Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΕπικαιρότηταΕλληνική ΕπικαιρότηταΗ νέα επίθεση στην κοινωνική ασφάλιση

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Η νέα επίθεση στην κοινωνική ασφάλιση

Μια ανάλυση για τα νέα αντιδραστικά μέτρα ιδιωτικοποίησης της ασφάλισης που θα ψηφιστούν στις αρχές του 2020.

 

Η κυβέρνηση της ΝΔ ετοιμάζεται να φέρει στη Βουλή στις αρχές του 2020 ένα νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο, που αναμένεται να δημοσιευθεί μέχρι τα τέλη Δεκέμβρη. Γύρω από τη νέα «μεταρρύθμιση» στο ασφαλιστικό σύστημα, έχει ξεκινήσει μια επικοινωνιακή εκστρατεία στα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ, που μιλάει για αυξήσεις στις συντάξεις με αυξημένα ποσοστά αναπλήρωσης, δικαιότερες εισφορές για τους ελεύθερους επαγγελματίες, οι οποίοι θα επιλέγουν το ύψος των εισφορών που θέλουν, χαμηλότερες εργοδοτικές εισφορές και πιο ευέλικτο σύστημα επικουρικής σύνταξης, που θα δίνει την ευκαιρία επιλογής για μεγαλύτερη σύνταξη, με όρους κεφαλαιοποιητικού συστήματος («όσα δίνεις, τόσα παίρνεις»). Όλη αυτή η εκστρατεία προσπαθεί να αποκρύψει το βασικό γεγονός, ότι με την νέα «μεταρρύθμιση» πρόκειται να μειωθούν ακόμη περισσότερο τα αναδιανεμητικά χαρακτηριστικά του ασφαλιστικού συστήματος και να ενισχυθούν τα κεφαλαιοποιητικά του χαρακτηριστικά («ό,τι δίνεις, παίρνεις»), αλλά και να ενισχυθεί η ιδιωτικοποίηση της ασφάλισης.

Καταρχάς, πρόκειται, όπως φαίνεται, για ένα νομοσχέδιο το οποίο δε θα καταργήσει, αλλά θα στηριχθεί στο «νόμο Κατρούγκαλου» σαν βάση και θα επιφέρει κάποιες αλλαγές σε συγκεκριμένα σημεία του. Ο «νόμος Κατρούγκαλου», αποδεχόμενος πλήρως τις μνημονιακές δεσμεύσεις, τσάκισε το ύψος των συντάξεων, με τα χαμηλότατα ποσοστά αναπλήρωσης που προέβλεπε, και εισήγαγε τη λογική της κεφαλαιοποίησης, σε αντίθεση με ο,τι ίσχυε επί δεκαετίες, που οι συντάξεις ήταν ίδιες ανά επαγγελματική κατηγορία ασφαλισμένων. Το νέο ασφαλιστικό αποδέχεται πλήρως τη μείωση των συντάξεων και την ανισότητα των παροχών, επεκτείνοντας τη λογική της ιδιωτικοποίησης και της διάλυσης της δημόσιας κοινωνικής ασφάλισης. Η ανταποδοτικότητα, που αναφέρεται ως στοιχείο ισότητας, αποτελεί το πιο καραμπινάτο στοιχείο διάλυσης της κοινωνικής ασφάλισης. Η νέα μεταρρύθμιση, που προωθείται, δεν καταργεί, αλλά ενισχύει το σύστημα της ανταποδοτικότητας και της κεφαλαιοποίησης, και μάλιστα το επεκτείνει στην επικουρική ασφάλιση.

Μετατροπή των επικουρικών συντάξεων σε επενδυτικά προϊόντα

Το κεφαλαιοποιητικό σύστημα και η ανταποδοτικότητα είναι η βάση, με την οποία λειτουργεί η ιδιωτική ασφάλιση. Οι εισφορές των εργαζομένων χρησιμοποιούνται ως μέσο επένδυσης, από τα αποτελέσματα της οποίας καθορίζεται κατ’ αρχάς το επίπεδο της σύνταξης. Με τον τρόπο αυτό, η ασφάλιση αντιμετωπίζεται ως ατομική υπόθεση, το κράτος και η εργοδοσία απαλλάσσονται από τις υποχρεώσεις τους, το επίπεδο των συντάξεων και των παροχών αποσπάται από το ύψος του μισθού και τις ανάγκες της εργατικής οικογένειας. Με το νέο νόμο, φαίνεται ότι αυτό θα είναι το βασικό χαρακτηριστικό πλέον της επικουρικής ασφάλισης,

Embed from Getty Images

Σύμφωνα με το σχεδιασμό της κυβέρνησης, η επικουρική ασφάλιση θα ακολουθήσει το «κεφαλαιοποιητικό» μοντέλο, με σημείο έναρξης του νέου συστήματος την 01/01/2021. Από τη στιγμή εκείνη και μετά, οι εισφορές των ασφαλισμένων δε θα χρηματοδοτούν το σύστημα της επικουρικής ασφάλισης στο σύνολό του, αλλά τον «ατομικό κουμπαρά» του κάθε ασφαλισμένου. Το ΕΤΕΑΕΠ (Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφαλίσης & Εφάπαξ Παροχών) θα υπογράφει συμβάσεις με ΑΕΔΑΚ (Εναλλακτικούς Διαχειριστές Επενδύσεων), που θα επενδύουν τις εισφορές στην αγορά. Πρόκειται για κρατική μεσιτεία στο ιδιωτικό τζογάρισμα της περιουσίας των ασφαλιστικών ταμείων. Μάλιστα, οι ασφαλισμένοι θα καλούνται να επιλέγουν ανάμεσα σε μικρό, μεσαίο και μεγάλο επενδυτικό κίνδυνο, με τη σημείωση ότι η επιλογή μικρού επενδυτικού κινδύνου θα συνεπάγεται μια ελάχιστη σύνταξη. Η κυβέρνηση διατείνεται ότι με τις «ατομικές μερίδες» επιτυγχάνεται η πραγματική σύνδεση «εισφορών και παροχών», ξεπερνιέται το πρόβλημα της «βιωσιμότητας» των Ταμείων, ενώ μέσω των «επενδύσεων» σε διαφοροποιημένα «επενδυτικά προϊόντα» διασφαλίζονται καλύτερα τα γηρατειά. Η αλήθεια για όλα τα παραπάνω είναι πως μετατρέπουν τον εργαζόμενο σε τζογαδόρο, που επενδύει σε χρηματιστηριακές λοταρίες τους κόπους της ζωής του, ενώ ταυτόχρονα μετατίθεται ο κίνδυνος βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος από το κράτος, στον κάθε ασφαλισμένο ατομικά.

Ασφαλιστικές κλάσεις και αύξηση εισφορών για τους ελεύθερους επαγγελματίες.

Η βασική «διόρθωση», που έρχεται στο «νόμο Κατρούγκαλου», αφορά το σύστημα υπολογισμού εισφορών για τους «μη μισθωτούς», δηλαδή ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους και βέβαια, ένα μεγάλο τμήμα εργαζόμενων με σχέση εξαρτημένης εργασίας, η οποία κρύβεται πίσω από συμβάσεις έργου και δελτία παροχής υπηρεσιών – μπλοκάκια. Εδώ, η κυβέρνηση έρχεται να αυξήσει τις εισφορές των πολλών και να μειώσει τις εισφορές των λίγων.

Με το νόμο Κατρούγκαλου, οι εισφορές αυτής της κατηγορίας των ασφαλισμένων υπολογίζονταν στη βάση του εισοδήματος, ως ποσοστό επ’ αυτού, με ελάχιστη εισφορά – ποσοστό επί το μηνιαίο εισόδημα που αντιστοιχεί στον κατώτατο μισθό και ανώτατη εισφορά, ως ποσοστό επί εισοδήματος, 70.000 ευρώ ετησίως. Με άλλα λόγια, ακόμα και αν κάποιος είχε μηδενικό εισόδημα, πλήρωνε την κατώτατη εισφορά και αντιστρόφως, κάποιος που είχε εισόδημα άνω των 70.000, δεν πλήρωνε τίποτα για το εισόδημα πέραν του ποσού αυτού. Αυτός ο τρόπος υπολογισμού είχε οδηγήσει, μεταξύ άλλων, σε υψηλότερες από το παρελθόν εισφορές για ένα τμήμα σχετικά πλούσιων ελεύθερων επαγγελματιών, που διαμαρτύρονταν έντονα γι’ αυτό.

Σκοπός της κυβέρνησης τώρα είναι η αποσύνδεση του ύψους των ασφαλιστικών εισφορών από το ετήσιο φορολογητέο εισόδημα και η επιστροφή σε ένα σύστημα προαιρετικών κλάσεων. Ο ασφαλισμένος θα επιλέγει αυτοβούλως κάθε χρόνο, αν επιθυμεί να ενταχθεί στην κατώτερη κλάση, ή αν θέλει να «ανέβει κατηγορία» με κίνητρο την αύξηση του ύψους της σύνταξης που θα λάβει στο μέλλον.

Οι νέες κλάσεις δε θα σχετίζονται με το εισόδημα, ούτε και με τα έτη ασφάλισης (όπως συνέβαινε στο παρελθόν). Εκτός από την ελάχιστη κλίμακα, η οποία θα είναι όπως και τώρα υποχρεωτική για όλους, στις 3 ή 4 ανώτερες κλίμακες εισφορών θα εντάσσονται οι επαγγελματίες με δική τους επιλογή, ώστε να λάβουν στο μέλλον και υψηλότερη σύνταξη. Το ύψος των νέων εισφορών κάθε κλίμακας δεν έχει «κλειδώσει», αλλά φαίνεται ότι σε κάθε περίπτωση θα προκύψουν υψηλότερες εισφορές για την κατώτατη υποχρεωτική κλάση, που αφορά τη συντριπτική πλειοψηφία των ελεύθερων επαγγελματιών και αυτοαπασχολούμενων σήμερα. Η κατώτατη κλίμακα θα διαμορφωθεί, σύμφωνα με κάποια ΜΜΕ, στα 210 ευρώ αυξημένη από την κατώτατη που ισχύει σήμερα και ανέρχεται σε 185,18 ευρώ, ενώ σε άλλα δημοσιεύματα αναφέρεται κατώτατη κλάση 230 ή και 240 ευρώ. Η αμέσως επόμενη κλίμακα, που θα είναι προαιρετική, θα ανέρχεται στα 250 ή 300 ευρώ, η τρίτη στα 300 ως 350 ευρώ, η τέταρτη στα 350 ως 400 ευρώ και η πέμπτη στα 430 ως 500 ευρώ το μήνα, με αντίστοιχη προσαύξηση της τελικής σύνταξης.

Η κατώτατη υποχρεωτική κλάση, που θα δει αύξηση των εισφορών της, αφορά το 83% των ασφαλισμένων αυτοαπασχολούμενων, που σήμερα πληρώνουν την κατώτατη εισφορά (185,18 ευρώ). Όταν, λοιπόν, η κυβέρνηση μιλάει για «μείωση των ασφαλιστικών εισφορών των ελεύθερων επαγγελματιών», μιλάει αποκλειστικά για το 17% των ελεύθερων επαγγελματιών, που έχουν εισοδήματα πάνω από τον κατώτατο μηνιαίο μισθό (650 ευρώ) και όχι για το 83%, δηλαδή τη μεγάλη πλειοψηφία.

Με άλλα λόγια, οι «διορθώσεις» που επέρχονται στο νόμο Κατρούγκαλου, είναι να ενισχύσουν τα χειρότερα χαρακτηριστικά του ως εξής: μικρότερες εισφορές για όσους έχουν πολύ υψηλά εισοδήματα και υψηλότερες για τους πολλούς και ταυτόχρονα καλύτερες συντάξεις σε όσους έχουν την οικονομική δυνατότητα να επιλέγουν υψηλότερες ασφαλιστικές κλάσεις και μεγαλύτερο επενδυτικό ρίσκο!

Ταυτόχρονα, η διαφήμιση υψηλότερων επικουρικών συντάξεων και υψηλότερων ποσοστών αναπλήρωσης, για όσους έχουν πολλά έτη ασφάλισης, αποτελεί απλά το επικοινωνιακό παραπέτασμα, για να μειωθούν οι κοινωνικές αντιδράσεις και να διασπαστούν οι εργαζόμενοι και οι υπόλοιποι ασφαλισμένοι, ενώ η μείωση των εργοδοτικών εισφορών, που διαφημίζεται ως αύξηση του μισθού, αποκρύπτεται ότι είναι στην πραγματικότητα μείωση του κοινωνικού μισθού – του τμήματος δηλαδή του μισθού που δεν παίρνει στα χέρια του ο εργαζόμενος, αλλά χρηματοδοτεί την σύνταξή του και την ιατρική του περίθαλψη, αλλά και την κοινωνική ασφάλιση συνολικά – και ταυτόχρονα αποτελεί δωράκι στους εργοδότες.

Οι μόνοι πραγματικά ωφελημένοι από τη νέα ασφαλιστική μεταρρύθμιση είναι οι εργοδότες και το πιο πλούσιο τμήμα των ελεύθερων επαγγελματιών, όπως και οι «επενδυτές» που βάζουν γερά πόδι στην κοινωνική ασφάλιση. Την ίδια στιγμή, τα ψίχουλα αυξήσεων, που θα δουν κάποιες μερίδες νυν και μελλοντικών συνταξιούχων, κάθε άλλο παρά διασφαλισμένα είναι, όπως έχει δείξει η πρόσφατη εμπειρία και τόσο λιγότερο, όσο περισσότερο συνδεδεμένα είναι με «επενδυτικά προγράμματα», που μετατρέπουν την κοινωνική ασφάλιση σε πεδίο τζογαρίσματος.

Η αναγκαία απάντηση των εργαζόμενων, των συνταξιούχων και της φτωχής πλειονότητας των ελεύθερων επαγγελματιών σε όλες αυτές τις νέες αντιδραστικές αλλαγές στην ασφάλιση είναι η μαζική, ενωτική και αγωνιστική υπεράσπιση του κοινωνικού χαρακτήρα της ασφάλισης, με τη διεκδίκηση για αποκλειστική κάλυψη των ασφαλιστικών εισφορών από κράτος και εργοδότες, ώστε να πληρώνουν στο εξής μόνο αυτοί που καταλήστευσαν και χρεοκόπησαν τα ασφαλιστικά ταμεία από την ίδρυση τους έως σήμερα, αλλά και για το πέρασμα της διοίκησης των ταμείων στα χέρια των ίδιων των ασφαλισμένων και την παροχή συντάξεων αξιοπρεπούς διαβίωσης σε όλους με σταδιακή μείωση του ηλικιακού ορίου συνταξιοδότησης ενδεικτικά στα 55 έτη για τις γυναίκες και τα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα και στα 60 έτη για τους άντρες.

Παναγιώτης Κολοβός

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα