Από την 1η Δεκεμβρίου, τα γαλλικά ΜΜΕ προβάλουν διαρκώς τις εικόνες σύγκρουσης των «κίτρινων γιλέκων» με την αστυνομία στο Παρίσι. Τόσο οι δημοσιογράφοι όσο και οι πολιτικοί καταδικάζουν «τη βία απ΄ όπου κι αν προέρχεται», με την αξιοσημείωτη εξαίρεση της βάναυσης βίας της αστυνομίας απέναντι στους διαδηλωτές, που έχει ήδη αφήσει πίσω ένα νεκρό και δεκάδες σοβαρά τραυματίες.
Οι διαδηλώσεις των μαθητών καταστέλλονται με πρωτοφανή βιαιότητα. Την Δευτέρα 3/12, οι απεργοί εργαζόμενοι ασθενοφόρων είχαν την ίδια αντιμετώπιση. Ενώ οι πολιτικοί χύνουν κροκοδείλια δάκρυα, ολόκληρη η χώρα πνίγεται από τα δακρυγόνα και την αστυνομική βία.
Εν τω μεταξύ, παρ’ όλες τις προσπάθειές τους, η κυβέρνηση και τα ΜΜΕ αδυνατούν να αμβλύνουν την αγωνιστική διάθεση του κινήματος. Πάνω από το 70% του πληθυσμού συνεχίζει να το στηρίζει και είναι πολύ απίθανο οι κυβερνητικές «παραχωρήσεις», που ανακοινώθηκαν την Τρίτη το πρωί, να μην κάνουν τίποτα για να το επιβραδύνουν. Όλα αυτά είναι όλα πολύ λίγα και έχουν έρθει πολύ αργά.
Η κυβέρνηση κάνει πίσω
Στην πραγματικότητα, αυτή η πρώτη υποχώρηση από την πλευρά της κυβέρνησης ερμηνεύεται ήδη από το κίνημα ως απόδειξη ότι ο αγώνας φέρνει αποτελέσματα- και ως εκ τούτου πρέπει να κλιμακωθεί. Σε αυτές τις τρεις εβδομάδες, το κίνημα έχει συνειδητοποιήσει τη δύναμη του. Το αρχικό αίτημα, η μείωση των φόρων στα καύσιμα, δεν είναι πλέον παρά ένα από τα επείγοντα μέτρα που διεκδικεί το κίνημα, μεταξύ άλλων, την αύξηση της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων, των συνταξιούχων, των ανέργων, των μικρών τεχνιτών, των αγροτών, των εμπόρων κ.λπ. Στο καμίνι του συλλογικού αγώνα, η συνείδηση των μαζών κάνει, μέρα τη μέρα, μεγάλα άλματα μπροστά. Το ζήτημα της εξουσίας πρόβαλε από τα πρώτα βήματα του κινήματος – αρχικά με μια αρνητική μορφή («Μακρόν: παραιτήσου!») και σιγά-σιγά με μια θετική μορφή, με το σύνθημα «Η εξουσία στο λαό»!
Φυσικά, σε αρκετά ζητήματα, το κίνημα παραμένει πολιτικά συγχυσμένο. Πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετικά; Τα εκατομμύρια ανθρώπων που έχουν κινητοποιηθεί, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, σε πολλές περιπτώσεις το κάνουν για πρώτη φορά στη ζωή τους. Αυτά τα στρώματα φέρνουν μαζί τους τις προκαταλήψεις τους. Αυτό όμως που πρέπει να τονίσουμε δεν είναι η σχετική σύγχυση του κινήματος, αλλά μάλλον η αυξανόμενη διαύγεια και η ριζοσπαστικοποίηση του. Καθ ‘ όλη τη διάρκεια των τελευταίων εβδομάδων, η ταξική του φυσιογνωμία επιβεβαιώνεται διαρκώς. Είμαστε θεατές του ξεσηκώματος των φτωχών και των εργαζομένων ενάντια σε μία κυβέρνηση που δεν τους εκπροσωπεί.
Δεξιοί και ακροδεξιοί δημαγωγοί τρέχουν από τη μια τηλεοπτική πλατφόρμα στην άλλη για να προσφέρουν τη (βιτριολική) «υποστήριξή» τους στα κίτρινα γιλέκα. Φυσικά, αγνοούν σιωπηλά τις περισσότερες από τις διεκδικήσεις των κίτρινων γιλέκων, όπως η άμεση αύξηση των μισθών, των συντάξεων κ.λπ. Οι αστοί πολιτικοί επικεντρώνονται μόνο στη μείωση των φόρων γενικά (στην πραγματικότητα μόνο για τα αφεντικά ), ενώ η συντριπτική πλειοψηφία των κίτρινων γιλέκων ζητά να αρθούν τα φορολογικά βάρη που φορτώνονται στα φτωχότερα στρώματα του πληθυσμού και το κόστος να το αναλάβουν οι πλούσιοι.
Οι διάφοροι Wauquiezes (Ρεπουμπλικάνοι), Du Pont-Aignans (Ανεξάρτητοι Εθνικιστές) και Le Pens (Εθνικό Mέτωπο) καταλαμβάνουν τα κανάλια καταβάλλοντας κάθε προσπάθεια να διαδώσουν τις εθνικιστικές τους ιδέες στο κίνημα. Αλλά οι περισσότεροι αγωνιστές από τα κίτρινα γιλέκα δεν υιοθετούν εύκολα τέτοιες ιδέες, οι οποίες δεν είναι στο επίκεντρο του κινήματος τους. Αντιθέτως, επιμένουν στην αναγκαιότητα των κοινωνικών διεκδικήσεων. Κατά τον ίδιο τρόπο, η αυξανόμενη κινητοποίηση των μαθητών στοχεύει στις αντικοινωνικές πολιτικές της κυβέρνησης, μεταξύ των οποίων και τα διάφορα μέτρα που εφαρμόζονται για τον περιορισμό της πρόσβασης τους στα πανεπιστήμια.
Κλιμάκωση του αγώνα
Οι επόμενες μέρες θα είναι καθοριστικές. Με την κυβέρνηση να έχει κάνει ένα πρώτο βήμα πίσω, οι φωνές θα αυξηθούν από όλες τις πλευρές για να απαιτήσουν τον άμεσο τερματισμό του κινήματος και την έναρξη διαπραγματεύσεων, όπως ήδη ανακοινώθηκε από τον Μαρκόν. Αλλά είναι απίθανο τα κίτρινα γιλέκα να ακολουθήσουν αυτόν το δρόμο. Με την αναστολή λίγων αυξήσεων στους φόρους που είχαν οριστεί για τον Ιανουάριο του 2019, η κυβέρνηση δεν λύνει κανένα από τα πραγματικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν εκατομμύρια οικογένειες στη χώρα. Ο Μακρόν δεν προσθέτει ούτε ένα λεπτό στο μηνιαίο εισόδημά τους. Το κίνημα των κίτρινων γιλέκων σηματοδοτεί την έκρηξη πολλών δεκαετιών συσσωρευμένων βασάνων και ταπείνωσης. Η ορμή του δεν μπορεί εύκολα να μετριαστεί με τέτοιες «παραχωρήσεις». Αντίθετα, η υποχώρηση της κυβέρνησης ενθαρρύνει τα κίτρινα γιλέκα – και το σύνολο του εργατικού κινήματος – να κλιμακώσει τον αγώνα του τις προσεχείς ημέρες και εβδομάδες.
Η «μπάλα» είναι τώρα στο γήπεδο του εργατικού κινήματος. Η Αριστερά και το συνδικαλιστικό κίνημα πρέπει να βασιστούν στην ορμή και τη μαχητικότητα του κινήματος των κίτρινων γιλέκων για να ξεκινήσουν μια γενική αντεπίθεση των εργαζομένων κατά του Μακρόν και όλων των πολιτικών του. Η ηγεσία της CGT (Γενικής συνομοσπονδίας Εργασίας) καλεί για μια μεγάλη «ημέρα δράσης» στις 14 Δεκεμβρίου. Αυτό όμως είναι πολύ μακριά, δεδομένης της ταχύτητας με την οποία εξελίσσονται τα γεγονότα. Αλλά ακόμα πιο σημαντικό, είναι το γεγονός ότι μια «ημέρα δράσης» δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση κλιμάκωση του αγώνα. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, η CGT έχει καλέσει σε δεκάδες «ημέρες δράσης» χωρίς το παραμικρό αποτέλεσμα. Πρέπει να οργανωθεί μία 24ωρη γενική απεργία ως αφετηρία για μία σειρά απεργιακών κινητοποιήσεων. H CGT οφείλει να καλέσει σε γενικές συνελεύσεις εργαζομένων και να καλέσει σε μία γενικευμένη επίθεση ενάντια στην κυβέρνηση, στη βάση ενός επιθετικού προγράμματος διεκδικήσεων που θα μπορούσε να συνδεθεί με βασικές διεκδικήσεις των κίτρινων γιλέκων.
Στις κορυφές των διαφόρων κομμάτων και των συνδικαλιστικών οργανώσεων της Αριστεράς, οι ηγέτες προτείνουν «τρόπους για να βγούμε από την κρίση». Αυτή είναι μια πολύ κακή προσέγγιση. Στο πλαίσιο μιας ισχυρής κινητοποίησης των μαζών, η ευθύνη τους είναι να εντατικοποιήσουν τις κοινωνικές και πολιτικές κρίσεις, δηλαδή να τονώσουν την ταξική πάλη και να την ωθήσουν όσο το δυνατόν πιο μπροστά. Αντί να προτείνουν αυτό ή εκείνο το μέτρο στην κυβέρνηση προκειμένου να ξεφουσκώσει το κίνημα, οι ηγέτες του εργατικού κινήματος πρέπει να στραφούν προς τους εργαζομένους και να κάνουν ό, τι μπορούν για να εμβαθύνουν, να διευρύνουν και να τονώσουν την κινητοποίηση τους, συνδέοντας ταυτόχρονα τον αγώνα για μεταρρυθμίσεις με την ανάγκη να ανατρέψουμε τον καπιταλισμό. Επειδή στο τέλος της ημέρας, δεν θα υπάρξει ποτέ μια πραγματική «διέξοδος από την κρίση» μέχρι να βρούμε μια διέξοδο από τον ίδιο τον καπιταλισμό, η συνεχιζόμενη ύπαρξη του οποίου δεν μπορεί να σημαίνει τίποτα παραπάνω για τα πλατύτερα στρώματα του λαού, από μία μόνιμη κρίση.
Απεργία για να ρίξουμε τον Μακρόν!
Στο πολιτικό προσκήνιο, ο Μπεανουά Αμόν (πρώην υποψήφιος του Σοσιαλιστικού Κόμματος) είναι μίλια μακριά από οποιαδήποτε τέτοια προσέγγιση. Δήλωσε ακόμη ότι είναι υπέρ της αύξησης των φόρων στα καύσιμα. Ο ρεφορμιστής καταλήγει πολλές φορές σε αυτού του είδους την πολιτική αυτοκτονία. Ας τον αφήσουμε να τραβήξει τη σκανδάλη. Η ηγεσία του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος βασίζεται περισσότερο ή λιγότερο, σε αυτή της CGT – δηλαδή έχει μιά λάθος θέση. Όσον αφορά την ηγεσία της Ανυπότακτης Γαλλίας (FI), δήλωσε, προς τιμήν της, γρήγορα την υποστήριξη της στα κίτρινα γιλέκα και δεν δίστασε να επικρίνει την ηγεσία της CGT. Όμως τώρα προσπαθεί να κρατήσει το κίνημα πίσω, για να «βρούμε διέξοδο από την κρίση». Ο Μελανσόν ζητάει από τον Μακρόν να υιοθετήσει μια σειρά από προοδευτικά μέτρα ή εναλλακτικά, να διαλύσει την Εθνοσυνέλευση. Το πρόβλημα είναι, δεδομένης της κατάστασης του κινήματος, ότι ο Μακρόν πιθανά δεν θα κάνει ούτε το ένα ούτε το άλλο. Θα στηριχθεί στη βάναυση καταστολή σε συνδυασμό, αν χρειαστεί, με μικρές παραχωρήσεις. Για να κερδίσει το κίνημα κάποιες σοβαρές νίκες, η εργατική τάξη πρέπει γρήγορα και μαζικά να εισέλθει στον αγώνα, παράλληλα με τα κίτρινα γιλέκα και τη νεολαία, με τη μορφή ενός γενικευμένου απεργιακού αγώνα. Μόνο εάν ξεκινήσει ένα τέτοιο κίνημα, θα είναι δυνατό να έρθουν ορισμένες σοβαρές παραχωρήσεις από την κυβέρνηση, ακόμη και να πέσει και να προκηρυχθούν εκλογές.
Αντί να εξηγήσει αυτό, ο Μελανσόν περιορίζει όλα τα σενάρια σε μια «απόδραση από την κρίση». Ερμηνεύει το κίνημα των κίτρινων γιλέκων ως τη ζωντανή επιβεβαίωση της άποψης του για την «επανάσταση των πολιτών». Έχουμε ήδη επικρίνει αυτές τις απόψεις του. Αλλά ας θυμηθούμε απλώς, ότι ο Μελανσόν αναιρεί τον κεντρικό ρόλο της εργατικής τάξης και πιστεύει ότι έχει βρει έναν «νέο ηθοποιό» στην ιστορία, «το λαό». Ο Μελανσόν είναι περιχαρής: τα κίτρινα γιλέκα «είναι ο λαός»! Με την έννοια ότι ο «λαός» αποτελείται από πολλαπλές κοινωνικές τάξεις και όχι μόνο τους εργαζομένους. Ωστόσο, αυτό δεν αλλάζει απολύτως τίποτα σχετικά με τον συγκεκριμένο και αποφασιστικό ρόλο της εργατικής τάξης στην ταξική πάλη. Οι απεργίες είναι η μέθοδος του αγώνα της εργατικής τάξης. Και στην τρέχουσα φάση της ταξικής πάλης στη Γαλλία, οι απεργίες είναι ο αποφασιστικός μοχλός που πρέπει να χρησιμοποιηθεί για να δώσει μια νέα ώθηση στο «κίνημα του λαού» που έχει απλωθεί σε ολόκληρη τη χώρα.
Εφημερίδα “Revolution”, όργανο του γαλλικού τμήματος της Διεθνούς Μαρξιστικής Τάσης (IMT)
Μετάφραση από την ιστοσελίδα www.marxist.com: Ηλίας Κυρούσης