Ο αγώνας των δικηγόρων ενάντια στο νέο ασφαλιστικό. Η σημασία και η δυναμική του πλειοψηφικού και πιο πληβειακού τους στρώματος.
Οι κινητοποιήσεις των Δικηγόρων, μαζί με τους άλλους ελεύθερους επαγγελματίες, το τελευταίο διάστημα έχουν προκαλέσει πολυποίκιλα σχόλια στον τύπο και το διαδίκτυο. Οι υποστηριχτές της κυβέρνησης έφτασαν πολλές φορές στο σημείο να παρομοιάσουν τις κινητοποιήσεις αυτές, με τις διαδηλώσεις των αντιδραστικών μικροαστικών στρωμάτων σε χώρες της Λατινικής Αμερικής ενάντια σε αριστερές κυβερνήσεις. Η αναλογία αυτή βεβαίως έχει τόση σχέση με την πραγματικότητα, όση σχέση έχει η σημερινή κυβέρνηση Τσίπρα με αριστερές κυβερνήσεις όπως αυτή του Τσάβες στη Βενεζουέλα, δηλαδή καμία.
Σε μια φάση, που το εργατικό κίνημα δείχνει εικόνα παράλυσης, κυρίως σαν αποτέλεσμα της απροθυμίας της ξεπουλημένης συνδικαλιστικής ηγεσίας να οργανώσει πραγματικούς και όχι συμβολικούς αγώνες, οι κλάδοι των ελεύθερων επαγγελματιών εξαιτίας του βίαιου κοινωνικού ξεπεσμού τους, και τα πιο πληβειακά και προλεταριοποιημένα στρώματα αυτών των κλάδων, εξαιτίας του γεγονότος ότι είναι πιο «φρέσκα» και ξεκούραστα στην ταξική πάλη, (λόγω της έλλειψης οργάνωσης και παραδόσεων δεν έχουν συμμετάσχει τόσο πολύ σε προηγούμενους γύρους κινητοποιήσεων, ενώ τώρα σπρώχνονται απότομα στη μάχη) κινητοποιούνται με πρωτοφανή μαζικότητα.
Ταξικές διαφοροποιήσεις μέσα στον κλάδο
Είναι αλήθεια, ότι στις κινητοποιήσεις αυτές υπάρχουν αρκετές αντιφάσεις. Το γεγονός, ότι δίπλα στην εύλογη αντίθεση της πλειοψηφίας των δικηγόρων στο ασφαλιστικό νομοσχέδιο, έρχεται να ξεδιπλωθεί το σχέδιο της δεξιάς να αποδυναμώσει την κυβέρνηση και να επωφεληθεί πολιτικά, είναι το λιγότερο σημαντικό ζήτημα, και άλλωστε το ίδιο θα μπορούσε να ισχύει σε κάθε κλάδο. Είναι, όμως αλήθεια, ότι στις κινητοποιήσεις αυτές έχουν συναντηθεί διαφορετικά στρώματα που συνυπάρχουν τόσο στον συγκεκριμένο κλάδο, όσο και στους κλάδους των ελεύθερων επαγγελματιών γενικότερα. Στρώματα με διαφορετικά έως και ευθέως συγκρουόμενα συμφέροντα, αφού δίπλα στους ευκατάστατους έως πλούσιους μεγαλοδικηγόρους, υπάρχει μια μεγάλη μάζα με τελείως διαφορετικά χαρακτηριστικά.
Πολλές φορές οι δικηγόροι, όπως και άλλοι επαγγελματίες (μηχανικοί, γιατροί κλπ) μόνο κατ’ όνομα είναι ελεύθεροι επαγγελματίες. Πολλές φορές υποκρύπτονται στα λεγόμενα «μπλοκάκια», δηλαδή την προσφορά υπηρεσίας-εργασίας με απόδειξη παροχής υπηρεσιών είτε στον πραγματικό πελάτη, είτε στον δικηγόρο ή την εταιρία εργοδότη, εξαρτημένες σχέσεις εργασίας που δεν αναγνωρίζονται ως τέτοιες και δεν τυγχάνουν της προστασίας του εργατικού δικαίου που τυγχάνουν οι μισθωτοί (ωράριο, άδειες, επιδόματα εορτών και αδείας, αποζημιώσεις απόλυσης, προστασία απέναντι στην άκυρη απόλυση, εργοδοτικές εισφορές στα ταμεία, συλλογικές συμβάσεις) και της ευνοϊκότερης φορολογικής αντιμετώπισης του μισθωτού σε σχέση με τον ελεύθερο επαγγελματία.
Έτσι υπάρχει στον κλάδο αυτό ένα μεγάλο κομμάτι προλεταριοποιημένων ή ημιπρολεταριοποιημένων εργαζόμενων, που αν και έχουν αποδοχές ίσες και πολλές φορές χαμηλότερες από τον μέσο μισθωτό, (αμοιβές που ξεκινούν ακόμα και από τα 300 ευρώ για τους ασκούμενους και σε σπάνιες περιπτώσει ξεπερνούν τα 1.000 ευρώ), ωράρια κατά κανόνα ελαστικότερα έως ανύπαρκτα, απόλυτη αδυναμία συλλογικής διαπραγμάτευσης απέναντι στην εργοδοσία και έλλειψη προστασίας απέναντι στην εργοδοτική αυθαιρεσία, αντιμετωπίζονται από το κράτος ως προς τη φορολόγηση και τις εισφορές σαν ελεύθεροι επαγγελματίες.
Δίπλα σε αυτό το στρώμα, που είναι δύσκολο να υπολογιστεί το μέγεθος του, υπάρχει ένα στρώμα αυτοαπασχολούμενων που σε πολλές περιπτώσεις βρίσκονται σε ακόμη χειρότερη μοίρα. Αντιμέτωποι με υπερφορολόγηση και δυσβάσταχτες εισφορές, με δικαστικά έξοδα υπέρογκα που συνεχώς αυξάνονται και τα ανελαστικά λειτουργικά έξοδα των γραφείων τους, την ίδια στιγμή που η δουλειά τους κάθε άλλο παρά σταθερή είναι, ενώ οι πελάτες τους αδυνατούν λόγω της κρίσης να ανταπεξέλθουν στις αμοιβές και τα δικαστικά έξοδα και η δικηγορική ύλη συνεχώς μειώνεται (π.χ. συμβόλαια). Τα στοιχεία μιλούν αρκετά ξεκάθαρα: Σε σύνολο 22.000 δικηγόρων στο Σύλλογο της Αθήνας,
– 8.057 δικηγόροι το πρώτο εξάμηνο του 2015 δεν έκοψαν ούτε ένα γραμμάτιο στα δικαστήρια. Δεν συμμετείχαν δηλαδή ούτε σε μια δίκη.
– 2.800 είχαν μόνο μία ή δύο παραστάσεις, ενώ 3-4 παραστάσεις είχαν 2.215 δικηγόροι.
– Το 2014, οι δικηγόροι χωρίς καμία παράσταση στα δικαστήρια ήταν 7.112, ενώ εκείνοι που είχαν από μία μέχρι 2 «παρουσίες» ήταν 1.000 λιγότεροι πέρυσι, δηλαδή 1.889.
-οι δικηγόροι που δεν καταβάλλουν εισφορές στο Ταμείο Πρόνοιας ανέρχονται σε 8.672 άτομα και στο Ενιαίο Ταμείο Ανεξάρτητα Απασχολούμενων (ΕΤΑΑ) σε 8.582
(πηγές http://www.tovima.gr/society/article/?aid=690853, http://analuseto.gr/giati-i-dikigori-prepi-na-klisoun-dikastiria-grafia-ktl/)
Ανάλογη εικόνα παρουσιάζεται βέβαια σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό και στους άλλους Δικηγορικούς Συλλόγους της χώρας.
Η λαιμητόμος των νέων εισφορών
Δε μιλάμε λοιπόν σε καμία περίπτωση για ελίτ που χτυπιέται σε μια προσπάθεια δίκαιης αναδιανομής των βαρών του ασφαλιστικού, αλλά κατά κανόνα για πληβειακά στρώματα που με τις νέες εισφορές στο 38,5% των ακαθάριστων εσόδων τους, ενώ ήδη φυτοζωούν, θα αναγκαστούν κατά κύματα να εγκαταλείψουν το επάγγελμα (χωρίς να έχουν τη δυνατότητα παροχών ανεργίας) , είτε θα διαβιούν πολύ κάτω από τα όρια της φτώχειας, σε μια εποχή που είναι αδύνατον βεβαίως να μετακυλήσουν το κόστος στον πελάτη αξιώνοντας μεγαλύτερες αμοιβές.
Συγκεκριμένα Σύμφωνα με τα παραδείγματα που παρέθεσε ο πρόεδρος της Ολομέλειας Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος Βασίλης Αλεξανδρής:
1. Ένας δικηγόρος με ετήσιο εισόδημα μηδέν και από τη πρώτη ημέρα εγγραφής του στον ΔΣΑ θα κληθεί να καταβάλει 2.823 ευρώ ετήσιες εισφορές.
2. Δικηγόρος με ετήσιο εισόδημα 5.000 ευρώ θα κληθεί να καταβάλει 2.823 ευρώ ετήσιες εισφορές.
3. Δικηγόρος με ετήσιο εισόδημα 15.000 ευρώ θα κληθεί να καταβάλει 5.887 ευρώ.
4. Δικηγόρος με ετήσιο εισόδημα 20.000 ευρώ θα κληθεί να καταβάλει για ασφαλιστικές εισφορές 7.810 ευρώ.
5. Δικηγόρος με ετήσιο εισόδημα 30.000 ευρώ θα υποχρεωθεί να καταβάλει το ποσό των 11.555 ευρώ για εισφορές.
6. Δικηγόρος με ετήσιο εισόδημα 50.000 ευρώ θα κληθούν να πληρώσουν για ασφαλιστικές εισφορές 20.000 ευρώ.
7. Τέλος, δικηγόρος με ετήσιο εισόδημα 70.000 ευρώ θα πρέπει να καταβάλει για ασφαλιστικές μόνο εισφορές, το ποσό των 27.158 ευρώ. (εδώ μπαίνει από το νομοσχέδιο και ανώτατο πλαφόν σε μια πρωτοφανή πρεμούρα να προστατεύσει τα πολύ υψηλά εισοδήματα λιγοστών βεβαίως μεγαλοδικηγόρων).
Εκτός δε των ασφαλιστικών εισφορών, οι δικηγόροι επιβαρύνονται με φορολογία 26% από το πρώτο ευρώ, ΦΠΑ 23% και προκαταβολή φόρου 75%.
Με τα δεδομένα αυτά είναι απόλυτα λογικό, οι δικηγόροι να κινητοποιούνται, ενάντια σε ένα νομοσχέδιο που αν περάσει θα είναι ταφόπλακα για μεγάλο κομμάτι του κλάδου. Είναι επίσης απολύτως λογικό να κινητοποιούνται με μεγαλύτερη μαχητικότητα τα πλέον πληβειακά στρώματα του κλάδου, των μισθωτών και των αυτοαπασχολούμενων φτωχομεσαίων δικηγόρων.
Δείγματα ριζοσπαστικοποίησης
Άλλωστε, αντίθετα με την προπαγάνδα των φιλοκυβερνητικών ΜΜΕ και των κυβερνητικών λακέδων, οι Δικηγόροι, δεν είναι η πρώτη φορά που κινητοποιούνται το τελευταίο διάστημα. Η προηγούμενη αποχή διαρκείας που ξεκίνησε στις 8/12/2014 και συνεχίστηκε μέχρι την 31/12/2014 οπότε και ανεστάλη η αποχή λόγω της προκήρυξης εκλογών και της απόσυρσης τότε του προτεινόμενου νέου κώδικα πολιτικής δικονομίας (αυτόν που ψήφισε νύχτα η προηγούμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ, σαν προαπαιτούμενο του 3ου μνημονίου, τον Ιούλιο του 2015) ήταν ενδεικτική για την αλλαγή της διάθεσης που συντελείται εδώ και καιρό στον κλάδο. Η αποχή αυτή αποφασίστηκε σε πανελλαδικό δημοψήφισμα ανάμεσα στους Δικηγόρους, στο οποίο η συμμετοχή ανήλθε σε 51%, όχι στον νέο κώδικα ψήφισε το 93,6% και αποχή διαρκείας ψήφισε το 56,26%, ενώ «στοχευμένη» αποχή ή περιορισμένης διάρκειας το 36,16% των ψηφισάντων.
Η αποχή εκείνη και το δημοψήφισμα που την αποφάσισε, είναι ένα αξιοσημείωτο δείγμα ριζοσπαστικοποίησης που συντελείται στον κλάδο των δικηγόρων, αφού η αντίθεση των δικηγόρων στο νέο κώδικα, κάθε άλλο παρά συντεχνιακή ήταν. Οι διατάξεις του νέου κώδικα, έθιγαν ελάχιστα έως καθόλου τους δικηγόρους καθαυτούς. Περιλαμβάνουν ωστόσο διατάξεις που κάνουν σχεδόν αδύνατη την αντίδραση του δανειολήπτη απέναντι σε μέσα εκτέλεσης της τράπεζας (κατασχέσεις- πλειστηριασμούς) και του δανειστή και καθιστούν την τράπεζα προνομιούχο δανειστή, μετά το δημόσιο και τα ταμεία, πριν από τους εργαζόμενους σε περίπτωση πτώχευσης εταιρίας.
Άλλο ένα δείγμα αυτής της ριζοσπαστικοποίησης ήταν και οι εκλογές των δικηγορικών συλλόγων του 2014, όπου στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη (που είναι περισσότερο πολιτικοποιημένες οι εκλογές και υπερτερούν λιγότερο τα προσωπικά χαρακτηριστικά), οι αριστεροί συνδυασμοί έλαβαν συγκεντρωτικά περίπου 25% των ψήφων στην Αθήνα και 26%στη Θεσσαλονίκη (μαζί με τους συνδυασμούς που στήριζε πριν την προδοσία της ηγεσίας του, ο ΣΥΡΙΖΑ). Τα γεγονότα αυτά, σε συνδυασμό με την εντεινόμενη φτωχοποίηση των Δικηγόρων, όπως και άλλων κλάδων «ελεύθερων» επαγγελματιών, δείχνουν ότι συσσωρεύεται εύφλεκτο υλικό στα θεμέλια των παραδοσιακών υποστυλωμάτων της αστικής τάξης και της συντήρησης, των μικροαστικών στρωμάτων, ενώ συντελείται μια έντονη ταξική διαφοροποίηση στο εσωτερικό τους.
Συγκέντρωση και συγκεντροποίηση
Βεβαίως, όλα όσα είπαμε παραπάνω, έχουν και μια άλλη όψη. Δίπλα στην φτωχοποίηση της μεγάλης πλειοψηφίας του κλάδου – όπως και σε όλους τους κλάδους – συντελείται μια διαδικασία «συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης κεφαλαίου». Δίπλα στα χιλιάδες μικρά γραφεία που κλείνουν ή φυτοζωούν, υπάρχουν και αυτοί που κερδίζουν. Μεγάλα γραφεία και δικηγορικές εταιρίες, που απασχολούν δεκάδες υπαλλήλους- δικηγόρους το καθέν, και αποσπούν ένα όλο και μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας στην αγορά. Πολλές φορές, επαγγελματικά συνδέονται με την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των τραπεζών και των μεγάλων επιχειρήσεων.
Αυτό το τμήμα, μπορεί να πλήττεται από το νέο ασφαλιστικό, καθώς θα κληθεί να πληρώσει πολύ υψηλότερες ασφαλιστικές εισφορές, όμως αντικειμενικά το υψηλότερο κομμάτι του, μεσοπρόθεσμα ευνοείται από την «καταστροφή κεφαλαίου» που συντελείται στον κλάδο, για κάθε γραφείο που κλείνει, του αντιστοιχεί ένα μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας. Μαζί με το ξεκαθάρισμα που θα γίνει στο τμήμα αυτό- καθώς θα επιβιώσουν οι ισχυρότεροι, η προοπτική που ανοίγεται μελλοντικά είναι η μετατροπή τους σε κεφαλαιουχικές εταιρίες με το «άνοιγμα» του επαγγέλματος και η μετατροπή τους σε μονοπώλια του κλάδου, την ίδια στιγμή που όσοι δικηγόροι δεν πεταχτούν έξω από το επάγγελμα θα αναγκάζονται όλο και περισσότερο να μετατρέπονται σε υπάλληλους αυτών των εταιριών ή των τραπεζών ή να φυτοζωούν.
Ο ρόλος της ηγεσίας και η οργάνωση του αγώνα
Αν αντιληφθούμε όλα τα παραπάνω, είναι εύκολο να ερμηνεύσουμε τα αντιφατικά στοιχεία των κινητοποιήσεων. Ο Δικηγορικός Σύλλογος, σαν μορφή εκπροσώπησης των Δικηγόρων αντιστοιχεί σε μια προηγούμενη κατάσταση και δεν μπορεί να τους εκπροσωπήσει όλους σήμερα. Ο Δικηγορικός Σύλλογος εκπροσωπεί εργοδότες, εργαζόμενους και αυτοαπασχολούμενους. Εκπροσωπεί δηλαδή την ίδια στιγμή εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους, μεγάλες εταιρίες και αυτοαπασχολούμενους. Όπως είναι μοιραίο σε τέτοιες περιπτώσεις, οι εργοδότες και οι ισχυροί είναι πολύ πιο εύκολο να επικρατήσουν και να έχουν προνομιακή εκπροσώπηση στην ηγεσία του Συλλόγου.
Είναι εύλογο, η πλειοψηφία των κατώτερων στρωμάτων να μην αισθάνεται ότι εκπροσωπείται από την ηγεσία αυτή και από τον Σύλλογο εν γένει. Σε αυτές τις συνθήκες είναι λογικό λοιπόν, η ηγεσία του Συλλόγου που εκφράζει τα συντηρητικότερα και τα ισχυρότερα στρώματα να είναι πιο συντηρητική στη μορφή των κινητοποιήσεων, να είναι φοβική στην έκφραση της βάσης και να προσπαθεί να καναλιζάρει τον αγώνα σε παθητικές και ακίνδυνες μορφές. Για το λόγο αυτό, το Δ.Σ. του Συλλόγου της Αθήνας επιμένει κατά πλειοψηφία, να αρνείται την διεξαγωγή συνέλευσης και να αντιδρά μάλλον φοβικά σε πιο δυναμικές κινητοποιήσεις πέραν της αποχής.
Στη συνεδρίαση του Δ.Σ. του ΔΣΑ την 22/1, ο πρόεδρος του κ. Αλεξανδρής, αρνιόταν επίμονα να υιοθετήσει πρόταση για κλιμάκωση με αποκλεισμό των δικαστηρίων με το πρόσχημα της αναμονής των εξελίξεων από τη «συζήτηση με τους θεσμούς» (τελικά η πρόταση υπερψηφίστηκε πλειοψηφικά χάρη στην επιμονή κάποιων συμβούλων της Αριστεράς). Σε τελική ανάλυση, αν καταφέρει να αποσπάσει μία υποχώρηση από την κυβέρνηση μόνο για τον κλάδο, η πλειοψηφία της διοίκησης είναι σχεδόν σίγουρο, ότι θα ψάξει τρόπο να κλείσει τις κινητοποιήσεις, παρουσιάζοντας μια «νίκη» και να περιοριστεί σε εθιμοτυπικές εκδηλώσεις αλληλεγγύης στους υπόλοιπους εργαζόμενους. Η στάση της ηγεσίας, στο ζήτημα του νέου κώδικα πολιτικής δικονομίας είναι χαρακτηριστική, αφού παρά την σαφή εντολή που είχε από το δικηγορικό σώμα γιακινητοποιήσεις (από το προαναφερθέν Δημοψήφισμα), αρνήθηκε κατηγορηματικά να προχωρήσει σε κινητοποιήσεις από τον Σεπτέμβρη, με το πρόσχημα, ότι ο κώδικας που ψηφίστηκε το καλοκαίρι είναι ήδη νόμος τους κράτους και δεν μπορούμε να έρθουμε σε αντίθεση με ψηφισμένο νόμο!
Για το λόγο αυτό, όμως είναι αναγκαίο να μην αφεθεί η οργάνωση του αγώνα στα χέρια της ηγεσίας αυτής. Όπως ακριβώς, αν αφήσουν οι εργαζόμενοι τον αγώνα στα χέρια της ηγεσίας της ΓΣΕΕ, είναι δεδομένο ότι θα ξεπουληθεί από την αρχή. Αντίθετα πρέπει να προχωρήσουν στην εκλογή απεργιακών επιτροπών από τους χώρους δουλειάς για να αναλάβουν την οργάνωση του αγώνα και σε συντονισμό σωματείων και απεργιακών επιτροπών που θα αναλάβουν την ηγεσία των κινητοποιήσεων. Ακριβώς για τον ίδιο λόγο, έχει συγκροτηθεί με πρωτοβουλία των αριστερών παρατάξεων και ομάδων που πρόσκεινται στη ΛΑΕ, την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και άλλων αριστερών δικηγόρων επιτροπή αγώνα δικηγόρων, που στόχο έχει την διασφάλιση του δυναμικού χαρακτήρα των κινητοποιήσεων, της συνέχισης της αποχής, της πίεσης για διεξαγωγή Γενικής Συνέλευσης του Συλλόγου της Αθήνας, μέσα από τη συλλογή των απαραίτητων υπογραφών και της εκλογής απεργιακής επιτροπής μέσα από αυτή τη συνέλευση και τον συντονισμό με τους άλλους αγωνιζόμενους κλάδους και το εργατικό κίνημα συνολικά.
Η επιτροπή αυτή συμμετείχε με διακριτό τρόπο στις πορείες των Δικηγόρων, δίνοντας το απαραίτητο πολιτικό στίγμα. Δυστυχώς οι σύντροφοι του ΚΚΕ, αρνούνται να συμμετέχουν στην επιτροπή αυτή, αλλά επιλέγουν να συγκροτούν μόνο με τις δικές τους δυνάμεις, δικές τους επιτροπές αγώνα, εμποδίζοντας αντικειμενικά τη συγκέντρωση των μεγαλύτερων δυνατών δυνάμεων για να δοθεί μια εναλλακτική ηγεσία και σχέδιο στον αγώνα. Η αριστερά του κλάδου, μπορεί και πρέπει να δώσει εναλλακτικό σχέδιο και εναλλακτική ηγεσία στον αγώνα αυτό. Ταυτόχρονα μπορεί και πρέπει να πρωτοστατήσει στην οργάνωση και την εκπροσώπηση του μπλοκ των μισθωτών και των αυτοαπασχολούμενων από και για τον εαυτό τους, βάζοντας πλάτη για την ίδρυση αντίστοιχων σωματείων, που θα παρεμβαίνουν μέσα στους Δικηγορικούς Συλλόγους και θα δυναμώσουν την φωνή των στρωμάτων αυτών. Είναι δεδομένο, ότι οι δικηγόροι και οι ελεύθεροι επαγγελματίες συνολικά, δεν μπορούν να νικήσουν μόνοι τους. Χρειάζεται να συντονιστούν σε μια δυναμική, αποτελεσματική και δυναμική κινητοποίηση με το εργατικό κίνημα. Μπορούν ωστόσο και πρέπει να δείξουν το δρόμο σε αυτή τη φάση, εμπνέοντας και τους άλλους εργαζόμενους και πρωτοστατώντας στο συντονισμό των πιο μαχητικών στρωμάτων τους.
Παναγιώτης Κολοβός