Ο πρώτος γύρος των εκλογών στη Βραζιλία ολοκληρώθηκε. Η προτεραιότητά μας και ο κεντρικός μας αγώνας τώρα είναι να βοηθήσουμε την εργατική τάξη να νικήσει τον Μπολσονάρο στις κάλπες στις 30 Οκτωβρίου. Για αυτό, πρώτα από όλα, είναι απαραίτητο να κατανοήσουμε την πραγματική αναλογία ψήφων στον πρώτο γύρο. Τα 57,2 εκατομμύρια ψήφοι για τον Λούλα και τα 51 εκατομμύρια ψήφοι για τον Μπολσονάρο αντιστοιχούν στο 48,4% και στο 43,2% των λεγόμενων «έγκυρων ψήφων». Ωστόσο, όταν λάβουμε υπόψη το σύνολο των 156,4 εκατομμυρίων ψηφοφόρων που έχουν δικαίωμα ψήφου στη Βραζιλία, είναι σαφές ότι ο Λούλα έλαβε την ψήφο του 36,6% αυτών και ο Μπολσονάρο μόνο το 32,%, δηλαδή λιγότερο από το ένα τρίτο.
Αν και ο Λούλα κέρδισε 6,2 εκατομμύρια περισσότερες ψήφους από τον Μπολσονάρο στον πρώτο γύρο (και επομένως είναι πολύ πιο πιθανό να κερδίσει στον δεύτερο γύρο), είναι γεγονός ότι η πολιτική γραμμή της εκστρατείας του Λούλα είναι μια συνταγή ήττας, όπως είχαμε προειδοποιήσει πριν από μήνες. Και ακόμη και αυτό το σημαντικό πλεονέκτημα μπορεί να χαθεί. Ο λόγος για τον οποίο η κυβέρνηση Μπολσονάρο, τόσο μισητή από την πλειοψηφία του πληθυσμού, δεν ηττήθηκε αποφασιστικά στον πρώτο γύρο, δεν είναι άλλος από την πολιτική γραμμή εθνικής ενότητας του Λούλα με την αστική τάξη.
Η Μαρξιστική Αριστερά [η Διεθνής Μαρξιστική Τάση στη Βραζιλία] έριξε το σύνθημα Fora Bolsonaro! («Έξω ο Μπολσονάρο!») τον Μάρτιο του 2019, σε αντίθεση με σχεδόν όλα τα κόμματα, τις οργανώσεις και τους αριστερούς ηγέτες, από το PT (Κόμμα των Εργαζομένων) έως το PSOL (Κόμμα του Σοσιαλισμού και της Ελευθερίας), συμπεριλαμβανομένου του Λούλα. Όλοι θυμούνται ότι ο Λούλα βγήκε από τη φυλακή αντιτιθέμενος ανοιχτά στο κίνημα «Fora Bolsonaro» και υπερασπιζόμενος την ιδέα ότι η τετραετής θητεία του Μπολσονάρο πρέπει να γίνει σεβαστή. Η αλήθεια είναι ότι η κυβέρνηση Μπολσονάρο θα μπορούσε να είχε ανατραπεί πριν από το 2022, στους δρόμους. Ωστόσο, οι ηγεσίες του εργατικού και νεολαιίστικου κινήματος [PT, CUT (Ενοποιημένο Κέντρο Εργαζομένων), PSOL, PCdoB (Κομμουνιστικό Κόμμα Βραζιλίας), UNE (Εθνική Ένωση Φοιτητών), τα μεγάλα συνδικάτα] εμπόδισαν την ανάπτυξη μαζικών κινητοποιήσεων κατά της κυβέρνησης – ιδιαίτερα αυτές που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ Μαΐου και Ιουλίου του περασμένου έτους – και εργάστηκαν για να διοχετεύσουν τη λαϊκή δυσαρέσκεια στον εκλογικό στίβο, δηλαδή στην έδρα της αστικής τάξης.
Ο Μπολσονάρο, επικεφαλής της κρατικής μηχανής, χρησιμοποίησε όλα τα όπλα που είχε στη διάθεσή του για να συγκρατήσει την πτώση της δημοτικότητάς του. Χρησιμοποίησε μια σειρά εκλογικών μέτρων, όπως η αύξηση του Auxílio Brasil (πρώην Bolsa Família, ένα πρόγραμμα κοινωνικής πρόνοιας) σε 600,00R$ και η αύξηση του αριθμού των δικαιούχων· φορολογικές μειώσεις για πτώση της τιμής της βενζίνης· οφέλη για οδηγούς φορτηγών και ταξιτζήδες κ.λπ. Οι βελτιώσεις στους γενικούς οικονομικούς δείκτες (έστω και αν αυτές ήταν μικρές και αναιμικές) και η πανδημία που τελικά άρχισε να τίθεται υπό έλεγχο (που, φυσικά, συνέβη παρά τον Μπολσονάρο) μπορεί επίσης να ωφέλησαν την κυβέρνηση επί του παρόντος.
Μπολσοναρισμός: μια ανθεκτική μειοψηφία
Σε κάθε περίπτωση, το αποτέλεσμα του πρώτου γύρου δείχνει ότι ο Μπολσοναρισμός μπόρεσε να διατηρήσει μια πιστή βάση ψηφοφόρων, εκλέγοντας μια σειρά από βουλευτές, γερουσιαστές και κυβερνήτες στις πολιτείες. Αλλά αυτή η παρατήρηση δεν μπορεί να μας οδηγήσει σε ιμπρεσιονιστικές εκτιμήσεις που διογκώνουν την πραγματική δύναμη του Μπολσονάρο και των οπαδών του. Οι αριθμοί δείχνουν επίσης ότι συνεχίζουν να έχουν μια μειοψηφική υποστήριξη στο σύνολο της κοινωνίας και ότι, πιθανότατα, ο Μπολσονάρο είναι ο πρώτος πρόεδρος που δεν θα επανεκλεγεί στη Βραζιλία από τότε που θεσπίστηκε ο νόμος επανεκλογής. Ο Μπολσονάρο κέρδισε μόνο σε 2.192 δήμους, ενώ ο Λούλα κέρδισε σε 3.378. Ο Μπολσονάρο ηττήθηκε σε 660 πόλεις που είχε κερδίσει το 2018, συμπεριλαμβανομένου του Σάο Πάολο, της μεγαλύτερης πόλης και του κύριου πολιτικού και οικονομικού κέντρου της χώρας.
Ωστόσο, είναι σημαντικό εδώ να αναλύσουμε τα αποτελέσματα του Λούλα και του PT, και την αδυναμία τους να κερδίσουν την πλειοψηφία των ψήφων για να νικήσουν τον Μπολσονάρο στον πρώτο γύρο. Είναι απαραίτητο να καταλάβουμε γιατί, για παράδειγμα, η υποψηφιότητα των Λούλα-Αλκμίν δεν μπόρεσε να κινητοποιήσει τους περισσότερους από τους 38 εκατομμύρια ψηφοφόρους που δεν ψήφισαν κανέναν (συμπεριλαμβανομένων των λευκών ψήφων, των άκυρων ψηφοδελτίων και της αποχής) σε αυτές τις εκλογές. Είναι αλήθεια ότι η πόλωση μείωσε τον αριθμό των «μη ψήφων», ιδιαίτερα των λευκών και άκυρων ψηφοδελτίων, αλλά παρόλα αυτά υπήρξε ένας τεράστιος αριθμός ψηφοφόρων που δεν ψήφισε κανέναν υποψήφιο. Αυτό μπορεί να εξηγηθεί μόνο από την επιμονή για μια γενική απαξίωση των εκλογών, των κομμάτων και των υποψηφίων, δηλαδή της αστικής δημοκρατίας.
Η κατάρρευση των πιο παραδοσιακών αστικών πολιτικών κομμάτων είναι μια άλλη απόδειξη αυτού. Το PSDB (Βραζιλιάνικο Κόμμα της Σοσιαλδημοκρατίας), το αγαπημένο κόμμα της αστικής τάξης, αυτό που είναι πιο ευθυγραμμισμένο με το διεθνές χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, βρίσκεται σε κρίση και δεν κατάφερε να έχει υποψήφιο πρόεδρο. Στο Σάο Πάολο, όπου κυβερνούν από το 1994, ο υποψήφιός τους για την κυβέρνηση και νυν κυβερνήτης (Ροντρίγκο Γκαρσία) δεν πέρασε καν στον δεύτερο γύρο. Ο λεγόμενος «τρίτος δρόμος», όπως και το 2018, έφερε φτωχά αποτελέσματα.
Σε αυτή τη συγκυρία, η γραμμή που ανέπτυξε το ΡΤ είναι μια γραμμή υπεράσπισης της αστικής δημοκρατίας, της αστικής τάξης και των θεσμών της: είναι μια γραμμή ταξικής συμφιλίωσης. Ο Λούλα έβαλε την υπογραφή του σε μια δήλωση για την υπεράσπιση των σάπιων αστικών θεσμών και σχηματίζει συμμαχίες με αστικά κόμματα και υποψηφίους (που εκπροσωπούνται από τον υποψήφιο αντιπρόεδρό του, Γκεράλντο Αλκμίν). Την παραμονή του πρώτου γύρου συναντήθηκε με επιχειρηματίες και τραπεζίτες. Αυτή είναι η γραμμή της ήττας, η οποία οδήγησε το PT στο ναυάγιο και προετοίμασε το έδαφος για την απομάκρυνση της πρώην προέδρου Ντίλμα Ρούσεφ από την προεδρία και ευνόησε την ανάπτυξη του Μπολσοναρισμού.
Αξίζει να θυμηθούμε ότι η δημοτικότητα της κυβέρνησης της Ντίλμα Ρούσεφ ήταν περίπου 10% την παραμονή της αποπομπής της και το PT υπέστη πολλές εκλογικές ήττες τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα στα κύρια πολιτικά και οικονομικά κέντρα της χώρας. Σήμερα, μετά από την εμπειρία 13 ετών ταξικής συνεργασίας με την αστική τάξη και τις αμέτρητες προδοσίες εκείνης της περιόδου, που προστέθηκαν στις επιθέσεις των ίδιων αστικών θεσμών που υπερασπίζεται το PT, συμπεριλαμβανομένης της δημόσιας γελοιοποίησης του Λούλα και της φυλάκισής του, το PT δεν κατέχει ούτε καν την σκιά του πολιτικού κύρους που είχε κάποτε.
Σε αυτόν τον πρώτο γύρο, είδαμε τη βραζιλιάνικη Αριστερά να πραγματοποιεί την πιο δεξιά εκστρατεία της από το τέλος της δικτατορίας στη χώρα. Οι υποψήφιοι του PT, του PCdoB και του PSOL εξέφρασαν, ως επί το πλείστον, πολιτικές μιας φιλελεύθερης Αριστεράς, φωνάζοντας για την υπεράσπιση της αστικής δημοκρατίας και του μεταμοντερνισμού, εκφράζοντας μια «πολυταξική» και βασισμένη στην πολιτική των ταυτοτήτων προοπτική για τον δημόσιο διάλογο. Είναι απαραίτητο να σημειωθεί πως υπήρξε απουσία οποιασδήποτε συζήτησης που βασιζόταν στους αγώνες μεταξύ εκμεταλλευτών και εκμεταλλευόμενων, η οποία θα ενοποιούσε τις σκληρές εμπειρίες όλων των στρωμάτων του προλεταριάτου υπό την κυβέρνηση Μπολσονάρο. Εν όψει αυτού, πολλά στρώματα του προλεταριάτου οδηγήθηκαν να ερμηνεύσουν την κατάσταση μέσα από τεχνητούς φακούς, αντανακλώντας θρησκευτικές και ηθικές προκαταλήψεις, οι οποίες διαδίδονται από τους άμεσους και έμμεσους πράκτορες των κυρίαρχων τάξεων.
Κριτική υποστήριξη στον Λούλα
Ωστόσο, παρ’ όλα αυτά, η συντριπτική πλειοψηφία της εργατικής τάξης και της συνειδητοποιημένης νεολαίας χρησιμοποιούν το ορατό εργαλείο – την υποψηφιότητα του Λούλα – για να νικήσουν την κυβέρνηση του Μπολσονάρο. Παρά τον Αλκμίν, παρά την υπεράσπιση της αστικής τάξης, παρά την πολιτική γραμμή που δεν ενθαρρύνει μια μαχητική εκστρατεία, και η οποία μόλις τις τελευταίες εβδομάδες έκανε μια προσπάθεια να αυξήσει τη συμμετοχή στις συγκεντρώσεις στους δρόμους.
Η Μαρξιστική Αριστερά έχει ήδη υπερασπίσει τη θέση για κριτική ψήφο υπέρ του Λούλα στον πρώτο γύρο και επαναλαμβάνει αυτή τη θέση για τον δεύτερο γύρο. Ψηφίστε τον Λούλα για να ηττηθεί ο Μπολσονάρο και συνεχίστε τον αγώνα για τα άμεσα και ιστορικά αιτήματα της εργατικής τάξης. Επιβεβαιώνουμε επίσης ότι σε αυτόν τον δεύτερο γύρο, στο Σάο Πάολο, την Μπαΐα, τον Σεργίπε και τη Σάντα Καταρίνα, υποστηρίζουμε την κριτική ψήφο στους υποψήφιους του PT για τη θέση του κυβερνήτη έναντι των υποψηφίων των αστικών κομμάτων.
Όποιο κι αν είναι το τελικό αποτέλεσμα αυτών των εκλογών, είναι απαραίτητο να ενισχυθεί η ανεξάρτητη οργάνωση της νεολαίας και των εργαζομένων. Ο Μπολσονάρο μπορεί να ηττηθεί, αλλά ο Μπολσοναρισμός επιβιώνει και έχει αποκτήσει σημαντική βάση στο κοινοβούλιο. Η κοινωνική πόλωση και η εμφάνιση λαϊκιστικών και ακροδεξιών πολιτικών εκφράσεων δεν είναι μοναδικό φαινόμενο μόνο στη Βραζιλία. Οι πρόσφατες ιταλικές εκλογές έδωσαν τη νίκη σε ένα κόμμα με άμεση ιστορική σύνδεση με τον Μουσολίνι. Στην Αγγλία, η διάδοχος του Μπόρις Τζόνσον, η Λιζ Τρας, βασίζεται στην παράδοση της Μάργκαρετ Θάτσερ (αν και με μικρή επιτυχία)· στις ΗΠΑ, ο Τραμπισμός εξακολουθεί να είναι ισχυρός.
Από την άλλη, η εργατική τάξη επιδιώκει να εκφράσει την αντίσταση και τον αγώνα της με όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή της. Έτσι είδαμε την πρόσφατη εκλογή του Μπόριτς στη Χιλή, του Πέτρο στην Κολομβία, τη μαζική ψήφο για τον [αρχηγό του PSOL] Μπούλος στο Σάο Πάολο, καθώς και την πιθανή εκλογή του Λούλα ως προέδρου. Βλέπουμε επίσης το κύμα απεργιών στις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο και την εξέγερση των Ιρανών γυναικών τις τελευταίες εβδομάδες. Η βαθιά διεθνής κρίση του καπιταλιστικού συστήματος μπορεί μόνο να οδηγήσει σε περισσότερες προσπάθειες από την άρχουσα τάξη για να επιτεθεί στο προλεταριάτο και αυτό θα οδηγήσει σε μια διαρκώς εντεινόμενη ταξική πάλη. Δεν υπάρχει λύση στον καπιταλισμό, ούτε στη Βραζιλία ούτε σε καμία χώρα του κόσμου.
Είναι απαραίτητο να εξηγήσουμε, να δράσουμε, να πολεμήσουμε, να κερδίσουμε όλο και περισσότερους νέους και εργαζόμενους σε μια γραμμή ταξικής ανεξαρτησίας και αγώνα για τον σοσιαλισμό. Οι περισσότεροι από τους νέους που βγήκαν στους δρόμους μετά τις διαδηλώσεις κατά των περικοπών στην Εκπαίδευση το 2019, που εξέπληξαν την τρομαγμένη Αριστερά αψηφώντας την κυβέρνηση με μαζικές κινητοποιήσεις ήδη τον Μάιο εκείνου του έτους, αυτή η νεολαία που μετέτρεψε το Καρναβάλι του 2020 σε φεστιβάλ «Έξω ο Μπολσονάρο», και που αργότερα οργανώθηκε για να ανατρέψει τον Μπολσονάρο εν μέσω της πανδημίας και βγήκε στους δρόμους πέρυσι, αυτή η νεολαία υποστήριξε την υποψηφιότητα του Λούλα σε αυτόν τον πρώτο γύρο για να απαλλαγεί από τον Μπολσονάρο. Αυτή η νεολαία αντιπροσωπεύει μια προοπτική από το μέλλον της εργατικής τάξης και σε αυτήν, κυρίως, απευθυνόμαστε.
Στον δεύτερο γύρο θα συνεχίσουμε τον αγώνα που δώσαμε στον πρώτο. Θα παλέψουμε για μια κριτική ψήφο στον Λούλα, εξηγώντας, ταυτόχρονα, τη σαπίλα του καπιταλιστικού καθεστώτος και την ανάγκη μιας σοσιαλιστικής επανάστασης για να σταματήσει ο δρόμος προς τη βαρβαρότητα.
Η Μαρξιστική Αριστερά συμμετείχε σε αυτές τις εκλογές, κατεβάζοντας υποψηφίους που δεν είχαν αυταπάτες στους αστικούς θεσμούς, που διαμορφώθηκαν από την άρχουσα τάξη με σκοπό τη διατήρηση της κυριαρχίας της. Εξηγήσαμε την ανάγκη για αγώνα και οργάνωση για την οικοδόμηση μιας νέας κοινωνίας. Το ψήφισμα της Εθνικής Συνδιάσκεψής μας για τις εκλογές, που πραγματοποιήθηκε στις 2-3 Ιουλίου, καθόρισε τους στόχους μας στην παρέμβασή μας στις εκλογές:
«Η επιτυχία της εκλογικής μας παρέμβασης δεν θα μετρηθεί, σε καμία περίπτωση, από τον αριθμό των ψήφων στις υποψηφιότητες που θα κατεβάσουμε στις εκλογές, αλλά μάλλον, και βασικά, από τον αριθμό των νέων συντρόφων που θα κερδίσουμε, των νέων πυρήνων που θα συγκροτηθούν και, επίσης, από την οικονομική εξόρμηση που θα γίνει ώστε να εγγυηθεί την οικονομική ανεξαρτησία μας που με τη σειρά της εγγυάται την πολιτική ανεξαρτησία και που παρέχει τα μέσα για την οικοδόμηση της επαναστατικής οργάνωσης».
Οι εκστρατείες μας εξήγησαν την αλήθεια, παρουσιάζοντας μια επαναστατική πλατφόρμα, εξηγώντας την ανάλυσή μας και την ανάγκη να αγωνιστούμε για την οικοδόμηση ενός νέου κόσμου, θέτοντας ως κεντρικό καθήκον, σε κάθε δραστηριότητα, την ενίσχυση της επαναστατικής οργάνωσης. Μοιράσαμε φυλλάδια σε σχολεία, πανεπιστήμια και χώρους εργασίας· οργανώσαμε συναντήσεις και συζητήσεις· συγκεντρώσαμε νέες επαφές και έχουν ήδη αρχίσει να μπαίνουν νέοι αγωνιστές στις τάξεις μας. Μια μεγάλη προσπάθεια δηλαδή μέσα στον ωκεανό των οπορτουνιστικών και ευκαιριακών εκστρατειών, μεταξύ των οποίων και της Αριστεράς. Είμαστε περήφανοι που δίνουμε αυτόν τον αγώνα αρνούμενοι πόρους από το κόμμα και το εκλογικό ταμείο, υπερασπιζόμενοι τη μαχητική αυτοχρηματοδότηση των κομμάτων και των υποψηφίων που εκπροσωπούν την εργατική τάξη.
Χαιρετίζουμε επίσης την επανεκλογή του συντρόφου Γκλάουμπερ Μπράγκα [PSOL] στη θέση του ομοσπονδιακού βουλευτή στο Ρίο ντε Τζανέιρο, που υποστηρίζεται από τη Μαρξιστική Αριστερά. Αυτό σημαίνει τη συνέχιση μιας εντολής στην οποία δώσαμε σημαντικούς κοινούς αγώνες, όπως ο αγώνας ενάντια στη συμμαχία του PSOL με το [αστικό κόμμα] REDE (Δίκτυο Βιωσιμότητας) και για να έχει το κόμμα τον δικό του προεδρικό υποψήφιο. Τα αποτελέσματα του PSOL, όπως η αύξηση από 10 σε 12 ομοσπονδιακούς βουλευτές, θα μπορούσαν να ήταν ακόμη πιο εντυπωσιακά αν δεν υπήρχε η πολιτική που ανέπτυξε η ηγεσία του κόμματος, της προσαρμογής στο PT και της ταξικής συμφιλίωσης. Είθε η εντολή στον σύντροφο Γκλάουμπερ να συνεχίσει να αποτελεί σημείο στήριξης για την οργάνωση και τον αγώνα των νέων και των εργαζομένων.
Μέχρι τις 30 Οκτωβρίου, υπερασπιζόμαστε τη μέγιστη δυνατή ενότητα και κινητοποίηση για να νικήσουμε την κυβέρνηση του Μπολσονάρο. Καλούμε όλους να συμμετέχουν σε αυτόν τον αγώνα και να ενταχθούν στις γραμμές της Μαρξιστικής Αριστεράς.
- Έξω ο Μπολσονάρο!
- Κάτω ο καπιταλισμός!
- Για μια εργατική κυβέρνηση, χωρίς αφεντικά και στρατηγούς!
- Ζήτω ο διεθνής σοσιαλισμός!