Οι Θέσεις της Κ.Ε. είναι κείμενο που αντί να συμβάλει στη βαθιά κατανόηση της κατάστασης και των πραγματικών καθηκόντων του κόμματος και των μελών του, διαπερνάται από εξόφθαλμες αντιφάσεις που τη δυσχεραίνουν. Η θεμελιώδης, κατά τη γνώμη μου, αντίφαση αφορά τη θέση της Κ.Ε. για το στρατηγικό στόχο του σοσιαλισμού.
Στο κείμενο εξηγείται ότι ο σοσιαλισμός “…δεν είναι ο εξωραϊσμός του καπιταλισμού ούτε η δήθεν ‘φιλολαϊκή’ διαχείρισή του…” και “δεν είναι ένα καθεστώς που μπορεί να καθιερωθεί μέσω μιας εξελικτικής διαδικασίας σταδιακών αλλαγών του καπιταλισμού, αλλά ούτε καθεστώς που εγκαθιδρύεται μια και έξω κάποια μοναδική στιγμή…”.
Όμως, μόλις λίγο αργότερα στο κείμενο, χωρίς ίχνος σοβαρής ανάλυσης των κοινωνικών δυνάμεων σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, καθορίζονται τα όρια του εφικτού όπως υποτίθεται διαφαίνονται σήμερα. Αυτό είναι μια κυβέρνηση της Αριστεράς χωρίς σοσιαλιστικούς σκοπούς, – άρα μπορεί να σχηματιστεί βασισμένη σε μια θολή διαταξική κοινωνική συμμαχία – που δεν θα συγκρουστεί με το κεφάλαιο συνολικά, αλλά που θα “καθαρίσει το τραπέζι…για να δημιουργηθεί έδαφος ώστε να ανθίσει η λαϊκή πρωτοβουλία…”
Και μόνο αυτή η διατύπωση με όλο το σκεπτικό που τη συνοδεύει, αλλά και οι δημοσιευμένες θέσεις της ηγεσίας, οδηγούν ακριβώς στο συμπέρασμα πως ο ΣΥΡΙΖΑ επιθυμεί να «εξωραΐσει» τον καπιταλισμό.
Υποτίθεται βέβαια, σύμφωνα με τις ιδέες της Κ.Ε., πως η κυβέρνηση της Αριστεράς θα λαμβάνει σταδιακά μέτρα που θα δυναμώνουν τον αγώνα των λαϊκών τάξεων και θα ισχυροποιούν την υποστήριξη στο σοσιαλισμό. Πουθενά όμως δεν εξετάζεται το υπαρκτό ενδεχόμενο τα προτεινόμενα μέτρα, αυτοπεριοριζόμενα στα στενά πλαίσια ενός καπιταλισμού σε βαθιά ιστορική κρίση, να αποτύχουν ή να αποδειχθούν ανεπαρκή για την κάλυψη των αναγκών και των απαιτήσεων της κοινωνίας. Στην πιθανή αυτή περίπτωση, η Αριστερά θα γνωρίσει όχι ενεργό μαζική υποστήριξη, αλλά αντιθέτως την οργή της ίδιας της κοινωνικής της βάσης.
Η αλήθεια είναι πως δεν υπάρχει πιο ουτοπική ιδέα σήμερα από το να πιστεύει κανείς πως η παραγωγική ανασυγκρότηση και η κοινωνική αναγέννηση της χώρας είναι εφικτές χωρίς μια συνολική σύγκρουση με τον καπιταλισμό, χωρίς η εργαζόμενη κοινωνία να θέσει υπό τον έλεγχό της τους στρατηγικούς μοχλούς της, χωρίς η άρχουσα τάξη να αφοπλιστεί από τις πηγές ισχύος της – την ιδιοκτησία της στα κοινωνικά μέσα παραγωγής και τον έλεγχο του καπιταλιστικού κράτους. Αν μάλιστα τα παραπάνω ήταν εφικτά στο έδαφος του καπιταλισμού, γιατί να βρίσκεται ο σοσιαλισμός, ως στρατηγικός στόχος, στο τέλος αυτού του δρόμου;
Η όλη αντίφαση «λύνεται» στο κείμενο Θέσεων με την επίκληση στον ιδεαλισμό: “…ο σοσιαλισμός και οι αξίες που τον διέπουν είναι ο γνώμονας και το κριτήριο του τι προτείνουμε και πώς δρούμε…” Όμως οι ιδέες του σοσιαλισμού μπορούν να αποκτήσουν υλική δύναμη μόνο όταν εκφράζουν τα πραγματικά συμφέροντα των λαϊκών τάξεων, και καθόλου όταν απλώς διέπουν τον τρόπο σκέψης και την πολιτική βούληση μιας Αριστερής κυβέρνησης που διαχειρίζεται τον καπιταλισμό.
Οι προθέσεις της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ για μια αυριανή αριστερή διακυβέρνηση – που είναι σοσιαλδημοκρατικές στην ουσία τους – όφειλαν να διατυπωθούν με σαφήνεια και αποφεύγοντας τις αντιφάσεις. Όμως, ο τρόπος γραφής των Θέσεων αντιπροσωπεύει μια απόπειρα συμβιβασμού τάσεων που από τη φύση τους είναι ασυμβίβαστες, υπηρετώντας πρόσκαιρους, εσωτερικούς κυρίως, συσχετισμούς. Δεν είναι αυτό που χρειαζόμαστε σήμερα. Αντίθετα, έχουμε ανάγκη από πολιτικές θέσεις ξεκάθαρες που δεν συσκοτίζουν το χαρακτήρα τους και που διεκδικούν την πλειοψηφία στο κόμμα μέσα από την εφαρμογή της πλατύτερης γνήσιας δημοκρατίας στις τάξεις του. Έχουμε ανάγκη από ένα συνεκτικό πολιτικό κείμενο που αναλύει τις πραγματικές τάσεις και προοπτικές και προσφέρει βαθύτερη κατανόηση των εξελισσόμενων διεργασιών. Κυρίως έχουμε ανάγκη από ένα πρόγραμμα που δεν μεταθέτει το σοσιαλισμό σε ένα αόριστο μέλλον, αλλά γεφυρώνει με επιτυχία τα πιο άμεσα αιτήματα του λαού με τη ζωτική αναγκαιότητα ανατροπής του καπιταλισμού και εγκαθίδρυσης του σοσιαλισμού στην Ελλάδα και διεθνώς.
Η Κομμουνιστική Πλατφόρμα που συνυπογράφω και αποτελεί το μόνο αντιπαραθετικό κείμενο στις Θέσεις της Κ.Ε, προσφέρει ακριβώς αυτά τα στοιχεία. Υπογράφεται από 130 μέλη του κόμματος, από 61 διαφορετικές Τοπικές Οργανώσεις και 22 πόλεις. Δυστυχώς, παρόλο που ικανοποιεί τα κριτήρια που είχαν τεθεί στον Κανονισμό του Συνεδρίου, δεν έτυχε ισότιμης μεταχείρισης τόσο από την Οργανωτική Επιτροπή Συνεδρίου, όσο και το γραφείο του σ. συντονιστή της γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ. Το κείμενο παρουσιάστηκε και τυπώθηκε ως “συμβολή” στον διάλογο και δεν έγινε γνωστό σε όλες τις τοπικές οργανώσεις ως κείμενο – βάση αντιπαράθεσης που έπρεπε να παρουσιαστεί ως τέτοιο σε όλα τα μέλη.
Άγγελος Ηρακλείδης – ΣΥΡΙΖΑ Ρόδου