Ούτε μία ρόδα δεν γύρισε στη Γερμανία τη Δευτέρα (σ.: 27 Μαρτίου), καθώς η χώρα σείστηκε από τη μεγαλύτερη απεργία των τελευταίων 30 ετών. Αυτή η «μεγα-απεργία», όπως ονομάστηκε, η οποία οργανώθηκε από τα δύο μεγαλύτερα συνδικάτα της χώρας, ακινητοποίησε πλήρως τα γερμανικά μέσα μεταφοράς. Το τρέχον απεργιακό κύμα στη Γερμανία διογκωνόταν εδώ και αρκετούς μήνες, με τους εργάτες να κατακτούν σημαντικές παραχωρήσεις ως αποτέλεσμα. Η απεργία της Δευτέρας αντιπροσωπεύει ένα σημείο καμπής, που θα μπορούσε να στρώσει το δρόμο για την όξυνση της ταξικής πάλης σε μια χώρα, που για πολλά χρόνια αποτελούσε πυλώνα σταθερότητας του ευρωπαϊκού καπιταλισμού.
Τα δύο εμπλεκόμενα συνδικάτα – το δεύτερο μεγαλύτερο συνδικάτο της Γερμανίας (ver.di) και το Συνδικάτο Σιδηροδρόμων και Μεταφορών (EVG) – αντιπροσωπεύουν αθροιστικά 2,75 εκατομμύρια εργάτες. Με την κινητοποίηση ακόμα κι ενός σχετικά μικρού μόνο μέρους αυτών των δυνάμεων, στην απεργία της Δευτέρας υπολογίζεται ότι υπήρξε συμμετοχή 155.000 εργατών, συμπεριλαμβανομένων 30.000 εργαζομένων στους σιδηροδρόμους, καθώς και δεκάδων χιλιάδων εργαζομένων στα αεροδρόμια, τα λιμάνια, τους αυτοκινητόδρομους και την κατά τόπους δημόσια συγκοινωνία. Τέτοιας κλίμακας απεργιακή κινητοποίηση δεν έχει υπάρξει στη Γερμανία από το 1992.
Αυτή η εκρηκτική «μεγα-απεργία», ωστόσο, δεν προέκυψε από το πουθενά. Τα τελευταία χρόνια, το βιοτικό επίπεδο της γερμανικής εργατικής τάξης έχει συμπιεστεί από την πανδημία του κορωνοϊού, τον πόλεμο στην Ουκρανία και τώρα από τον αυξανόμενο πληθωρισμό. Ο πληθωρισμός ανήλθε σε 8,7% τον Φλεβάρη, το στοιχείο αυτό όμως αποκρύπτει ότι οι τιμές στην ενέργεια αυξήθηκαν κατά περισσότερο από 19% και των τροφίμων σχεδόν κατά 22%.
Με την εργατική τάξη να έχει να αντιμετωπίσει τρομακτικές αυξήσεις τιμών, η προσφορά των εργοδοτών για αύξηση των μισθών κατά 5% και η πληρωμή εφάπαξ επιδομάτων αθροιστικού ύψους 2.500€ αποτελούν πρόκληση. Τα αιτήματα των συνδικάτων ver.di και EVG για αυξήσεις μισθών 10,5% και 12% αντίστοιχα, θα σήμαιναν απλά τη διατήρηση του πρότερου βιοτικού επίπεδου της εργατικής τάξης.
Της «μεγα-απεργίας» αυτής προηγήθηκε μια σειρά σημαντικών, μικρότερης κλίμακας απεργιών, οι οποίες απέσπασαν αξιοσημείωτες παραχωρήσεις για τους εργαζόμενους σε αρκετούς κλάδους. Μέσα στον Μάρτη, οι ταχυδρομικοί απέσπασαν αυξήσεις 11,5% στους μισθούς τους, αφότου το 86% του συνδικάτου τους ψήφισε υπέρ μιας απεργίας διαρκείας. Παρομοίως, το IG Metall, το μεγαλύτερο συνδικάτο της Γερμανίας, απέσπασε τον περασμένο Νοέμβρη μισθολογικές αυξήσεις 8,5% και εφάπαξ πληρωμή 3.000€ για τα περίπου 4 εκατομμύρια εργάτες που εκπροσωπεί, μετά από απεργιακές κινητοποιήσεις 2 εβδομάδων με τη συμμετοχή συνολικά περίπου 900.000 εργαζομένων.
Μαχητική διάθεση
Η ξαφνική ανάταση του εργατικού κινήματος έχει τονώσει τη μαχητική διάθεση της εργατικής τάξης. Ένας εργάτης, στα πλαίσια μιας διαδήλωσης στο Βερολίνο δύο μέρες πριν από την απεργία, είπε στους δημοσιογράφους «σήμερα φόρεσα τα πιο στιβαρά μου παπούτσια, για να μπορώ να δώσω στις εταιρίες μια καλή κλωτσιά στον πισινό».
Άλλοι συνέδεσαν τον θυμό τους με την υφιστάμενη οικονομική κατάσταση. Όπως δήλωσε ένας εργάτης στο Agence France-Presse: «Οι τιμές των καυσίμων και των τροφίμων έχουν αυξηθεί. Το νιώθω στην τσέπη μου». Ένας άλλος απεργός δήλωσε τα εξής σε μια συνέντευξη:
«Σερνόμαστε από το κακό στο χειρότερο εδώ και πάρα πολύ καιρό. Τα μεγάλα κεφάλια κερδοφορούν και τα μικρά ψάρια, χάρη στα οποία λειτουργούν τα πάντα, δεν καρπώνονται τίποτα. Οι άνθρωποι πιάνουν δεύτερη και τρίτη δουλειά για να μπορούν να ανταπεξέλθουν οικονομικά».
Οι απεργοί υιοθέτησαν συνθήματα όπως «δε θα πληρώσουμε εμείς για την κρίση σας», αποδίδοντας τις ευθύνες ευθέως εκεί που ανήκουν – στην άρχουσα τάξη και το ευρισκόμενο σε κρίση καπιταλιστικό σύστημα.
Το γεγονός ότι οι εργαζόμενοι εκτός των απεργούντων κλάδων έχουν ξεκινήσει να αναγνωρίζουν τα κοινά τους συμφέροντα φαίνεται από τα επίπεδα αλληλεγγύης που αναδείχθηκαν στο προσκήνιο. Σύμφωνα με δημοσκοπήσεις του German Press Agency η υποστήριξη της κοινής γνώμης προς την απεργία στις μεταφορές έφτασε το 55%. Κι αυτό, παρά τη σημαντική διατάραξη της μετακίνησης εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων και την εκτεταμένη, συκοφαντική εκστρατεία εναντίων των απεργών από τα αφεντικά και τα δεξιά μέσα ενημέρωσης.
Όμως, παρά τη ριζοσπαστική διάθεση μεταξύ των εργατών, η ηγεσία των συνδικάτων ήταν διστακτική να οργανώσει την απεργία της Δευτέρας. Είναι ξεκάθαρο ότι η εργατική τάξη στη Γερμανία είναι έτοιμη για μια εκτεταμένη πάλη που θα συνδέσει τους εργαζόμενους των διάφορων κλάδων μεταξύ τους, στον αγώνα για καλύτερες αμοιβές και συνθήκες ζωής. Ωστόσο, η ηγεσία του συνδικαλιστικού κινήματος προσπαθεί να «δαμάσει» αυτή την εκρηκτική διάθεση φοβούμενη ότι θα βγει εκτός ελέγχου.
Ήδη, οι ηγέτες του συνδικάτου EVG απέκλεισαν το ενδεχόμενο οποιασδήποτε περαιτέρω απεργιακής κινητοποίησης μέχρι το πέρας του Πάσχα. Το ver.di, παρότι η ηγεσία του δεν έχει τοποθετηθεί ξεκάθαρα, πιθανότατα θα ακολουθήσει στο ίδιο μοτίβο. Αυτό σημαίνει μια περίοδο μεγαλύτερη των δύο εβδομάδων χωρίς απεργιακή δραστηριότητα για χιλιάδες εργάτες, οι οποίοι είναι «στις επάλξεις» μετά την απεργία της Δευτέρας.
Ο Κρίστιαν Λόροχ, εκπρόσωπος του EVG στις διαπραγματεύσεις για τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, είπε ότι το προαναφερθέν «διάλειμμα» της πάλης γίνεται για χάρη των επιβατών των σιδηροδρόμων, που πιθανώς θα θέλουν να επισκεφτούν τις οικογένειές τους την περίοδο των διακοπών. Αυτή είναι μια φτηνή δικαιολογία για τη διακοπή των απεργιών και μια ακόμα φτηνότερη δικαιολογία για την απόφαση της ηγεσίας του EVG να διακόψει ακόμα και τις διαπραγματεύσεις κατά τη διάρκεια του Πάσχα.
Στην πραγματικότητα, για τους γραφειοκράτες των συνδικάτων, η «μεγα-απεργία» δεν σχεδιάστηκε ως το πρώτο επεισόδιο μια ενιαίας πάλης ενάντια στα αφεντικά, αλλά ως παραχώρηση στους εργαζόμενους, ώστε να εκτονωθεί η πίεση από τα κάτω. Υπό τον φόβο να εκφραστεί η εργατική τάξη από μόνη της εκτός του ελέγχου της συνδικαλιστικής ηγεσίας, η μεγάλη απεργία προοριζόταν να είναι ένα μεμονωμένο γεγονός, για να εκτονωθεί η αγανάκτηση των εργατών.
Όπως είχαμε γράψει προηγουμένως, η «μεγα-απεργία» δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ο τελικός στόχος, ή απλώς ως ένα μέρος των ευρύτερων διαπραγματεύσεων, αλλά να αποτελέσει το πρώτο βήμα μιας σειράς μεγαλύτερων κινητοποιήσεων, που θα αποκαλύψουν την αληθινή ισχύ της γερμανικής εργατικής τάξης.
Η Γαλλία δείχνει τον δρόμο
Ενώ οι ηγέτες των συνδικάτων βάζουν τα δυνατά τους για την αποκλιμάκωση του αγώνα, η άρχουσα τάξη και τα πιστά της φερέφωνα στα αστικά ΜΜΕ δεν έχουν καμία ψευδαίσθηση για το προς τα πού οδεύει η κατάσταση. Ο Γκερντ Λάντσμπεργκ, επικεφαλής της Γερμανικής Ένωσης Πόλεων και Κοινοτήτων, εξέφρασε την κριτική του, δηλώνοντας: «η απεργία της Δευτέρας φέρνει πολύ σε γενική απεργία». Σε παρόμοιο μήκος κύματος, η Frankfurter Allgemeine Zeitung, μια από τις κύριες αστικές εφημερίδες της Γερμανίας, δημοσίευσε ένα άρθρο λίγο πριν από τη «μεγα-απεργία» με τίτλο «Προειδοποίηση ενόψει της απεργίας: Η Γαλλία δείχνει πού μπορεί να οδηγήσει αυτός ο ολισθηρός κατήφορος».
Συγκρίσεις μεταξύ της τρέχουσας κατάστασης σε Γερμανία και Γαλλία μπορεί κανείς να βρει παντού. Τόσο στις κακεντρεχείς παρατηρήσεις των αστών σχολιαστών, που απεγνωσμένα προσπαθούν να κρύψουν την αυξανόμενη ανησυχία τους, όσο και στα μαχητικά συνθήματα των διαδηλωτών, που σωστά βλέπουν την περαιτέρω κλιμάκωση ως τον δρόμο προς τα μπρος.
Φυσικά, η «μεγα-απεργία» της Δευτέρας σε καμία περίπτωση δεν έφτασε σε αριθμούς το εξελισσόμενο κίνημα ενάντια στη συνταξιοδοτική αντι-μεταρρύθμιση του Μακρόν στη Γαλλία, το οποίο έβγαλε 3,5 εκατομμύρια ανθρώπους στους δρόμους σε μια μόνο μέρα την περασμένη εβδομάδα και άλλα 2 εκατομμύρια χτες (σ.: 28 Μαρτίου).
Ο Χάγκεν Λες από το Ινστιτούτο Οικονομικής Έρευνας της Κολωνίας δήλωσε πρόσφατα σε συνέντευξη ότι «η γαλλική απεργιακή κουλτούρα» γίνεται πρότυπο για τους Γερμανούς εργάτες. Ακόμα πρόσθεσε:
«Υπάρχει κίνδυνος να γίνουν θολά τα όρια μεταξύ των πολιτικών απεργιών και των απεργιών για συλλογικές διαπραγματεύσεις… Το βρίσκω ανησυχητικό ότι [η γερμανική εργατική τάξη] αναπτύσσει μια απεργιακή κουλτούρα που πλησιάζει τη γαλλική».
Αυτή είναι μια σημαντική προειδοποίηση προς τη γερμανική άρχουσα τάξη από έναν φοβισμένο αστό οικονομολόγο. Αντίθετα με τους «θερμοκέφαλους Γάλλους», οι Γερμανοί εργάτες υποτίθεται ότι δεν γίνεται να προβαίνουν σε μαχητικές, απεργιακές δράσεις! Αλλά είναι γεγονός ότι η βαθιά κρίση του γερμανικού καπιταλισμού έχει μετατρέψει ένα προπύργιο πολιτικής και οικονομικής σταθερότητας στην Ευρώπη στο αντίθετό του, και, παρότι τα αφεντικά και οι ηγέτες των συνδικάτων προσπαθούν να εκτονώσουν την κατάσταση, η ταξική πάλη είναι πλέον σταθερά στην ημερήσια διάταξη.
Ο αντίκτυπος της καπιταλιστικής κρίσης αναγκάζει τη γερμανική εργατική τάξη να επιδείξει τη δύναμή της με έναν τρόπο πρωτοφανή τις τελευταίες δεκαετίες. Αυτό αποτελεί άμεση απειλή για τα συμφέροντα της αστικής τάξης. Αναμφίβολα, η κίνηση των Γάλλων αδερφών τους στη δράση τράβηξε την προσοχή των Γερμανών εργατών και τους ενέπνευσε.
Αλλά, στην πραγματικότητα, αυτό που εξελίσσεται στη Γερμανία δεν είναι απλά η μετάδοση του «γαλλικού ιού» της ταξικής πάλης. Γινόμαστε μάρτυρες μιας οξείας ανόδου του απεργιακού αγώνα στη μια χώρα μετά την άλλη – στη Βρετανία, στις ΗΠΑ, στην Πορτογαλία, στη Φινλανδία και αλλού – καθώς οι εργάτες, αντιμετωπίζοντας την κρίση του κόστους διαβίωσης, στρέφονται στα συνδικάτα, για να υπερασπιστούν τους όρους ζωής τους.
Ο αξιοθρήνητος ρόλος του SPD
Η «μεγα-απεργία» εκτός από το να αντανακλά την αυξανόμενη αυτοπεποίθηση της εργατικής τάξης, δείχνει επίσης τις βαθιές ρωγμές μεταξύ των αποκαλούμενων «κοινωνικών εταίρων».
Οι μέρες της «μετριοπαθούς» σοσιαλδημοκρατίας, όπου τα αφεντικά και οι εργατικοί ηγέτες έφταναν σε «νερόβραστους» συμβιβασμούς, έχουν περάσει ανεπιστρεπτί. Χωρίς να προκαλεί καμία έκπληξη, το κυβερνών Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας (SPD) τάχθηκε ανοιχτά απέναντι στους απεργούς και συμπαρατάχθηκε με τα αφεντικά ενάντια στα συνδικάτα.
Η Νάνσι Φάζερ, η υπουργός Εσωτερικών των Σοσιαλδημοκρατών, παρότι εξέφρασε υποκριτικά τις ανησυχίες της για τους εργαζόμενους που «υποφέρουν από τις υψηλές τιμές στην ενέργεια και από τον πληθωρισμό», συνέχισε προσθέτοντας ότι «δόθηκε μια καλή προσφορά» στα συνδικάτα και δηλώνοντας: «περιμένω τα συνδικάτα να αποσύρουν τις υψηλές απαιτήσεις τους και να βρούμε μια μέση λύση».
Αναμφίβολα, ελάχιστα πρόκειται να καθησυχάσει τους εργάτες η διαπίστωση πως, τη στιγμή που τους ζητείται να αποδεχτούν σημαντικές περικοπές των πραγματικών μισθών, το SPD τουλάχιστον «συμπάσχει» μαζί τους.
Η Κάριν Βέλγκε, μια δήμαρχος του SPD και Πρόεδρος της Ένωσης Δημοτικών Εργοδοτών (VKA) – ενός αντιδραστικού οργανισμού που διαπραγματεύεται εκ μέρους των αφεντικών – ήταν ακόμα πιο ανοιχτή στα περιφρονητικά της σχόλια κατά των συνδικάτων. Η Βέλγκε αποδοκίμασε ανοιχτά την «μεγα-απεργία», χαρακτηρίζοντάς την «απόλυτα υπερβολική», και δηλώνοντας ότι «βλάπτει όχι μόνο τη φήμη του δημόσιου τομέα, αλλά γενικά τη φήμη της Γερμανίας ως επιχειρηματικού προορισμού». Αυτά δεν είναι λόγια ενός επιχειρηματία ή ενός δεξιού πολιτικού, αλλά μιας αυτο-αποκαλούμενης σοσιαλδημοκράτισσας!
Είναι απολύτως σαφές ότι το κυβερνών SPD συντάχθηκε με τα αφεντικά στην υφιστάμενη πάλη και ότι δεν έχει καμία πρόθεση να φτάσει σε έναν «φιλικό» συμβιβασμό με την ηγεσία των συνδικάτων. Είναι, ωστόσο, σημαντικό να σημειωθεί ότι αυτή δεν είναι μια θλιβερή επιλογή μεμονωμένων πολιτικών προσώπων, αλλά το νομοτελειακό αποτέλεσμα της καπιταλιστικής κρίσης. Με τη γερμανική οικονομία υπό δυσβάσταχτες πιέσεις και ευάλωτη στη διεθνή αστάθεια της παγκόσμιας αγοράς, οι μεταρρυθμίσεις και οι παραχωρήσεις των περασμένων περιόδων είναι πλέον μη βιώσιμες με όρους αποδεκτούς για τους καπιταλιστές.
Η κοινωνική ειρήνη του παρελθόντος, κατά την οποία το SPD και οι ηγέτες των συνδικάτων ήταν σε θέση να μεσολαβούν για συμβιβασμούς μεταξύ καπιταλιστών και εργαζομένων, καταρρέει υπό το βάρος των αντιφάσεων του καπιταλισμού.
Ένα νέο σημείο καμπής
Η στάση του SPD ως κυβέρνηση απέναντι στα δίκαια αιτήματα των Γερμανών εργατών, ή για να το πούμε αλλιώς η εσωτερική πολιτική του, αντανακλά την υποταγή του στα συμφέροντα των Γερμανών καπιταλιστών στην εξωτερική πολιτική. Νωρίτερα μέσα στο έτος, ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς ανακοίνωσε την ανάδειξη ενός «σημείου καμπής», δηλώνοντας ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία άνοιξε μια νέα εποχή, και γι’ αυτό η Γερμανία πρέπει να προχωρήσει σε στροφή προς τον εξοπλισμό και την ενίσχυση της προάσπισης των συμφερόντων της. Αυτό σημαίνει ότι η Γερμανία θα πρέπει να επιδιώξει με επιθετικό τρόπο να προασπίσει τα δικά της ιμπεριαλιστικά συμφέροντα. Την ίδια στιγμή που οι απλοί άνθρωποι χτυπιούνται από τη μείωση της αγοραστικής τους δύναμης, φαίνεται να υπάρχει άφθονο χρήμα για προμήθειες πολεμικών εξοπλισμών.
Το περασμένο έτος, το γερμανικό κοινοβούλιο ενέκρινε την αύξηση των αμυντικών δαπανών κατά 100 δισ. ευρώ, ενόσω οι Γερμανοί εργάτες «ένιωθαν στο πετσί τους» τον πληθωρισμό. Την ίδια ώρα, η γερμανική άρχουσα τάξη σερνόταν σε μια όλο και μεγαλύτερη ανάμιξη στον υποκινούμενο από τις ΗΠΑ πόλεμο στην Ουκρανία μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας, έχοντας μόλις παραδώσει 18 τανκς Leopard στον ουκρανικό στρατό. Αυτή η πολεμική σύγκρουση είχε τρομερές επιπτώσεις στις ενεργειακές τιμές στη Γερμανία, «σφυροκοπώντας» τη βιομηχανία και επιβάλλοντας στερήσεις στα νοικοκυριά.
Για να μπορέσει να απωθήσει περαιτέρω επιθέσεις προς την ίδια, η γερμανική εργατική τάξη πρέπει να σηματοδοτήσει ενός δικού της «σημείου καμπής» και να ανοίξει μια περίοδο πάλης.
Η Γερμανία αποτελεί ένα έθνος-κλειδί τόσο για την Ευρώπη όσο και για την παγκόσμια οικονομία. Καθώς η εργατική τάξη στη Γερμανία θα ανακτά την αυτοπεποίθηση της και θα μπαίνει σε κίνηση σε όλο και μεγαλύτερη κλίμακα, θα προκαλείται τεράστιος αντίκτυπος στην κοινωνική συνείδηση σε ολόκληρη την Ευρώπη. Παρομοίως, καθώς θα ξεδιπλώνεται η κρίση του γερμανικού καπιταλισμού, θα συμπαρασύρονται προς τα κάτω οι αδύναμοι γείτονές του.
Έτσι προετοιμάζεται το πεδίο για μια σκληρή πάλη, μια πάλη όμως που απαιτεί μια ηγεσία με συνείδηση των καθηκόντων που έχει μπροστά της. Αυτή τη στιγμή, οι εκπρόσωποι της εργατικής τάξης στην ηγεσία των συνδικάτων δεν είναι ούτε πρόθυμοι ούτε ικανοί να παίξουν τον απαιτούμενο ρόλο.
Η «μεγα-απεργία» της Δευτέρας έδειξε τις δυνατότητες της εργατικής τάξης, που βρίσκονταν σε λήθαργο για μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλά επίσης έδειξε την απροθυμία των ηγετών των συνδικάτων να τις αφυπνίσουν. Δεν πιστεύουν ότι μια εναλλακτική λύση μπορεί να επιτευχθεί με τα μέσα της ταξικής πάλης. Η απάντηση στα προβλήματα της εργατικής τάξης δεν πρόκειται να έρθει μέσω ειρηνικών συμβιβασμών με τα αφεντικά. Τα αιτήματα των εργατών μπορούν να κατακτηθούν στο σύνολό τους μόνο μέσω της όξυνσης της ταξικής πάλης.
Γι’ αυτόν τον σκοπό, το κίνημα πρέπει να επεκταθεί, και τα διάφορα στρώματα της εργατικής τάξης πρέπει να συνενωθούν μέσω της κοινής δράσης. Οι συμβιβασμοί και η προσπάθεια «αναζωογόνησης» της κοινωνικής ειρήνης είναι μονοπάτι που οδηγεί στην απογοήτευση και την προδοσία. Η αποφασιστική ταξική πάλη, που θα περιλαμβάνει όσο γίνεται πιο ευρεία τμήματα των εργατών, μπορεί όχι μόνο να πετύχει την υλοποίηση των αιτημάτων των εργαζόμενων στις μεταφορές στην παρούσα διαμάχη, αλλά και να θέσει τις βάσεις για πολύ περισσότερα πράγματα.
Ανεξάρτητα από τον τωρινό προσανατολισμό των ηγετών των συνδικάτων, ανοίγει μια νέα φάση, όπου οι εργάτες και η νεολαία στη Γερμανία, από κοινού με τους εργάτες και τη νεολαία σε όλο τον κόσμο, μπαίνουν στην πάλη, δοκιμάζοντας της δυνάμεις τους και βγάζοντας πιο προχωρημένα συμπεράσματα.
Καθώς η γερμανική εργατική τάξη εισέρχεται σε μια νέα φάση ταξικής πάλης, η δύναμη που έχει στα χέρια της θα γίνεται εμφανής. Οποιαδήποτε πρόκληση από τη μεριά της άρχουσας τάξης θα αντιμετωπίζεται με όλο και πιο ισχυρές κινητοποιήσεις. Αυτό εμπεριέχει τη δυνατότητα για ένα πανίσχυρο απεργιακό κύμα και τη δυνατότητα να φάνει μια και καλή ότι οι εργάτες είναι εκείνοι που παράγουν όλο τον πλούτο στην κοινωνία, και δικαιούνται να τον θέτουν στην υπηρεσία των συμφερόντων της πλειοψηφίας. Η εργατική τάξη αφυπνίζεται και πάλι κάτω από τα χτυπήματα της κρίσης, τόσο στη Γερμανία όσο και στον υπόλοιπο κόσμο. Δεν θα είναι εύκολο για την άρχουσα τάξη να την ξανασπρώξει σε μια κατάσταση παθητικότητας.
Όλιβερ Μπράδερτον
Μετάφραση από την ιστοσελίδα marxist.com: Νίκος Σέντης