Η ταξική πάλη βάζει τη σφραγίδα της στην “κούρσα” για τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2016.
Μετά από πολλά χρόνια «μονοτονίας», με την κυριαρχία ενός δικομματικού συστήματος, η αμερικάνικη πολιτική σκηνή έχει αρχισει να αποκτά ενδιαφέρον. Χωρίς ένα δικό τους μαζικό πολιτικό κόμμα οι εργαζόμενοι αναγκάζονται να απέχουν, ρίχνοντας μια ψήφο διαμαρτυρίας ή να επιλέξουν ανάμεσα στα δυο καπιταλιστικά κόμματα. Μέχρι στιγμής, αυτά εξακολουθούν να είναι οι μόνες επιλογές για το 2016. Αν και ο ανταγωνισμός παίζεται στους στενούς περιορισμούς του δικομματισμού, τα όρια του εμπαιγμού είναι όλο και πιο εμφανή. Μόλις πριν από λίγους μήνες, προετοιμαζόταν να γίνει μια ακόμα ανταγωνιστική φιέστα μεταξύ ενός άλλου, νέου Μπους και ενός άλλου, νέου Κλίντον. Ωστόσο, ο Μπέρνι Σάντερς και ο Ντόναλντ Τραμπ και πάνω απ ‘όλα το αμερικάνικο εκλογικό σώμα, είχαν άλλη άποψη.
Όπως η αμερικανική κοινωνία πολώνεται όλο και πιο πολύ, έτσι είναι φυσικό να αντικατοπτρίζεται το γεγονός αυτό και στη πολιτική, με όλες τις σχετικές στρεβλώσεις και τη σύγχυση που κυριαρχούν στην πολιτική σκηνή των ΗΠΑ. 17 Ρεπουμπλικανοί και 5 Δημοκρατικοί είναι ήδη στον προεκλογικό αγώνα, μια σαφής ένδειξη ότι η άρχουσα τάξη δεν είναι βέβαιη για το πώς είναι καλύτερα να προχωρήσει. Τα γάντια τραβήχτηκαν στο πρόσφατο «ντιμπέιτ» των Ρεπουμπλικάνων και δεν θα είναι πολύ αργά πριν οι Δημοκρατικοί υποχρεωθούν να επιτεθούν ο ένας στον άλλον. Με το εκπληκτικό ποσό των 5 δισεκατομμυρίων δολαρίων που αναμένεται να ξοδευτεί γύρω από τις διάφορες εκστρατείες, πρέπει να επιλέξουν τον καταλληλότερο υποψήφιο για να αντιμετωπίσει μια σχεδόν βέβαιη βουτιά στην ύφεση από τώρα έως το 2020 και μια ολοένα και πιο ασταθή παγκόσμια κατάσταση.
Ο δημαγωγός Τραμπ και ο «σοσιαλιστής» Σάντερς
Οι ασυναρτησίες του Τραμπ έχουν δώσει κάποια ζωή στο Ρεπουμπλικανικό κόμμα, και παρά τις αντιδραστικές θέσεις του σχετικά με θέματα όπως η μετανάστευση, ο ίδιος θεωρείται ως ο υποψήφιος που λέει «τα πράγματα με το όνομά τους» – μίλια μακριά από τους τεχνητά εξευγενισμένους, ψηφοθηρικούς υπολογισμούς των πιο «μετριοπαθών» υποψηφίων.
Οι μικροί επιχειρηματίες και οι κάτοικοι μικρών πόλεων της Αμερικής, αγαπούν μια διασκεδαστική προσωπικότητα και ειδικά έναν δεξιό δημαγωγό και αυτό εξηγεί την δημοτικότητά του. Αλλά μια εβδομάδα είναι μια αιωνιότητα στην πολιτική, πόσο μάλλον 15 μήνες και έχει πολύ δρόμο μπροστά του μέχρι να κερδίσει το χρίσμα. Αν αποτύχει να κερδίσει την επίσημη υποστήριξη των Ρεπουμπλικάνων και προχωρήσει να κατέβει ως ανεξάρτητος, θα εισαγάγει μια εκλογική ανατροπή που δεν έχουμε δει από την εποχή του δισεκατομμυριούχου Ρος Περό τη δεκαετία του 1990.
Όσο για τον Σάντερς, έχουμε ήδη εξηγήσει ότι παρά την περιορισμένη αντίληψη του περί «σοσιαλισμού», η υποστήριξη για την υποψηφιότητά του αποτελεί μια υγιή στροφή προς τ’ αριστερά και ένα αυξανόμενο ενδιαφέρον για τις σοσιαλιστικές ιδέες, ιδιαίτερα μεταξύ των νέων και της διανόησης, που είναι ευαίσθητα βαρόμετρα της αλλαγής στη διάθεση της κοινωνίας. Έχουμε επίσης εξηγήσει, ότι όσο ο ίδιος δημιουργεί αυταπάτες για τους Δημοκρατικούς, η εκστρατεία του μπορεί να χρησιμεύσει μόνο για να μπερδέψει και να εκτροχιάσει την άνοδο των ζυμώσεων σε κανάλια που είναι «ασφαλή» για τον καπιταλισμό.
Παρ ‘όλα αυτά, η υποψηφιότητά του αναδεικνύει τις αντιφάσεις που υπάρχουν στο εσωτερικό των Δημοκρατικών. Για παράδειγμα, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν από καιρό πει ότι το «μικρότερο κακό» είναι η μόνη εναλλακτική λύση. Αλλά δεκαετίες που ακολουθείται αυτή η πολιτική στρατηγική έχει οδηγήσει στα χαμηλότερα επίπεδα συνδικαλιστικής οργάνωσης στον ιδιωτικό τομέα από το 1932. Η υποστήριξη για τον Σάντερς από την Εθνική Ένωση Νοσηλευτών και η οργή ανάμεσα στη βάση των μελών της Αμερικανικής Ομοσπονδίας Καθηγητών, του οποίου η ηγεσία υποστηρίζει την Κλίντον, δείχνει ότι υπάρχει η δυνατότητα στα συνδικάτα για το σχηματισμό ενός εργατικού κόμματος.
Αν ο Σάντερς χάσει την υποψηφιότητα και υποστηρίξει τη Χίλαρι, όπως ο ίδιος έχει πει ότι θα κάνει, η απογοήτευση αυτή θα προκαλέσει πολλούς πρώην υποστηρικτές του να εγκαταλείψουν την ψεύτικη ελπίδα ότι οι Δημοκρατικοί μπορούν να μεταρρυθμιστούν. Αν κερδίσει το χρίσμα, αλλά όχι την προεδρία, αυτό θα εκθέσει επίσης τους περιορισμούς της στρατηγικής του «μικρότερου κακού». Και αν κερδίσει με κάποιο τρόπο την προεδρία ως υποψήφιος ενός καπιταλιστικού κόμματος, η πολιτική του στην πράξη θα σπρώξει εκατομμύρια ανθρώπους να εγκαταλείψουν τις αυταπάτες για την «αριστερή διαχείριση» του αμερικάνικου καπιταλισμού.
Και τα δύο κόμματα κατανοούν ότι οι συζητήσεις σχετικά με ζητήματα όπως η άμβλωση και οι γάμοι ομοφυλοφίλων, δεν πρόκειται να ξεγελάσουν τους Αμερικάνους ψηφοφόρους και να υποστηρίξουν τη μια συμμορία δισεκατομμυριούχων έναντι της άλλης. Σύμφωνα με τη Χίλαρι Κλίντον «η καθοριστική οικονομική πρόκληση της εποχής μας είναι σαφής: πρέπει να αυξηθούν τα εισοδήματα για τους Αμερικανούς εργάτες, έτσι ώστε να μπορούν να ανταπεξέλθουν στη ζωή της μεσαίας τάξης. Θα πρέπει να οδηγήσουμε στη σταθερή αύξηση του εισοδήματος που ανορθώνει τις οικογένειες και τη χώρα μας».
Ο Τζεμπ Μπους έχει επίσης κάνει αυτό ένα θέμα της εκστρατείας του, αναφερόμενος στο γεγονός ότι οι αμερικανικές οικογένειες «δεν έχουν πάρει μια αύξηση μέσα σε 15 χρόνια». Αλλά κανένας από αυτούς δε μπορεί να προσφέρει μια λύση. Το αμερικάνικο όνειρο ήταν μια ιστορική εξαίρεση, το προϊόν ενός πολύ συγκεκριμένου συνόλου περιστάσεων, που ποτέ ξανά δεν θα επαναληφθεί. Η εισοδηματική ανισότητα και η εκμετάλλευση δεν μπορεί να εξαλειφθεί υπό τον καπιταλισμό. Ο πόλεμος, η τρομοκρατία, η φτώχεια και η άγνοια δεν μπορούν να εξαλειφθούν υπό τον καπιταλισμό επίσης. Ο μισογυνισμός, ο ρατσισμός και η βιαιότητα της αστυνομίας το ίδιο. Μόνο ο σοσιαλισμός μπορεί να θέσει τα υλικά θεμέλια για την αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων και την οικοδόμηση ενός καλύτερου κόσμου. Αυτός είναι ο κόσμος για τον οποίο αγωνιζόμαστε εμείς στη Διεθνή Μαρξιστική Τάση και σας καλούμε να έρθετε μαζί μας.
Τζων Πέτερσον
– Μετάφραση από την ιστοσελίδα www.marxist.com Μελπομένη Αυγερινού