Το πραγματικό ΑΕΠ μειώθηκε κατά 7% στα κράτη μέλη της ΕΕ το 2020. Αυτή ήταν η μεγαλύτερη μείωση στην Ευρώπη μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα επίσημα στοιχεία δείχνουν ότι 13,2 εκατομμύρια άνθρωποι είναι άνεργοι, αλλά αν συμπεριλάβουμε τους εργαζόμενους σε αναστολή, το πραγματικό ποσοστό ανεργίας πλησιάζει το 12,6 % (περίπου 20 εκατομμύρια). Άλλα 30 εκατομμύρια λείπουν από τα επίσημα στοιχεία, κάτι που αποκαλείται «κρυφή ανεργία».
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τα έκανε «θάλασσα» με τη διάθεση εμβολίων Covid-19, με αποτέλεσμα μεγάλες ελλείψεις σε ολόκληρη την Ευρώπη. Η Δανία πήρε αρχικά μόνο 40.000, ενώ περίμενε 300.000. Η Ολλανδία δεν έλαβε αρχικά κανένα εμβόλιο.
Το φιάσκο του προγράμματος εμβολίων ήρθε μετά τις καταστροφικές ελλείψεις σε μέσα ατομικής προστασίας (ΜΑΠ) που σημειώθηκε το περασμένο έτος. Όταν η Ιταλία αντιμετώπιζε τη χειρότερη κρίση, η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη ξεχάστηκε εντελώς. Η πολιτική που ακολουθήθηκε ήταν ο καθένας για τον εαυτό του. Το πρόγραμμα εμβολίων ήταν μια προσπάθεια αποκατάστασης της αλληλεγγύης εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά απέτυχε.
Για να γίνουν τα πράγματα ακόμη χειρότερα, η κλιμάκωση των περιοριστικών μέτρων (λοκ-νταουν, κ.λπ.) για την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορωνοϊού από 21 χώρες της Ευρωζώνης επιβραδύνει σημαντικά την οικονομική δραστηριότητα, βυθίζοντάς την σε βαθιά ύφεση.
Ενώ την περασμένη Άνοιξη, όταν ξέσπασε για πρώτη φορά η πανδημία, η οικονομία της Ευρωζώνης υπέστη ένα ξαφνικό, βαθύ σοκ, η νέα αύξηση των κρουσμάτων κρατάει για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, προκαλώντας μια πιο αργή, αλλά ακόμη πιο εξουθενωτική μείωση της οικονομικής δραστηριότητας.
Τα ταξίδια, το λιανικό εμπόριο, o τουρισμός, η εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων και οι καταναλωτικές δαπάνες έχουν πληγεί τις πρώτες εβδομάδες του 2021. Αυτό απειλεί να δημιουργήσει ένα κύμα χρεοκοπιών, εκτός εάν οι κυβερνήσεις και οι κεντρικές τράπεζες συνεχίσουν τα μέτρα για τη στήριξη της οικονομίας.
Ως αποτέλεσμα, οι οικονομολόγοι αναμένουν ότι μια εκτιμώμενη συρρίκνωση της παραγωγής στην Ευρωζώνη μεταξύ 1,8% και 2,3% τους τελευταίους τρεις μήνες του 2020 θα ακολουθηθεί από μια ακόμη πτώση το πρώτο τρίμηνο του 2021 σε πολλές από τις μεγάλες οικονομίες του μπλοκ, συμπεριλαμβανομένων της Γερμανίας και της Ιταλίας. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει την Ευρωζώνη στη δεύτερη ύφεση, κάτι που ορίζεται ως δύο συνεχόμενα τρίμηνα αρνητικής ανάπτυξης, μέσα σε λιγότερο από δύο χρόνια.
Ύστερα από το Brexit και τη θητεία του Τραμπ, που δεν επιδίωξε ποτέ να συγκαλύψει την περιφρόνησή του για κάθε τί ευρωπαϊκό, η ευρωπαϊκή αστική τάξη πιστεύει ότι δεν μπορεί πλέον να βασίζεται σε παραδοσιακούς συμμάχους. Η ανόητη απόπειρα του Εμμανουέλ Μακρόν να κερδίσει την εύνοια του Τραμπ ήταν μια θεαματική αποτυχία.
Ο Τραμπ κατέστησε σαφές ότι έβλεπε την Ευρώπη ως βασικό εχθρό, ενώ η Ρωσία ήταν μόνο «ανταγωνιστής». Ακολούθησε τα λόγια του με πράξεις. Οι προστατευτικές πολιτικές του στρέφονταν τόσο κατά της Ευρώπης όσο και κατά της Κίνας και διατήρησε αυτήν την πολεμική στάση μέχρι τις τελευταίες του μέρες ως Προέδρου. Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν μια νέα αύξηση των δασμών για την ΕΕ σε μηχανικά μέρη αεροπλάνων και στο κρασί που προέρχονται από τη Γαλλία και τη Γερμανία αντίστοιχα.
Ο Μπάιντεν επιδιώκει να ανανεώσει τους δεσμούς με την Ευρώπη. Έχει δεσμευθεί πως οι ΗΠΑ θα ακολουθήσουν μία πολυμερή προσέγγιση, συμπεριλαμβανομένης της επανένταξης στον ΠΟΥ και στη συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα. Υποστήριξε επίσης έναν νέο Γενικό Διευθυντή για τον ΠΟΕ. Η στάση απέναντι στην ιρανική πυρηνική συμφωνία άλλαξε επίσης. Όλα αυτά είναι ευπρόσδεκτα βήματα για τους Ευρωπαίους, που ήταν απελπισμένοι για μία αλλαγή κατεύθυνσης από τον Λευκό Οίκο. Ο Τραμπ χαρακτηρίζει αυτήν τη νέα στρατηγική «Η Αμερική τελευταία».
Ωστόσο, υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στις δύο πλευρές που είναι πολύ πιο δύσκολο να επιλυθούν. Οι Ευρωπαίοι δεν είναι πεπεισμένοι για τη στρατηγική των ΗΠΑ απέναντι στην Κίνα. Είναι επίσης πρόθυμοι να επωφεληθούν από τον εμπορικό πόλεμο των ΗΠΑ με την Κίνα για τους δικούς τους σκοπούς. Η νέα επενδυτική συμφωνία μεταξύ της Κίνας και της ΕΕ τις τελευταίες εβδομάδες της προεδρίας του Τραμπ θεωρήθηκε ευρέως ως μία προσβολή απέναντι στον Τζο Μπάιντεν, την οποία ο νέος Πρόεδρος αναγκάστηκε να καταπιεί.
Υπάρχουν περισσότερες μακροχρόνιες διαφορές όπως η διαμάχη για τις κρατικές οικονομικές ενισχύσεις της Airbus-Boeing που συνεχίζεται εδώ και δεκαετίες χωρίς να έχει βρεθεί λύση. Ο αγωγός Nord Stream 2 προκαλεί επίσης ένα μεγάλο ρήγμα μεταξύ των ΗΠΑ και της Γερμανίας, με τις ΗΠΑ να επιμένουν ότι ο αγωγός θα ενισχύσει την επιρροή της Ρωσίας στην Ευρώπη. Η νέα προσέγγιση ανάμεσα σε Μπάιντεν και ΕΕ θα δοκιμαστεί τους επόμενους μήνες καθώς και τα δύο μπλοκ θα προσπαθούν να αυξήσουν τις εξαγωγές τους στις συνθήκες κρίσης μετά την πανδημία.
Η Γερμανία ήταν η άγκυρα της Ευρώπης, μια νησίδα σταθερότητας σε συχνά θυελλώδη νερά. Η Άνγκελα Μέρκελ θεωρήθηκε ως μία καλή καπετάνιος στο τιμόνι της πιο σημαντικής χώρας της Ευρώπης. Αλλά με την πανδημία ήρθαν νέα προβλήματα.
Οι Γερμανοί καπιταλιστές έχουν αναγνωρίσει ότι έπρεπε να αλλάξουν τις μεθόδους τους για να προσπαθήσουν να σταματήσουν τις αυξανόμενες φυγόκεντρες τάσεις στην ΕΕ. Αυτή η τάση ενισχύθηκε περαιτέρω όταν ξεκίνησε η πανδημία. Το περασμένο φθινόπωρο, η Γερμανία αναγκάστηκε να υποστηρίξει ένα δάνειο 750 δισεκατομμυρίων ευρώ για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης προκειμένου να διατηρήσει όρθια την ΕΕ. Αυτό το σημαντικό πακέτο θα προσφέρει προσωρινή ανακούφιση στην ΕΕ, αλλά είναι μόνο μια εφάπαξ επιδότηση. Οι εκκλήσεις για να προχωρήσει περαιτέρω αυτή η πολιτική έχουν αποκλειστεί σθεναρά από τη Γερμανία. Τελικά κανένα πρόβλημα δεν έχει επιλυθεί.
Η Μέρκελ έπρεπε να παρατείνει το λοκντάουν της Γερμανίας. Ο κυβερνητικός συνασπισμός της αγωνίζεται με τα χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού και τον ανεπαρκή εφοδιασμό. Η διάθεση στη Γερμανία έχει μετατοπιστεί από την αυτοϊκανοποίηση στη θλίψη. Οι Financial Times σχολίασαν ότι «το πολιτικό τοπίο πριν από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου φαίνεται πιο κατακερματισμένο και ασταθές».
Στη Γαλλία, η κυβέρνηση του Μακρόν είναι πλέον πλήρως απαξιωμένη, με ποσοστό αποδοκιμασίας 60%: τα χειρότερα ποσοστά από την περίοδο του κινήματος των Κίτρινων Γιλέκων. Το επίσημο ποσοστό ανεργίας είναι 9%, αλλά στην πραγματικότητα, είναι πολύ υψηλότερο.
Ο « μεγάλος εθνικός διάλογος» δεν έκανε τίποτα για να αποκαταστήσει τη δημόσια υποστήριξη προς την κυβέρνηση, ούτε και η απόλυση του πρωθυπουργού, Έντουαρ Φιλίπ. Και οι επαναλαμβανόμενες προσπάθειες του Μακρόν να παίξει τον ρόλο ενός «μεγάλου πολιτικού» στο διεθνές σκηνικό δεν προκαλεί παρά σαρκαστικό γέλιο σε όλα τα επίπεδα.
Βρετανία
Πριν από λίγο καιρό, η Βρετανία ήταν ίσως η πιο σταθερή χώρα στην Ευρώπη. Τώρα έχει γίνει ίσως η πιο ασταθής. Η παρούσα κρίση αποκάλυψε την αδυναμία του βρετανικού καπιταλισμού. Η οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου συρρικνώθηκε κατά 9,9% το 2020, δύο φορές περισσότερο από τη Γερμανία και τρεις φορές περισσότερο από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Τώρα, αντιμέτωποι με τις επιπτώσεις της πανδημίας και της καταστροφής του Brexit, μια περαιτέρω ύφεση είναι αναπόφευκτη.
Το Brexit ήταν μια πράξη απόλυτης τρέλας εκ μέρους του Συντηρητικού Κόμματος, το οποίο τώρα ξέφυγε από τον έλεγχο της άρχουσας τάξης. Η κυβέρνηση ελέγχεται από ένα τσίρκο κλόουν, το οποίο με τη σειρά του ελέγχεται από ηλίθιους αντιδραστικούς σοβινιστές.
Παρά το γεγονός ότι κέρδισε μία αποφασιστική νίκη στις εκλογές του Δεκεμβρίου 2019, το κόμμα των Τόρηδων έχει όλο και περισσότερο δυσφημιστεί, ιδίως λόγω της κακής διαχείρισης της πανδημίας με περισσότερους θανάτους από οποιαδήποτε άλλη χώρα στην Ευρώπη. Ο αριθμός των θανάτων (σαφώς υποτιμημένος στα επίσημα στοιχεία) είναι από τους υψηλότερους σε οποιαδήποτε χώρα σε σύγκριση με το μέγεθος του πληθυσμού. Ωστόσο, οι Τόρηδες αντιστέκονταν συνεχώς στη λήψη των απαραίτητων μέτρων, έως ότου εξαναγκάστηκαν από τη σοβαρότητα της κατάστασης.
Αυτοί οι άνθρωποι δεν ενδιαφέρονται για τη ζωή και την υγεία του πληθυσμού. Ούτε ενδιαφέρονται για τη θλιβερή κατάσταση του Εθνικού Συστήματος Υγείας (NHS), το οποίο έχουν υπονομεύσει με διαρκείς περικοπές για δεκαετίες. Υποκινούνται μόνο από ένα πράγμα: τα κέρδη. Οι Τόρηδες επιθυμούν να συνεχίσουν την παραγωγή με κάθε κόστος. Γι’ αυτό ήταν αποφασισμένοι να ανοίξουν ξανά τα σχολεία. Αυτό οδήγησε τις πρώτες ημέρες του Ιανουαρίου σε μαζικές κινητοποιήσεις και μία διαδικτυακή συνάντηση 400.000 εκπαιδευτικών. Η απειλή μίας απεργίας από τους καθηγητές ανάγκασε την κυβέρνηση να κλείσει τα σχολεία.
Ωστόσο, παρά την αντιδημοτικότητα της κυβέρνησης, το Εργατικό Κόμμα (ΕΚ) και η δεξιά του ηγεσία εξακολουθούν να βρίσκονται πίσω από τους Τόρηδες. Δεν υπάρχει πραγματική αντιπολίτευση από το ΕΚ.
Η παραίτηση των Κόρμπιν και Μακντόνελ μετά την ήττα των Εργατικών τον Δεκέμβριο του 2019, ήταν ένα σοβαρό πλήγμα για την Αριστερά και ένα δώρο για τη δεξιά πτέρυγα. Η Αριστερά είχε τη δυνατότητα να μεταμορφώσει το Εργατικό Κόμμα. Είχαν τη υποστήριξη των μελών. Αυτό θα σήμαινε την πλήρη ρήξη με τη δεξιά πτέρυγα της κοινοβουλευτικής ομάδας του Εργατικού Κόμματος και της γραφειοκρατίας. Αλλά δεν τόλμησαν να προχωρήσουν σε κάτι τέτοιο και αρνήθηκαν να υποστηρίξουν το σύνθημα που πρόβαλαν οι μαρξιστές για ανάκληση των βουλευτών από τη βάση, ένα σύνθημα που είχε μεγάλη αποδοχή στα μέλη.
Σε τελική ανάλυση, η Αριστερά φοβήθηκε να οδηγήσει τον αγώνα στην τελική του συνέπεια, κάτι που θα σήμαινε μια πλήρη ρήξη με τη δεξιά πτέρυγα. Όμως η δεξιά πτέρυγα δεν έδειξε ανάλογη καλοσύνη προς την Αριστερά. Ενθαρρυμένοι από την αδυναμία τους, προχώρησαν σε διαγραφές αριστερών μελών του κόμματος – προχώρησαν ακόμη και στην αναστολή της ιδιότητας του μέλους για τον ίδιο τον Κόρμπιν. Αυτή η αδυναμία δεν είναι μόνο ένα ηθικό ζήτημα. Είναι ένα πολιτικό ζήτημα. Είναι ένα οργανικό χαρακτηριστικό του αριστερού ρεφορμισμού.
Το μεγάλο κεφάλαιο κάνει τώρα κουμάντο στο Εργατικό Κόμμα. Ο Στάρμερ δεν μιλάει ως αρχηγός της αντιπολίτευσης, αλλά ως ένας υποτακτικός του υπουργικού συμβουλίου του Τζόνσον. Περιμένει τον Τζόνσον να κάνει κάτι προτού πει «κι εγώ κι εγώ».
Αλλά τώρα η δεξιά πτέρυγα έχει πάει πολύ μακριά. Με τις ενέργειές της, θα μπορούσε να αναγκάσει την Αριστερά του κόμματος να αγωνιστεί. Και η τάση μας παίζει σημαντικό ρόλο σε αυτήν τη μάχη. Οι σύντροφοι προώθησαν το σύνθημα ενός έκτακτου συνεδρίου του Εργατικού Κόμματος, το οποίο βρήκε σημαντική απήχηση στα μέλη, που έχουν εξοργιστεί με τις ενέργειες του Στάρμερ και της κλίκας του. Χωρίς δικές τους ιδέες ή συνθήματα, οι ηγέτες της Αριστεράς καθυστέρησαν να υιοθετήσουν το σύνθημα.
Το σκηνικό έχει στηθεί για μία μάχη στο Εργατικό Κόμμα. Στην πραγματικότητα, είμαστε σε ένα ενιαίο μέτωπο με την Αριστερά στο Εργατικό Κόμμα και, ιδίως, στα συνδικάτα. Αυτή είναι μια εξαιρετικά σημαντική εξέλιξη. Δείχνει ότι οι σύντροφοί μας έχουν κερδίσει κύρος ως η μόνη σοβαρή μαρξιστική τάση στο εργατικό κίνημα και οι ιδέες μας αντιμετωπίζονται πολύ σοβαρά.
Ωστόσο, πρέπει να διατηρήσουμε μια ρεαλιστική στάση. Σε οποιοδήποτε ενιαίο μέτωπο, το ένα μάτι πρέπει να παρακολουθεί τον εχθρό μπροστά και το άλλο δίπλα, τον σύμμαχο, ο οποίος μπορεί να εγκαταλείψει τον αγώνα ανά πάσα στιγμή.
Ό,τι κι αν συμβεί, η μαρξιστική τάση θα επωφεληθεί και θα ανοίξουν πολλές νέες πόρτες για εμάς. Η τέχνη της πολιτικής είναι να δράττουμε κάθε ευκαιρία που προκύπτει. Θα εκμεταλλευτούμε αυτήν την ευκαιρία όσο γίνεται περισσότερο και αναμφίβολα θα επωφεληθούμε από αυτήν.
Ιταλία
Η Ιταλία παραμένει ο πιο αδύναμος κρίκος στην αλυσίδα του ευρωπαϊκού καπιταλισμού. Η χρόνια αδυναμία της έχει αποκαλυφθεί από την παρούσα κρίση. Ανίκανη να ανταγωνιστεί με πιο ισχυρές οικονομίες όπως η Γερμανία, βυθίζεται όλο και πιο βαθιά στο χρέος.
Το τραπεζικό της σύστημα βρίσκεται συνεχώς στα πρόθυρα μιας κατάρρευσης που θα μπορούσε να συμπαρασύρει την υπόλοιπη Ευρώπη. Η ΕΕ είναι υποχρεωμένη να την υποστηρίξει γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, αλλά δεν το κάνει καθόλου πρόθυμα.
Οι Γερμανοί τραπεζίτες, ιδιαίτερα, έχουν γίνει όλο και πιο ανυπόμονοι και μέχρι πρόσφατα απαιτούσαν τη λήψη σοβαρών μέτρων λιτότητας για τη μείωση των κρατικών δαπανών και την επίθεση στο βιοτικό επίπεδο. Δηλαδή, ωθούσαν την Ιταλία προς την άβυσσο. Η μελωδία τους άλλαξε κάπως, αφού η πανδημία ανάγκασε τους πάντες να στραφούν στο κράτος για βοήθεια. Μόλις τελειώσει η πανδημία, θα επιστρέψουν με το παραπάνω στις πολιτικές λιτότητας.
Για να περάσει από την παρούσα κρίση, η ιταλική άρχουσα τάξη χρειάζεται μια ισχυρή κυβέρνηση. Ωστόσο, αυτό δεν είναι δυνατό. Το πολιτικό καθεστώς είναι σάπιο συθέμελα. Η έλλειψη εμπιστοσύνης στους πολιτικούς εκφράζεται με μια μόνιμη κρίση της κυβέρνησης. Ο ένας ασταθής συνασπισμός ακολουθεί τον άλλο, ενώ τελικά τίποτα δεν αλλάζει. Οι μάζες είναι απελπισμένες και η αναζήτησή τους για διέξοδο εκφράζεται με βίαιες μεταστροφές προς τα δεξιά και προς τ’ αριστερά.
Η κρίση επιδεινώθηκε πάρα πολύ από την πανδημία, η οποία έπληξε την Ιταλία νωρίτερα και πιο σκληρά από οπουδήποτε αλλού. Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, ο αριθμός των θανάτων από τον COVID-19 πλησιάζει τις 100.000.
Η άρχουσα τάξη ελπίζει να διατηρήσει τον συνασπισμό της Κεντροαριστεράς όσο το δυνατόν περισσότερο για να αποτρέψει μια κοινωνική έκρηξη. Αλλά αυτό έγινε ανέφικτο, καθώς μία προς μία, οι πολιτικές επιλογές είχαν εξαντληθεί. Νιώθοντας τη φωτιά στα οπίσθιά του, το κόμμα του Ρέντζι, η «Italia Viva» απέσυρε τους τρεις υπουργούς της από τον συνασπισμό του Κόντε με το επιχείρημα της αποτυχίας στη διαχείριση της πανδημίας COVID-19, με αποτέλεσμα την κατάρρευση της κυβέρνησης και το άνοιγμα της πόρτας για το σχηματισμό της κυβέρνησης Ντράγκι.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας παρενέβη και αντί να καλέσει σε πρόωρες εκλογές, κάλεσε τον Ντράγκι, τον πρώην πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, να σχηματίσει κυβέρνηση. Εδώ έχουμε ένα ακόμη παράδειγμα ενός «τεχνοκράτη» που επιβάλλεται στη χώρα ως πρωθυπουργός, που δεν εκλέγεται από κανέναν.
Η χρεοκοπία της «Κεντροαριστεράς» έχει δώσει χώρο σε ακροδεξιούς σχηματισμούς όπως το κόμμα Αδελφοί της Ιταλίας. Έχουν μείνει έξω από τον συνασπισμό που υποστηρίζει τον Ντράγκι, πρώτον επειδή δεν είναι αναγκαία η στήριξή τους, και δεύτερον επειδή ελπίζουν να αποκομίσουν κέρδη στα δεξιά σε βάρος της Λέγκας του Βορά, που είναι τώρα στην κυβέρνηση.
Αργά ή γρήγορα, ωστόσο, οι κοινοβουλευτικές αντιπαραθέσεις θα αντικατασταθούν από μια ανοιχτή μάχη ανάμεσα στις τάξεις. Δεν είναι δυνατή η σταθερότητα με βάση το παρόν σύστημα. Στην Ιταλία, δεν υπάρχει μαζικό κόμμα της εργατικής τάξης. Αλλά η διάθεση των μαζών γίνεται ολοένα και πιο ανυπόμονη. Οι μαχητικές κινητοποιήσεις των εργατών τον πρώτο μήνα της πανδημίας ήταν μια προειδοποίηση για το τι θα ακολουθήσει.
Οι επαναλαμβανόμενες αποτυχίες των κυβερνήσεων οδηγούν αναπόφευκτα σε έκρηξη της ταξικής πάλης. Τελικά, τα ζητήματα δεν θα επιλυθούν στο κοινοβούλιο και η μέρα πλησιάζει όπου το κέντρο βάρους θα περάσει από ένα χρεοκοπημένο κοινοβούλιο στα εργοστάσια και στους δρόμους.