Η χθεσινή (σ.: 28 Μαρτίου) ημέρα δράσης κατά της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού, ήταν πλούσια σε διδάγματα. Μερικά από αυτά είναι τα ακόλουθα:
1) Με πάνω από 2 εκατομμύρια ανθρώπους στους δρόμους σε όλη τη χώρα, οι κινητοποιήσεις εξακολουθούν να είναι πολύ ισχυρές, ειδικά με δεδομένο ότι αυτή ήταν η 10η ημέρα δράσης που έχει πραγματοποιηθεί από τις 19 Ιανουαρίου. Ως μέτρο σύγκρισης, η CGT είχε ισχυριστεί έναν τέτοιο αριθμό διαδηλωτών κατά τη 10η ημέρα δράσης του πολύ ισχυρού κοινωνικού κινήματος το φθινόπωρο του 2010.
Αυτά τα τεράστια αποθέματα μαχητικότητας και οργής τρομοκρατούν την άρχουσα τάξη. Με βάση μια πολύ πιο μαχητική στρατηγική και συνθήματα, οι ηγέτες του συνδικαλιστικού κινήματος θα μπορούσαν να κινητοποιήσουν πλήρως όλες τις «εφεδρείες» και να επιφέρουν μια μεγάλη ήττα της κυβέρνησης, αν όχι την ανατροπή της. Αντίθετα η «διασυνδικαλιστική» (“intersyndicale”) συμμαχία των συνδικάτων καλεί απλώς για μια 11η ημέρα δράσης στις 6 Απριλίου, εννιά ημέρες μετά τη 10η.
Αυτή η στρατηγική είναι προφανώς αντιπαραγωγική. Τι μήνυμα στέλνεται στους εργάτες που συμμετέχουν σε ανανεούμενες απεργίες στους χώρους τους; Θα πρέπει να παραμείνουν σε απεργία μέχρι τις 6 Απριλίου; Το δελτίο τύπου από της διασυνδικαλιστικής δεν λέει λέξη γι’ αυτές απεργίες διαρκείας. Απλώς υποστηρίζει «τις απεργίες που πραγματοποιούνται από τον Ιανουάριο». Ωστόσο, μόνο η εμβάθυνση και η διεύρυνση των απεργιών διαρκείας μπορεί να αναγκάσει την κυβέρνηση να υποχωρήσει.
Η αλήθεια είναι ότι οι ηγέτες της διασυνδικαλιστικής είναι τουλάχιστον τόσο τρομοκρατημένοι όσο και η άρχουσα τάξη. Το χθεσινό τους δελτίο τύπου αποδοκιμάζει «μια κατάσταση έντασης στη χώρα που μας ανησυχεί πολύ», λες και η όξυνση της ταξικής πάλης θα μπορούσε να κάνει οτιδήποτε άλλο από το «να αυξήσει τις εντάσεις». Στο ίδιο δελτίο τύπου εκφράζεται ανησυχία για τον «κίνδυνο κοινωνικής έκρηξης». Και ενώ η κυβέρνηση επιδίδεται σε βίαιη αστυνομική καταστολή διαδηλώσεων και απεργιών, η διασυνδικαλιστική της ζητά ευγενικά να «εγγυηθεί την ασφάλεια και το σεβασμό του δικαιώματος στην απεργία και στη διαδήλωση». Αυτό θα ήταν αστείο αν δεν ήταν τόσο σοβαρό.
2) Η νεολαία, χθες, ήταν πολύ έντονα παρούσα στις διαδηλώσεις. Η χρήση του άρθρου 49.3 (που επέβαλε τη συνταξιοδοτική μεταρρύμιση χωρίς ψηφοφορία στην Εθνοσυνέλευση) ξεκάθαρα κέντρισε την κινητοποίηση των φοιτητών και των μαθητών, οι οποίοι μέχρι τότε είχα παραμείνει σχετικά παθητικοί. Αυτό είναι λογικό: η νεολαία δικαίως βλέπει το 49.3 ως προσβολή των πιο στοιχειωδών δημοκρατικών αρχών. Δεν κινητοποιείται μόνο ενάντια στη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού, αλλά ενάντια σε ένα βάναυσο, αυταρχικό και αντιδραστικό καθεστώς. Αγωνίζεται για ένα ριζικό μετασχηματισμό της κοινωνίας.
Αυτή η κινητοποίηση της νεολαίας επιβεβαιώνει αυτό που εξηγούσαμε από την αρχή του κινήματος: αν οι συνδικαλιστικές ηγεσίες διεύρυναν τους στόχους του αγώνα, αν καλούσαν το λαό να κινητοποιηθεί ενάντια στην κυβέρνηση γενικά και για ένα πρόγραμμα ρήξης με όλες τις πολιτικές λιτότητας, θα ενθάρρυναν νέα στρώματα των νέων και των εργαζομένων να μπουν στη μάχη.
Αυτήν την άποψη τη συμμερίζονται πλατιά τμήματα του κινήματος. Για παράδειγμα, στη Γενική Συνέλευση όλων των Σχολών της Τουλούζης που έγινε χθες, οι αγωνιστές της Révolution υπερασπίστηκαν το ακόλουθο ψήφισμα, το οποίο εγκρίθηκε με ψηφοφορία από τους 800 φοιτητές και εργαζομένους που ήταν παρόντες:
«Η γενική συνέλευση όλων των Σχολών της Τουλούζης ενώνεται με τους εργάτες στον τρέχοντα αγώνα ενάντια στη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση. Η χρήση του 49.3 σηματοδότησε ένα σημείο καμπής στην πορεία αυτού του αγώνα. Τώρα, στο μυαλό ενός αυξανόμενου αριθμού νέων και εργαζόμενων, ο αγώνας κατά της μεταρρύθμισης συνδυάζεται με έναν αγώνα κατά της κυβέρνησης Μακρόν και όλων των πολιτικών της. Για να συμβάλουν στην επιτυχία του κινήματος, οι ηγέτες του της διασυνδικαλιστικής δεν πρέπει πλέον να αρκούνται στο να απαιτούν μόνο την απόσυρση της μεταρρύθμισης. Πρέπει να εξοπλιστεί με ένα επιθετικό πρόγραμμα για την υπεράσπιση των συμφερόντων των εργαζόμενων και της νεολαίας. Αυτό θα συμβάλει στην ανάπτυξη του κινήματος των απεργιών διαρκείας, που μόνο αυτό μπορεί να εγγυηθεί τη νίκη μας».
3) Το έχουμε πει πολλές φορές: η αστική τάξη είναι τρομοκρατημένη από τη δύναμη αυτού του κινήματος. Αλλά παραμένει αποφασισμένη να επιβάλει αυτή την αντιμεταρρύθμιση (και πολλές άλλες), επειδή διακυβεύεται η ανταγωνιστικότητα του γαλλικού καπιταλισμού, δηλαδή αυτό που η μεγαλοαστική τάξη έχει πιο αγαπητό από οτιδήποτε άλλο στον κόσμο: τα κέρδη της.
Τις τελευταίες μέρες λοιπόν, πολλαπλασιάστηκαν οι ελιγμοί – τόσο από την πλευρά της κυβέρνησης όσο και από την πλευρά των ηγετών της διασυνδικαλιστικής συμμαχίας – για να προσπαθήσουν να «βουλώσουν το κοινωνικό ηφαίστειο». Αυτό έχει πάρει τη μορφή κακού βαριετέ. Ο Μακρόν πρότεινε στους ηγέτες της διασυνδικαλιστικής να συναντηθούν και να μιλήσουν για οτιδήποτε θέλουν – εκτός από τη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση. Από την πλευρά τους, οι ηγέτες της διασυνδικαλιστικής έχουν προτείνει να οριστεί ένας «μεσολαβητής» – μεταξύ αυτών και της κυβέρνησης – για να συζητήσει για τη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση. Στο οποίο η κυβέρνηση απάντησε ότι δεν χρειάζεται «διαμεσολάβηση» για να μιλήσουν μεταξύ τους για οτιδήποτε (εκτός από τη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση). Τότε, η διασυνδικαλιστική ανακοίνωσε ότι θα επανέλθει. Και από την πλευρά της, η πρωθυπουργός Ελιζαμπέτ Μπορν έγραψε στους ηγέτες της διασυνδικαλιστικής για να τους προσφέρει μια «συνέντευξη». Ο Λοράν Μπεργκέρ (επικεφαλής της πιο συντηρητικής συνδικαλιστικής συνομοσπονδίας CFDT) είπε ότι επρόκειτο να πάει εκεί για να μιλήσει στην πρωθυπουργό – για όσα εκείνη δεν θέλει να ακούσει.
Όλα αυτά στοχεύουν στην αποστράτευση των εργαζόμενων και στην αναβίωση του λεγόμενου «κοινωνικού διαλόγου» – δηλαδή της «διαπραγμάτευσης» των αντιμεταρρυθμίσεων από τις συνδικαλιστικές ηγεσίες. Η νεολαία και οι εργάτες δεν μπορούν να περιμένουν τίποτα καλό από αυτές τις συζητήσεις μεταξύ της κυβέρνησης και των συνδικαλιστών ηγετών, οι οποίοι δεν θα κάνουν τίποτα άλλο από το να επιδιώξουν συμβιβασμούς. Πρέπει να βασιστούν μόνο στις δικές τους δυνάμεις και στη δημοκρατική οργάνωση του αγώνα στη βάση.
4) Το αδιέξοδο της στρατηγικής των πανεθνικών ηγεσιών των συνδικάτων, εδώ και πολλά χρόνια, άρχισε να βρίσκει μια θεαματική και εξαιρετικά σημαντική έκφραση κατά την ημέρα της έναρξης του Εθνικού Συνεδρίου της συνδικαλιστικής συνομοσπονδίας CGT (σ.: στις 27 Μαρτίου). Η «Έκθεση Δραστηριότητας» (απολογισμός των δραστηριοτήτων της συνομοσπονδίας) της απερχόμενης ηγεσίας απορρίφθηκε από το 50,3% των αντιπροσώπων. Πρόκειται για ένα τεράστιο, άνευ προηγουμένου πισωγύρισμα για τον Γενικό Γραμματέα Φιλίπ Μαρτινέζ και την απερχόμενη ηγεσία συνολικά. Η εσωτερική πόλωση στη CGT πέρασε επίσημα ένα νέο όριο.
Το Συνέδριο της CGT θα συνεχιστεί μέχρι την Παρασκευή. Σίγουρα θα υπάρξουν ισχυροί μετασεισμοί μετά από αυτόν το σεισμό. Η Révolution δηλώνει ξανά την υποστήριξη της στην αριστερή πτέρυγα της CGT (την Unité CGT) και τον υποψήφιο της για Γενικό Γραμματέα, Ολιβιέ Ματώ.
Θα επανέλθουμε αναλυτικά σε αυτό το Συνέδριο της CGT, το οποίο σηματοδοτεί ένα σημείο καμπής στην εξέλιξη της συνομοσπονδίας. Ως κατακλείδα, παραθέτουμε ένα απόσπασμα από τη διακήρυξη της 19ης Μαρτίου της Unité CGT, η οποία βρίσκεται σε ευθεία αντίθεση με την ακραία μετριοπάθεια των ηγετών της διασυνδικαλιστικής συμμαχίας:
«Βρισκόμαστε σε ένα σημείο καμπής. Τραβώντας πολύ το σχοινί [ο Μακρόν και η κυβέρνηση του] το έσπασαν. Ας πούμε τα πράγματα λοιπόν ανοιχτά: τώρα, αυτό που διακυβεύεται δεν είναι μόνο η απόρριψη του νέου ορίου συνταξιοδότησης των 64 ετών. Είναι για την επιστροφή στη συνταξιοδότηση στα 60. Για γενικό κατώτατο μισθό στα 2.000 ευρώ. Για την επανεθνικοποίηση/απαλλοτρίωση των αυτοκινητόδρομων, των βιομηχανιών και της περιουσίας του λαού, που έχουν λεηλατηθεί. Για την κατάργηση των διαταγμάτων για την ανεργία, για το τέλος των επιδοτήσεων στις επιχειρήσεις, για μια απάντηση σε όλες τις κοινωνικές μας ανάγκες. Για μια αλλαγή καθεστώτος. Αυτή η κοινωνική τάξη πραγμάτων κράτησε πάρα πολύ».
Συμφωνούμε απόλυτα!
Révolution – γαλλικό τμήμα της IMT
Μετάφραση από την ιστοσελίδα marxist.com: Γεωργία Τζιρκαλλή