία βρίσκεται πιθανότατα στην οικονομική κατάρρευση της Αργεντινής πριν από μια δεκαετία.
«Η μαζική κρατική και εταιρική χρεοκοπία θα δημιουργήσει αυξημένο κίνδυνο για το κόστος του κεφαλαίου, αν υποτεθεί ότι το εγχώριο τραπεζικό σύστημα θα είναι σε μια τέτοια περίπτωση σε θέση να παρέχει κεφάλαια. Με μια πολύ συντηρητική εκτίμηση, αυτό θα συνεπαγόταν αύξηση κατά 700bp των ασφαλίστρων κινδύνου. Εάν το τραπεζικό σύστημα έχει παραλύσει εντελώς (και πάλι, η Αργεντινή αποτελεί προηγούμενο σε αυτό, όπως και το τραπεζικό σύστημα των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια της κατάρρευσης της αμερικανικής νομισματικής ένωσης 1932-33,) τότε το κόστος του κεφαλαίου αυξάνει εκ των πραγμάτων κατά ένα απροσδιόριστο ποσό. Σε αυτή την ακραία παράλυση της χρηματοδότησης, το κεφάλαιο θα είναι μη- διαθέσιμο σε οποιαδήποτε τιμή.» (Παγκόσμιες Οικονομικές Προοπτικές, 6 Σεπτεμβρίου 2011, UBS)
Η ελβετική τράπεζα μιλά για περαιτέρω μείωση του όγκου των εμπορικών συναλλαγών κατά 50% και την προώθηση προστατευτικών δασμών για να αντισταθμίσουν την υποτίμηση του νομίσματος του κράτους που θα αποχωρήσει. Προεξοφλεί, επίσης, απώλειες για τις τράπεζες της τάξης του 60% («Φυσικά, υποθέτουμε έναν πανζουρλισμό στις τράπεζες πριν λάβει χώρα η αποχώρηση»)
«Λαμβάνοντας όλους αυτούς τους παράγοντες υπόψη, η χώρα που αποχωρεί θα πρέπει να αναμένει ένα κόστος ύψους από € 9.500 σε € 11.500 ανά άτομο όταν θα αποχωρήσει από τη ζώνη του ευρώ. Θα πρέπει να υπομνησθεί ότι, ενώ η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών θα μπορούσε να θεωρηθεί ένα εφάπαξ κόστος, το κόστος των υψηλότερων ασφαλίστρων κινδύνου και η στασιμότητα του εμπορίου θα επιβαρύνεται κάθε χρόνο. Έτσι, το αρχικό οικονομικό κόστος θα είναι € 9.500-€ 11.500 για κάθε άτομο, και στη συνέχεια θα προστίθεται για κάθε επόμενο έτος, κόστος από € 3.000 περίπου σε € 4.000 ανά άτομο.»
Και η τράπεζα προσθέτει: «Αυτές είναι συντηρητικές εκτιμήσεις. Οι οικονομικές συνέπειες των εμφύλιων ταραχών, διάλυση της χώρας κλπ, δεν περιλαμβάνονται σε αυτές τις δαπάνες.»
Η Ελληνική Επανάσταση, με τη σειρά της, θα πρέπει να συνδέεται με τις προοπτικές της ευρωπαϊκής επανάστασης. Αλλά οι αριστεροί, και ιδιαίτερα οι σταλινικοί, έχουν μολυνθεί με την ασθένεια του εθνικισμού. Φαντάζονται ότι τα προβλήματα στην Ελλάδα μπορούν να επιλυθούν μέσα στα στενά όρια του καπιταλισμού και εντός των συνόρων της Ελλάδας, όταν αυτή αποχωρήσει από την ΕΕ. Αυτό είναι ένας δρόμος για την καταστροφή. Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει μέλλον για τον ελληνικό καπιταλισμό, είτε εντός της ΕΕ είτε εκτός.
Υπάρχουν αναλογίες με την Αργεντινή;
Μια επιστροφή στη δραχμή δε θα είχε καμία αξία. Η κατάρρευση του νομίσματος, θα τροφοδοτούσε τον πληθωρισμό, θα παράσερνε κάθε αποταμίευση, και θα προκαλούσε τεράστια ανεργία. Θα είναι μια κατάσταση παρόμοια με αυτή το 1923 στη Γερμανία, η οποία κατέστρεψε το νόμισμα και οδήγησε σε μια επαναστατική κατάσταση.
Θα μπορούσε να υπάρξει πανζουρλισμός έξω από τις τράπεζες, όπως συνέβη στην Αργεντινή πριν από μια δεκαετία, όταν απελπισμένοι άνθρωποι έφτασαν να κοιμούνται μπροστά από τα ATM ώστε να μπορούν να αποσύρουν τα χρήματα τους, το συντομότερο δυνατό. Πριν από τη χρεοκοπία, εταιρείες και ιδιώτες απέσυραν όσο το δυνατόν περισσότερο χρήμα. Στην Ελλάδα, τα χρήματα ήδη ρέουν στο εξωτερικό, με το μεγαλύτερο μέρος τους να πηγαίνουν προς την Κύπρο, την Ελβετία και το Λονδίνο.
Στην περίπτωση της Αργεντινής, που αθέτησε 93 δις $ εξωτερικού χρέους- η μεγαλύτερη εθνική χρεοκοπία που έχει συμβεί- οδήγησε σε πτώση κατά 60% της εγχώριας κατανάλωσης, καθώς τα νοικοκυριά είδαν τα περιουσιακά τους στοιχεία να αφανίζονται, ενώ ο πληθωρισμός κατέστρεψε κάθε αγοραστική δύναμη. Όλα τα εισαγόμενα εμπορεύματα, από μία BMW ως μία σακούλα ρύζι, έγιναν απρόσιτες πολυτέλειες.
Οι τράπεζες θα κλείσουν τις πόρτες τους. Τα ράφια των σούπερ μάρκετ θα μένουν άδεια. Ο πλούσιος θα γεμίσει τις βαλίτσες του με δολάρια και θα τρέξει για το πλησιέστερο αεροδρόμιο. Ο Stephane Deo της UBS γράφει: «Αν μια χώρα φτάσει στο άκρο να αποχωρήσει από το ευρώ, είναι τουλάχιστον πιθανό ότι φυγόκεντρες δυνάμεις θα προσπαθήσουν να διαλύσουν τη χώρα… Η διάλυση των νομισματικών ενώσεων σχεδόν πάντα συνοδεύονται από εκρήξεις ακραίων εμφύλιων ταραχών ή εμφυλίου πολέμου.»
Σε μια εθνική χρεοκοπία, ο δανεισμός σταματά και η εταιρική ζωή παγώνει. Η ανεργία και η φτώχεια αυξάνονται ραγδαία. Στην περίπτωση της Αργεντινής, το ποσοστό ανεργίας έφτασε πολύ κοντά στο 25%. Μέχρι το 2003, το ποσοστό των ανθρώπων σε κατάσταση «ακραίας φτώχειας» διαμορφώθηκε στο 26% του πληθυσμού, με πάνω από το 50% να θεωρείται κάτω από το όριο της φτώχειας. Οι εργαζόμενοι ανέλαβαν τις επιχειρήσεις και τις διαχειρίστηκαν κάτω από εργατικό έλεγχο. Δημιουργήθηκαν τοπικές συνελεύσεις, που βοήθησαν στη διανομή τροφίμων και την οργάνωση της υγειονομικής περίθαλψης.
Η οικονομική κατάρρευση στην Αργεντινή, παρήγαγε μια επαναστατική κατάσταση, αλλά δεν υπήρχε επαναστατικό κόμμα ικανό να την οδηγήσει. Το 2001 υπήρξε μια εξεγερτική κατάσταση στην Αργεντινή. Ο Πρόεδρος Fernando de la Rua έφυγε με ελικόπτερο από τη στέγη του παλατιού της Casa Rosada. Ημέρες αργότερα, η χώρα επίσημα χρεοκόπησε. Αν υπήρχε μια πραγματική ηγεσία Μπολσεβίκων θα μπορούσαν να έχουν πάρει την εξουσία. Οι σημαντικές «τροτσκιστικές» σέκτες της χώρας, αποδείχθηκαν εντελώς ανίκανες να οδηγήσουν το κίνημα προς τα εμπρός, και η ευκαιρία χάθηκε.
Μέχρι αυτό το σημείο, οι παραλληλισμοί ανάμεσα στην Αθήνα και το Μπουένος Άιρες είναι πολύ σαφείς. Μια ελληνική έξοδος από το ευρώ θα είναι εξίσου επώδυνη. Και θα υπάρξουν σοβαρές πολιτικές συνέπειες. Αλλά εδώ η αναλογία παύει. Αφού η επαναστατική ευκαιρία χάθηκε, η άρχουσα τάξη ανέκτησε τις δυνάμεις της και η κατάσταση αντιστράφηκε τελικά. Όταν τα περιουσιακά στοιχεία στην Αργεντινή έγιναν κατά 80 % φθηνότερα, οι ξένοι αγοραστές επέστρεψαν. Η Αργεντινή ανέκαμψε από τη φρίκη του Δεκεμβρίου του 2001 ταχύτερα από το αναμενόμενο, χάρη στο υποτιμημένο πέσο.
Αυτό οδήγησε σε μια γρήγορη ανάκαμψη στις εξαγωγές και σύντομα η χώρα κατάφερε να έχει ένα τεράστιο εξαγωγικό πλεόνασμα. Η οικονομία αυξήθηκε κατά 8,7-9,2 % από το 2003 ως το 2007 ενώ η ανεργία μειώθηκε. Αλλά η σύγκριση αυτή είναι παραπλανητική. Η αργεντίνικη οικονομία ωφελήθηκε από την παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη του καπιταλισμού και την αυξανόμενη ζήτηση για τα αγροτικά της προϊόντα, όπως η κινέζικη ζήτηση για σόγια. Μια ελληνική χρεοκοπία, αντίθετα, θα λάβει χώρα σε εντελώς διαφορετικές συνθήκες: μια παγκόσμια οικονομική ύφεση, μειούμενες αγορές, πτωτική ζήτηση και προστατευτισμό.
Ο ελληνικός καπιταλισμός δε θα είχε κάποιο κέρδος από την υποτίμηση του νομίσματος, αλλά θα υπέφερε και ο ίδιος από τις συνέπειες του εισαγόμενου πληθωρισμού, των επιθετικών δασμολογικών μέτρων εκ μέρους των πρώην εταίρων του στην ΕΕ, την κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος και την έλλειψη πίστωσης και επενδύσεων. Θα σήμαινε μια νέα και μοιραία πτωτική στροφή στη σπειροειδή κάθοδο της οικονομικής, πολιτικής και κοινωνικής κρίσης.
Απειλή για την ΕΕ
Αφού βούλιαξαν την Ελλάδα, την Ιρλανδία, την Πορτογαλία και την Ισπανία, οι λύκοι έστρεψαν την προσοχή τους στην Ιταλία, η οποία έχει ένα τεράστιο βουνό από χρέη, στο ύψος περίπου του 120 % του ΑΕΠ της χώρας. Είναι το δεύτερο μεγαλύτερο ποσοστό στην ΕΕ μετά από αυτό της Ελλάδας. Επιπλέον, μέσα στο 2012 λήγουν Ιταλικά ομόλογα αξίας 335 δις ευρώ, δηλαδή πολύ μεγαλύτερης από αυτή των ελληνικών, των ιρλανδικών και των πορτογαλικών μαζί. Η Ιταλία θα χρειαστεί να δανειστεί εκατοντάδες δις, και κάθε φορά που θα ζητάει κάποιο δάνειο, οι ανά τον κόσμο επενδυτές θα ανησυχούν για το αν θα πάρουν πίσω τα χρήματά τους, με δεδομένο το τεράστιο δημόσιο χρέος της.
Αυτό αποτελεί απειλή για την ίδια την ύπαρξη της Ευρωζώνης. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ίσως μπορεί να προφυλάξει την Ελλάδα από τον καταποντισμό για μια περίοδο (παρόλο που ακόμα κι αυτό είναι εξαιρετικά αμφίβολο). Κατάφερε να οργανώσει ένα σχέδιο διάσωσης για την Ιρλανδία και την Πορτογαλία, το οποίο δεν έχει λύσει τίποτα. Αλλά για να διασωθούν χώρες του μεγέθους της Ισπανίας ή της Ιταλίας απλά δεν υπάρχουν αρκετά χρήματα στην ΕΚΤ. Οποιαδήποτε προσπάθεια για κάτι τέτοιο θα εξαντλήσει σύντομα τα κεφάλαια της τράπεζας.
Κορυφαίοι αξιωματούχοι της ΕΕ έχουν προειδοποιήσει ότι η κρίση της Ευρωζώνης θα μπορούσε να καταστρέψει την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι ηγέτες της Γερμανίας και της Γαλλίας αναγκάστηκαν να δώσουν κι άλλα χρήματα στην Ελλάδα σε μια προσπάθεια να αποφευχθεί η χρεοκοπία, κάτι που θα είχε προκαλέσει χάος. Ο Επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων της ΕΕ, Όλι Ρεν, είπε: «Από όποια σκοπιά κι αν το δει κανείς, είναι απόλυτα βέβαιο πως μια χρεοκοπία ή/και έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη θα επέφερε δραματικό οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό κόστος, όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά επίσης και για όλα τα άλλα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης και τα κράτη-μέλη της ΕΕ, καθώς και για τους διεθνείς εταίρους μας.»
Κατά το ξέσπασμα της ελληνικής κρίσης, οι αστοί παρηγορούσαν τους εαυτούς τους με την ιδέα πως μόνο τα κράτη στις παρυφές της Ευρώπης είχαν πρόβλημα. Αλλά αυτό που οι αγορές θεωρούν ως επικίνδυνη περιφέρεια μεγάλωσε και συνεχίζει να επεκτείνεται μέρα με τη μέρα. Τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια παρουσίασαν νέες και πιο απότομες πτώσεις. Η ιδέα πως μπορεί να απομονωθεί η Ελλάδα – ή η Βρετανία ή η Ιρλανδία – είναι μια ανόητη ψευδαίσθηση. Βρίσκονται όλοι στο ίδιο καράβι, και το γεγονός πως κάποιοι ίσως είναι επιβάτες πρώτης θέσης δεν θα τους σώσει αν υπάρξει διαρροή εκεί που βρίσκονται οι επιβάτες δεύτερης κατηγορίας.
Τι σημαίνουν όλα αυτά για τους λαούς της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας; Ότι όλες οι θυσίες ήταν μάταιες. Οι εργαζόμενοι και οι αγρότες της Ιρλανδίας καλούνται να κάνουν ακόμα μεγαλύτερες θυσίες για να πληρωθούν οι δανειστές. Αλλά, όπως και στην Ελλάδα, οι συνεχόμενες επιθέσεις στο βιοτικό επίπεδο εξυπηρετούν μόνο την υπονόμευση της οικονομίας. Η Ιρλανδία είναι ακόμα πιο ανίκανη να αποπληρώσει τα χρέη της από ότι πριν.
Όταν η Ελλάδα χρεοκοπήσει, οι Ιρλανδοί και οι Πορτογάλοι θα πουν «Γιατί να πληρώσουμε;» Οι συνέπειες μια Ελληνικής χρεοκοπίας για την υπόλοιπη Ευρώπη θα είναι επομένως εξαιρετικά σοβαρές. Θα ενεργοποιήσει μια αλυσιδωτή αντίδραση τραπεζικών καταρρεύσεων σε άλλες χώρες. Οι γαλλικές τράπεζες είναι σε μεγάλο βαθμό εκτεθειμένες στην Ελλάδα, αλλά το ίδιο και οι γερμανικές. Οι αυστριακές είναι εκτεθειμένες στην Ιταλία κ.ο.κ. Τα αποτελέσματα θα είναι καταστροφικά για την Ευρώπη και όχι μόνο γι αυτήν.
Οι αγορές έχουν χάσει την εμπιστοσύνη τους στις Ευρωπαϊκές τράπεζες, κάτι που απειλεί να προκαλέσει μια τραπεζική κρίση όχι μόνο στην Ισπανία και την Ιταλία αλλά επίσης στην Γαλλία και το Βέλγιο. Η γαλλο-βελγική τράπεζα Dexia κρατικοποιήθηκε τον Οκτώβριο ώστε να αποφύγει την κατάρρευση. Αυτή υποτίθεται πως ήταν μια «υγιής» τράπεζα. Για την ακρίβεια ήρθε 12η από τις 90 μεγαλύτερες τράπεζες που υποβλήθηκαν στο περίφημο «τεστ αντοχής» των Ευρωπαϊκών Τραπεζικών Αρχών τον Ιούλιο του 2011. Οι καταθέσεις σε τρεις γαλλικές τράπεζες έπεσαν κατακόρυφα εξαιτίας του φόβου από την έκθεσή τους στο ελληνικό χρέος. Η Moody’s υποβάθμισε την Credit Agricole και την Societe Generale, και άφησε ένα μεγάλο ερωτηματικό να πλανάται πάνω από τη BNP Paribas.
Οι γαλλικές τράπεζες είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένες στην Ελλάδα. Το εκτιμώμενο χρέος της Γαλλίας είναι 1,6 τρις ευρώ (83 % του ΑΕΠ). Το δημόσιο χρέος της, αυξάνεται 7-8 % ανά χρόνο, παρά τις περικοπές. Το 2011 το έλλειμμα ήταν 150 δις ευρώ. Αν αυτό συνεχιστεί θα οδηγήσει σε μια γενική κατάρρευση της οικονομίας τόσο στην Γαλλία όσο και στην Ελλάδα. Αυτό είναι που ενθάρρυνε τον Σαρκοζί να πει «θα κάνω τα πάντα για να σωθεί η Ελλάδα». Αλλά αυτού του είδους η «βοήθεια» είναι σαν ένα σφιχταγκάλιασμα από συρματόπλεγμα.
Το πρόβλημα είναι ότι, ενώ όλοι θέλουν να σώσουν το ευρώ, κανείς δεν θέλει να βάλει το χέρι στη δικιά του τσέπη. Είναι ένδειξη της απελπισίας των ηγετών της Ευρώπης ότι παρακαλάνε τις χώρες της ομάδας BRICS – Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Νότια Αφρική – να διαθέσουν χρήματα για να τους βοηθήσουν να ξεπεράσουν τις δυσκολίες τους.
Όλα αυτά δεν έχουν οδηγήσει πουθενά. Ο Σαρκοζί πήγε στην Κίνα, όπου ενημερώθηκε ευγενικά αλλά ξεκάθαρα ότι η Κίνα δεν ήταν διατεθειμένη να βοηθήσει. Ο λόγος είναι πως δεν είναι σίγουροι ότι θα πάρουν τα χρήματά τους πίσω. Σε κάθε περίπτωση, φοβούνται, ότι η ίδια η δικιά τους οικονομία επιβραδύνεται, κι επομένως θα χρειαστούν τα χρήματα για να βοηθήσουν τους εαυτούς τους. Ως γνωστόν, η φιλανθρωπία ξεκινά από το σπίτι σου.
Ιταλία
Η Γερμανίδα Καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ έχει προειδοποιήσει ότι η Ευρωζώνη κινδυνεύει από ένα φαινόμενο «ντόμινο» αν δεν συνεργαστεί. «Η πρώτη προτεραιότητα είναι να αποφύγουμε μια ανεξέλεγκτη χρεοκοπία, επειδή κάτι τέτοιο δεν θα επηρεάσει μόνο την Ελλάδα, και ο κίνδυνος να πληγούν όλοι – ή τουλάχιστον αρκετές χώρες – είναι πολύ μεγάλος» είπε. «Έχω κάνει πολύ σαφή τη θέση μου πως πρέπει να γίνουν τα πάντα για να κρατηθεί η Ευρωζώνη πολιτικά ενωμένη, γιατί σύντομα θα έχουμε ένα ντόμινο.»
Αυτά δεν είναι κούφια λόγια. Η κρίση εξαπλώνεται γρήγορα. Το χρέος της Ιταλίας βρίσκεται στο 120 % του ΑΕΠ και θέτει άμεσα την Ιταλία στη γραμμή του πυρός των αγορών ομολόγων. Το κόστος δανεισμού της Ιταλίας σημείωσε ένα νέο υψηλό υπό τον φόβο του χρέους. Το Σεπτέμβρη του 2011, το επιτόκιο των πενταετών κρατικών ομολόγων της Ρώμης αυξήθηκε από 4,93 % σε 5,6 %, αλλά σύντομα έφτασε το απίστευτο 7,5 %. Όσο οι αποδόσεις παραμένουν πάνω από αυτό το επίπεδο, οι αγορές αναπτύσσουν την δικιά τους ασταμάτητη ορμή.
Η Ιταλία είναι μια από τις επτά κορυφαίες βιομηχανικές χώρες (G-7) και η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης. Μια κρίση στην Ιταλία θα είχε καταστροφικά αποτελέσματα για ολόκληρη την Ευρώπη. Το έναυσμα της αβεβαιότητας των αγορών ήταν η αστάθεια της κυβέρνησης στη Ρώμη. Ο βαθύς σκεπτικισμός για τα οικονομικά της χώρας ήταν αυτό που οδήγησε στην πτώση του Μπερλουσκόνι.
Ο ιταλικός καπιταλισμός έχει μείνει πίσω από τους βασικούς ανταγωνιστές του. Αυτή η αδυναμία είχε σε ένα βαθμό συγκαλυφθεί λόγω της ανάπτυξης, αλλά αποκαλύφθηκε ωμά από την παγκόσμια οικονομική κρίση. Από την έναρξη της κρίσης, η Ιταλία έχει καταφέρει μια ανάπτυξη μόνο μιας ποσοστιαίας μονάδας ετησίως. Το πρώτο τρίμηνο του 2011, ήταν μόλις 0,1 %, αρκετά χαμηλότερα από τον μέσο όρο του 0,8 % της Ευρωζώνης, χωρίς προοπτικές ανάκαμψης. Οι επενδυτές άρχισαν ξαφνικά να ρωτούν πως σκοπεύει η κυβέρνηση στην Ρώμη να αποπληρώσει κάποτε τα χρέη της.
Σε αυτές τις συνθήκες, ο Τζόρτζιο Ναπολιτάνο, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, απεύθυνε έκκληση προς την αντιπολίτευση για «εθνική λύση». Και γρήγορα πήρε αυτό που ήθελε. Και τα τρία κόμματα της αντιπολίτευσης στη βουλή δεσμεύθηκαν να μην εμποδίσουν την ψήφιση ενός πακέτου λιτότητας. Αλλά το πρόγραμμα του Μπερλουσκόνι ήταν πολύ λίγο για τα αφεντικά και πάρα πολύ για τους εργαζόμενους. Το ιταλικό κοινοβούλιο ενέκρινε το πακέτο λιτότητας ύψους 54,2 δις ευρώ της κυβέρνησης Μπερλουσκόνι, αλλά αμέσως μετά ακολούθησαν διαδηλώσεις και μια γενική απεργία στις αρχές του Σεπτέμβρη.
Η άρχουσα τάξη ήξερε, επομένως, ότι δεν μπορούσε να στηριχτεί στον Μπερλουσκόνι για την υπεράσπιση των συμφερόντων της και γι αυτό κινήθηκε εναντίον του. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Τζόρτζιο Ναπολιτάνο επενέβη και ζήτησε από το Μπερλουσκόνι να παραιτηθεί. Στην συνέχεια όρισε τον Μάριο Μόντι ισόβιο γερουσιαστή και του ανέθεσε το καθήκον του σχηματισμού νέας κυβέρνησης. Η κυβέρνηση αποτελείται από μη εκλεγμένους «τεχνοκράτες»: τραπεζίτες, δικηγόρους και τους λεγόμενους «τεχνικούς ειδικούς». Το καθήκον μιας τέτοιας κυβέρνησης είναι να επιβάλει δρακόντεια μέτρα λιτότητας γρήγορα. Αρχικά, απολαμβάνει την υποστήριξη όλων των βασικών πολιτικών σχηματισμών της ιταλικής βουλής, εκτός της Λίγκας του Βορρά.
Ο τρόπος με τον οποίο ο Μόντι επιβλήθηκε στον ιταλικό λαό ως πρωθυπουργός είναι μια ένδειξη του πόσο σοβαρή είναι η κρίση. Η αστική τάξη της Ευρώπης διοικεί ολόκληρες χώρες επιβάλλοντάς τους τραπεζίτες και γραφειοκράτες της ΕΕ (ο Παπαδήμος στην Ελλάδα ήταν ένας πρώην αντιπρόεδρος της ΕΚΤ), κάνοντας προσωρινά στην άκρη τις λεπτομέρειες της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Μια τέτοια κυβέρνηση, παρ’ όλα αυτά, δεν μπορεί να διαρκέσει για πολύ, καθώς στερείται αυτού που πολλοί αστοί σχολιαστές έχουν ονομάσει «δημοκρατική νομιμοποίηση». Μόλις τα μέτρα της γίνουν ξεκάθαρα στους εργαζόμενους και τη νεολαία, θα υπάρξει μαζική αντίδραση και η χώρα αναγκαστικά θα πάει σε εκλογές.
Υπό αυτές τις συνθήκες η αστική τάξη τελικά δεν θα έχει άλλη εναλλακτική λύση από το να περάσει το δηλητηριασμένο δισκοπότηρο στην «Κεντροαριστερά», της οποίας οι πρώην Κομμουνιστές ηγέτες ανυπομονούν να πιουν το κατακάθι του. Οι ηγέτες της «Αριστεράς» στην Ιταλία συμπεριφέρονται, όπως αυτοί κάθε άλλης χώρας. Πριν καλά-καλά η άρχουσα τάξη σηκώσει το μικρό της δαχτυλάκι, τρέχουν να αποδείξουν στους καπιταλιστές ότι είναι «υπεύθυνοι πολιτικοί», στους οποίους μπορούν να ανατεθούν υψηλά αξιώματα. Αυτή η επαίσχυντη συμπεριφορά ίσως να πείσει την άρχουσα τάξη ότι μπορεί με ασφάλεια να αναθέσει στην «Αριστερά» την διαχείριση του καπιταλισμού, μα η εργατική τάξη θα πληρώσει ένα ακριβό τίμημα γι’ αυτήν την «υπευθυνότητα».
Οι οικονομολόγοι έχουν επανειλημμένα τονίσει, ότι «η Ιταλία δεν είναι Ελλάδα ή Πορτογαλία,» και ότι «τα βασικά οικονομικά μεγέθη της Ιταλίας δεν είναι τόσο άσχημα». Αυτό μπορεί να είναι αλήθεια, αλλά δεν θα πείσει τις αγορές στην παρούσα τους κατάσταση νευρικότητας. Η Corriere della Sera έκανε έκκληση για ψυχραιμία: «Δε βοηθάει να ερεθιζόμαστε με τους διεθνείς κερδοσκόπους. Αν εμείς κινηθούμε σοβαρά δεν έχουμε τίποτα να φοβόμαστε. Δυστυχώς δεν ήμασταν σοβαροί μέχρι τώρα. Αυτό, το πληρώνουν οι αγορές.»
Το ερώτημα είναι: πώς ακριβώς οι Ιταλοί υποτίθεται ότι θα αποδείξουν «την σοβαρότητά τους» στις αγορές; Η απάντηση βρίσκεται στην Ελλάδα: μόνο μέσα από μαζικές περικοπές στο βιοτικό επίπεδο. Η παρούσα διάθεση σκυθρωπής συναίνεσης, θα μετατραπεί σε οργή. Οι σκηνές που είδαμε στην Ελλάδα θα αναπαραχθούν στην Ιταλία, παρ’ όλες τις προσπάθειες των ηγετών να τις αποφύγουν.
Γερμανία και ευρώ
Πριν είκοσι χρόνια, μετά την κατάρρευση της Ε.Σ.Σ.Δ, η γερμανική άρχουσα τάξη είχε μεγάλες φιλοδοξίες. Η σκέψη τους ήταν ότι μια ενοποιημένη Γερμανία θα μπορούσε να κυριαρχήσει στην Ευρώπη, πετυχαίνοντας με την οικονομική της ισχύ, αυτό που απέτυχε να κάνει ο Χίτλερ με στρατιωτικά μέσα. Κατά τις δυο τελευταίες δεκαετίες, η Γαλλία σπρώχνεται όλο και περισσότερο στη δεύτερη θέση και η Γερμανία κυβερνά τώρα τη φωλιά της Ευρώπης.
Αυτές οι φιλοδοξίες της γερμανικής άρχουσας τάξης έχουν ανατιναχθεί μες στη μούρη της. Η μοίρα της οικονομίας της Γερμανίας είναι τώρα άρρηκτα συνδεμένη με μια Ευρώπη που μοιάζει με νοσοκομειακό θάλαμο για τους αρρώστους που βρίσκονται στο τελευταίο στάδιο. Η ιδέα μιας στενότερης Ευρωπαϊκής Ένωσης υιοθετήθηκε από εκείνα τα τμήματα της γερμανικής άρχουσας τάξης που έχουν ακόμα ψευδαισθήσεις μεγαλείου. Αλλά τα 20 προηγούμενα χρόνια έχουν επίσης πείσει τη Γερμανία ότι τέτοιες βλέψεις μπορεί να έχουν ένα πολύ βαρύ τίμημα. Αυτή διχογνωμία εκφράστηκε στην πρόσφατη συζήτηση για την πιθανή δημιουργία «Ευρωομολόγων».
Η Γερμανία έχει ένα χαμηλότερο επίπεδο χρέους σε σχέση με τις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες. Τις τελευταίες δεκαετίες, οι Γερμανοί καπιταλιστές ξεζούμιζαν αδυσώπητα τους εργαζόμενους. Από το 1997 έως το 2010, η ωριαία παραγωγικότητα στη γερμανική βιομηχανία ανέβηκε 10 %, ενώ οι μισθοί μειώθηκαν περίπου το ίδιο. Το συνολικό αποτέλεσμα ήταν να μειωθεί το κόστος εργασίας κατά 25 % σε σχέση με την Ευρωπαϊκή περιφέρεια (PIIGS). Παρ’ ότι οι Γερμανοί εργαζόμενοι αμείβονται καλύτερα από τους περισσότερους Ευρωπαίους εργαζόμενους, ο βαθμός εκμετάλλευσης είναι υψηλότερος. Αυτό είναι το μυστικό της γερμανικής ανταγωνιστικότητας. Το πρόβλημα είναι ότι στο τέλος θα πρέπει κάπου να πουλήσεις τα προϊόντα σου.
Κατά την περίοδο της ανάπτυξης, η Ελλάδα – και η υπόλοιπη Ευρώπη – αγόραζε γερμανικά αγαθά – με γερμανικά δάνεια. Αυτή ήταν μια καταναλωτική ανάπτυξη, και επίσης μια τραπεζική ανάπτυξη. Οι Γερμανοί δάνεισαν πολλά χρήματα και έβγαλαν πολλά χρήματα από τους τόκους. Αλλά όλο αυτό έχει ένα όριο.
Η δύναμη της Γερμανίας είναι περισσότερο φαινομενική, παρά πραγματική. Η μοίρα της γερμανικής οικονομίας εξαρτάται από το τι συμβαίνει στην υπόλοιπη Ευρώπη. Αν το ευρώ καταρρεύσει, αυτό θα έχει καταστροφικές συνέπειες για τη Γερμανία. Από τη Γερμανία αναμένεται να κουβαλήσει ολόκληρη την Ευρώπη στην πλάτη της, αλλά οι ώμοι της είναι πολύ στενοί γι αυτό το βάρος. Οι Γερμανοί προσπαθούν να αποτρέψουν μια ελληνική χρεοκοπία, όχι από αλτρουισμό, αλλά για να σώσουν τις γερμανικές τράπεζες. Ελπίζουν να εμποδίσουν τη σήψη να εξαπλωθεί σε άλλες χώρες. Οι γερμανικές τράπεζες είναι εκτεθειμένες με 17 δις ευρώ στο ελληνικό χρέος, αλλά με 116 δις στο ιταλικό.
Η Γερμανία έπρεπε να στηρίξει την Ελλάδα. Απλά, δεν είχαν άλλη επιλογή. Παρ’ όλα αυτά, η Γερμανία δεν μπορεί να αντέξει μια ισπανική, ή ιταλική χρεοκοπία. Αλλά ούτε μπορούν να αντέξουν τη διάσωση αυτών των χωρών. Στο Βερολίνο γίνεται σιγά-σιγά σαφές, ότι η ταχεία εξάπλωση της οικονομικής κρίσης απειλεί να συμπαρασύρει τη Γερμανία. Απέτυχαν να επιλύσουν την ελληνική κρίση με μια τεράστια ένεση μετρητών. Και δεν υπάρχουν τόσα χρήματα στην Bundesbank, για να εξασφαλιστούν τα χρέη της Ισπανίας και της Ιταλίας.
Αυτός ήταν ο λόγος, που η ιδέα των «ευρωομολόγων» βρίσκει αντίθετη τη Γερμανία, που θα έπρεπε να πληρώσει το λογαριασμό. Θα απαιτούσε επίσης έναν νέο γύρο διαπραγματεύσεων γύρω από τις Ευρωπαϊκές Συνθήκες. Αυτό θα ήταν μια πολύ οδυνηρή εμπειρία, η οποία, μακριά από το να οδηγήσει σε μια ενωμένη Ευρώπη, θα εξέθετε όλες τις υποβόσκουσες αντιθέσεις και τριβές μεταξύ των διαφορετικών εθνικών κρατών. Αντί να δημιουργήσει μια ενωμένη Ευρώπη, θα μπορούσε στην πραγματικότητα να επισπεύσει τη διάλυση της ΕΕ.
[/nextpage]
[nextpage title=”Μέρος 5ο” ]
Ευρώπη και Αμερική
Όταν πτωχεύσει η Ελλάδα, θα τεθεί αμέσως το ζήτημα της εξάπλωσης της «μόλυνσης» σε άλλες χώρες. Η Ιρλανδία, η Πορτογαλία, η Ισπανία και η Ιταλία θα πέσουν σαν κομμάτια του ντόμινο. Οι τράπεζες θα καταρρεύσουν, με αρχή τις ελληνικές και τις κυπριακές τράπεζες, και στη συνέχεια το χρηματοδοτικό σύστημα της Βρετανίας και των ΗΠΑ, τα οποία είναι σαθρά. Μια οικονομική κατάρρευση στην Ευρώπη θα προκαλούσε ένα τσουνάμι που θα διασχίσει τον Ατλαντικό, ασκώντας πίεση στο δολάριο και απειλώντας να υπονομεύσει και να αποσταθεροποιήσει την ασταθή οικονομική κατάσταση των ΗΠΑ.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι ΗΠΑ παρακολουθούν την κρίση στην άλλη μεριά του Ατλαντικού με αυξανόμενη ανησυχία. Παρακινούν τους Ευρωπαίους να συμμαζέψουν «το σπίτι τους», αλλά βολικά παραβλέπουν το χάος «στο δικό τους σπίτι». Υποφέρουν από «διαταραχή έλλειψης προσοχής», μαζί με την αυξανόμενη κρίση, την υψηλή ανεργία και την βαθιά πολιτική κρίση.
Οι Αμερικάνοι καλούν απεγνωσμένα την Γερμανία να «κάνει περισσότερα» για να βγάλει την Ευρώπη από την κρίση. Οι Γερμανοί πρέπει να μειώσουν τους φόρους. Πρέπει να τονώσουν την οικονομία. Πρέπει να στείλουν κι άλλα χρήματα στην Ελλάδα. Πρέπει να καθοδηγήσουν μια συντονισμένη δημοσιονομική τόνωση σε όλη τη βόρεια Ευρώπη. Η Γερμανία πρέπει να κάνει αυτό και η Γερμανία πρέπει να κάνει εκείνο. Αλλά ποιοι είναι οι Αμερικάνοι για να πουν στους Γερμανούς τι να κάνουν;
Ο Υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Τίμοθυ Γκάιθνερ προειδοποίησε ότι η αποτυχία της ΕΕ να επιλύσει την ελληνική κρίση αποτελεί μια σοβαρή απειλή για την παγκόσμια οικονομία. Σε μια ασυνήθιστη κίνηση, ο Γκάιθνερ παραβρέθηκε στις συζητήσεις μεταξύ των υπουργών οικονομικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κεντρικών τραπεζιτών της Πολωνίας, όπου τους επέπληξε, όπως ο διευθυντής θα επέπληττε μικρά παιδιά. Ύστερα είπε πως τα Ευρωπαϊκά κράτη «αναγνωρίζουν τώρα πως θα πρέπει να κάνουν περισσότερα» για να αντιμετωπίσουν την κρίση.
Ναι, λένε οι Ευρωπαίοι, αλλά ποιος θα πληρώσει για όλα αυτά; Σε αυτή την ερώτηση μπορεί να δοθεί μια μόνο απάντηση: η Γαλλία και η Γερμανία, ή πιο σωστά, η Γερμανία, η οποία είναι το τελευταίο τραπεζικό καταφύγιο της Ευρώπης. Από εκείνους που έχουν πει πολλά για ένα Σχέδιο Μάρσαλ για την Ελλάδα, ζητείται τώρα ευγενικά να σταματήσουν να μιλάνε και να αρχίσουν να πληρώνουν. Αλλά αυτό λέγεται ευκολότερα, από ότι γίνεται. Θέτει άμεσα πολιτικά προβλήματα που δεν μπορούν να ξεπεραστούν εύκολα.
Η αναλογία με το Σχέδιο Μάρσαλ του 1948 είναι λαθεμένη. Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι ΗΠΑ έσωσαν τον Ευρωπαϊκό καπιταλισμό με μια μεγάλη ένεση κεφαλαίου μέσω του Σχεδίου Μάρσαλ. Αλλά τώρα οι συνθήκες είναι πολύ διαφορετικές. Το 1945 οι ΗΠΑ είχαν τα δυο τρίτα του συνολικού χρυσού του κόσμου στο Fort Knox, και επομένως το δολάριο ήταν «καλό σαν χρυσάφι». Ακόμα, οι ΗΠΑ ήταν η μεγαλύτερη χώρα-πιστωτής παγκόσμια. Τώρα είναι ο μεγαλύτερος οφειλέτης. Μακριά από το να τρέξει σε βοήθεια της Ευρώπης, ο Ομπάμα ζητάει από τους Ευρωπαίους να λύσουν τα δικά τους προβλήματα, αλλιώς η εύθραυστη οικονομική ανάκαμψη στις ΗΠΑ θα τεθεί σε σοβαρό κίνδυνο.
Πάνω απ’ όλα, όταν εφαρμόστηκε το Σχέδιο Μάρσαλ, η παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία έμπαινε σε μια φάση ανόδου που κράτησε σχεδόν τρεις δεκαετίες. Κανένας από αυτούς τους παράγοντες δεν υφίσταται τώρα. Η Γερμανία είναι η ηγετική δύναμη στην Ευρώπη, αλλά δεν κατέχει τα απεριόριστα στην ουσία οικονομικά αποθέματα που απολάμβαναν οι ΗΠΑ το 1945. Παρ’ ότι είναι μια ισχυρή οικονομία, δεν είναι αρκετά δυνατή για να αντέξει το βάρος των συσσωρευμένων ελλειμμάτων της Ελλάδας, της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας, της Ισπανίας, της Ιταλίας και των υπολοίπων. Και το πιο σημαντικό, η Ευρώπη και ο κόσμος δεν είναι στα πρόθυρα μιας μακράς περιόδου οικονομικής ανόδου αλλά, αντίθετα, στις παραμονές μια παρατεταμένης περιόδου οικονομικών δυσκολιών και λιτότητας.
Οι ΗΠΑ
Οι ίδιες οι ΗΠΑ έφτασαν κοντά στην αδυναμία εξυπηρέτησης, του αξίας 14,3 τρις δολαρίων δημόσιου χρέους τους, τον Αύγουστο του 2011, όταν η κυβέρνηση Ομπάμα μπάλωσε μια συμφωνία της τελευταίας στιγμής, για την άνοδο του ανώτατου ορίου για το χρέος. Η κρίση προκάλεσε μια ανοιχτή και δριμεία σύγκρουση μεταξύ των Ρεπουμπλικάνων και των Δημοκρατικών, οι οποίοι εκπροσωπούν διαφορετικά στρώματα της καπιταλιστικής τάξης.
Μέχρι πρόσφατα, κανείς δεν ανέφερε τα τεράστια χρέη των ΗΠΑ. Αλλά τώρα αυτό έχει αλλάξει, από όταν ο οίκος αξιολόγησης Standard & Poor’s ανακοίνωσε τον Αύγουστο του 2011 ότι υποβαθμίζει την πιστοληπτική ικανότητα των ΗΠΑ σε AA+ από την κορυφαία της βαθμίδα του ΑΑΑ. Η Moody’s είπε επίσης ότι εξετάζει την υποβάθμιση της ΑΑΑ πιστοληπτικής ικανότητας των ΗΠΑ, επικαλούμενη την αυξανόμενη πιθανότητα να χρεοκοπήσουν, υπό τις δανειακές τους υποχρεώσεις.
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ αντιμετωπίζει αυτή τη στιγμή ένα έλλειμμα 1,5 τρις δολαρίων στον προϋπολογισμό, αναγκαζόμενη έτσι να εκδώσει χρέος με τη μορφή έντοκων γραμματίων, ομολόγων και άλλων τίτλων. Το συνολικό δημόσιο χρέος των 14,3 τρις δολαρίων συνιστά μια οξεία αύξηση σε σχέση με τα 10,6 τρις δολάρια όταν ο κ. Ομπάμα ανέλαβε την προεδρία τον Ιανουάριο του 2009. Το μεγαλύτερο μέρος, αφορά το δημόσιο, με το υπόλοιπο να αφορά κυβερνητικούς λογαριασμούς των ΗΠΑ.
Αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που το Κογκρέσσο έχει ψηφίσει την άνοδο του ορίου του χρέους, δίνοντας στην κυβέρνηση πρόσβαση στα μετρητά που χρειαζόταν. Έχει ψηφίσει να αυξηθεί το όριο χρέους των ΗΠΑ 10 φορές από το 2001. Από τον Μάιο, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει χρησιμοποιήσει προσαρμογές των δαπανών και λογιστικές προσαρμογές, όπως και «υψηλότερα από τα αναμενόμενα» φορολογικά έσοδα, προκειμένου να συνεχίσει να λειτουργεί η χώρα. Ο επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας Μπεν Μπερνάκι έχει πει, ότι μια πτώχευση θα προκαλούσε «μέγιστη κρίση». Αυτή η δήλωση υποτιμάει την κατάσταση. Μια πτώχευση των ΗΠΑ θα ήταν το σενάριο του Αρμαγεδδών για την παγκόσμια αγορά χρήματος.
Παρ’ ότι και τα δυο αστικά κόμματα υπερασπίζονται τα συμφέροντα των καπιταλιστών, έχουν διαφορετικές ιδέες για το πώς θα το κάνουν. Το Ρεπουμπλικάνικο κόμμα ήθελε βαθιές περικοπές. Ο Ομπάμα ήταν έτοιμος να δεχθεί τις περικοπές, αλλά ήθελε να κατευνάσει την εργατική τάξη με την αύξηση κάποιων φόρων στους πλούσιους. Αλλά αυτό είναι ανάθεμα για τους Ρεπουμπλικάνους του Κογκρέσσου, που βρίσκονταν κάτω από την πίεση των φανατικών του Tea Party, οι οποίοι δεν θέλουν καμιά φορολογία. Στο τέλος αναγκάστηκαν να καταλήξουν σε μια συμφωνία με την αύξηση του ορίου για το χρέος, όπως έχουν κάνει και προηγουμένως. Αλλά η ψηφοφορία ήταν συνδεδεμένη με αυτόματες περικοπές πάνω από 1 τρις δολ. οι οποίες τώρα ενεργοποιήθηκαν από την αποτυχία της λεγόμενης «Υπερ-Επιτροπής» να συμφωνήσει σε ακόμα μεγαλύτερες περικοπές.
Μέχρι τώρα, το δολάριο έχει κρατηθεί ψηλά επειδή αντιμετωπιζόταν ως ένα ασφαλές λιμάνι για τα χρήματα σε καιρό παγκόσμιας οικονομικής και νομισματικής αστάθειας. Αλλά αν το έλλειμμα των ΗΠΑ παραμείνει, η εμπιστοσύνη στην αξία του δολαρίου θα μειωθεί, φέρνοντας ένα ξεπούλημα δολαρίων και μια απότομη πτώση της αξίας του. Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα πιστεύει πως οι πιθανότητες μιας ύφεσης στις ΗΠΑ το 2012 είναι πάνω από 50/50. Σύμφωνα με τον οικονομολόγο της Τράπεζας, Τράβις Μπέρτζ, «Η σύνεση υποδεικνύει ότι η ευαίσθητη κατάσταση της οικονομίας των ΗΠΑ δεν θα αντέξει εύκολα αναταραχές προερχόμενες από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Μια Ευρωπαϊκή ισχυρή πτώχευση μπορεί να βυθίσει τις Ηνωμένες Πολιτείες ξανά στην ύφεση.» Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι Αμερικάνοι είναι τόσο ανήσυχοι για την Ελλάδα και το μέλλον του Ευρώ. Μέχρι στιγμής, η προσοχή των αγορών χρήματος έχει επικεντρωθεί στην Ευρώπη. Αλλά μια κατάρρευση του ευρώ θα φέρει άμεσα στην επιφάνεια την πραγματική αδυναμία του δολαρίου.
Από το Ουισκόνσιν στη Γουολ Στριτ
Οι Η.Π.Α. βρίσκονται στη δίνη της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και εκεί εμφανίζονται οι πιο δραματικές επιπτώσεις της. Κατά την διάρκεια της επονομαζόμενης ανάκαμψης έγιναν ελάχιστες προσλήψεις. Οι θέσεις εργασίας που δημιουργήθηκαν ήταν πολύ λιγότερες από τις απαιτούμενες, αναλογικά με την πληθυσμιακή αύξηση, πόσο μάλλον για να υποκαταστήσουν την απώλεια άνω των 8 εκατομμυρίων που έλαβε χώρα στην κορύφωση της κρίσης. Κατά τη διάρκεια του τρίτου τριμήνου του 2011, καταγράφηκαν μαζικά 1.226 περιπτώσεις εφεδρείας καθώς και 184.493 απολύσεις εργαζομένων. Και αυτό αντιμετωπίζεται ως πρόοδος σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν.
Οποιαδήποτε οικονομική ανάπτυξη παρατηρήθηκε, βασίζεται στην αυξανόμενη εκμετάλλευση του υπάρχοντος εργατικού δυναμικού. Την τελευταία περίοδο καταγράφηκε αύξηση της εξαγωγής απόλυτης και σχετικής υπεραξίας. Με άλλα λόγια δηλαδή λιγότεροι εργάτες δουλεύουν περισσότερο και σκληρότερα με μικρότερο μισθό. Αυτό οδηγεί σε αύξηση του ΑΕΠ και σε περισσότερα κέρδη. Δεν οδηγεί όμως σε δημιουργία θέσεων εργασίας. Το επίσημο ποσοστό της ανεργίας ανέρχεται στο 9%, αλλά το πραγματικό ποσοστό είναι πιθανόν διπλάσιο αυτού. Εκατομμύρια ανέργων δεν καταγράφονται πλέον, καθώς δεν αναζητούν πλέον εργασία. Κάθε κενή θέση εργασίας αντιστοιχεί σε πέντε Αμερικανούς πολίτες που τη διεκδικούν. Η αναλογία αυτή όμως δεν περιλαμβάνει αυτούς που έχουν εγκαταλείψει την προσπάθεια εύρεσης εργασίας. Αυτή τη στιγμή 14% των πολιτών βασίζονται σε κουπόνια σίτισης και η φτώχεια στις ΗΠΑ έχει προσεγγίσει επίπεδα ρεκόρ.
Την ίδια στιγμή σύμφωνα με το περιοδικό Fortune, οι 500 μεγαλύτερες επιχειρήσεις παρουσίασαν αύξηση κερδών της τάξεως του 81%. Τα έσοδα αυτών των επιχειρήσεων και των υποκαταστημάτων τους ανέρχονται περίπου στα 10,8 τρισεκατομμύρια δολάρια, ποσό που αντιστοιχεί σε 10,5% αύξηση από το 2009. Αυτό σημαίνει ότι η παραγωγή των 500 επιχειρήσεων μαζί, ισούται με το 73,5% του ΑΕΠ των ΗΠΑ. Αυτά τα δεδομένα αποδεικνύουν πόσο συγκεντρωμένος είναι ο πλούτος στην Αμερική, ενώ από την άλλη οι 10 μεγαλύτερες επιχειρήσεις, στην κατάταξη του Fortune, απασχολούν πάνω από 4 εκατομμύρια εργάτες.
Όλα τα παραπάνω εξηγούν την κατάρρευση της υποστήριξης απέναντι στον Ομπάμα και στους Δημοκρατικούς στις ενδιάμεσες εκλογές. Υπάρχει αυξανόμενη δυσαρέσκεια, η οποία είναι έκδηλη και σε πρακτικό επίπεδο. Οι μαζικές διαμαρτυρίες στο Γουισκόνσιν έδειξαν ότι κάτι αλλάζει στην Αμερική. Αυτές οι διαμαρτυρίες ήταν κάτι το ασυνήθιστο, καθώς συνήθως οι άνθρωποι απλά διαδηλώνουν για μια μέρα και μετά επιστρέφουν στα σπίτια τους. Παρ’ όλα αυτά με έμπνευση τα γεγονότα της Αιγύπτου, οι διαδηλώσεις έλαβαν μαζικές διαστάσεις, όπου δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτών κατέλαβαν τους δρόμους του Μάντισον με τους αστυνομικούς αλληλέγγυους. (Πολλοί από τους τελευταίους είχαν το εξής σύνθημα στις μπλούζες τους: «Οι μπάτσοι υποστηρίζουν τους εργάτες»)
Μεταξύ άλλων ακούστηκαν συνθήματα, όπως: «Παλέψτε όπως οι Αιγύπτιοι!» και «Από το Κάιρο μέχρι και το Μάντισον: Εργάτες Ενωμένοι!» Τον Οκτώβριο του 2010 η Αμερικανική Συνομοσπονδία Εργαζομένων (AFL-CIO) οργάνωσε στην Ουάσιγκτον πορεία, όπου αποτέλεσε την πρώτη πανεθνική εργατική διαδήλωση από το 1981. Οι ηγέτες των συνδικάτων θέλησαν να την μετατρέψουν σε συγκέντρωση υποστήριξης των Δημοκρατών, γεγονός όμως που δεν βρήκε απήχηση μεταξύ των εργατών.
Οι ΗΠΑ λοιπόν σείστηκαν από τις διαδηλώσεις «ενάντια στην απληστία των επιχειρήσεων». Αυτές οι διαμαρτυρίες που οργανώθηκαν από το αυθόρμητο κίνημα «Καταλάβετε την Γουόλ Στριτ», έχουν αρχίσει να προκαλούν ανησυχία την αστική τάξη. Η εφημερίδα «New York Times Sunday Review» εξέδωσε ένα φύλλο (8 Οκτωβρίου 2011), από το οποίο αξίζει να παρατεθούν κάποια αποσπάσματα εκτενώς:
«Σε αυτό το σημείο, το μήνυμα είναι η διαμαρτυρία: η ανισότητα στα εισοδήματα κατατροπώνει την μεσαία τάξη, αυξάνοντας τις τάξεις των φτωχών και απειλώντας να δημιουργήσει μια μόνιμη υπο-τάξη ικανών, πρόθυμων αλλά χωρίς δουλειά ανθρώπων. Σε ένα επίπεδο, οι διαδηλωτές, οι περισσότεροι εκ των οποίων είναι νέοι, δίνουν φωνή στη γενιά της χαμένης ευκαιρίας.(…)»
«Οι διαμαρτυρίες παρ’ όλα αυτά, είναι κάτι περισσότερο από απλά έναν ξεσηκωμό της νεολαίας. Τα προβλήματα των διαδηλωτών αποτελούν μόνο μια απεικόνιση των τρόπων κατά τους οποίους η οικονομία δεν είναι αποδοτική για τους περισσότερους Αμερικάνους. Έχουν πραγματικά δίκιο όταν ισχυρίζονται ότι ο οικονομικός τομέας με τους ρυθμιστές και τους εκλεγμένους αξιωματούχους σε συμπαιγνία, διογκώθηκε και αποκόμισε κέρδη από μία πιστωτική φούσκα, η οποία έσκασε, με κόστος για εκατομμύρια Αμερικανούς τις δουλειές, τα εισοδήματα, τις αποταμιεύσεις τους και την εγχώρια δικαιοσύνη. Καθώς οι κακές εποχές επιμένουν, οι Αμερικάνοι έχουν χάσει την πίστη τους στην επανόρθωση και στην ανάκαμψη.»
«Η αρχική αγανάκτηση επιδεινώθηκε από τα πακέτα διάσωσης και από την «πείνα» των εκλεγμένων αξιωματούχων για οικονομική υποστήριξη της προεκλογικής τους εκστρατείας από την Wall Street. Τα παραπάνω αποτέλεσαν έναν τοξικό συνδυασμό που επανεπιβεβαίωσε την οικονομική και πολιτική δύναμη των τραπεζών και των τραπεζιτών, ενώ οι συνηθισμένοι Αμερικάνοι υποφέρουν.»
Αποτελεί μύθο η πεποίθηση, ότι οι Αμερικάνοι είναι εκ φύσεως αντιδραστικοί. Ας θυμηθούμε τι λέει η Βίβλος: «Οι πρώτοι έσονται τελευταίοι και οι τελευταίοι έσονται πρώτοι» Αυτό αποτελεί ξεκάθαρα διαλεκτική! Ακριβώς επειδή οι Αμερικάνοι εργάτες ήταν πιο πίσω πολιτικά σε σχέση με τους Ευρωπαίους τώρα μπορούν να τους ξεπεράσουν.
Οι δημοσιογράφοι του CNBC ωρύονταν, ότι οι διαδηλωτές «έχουν ξεσηκώσει τις φρικιαστικές τους σημαίες» και ότι «έχουν ευθυγραμμιστεί με τις απόψεις του Λένιν». Δυστυχώς αυτή η κρίση είναι λίγο πρόωρη. Οι διαδηλωτές –τουλάχιστον οι περισσότεροι αυτών- δεν στηρίζουν τις απόψεις του Λένιν. Παρ’ όλα αυτά μαθαίνουν από την εμπειρία τους. Λίγα χτυπήματα από ένα κλομπ αστυνομικού, τους διδάσκει περισσότερα για την ακριβή φύση του καπιταλιστικού κράτους, απ’ ότι θα μάθαιναν αν διάβαζαν το «Κράτος και Επανάσταση».
Παρόλο που οι Αμερικάνοι εργάτες δεν έχουν ένα μαζικό εργατικό κόμμα, δεν κουβαλάνε από την άλλη το βάρος της ρεφορμιστικής ηγεσίας, που χρησιμοποιεί την εξουσία της, για να τους αναχαιτίσει, όπως συμβαίνει στην Ευρώπη ή αλλού και δεν έχουν τις ρεφορμιστικές και σταλινικές προκαταλήψεις των Ευρωπαίων εργατών. Όντας λοιπόν «φρέσκα» πολιτικά στρώματα μπορούν με το που αρχίσουν να κινούνται να κάνουν πολύ μεγάλη πρόοδο.
Αυτό είναι ήδη έκδηλο στο κίνημα Occupy. Η ακραία αστυνομική καταστολή που αντιμετώπισε το κίνημα στο Oakland δείχνει τον τρόμο της αμερικάνικης άρχουσας τάξης απέναντι στην επαναστατική δυναμική ενός τέτοιου κινήματος. Ως απάντηση στην αστυνομική καταστολή, πραγματοποιήθηκε το εξαιρετικά θετικό βήμα της σύγκλισης γενικής απεργίας. Αυτό το γεγονός αποδεικνύει την ενστικτώδη επίγνωση της νεολαίας για την ανάγκη συμπόρευσης με το οργανωμένο εργατικό κίνημα, ενώ αποτελεί ένδειξη του τι μπορεί να ακολουθήσει, σε ένα επόμενο επίπεδο της ταξικής πάλης. Ήταν η πρώτη φορά μετά από 70 χρόνια στις ΗΠΑ, όπου η ιδέα μιας γενικής απεργίας συζητήθηκε ευρέως σε όλους τους συνδικαλιστικούς φορείς της πολιτείας.
Το κίνημα Occupy αποτελεί απλά την κορυφή του παγόβουνου, ενός πολύ πιο διαδεδομένου ρεύματος αντιπολιτευτικής διάθεσης. Μια άλλη ένδειξη αυτού, αποτέλεσε η καταψήφιση του νόμου εναντίον των συνδικάτων, σε δημοψήφισμα που διεξήχθη στο Οχάιο τον Νοέμβριο του 2011. Η καταψήφιση της νομοθεσίας με ποσοστό 61%, αποτέλεσε μεγαλειώδη νίκη για το οργανωμένο εργατικό κίνημα, το οποίο αξιοποίησε τα πιο σημαντικά όπλα του, προκειμένου να επιτευχθεί ένα τέτοιο αποτέλεσμα. Αυτό αποδεικνύει την πραγματική διάθεση που αναπτύσσεται στις τάξεις των Αμερικάνων εργατών.
Οι Μαρξ και Ένγκελς ήταν οι πρώτοι που έθεσαν το ζήτημα της δημιουργίας ενός εργατικού κόμματος για τον απεγκλωβισμό των εργατών από τα κόμματα της αστικής τάξης. Η δημιουργία ενός τέτοιου κόμματος θα αποτελέσει ιστορικό γεγονός για τις ΗΠΑ. Ακόμα και αν ιδρυθεί στη βάση ενός ρεφορμιστικού προγράμματος, θα αποτελέσει έναν μαγνήτη που αμέσως θα έλξει «ιονισμένους» και μη-«ιονισμένους «εργάτες, τη νεολαία, τους μαύρους, τους λατίνους, γυναίκες και ανέργους. Κάτω από συνθήκες κοινωνικής κρίσης, ένα Αμερικάνικο Εργατικό Κόμμα μπορεί να μετατοπιστεί ραγδαία προς τα αριστερά, εξελισσόμενο ταχύτατα προς την κατεύθυνση του κεντρισμού.
[/nextpage]
[nextpage title=”Μέρος 6ο” ]
Ασία
Όπου και να κοιτάξουν οι καπιταλιστές, δεν μπορούν να βρουν καμία λύση. Η ψευδαίσθηση ότι η Ασία θα μπορούσε να αποτελέσει τη σανίδα σωτηρίας τους, εξαλείφτηκε γρήγορα. Αυτό συνέβη, γιατί συνειδητοποίησαν ότι η Ασία, παρά το κολοσσιαίο παραγωγικό δυναμικό που διαθέτει, δεν μπορεί να υποκαταστήσει την πτώση της ζήτησης και της παραγωγής στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ. Αυτό είναι ιδιαίτερα έκδηλο στην περίπτωση της Ιαπωνίας, που μετέπεσε από μια χώρα-μοντέλο ανάπτυξης, σε μία χώρα που μαστίζεται από μακρόχρονη στασιμότητα, αυξανόμενη ανεργία και αυξανόμενες κοινωνικές αντιφάσεις.
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’90, οι κυβερνήσεις της Ιαπωνίας εισήγαγαν μια σειρά προγραμμάτων με κίνητρα και αναγκάστηκαν επίσης, να υλοποιήσουν έναν αριθμό πακέτων διάσωσης για τις τράπεζες, όπως αυτό των 500 δις το 1998. Έτσι, ενώ το 1991 η χώρα διέθετε πλεόνασμα, κατέληξε με έλλειμμα 4,3% μέχρι το 1996 και 10% μέχρι το 1998. Το 1995, το χρέος, ως ποσοστό του ΑΕΠ, ανήλθε στο 90%. Σήμερα, το επίπεδο του χρέους ανέρχεται στο 225% του ΑΕΠ, ενώ η οικονομία δέχθηκε ένα ακόμα μεγάλο πλήγμα, εξαιτίας του σεισμού, αν και βρισκόταν σε ρυθμούς επιβράδυνσης ακόμα και πριν από αυτόν.
Η Ιαπωνία, ενώ είχε μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 10%, τη δεκαετία του ’60, μετέπεσε στο 5% κατά τις δεκαετίες του ’70 και ’80, προσεγγίζοντας σχεδόν μηδενική ανάπτυξη, μετά την κρίση του 1997. Την ίδια περίοδο, το γενικό επίπεδο της ανεργίας ανήλθε από 1,5% (1960-75) σε 2,5% (1975-90), ενώ το παρόν επίπεδο ανέρχεται σε 5%. Παρ’ όλα αυτά, για την νεολαία η κατάσταση είναι μακράν χειρότερη. Η ανεργία για τις ηλικίες 15-24 σκαρφάλωσε το 2010, στο 10,5%.
Επιπρόσθετα, στην αγορά εργασίας της Ιαπωνίας εξαπλώνεται σε μεγάλο βαθμό η ανασφάλεια. Σε ποσοστό πλέον του 40%, το εργατικό δυναμικό της χώρας εργάζεται σε συνθήκες μερικής απασχόλησης. Πολλοί εργάτες πλέον προσλαμβάνονται με συμβάσεις ορισμένου χρόνου. Οι μέρες που υπόσχονταν μόνιμη δουλειά, γεγονός που αποτελούσε τότε στοιχείο κλειδί, που επέτρεψε την κοινωνική και πολιτική σταθερότητα για τόσο καιρό, έχουν πλέον παρέλθει.
Συνέπεια όλων αυτών, αποτελεί το γεγονός ότι έχουν αρχίσει να εξάγονται πολιτικά συμπεράσματα και κυρίως από τη νεολαία, φαινόμενο που αντανακλάται στις διαμαρτυρίες της νεολαίας, αλλά και στο αυξανόμενο ενδιαφέρον για την αριστερή φιλολογία. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός της έκδοσης ενός μάνγκα-κόμικ, βασισμένου στο «Κεφάλαιο» του Μαρξ, που έγινε μπεστ-σέλλερ, ενώ το Κομμουνιστικό Κόμμα αύξησε τις δυνάμεις του κατά 400.000 μέλη και συνεχίζει να προσελκύει χιλιάδες νέους στις γραμμές του.
Κίνα
Στο παρελθόν, η Κίνα παρείχε ανακούφιση στην παγκόσμια οικονομία, που αντιμετώπιζε στασιμότητα και ύφεση, κάτι που δεν μπορεί όμως να κάνει πλέον. Η κινέζικη οικονομία, παρόλο που διατηρεί υψηλά επίπεδα ανάπτυξης, δείχνει σημάδια υποχώρησης, γεγονός που επιφέρει κοινωνικές και πολιτικές επιπτώσεις. Οι μαρξιστές κατανοούν, ότι η ταχεία ανάπτυξη της κινέζικης οικονομίας την τελευταία περίοδο, ενδυνάμωσε σε μεγάλο βαθμό την εργατική τάξη. Η άρχουσα κλίκα της Κίνας κατάφερε να αποφύγει μία κοινωνική έκρηξη, χάρη στη συνεχή ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, η οποία έδωσε στους ανθρώπους την ελπίδα για πρόοδο στο μέλλον. Τώρα όμως, όλες οι αντιφάσεις έρχονται στην επιφάνεια.
Μετά από μια μακρά περίοδο ταχείας ανάπτυξης, η Κίνα δείχνει σημάδια επιβράδυνσης. Για τρία συνεχόμενα τρίμηνα (από τον Ιανουάριο μέχρι και το Σεπτέμβριο του 2011), η ανάπτυξη, έτος προς έτος, επιβραδύνθηκε, καθώς η κυβέρνηση που ανησυχούσε για τα αυξανόμενα επίπεδα πληθωρισμού, περιόρισε το δανεισμό και αύξησε τα επιτόκια. Το πρόβλημα στην όλη υπόθεση, έγκειται στο γεγονός, ότι η ζήτηση από τις ΗΠΑ και την Ε.Ε. έχει αποδυναμωθεί, σε μεγάλο βαθμό.
Το κύριο πρόβλημα είναι, ότι οι ταχέως αναπτυσσόμενες οικονομίες της Ασίας, πρέπει να πουλήσουν τα παραγόμενα αγαθά στην παγκόσμια οικονομία. Η Κίνα ακόμα κατέχει ένα σχετικά υψηλό επίπεδο ανάπτυξης. Οι βιομηχανίες της συνεχίζουν να παράγουν μαζικά φθηνά προϊόντα. Αλλά η Κίνα πρέπει να εξάγει προκειμένου να συνεχίσει να παράγει. Που θα βρεθεί όμως η αγορά, για αυτά τα προϊόντα, όταν οι ΗΠΑ και η Ευρώπη βρίσκονται σε ύφεση;
Όπως σχολίασε ο John W. Schoen, βασικός παραγωγός, στο νέο site msnbc.com το Σεπτέμβριο του 2011:
«Αυτοί που χαράσσουν τις πολιτικές στην Κίνα, την τρίτη μεγαλύτερη οικονομία παγκοσμίως μετά τις ΗΠΑ και την Ε.Ε., αντιμετωπίζουν τη δικιά τους σειρά σκληρών επιλογών. Ο υψηλός ρυθμός ανάπτυξης τροφοδότησε τον πληθωρισμό, ο οποίος έχει σκαρφαλώσει σε διψήφιο ποσοστό, σύμφωνα με αναλυτές- πολύ υψηλότερα από τους επίσημους στόχους. Προκειμένου να συγκρατηθεί ο πληθωρισμός, το Πεκίνο ανέβασε πέντε φορές τα επιτόκια και 9 φορές τα ελάχιστα αποθεματικά των τραπεζών, από τον Οκτώβριο του 2010. Μια βαθύτερη οικονομική επιβράδυνση όμως θα μπορούσε να αντιστρέψει τις προσπάθειες της Κίνας να γλυτώσει εκατομμύρια ανθρώπων από τη φτώχεια.»
«Η Κίνα πρόκειται να αντιμετωπίσει και μια τραπεζική κρίση, μετά από χρόνια κρατικών δανείων, για την επέκταση των κρατικών επιχειρήσεων και τις αναβαθμίσεις υποδομών».( Recession’s second act would be worse than the first, By John W. Schoen, Senior Producer, September 22, 2011]
Ο David McAlvany, γενικός διευθυντής στην McAlvany Financial Group, ανέφερε σε συνέντευξη που παραχώρησε στο CNBC:
«Στην Κίνα υφίσταται ένα σύστημα δύο ταχυτήτων και πιστεύω ότι ο δανεισμός που λαμβάνει χώρα και το ποσοστό των δανείων που δεν μπορούν να εξυπηρετηθούν, βρίσκονται σε ένα επίπεδο που είναι ανησυχητικό…. Στην τελική, (οι κινέζικες τράπεζες), θα αντιμετωπίσουν αναπόφευκτες συνέπειες.»
Οι κινέζικες αρχές αποκάλυψαν ότι δεν είχαν αντιληφθεί την πλήρη έκταση της κρίσης που ξέσπασε το 2008 στις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες. Την αντιμετώπισαν ως μια ύφεση, που θα λάμβανε σύντομα τέλος και γι’ αυτό εφάρμοσαν ανάλογες πολιτικές. Το 2008, εισήχθη πακέτο κινήτρων προς τις ΗΠΑ ύψους 586 δις, με στόχο την τόνωση της κινέζικης οικονομίας, δημιουργώντας μεγαλύτερη εσωτερική ζήτηση, καθώς οι αγορές εξαγωγών κατέρρεαν. Αυτό όμως, κόστισε μία σημαντική αύξηση στο κεντρικό δημόσιο χρέος. Το κινέζικο δημόσιο χρέος στο παρελθόν, αυξανόταν με πολύ αργούς ρυθμούς, ανερχόμενο, από 0% του ΑΕΠ το 1978, σε περίπου 7% μέχρι το 1997 και λίγο λιγότερο από 20% το 2003. Αλλά ως συνέπεια των δημοσίων δαπανών στα πλαίσια της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης, εκτοξεύτηκε το 2010 στο 37%.
Όπως αναφέρεται στην εφημερίδα Global Post (8 Ιουλίου, 2011):
«Οι κινέζικες τράπεζες παρουσιάζουν επικίνδυνους, κατασκευασμένους προϋπολογισμούς που θυμίζουν τα τερτίπια της Enron. Την προηγούμενη εβδομάδα, το Πεκίνο δημοσίευσε τον εθνικό λογιστικό έλεγχο, όπου αποκαλύφθηκε, ότι οι τοπικές κυβερνήσεις χρωστούν κατ’ εκτίμηση, 1,65 τρις δολάρια σε εκκρεμή δάνεια. Σύμφωνα με τον οίκο Moody’s το πρόβλημα είναι κατά πολύ μεγαλύτερο, με μια διαφορά της τάξης μεγέθους των 540 δις δολαρίων. Αυτά τα ποσά αφορούν μόνο τοπικά χρέη και δεν περιλαμβάνουν τις τεράστιες εκκρεμότητες της κεντρικής κυβέρνησης, ή αυτές των τραπεζών, που σε μεγάλο βαθμό είναι εγγυημένες από το Πεκίνο. Πρόκειται λοιπόν για ένα τεράστιο χρέος ακόμα και για μια οικονομία- θαύμα όπως αυτή της Κίνας.»
Στο ίδιο άρθρο ο Victor Shih, ένας ειδικός στην Κινέζικη οικονομία από την Αμερική, απαντώντας στην ερώτηση «Ποιο είναι το χρέος της Κίνας;» απάντησε τα ακόλουθα:
«Εξαρτάται του τι συμπεριλαμβάνεται στον υπολογισμό του χρέους. Μεγάλοι τομείς της κινέζικης οικονομίας κατέχονται από την κυβέρνηση. Το χρέος αυτών των κρατικών επιχειρήσεων είναι αυτό που αποκαλείται «ενδεχόμενη ευθύνη»- στην τελική είναι υπ’ευθύνη της κυβέρνησης. Αν συνυπολογισθούν αυτές οι οφειλές, τότε καταλήγουμε σε ένα ακραία υψηλό νούμερο, το οποίο ανέρχεται προσεγγιστικά στο 150% του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος της Κίνας ή και περισσότερο.»
«Ένας πιο αυστηρός ορισμός, είναι το χρέος που κατέχεται και από την κεντρική και από τις τοπικές κυβερνήσεις. Αυτό ανέρχεται περίπου στο 80% του ΑΕΠ της Κίνας.»
Με όποιο τρόπο και αν το δει κανείς, η Κίνα έχει αυξήσει το επίπεδο του δημόσιου χρέους της, σε αξιοσημείωτο βαθμό, εξαιτίας των μαζικών δημοσίων δαπανών. Μέχρι στιγμής αυτό αποτέλεσε κίνητρο και επέτρεψε στην οικονομία να διατηρήσει τα υψηλά επίπεδα ανάπτυξης. Αλλά αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί δια παντός. Το χρέος της Κίνας παραμένει ακόμα χαμηλό συγκριτικά με αυτό χωρών όπως η Ιαπωνία, οι ΗΠΑ και πολλές ευρωπαϊκές χώρες, αλλά εξακολουθεί να ανέρχεται. Όσο η Κίνα συνεχίζει να διατηρεί θετικό ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας, το χρέος καθίσταται βιώσιμο, αλλά εάν υπάρξει σημαντική επιβράδυνση, τότε όλες οι αντιφάσεις της κατάστασης θα έρθουν στην επιφάνεια.
Εκτός από την μελλοντική οικονομική κρίση που θα προκληθεί εξαιτίας όλων αυτών στην Κίνα, υφίσταται επιπλέον το γεγονός ότι η οικονομική ανάπτυξη επέφερε τεράστια και αυξανόμενη ανισότητα. Η «κομμουνιστική» Κίνα είναι μια από τις πιο άνισες χώρες στη γη. Ένας μικρός αριθμός ανθρώπων έχει αποκτήσει πολύ πλούτο, αλλά οι συνθήκες ζωής για εκατομμύρια άλλους ομοιάζουν με αυτές στην Βρετανία τον καιρό του Τσαρλς Ντίκενς. Αυτό έχει προκαλέσει την εμφάνιση ανυπόφορων καταστάσεων που αντανακλώνται στην αύξηση των αυτοκτονιών νέων εργαζομένων, σε απεργίες και σε αγροτικές κινητοποιήσεις.
Οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης δεν πρέπει να εκλαμβάνονται ως εγγύηση για κοινωνική σταθερότητα. Η Αίγυπτος παρουσίασε ανάπτυξη κατά μέσο όρο 5,5% από το 2003, και λίγα χρόνια αργότερα ο ρυθμός ανάπτυξης ανήλθε σε ποσοστό πλέον του 7%. Αυτή η ταχεία ανάπτυξη συνέπεσε με το μεγαλύτερο κύμα απεργιών από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και κατέληξε σε επανάσταση. Εδώ εξάγονται μαθήματα για το μέλλον της Κίνας. Οι αρχές είναι ανήσυχες. Κατά τη διάρκεια της αιγυπτιακής επανάστασης, οι Κινέζοι λογοκριτές εξαφάνισαν τη λέξη «Αίγυπτος» από τις μηχανές αναζήτησης στο ίντερνετ. Η Κίνα έχει επενδύσει στη δημιουργία μιας τεράστιας αστυνομίας του ίντερνετ η οποία ελέγχει τι κάνουν οι άνθρωποι στην περιήγησή τους στο διαδίκτυο.
Πιστεύουν ότι αν εμποδίσουν τους ανθρώπους να ανακαλύψουν τις επαναστάσεις που διεξάγονται σε άλλες χώρες, θα εμποδίσουν και την διεξαγωγή επαναστατικών συμπερασμάτων για την κατάσταση στην Κίνα. Το ζήτημα όμως είναι, ότι αυτό που θα οδηγήσει σε επαναστατικό ξεσηκωμό στην Κίνα είναι οι συνθήκες διαβίωσης των Κινέζων εργατών και αγροτών, αυτές καθαυτές. Καμία ιντερνετική αστυνομία δεν μπορεί να το αποκρύψει αυτό από τον κινέζικο λαό.
Ο πληθωρισμός υπερβαίνει το 6%, ποσοστό αρκετά υψηλό, αλλά ο πληθωρισμός στις τιμές των τροφίμων υπερβαίνει το 13%. Τα έξοδα για αγορά τροφίμων αποτελούν πάνω από το ένα τρίτο των μηνιαίων εξόδων,ενός μέσου Κινέζου καταναλωτή. Ο υψηλός πληθωρισμός λοιπόν εμμένει, παρά την λήψη κυβερνητικών μέτρων. Μέτρα όπως ο περιορισμός του ύψους δανεισμού από τις τράπεζες και η αύξηση των επιτοκίων κατά πέντε φορές από τον Οκτώβριο του 2010, δεν είχαν τα επιθυμητά αποτελέσματα.
Ένα ολοκληρωτικό καθεστώς ομοιάζει με μία χύτρα ταχύτητας, με χαλασμένη την βαλβίδα ασφαλείας. Μπορεί ξαφνικά να εκραγεί χωρίς προειδοποίηση. Παρόλο που είναι εξαιρετικά δύσκολο να βρεθούν έγκυρες πληροφορίες, οι δημοσιευμένες αναφορές, οι οποίες υποτιμούν συνήθως την πραγματική κατάσταση, υποδηλώνουν ότι οι αναταραχές στην Κίνα έχουν αρχίσει να αυξάνονται σε συχνότητα. Κάθε χρόνο, η Κίνα βιώνει δεκάδες χιλιάδες απεργιών, διαμαρτυρίες αγροτών και άλλες δημόσιες ταραχές, οι οποίες συχνά συνδέονται με την οργή για την διαφθορά των αξιωματούχων, τις κυβερνητικές καταχρήσεις και τις παράνομες κατασχέσεις γης για την ανάπτυξη.
Οι τιμές των τροφίμων είναι εξαιρετικού ενδιαφέροντος για την κινέζικη κυβέρνηση, καθώς επηρεάζουν άμεσα τις ζωές εκατομμυρίων εργατών και αγροτών στη χώρα. Οι ηγέτες του «Κομμουνιστικού Κόμματος», φοβούνται ότι αυτό το γεγονός θα μπορούσε να προκαλέσει κοινωνικές αναταραχές, καθώς οι εργάτες υποφέρουν από την άνοδο στις τιμές των τροφίμων. Θα αναδειχθούν αναπόφευκτα σκληρές διαμάχες μεταξύ της άρχουσας οικονομικής και πολιτικής ελίτ και των μαζών.
Η κρίση της παγκόσμιας οικονομίας έχει οδηγήσει στην πτώση των κερδών και των επενδύσεων, μια κατάσταση που επιδεινώνεται από την έλλειψη της πίστωσης. Αυτό το γεγονός εξαναγκάζει πολλά εργοστάσια να καταφεύγουν στην αναζήτηση ανεπίσημης πίστωσης με αβέβαιους τόκους. Αντιμετωπίζουν λοιπόν την επιλογή της πληρωμής των τόκων ή της περικοπής μισθών. Καταλήγουν λοιπόν σε περικοπές μισθών ή και σε αδυναμία καταβολής αυτών.
Τον Νοέμβριο του 2011 ο κυβερνήτης της Guandong ανέφερε, ότι οι εξαγωγές της επαρχίας παρουσίασαν πτώση 9% τον Οκτώβριο από τον προηγούμενο μήνα. Οι επαρχιακοί ηγέτες αντιμετωπίζουν τις διαμαρτυρίες των αγροτών για τις κατασχέσεις γης. Τα εργοστάσια κόβουν τις υπερωρίες πάνω στις οποίες βασίζονται οι εργάτες για να συμπληρώσουν τους χαμηλούς βασικούς μισθούς τους. Διεξήχθησαν απεργίες στους τομείς της αυτοκινητοβιομηχανίας, της υπόδησης, και των ηλεκτρονικών υπολογιστών στις πόλεις Shenzhen και Dongguan, οι οποίες αποτελούν κυρίαρχα εξαγωγικά κέντρα στη νότια επαρχία της Guandong.
Η Κινέζικη Ακαδημία Κοινωνικών Επιστημών εκτιμά ότι υπήρξαν άνω των 90.000 «μαζικών γεγονότων» το 2006, με επιπλέον περιστατικά για τα επόμενα δύο χρόνια. Η άρχουσα τάξη προετοιμάζεται για αναταραχές πολύ μεγαλύτερης κλίμακας. Η Κίνα αύξησε τον προϋπολογισμό για τις αστυνομικές δυνάμεις κατά 13,8% το 2011, στα 624,4 δις γιουαν (59 δις λίρες). Για πρώτη φορά στην ιστορία η Κίνα διαθέτει περισσότερα κονδύλια για την διατήρηση της εσωτερικής τάξης παρά για την εξωτερική άμυνα.
Αυτό υποδεικνύει ότι γνωρίζουν πού καλά ότι αυτές οι ευρέως διαδεδομένες διαταραχές θα εξελιχθούν στην τελική σε μία έκρηξη, όπως αυτή που προκάλεσε την πτώση των καθεστώτων στην Τυνησία και στην Αίγυπτο. Εκρηκτικές εξελίξεις μπορούν να λάβουν χώρα στην Κίνα όταν δεν το περιμένουμε. Γι’ αυτό πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι.
Ινδία
Ο συνολικός πληθυσμός της Ινδίας έφτασε τα 1,21 δις κόσμου σύμφωνα με τη τελευταία απογραφή του 2011, από 434,9 εκατομμύρια το 1960, αυξημένος κατά 178% τα τελευταία 50 χρόνια. Η Ινδία έχει το 17,54% του παγκόσμιου πληθυσμού, κάτι που σημαίνει ότι ένας στους 6 ανθρώπους του πλανήτη, κατοικεί στην Ινδία. Μαζί με την Κίνα, θα παίξουν ένα αποφασιστικό ρόλο στο μέλλον της Ασίας και του κόσμου.
Η Ινδία, όπως και η Βραζιλία και η Κίνα, πέτυχε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, λόγω της ανάπτυξης του παγκοσμίου εμπορίου. Αλλά αυτό δεν έλυσε τα προβλήματα της ινδικής κοινωνίας. Αντίθετα, οδήγησε σε αύξηση της ανισότητας, με την προνομιούχα ελίτ να πλουτίζει, ενώ οι μάζες βυθιζόταν όλο και περισσότερο σε μια θάλασσα μιζέριας.
Τη τελευταία δεκαετία, περίπου 159 εκατομμύρια προστέθηκαν στο πληθυσμό της εργατικής τάξης, αλλά από αυτούς μόνο 65 εκατομμύρια βρήκαν κάποιου είδους απασχόληση. Η κατά κεφαλήν παραγωγή και κατανάλωση φαγητού μειώνεται μεσοπρόθεσμα, και η κακή διατροφή ενός μεγάλου μέρους του πληθυσμού φθάνει σε επίπεδα υποσαχάριας Αφρικής. Σχεδόν τα μισά παιδιά κάτω των 5 υποφέρουν από μέτριο έως σοβαρό υποσιτισμό: το ένα τρίτο των ενηλίκων πάσχει από χρόνια έλλειψης ενέργειας (από τη κακή διατροφή). Σύμφωνα με ένα νέο τρόπο μέτρησης, η «πολυδιάστατη φτώχεια» (που λαμβάνει υπόψη και την έλλειψη διατροφικών στοιχείων, τη παιδική θνησιμότητα, την εκπαίδευση, ηλεκτρισμό, υγιεινή, πόση νερού, ύπαρξη στέγης, οικονομικά στοιχεία και την κατανάλωση μαγειρεμένου φαγητού), στις 8 πολιτείες της Ινδίας βρίσκονται πιο φτωχοί άνθρωποι απ’ ότι σε όλη την υποσαχάρια Αφρική.
Αυτή είναι η σκηνή μετά από δύο δεκαετίες, «οικονομικών μεταρρυθμίσεων», που διαλαλούσαν ως στόχο τον εκσυγχρονισμό και τη μετατροπή της Ινδίας σε μια οικονομία-«τίγρη». Ως αποτέλεσμα των 20 αυτών ετών, το πλήρες άνοιγμα της οικονομίας στην ιμπεριαλιστική διείσδυση, σήμερα 100 από τους πλουσιότερους ανθρώπους την Ινδία έχουν περιουσιακά στοιχεία αξίας ίσης με το ένα τέταρτο του ΑΕΠ της χώρας, ενώ περισσότερο από το 80 % των ανθρώπων ζουν με λιγότερο από 50 σεντ την ημέρα. Πάνω από 250.000 αγρότες, οδηγημένοι σε απόγνωση από ένα φαύλο κύκλο φτώχειας και χρέους, έχουν διαπράξει αυτοκτονία. Αυτή η ανισότητα είναι ουσιαστικά εκείνο που οι υποστηρικτές της ελεύθερης αγοράς περιγράφουν ως «πρόοδο». Και τώρα η παγκόσμια κρίση έχει αρχίσει να επηρεάζει την Ινδία.
Η ρουπία έχει πέσει σε χαμηλά ρεκόρ. Υποτιμήθηκε κατά 15 % κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2011, και η πτώση δεν παρουσιάζει κανένα σημάδι ανάσχεσης. Η πτώση αυτή αυξάνει το κόστος εισαγωγής υλικών, εξαρτημάτων και μηχανημάτων για τις ινδικές εταιρείες. Μια περαιτέρω πτώση θα οδηγήσει σε αύξηση του πληθωρισμού, ειδικά στα καύσιμα, το 80% των οποίων εισάγονται. Η Αποθεματική Τράπεζα της Ινδίας (RBI) αύξησε τα επιτόκια 12 φορές από το Μάρτιο του 2010 από 4,75 % σε πάνω από 8 %. Ο πληθωρισμός, τον Ιούλιο του 2011 ήταν 9,22 %, το οποίο ήταν πολύ πάνω από το στόχο του 4 %- 4,5% της RBI,. Οι τιμές των τροφίμων αυξάνονται ακόμη πιο γρήγορα. Το φτωχότερο 40 % της Ινδίας ξοδεύει 65 % του εισοδήματός του σε τρόφιμα. Με τις τιμές των τροφίμων να αυξάνονται, πολλοί θα βρεθούν αντιμέτωποι με την πείνα ή και την ασιτία ακόμα.
Ο συνδυασμός της πτώσης της παγκόσμιας ζήτησης, η αύξηση του πληθωρισμού και τα υψηλότερα επιτόκια θα αποδειχθεί μοιραίος για την πολυδιαφημισμένη οικονομική ανάπτυξη της Ινδίας. Αυτό θα αντικατοπτριστεί σε αύξηση της ανεργίας και πτώση του βιοτικού επιπέδου. Εκατομμύρια άνθρωποι θα καταδικαστούν σε ανεργία, υποαπασχόληση, την πώληση αγαθών στους δρόμους ή απλά στην ασιτία.
Υπήρξε ένα κύμα αναταραχών των εργαζομένων σε πολλά μέρη της Ινδίας, όπως η απεργία των εργαζομένων στο εργοστάσιο Τεχνολογίας Αυτοκινήτων της Comstar, στην Maraimalai Nagar στο Ταμίλ Ναντού, η απεργία των 2.500 εργαζομένων του γερμανικού ομίλου Bosch στη Βομβάη, και η παράνομη απεργία των εργαζομένων στο λιμάνι του Τσενάι για να διαμαρτυρηθούν για το θάνατο συναδέλφου τους σε ένα ατύχημα στο λιμάνι. Οι εργαζόμενοι πέτυχαν μια σημαντική νίκη μετά από δύο εβδομάδες μακροχρόνιας και πικρής απεργίας στο εργοστάσιο της Maruti Suzuki στην Manesar, για την αναγνώριση των συνδικαλιστικών τους δικαιωμάτων.
Τα υπάρχοντα κόμματα δεν προσφέρουν καμία λύση. Θα υπάρξουν εθνικές εκλογές το 2012 στις πολιτείες Uttar Pradesh, Gujarat, Punjab, Manipur, Uttarakhand και Goa. Η κυβέρνηση του Ινδικού Εθνικού Κογκρέσου βρίσκεται αντιμέτωπη με την ήττα, αλλά το BJP (συντηρητικό κόμμα) δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλές, επίσης. Τα ΚΚ, στα μάτια πολλών εργαζομένων και της νεολαίας, έχουν απαξιωθεί από τις ρεφορμιστικές πολιτικές ταξικής συνεργασίας.
Η απελπισία των μαζών φαίνεται από την εξάπλωση της εξέγερσης των Μαοϊκών, που δραστηριοποιούνται πλέον σε πολλά κράτη. Το 2010, υπήρχαν πολλές μεγάλες επιθέσεις Μαοϊστών (ανταρτών), συμπεριλαμβανομένου ενός εκτροχιασμού τρένου, που σκότωσε πάνω από 150 αμάχους, μια άλλη επίθεση που σκότωσε 26 αστυνομικούς και δεκάδες άλλες επιθέσεις που σκότωσαν δεκάδες άνδρες των δυνάμεων ασφαλείας και αμάχους. Οι Μαοϊκές επιθέσεις συνεχίστηκαν το 2011, συμπεριλαμβανομένου του διαμελισμού 10 αξιωματικών της αστυνομίας στην πολιτεία Τσατισγκάρ. Παρά την στρατιωτική καταστολή, τις συλλήψεις, τα βασανιστήρια και τις σφαγές, δεν υπήρξε πρόοδος στην πρόληψη των επιθέσεων αυτών.
Η Ινδία δεν είναι η μόνη ασιατική οικονομία που αντιμετωπίζει ύφεση. 8 από τα 10 πιο ισχυρά νομίσματα της Ασίας υποχώρησαν το 2011, αντικατοπτρίζοντας την ισχυρή εξάρτηση των οικονομιών αυτών στις εξαγωγές προς την Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Οι προοπτικές δείχνουν προς μια βραδύτερη ανάπτυξη, αύξηση της ανεργίας, πτώση του βιοτικού επιπέδου και ανάπτυξη της ταξικής πάλης σε κάθε ασιατική χώρα.
[/nextpage]
[nextpage title=”Μέρος 7ο” ]
Πακιστάν
Μετά από περισσότερο από έξι δεκαετίες επίσημης εθνικής ανεξαρτησίας, η σάπια πακιστανική αστική τάξη έδειξε την πλήρη αδυναμία της να παίξει ένα προοδευτικό ρόλο. Η θέση του Πακιστάν είναι πολύ χειρότερη από της Ινδίας. Είναι μια ολοκληρωτική καταστροφή.
Σύμφωνα με πηγές του Υπουργείου Οικονομικών, κατά το πρώτο τρίμηνο (Ιούλιος-Σεπτέμβριος) του τρέχοντος οικονομικού έτους, 2011-2012, οι ξένες επενδύσεις από τις ανεπτυγμένες χώρες μειώθηκαν κατά ένα θεαματικό 83% και η χώρα έλαβε μόνο 50,1 εκατομμύρια δολάρια από ξένες επενδύσεις. Σε αριθμητικούς όρους, το ποσοστό αυτό σημαίνει μείωση κατά 241,8 εκατομμύρια δολάρια.
Το διεθνές εμπορικό έλλειμμα του Πακιστάν αυξήθηκε κατά 31,38% κατά τους πρώτους τέσσερις μήνες του 2011 έναντι του προηγούμενου έτους, λόγω της υψηλότερης ποτέ αύξησης των εισαγωγών και της μείωσης των εσόδων από τις εξαγωγές. Ως αποτέλεσμα, το εμπορικό έλλειμμα έφτασε τα 6,871. δις δολάρια τον Ιούλιο-Οκτώβριο 2011, από 5,230 δις δολ. κατά την αντίστοιχη περίοδο το 2010. Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αυξήθηκε επίσης κατά 1,209 δις δολάρια την περίοδο Ιουλίου-Σεπτεμβρίου 2011, έναντι 597 εκατομμυρίων κατά την ίδια περίοδο το 2010.
Το συνολικό χρέος της χώρας είναι 66,4% του ΑΕΠ. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν από την Κεντρική Τράπεζα, οι συνολικές δανειακές υποχρεώσεις του Πακιστάν, κατά το φορολογικό έτος 2010-11 (FY11)- δηλαδή το εσωτερικό, εξωτερικό, και το χρέος των επιχειρήσεων του δημόσιου τομέα ανήλθαν στο εντυπωσιακό ποσό των 12 τρισεκατομμυρίων ρουπιών ή στα 139,5 δισεκατομμύρια δολάρια.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, ο πληθυσμός προβλέπεται το 2015 να φτάσει τα 191 εκατ, από τον τρέχοντα πληθυσμό των 170 εκατ. περίπου, καθιστώντας το Πακιστάν την έκτη πιο πυκνοκατοικημένη χώρα στη γη. Κάθε Πακιστανός άνδρας, γυναίκα και παιδί είναι χρεωμένος με το ποσό των 61.000 ρουπιών ενώ η κυβέρνηση του Πακιστάν, συνεχίζει να δανείζεται σε μεγάλο βαθμό. Σύντομα το Πακιστάν δεν θα είναι σε θέση, να εξυπηρετήσει το εξωτερικό χρέος του, αξίας 60 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Προκειμένου να αποφευχθεί μια άμεση πτώχευση, το Ισλαμαμπάντ θα πρέπει να καταφύγει στην τύπωση περισσότερου χρήματος, το οποίο θα αυξήσει περαιτέρω τον πληθωρισμό.
Σύμφωνα με το Δείκτη Ευημερίας Legatum 2011, η Αιθιοπία, η Ζιμπάμπουε και η Κεντρική Αφρικανική Δημοκρατία είναι οι μόνες τρεις χώρες σε χειρότερη θέση από το Πακιστάν. Ο υποδείκτης «Ασφάλειας» επισημαίνει ότι το Σουδάν είναι η μόνη χώρα σε χειρότερη θέση από το Πακιστάν. Σε σχέση με την εκπαίδευση, η Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, το Μάλι, το Σουδάν, η Αιθιοπία και η Νιγηρία είναι οι πέντε μόνο χώρες σε χειρότερη θέση από το Πακιστάν. Σύμφωνα με δείκτη «Κρατικής Αποτυχίας 2011», ακόμη και χώρες όπως η Ρουάντα, το Μπουρούντι, η Αιθιοπία και η Μιανμάρ (Βιρμανία) είναι τώρα σε καλύτερη θέση από το Πακιστάν.
Τέσσερις στους δέκα Πακιστανούς βρίσκονται κάτω από το όριο της φτώχειας: περίπου 47,1 εκατομμύρια Πακιστανοί ζουν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας. Κατά τη διάρκεια των τριών τελευταίων ετών, κατά μέσο όρο 25.000 Πακιστανοί ανά ημέρα- κάθε μέρα τα τελευταία τρία χρόνια- βρίσκονται σε συνθήκες ακραίας φτώχειας.
Τα ποσοστά υποσιτισμού είναι υψηλά και αυξάνονται ανησυχητικά, ενώ συχνά συνδέονται με 50 % παιδική θνησιμότητα. Υπάρχει ένας γιατρός- με άγνωστα διαπιστευτήρια- για κάθε 1.183 ανθρώπους. Το ποσοστό αλφαβητισμού του Πακιστάν ανέρχεται σε 57%, το οποίο, παρά τις επίσημες υπερβολές, είναι από τα χαμηλότερα στον κόσμο. Το Πακιστάν κατατάσσεται 142ο (από 163 χώρες) στο ποσοστό του προϋπολογισμού του, που διατίθεται για την εκπαίδευση.
Η Ουάσιγκτον χρειάζεται την υποστήριξη του Ισλαμαμπάντ, για τον πόλεμο στο Αφγανιστάν. Αλλά δεν εμπιστεύονται τους ηγέτες του Πακιστάν, ούτε πολιτικά, ούτε στρατιωτικά. Ώθησαν το στρατό του Πακιστάν σε έναν αιματηρό πόλεμο, στις παραμεθόριες περιοχές, που δεν ήταν ποτέ υπό τον έλεγχο της κυβέρνησης του Ισλαμαμπάντ. (Η Ουάσινγκτον) Στέλνει τα οπλισμένα τσιράκια της, να βομβαρδίσουν τις περιοχές όπου κατοικούν οι φυλές στο εσωτερικό του Πακιστάν, και σκοτώνει πολλούς αμάχους, που δεν έχουν καμία σχέση με τους τρομοκράτες. Οι ΗΠΑ δεν είχαν ενημερώσει ούτε την πακιστανική κυβέρνηση, ούτε το στρατό για την επιδρομή, που σκότωσε τον Μπιν Λάντεν. Εν ολίγοις, αντιμετωπίζει το Πακιστάν και την κυβέρνησή του, με την ίδια ιμπεριαλιστική αλαζονεία των Βρετανών, την περίοδο που η Ινδία και το Πακιστάν ήταν αποικίες.
Η μοιραία εμπλοκή του Πακιστάν στο Αφγανιστάν έχει καταστρέψει ό, τι βιτρίνα πολιτικής σταθερότητας υπήρχε πριν. Το κράτος είναι βαθύτατα διασπασμένο και υπονομεύεται από τη διαφθορά, τη διακίνηση ναρκωτικών και τις αλληλοκτόνες συγκρούσεις μεταξύ των διαφόρων τμημάτων του στρατού και της ISI (της Πακιστανικής Υπηρεσίας Πληροφοριών). Η δολοφονία του Μπιν Λάντεν από τους Αμερικανούς στο έδαφος του Πακιστάν έφερε όλες αυτές τις υποβόσκουσες συγκρούσεις στην επιφάνεια αμέσως.
Ο Ζαρντάρι είναι ένα υπάκουο ανδρείκελο των Αμερικανών, αλλά είναι υποχρεωμένος να ισορροπήσει σε ένα πολύ ασταθές, τεντωμένο σχοινί, για να παραμείνει στην εξουσία. Η κυβέρνηση του Λαϊκού Κόμματος, διεφθαρμένη και ξεπουλημένη, είναι εξαιρετικά ασταθής. Ο Ζαρντάρι προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ των διαφόρων στοιχείων του κρατικού μηχανισμού και του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Είναι μισητή από τις μάζες, αλλά δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική λύση. Ο στρατός, που στο παρελθόν παρενέβαινε, είναι διασπασμένος και φοβάται να αναλάβει την εξουσία υπό αυτές τις συνθήκες. Αυτός ο ιδιόμορφος συνδυασμός περιστάσεων, είναι ο λόγος για τον οποίο η σημερινή κατάσταση έχει παραταθεί. Πόσο καιρό μπορεί να συνεχιστεί είναι ένα άλλο θέμα.
Η ακραία κοινωνική αστάθεια αντανακλά μια τεράστια αύξηση δυσαρέσκειας, η οποία βράζει κάτω από την επιφάνεια. Αυτό παρουσιάζει μεγάλες ευκαιρίες για τη μαρξιστική τάση, η οποία, παρ’ όλες τις τρομακτικές δυσκολίες που αντικειμενικά αντιμετωπίζει, αυξάνεται σταθερά σε αριθμούς και επιρροή. Η κατάσταση είναι εξαιρετικά εκρηκτική και τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν πολύ ξαφνικά. Μια νέα έκδοση του 1968 είναι αυτονόητη, μέσα από την όλη κατάσταση. Κάτι τέτοιο θα παρουσιάσει για τους Πακιστανούς Μαρξιστές μεγάλες προκλήσεις, αλλά και τεράστιες ευκαιρίες.
Αφγανιστάν
Δέκα χρόνια αμερικανικής κατοχής στο Αφγανιστάν δεν έχουν επιτύχει τίποτα, παρά μόνο την αποσταθεροποίηση ολόκληρης της περιοχής. Η πραγματική πρόθεση του πολέμου ήταν να καταστεί η Νότια – Κεντρική Ασία μια αμερικανική σφαίρα επιρροής. Αντ’ αυτού, έχουν δημιουργήσει μια χαοτική κατάσταση όχι μόνο στο Αφγανιστάν, αλλά και στο Πακιστάν.
Αυτό έχει επεκταθεί σε όλα τα γειτονικά κράτη: το Πακιστάν, την Ινδία, την Κίνα, τη Ρωσία και το Ιράν. Όλα εμπλέκονται σε ίντριγκες, μανούβρες και ελιγμούς για να πάρουν στα χέρια τους την κατάσταση, όταν οι Αμερικανοί αποχωρήσουν. Σε πρόσφατες δηλώσεις του για τον πόλεμο, ο Πρόεδρος Ομπάμα, σε μια φράση που ακούγεται συχνά στην Ουάσιγκτον, είχε παρουσιάσει το Αφγανιστάν ως νίκη. Στην πράξη, οι ΗΠΑ έχουν βρεθεί σε τέλμα, σε μια σύγκρουση που δεν μπορούν να κερδίσουν.
Μόλις οι ΗΠΑ ολοκληρώσουν την αποχώρησή τους από το Αφγανιστάν, η Ουάσιγκτον ελπίζει ότι θα μπορέσει να αποκατασταθεί κάποια ομαλότητα στρατιωτικής και οικονομικής ισορροπίας, έτσι ώστε να μπορέσει να έρθει μια πρόοδος προς μια πολιτική λύση. Αλλά αυτό είναι ένα ουτοπικό όνειρο.
Την 1η Νοεμβρίου του 2011, ο Πρόεδρος Χαμίντ Καρζάι ευχαρίστησε το Στρατηγό Στάνλεϊ Μακ Κρίσταλ, τον Αμερικανό πρώην διοικητή των στρατευμάτων του ΝΑΤΟ στο Αφγανιστάν, για την αμερικάνικη αποστολή, που την αποκάλεσε ειλικρινή και θαρραλέα και για όλες τις προσπάθειες και τις υπηρεσίες που προσέφερε, κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του στη χώρα. Ο Καρζάι γνωρίζει ότι μόλις ο στρατός των ΗΠΑ φύγει, οι μέρες του είναι μετρημένες. Αλλά την ίδια στιγμή, που ο ίδιος προσπαθεί να κερδίσει την εύνοια των Αμερικανών, κρυφά προχωρά σε διαπραγματεύσεις με τους Ταλιμπάν και τους Ιρανούς. Αυτό δείχνει το εντελώς παράδοξο της κατάστασης.
Παρά το γεγονός ότι οι ΗΠΑ θα αναγκαστούν να εγκαταλείψουν το Αφγανιστάν με την ουρά στα σκέλια, θα πρέπει να διατηρήσουν μια επαρκή στρατιωτική δύναμη για να στηρίξουν το καθεστώς της Καμπούλ και να αποφευχθεί μια νέα άνοδος των Ταλιμπάν. Θα ήθελαν επίσης να διατηρήσουν την ικανότητά τους να χτυπούν σε τρομοκρατικές βάσεις και στις δύο πλευρές της Γραμμής Durand. Αυτή είναι μια συνταγή για περαιτέρω αστάθεια τόσο στο Αφγανιστάν όσο και το Πακιστάν. Οι διαδηλώσεις στο Πακιστάν και την Ινδία με τη σειρά τους, επηρεάζουν την κατάσταση στο Αφγανιστάν. Οι χώρες αυτές είναι πλέον εντελώς αλληλοεξαρτώμενες.
Το σύνολο της Κεντρικής Ασίας έχει αποσταθεροποιηθεί από την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης και την παρέμβαση των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν. Η τεράστια αναταραχή στην περιοχή, φάνηκε από την λαϊκή εξέγερση στο Τουρκμενιστάν και πάνω απ ‘όλα από το απεργιακό κύμα στο Καζακστάν, το οποίο δείχνει την επαναστατική δυναμική του προλεταριάτου, ακόμα και στις πιο δύσκολες συνθήκες. Πάνω απ ‘όλα, η τύχη ολόκληρης της περιοχής, θα καθορίζεται από την προοπτική της επανάστασης στο Ιράν και την Κίνα.
[/nextpage]
[nextpage title=”Μέρος 8ο” ]
Αφρική
Το επαναστατικό κίνημα των αραβικών μαζών φυσικά είχε μεγάλη επίδραση στην υποσαχάρια Αφρική, κινητοποιώντας τις μάζες, που για δεκαετίες έχουν αναγκαστεί να ζήσουν στις πιο απελπιστικές συνθήκες. Αμέσως μετά την έναρξη της αραβικής άνοιξης, εκρήξεις μαζικής δυσαρέσκειας παρατηρήθηκαν σε πολλές χώρες της υποσαχάριας Αφρικής, ιδιαίτερα στην Μπουρκίνα Φάσο, τη Σενεγάλη, το Μαλάουι, τη Ζάμπια και τη Ζουαζιλάνδη, αλλά μικρότερες εκρήξεις σημειώθηκαν σε όλες τις αφρικανικές χώρες, και σε γενικές γραμμές το επίπεδο έντασης μεταξύ των μαζών και των καταπιεστών τους, έχει αυξηθεί σημαντικά.
Τρεις χώρες μπορεί να αναδειχθούν ζωτικής στρατηγικής σημασίας για την Αφρική: η Αίγυπτος, η Νιγηρία και η Νότιος Αφρική. Και αυτό επειδή έχουν σημαντικό πληθυσμό και ανεπτυγμένες οικονομίες, με ένα σχετικά ισχυρό προλεταριάτο. Για την Αίγυπτο, θα μιλήσουμε σε άλλο σημείο του παρόντος εγγράφου, οπότε θα αναφερθούμε σχετικά με τη Νιγηρία και τη Νότια Αφρική, για να τονίσουμε τις γενικές διαδικασίες που λαμβάνουν χώρα.
Στη Νιγηρία, η οποία με τα 170 εκατ. κατοίκους της είναι η πιο πυκνοκατοικημένη χώρα της Αφρικής, οι κοινωνικές αντιθέσεις είναι θεαματικές. Αν και η οικονομία της Νιγηρίας επίσημα αυξάνεται κατά πάνω από 6% τα τελευταία πέντε χρόνια, το ποσοστό φτώχειας αυξάνεται συνεχώς και η ανεργία των νέων έχει αυξηθεί στο άνευ προηγουμένου ποσοστό του 47%. Αυτή είναι συνταγή για την έκρηξη της ταξικής πάλης. Οι εργαζόμενοι της Νιγηρίας έχουν κινηθεί ξανά και ξανά σε πολλές γενικές απεργίες και μαζικές διαδηλώσεις. Το κύριο πρόβλημα ήταν η έλλειψη πολιτικής ηγεσίας, ικανής να οδηγήσει τους αγώνες πιο μπροστά.
Τα τελευταία χρόνια, η πίεση να δημιουργηθεί ένα μαζικό πολιτικό κόμμα, ώθησε ορισμένα στοιχεία εντός της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας να ιδρύσουν το Νιγηριανό Εργατικό Κόμμα. Αλλά οι ηγέτες των συνδικάτων φοβούνται, ότι δεν θα είναι σε θέση να ελέγχουν την ανάπτυξη ενός τέτοιου κόμματος, και γι’αυτό δεν έχουν ρίξει όλο το βάρος τους στην κινητοποίηση για το νέο κόμμα. Έτσι, το Εργατικό Κόμμα, αν και έχει μεγάλες δυνατότητες, είναι ακόμα μια πολύ μικρή οργάνωση που δεν παίζει σημαντικό ρόλο σε εθνικό επίπεδο. Η μαζική οργάνωση των εργαζομένων φαίνεται ότι συνεχίζει να είναι το Εργατικό Κογκρέσο της Νιγηρίας, η κύρια συνδικαλιστική ομοσπονδία της χώρας.
Αυτό ήταν εμφανές στο μαζικό κίνημα που ξέσπασε τον Ιανουάριο, που είχε ως αφορμή το σχέδιο της κυβέρνησης να καταργήσει την επιδότηση στα καύσιμα. Αυτό το κίνημα, που οδήγησε σε μια 5ημέρη γενική απεργία, ήταν πολύ διαφορετικό από τα κινήματα διαμαρτυρίας του παρελθόντος. Στα κινήματα αυτά, είδαμε, εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλωτές στους δρόμους, και συνοδεύτηκε με την εκλογή επιτροπών γειτονιάς, σε ορισμένους τομείς, πράγμα που δείχνει ότι οι μάζες προσπαθούν να πάρουν τη μοίρα τους στα χέρια τους. Επίσης, με δεδομένο το πολιτικό κενό στα αριστερά, με το Εργατικό Κόμμα να περιορίζεται σε ένα απλό εργαλείο διαπραγμάτευσης στα χέρια των λίγων αστικών στοιχείων, το JAF (Κοινό Μέτωπο Δράσης) και το LASCO έχουν αποκτήσει μεγαλύτερη σημασία για τα πιο προχωρημένα στρώματα των εργαζομένων και της νεολαίας. Αυτό δείχνει ότι λαμβάνει χώρα μια διαδικασία ριζοσπαστικοποίησης, όπως και σε όλες τις χώρες, σε όλο τον κόσμο. Αυτά που είδαμε τον Ιανουάριο μπορούν να θεωρηθούν, ως τα πρώτα πλάνα της Νιγηριανής Επανάστασης. Το προφανές είναι, ότι οι εργαζόμενοι της Νιγηρίας έχουν εμπνευστεί από τα κινήματα στις αραβικές χώρες, και υπό τις παρούσες συνθήκες, η αναστολή της γενικής απεργίας, δεν θα είναι το τέλος του κινήματος, αλλά μια σειρά από ανανεωμένα ξεσπάσματα της ταξικής πάλης είναι αναπόφευκτα κατά την προσεχή περίοδο.
Αν και σημαντικές εξελίξεις έχουν λάβει χώρα σε όλη την Αφρική, το κλειδί για την ήπειρο παραμένει η Νότια Αφρική, η πιο αναπτυγμένη βιομηχανική δύναμη. Δεκαέξι χρόνια μετά την πτώση του καθεστώτος του απαρτχάιντ, οι μάζες της Νότιας Αφρικής δεν έχουν ακόμη δει μία πραγματική αλλαγή στη ζωή τους. Αν και η Νότια Αφρική έχει τεράστιους ορυκτούς πόρους, το 31% του πληθυσμού που είναι σε παραγωγική ηλικία, είναι άνεργοι. Μεταξύ των νέων, το ποσοστό ανεργίας υπερβαίνει το 70 % και περίπου το ένα τέταρτο του πληθυσμού ζει με λιγότερο από 1,25 δολάρια την ημέρα.
Σε αυτές τις συνθήκες, οι μάζες της Νότιας Αφρικής ριζοσπαστικοποιούνται όλο και περισσότερο κάθε μέρα. Το 2010, 1,3 εκατομμύρια δημόσιοι υπάλληλοι κατέβηκαν σε απεργία και εκατοντάδες χιλιάδες άλλοι ήταν έτοιμοι να συμμετάσχουν. Αυτή η τάση συνεχίστηκε, με μαζικές απεργίες, το καλοκαίρι του 2011, όταν εκατοντάδες χιλιάδες μεταλλεργάτες και άλλοι βιομηχανικοί εργάτες κατέβηκαν σε απεργία, για αρκετές εβδομάδες. Ταυτόχρονα, οι δήμοι της Νότιας Αφρικής βράζουν από θυμό και μαζικές εξεγέρσεις εμφανίζονται σε σχεδόν μηνιαία βάση, στον ένα δήμο μετά τον άλλο, διαμαρτυρόμενοι για τις περικοπές και την ασυνέπεια, στην παροχή βασικών υπηρεσιών κοινής ωφέλειας, καθώς και την αυξανόμενη διαφθορά που φράζει όλα τα κομμάτια της νοτιοαφρικανικής κοινωνίας.
Η πίεση από τα κάτω, έχει αρχίσει να αντανακλάται στο πλαίσιο της τριμερούς συμμαχίας, μεταξύ του ANC (Αφρικανικό Εθνικό Κογκρέσο), του SACP (Κ.Κ.Ν.Α) και της COSATU (Συνομοσπονδία Συνδικάτων νότιας Αφρικής). Τα τελευταία χρόνια, ένα χάσμα έχει αρχίσει να αναπτύσσεται μεταξύ των μερών της συμμαχίας, εκείνο που είναι πιο κοντά στον κρατικό μηχανισμό και τα μέρη εκείνα που είναι πιο κοντά στους εργαζόμενους και τη νεολαία. Η διαδικασία αυτή έχει κυρίως αντανακλαστεί, στην ανάπτυξη της Νεολαίας του ANC, της οποίας ο λαϊκιστής ηγέτης, Julius Malema, κινήθηκε απότομα προς τα αριστερά. Τα τελευταία χρόνια ο Malema, πρότεινε την ιδέα της εθνικοποίησης των ορυχείων στη Νότια Αφρική – μία ιδέα που αποτελεί μέρος του Χάρτη της Ελευθερίας, και θεωρούνται από πολλούς ως το πρόγραμμα του Εθνικού Αφρικανικού Κογκρέσου (ANC). Η νεολαία ανταποκρίθηκε με ενθουσιασμό σε αυτό το κάλεσμα. Επίσης, οι ηγέτες της COSATU ανταποκρίθηκαν θετικά, αλλά την ίδια στιγμή η πρόταση αντιμετωπίστηκε με άγρια αντίσταση από τις ηγεσίες του ANC και του SACP, οι οποίοι αποφάσισαν την αποπομπή του (του Malema) από το ANC.
Τον Ιούνιο του 2011, στο συνέδριο της ANCYL (της Νεολαίας του ANC), η εθνικοποίηση των στρατηγικών τομέων και των βασικών μοχλών της οικονομίας εγκρίθηκε, στο πλαίσιο του προγράμματος της ANCYL. Αυτό είναι μια ένδειξη, του πόσο ώριμη είναι η κατάσταση για τις επαναστατικές σοσιαλιστικές ιδέες.
Σε γενικές γραμμές, το καπιταλιστικό σύστημα δεν έχει τίποτα να προσφέρει στις μάζες της Αφρικής, εκτός από την αύξηση του πληθωρισμού, της ανεργίας και τα πιο απελπιστικά επίπεδα φτώχειας. Το 50% των Αφρικανών ζουν με λιγότερο από 2,5 δολάρια την ημέρα. Ο μέσος φτωχός στην υποσαχάρια Αφρική υπολογίζεται ότι ζει με μόνο 70 λεπτά την ημέρα, και ήταν πιο φτωχός το 2003 από ό,τι το 1973. Η σημερινή κρίση του καπιταλισμού επιδεινώνει την κατάσταση αυτή και υπό αυτές τις συνθήκες, οι μάζες της ηπείρου αρχίζουν να εξάγουν συμπεράσματα και να κινούνται προς τα αριστερά. Θα διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο, στη γενική επαναστατική κίνηση που διεξάγεται σε παγκόσμια κλίμακα.
Η Αραβική Επανάσταση
Η Αραβική επανάσταση σηματοδοτεί ένα θεμελιώδες σημείο καμπής στην ιστορία. Δείχνει πόσο γρήγορα μπορούν να αναπτυχθούν τα γεγονότα. Οι επαναστάσεις στην Τυνησία και την Αίγυπτο φαίνεται ότι συνέβησαν ξαφνικά, χωρίς προειδοποίηση. Τουλάχιστον, αυτός είναι ο τρόπος που εμφανίστηκαν στην αστική τάξη. Το πρόβλημα είναι, ότι οι λεγόμενοι ειδικοί της αστικής τάξης δεν καταλαβαίνουν τίποτα. Οι οικονομολόγοι, οι πολιτικοί, οι δημοσιογράφοι ούτε προβλέπουν τίποτα και ούτε μπορούν να εξηγήσουν τίποτα.
Ο αστικός εμπειρισμός είναι ανίκανος να κατανοήσει τις διαδικασίες, που διεργάζονται σε ένα βαθύτερο επίπεδο. Μόνον η μέθοδος του διαλεκτικού υλισμού μπορεί να παρέχει μια επιστημονική εξήγηση γι ‘αυτό. Ο Μαρξισμός εξηγεί, πως τα πράγματα μπορούν και θα αλλάξουν ξαφνικά στο αντίθετό τους. Η μαρξιστική θεωρία μας παρέχει την ανωτερότητα της πρόβλεψης πάνω στην έκπληξη.
Οι Άραβες εμφανίζονταν ως παθητικοί, απαθείς, οπισθοδρομικοί και υποχωρητικοί. Αλλά ακριβώς το ίδιο έλεγαν για τους Ρώσους πριν από το 1917. Εδώ η φυλετική προκατάληψη συνδυάζεται με μια επιφανειακή και αντιεπιστημονική αντίληψη της ιστορίας. Το ίδιο είδος προκατάληψης βλέπουμε και σε ορισμένους λεγόμενους μαρξιστές, οι οποίοι πάντα γκρινιάζουν, για το υποτιθέμενο χαμηλό επίπεδο συνείδησης των μαζών. Για αυτούς τους ανθρώπους η διαλεκτική θα παραμένει πάντα ένα βιβλίο επτασφράγιστο.
Τα γεγονότα στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, δεν είναι ένα μεμονωμένο φαινόμενο, αλλά μέρος μιας παγκόσμιας διαδικασίας. Η Αραβική Επανάσταση ήταν το πρώτο στάδιο, για το τι θα συμβεί και στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική. Μέχρι τώρα, η κατάσταση ήταν πιο προηγμένη στη Λατινική Αμερική, αλλά τα γεγονότα της Τυνησίας τα άλλαξαν όλα αυτά.
Σε λίγες εβδομάδες, η Αραβική επανάσταση μεταφέρθηκε από τη μία χώρα στην άλλη. Τα αποτελέσματα έγιναν αισθητά, από εκατομμύρια απλούς εργαζόμενους και νεολαίους, σε όλο τον κόσμο, οι οποίοι ήταν σε θέση να παρακολουθήσουν την επανάσταση να ξεδιπλώνεται μπροστά στα μάτια τους. Είδαν δραματικές σκηνές και εκατομμύρια ανθρώπους να κινητοποιούνται, να οργανώνονται, να αγωνίζονται και να είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν το θάνατο για να αλλάξουν την κοινωνία. Για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες, η ιδέα της επανάστασης έπαψε να είναι μια απλή αφαίρεση και πήρε μια πολύ συγκεκριμένη υπόσταση.
Αυτό επιβεβαιώνει όλα όσα έχουμε πει στο παρελθόν, για τον διεθνή χαρακτήρα της επανάστασης και για τον ηγετικό ρόλο της εργατικής τάξης σε αυτήν. Επιβεβαιώνει επίσης, την ανάγκη για μια επαναστατική ηγεσία, προκειμένου να πετύχει η επανάσταση. Όπως είπε ο Τρότσκυ για τους Ισπανούς εργαζόμενους του 1930, οι εργάτες της Τυνησίας και της Αιγύπτου, θα μπορούσαν να είχαν κάνει όχι μία, αλλά δέκα επαναστάσεις. Αυτό που έλειπε, ήταν η επαναστατική ηγεσία. Αυτό θα σημαίνει, ότι η αραβική επανάσταση θα λάβει ένα παρατεταμένο και ακούσιο χαρακτήρα, περνώντας μέσα από πολλά στάδια.
Στην Αίγυπτο και την Τυνησία, η ανατροπή του Μπεν Αλί και του Μουμπάρακ ήταν ένα μεγάλο βήμα προς τα εμπρός. Αλλά δεν ήταν, παρά μόνο το πρώτο βήμα. Αυτό που απαιτείται, είναι η ανατροπή του ίδιου του καθεστώτος, όχι μόνο το άτομο που βρισκόταν στην κεφαλή του. Το αίτημα για τη δήμευση της περιουσίας αυτών των παρασίτων και των ιμπεριαλιστών που τους υποστήριζαν, συνδέει τα δημοκρατικά αιτήματα με τα σοσιαλιστικά.
Με την εκπληκτική γενναιότητα και το πνεύμα της θυσίας τους, το θαυμάσιο επαναστατικό προλεταριάτο της Αιγύπτου φέρνει στο νου, εκείνο της Βαρκελώνης το 1936, όταν οι εργαζόμενοι κινήθηκαν αυθόρμητα χωρίς κόμμα, χωρίς ηγεσία, χωρίς κανένα πρόγραμμα, και κανένα σχέδιο και τσάκισαν τους φασίστες σχεδόν με τα γυμνά χέρια τους. Βέβαια, οι μάζες δεν έχουν ποτέ ένα προκαθορισμένο σχέδιο, όταν ξεσπά η επανάσταση.
Η επανάσταση έχει ήδη επιτύχει πολλά. Ένα σημαντικό στοιχείο στην εξίσωση, ήταν ο ρόλος των γυναικών- πάντα ένα σίγουρο σημάδι, ότι η επανάσταση έχει αφυπνίσει τις μάζες. Η επανάσταση ξεπέρασε τις θρησκευτικές διαιρέσεις, τις διαιρέσεις λόγω φύλου, εθνικότητας και γλώσσας. Ενώνει τις ευρύτερες μάζες στον αγώνα.
Ο ρόλος των ισλαμιστών φονταμενταλιστών και της Ισλαμικής Αδελφότητας σε αυτά τα γεγονότα, έχει εσκεμμένα μεγαλοποιηθεί από τα δυτικά μέσα ενημέρωσης. Στην πραγματικότητα, είναι πυλώνες του καθεστώτος, που χρησιμοποιούνται από τους ιμπεριαλιστές ως ένα βολικό φόβητρο. Υπό την πίεση των μαζών, οι ισλαμικές οργανώσεις έχουν ήδη αρχίσει να διαχωρίζονται σε διαφορετικές παρατάξεις βάσει των ταξικών διαφοροποιήσεων.
Σε μεγάλο βαθμό, η επανάσταση έχει εκθέσει, και θα συνεχίσει να εκθέτει το πολιτικό Ισλάμ, ως τίποτα άλλο παρά μια ομίχλη, πίσω από την οποία στέκονται δεξιοί αστοί πολιτικοί, όλων των αποχρώσεων. Ωστόσο, αυτό δεν είναι μια γραμμική διαδικασία. Στην απουσία μιας πραγματικά επαναστατικής ηγεσίας, το κίνημα πρέπει να ακολουθήσει κατ ‘ανάγκην μια σειρά από παρακάμψεις και οι μάζες να μάθουν μέσα από οδυνηρές εμπειρίες, μέσω της δοκιμής και του λάθους.
Πολλά αστικά στοιχεία, μέσα στην κοινωνία, έχουν ταλαντευτεί πίσω από τους ισλαμιστές φιλελεύθερους και συντηρητικούς, όπως το κόμμα Ennahda στην Τυνησία και η Μουσουλμανική Αδελφότητα στην Αίγυπτο. Αλλά, επειδή δεν υπάρχει σαφής εναλλακτική, ταυτόχρονα αυτά τα κόμματα και οι τάσεις, είναι σε θέση να προσελκύσουν την υποστήριξη ορισμένων στρωμάτων των μαζών. Αυτό συμβαίνει κυρίως, όταν το κίνημα υποχωρεί προσωρινά. Σε αυτές τις συνθήκες οι μάζες βλέπουν αυτά τα κόμματα, ως δυνάμεις της αντιπολίτευσης που στρέφονται ενάντια στα παλαιά καθεστώτα.
Ωστόσο, σε αντίθεση με τους αστούς εμπειριστές «εμπειρογνώμονες», οι οποίοι δεν διστάζουν να δηλώσουν τη νίκη του ισλαμικού φονταμενταλισμού στη Μέση Ανατολή, θα ήταν λάθος να δούμε αυτόματα τα εκλογικά κέρδη, ή την προσωρινή αύξηση της υποστήριξης των ισλαμικών κομμάτων, ως ήττα για την επανάσταση. Είναι απλώς ένα στάδιο, σε μια χρονοβόρα διαδικασία. Όποιος έρθει στην εξουσία στο πλαίσιο της αραβικής επανάστασης, αμέσως θα βρεθεί αντιμέτωπος με τις απαιτήσεις των μαζών, που θέλουν μια λύση στο κύριο πρόβλημα της φτώχειας, της ανεργίας και την έλλειψη δημοκρατίας, σε αυτό τον κόσμο και όχι τον επόμενο.
Ως εκ τούτου, η επόμενη περίοδος θα δει την άνοδο και την πτώση πολλών τάσεων και κομμάτων. Κανένα από αυτά τα κόμματα δεν αμφισβητεί τον καπιταλισμό ως σύστημα. Στην πραγματικότητα, υπερασπίζονται την καπιταλιστική τάξη και γι ‘αυτό δεν θα είναι σε θέση, να αντιμετωπίσουν τα κύρια αιτήματα του λαού και ως εκ τούτου, θα έρθουν σε σύγκρουση με τις μάζες σε κάποιο στάδιο. Οι εργαζόμενοι και η νεολαία εξακολουθούν να διαπνέονται από την εμπιστοσύνη στις νίκες τους, την άνοιξη του 2011. Θα εξετάσουν κάθε κόμμα που έρχεται στην εξουσία. Αρχικά μπορεί να υπάρξει μια περίοδος αναμονής, αλλά αναπόφευκτα αυτά τα κόμματα θα αποδειχθούν ελλιπή. Ως εκ τούτου, η άνοδος των «ισλαμικών» οργανώσεων, δεν σημαίνει την τελική ήττα της επανάστασης, αλλά αντίθετα, είναι η προετοιμασία για τις μελλοντικές εξεγέρσεις.
Τα στάδια της Επανάστασης
Μια επανάσταση δεν είναι ένα μεμονωμένο γεγονός, είναι μια διαδικασία. Κάθε επανάσταση περνάει από στάδια. Το πρώτο στάδιο είναι σαν ένα μεγάλο καρναβάλι, με τις μάζες να έρχονται στους δρόμους με μια αίσθηση μεγάλης ευφορίας. Οι μάζες έχουν την αίσθηση ότι «Έχουμε κερδίσει!»
Σε μια τέτοια κατάσταση, τα συνθήματα και η τακτική πρέπει να είναι συγκεκριμένα. Θα πρέπει να αντικατοπτρίζουν την πραγματική κατάσταση. Απαιτούμε πλήρη δημοκρατία, την άμεση κατάργηση όλων των αντιδραστικών νόμων, και μια Συντακτική Συνέλευση. Αλλά το ερώτημα είναι: ποιος θα καλέσει τη Συντακτική Συνέλευση. Ο αιγυπτιακός στρατός; Αλλά αυτός ήταν ένα αναπόσπαστο τμήμα του παλαιού καθεστώτος. Οι εργαζόμενοι και η νεολαία πρέπει να συνεχίσουν να αγωνίζονται, στους δρόμους, στα εργοστάσια, έως ότου ικανοποιηθούν όλα τα αιτήματά τους.
Τα άμεσα αιτήματα είναι δημοκρατικά. Αλλά αυτό ήταν επίσης αλήθεια και για τη Ρωσία το 1917. Τα καθήκοντα, στα οποία στόχευε η Ρωσική Επανάσταση, ήταν δημοκρατικά: η ανατροπή του Τσάρου, τυπική δημοκρατία, ελευθερία από τον ιμπεριαλισμό, ελευθερία του Τύπου, κ.λπ. Αλλά, η ρωσική επανάσταση έδειξε, ότι τα δημοκρατικά αιτήματα θα μπορούσαν να επιτευχθούν, μόνο με την ανάληψη της εξουσίας από την εργατική τάξη. Αυτός είναι ο λόγος, για τον οποίο τα δημοκρατικά αιτήματα πρέπει να συνδέονται με τα σοσιαλιστικά.
Οι Μπολσεβίκοι κατέλαβαν την εξουσία, με βάση τα δημοκρατικά αιτήματα: η ειρήνη, το ψωμί και η γη δεν είναι σοσιαλιστικά συνθήματα. Θεωρητικά θα μπορούσαν να ικανοποιηθούν στο πλαίσιο του καπιταλισμού. Αλλά ο χρόνος έχει ήδη περάσει. Ζούμε στην εποχή του ιμπεριαλισμού, στην οποία, η θεωρία της διαρκούς επανάστασης είναι απολύτως έγκυρη, για να εξηγήσει την αδυναμία της αστικής τάξης να πραγματοποιήσει τα υπολειπόμενα δημοκρατικά καθήκοντα. Μαζί με αυτό, ο Λένιν συνέδεσε τα μεταβατικά αυτά αιτήματα και με κάποιο άλλο: όλη η εξουσία στα Σοβιέτ. Με τον τρόπο αυτό, χρησιμοποιώντας τα πιο προηγμένα δημοκρατικά συνθήματα, που συνδέονται με το πραγματικό επίπεδο της συνείδησης των μαζών, κατάφεραν να θέσουν το κεντρικό ζήτημα της εργατικής εξουσίας. Ομοίως, στην Αίγυπτο λέμε: «Θέλεις δημοκρατία; Και εμείς επίσης! Αλλά μην εμπιστεύεστε το στρατό ή τη Μουσουλμανική Αδελφότητα – Αγώνας για την πραγματική δημοκρατία!»
Οι επαναστάσεις δεν αναπτύσσονται σε μια ευθεία γραμμή. Βλέπουμε μια παρόμοια διαδικασία, σε κάθε επανάσταση. Στη Ρωσία, μετά την ανατροπή του τσάρου το Φεβρουάριο, υπήρξε μια περίοδος αντίδρασης, τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, ακολουθούμενη από μια νέα ανοδική πορεία της επανάστασης, τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο. Στην Ισπανία, η ανατροπή της μοναρχίας τον Απρίλιο του 1931 ακολουθήθηκε από την ήττα της Κομμούνας της Αστούριας, τον Οκτώβριο του 1934 και τη νίκη της αντίδρασης στο Bienio Negro (τα «δύο μαύρα χρόνια»), η οποία ήταν μόνο, το προοίμιο για μια νέα άνοδο, το 1936, με την εκλογή του Λαϊκού Μετώπου.
Δεδομένης της απουσίας μιας μπολσεβίκικης ηγεσίας, ήταν αναπόφευκτο, ότι η αιγυπτιακή επανάσταση θα ωθηθεί προς τα πίσω. Ωστόσο, εκείνοι που έκαναν την επανάσταση συνειδητοποιούν, ότι έχουν εξαπατηθεί. Λένε: τι έχει αλλάξει; Ουσιαστικά, τίποτα. Είναι σαν τα Ιουλιανά στη Ρωσία. Ως εκ τούτου η επανάσταση κινείται σε μια άλλη φάση, ξεκινώντας με τη νεολαία, οι νέοι αναφωνούν: «Τίποτα δεν έχει αλλάξει!». Αυτό είναι ένα αναπόφευκτο στάδιο: κομμάτι του σχολείου της εμπειρίας.
Δεν μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα, τι θα ακολουθήσει στο άμεσο επόμενο χρονικό διάστημα. Πιθανότατα, θα υπάρξει μια σειρά, από ασταθή αστικά καθεστώτα. Δεν θα είναι εύκολο. Οι μάζες θα πρέπει να μάθουν μέσα από επώδυνη εμπειρία, ότι η εργατική τάξη πρέπει να πάρει την εξουσία, ή όλα θα λήξουν πολύ άσχημα. Θα δούμε μια παρατεταμένη διαδικασία εσωτερικής διαφοροποίησης. Εκεί θα υπάρξουν ήττες, κάποιες σοβαρές. Όμως, υπό τις κρατούσες συνθήκες, κάθε ήττα θα είναι μόνο το προοίμιο, για νέες επαναστατικές αναταραχές.
Αν όλα αυτά είχαν συμβεί πριν από 10 χρόνια, πολύ πιο εύκολα θα μπορούσαν να σχηματιστούν ισχυρά αστικοδημοκρατικά καθεστώτα. Αλλά τώρα υπάρχει μια βαθιά κρίση: δεν μπορούν να προσφέρουν τίποτα για τις μάζες. Δεν μπορούν να προσφέρουν τίποτα στις μάζες στις ΗΠΑ- πώς μπορούν να το κάνουν στην Αίγυπτο; Δεν θα υπάρχει ψωμί, θέσεις εργασίας, κλπ.
Το 1915, ο Λένιν έγραψε:
«Όποιος περιμένει μια «γνήσια» κοινωνική επανάσταση, δε θα ζήσει να τη δει. Ένας τέτοιος άνθρωπος υποστηρίζει στα λόγια την επανάσταση, χωρίς όμως να αντιλαμβάνεται, τι είναι η επανάσταση.»
«Η Ρώσικη Επανάσταση του 1905 ήταν μια αστικοδημοκρατική επανάσταση. Αποτελούταν από μια σειρά από μάχες, στις οποίες συμμετείχαν όλες οι υποτελείς τάξεις, ομάδες και στοιχεία των μαζών. Μεταξύ αυτών, υπήρχαν μάζες, με τις πιο ισχυρές προκαταλήψεις, με τους πιο αφελείς και ασαφείς στόχους για τον αγώνα, μικρές ομάδες που έπαιρναν χρήματα από τους Ιάπωνες, κερδοσκόποι και τυχοδιώκτες κλπ… Αλλά αντικειμενικά, το μαζικό κίνημα στρεφόταν ενάντια στον τσαρισμό και προετοίμαζε το δρόμο για τη δημοκρατία: για το λόγο αυτό τέθηκαν επικεφαλής οι εργάτες με ταξική συνείδηση.»
«Η σοσιαλιστική επανάσταση στην Ευρώπη δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο, παρά ένα ξέσπασμα ενός μαζικού αγώνα, εκ μέρους όλων των καταπιεσμένων και δυσαρεστημένων στοιχείων. Αναπόφευκτα, τμήματα των μικροαστών και των καθυστερημένων εργαζομένων θα συμμετάσχουν σε αυτό, και χωρίς τη συμμετοχή αυτή, η μαζική πάλη είναι αδύνατη, χωρίς αυτή, καμία επανάσταση δεν είναι δυνατή-και εξίσου αναπόφευκτα, θα φέρνουν στο κίνημα τις προκαταλήψεις τους, τις αντιδραστικές φαντασιώσεις τους, τις αδυναμίες και τα λάθη τους. Αλλά αντικειμενικά, θα στραφούν ενάντια στο κεφάλαιο, και η ταξικά συνειδητή πρωτοπορία της επανάστασης, το προχωρημένο προλεταριάτο, εκφράζοντας την αλήθεια αυτού του ποικιλόμορφου και ασύμφωνου, ετερόκλητου και κατακερματισμένου προς τα έξω, μαζικού αγώνα, θα είναι σε θέση να ενώσει και να κατευθύνει, να καταλάβει την εξουσία, να απαλλοτριώσει τις τράπεζες και τα μονοπώλια που όλοι μισούν (αν και για διαφορετικούς λόγους), και να εισαγάγει άλλα δικτατορικά μέτρα, τα οποία στο σύνολό τους θα ανέλθουν στην ανατροπή της αστικής τάξης και τη νίκη του σοσιαλισμού, η οποία, όμως, σε καμία περίπτωση, δε θα καθαρίσει αμέσως από αυτή τη μικροαστική σκουριά.»
Οι γραμμές αυτές ισχύουν επακριβώς και για την Αραβική Επανάσταση σήμερα.
[/nextpage]
[nextpage title=”Μέρος 9ο” ]
Λιβύη
Η Αριστερά έχει επιδείξει τεράστια σύγχυση σχετικά με τα γεγονότα στη Λιβύη. Από τη μία πλευρά, κάποιοι συνθηκολόγησαν με τον ιμπεριαλισμό, στο βαθμό που υποστήριξαν τη στρατιωτική επέμβαση του ΝΑΤΟ. Αυτό ήταν και αφελές και αντιδραστικό. Το να θολωθεί η κρίση τους, από τον υποκριτικό χορό των μισθωμένων μέσων ενημέρωσης και να καταπιούν τα ψέματα για τη λεγόμενη «ανθρωπιστική» παρέμβαση για την «προστασία των αμάχων» ήταν εξαιρετικά ηλίθιο.
Αντίθετα, η άλλη τάση στην Αριστερά δεν ήταν καλύτερη. Πήγαν στο άλλο άκρο και υποστήριξαν τον Καντάφι, που τον σκιαγράφησαν με όμορφα χρώματα ως «προοδευτικό», «αντιιμπεριαλιστή», ακόμα και «σοσιαλιστή». Τίποτα από αυτά δεν είναι αληθές. Είναι αλήθεια ότι το λιβυκό καθεστώς (όπως και το συριακό) είχε διαφορετικό χαρακτήρα από τα καθεστώτα σε Αίγυπτο και Τυνησία. Αλλά, αυτό δεν άλλαξε θεμελιακά τον καταπιεστικό του χαρακτήρα, ούτε το καθιστά πραγματικά αντιιμπεριαλιστικό.
Το καθεστώς του Καντάφι είχε ένα πολύ ιδιαίτερο χαρακτήρα. Καταρχήν, ο Καντάφι είχε μια μαζική βάση, ως αποτέλεσμα της αντιιμπεριαλιστικής του ρητορείας. Το καθεστώς, που εμφανιζόταν ως «σοσιαλιστικό», εθνικοποίησε το μεγαλύτερο μέρος της οικονομίας, και με τα τεράστια κοιτάσματα πετρελαίου και το μικρό πληθυσμό, μπορούσε να προσφέρει ένα σχετικά υψηλό επίπεδο διαβίωσης, υγείας και εκπαίδευσης για την πλειοψηφία του πληθυσμού. Αυτό του έδωσε μια σχετική σταθερότητα. Αυτό επίσης εξηγεί, γιατί μετά την αρχική εξέγερση εναντίον του, ο Καντάφι, παρά τις αντιξοότητες, μπόρεσε να συγκεντρώσει αρκετή υποστήριξη, ώστε να αντισταθεί αρκετούς μήνες και να μην ηττηθεί αμέσως.
Ωστόσο, ήταν ένα σύστημα, όπου η εξουσία είχε δοθεί σε ένα άτομο, με αποτέλεσμα να αποτρέπει τη δημιουργία οτιδήποτε έμοιαζε με πολιτική και ακόμα και, κρατική οργάνωση. Δεν υπήρχαν πολιτικά κόμματα (ήταν όλα απαγορευμένα),υπήρχε μια μικρή γραφειοκρατία και ένας αδύναμος, διαιρεμένος στρατός. Ο Καντάφι διατηρούσε την εξουσία, μέσω ενός περίπλοκου συστήματος καταστολής, συμμαχιών με τους ηγέτες των φυλών, πατερναλιστικής στήριξης και ενός δικτύου ανεπίσημων επαφών.
Τα τελευταία 20 χρόνια και συγκεκριμένα, την τελευταία δεκαετία, το καθεστώς άρχιζε να χαλαρώνει τον κρατικό έλεγχο στην οικονομία και προσπαθούσε να έρθει σε συμφωνία με τον ιμπεριαλισμό, ανοίγοντας την αγορά του και υιοθετώντας «νέο-φιλελεύθερες» πολιτικές. Προχώρησε σε μεταρρυθμίσεις προσανατολισμένες προς τις αγορές, όπως τη συμμετοχή του στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, τη μείωση των κρατικών ενισχύσεων και ανακοίνωσε σχέδια ιδιωτικοποιήσεων.
Αυτή η κίνηση προς την οικονομία της αγοράς, οδήγησε σε πτώση του βιοτικού επιπέδου για πολλούς Λίβυους και τον πλουτισμό της μειονότητας της κοινωνίας, κυρίως της οικογένειας Καντάφι. Αυτός ήταν ένας από τους κύριους λόγους, για τη λαϊκή δυσαρέσκεια που οδήγησε στην εξέγερση. Η εξέγερση στη Βεγγάζη, ήταν μια γνήσια λαϊκή επανάσταση, αλλά λόγω της απουσίας ενός επαναστατικού κόμματος, έγινε αντικείμενο καπηλείας από τους αστούς πολιτικούς του λεγόμενου Εθνικού Μεταβατικού Συμβουλίου. Τα στοιχεία αυτά ήταν αυτόκλητα, μη εκλεγμένα και χωρίς καμία ευθύνη. Προώθησαν τους εαυτούς τους στο προσκήνιο, σπρώχνοντας στην άκρη τις επαναστατικές μάζες, κυρίως τη νεολαία, που διεξήγαγε όλη την πάλη.
Το αποτέλεσμα, ήταν μια συγκεχυμένη κατάσταση, η οποία θα μπορούσε εύκολα, να εκφυλισθεί σε χάος. Σε όλες τις επαναστατικές αναταραχές στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, οι ιμπεριαλιστές δεν μπόρεσαν να παρέμβουν. Αλλά τώρα κατάλαβαν, ότι είχαν την ευκαιρία να παίξουν κάποιο ρόλο στην κατάσταση. Οι Αμερικανοί, οι Γάλλοι και οι Βρετανοί ήρθαν σε επαφή με το Εθνικό Μεταβατικό Συμβούλιο, το οποίο είναι μια συμμαχία των αστικών στοιχείων με ορισμένους από τους πρώην υπουργούς στο καθεστώς Καντάφι.
Οι νέοι ηγέτες της Λιβύης είναι ακόμα πιο πρόθυμοι να πέσουν στην αγκαλιά των ιμπεριαλιστών. Όμως, παρά τις δηλώσεις «φιλίας» στη Βεγγάζη, η μάζα των Λίβυων τρέφουν μίσος και δυσπιστία απέναντι στους ιμπεριαλιστές. Ξέρουν ότι η λιβυκή επανάσταση κέρδισε τη Δυτική υποστήριξη, επειδή η γη είναι τόσο πλούσια σε πετρέλαιο, και ότι οι Βρετανοί, Γάλλοι και Αμερικανοί θέλουν να λεηλατήσουν τους φυσικούς πόρους της χώρας.
Κατά την ανάλυση κάθε φαινομένου, πρέπει να υπάρξει προσεκτική διάκριση, μεταξύ των διαφορετικών τάσεων, χωρίζοντας αυτό που είναι προοδευτικό από αυτό που είναι αντιδραστικό. Στην περίπτωση της Λιβύης, αυτό δεν είναι πάντα εύκολο. Το κίνημα στη Λιβύη περιέχει σαφώς πολλά διαφορετικά στοιχεία, τόσο αντιδραστικά, όσο και ενδεχομένως επαναστατικά. Υπάρχει ένας αριθμός δυνάμεων που αγωνίζονται για την ηγεσία της επανάστασης. Αυτός ο αγώνας δεν έχει αποφασιστεί ακόμα και μπορεί να πάει σε μια σειρά από διαφορετικές κατευθύνσεις. Η τύχη της Λιβύης δεν έχει αποφασιστεί ακόμα και θα επηρεάζεται καθοριστικά από τις διεθνείς εκδηλώσεις και ιδιαίτερα τις εξελίξεις στην Αίγυπτο.
Συρία
Όπως και στη Λιβύη, τα αποτελέσματα των επαναστάσεων στην Τυνησία και την Αίγυπτο, έγιναν αισθητά στη Συρία, με παρόμοια αποτελέσματα. Οι μάζες πίστευαν, ότι για να ανατρέψουν το καθεστώς το μόνο που χρειαζόταν ήταν να οργανώσουν το ένα μαζικό συλλαλητήριο μετά το άλλο. Αλλά η κατάσταση έχει αποδειχθεί, ότι είναι πιο περίπλοκη από αυτό. Το καθεστώς είχε σαφώς κάποια απομεινάρια υποστήριξης, τουλάχιστον σε ένα τμήμα του πληθυσμού. Αυτό, σε συνδυασμό με την έλλειψη σαφούς επαναστατικής ηγεσίας, και χωρίς την εργατική τάξη να βγαίνει αποφασιστικά στο προσκήνιο, η επανάσταση οδηγήθηκε στο αδιέξοδο εδώ και μήνες.
Το συριακό μπααθικό καθεστώς, στο παρελθόν βασίστηκε σε μια σχεδιασμένη οικονομία, παρόμοια με εκείνη της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, η οποία επέτρεψε μια σημαντική οικονομική ανάπτυξη στη δεκαετία του 1960 και του 1970. Στη δεκαετία του 1980 ωστόσο, η οικονομία άρχισε να επιβραδύνει. Μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, το καθεστώς άρχισε να κινείται προς τον καπιταλισμό. Ως συνέπεια αυτής της μετάβασης, προέκυψε ολοένα μεγαλύτερη κοινωνική πόλωση με τον πλουτισμό μιας μικρής ελίτ στο ένα άκρο του φάσματος και μια αυξανόμενη φτώχεια στο άλλο άκρο. Η ανεργία εκτινάχθηκε και σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, βρίσκεται πάνω από το 20 %. Για τους νέους το ποσοστό αυτό θα είναι πολύ υψηλότερο.
Είναι αυτή η αυξανόμενη κοινωνική πόλωση, που αποτελεί τη ρίζα της επανάστασης στη Συρία. Το συριακό καθεστώς είναι τώρα πιο μισητό από ποτέ, από τις μάζες, αλλά όπως στη Λιβύη, οι ιμπεριαλιστές έχουν δει την ευκαιρία να παρέμβουν και προσπαθούν να επιβάλουν τα δικά τους τσιράκια στη συριακή επανάσταση, ώστε να την εκτρέψουν σε ασφαλή κανάλια.
Έχουν προκύψει διασπάσεις εντός των ενόπλων δυνάμεων, με πολλά στελέχη να δηλώνουν μέλη του «Ελεύθερου Συριακού Στρατού». Αυτό δείχνει, ότι πολλοί απλοί στρατιώτες βλέπουν με συμπάθεια την επανάσταση, ενώ ένα τμήμα της στρατιωτικής ελίτ, σε μια προσπάθεια να αποκτήσει αξιοπιστία μεταξύ των μαζών, έχει εγκαταλείψει το πλοίο πριν αυτό βουλιάξει εντελώς. Οι στρατηγοί αυτοί έχουν ζητήσει από τους ιμπεριαλιστές, να επιβάλλουν μια ζώνη απαγόρευσης πτήσεων, πράγμα που δείχνει, ότι θα παίξουν έναν αντεπαναστατικό ρόλο μέσα στην επανάσταση.
Αυτό που λείπει από τη Συρία, είναι μια σαφής μαρξιστική ηγεσία που θα μπορούσε να εξηγήσει στις μάζες, ότι το καθεστώς πρέπει και μπορεί πράγματι να νικηθεί, και ότι στη θέση του, αυτό που απαιτείται είναι μια σχεδιασμένη οικονομία, υπό τον άμεσο έλεγχο των εργαζομένων. Χωρίς μια τέτοια ηγεσία, η επανάσταση ωθείται προς την κατεύθυνση μιας «δημοκρατικής αστικής αντεπανάστασης». Αυτό δεν θα λύσει κανένα από τα καυτά προβλήματα των μαζών. Στην πραγματικότητα, οι κοινωνικές ανισότητες θα αυξηθούν περαιτέρω και με ακόμη ταχύτερους ρυθμούς, από ό, τι πριν. Με την πάροδο του χρόνου, οι μάζες θα μάθουν, ότι δεν αρκεί απλώς να ανατρέψουν έναν δικτάτορα, όπως ο Άσαντ. Θα μάθουν, ότι σε μια καπιταλιστική βάση, κανένα από τα προβλήματά τους δε μπορεί να λυθεί.
Οι ιμπεριαλιστές ανησυχούν σοβαρά για τις εξελίξεις στον αραβικό κόσμο, που έχει κεντρική θέση στους γεωπολιτικούς τους υπολογισμούς. Η πτώση του Μουμπάρακ ήταν ένα σοβαρό πλήγμα, για τη στρατηγική τους στη Μέση Ανατολή. Αυτό, θα τους οδηγήσει αναγκαστικά, σε ακόμα στενότερη σχέση με το Ισραήλ, το μόνο πλέον αξιόπιστο σύμμαχο, που τους έχει μείνει στην περιοχή. Θα κάνουν επίσης ό,τι είναι δυνατόν για να ενισχύσουν το σαουδαραβικό καθεστώς και τους αντιδραστικούς σεΐχηδες στις χώρες του Κόλπου.
Πρόσφατα, οι Ηνωμένες Πολιτείες προχώρησαν σε μια συμφωνία πώλησης όπλων, αξίας 60 δισεκατομμυρίων δολαρίων, με τη Σαουδική Αραβία. Η Αμερική, ελπίζει να πωλήσει χιλιάδες ειδικούς «καταστροφείς» καταφυγίων στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Ελίσσονται για να σώσουν τη μοναρχική κλίκα στο Μπαχρέιν, όπου οι μάζες αρχίζουν να κινούνται και πάλι, παρά την άγρια καταστολή και την παρουσία Σαουδαραβών μισθοφόρων.
Αλλά, όλοι αυτοί οι χειρισμοί θα είναι τελικά εις μάτην. Η Σαουδική Αραβία παρενέβη στο Μπαχρέιν, από φόβο για την ασφάλειά της. Η βασιλική οικογένεια είναι σάπια, διεφθαρμένη και υποκριτική και βρίσκεται τώρα αντιμέτωπη, με μια κρίση διαδοχής. Ταυτόχρονα, το βιοτικό επίπεδο των απλών Σαουδαράβων, έχει μειωθεί και η κατάσταση που αντιμετωπίζουν τα εκατομμύρια των μεταναστών εργατών είναι άθλια. Ο επικεφαλής του κλήρου Ουαχάμπι έχει προειδοποιήσει το καθεστώς, να κάνει παραχωρήσεις προς την άμεση βελτίωση του βιοτικού επιπέδου, αλλιώς ό,τι συνέβη στην Τυνησία και την Αίγυπτο θα μπορούσε να συμβεί στη Σαουδική Αραβία.
Το τζίνι έχει απελευθερωθεί από το μπουκάλι και δεν μπορεί εύκολα να τοποθετηθεί πίσω. Οι επαναστατικές ταραχές έχουν ήδη εξαπλωθεί σε Λιβύη, Συρία, Τζιμπουτί, Υεμένη, Μπαχρέιν, Ιορδανία, Ομάν, Αλγερία και Μαρόκο. Και οι μάζες, που μόλις ξύπνησαν, δεν θα ειρηνεύσουν εύκολα από τις υποσχέσεις, όπως τα γεγονότα στην Αίγυπτο έχουν δείξει. Η επανάσταση θα περάσει μέσα από κάθε λογής περιπέτειες, εξάρσεις και υφέσεις, σκαμπανεβάσματα. Περίοδοι ανόδου της ταξικής πάλης θα ακολουθούνται από περιόδους νηνεμίας, κούρασης, απογοήτευσης, ηττών, ακόμη και αντίδρασης. Αλλά αυτά θα είναι μόνο το προοίμιο, για νέες και ακόμα πιο δραματικές επαναστατικές ανόδους.
Ιράν
Η αραβική επανάσταση είχε επίσης μεγάλη επίδραση στο Ιράν. Όταν η Ιρανική Επανάσταση ξεκίνησε τον Ιούνιο του 2009, χιλιάδες Ιρανών νέων είχε απίστευτες ελπίδες. Αλλά το κίνημα έφτασε σε αδιέξοδο, μετά τη μαζική εξέγερση στην Ashura τον Δεκέμβριο του 2009. Η αραβική επανάσταση λειτούργησε ως μια νέα ώθηση, αναβιώνοντας το κίνημα και πάλι, το Φεβρουάριο και το Μάρτιο του 2011. Εκατοντάδες χιλιάδες, επανειλημμένα, βγήκαν στους δρόμους. Αλλά το κίνημα, κουρασμένο και αποπροσανατολισμένο, εξαιτίας της προδοσίας των Μουσαβί, Καρουμπί και άλλων βουλευτών των Φιλελευθέρων του Μεταρρυθμιστικού Κινήματος, δεν κατάφερε να εξελιχθεί σε κάτι πέρα από τις διαδηλώσεις και έτσι μετά τους τελευταίους σπασμούς, ηττήθηκε τον Απρίλιο του 2011.
Μετά από σχεδόν δύο χρόνια επαναστατικών αγώνων, το κίνημα είναι σήμερα σε χαμηλά επίπεδα. Αλλά τίποτα δεν έχει τελειώσει. Η διαρκώς εντεινόμενη οικονομική κρίση, με την απότομη αύξηση του πληθωρισμού, των ποσοστών ανεργίας, και την κατάργηση των επιδοτήσεων για βασικά αγαθά, θα προκαλέσει μια αύξηση της δυσαρέσκειας στις μάζες, συμπεριλαμβανομένων των στρωμάτων, που δεν συμμετείχαν στις μαζικές κινητοποιήσεις του 2009.
Παρά το γεγονός, ότι το κίνημα έχει ηττηθεί, αυτό δεν σημαίνει ότι η κατάσταση είναι στατική μέσα στο Ιράν. Το καλοκαίρι του 2011, μαζικές κινητοποιήσεις, με συμμετοχή δεκάδων χιλιάδων, εμφανίστηκαν σε περιοχές του Αζερμπαϊτζάν, καθώς και τις κουρδικές περιοχές του Ιράν. Επίσης, όπως είχαμε προβλέψει, ενώ υπήρξε υποχώρηση του «δημοκρατικού» κινήματος, αντίστοιχα έχει υπάρξει μια αυξανόμενη δραστηριότητα της εργατικής τάξης. Από την άνοιξη του 2011, ο αριθμός των απεργιών σταθερά αυξάνεται.
Το πιο ενδιαφέρον χαρακτηριστικό αυτού του εργατικού κινήματος είναι, ότι ηγούνται σε αυτό, νέα στρώματα, κυρίως περιστασιακά εργαζομένων, οι οποίοι δεν συμμετείχαν στις απεργίες της προηγούμενης περιόδου. Ειδικά στην πετροχημική βιομηχανία, η οποία αποκτά όλο και μεγαλύτερη στρατηγική σημασία για το καθεστώς, μια σειρά από απεργίες, αρκετών εβδομάδων, και με τη συμμετοχή χιλιάδων εργαζομένων, έχουν διαταράξει τη φαινομενική ηρεμία στην επιφάνεια της ιρανικής κοινωνίας. Οι απεργίες αποτελούν αναμονή ενός νέου κύματος του επαναστατικού κινήματος σε ένα υψηλότερο επίπεδο.
Οι εντάσεις στην κοινωνία αντικατοπτρίζονται με διασπάσεις στην κορυφή, συμπεριλαμβανομένης μιας ανοικτής σύγκρουσης μεταξύ Χαμενεΐ και Αχμαντινετζάντ. Η κρίση στην κορυφή είναι ένα σύμπτωμα της αυξανόμενης κρίσης στην κοινωνία, η οποία βρίσκεται σε μια πολύ εύθραυστη ισορροπία και η οποία, αργά ή γρήγορα, θα οδηγήσει σε νέες και ακόμη πιο εκρηκτικές αναταραχές.
Ισραήλ και Παλαιστίνη
Τελευταίο, αλλά όχι λιγότερο σημαντικό, το Ισραήλ έχει βιώσει τις μεγαλύτερες μαζικές διαδηλώσεις στην ιστορία του. Ο Νετανιάχου είχε τρομοκρατηθεί από την αιγυπτιακή επανάσταση, αφού ο πλησιέστερος περιφερειακός σύμμαχος του ανατράπηκε. Στη συνέχεια, το καλοκαίρι του 2011, οι άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους διαμαρτυρόμενοι για τις αυξανόμενες τιμές και απαιτώντας καλύτερες συνθήκες διαβίωσης και αξιοπρεπούς στέγασης. Ο Νετανιάχου, σε μια προσπάθεια να υποβαθμίσει την έκταση του κινήματος, δήλωσε ότι οι διαδηλωτές είχαν καθοδηγηθεί από τις ξένες δυνάμεις. Αλλά, είναι δύσκολο να πείσει τους υπηκόους του, όταν έως και 500.000 άνθρωποι, από έναν πληθυσμό λιγότερο από επτά εκατομμύρια βρίσκονταν στους δρόμους. Αυτό το θαυμάσιο κίνημα διαψεύδει τις σέκτες, που βλέπουν όλο το Ισραήλ ως ένα αντιδραστικό μπλοκ.
Οι Παλαιστίνιοι έχουν επίσης επηρεαστεί από την αραβική επανάσταση. Βλέπουν, ότι ο Αμπάς έχει προδώσει πλήρως τον παλαιστινιακό αγώνα. Η προσπάθειά του, να αναγνωριστεί από τον ΟΗΕ ένα παλαιστινιακό κράτος, ήταν μια απεγνωσμένη προσπάθεια, να ανακτήσει κάποια αξιοπιστία, αλλά, προφανώς, δεν έχει οδηγήσει πουθενά. Η ιδέα της ανάγκης για μια νέα Ιντιφάντα, θα κερδίζει έδαφος μεταξύ των νέων Παλαιστινίων. Στην τρέχουσα οικονομική συγκυρία, αυτό θα αλλάξει τα πάντα.
Υπό αυτές τις συνθήκες, η σιωνιστική άρχουσα τάξη του Ισραήλ ψάχνει, για μια εκτροπή από τα εσωτερικά θέματα. Και, όπως και στο παρελθόν, το Ιράν χρησιμοποιείται ως μπαμπούλας, παρουσιάζεται ως μια απειλή για όλους τους Εβραίους στο Ισραήλ. Αυτό εξηγεί γιατί το Ισραήλ απειλεί για άλλη μια φορά να επιτεθεί στο Ιράν. Οι Ισραηλινοί, επίσης, αισθάνονται ότι απειλούνται από την αυξανόμενη επιρροή του Ιράν στην περιοχή.
Όλη αυτή η διάθεση εκδίκησης παρουσιάζεται από τα ΜΜΕ, ως μια προσπάθεια περιορισμού των «επικίνδυνων» πυρηνικών εξοπλισμών. Αλλά έχει βαθύτερες ρίζες από αυτό. Οι Ισραηλινοί και οι Ιρανοί, χτυπούν αμφότεροι τα τύμπανα του πολέμου, για να εκτρέψουν την προσοχή, μακριά από τις αυξανόμενες κοινωνικές συγκρούσεις μέσα στο σπίτι τους. Ενδιαφέρονται πολύ για μια ένοπλη σύγκρουση, καθώς αυτό θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί, για να ηρεμήσει τα αναπτυσσόμενα κινήματα από τα κάτω, αλλά και να ενοποιήσει την ολοένα και περισσότερο διασπασμένη κορυφή. Ωστόσο, ένας εφ’ όλης της ύλης πόλεμος αποκλείεται. Θα είναι μια περιορισμένη εναέρια επίθεση εναντίον στρατιωτικών και στρατηγικών πυρηνικών εγκαταστάσεων, όπως έκαναν οι Ισραηλινοί στη Συρία και το Ιράκ κατά το παρελθόν. Η αυξανόμενη πιθανότητα μιας τέτοιας επίθεσης ενισχύεται επίσης, από το γεγονός, ότι οι ΗΠΑ αυξάνουν τη στρατιωτική παρουσία τους στον Κόλπο, καθώς αποσύρουν τις δυνάμεις τουςς από το Ιράκ.
Αν το Ισραήλ ξεκινήσει μια τέτοια επίθεση όμως, θα πυροδοτήσει μια έκρηξη σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή. Οι μάζες θα κατέβουν στους δρόμους εναντίον του Ισραήλ και του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, ταρακουνώντας κάθε καθεστώς. Ακόμη και στο Ιράν, το καθεστώς δεν μπορεί να ελπίζει για περισσότερο από μια προσωρινή ανακούφιση, μέσα από μια τέτοια σύγκρουση, -όπως και από όλες τις στρατιωτικές συγκρούσεις- που θα φέρει στο προσκήνιο όλες τις αντιθέσεις μέσα στην κοινωνία και θα εκθέσει την πραγματική φύση του καθεστώτος μέχρι τους τελευταίους εναπομείναντες υποστηρικτές του. Τόσο η ισραηλινή κυβέρνηση, όσο και το ιρανικό καθεστώς αισθάνονται τη θερμή ανάσα από τις μάζες και ως εκ τούτου, δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά να υποχωρήσουν- αναγκάζονται, έτσι, να εντείνουν συνεχώς τις προκλήσεις τους αμοιβαία.
Το προλεταριάτο της Μέσης Ανατολής είναι ο καθοριστικός παράγοντας στην όλη εξίσωση. Η οικοδόμηση μιας ισχυρής μαρξιστικής τάσης στον αραβικό κόσμο, είναι ένα επείγον καθήκον. Θα πρέπει να κατασκευαστεί στη φωτιά των γεγονότων. Η αραβική επανάσταση θα διαρκέσει για χρόνια, με σκαμπανεβάσματα, όπως η Ισπανική Επανάσταση της δεκαετίας του 1930. Θα υπάρξει μια διαδικασία εσωτερικής διαφοροποίησης. Μια αριστερή πτέρυγα θα αποκρυσταλλωθεί, και στη συνέχεια μια ακροαριστερή πτέρυγα. Πρέπει να βρούμε έναν τρόπο να συνδεθούμε με αυτή τη διαδικασία.
[/nextpage]