Η κλιματική αλλαγή είναι μία από τις καπιταλιστικές μάστιγες που απειλούν την ανθρωπότητα. Αν και δεκάδες μελέτες επιστημόνων προειδοποιούσαν εδώ και αρκετές δεκαετίες για τη σοβαρότητα του προβλήματος, η κλιματική αλλαγή άρχισε να εμφανίζεται στην «πολιτική ατζέντα» των αστικών κυβερνήσεων από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 και μετά.
Αν και αληθεύει το ότι το κλίμα έχει αλλάξει πολλές φορές στην ιστορία της γης, οι επιστήμονες επισημαίνουν πως εξαιτίας του φαινομένου του θερμοκηπίου που προκαλεί την υπερθέρμανση του πλανήτη (υπολογίζεται μια αύξηση θερμοκρασίας έως και 2οC τα επόμενα χρόνια), έχουμε αρχίσει να βλέπουμε και θα δούμε σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό, αλλαγές στο κλίμα που θα διαταράξουν την τροφική αλυσίδα και γενικότερα την ισορροπία της φύσης. Μεγάλο μέρος της ευθύνης γι’ αυτό το φαινόμενο, έχει η επιταχυνόμενη έκλυση αερίων του θερμοκηπίου, όπως το CO2 (αντιπροσωπεύει το 77% των αερίων του θερμοκηπίου που εκλύονται κάθε χρόνο) και έτσι, βλέπουμε ότι η κλιματική αλλαγή αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες απειλές για την ανθρώπινη ύπαρξη πάνω στη Γη.
Παρά τις περί του αντιθέτου δοξασίες της κυρίαρχης αστικής, ηθικολογικής προσέγγισης του προβλήματος, η κλιματική αλλαγή δεν οφείλεται αφηρημένα στην «ανθρώπινη φύση» ή στην «απληστία του ανθρώπου». Το πρόβλημα επίσης, δεν οφείλεται στην «οικονομική ανάπτυξη» γενικά. Η βάση του βρίσκεται στην άναρχη λειτουργία της οικονομίας, δηλαδή στην ουσία του καπιταλισμού, που καθοδηγείται από τον κοντόφθαλμο υπολογισμό του ιδιωτικού κέρδους και όχι από μακροπρόθεσμα σχέδια με κριτήριο το κοινωνικό όφελος.
Η κλιματική αλλαγή δεν είναι κάτι το αναπόφευκτο. Θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί. Όμως τους καπιταλιστές, σαν τάξη και όχι σαν μεμονωμένα πρόσωπα, δεν τους απασχολεί και δεν μπορεί να τους απασχολεί η καταστροφή του περιβάλλοντος. Εφόσον η άρχουσα τάξη επωφελείται, βγάζοντας κέρδος από τη μόλυνση του περιβάλλοντος, θα συνεχίσει να το μολύνει.
Αν ρίξουμε μια ματιά στην Ιστορία, θα διαπιστώσουμε ότι η ανθρωπότητα ποτέ δεν είχε καλύτερα μέσα στη διάθεσή της για να λύσει τα προβλήματά της. Αλλά παρ’ όλα αυτά, αντιμετωπίζουμε την μεγαλύτερη κρίση στην ιστορία του είδους μας. Διαθέτουμε ανεπτυγμένα μέσα παραγωγής και επαρκή τεχνολογία για να εξαλείψουμε την πείνα, τις ασθένειες και όλες τις μεγάλες μάστιγες της ανθρωπότητας. Έχουμε επίσης στη διάθεσή μας και μια ειδική τεχνολογία για την προστασία του περιβάλλοντος (π.χ. Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας). Το μόνο πράγμα που εμποδίζει την γενικευμένη εφαρμογή τους στην οικονομία, είναι το γεγονός ότι η παραγωγή και η έρευνα λειτουργούν με σκοπό το κέρδος, αντί για την εξύψωση του βιοτικού επιπέδου του συνόλου της κοινωνίας. Ο καπιταλισμός δεν δίνει καμία αξία στο περιβάλλον.
Η κλιματική αλλαγή, είναι ένα πρόβλημα που δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με λύσεις που βασίζονται στην καπιταλιστική αγορά (όπως π.χ η αγοραπωλησία εκπομπών CO2). Δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί από κυβερνήσεις που πιστεύουν στον καπιταλισμό και τον υπηρετούν. Εάν αποδέχεσαι τον καπιταλισμό, τότε πρέπει να αποδεχθείς και τη λογική του. Η κοινή λογική υποδεικνύει ότι δεν μπορείς να τον «ρυθμίσεις» και να δημιουργήσεις μια πιο «πράσινη», μια πιο «περιβαλλοντική» εκδοχή του. Οποιαδήποτε προσπάθεια «μετριασμού» της καταστροφής που προκαλεί το καπιταλιστικό σύστημα στον πλανήτη, αναπόφευκτα θα προκαλέσει μείωση κερδών και αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό από την άρχουσα τάξη.
Από το Κιότο στην Κοπεγχάγη
Μια ακόμα απόδειξη για το γεγονός ότι το υπάρχον σύστημα είναι από τη φύση του ανίκανο να αντιμετωπίσει ένα παγκόσμιο πρόβλημα σαν αυτό της κλιματικής αλλαγής, είναι οι επιπτώσεις που έχουν οι τεράστιες συγκρούσεις συμφερόντων των καπιταλιστικών κρατών πάνω στις κατά καιρούς απόπειρες για την επίτευξη κάποιου είδους διεθνών συμφωνιών «καταπολέμησης της κλιματικής αλλαγής».
Στο παρελθόν είδαμε την υπογραφή του Πρωτοκόλλου του Κιότο (το οποίο υπογράφηκε το 1997 και τέθηκε σε ισχύ μόλις το 2005!). Στη συγκεκριμένη συμφωνία, οι αρχηγοί των καπιταλιστικών κρατών, κατέληξαν στην πρόβλεψη συγκεκριμένων ορίων εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου για κάθε χώρα. Το ζήτημα ήταν όμως, ότι η συμφωνία επέτρεπε τη διαχείριση των δικαιωμάτων εκπομπής ως «εμπόρευμα». Οι ανεπτυγμένες χώρες τελικά, αγόραζαν δικαιώματα από τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες. Έτσι το Πρωτόκολλο δεν είχε καμία πρακτική επίπτωση στην υπόθεση της σωτηρίας του περιβάλλοντος. Αντίθετα έδωσε την ευκαιρία στους καπιταλιστές, μέσα από την «αγοραπωλησία CO2», να δημιουργήσουν μία ακόμη μορφή πλασματικού κεφαλαίου, που εξυπηρετούσε το συμφέρον μόνο των τραπεζιτών και των χρηματιστών. Κατάφεραν λοιπόν να εκθέσουν ακόμα και το περιβάλλον, στην ίδια την αναρχία της αγοράς που προκάλεσε την τελευταία βαθειά ύφεση, όπως και όλες τις προηγούμενες.
Μόλις πριν λίγες εβδομάδες, είδαμε το αδιέξοδο στην απόπειρα επίτευξης συμφωνίας στη Σύνοδο της Κοπεγχάγης, στην οποία αστοί πολιτικοί και κάποιοι ακτιβιστές εναποθέτανε πολλές ελπίδες. Η αποτυχία όμως ήρθε μοιραία, μέσα από την έκφραση των αντιθέσεων των συμφερόντων μεταξύ των ανεπτυγμένων χωρών (ΗΠΑ) και των «αναπτυσσόμενων» (Κίνα, Ινδία).
Οι φτωχές χώρες απαίτησαν από τις πιο ανεπτυγμένες, την παραχώρηση 5% του ΑΕΠ, για τη λήψη μέτρων προστασίας του περιβάλλοντος. Το ζήτημα όμως, είναι ότι οι ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες έχουν σπαταλήσει τεράστια ποσά για τη σωτηρία των καταρρεόντων τραπεζικών συστημάτων τους, με αποτέλεσμα να έχουν τώρα τεράστια χρέη. Όλες οι κυβερνήσεις παλεύουν παγκοσμίως να κάνουν περικοπές σε δημόσιες δαπάνες. Όταν όμως η παγκόσμια κρίση του καπιταλισμού δεν τους επιτρέπει να διατηρήσουν τα επίπεδα δαπανών του παρελθόντος, τότε πώς θα μπορέσουν να εξοικονομήσουν ποσά για το περιβάλλον; Έτσι η σύνοδος κατέληξε σε ένα πενιχρό τρισέλιδο κείμενο ρηχών και κενών δηλώσεων, χωρίς καμία νομικά δεσμευτική συμφωνία, με παντελή έλλειψη στόχων για τη μείωση των εκπομπών CO2 και καμία δέσμευση για το ποσό χρηματικής βοήθειας στις υπανάπτυκτες χώρες, προκειμένου να επενδύσουν σε «πράσινες» οικονομίες.
Οι αστοί πολιτικοί παγκοσμίως ασφαλώς μπορούν να υπογράψουν συμφωνίες και όσα ακόμα έγγραφα θέλουν. Αυτό όμως, ποτέ δεν θα βοηθήσει να νικήσουμε την κλιματική αλλαγή.
Η στάση της Αριστεράς έναντι του προβλήματος της κλιματικής αλλαγής, πρέπει να είναι ταξική και πολιτική, δηλαδή ξεκάθαρα διαχωρισμένη από τις ιδέες και τις μεθόδους των υποκριτών αστών οικολόγων και των μικροαστών ακτιβιστών, που τοποθετούνται πάνω στο θέμα από τη σκοπιά της «ατομικής ευθύνης» και «ανθρώπινου καθήκοντος».
Πρέπει να τονίζουμε ότι η κλιματική αλλαγή είναι ένα πρόβλημα που προκλήθηκε από την πλούσια καπιταλιστική μειοψηφία της κοινωνίας, αλλά επηρεάζει καθοριστικά την φτωχή εργαζόμενη πλειοψηφία, χωρίς εκείνη να ευθύνεται για αυτό. Είναι σε τελική ανάλυση, ζήτημα ταξικών συμφερόντων. Οι «αναπτυσσόμενες» χώρες θα επηρεαστούν περισσότερο από την κλιματική αλλαγή εξαιτίας των πλημμυρών, της ξηρασίας, του μεγαλύτερου κινδύνου ασθενειών. Στις πλούσιες χώρες, από την κλιματική αλλαγή θα χτυπηθούν τα πιο φτωχά στρώματα (έχουμε ήδη δει δεκάδες θανάτους εξαιτίας του πρόσφατου κύματος ψύχους.).
Γι’ αυτό ο αγώνας ενάντια στην κλιματική αλλαγή είναι αγώνας ενάντια στον καπιταλισμό. Πρέπει να παλέψουμε ώστε οι μεγαλύτερες εταιρίες παγκοσμίως να λειτουργήσουν με ένα δημοκρατικό σχέδιο, στο πλαίσιο μιας φιλικής προς το περιβάλλον παραγωγικής διαδικασίας. Αυτό δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί, όσο η οικονομία λειτουργεί στη βάση της καπιταλιστικής αναρχίας. Μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με την κοινωνικοποίηση αυτών των επιχειρήσεων και τη λειτουργία τους με ένα σοσιαλιστικό πλάνο, στο οποίο θα περιλαμβάνεται και η μαζική ανάπτυξη τεχνολογιών φιλικών στο περιβάλλον.
Γερασιμίνα Τσιντή