Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΕπικαιρότηταΕλληνική ΕπικαιρότηταΓια την ενότητα του εργατικού κινήματος

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Για την ενότητα του εργατικού κινήματος

- Πώς αντιλαμβάνονταν την ενότητα του εργατικού κινήματος ο Λένιν και η Κομμουνιστική Διεθνής - Γιατί είναι λάθος η μέθοδος των ξεχωριστών συγκεντρώσεων - Το ενιαίο εργατικό μέτωπο η μονή λύση!

Στην σημερινή περίοδο σφοδρής επίθεσης του κεφαλαίου ενάντια στην εργατική τάξη το ζήτημα της ενότητας του εργατικού κινήματος έρχεται αντικειμενικά στο επίκεντρο της ταξικής πάλης. Δυστυχώς, όμως, για μια ακόμα φορά, παρά την κρισιμότητα των περιστάσεων, το εργατικό κίνημα συμμετείχε στην Γενική Απεργία διασπασμένο, με ξεχωριστές κεντρικές απεργιακές συγκεντρώσεις.

Ακούγεται συχνά από συντρόφους ηγετικά στελέχη του ΠΑΜΕ η θέση πως η ενότητα δεν μπορεί να είναι αυτοσκοπός και πως αποτελεί ένα άλλοθι που επικαλούνται οι συμβιβασμένες συνδικαλιστικές ηγεσίες. Πριν όμως δούμε τι επιδιώκουν στα αλήθεια οι συμβιβασμένες ηγεσίες, πρέπει να εξετάσουμε τι είναι αυτό που επιθυμούν οι ίδιοι οι εργάτες σε περιόδους έντασης της ταξικής πάλης όπως η παρούσα. Η απόφαση της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομμουνιστικής (Τρίτης) Διεθνούς γραμμένη από τον Λέον Τρότσκι στις 02/03/1922 μας δίνει την απάντηση:  «..Για να αντισταθούν στην επίθεση του καπιταλισμού ή για να αναλάβουν επίθεση ενάντιά του, οι εργαζόμενοι αισθάνονται την ανάγκη για ενότητα. Κάθε κόμμα που αντιτίθεται σε αυτή την ανάγκη για ενότητα θα καταδικαστεί στη συνείδηση των εργατών..»

Όπως βλέπουμε για τους κομμουνιστές την εποχή που το κομμουνιστικό κίνημα καθοδηγούταν από τον Λένιν και τον Τρότσκι, η ενότητα, ανεξάρτητα από το πώς την εννοούσαν στους υποκριτικούς τους λόγους οι ρεφορμιστές, ήταν μια αναγκαιότητα που πήγαζε από τη διάθεση των ίδιων των εργατών να παλέψουν πιο αποτελεσματικά ενάντια στον καπιταλισμό. Η συνήθης αντιμετώπιση της ενότητας σαν να είναι απλά μια παγίδα που χρησιμοποιούν οι συμβιβαστικές ηγεσίες δεν είναι καθόλου μια «ταξική» αντίληψη. Οδηγεί με ένα φυσικό τρόπο σε ότι πραγματικά εξυπηρετεί τον ταξικό εχθρό, αλλά και τις προδοτικές συνδικαλιστικές ηγεσίες, δηλαδή στην διάσπαση, την ήττα και την απογοήτευση των εργατών.

Οι ξεχωριστές συγκεντρώσεις αποδυναμώνουν το κίνημα

Γνήσιο προϊόν της λαθεμένης αντίληψης υποτίμησης της σημασίας της ενότητας είναι η τακτική των χωριστών κινητοποιήσεων, που πάνω από μια πενταετία εφαρμόζει με συνέπεια η ηγεσία του ΠΑΜΕ στα συνδικάτα. Η ενότητα των πλατειών μαζών του εργατικού κινήματος επιχειρείται να υποκατασταθεί από την δράση των «ταξικών» δυνάμεων. Τα ίδια τα αποτελέσματα αυτής της τακτικής όμως δεν τη δικαιώνουν. Σε όλες τις χωριστές κινητοποιήσεις του ΠΑΜΕ, ακόμα και τις πιο μαζικές, όπως αυτή της 12ης Νοέμβρη, απλά συμμετείχαν τα μέλη, οι υποστηριχτές και ο περίγυρος του κόμματος και όχι πλατιά τμήματα της εργατικής τάξης και της νεολαίας. Για κάθε αγωνιστή που έλκεται από την αίσθηση αγωνιστικής «καθαρότητας» που αποπνέει αυτή η τακτική, δεκάδες είναι οι εργάτες και οι νεολαίοι που προβληματίζονται και απογοητεύονται. Γιατί με το ταξικό τους ένστικτο καταλαβαίνουν ότι η διάσπαση του κινήματος δεν μπορεί παρά να το αδυνατίζει απέναντι στην επίθεση των καπιταλιστών και να διαιωνίζει τις ήττες και τις προδοσίες.

Αυτή η τακτική αντί να ενισχύσει τον ρόλο των πιο πρωτοπόρων δυνάμεων του εργατικού κινήματος δημιουργεί ένα τεχνητό χάσμα ανάμεσα σε ένα μεγάλο μέρος τους και τις πλατειές μάζες του εργατικού κινήματος. Όπως σημείωνε εμφαντικά ο Λένιν στο βιβλίο του «Αριστερισμός η παιδική αρρώστια του κομμουνισμού» (εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή») «..μόνο με την πρωτοπορία δεν μπορούμε να νικήσουμε. Θα ήταν έγκλημα να ρίξουμε την πρωτοπορία μόνη της στη μάχη..»

Η αποδυνάμωση του ίδιου του ταξικού αγώνα όμως είναι το σημαντικότερο από τα αρνητικά αποτελέσματα τις τακτικής της «ντεφάκτο» διάσπασης των συνδικάτων μέσω των ξεχωριστών κινητοποιήσεων και συγκεντρώσεων. Ας δούμε πως περιγράφεται αυτός ο κύνδινος από τον Λένιν: «..Το σχίσμα του συνδικαλιστικού κινήματος, ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες, αποτελεί τον μεγαλύτερο κίνδυνο. Θα έριχνε την εργατική τάξη πολλά χρόνια πίσω, γιατί η μπουρζουαζία θα μπορούσε να ξαναπάρει εύκολα πίσω τις στοιχειώδεις εργατικές κατακτήσεις. Οι κομμουνιστές πρέπει με κάθε μέσο να εμποδίσουν το συνδικαλιστικό σχίσμα. Με όλα τα μέσα, με όλες τις δυνάμεις των οργανώσεων τους, πρέπει να  εμποδίσουν την εγκληματική ελαφρότητα, με την οποία οι ρεφορμιστές σπάζουν τη συνδικαλιστική ενότητα..» (αποφάσεις 4ου παγκόσμιου συνεδρίου της Κομμουνιστικής Διεθνούς – εκδόσεις Πρωτοποριακή βιβλιοθήκη). Ασφαλώς αυτοί που πάνω απ’ όλους είναι ικανοποιημένοι από τις ξεχωριστές συγκεντρώσεις και απεργίες είναι η κυβέρνηση και οι καπιταλιστές. Αυτοί που απογοητεύονται είναι – όχι «οι συμβιβασμένες ηγεσίες» – αλλά πολλές χιλιάδες εργάτες και ιδιαίτερα οι νέοι εργάτες, που μόνο με τη δική τους συμμετοχή μπορεί να αλλάξει αποφασιστικά η κατάσταση στα συνδικάτα και βέβαια, ο συσχετισμός σε βάρος των «συμβιβασμένων ηγεσιών».

Μήπως όμως αυτή η τακτική «ασκεί πίεση» και «αποκαλύπτει το ρόλο των συμβιβασμένων ηγεσιών» όπως υποστηρίζει η ηγεσία του ΠΑΜΕ; Ασφαλώς όχι. Αντίθετα ευνοεί την κυρίαρχη συνδικαλιστική γραφειοκρατία της ΓΣΕΕ. Της δίνει τη δυνατότητα να καπηλεύεται την ενότητα, ενώ την ενότητα που χτίζεται στην αγωνιστική  δράση για τα συμφέροντα των εργατών στην κυριολεξία την τρέμει. «Οι ρεφορμιστές είναι εκείνοι που χρειάζονται τώρα τη διαίρεση ενώ οι κομμουνιστές θέλουν να ενώσουν όλες τις δυνάμεις της εργατικής τάξης ενάντια στον καπιταλισμό» (Αποφάσεις 4ου συνεδρίου Κ.Δ – Εκδόσεις Πρωτοποριακή βιβλιοθήκη). Οι χιλιάδες αγνοί συνδικαλισμένοι εργάτες που στήριξαν τις συμβιβασμένες ηγεσίες, με τις ξεχωριστές κινητοποιήσεις δε βοηθούνται να κατανοήσουν τον ρόλο των ηγετών τους, αλλά εγκαταλείπονται στην τύχη τους.

Πώς θα ξεπεράσουν οι εργάτες τις προδοτικές ηγεσίες

Οι προδοτικές συνδικαλιστικές ηγεσίες δεν έχουν επιβληθεί τεχνητά στην ηγεσία του εργατικού κινήματος. Η ύπαρξή τους αντανακλά μια μακρόχρονη περίοδο ηττών και υποχώρησης του κινήματος. Η αλλαγή τους με νέες και μαχητικές δε θα γίνει αυτόματα με την απλή μέθοδο των κραυγών και των καταγγελιών. Θα προέλθει μέσα από το «σχολείο» μεγάλων ταξικών αγώνων, στους οποίους θα δοκιμαστούν ξανά και οι παλιές και οι ανερχόμενες ηγεσίες.

Τα πλατιά στρώματα των εργατών μαθαίνουν πάντα μέσα από την εμπειρία τους. Αρχίζοντας να μπαίνουν στον αγώνα μετά από μια περίοδο ηττών και αδράνειας, στρέφονται πρώτα προς τις παραδοσιακές, παλιές ηγεσίες τους, ασκώντας τους έντονες πιέσεις και περνώντας τις κινήσεις τους από «μικροσκόπιο». Μόνο ζώντας τις από κοντά σε κάθε επεισόδιο του ταξικού αγώνα, ξεκινούν να βγάζουν με έναν πιο αποφασιστικό και ταχύ τρόπο οριστικά συμπεράσματα για τον ρόλο τους.

Η αύξηση της δυσπιστίας των απλών εργατών για τις παλιές ηγεσίες, δε σημαίνει μια αυτόματη και εύκολη εγκατάλειψη τους.  Συνοδεύεται από μεγάλα αποθέματα δυσπιστίας επίσης για όλους όσοι διεκδικούν τον τίτλο του ασυμβίβαστου και του «ταξικού». Αποφασιστικά ριγμένοι στον ταξικό αγώνα, οι εργάτες θέλουν οι τίτλοι αυτοί να κερδίζονται και να αποδεικνύονται στην πράξη, μέσα στην ίδια τη μάχη. Και ασφαλώς ένα από τα βασικά κριτήρια για την τελική ετυμηγορία των εργατών είναι η ειλικρινής υπεράσπιση της ενότητας σ’ αυτή τη μάχη. Αγωνιστές, που υποτιμούν την ενότητα και προτείνουν ξεχωριστούς δρόμους στον αγώνα από αυτούς των πλατειών εργατικών μαζών, οι εργάτες τους βλέπουν με δυσπιστία και δεν μπορούν ποτέ να κερδίσουν την εμπιστοσύνη τους.  Να γιατί η επεξεργασία μιας άλλης τακτικής, που δε θα υποτιμά, αλλά θα προάγει και θα προβάλει το ζήτημα της ενότητας του εργατικού κινήματος, ασφαλώς όχι σαν αυτοσκοπό, για να προλάβουμε τις συνήθεις αντιρρήσεις, αλλά πάντα σαν μέσο, για να δοθούν με καλύτερους όρους οι ταξικές μάχες των εργαζόμενων, είναι ένα ζήτημα ζωτικής σημασίας, για να μην σπαταληθεί η μαχητικότητα και οι ανιδιοτελείς προθέσεις χιλιάδων αγωνιστών του ΠΑΜΕ.

«Μα τι μας προτείνετε», θα μπορούσε να αντιτάξει ένας θερμός υποστηριχτής της τακτικής των ξεχωριστών συγκεντρώσεων, «να συμμαχήσουμε και με την ηγεσία της ΠΑΣΚΕ που έχει ξεπουλήσει τα πάντα»; Μπορούμε να προτείνουμε ένα μέτωπο σε χιλιάδες εργάτες που ακολουθούν ρεφορμιστικές οργανώσεις και ηγέτες, αποκλείοντας τις ηγεσίες τους; Σ’ ένα αντίστοιχο ερώτημα απαντούσε η απόφαση της ΕΕ της Κομμουνιστικής Διεθνούς τον Μάρτη του 1922, γραμμένη από τον Τρότσκι: «..Εδώ σίγουρα υπάρχει μια παρανόηση. Αν μπορούσαμε να ενώσουμε τις μάζες γύρω από τη δικιά μας σημαία και να πηδήξουμε πάνω από τις ρεφορμιστικές οργανώσεις δε θα υπήρχε η ανάγκη του Ενιαίου Μετώπου…. Ενδιαφερόμαστε, εκτός των άλλων, με το ενιαίο μέτωπο να βγάλουμε τους ρεφορμιστές από τις τρύπες τους και να τους τοποθετήσουμε μπροστά στα μάτια των αγωνιζόμενων μαζών πλάι μας… Οι μάζες θα καταλάβουν με τη δική τους εμπειρία τον προδοτικό ρόλο των ρεφορμιστών». Κι ασφαλώς η ηγεσία της ΠΑΣΚΕ είναι μια ρεφορμιστική ηγεσία, όπως αυτές που εννοούσε ο Λένιν, και με αυτή την έννοια είναι λαθεμένο να εξαιρείται εκ των προτέρων από την έκκληση για τη δημιουργία ενός ενιαίου μετώπου, γιατί με αυτόν τον τρόπο απομακρύνονται οι χιλιάδες εργάτες που ακόμα έχουν αυταπάτες για τον ρόλο της.

Το ενιαίο εργατικό μέτωπο και η Κομμουνιστική Διεθνής

Ο κατακερματισμός των δυνάμεων του προλεταριάτου και ο έλεγχος του σε σημαντικό βαθμό από την Β’ Διεθνή παρά την προδοτική πολιτική της, ήταν από τα κύρια προβλήματα που απασχόλησαν τη Γ’ Διεθνή μετά το επαναστατικό κύμα που διαδέχτηκε τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη Ρωσική Επανάσταση. Ήταν η περίοδος της υποχώρησης του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος και των ηττών που γνώρισε η επανάσταση σε μια σειρά χώρες όπως Γερμανία, Αυστρία κλπ. που συνοδεύτηκαν από απώλεια των κατακτήσεων της προηγούμενης επαναστατικής περιόδου. Κάτω από την πίεση της αυξανόμενης αθλιότητας, οι μάζες άρχισαν να αναζητούν ένα μέσο για να αντιδράσουν. Κατάλαβαν μέσα από μια σειρά οδυνηρές εμπειρίες ότι με τις παλιές μεθόδους, δηλαδή με τμηματικούς αγώνες και μεμονωμένες κινητοποιήσεις, δεν μπορούσαν να κερδίσουν αιτήματα που αφορούσαν όλη την εργατική τάξη. Οι εργατικές μάζες έβλεπαν ότι η εργατική τάξη ήταν τεμαχισμένη σε διάφορα κόμματα που μάχονταν μεταξύ τους, ενώ η καπιταλιστική τάξη τις αντιμετώπιζε με ενιαία επίθεση. Έμπαινε πλέον ξεκάθαρα το ζήτημα της ενοποίησης των δυνάμεων του προλεταριάτου.

Παντού λάβαιναν χώρα ενωτικές διεργασίες ανάμεσα στους εργαζόμενους για να αντιμετωπίσουν την επίθεση του κεφαλαίου. Οι ρεφορμιστικές ηγεσίες της Β Διεθνούς, της κεντριστικής λεγόμενης «2 ½» Διεθνούς και της συνδικαλιστικής Διεθνούς του Άμστερνταμ πιεζόμενες από το ενωτικό ρεύμα που υπήρχε στις εργατικές μάζες, προσπάθησαν να εκμεταλλευθούν την κατάσταση δημιουργώντας ένα κίνημα υπέρ της ενότητας, αλλά χωρίς και ενάντια στους κομμουνιστές. Όμως, έγκαιρα και με όλα τα μέσα, η Εκτελεστική Επιτροπή της Κομμουνιστικής Διεθνούς αποκάλυψε αυτό το σχέδιο, ανέκτησε την πρωτοβουλία και πέρασε στην αντεπίθεση, καλώντας τους ρεφορμιστές και τους κεντριστείς σε Ενιαίο Εργατικό Μέτωπο εναντίον της μπουρζουαζίας.

Το σκεπτικό της έκκλησης για το Ενιαίο Εργατικό Μέτωπο αναλύθηκε σε απόφαση της Εκτελεστικής Επιτροπής της Διεθνούς ανάμεσα στο Γ’ και στο Δ’ συνέδριό της: «Το Ενιαίο Εργατικό Μέτωπο δεν είναι παρά η ένωση όλων των εργατών που έχουν αποφασίσει να αγωνιστούν ενάντια στον καπιταλισμό. Οι ηγεσίες της Β’ Διεθνούς, καθώς και της 2 ½ Διεθνούς και της συνδικαλιστικής Διεθνούς του Άμστερνταμ, πρόδωσαν τις εργατικές μάζες σε όλα τα πρακτικά ζητήματα της πάλης ενάντια στον καπιταλισμό. Κι αυτή τη φορά, θα προτιμήσουν την ενότητα με την μπουρζουαζία από την ενότητα με το προλεταριάτο. Καθήκον της Κ.Δ.  και των διαφόρων τμημάτων  της είναι να πείσουν, τούτη τη φορά, τις εργατικές μάζες για την υποκρισία των σοσιαλπροδοτών, που αποδείχνονται σαμποταριστές του ενιαίου μετώπου της εργατικής τάξης. Για το σκοπό αυτό, ή απόλυτη ανεξαρτησία, ή πλήρης ελευθερία της κριτικής αποτελούν τους βασικού όρους των ΚΚ. Παρ’ όλες τις ατέλειωτες προδοσίες τους, οι ρεφορμιστές ηγέτες έχουν κατορθώσει να διατηρήσουν την επιρροή τους πάνω στο μεγαλύτερο μέρος των εργατικών οργανώσεων. Δε θα κατορθώσουμε να πάρουμε με το μέρος μας τους εργάτες, επαναλαμβάνοντας για μια ακόμη φορά ότι είναι προδότες. Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι, όταν κυριαρχεί μαχητική διάθεση στις γραμμές των εργατών, να τους δείξουμε ότι οι σοσιαλδημοκράτες δεν έχουν διάθεση να αγωνιστούν όχι μόνο για το σοσιαλισμό, αλλά ακόμη για τις πιο άμεσες διεκδικήσεις τη εργατικής τάξης. Ως σήμερα, δεν κατορθώσαμε ακόμη να τους αποκαλύψουμε. Επιτέλους έχουμε την ευκαιρία να το κάνουμε. Γι’ αυτό, αν  αρνηθούμε να αγωνιστούμε με τους ρεφορμιστές, επειδή αυτοί δε θα αγωνιστούν ποτέ σοβαρά εναντίον της μπουρζουαζίας, που είναι υπηρέτες της, θα έχουνε την επιδοκιμασία των συντρόφων που ξέρουν αυτό το πράγμα, αλλά δε θα πείσουμε ούτε έναν εργάτη από κείνους που ακολουθούν ακόμα τους ρεφορμιστές. Αν όμως συμμετάσχουμε στον αγώνα οι μάζες θα δουν σε λίγο ποιος θέλει πραγματικά τα αγωνιστεί εναντίον τη μπουρζουαζίας και ποιος δε θέλει. Οι σύντροφοί μας, που μας έβλεπαν, στην αρχή με άσχημο μάτι, να καθόμαστε στο ίδιο τραπέζι με του ρεφορμιστές θα καταλάβουν, ότι και εδώ επίσης κάνουμε επαναστατική δουλειά…»

Η τακτική του ΕΕΜ ψηφίστηκε τελικά στο Δ’ συνέδριο της Κ.Δ. Οι αποφάσεις για το Ενιαίο Εργατικό Μέτωπο, όσο η Κομουνιστική Διεθνής ήταν επαναστατική, αποτέλεσαν την κύρια τακτική της στα εθνικά τμήματα αλλά και στο διεθνές πεδίο. Η ανάπτυξη όμως της θερμιδωριανής γραφειοκρατίας στο εσωτερικό της ΕΣΣΔ και η νίκη της πάνω στην Αριστερή Αντιπολίτευση έφερε την εγκατάλειψη αυτής της πολιτικής και την αντικατάσταση από την πολιτική ταξικής συνεργασίας των Λαϊκών Μετώπων που οδήγησε στην ήττα και το αδιέξοδο την επανάσταση στη μια χώρα μετά την άλλη.

  Τι σημαίνει το ενιαίο εργατικό μέτωπο σήμερα

Σε αυτή την τακτική πρέπει να στραφούν σήμερα οι δυνάμεις του εργατικού κινήματος και οι κομμουνιστές αγωνιστές πρέπει να παίξουν στον πρώτο ρόλο για την υιοθέτηση και την υλοποίησή της. Το Ενιαίο Εργατικό Μέτωπο είναι η μόνη πολιτική που μπορεί να συσπειρώσει τους εργάτες και να βάλει τις βάσεις για το ξεπέρασμα των προδοτικών ηγεσιών. Ενιαίο Εργατικό Μέτωπο σήμερα σημαίνει τη συσπείρωση της συντριπτικής πλειοψηφίας των εργατών και των οργανώσεών τους στη βάση των πιο ζωτικών εργατικών αιτημάτων του (δουλειά για όλους, έλεγχος των τιμών, αυξήσεις σε μισθούς, συντάξεις και κοινωνικές δαπάνες, σταμάτημα των ιδιωτικοποιήσεων, εθνικοποίηση των εταιριών που κλείνουν) γύρω από ένα συγκεκριμένο πλαίσιο απεργιακών και άλλων κινητοποιήσεων. Γι’ αυτό, ένα τέτοιο μέτωπο δεν μπορεί να μη συμπεριλάβει τους εκατοντάδες χιλιάδες εργάτες που ακόμα ακολουθούν και υποστηρίζουν τη σοσιαλδημοκρατία, παρά την απροκάλυπτα αστική πολιτική και τις προδοσίες της. Χωρίς τους εργάτες, που ακολουθούν την ΠΑΣΚΕ, δεν μπορεί να χτιστεί ένα αποτελεσματικό μέτωπο μάχης. Ιδιαίτερα σήμερα, που η ηγεσία της ΠΑΣΚΕ αρχίζει να δέχεται τεράστιες πιέσεις από τους εργάτες και μετά από μια περίοδο εγκληματικής αδράνειας και υποχωρητικότητας έχει αναγκαστεί να υιοθετήσει μια αγωνιστική ρητορική, μόνο στη βάση της έκκλησης για ένα Ενιαίο Εργατικό Μέτωπο μπορεί να ξεγυμνωθεί αποφασιστικά μπροστά στους εργάτες και να απομονωθεί γρηγορότερα.

Το Ενιαίο Εργατικό Μέτωπο πρέπει να αποτελεί μια συμφωνία για κοινή δράση των παρατάξεων του ΠΑΜΕ, της ΠΑΣΚΕ και της Αυτόνομης Παρέμβασης (ΣΥΝ), καθώς και κάθε άλλης μικρότερης παράταξης ή πολιτικής συνιστώσας του εργατικού κινήματος. Σε έναν τέτοιο μέτωπο δεν έχουν θέση παρατάξεις της ΝΔ και κάθε αστικού κόμματος ή σχηματισμού, γιατί αυτές έχουν ιδρυθεί όχι για να εκφράσουν μια συγκεκριμένη άποψη για την πορεία του αγώνα του εργατικού κινήματος, αλλά για να παίξουν απεργοσπαστικό ρόλο  εκμεταλλευόμενες τα πιο καθυστερημένα τμήματα των εργατών.

Αυτός είναι ο δρόμος που θα φέρει την περιβόητη αλλαγή των συσχετισμών μέσα στο εργατικό κίνημα, υπέρ των συνεπών ταξικών δυνάμεων που σωστά προπαγανδίζει το ΠΑΜΕ. Ένα τέτοιο μέτωπο καθόλου δεν αποκλείει, αντίθετα επιβάλει την αμείλικτη κριτική στην συνδικαλιστική γραφειοκρατία, που πρέπει να εντείνεται με «τροφή» συγκεκριμένα παραδείγματα υποχωρητικότητας που θα δώσει η στάση της ρεφορμιστικής ηγεσία στην πορεία του ταξικού αγώνα.

Τυχούσα άρνηση των συμβιβασμένων συνδικαλιστικών ηγεσιών να συμπαραταχθούν σε ένα τέτοιο μέτωπο θα αποκάλυπτε την υποκρισία τους και έτσι θα έμπαιναν βάσεις για την ανοιχτή αμφισβήτηση τους από την βάση τους. Έτσι, τόσο η πρόταση αυτή καθαυτή όσο και οι υποστηρικτές της ασφαλώς θα  κέρδιζαν τη συμπάθεια αυτών των εργατών. Στην αντίθετη περίπτωση, μια ενδεχόμενη συμφωνία θα άνοιγε το δρόμο για νέους μαζικούς νικηφόρους αγώνες, πάνω στο έδαφος των οποίων θα αποκαλύπτονταν ποιος υπονομεύει την ενότητα και τον ταξικό αγώνα στα μάτια των ίδιων εργατών.

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα