Με αφορμή τη μεγάλη επίθεση στην οποία ετοιμάζεται να προχωρήσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ προχώρησε σε ένα κάλεσμα σε ΚΚΕ, ΛΑΕ και τις υπόλοιπες μικρότερες δυνάμεις της Αριστεράς για κοινό μέτωπο δράσης «στο μαζικό κίνημα».
Η πρωτοβουλία αυτή βρίσκεται αναμφίβολα σε σωστή κατεύθυνση. Μπροστά στην ενιαία επίθεση της αστικής τάξης οι εργαζόμενοι χρειάζονται μία ενιαία απάντηση. Ο συντονισμός των δυνάμεων της Αριστεράς μέσα στο εργατικό κίνημα αποτελεί ένα σημαντικό βήμα για την απάντηση στην επίθεση του κεφαλαίου.
Από μόνος του όμως, αυτός ο συντονισμός δεν είναι αρκετός. Μόνο ένα μαζικό κίνημα της εργατικής τάξης μπορεί να βάλει φρένο στα νέα μέτρα και κάτι τέτοιο δεν μπορεί να επιτευχθεί παρά μόνο από ένα μαζικό μέτωπο, ένα μέτωπο όλων των μαζικών εργατικών οργανώσεων της εργατικής τάξης. Με άλλα λόγια είναι αναγκαίο ένα Ενιαίο Εργατικό Μέτωπο.
Η τακτική του Ενιαίου Μετώπου την οποία επεξεργάστηκε η Κομμουνιστική Διεθνής (ΚΔ) στο 3ο και το 4ο συνέδριο αποτελεί τη μόνη βιώσιμη διέξοδο για το εργατικό κίνημα σήμερα. Η πρωτοβουλία για ένα τέτοιο μέτωπο όμως, μπορεί να ληφθεί αποτελεσματικά μόνο από μία μαζική οργάνωση της εργατικής τάξης. Η τακτική του Ενιαίου Μετώπου αφορούσε τα μειοψηφικά, αλλά παρ’ όλα αυτά μαζικά, κομμουνιστικά κόμματα της Ευρώπης της δεκαετίας του 1920. Τα κόμματα αυτά έπρεπε να επιδιώξουν το χτίσιμο ενός μετώπου όλων των μαζικών οργανώσεων της εργατικής τάξης απέναντι στην επίθεση του κεφαλαίου. Με αυτή την τακτική οι κομμουνιστές θα μπορούσαν να κερδίσουν την πλειοψηφία της εργατικής τάξης στις ιδέες τους είτε κατά τη διάρκεια του αγώνα είτε μέσω της αποκάλυψης της απροθυμίας των ρεφορμιστών να παλέψουν ακόμη και για τις πιο στοιχειώδεις διεκδικήσεις τις οποίες ισχυρίζονται ότι υπερασπίζουν.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ παρά τη αξιόλογη παρέμβαση που έχει στο συνδικαλιστικό και φοιτητικό κίνημα δεν αποτελεί μία μαζική οργάνωση της εργατικής τάξης και γι’ αυτό το λόγο, δεν μπορεί να λάβει μία αποτελεσματική πρωτοβουλία για το χτίσιμο ενός τέτοιου μετώπου. Τις εκκλήσεις της για ένα τέτοιο μέτωπο οι ρεφορμιστικές και συνδικαλιστικές ηγεσίες θα μπορούσαν απλά να τις αγνοήσουν, χωρίς σοβαρές επιπτώσεις.
Η μόνη μαζική οργάνωση της εργατικής τάξης που μπορεί να λάβει σήμερα μία αποτελεσματική τέτοια πρωτοβουλία είναι το ΚΚΕ. Μία έκκληση σε όλες τις μαζικές οργανώσεις από την ηγεσία του ΚΚΕ στη βάση ενός συνεκτικού σχεδίου κλιμάκωσης του αγώνα, θα μπορούσε να ενθουσιάσει πλατύτερα στρώματα της εργατικής τάξης και να ασκήσει ασφυκτικές πιέσεις στην χρεοκοπημένες συνδικαλιστικές ηγεσίες. Δυστυχώς, η ηγεσία του ΚΚΕ είναι απρόθυμη να λάβει οποιαδήποτε τέτοια πρωτοβουλία. Αυτό που χρειάζεται να κάνει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι να προτείνει ένα συνεκτικό σχέδιο για την αντιμετώπιση των νέων μέτρων και να κάνει διαρκείς εκκλήσεις στο ΚΚΕ (όπως σωστά έκανε στο κάλεσμα) για τη συγκρότηση ενός Ενιαίου Μετώπου.
Αλλά και το συγκεκριμένο πλαίσιο δράσης το οποίο προτείνει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ βέβαια έχει και αυτό σημαντικές αδυναμίες. Πέρα από την αυτονόητη «μαχητική στήριξη των αγώνων που βρίσκονται σε εξέλιξη», το κάλεσμα πρότεινε «προκήρυξη γενικής απεργίας τον Μάρτη, με σχεδιασμό για κλιμάκωσή της…. Απεργία που θα υλοποιηθεί, ανεξάρτητα από την στάση της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, «από τα κάτω και από κοινού» από όσα πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια συνδικαλιστικά όργανα θα λάβουν τέτοια απόφαση…»
Το μέγεθος της επίθεσης είναι τέτοιο που απαιτεί αναμφίβολα μία δυναμική απάντηση. Η πρόταση όμως για μία γενική απεργία που θα οργανωθεί βιαστικά, χωρίς επαρκή προετοιμασία, δεν λαμβάνει υπόψη τη φάση στην οποία βρίσκεται σήμερα το εργατικό κίνημα, ούτε τις εμπειρίες των αγώνων μέχρι σήμερα. Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία με τις αποσπασματικές και χωρίς σχέδιο κλιμάκωσης 24ωρες γενικές απεργίες, έχει καταφέρει να μετατρέψει ένα από τα ισχυρότερα όπλα της εργατικής τάξης σε μέθοδο εκτόνωσης και απογοήτευσης για τα πιο πρωτοπόρα στοιχεία.
Η εργατική τάξη έχοντας συμμετάσχει σε πάνω από 40 γενικές απεργίες από το ξέσπασμα της κρίσης και μην έχοντας καταφέρει να πετύχει ούτε μία νίκη, είναι πλέον δικαιολογημένα σκεπτική. Μία ακόμη λοιπόν μονοήμερη γενική απεργία, θα είναι όχι μόνο άχρηστη αλλά και επιζήμια.
Όπως σωστά αναφέρει το κάλεσμα, χρειάζεται ταυτόχρονα σχεδιασμός για κλιμάκωση. Μόνο μία γενική απεργία διαρκείας θα μπορούσε να ανατρέψει την επίθεση που ετοιμάζεται. Αυτό όμως χρειάζεται επαρκή και σοβαρή προετοιμασία. Ένα τέτοιο σχέδιο είναι ανάγκη να διαμορφωθεί και να προπαγανδιστεί για ένα επαρκές χρονικό διάστημα. Πρέπει να περιλαμβάνει ένα κλιμακούμενο σχέδιο κινητοποιήσεων που θα κορυφώνεται με μία απεργία διαρκείας.
Φυσικά ένα τέτοιο σχέδιο δεν μπορεί να υλοποιηθεί από τις σημερινές γραφειοκρατικές συνδικαλιστικές ηγεσίες που θα κάνουν τα πάντα για να υπονομεύσουν τον αγώνα των εργαζομένων. Παράλληλα με την προπαγάνδιση ενός σχεδίου κλιμάκωσης του αγώνα, χρειάζεται, η Αριστερά να λάβει πρωτοβουλίες για μία συνολική αλλαγή των συσχετισμών μέσα στο συνδικαλιστικό κίνημα.
Απαραίτητο στοιχείο για την ανασύνταξη του συνδικαλιστικού κινήματος είναι το κάλεσμα ενός έκτακτου κοινού συνεδρίου ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ, όχι με τους αντιπροσώπους που έχουν εκλεγεί πριν από δύο και τρία χρόνια, αλλά με εκείνους που θα εκλεγούν από έκτακτες γενικές συνελεύσεις σε κάθε σωματείο. Αποφάσεις για ένα τέτοιο συνέδριο πρέπει να ληφθούν από την μεγάλη πλειοψηφία σωματείων, Εργατικών Κέντρων και Ομοσπονδιών. Από τις συνελεύσεις πρέπει να εκλεγούν αντιπρόσωποι για ένα ενοποιητικό συνέδριο των δύο συνομοσπονδιών, που θα συζητήσει ένα σχέδιο για αγώνα διαρκείας.
Για το πολιτικό μέτωπο
Φυσικά, μία γενική απεργία διαρκείας, δεν μπορεί να περιοριστεί σε αμυντικά αιτήματα καθώς αντικειμενικά θέτει το ζήτημα της εξουσίας. Το κίνημα λοιπόν, πρέπει να προβάλει μία πρόταση εξουσίας. Αλλά μετά την προδοσία της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ η μόνη πολιτική δύναμη της εργατικής τάξης που μπορεί να δώσει μία τέτοια διέξοδο είναι το ΚΚΕ.
Με αυτή την έννοια, η άλλη πρόταση του ΚΣΕ της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αυτή για πολιτικό μέτωπο που θα κατέβει στις επόμενες εκλογές, θεωρούμε ότι είναι λανθασμένη. Μιλώντας ξανά για τα διδάγματα της ιστορίας του κομμουνιστικού κινήματος, η ηγεσία της ΚΔ συγκεκριμενοποίησε την πρόταση εξουσίας (όπου δεν υπήρχαν σοβιέτ) με το σύνθημα για μία εργατική κυβέρνηση με ένα σοσιαλιστικό πρόγραμμα. Τα κομμουνιστικά κόμματα έκαναν εκκλήσεις για τη συγκρότηση μετώπων για μία εργατική κυβέρνηση στις μαζικές οργανώσεις της εργατικής τάξεις και ιδιαίτερα στη σοσιαλδημοκρατία που στις περισσότερες περιπτώσεις, είχε την στήριξη της πλειοψηφίας των εργαζόμενων.
Ιδιαίτερα διδακτική για την ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι η συμβουλή που έδωσε ο Λένιν στους βρετανούς κομμουνιστές μέσα από το έργο του «ΑΡΙΣΤΕΡΙΣΜΟΣ ΠΑΙΔΙΚΗ ΑΡΡΩΣΤΙΑ ΤΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΥ». Οι Βρετανοί κομμουνιστές εκείνης της περιόδου ήταν ιδιαίτερα αδύναμοι για να μπορέσουν να απευθυνθούν ισότιμα στην σοσιαλδημοκρατία για ένα ενιαίο μέτωπο. Ο Λένιν τους πρότεινε να απευθυνθούν στους ρεφορμιστές ηγέτες του εργατικού κόμματος για εκλογικό μέτωπο και στην περίπτωση που εκείνοι αρνηθούν να τους στηρίξουν εκλογικά προπαγανδίζοντας παράλληλα το δικό τους επαναστατικό πρόγραμμα. Αυτός θα ήταν ο μόνος τρόπος για να μιλήσουν με τους χιλιάδες εργάτες που θα ψήφιζαν το εργατικό κόμμα στις εκλογές.
Φυσικά το ΚΚΕ έχοντας εγκαταλείψει την θεωρία των σταδίων και υπερασπίζοντας την αναγκαιότητα για την άμεση πάλη για τον σοσιαλισμό δεν έχει από πολιτική άποψη, καμία σχέση με το Εργατικό Κόμμα της Βρετανίας εκείνης της εποχής. Με αυτή την έννοια, η υποστήριξη του ΚΚΕ στις επερχόμενες εκλογές δεν θα έπρεπε να αποτελεί μία δύσκολη επιλογή, για την ηγεσία και τους αγωνιστές της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που μιλούν στο όνομα της αντικαπιταλιστικής πάλης. Δυστυχώς όμως, μια τέτοια στάση, δεν αποτελεί αντικείμενο συζήτησης για την ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Θεωρούμε ότι στις επερχόμενες εκλογές η μόνη ταξικά ορθή πολιτική επιλογή για το εργατικό κίνημα είναι η (κριτική ασφαλώς) πολιτική στήριξη του ΚΚΕ. Η εκλογική ενίσχυση του ΚΚΕ, η κατάκτηση της τρίτης θέσης στις επόμενες εκλογές αντί της φασιστικής Χρυσής Αυγής, θα μπορούσε να αποτελέσει ένα σημαντικό βήμα για την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος, να του δώσει αυτοπεποίθηση στο εργατικό κίνημα και θα μπορούσε να ανοίξει την προοπτική για την άνοδο μίας εργατικής κυβέρνησης στην εξουσία.
Ηλίας Κυρούσης