Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΕπικαιρότηταΔιεθνήΕΕ χωρίς ΗΠΑ; ένα σκοτεινό μονοπάτι για τον ευρωπαϊκό καπιταλισμό

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

ΕΕ χωρίς ΗΠΑ; ένα σκοτεινό μονοπάτι για τον ευρωπαϊκό καπιταλισμό

Τι εκφράζει και τι σηματοδοτεί η επιθετική στάση του Τραμπ έναντι της ΕΕ. Ανάλυση από την ιστοσελίδα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (www.marxist.com).

Πριν ακόμη εκλεγεί ο Τραμπ, ένα ευρωπαϊκό think tank είχε δηλώσει ότι βρίσκεται σε εξέλιξη «η μεγαλύτερη κρίση στις διατλαντικές σχέσεις από την κρίση του Σουέζ» («Κ.Ε»: η κρίση που ξέσπασε το καλοκαίρι του 1956 αμέσως μετά την εθνικοποίηση της διώρυγας του Σουέζ από την Αίγυπτο). Η εκλογή του Τραμπ έχει βαθύνει περαιτέρω αυτή την κρίση. Ο νέος Πρόεδρος των ΗΠΑ έχει απειλήσει με επιβολή δασμών 20% σε όλες τις εισαγωγές από Ευρώπη. Έχει απειλήσει να προσαρτήσει τη Γροιλανδία και ζήτησε από τα ευρωπαϊκά μέλη του ΝΑΤΟ να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες στο 5% του ΑΕΠ.

Όλα αυτά απορρέουν από την τακτική του Τραμπ που αντιπροσωπεύει μια ρήξη με την παραδοσιακή πολιτική του αμερικανικού ιμπεριαλισμού τη μεταπολεμική περίοδο. Το πρόβλημα είναι ότι η ευρωπαϊκή αστική τάξη έχει βασιστεί αποκλειστικά πάνω σ’ αυτή την πολιτική, δηλαδή στο ότι ο ιμπεριαλισμός των ΗΠΑ θα διατηρεί, με οποιοδήποτε κόστος, την ιδιότητά του ως ο διαιτητής αυτού που σήμερα αποκαλείται «η παγκόσμια τάξη βασισμένη σε κανόνες».

Όλοι οι Αμερικανοί Πρόεδροι μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης έχουν έως τώρα προσπαθήσει να διατηρήσουν την πλήρη κυριαρχία των ΗΠΑ σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο. Αλλά αυτό έρχεται όλο και περισσότερο σε αντίθεση με την πραγματικότητα.

Με την αμερικανική βιομηχανία να αντιμετωπίζει όλο και μεγαλύτερο ανταγωνισμό από ανερχόμενους αντιπάλους της, ο Τραμπ σκοπεύει να κλείσει την πόρτα σε όσους υπονομεύουν τις αμερικάνικες αγορές. Αυτό σημαίνει δασμούς, όχι μόνο στα κινεζικά προϊόντα, αλλά και στα ευρωπαϊκά.

Ένας οικονομικός πόλεμος θα προσθέσει περισσότερα δεινά στην ΕΕ που βρίσκεται ήδη σε αδιέξοδο. Θα εμποδίσει την πρόσβαση της ΕΕ στη μεγαλύτερη της εξαγωγική αγορά, τις ΗΠΑ, και επιπρόσθετα, θα αναγκάσει την Κίνα να αναζητήσει άλλες αγορές, συμπεριλαμβανομένης της ευρωπαϊκής αγοράς, για να πουλήσει το δικό της πλεόνασμα.

Αλλά, αυτή είναι μόνο η αρχή των προβλημάτων που έχει να αντιμετωπίσει η ΕΕ. Η πολιτική του Τραμπ δεν αφορά μόνο τον προστατευτισμό, αλλά σημαντικές γεωπολιτικές, ιμπεριαλιστικές ανακατατάξεις.

Οι πρόσφατες δηλώσεις του Τραμπ ότι θα αποσπάσει εδάφη και περιοχές από γειτονικές χώρες και από τους συμμάχους των ΗΠΑ, έμοιαζαν σε πολλούς παρανοϊκές. Ωστόσο, η πολιτική του Τραμπ αντιπροσωπεύει μια πιο ψυχρή αξιολόγηση των προκλήσεων που αντιμετωπίζει ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός στην παρούσα φάση. Η προσπάθεια επιβολής της ηγεμονίας των ΗΠΑ παντού και ταυτόχρονα, οδήγησε στη μία πανωλεθρία μετά την άλλη: στο Αφγανιστάν, τη Συρία, την Ουκρανία.

Ο Τραμπ σκοπεύει να διορθώσει αυτή την πολιτική και να αναγνωρίσει έμπρακτα ότι οι ΗΠΑ, ενώ εξακολουθούν να είναι η μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη στον κόσμο, δεν είναι τόσο ισχυρές όσο στο παρελθόν και δεν έχουν ανεξάντλητους πόρους. Από εδώ και μπρος, ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός πρέπει να επιλέγει ποιες μάχες θα δίνει. Αυτό σημαίνει ενίσχυση της δύναμης των ΗΠΑ σε εκείνα τα μέρη του πλανήτη όπου έχουν ζωτικά συμφέροντα και επικέντρωση των δυνάμεών τους ενάντια σε έναν βασικό ανταγωνιστή, την Κίνα.

Υπάρχει μια αναμφισβήτητη λογική σε αυτό. Αυτό όμως σημαίνει πολλά πράγματα. Σημαίνει ότι ο ιμπεριαλισμός των ΗΠΑ πρέπει να εγκαταλείψει την υποκριτική προσποίηση της υποστήριξης μιας λεγόμενης «τάξης βασισμένης σε κανόνες». Σημαίνει ότι οι ΗΠΑ πρόκειται να επιβάλουν τον άμεσο έλεγχό τους σε όλους τους γείτονές τους: τον Καναδά, το Μεξικό, τον Παναμά, και βεβαίως τη Γροιλανδία.

Ο Τραμπ ελπίζει να ισχυροποιήσει την παρουσία των ΗΠΑ σε περιοχές στρατιωτικής και οικονομικής σημασίας, όπως αυτές της Γροιλανδίας και της Ανταρκτικής. Η περιοχή του Ειρηνικού είναι επίσης μια άλλη περιοχή ζωτικής γεωστρατηγικής σημασίας για το αμερικανικό κεφάλαιο. Αλλά η Ευρώπη δεν εμπίπτει πλέον σ’ αυτό το κριτήριο. Το κέντρο της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας έχει μετατοπισθεί από τον Ατλαντικό ωκεανό και την Ευρώπη στον Ειρηνικό ωκεανό.

Το ΝΑΤΟ ιδρύθηκε για την εξασφάλιση της κυριαρχίας των ΗΠΑ επί της Ευρώπης, ειδικότερα ενάντια στην απειλή της Σοβιετικής Ένωσης. Οι ΗΠΑ δαπανούν το 65% του στρατιωτικού τους προϋπολογισμού σε μια συμμαχία που δεν εξυπηρετεί απόλυτα τα πραγματικά οικονομικά και στρατιωτικά τους συμφέροντα. Ο Τραμπ λοιπόν, από τη σκοπιά των συμφερόντων του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, έχει δίκιο που θεωρεί αυτή τη συμμαχία ασύμφορη. Έχει χαρακτηρίσει τους Ευρωπαίους «τζαμπατζήδες» και έχει απειλήσει ότι αν τα μέλη του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη δεν αυξήσουν τις στρατιωτικές τους δαπάνες στο 5 % του ΑΕΠ, είναι πρόθυμος να αποχωρήσει εντελώς από τη συμμαχία.

Όσο διαταράσσονται οι διατλαντικές εμπορικές και αμυντικές σχέσεις, τόσο το ΝΑΤΟ και η ΕΕ θα αντιμετωπίζουν τον πολύ υπαρκτό κίνδυνο της διάλυσης το επόμενο χρονικό διάστημα. Μια τέτοια προοπτική θα αποδειχθεί απολύτως καταστροφική για την ευρωπαϊκή αστική τάξη.

Ο ευρωπαϊκός καπιταλισμός είναι στενά συνδεδεμένος με τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου πολέμου και έπειτα. Μέσω του ΝΑΤΟ, ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός προσέφερε μια ομπρέλα προστασίας για τα μικρά ιμπεριαλιστικά κράτη της Ευρώπης, τα οποία τελικά δημιούργησαν την Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά τα αντικρουόμενα εθνικά τους συμφέροντα, ώστε να ανταγωνιστούν τις ΗΠΑ, την Ιαπωνία και αργότερα την Κίνα στις διεθνείς αγορές. Αυτό έθεσε την οικονομική βάση για την αναγέννηση του ευρωπαϊκού καπιταλισμού και συγκεκριμένα του γερμανικού, μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.

Όταν το Βερολίνο έπεσε στους «Συμμάχους» το 1945, οι Βρετανοί και οι Γάλλοι ιμπεριαλιστές έλπιζαν να βγάλουν εκτός μάχης τον γερμανικό ιμπεριαλισμό, βάζοντας τέλος μια για πάντα τη Γερμανία ως βιομηχανικό έθνος. Έκλειναν τα εργοστάσια το ένα μετά το άλλο, τόνοι υλικών μεταφέρονταν στο εξωτερικό και οι βιομηχανίες μεταφέρονταν είτε στη Μεγάλη Βρετανία, είτε στη Γαλλία.

Αν είχε αφεθεί η τύχη της Γερμανίας στις ευρωπαϊκές δυνάμεις, θα είχε εξαναγκαστεί να αποδεχθεί μία πολύ ταπεινωτική δεύτερη «Συνθήκη των Βερσαλλιών». Η παρέμβαση όμως των ΗΠΑ έβαλε τέλος σ’ αυτές τις προσπάθειες. Οι ΗΠΑ ήθελαν να ανοικοδομήσουν μια ισχυρή βιομηχανική Δυτική Γερμανία ως αντίβαρο στη Σοβιετική Ένωση. Έπρεπε να την ανοικοδομήσουν για να προλάβουν μια ενδεχόμενη επανάσταση, αλλά και για να ανακόψουν την ανάπτυξη των κουμμουνιστικών δυνάμεων στην Ευρώπη. Επομένως ανέπτυξαν μια πολιτική για την ανοικοδόμηση του ευρωπαϊκού καπιταλισμού, αναγκάζοντας όλες τις μικρές ευρωπαϊκές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις να συνενωθούν κάτω από την ομπρέλα μιας ένωσης, η οποία θα ελεγχόταν ουσιαστικά από τις ΗΠΑ.

Έτσι, από τις αρχές της δεκαετίας του 1950, οι ΗΠΑ διέθεσαν μεγάλα ποσά μέσω των Πακέτων Μάρσαλ για να βοηθήσουν στην ανοικοδόμηση της Ευρώπης. Δόθηκαν φθηνά δάνεια και τα παλιότερα διαγράφηκαν. Υπό την πίεση των ΗΠΑ, οι ευρωπαϊκές δυνάμεις ίδρυσαν την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ) τον προκάτοχό της ΕΕ.

Φυσικά, η ΕΕ και οι προγενέστερες μορφές της δεν αποτελούσαν όχημα μόνο των συμφερόντων των ΗΠΑ. Οι ευρωπαϊκές αστικές τάξεις είχαν τα δικά τους ξεχωριστά συμφέροντα, τα οποία σε πολλές περιπτώσεις έρχονταν σε αντίθεση με αυτά των ΗΠΑ. Ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός δεν είχε την πρόθεση να αφήσει τον ευρωπαϊκό ιμπεριαλισμό να αναδειχθεί ως ένας ισχυρός στρατιωτικός αντίπαλος και έθετε πάντα όρια στην υποστήριξη που θα παρείχε στην ευρωπαϊκή ενοποίηση.

Καθ’ όλη την διάρκεια της μεταπολεμικής περιόδου, οι ΗΠΑ ήταν ιδιαίτερα προσεκτικές στο ενδεχόμενο δημιουργίας μιας κοινής αμυντικής πολιτικής ανεξάρτητης από το ΝΑΤΟ. Παρόλα αυτά, για μια ολόκληρη περίοδο, η καπιταλιστική Ευρώπη βγήκε κερδισμένη από αυτές τις συμφωνίες αν και όλες οι στρατιωτικές διακυρήξεις της για τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού στρατού είχαν υπονομευθεί από τις ΗΠΑ. Με την βοήθεια του ΝΑΤΟ, ο στρατιωτικός της προϋπολογισμός έμεινε σε σχετικά χαμηλά επίπεδα και τα διαθέσιμα μετρητά διοχετεύονταν σε επενδύσεις.

Η οικονομική ισχύς των ΗΠΑ ήταν η βάση πάνω στην οποία αυτές μπόρεσαν να κυριαρχήσουν στην Ευρώπη. Τα τελευταία χρόνια όμως, όλοι οι παράγοντες που επέτρεψαν στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό να ενισχύσει και να ενοποιήσει τον ευρωπαϊκό καπιταλισμό, έχουν δημιουργήσει πολλές νέες αντιθέσεις και προβλήματα.

Από τις αρχές του 1990 και μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, έπαυσε η ανάγκη προστασίας της Ευρώπης από τον εξωτερικό αυτό εχθρό. Το ΝΑΤΟ παρέμεινε ένα χρήσιμο όργανο για την προώθηση των δυτικών (αμερικανικών) συμφερόντων στη σφαίρα επιρροής εκείνων των χωρών που μέχρι πρότινος ήταν τμήμα της Σοβιετικής Ένωσης.

Η δημιουργία της ΕΕ το 1993 ήταν πρωτοβουλία των ίδιων των Ευρωπαίων καπιταλιστών. Για τη διασφάλιση των οικονομικών συμφερόντων τους στις παγκόσμιες αγορές, όλα τα ευρωπαϊκά κράτη έπρεπε να ενώσουν τις δυνάμεις τους. Σε μια περίοδο εμπορικής παγκοσμιοποίησης και φιλελευθεροποίησης, η δημιουργία μιας κοινής αγοράς, βρήκε την πλήρη αποδοχή των ΗΠΑ, καθώς η ανατολική επέκταση της ΕΕ εξυπηρετούσε την επέκταση της επιρροής των ΗΠΑ στην κατεύθυνση της Ρωσίας.

Από στρατιωτικής άποψης, ο περιορισμός της στρατιωτικής παρουσίας των ΗΠΑ στην Ευρώπη μετά τον ψυχρό πόλεμο έστειλε ένα ξεκάθαρο μήνυμα στον ευρωπαϊκό καπιταλισμό. Η Ευρώπη δεν μπορούσε πλέον να στηρίζεται στην αμερικανική στρατιωτική υπεροχή. Η ΕΕ έκανε πολλές προσπάθειες δημιουργίας ενός ευρωπαϊκού στρατού, αλλά κάθε φορά αυτές οι προσπάθειες ανακόπτονταν από τις ασυμβίβαστες διαφορές των εθνικών συμφερόντων της κάθε ξεχωριστής ευρωπαϊκής χώρας.

Αρκεί να θέσουμε την ερώτηση: «Ποια συμφέροντα θα εξυπηρετούσε πρωτίστως η δημιουργία ενός ευρωπαϊκού στρατού;» για να διαπιστώσουμε αυτό το πρόβλημα. Οι Γάλλοι έχουν ιμπεριαλιστικά συμφέροντα στην Δυτική Αφρική. Οι σκανδιναβικές χώρες και οι χώρες της Βαλτικής Θάλασσας εστιάζουν στη ρωσική απειλή.

Εν τω μεταξύ, η ανάπτυξη του καπιταλισμού στην Ανατολική Ασία έστρεψε το κέντρο ενδιαφέροντος των ΗΠΑ από τον Ατλαντικό στον Ειρηνικό. Η Ευρώπη δεν έχει τόση σημασία πλέον για τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Ακόμη όμως κι αν ήθελε να διατηρήσει την ισχύ που είχε κάποτε παντού, ο ιμπεριαλισμός των ΗΠΑ βρίσκεται σε σχετική παρακμή. Δεν διαθέτει τους πόρους που θα του εξασφαλίσουν την οικονομική και στρατιωτική συμμαχία που οι ΗΠΑ είχαν κάποτε με την Ευρώπη.

Αυτή η κατακλυσμιαία αλλαγή ήταν ήδη ξεκάθαρη επί Μπάιντεν. Οι δασμοί και οι επιδοτήσεις που είχαν εισαχθεί επί της ηγεσίας του μέσω του νόμου για τη μείωση του πληθωρισμού (IRA), του νόμου CHIPS και άλλων ανάλογων νόμων, είχαν ως στόχο να πλήξουν την ευρωπαϊκή βιομηχανία. Ο Τραμπ απλά ενίσχυσε αυτές τις πολιτικές. Όλα αυτά σημαίνουν ότι η ΕΕ θα πρέπει να στηριχθεί στις δικές της δυνάμεις στην παγκόσμια ιμπεριαλιστική αρένα, και ότι οι προοπτικές της δεν είναι καθόλου καλές.

Η δημιουργία της ΕΕ βασίστηκε στην ανάγκη των μικρών παρακμάζουσων ευρωπαϊκών κρατών να ενωθούν για να αντιμετωπίσουν μεγαλύτερους ανταγωνιστές τους. Αλλά αυτή η συνένωση έγινε πραγματικότητα με τη στήριξη από τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό και υπό συνθήκες παρατεταμένης οικονομικής ανάπτυξης, η οποία συγκάλυπτε σε ένα βαθμό τα διαφορετικά εθνικά καπιταλιστικά συμφέροντα των ευρωπαικών αστικών κρατών.

Αυτή είναι η αιτία της μακροχρόνιας παρακμής του ευρωπαϊκού καπιταλισμού. Αυτά τα μικρά κράτη δεν έχουν τη δυνατότητα να δημιουργήσουν μονοπώλια του μεγέθους και της παραγωγικότητας, η οποία είναι αναγκαία για να ανταγωνιστούν μεγαθήρια όπως αυτά της Κίνας και των ΗΠΑ. Μετά την έναρξη του πολέμου της Ουκρανίας και τη διακοπή της παροχής του ρωσικού φυσικού αερίου στις ευρωπαϊκές αγορές, προστέθηκε στα δεινά τους και ένας ανανεωμένος εμπορικός πόλεμος.

Η οικονομική αυτή επιδείνωση έχει τη δυνατότητα να προκαλέσει μια νέα σοβαρή κρίση κρατικού χρέους, μόνο που σε αυτή την περίπτωση δεν θα επηρεάσει τα μικρά, περιφερειακά κράτη-μέλη, τα οποία έτσι κι άλλως πλήττονται άμεσα. Πλέον, κράτη-μέλη όπως αυτά της Ιταλίας και της Γαλλίας με τα διογκωμένα ελλείμματα και πρωτίστως τα χρέη τους, θα βρεθούν στο μάτι του κυκλώνα μιας επικείμενης κρίσης κρατικού χρέους.

Με τις ΗΠΑ να μην είναι πλέον η παγκόσμια υπερδύναμη όπως ήταν κάποτε, η Ευρώπη θα οδηγηθεί σε κάθε λογής αποκλίνουσες κατευθύνσεις. Με την ολοκλήρωση του Ουκρανικού πολέμου, θα υπάρξουν κάποιες χώρες, όπως η Αυστρία και η Γερμανία, που θα επιδιώξουν την αποκατάσταση των ροών πετρελαίου και φυσικού αερίου από τη Ρωσία. Άλλες χώρες θα παραμείνουν εχθρικές ως μπρος αυτές τις εξελίξεις, όπως για παράδειγμα η Πολωνία, οι Σκανδιναβικές χώρες και οι χώρες της Βαλτικής. Χωρίς το διαμεσολαβητικό ρόλο των ΗΠΑ, είναι πολύ πιθανό να ξεσπάσουν εντάσεις μεταξύ αυτών των χωρών.

Ο Τραμπ από την πλευρά του, έχει ξεκαθαρίσει πως εάν η ΕΕ δεν αυξήσει τις αγορές φυσικού αερίου και πετρελαίου από τις ΗΠΑ, θα έρθει αντιμέτωπη με βαρύτατες οικονομικές κυρώσεις από αυτές.

Με τα τείχη να υψώνονται γύρω από την αγορά των ΗΠΑ, τα διάφορα ευρωπαϊκά κράτη θα αρχίσουν να αναζητούν νέες αγορές. Κάποιες θα προτιμήσουν την πλήρη υποταγή τους στις αμερικανικές απαιτήσεις και άλλες θα αναζητήσουν τις αγορές της Ρωσίας και της Κίνας.

Ήδη από τον περασμένο χρόνο, υπήρξαν ανοικτές διαμάχες μεταξύ κρατών-μελών της ΕΕ σχετικά με την επιβολή δασμών σε κινέζικα ηλεκτρικά οχήματα. Η Γαλλία, η Πολωνία και η Κομισιόν με την πρόεδρο της, Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν, ηγήθηκαν αυτής της απόφασης. Αλλά η Γερμανία, η Ουγγαρία, η Ισπανία και η Σλοβακία εξέφρασαν τη δυσαρέσκεια τους γι’ αυτή την απόφαση. Η Γερμανία το έκανε εξαιτίας του ενδεχόμενου αντιποίνων από την Κίνα και οι υπόλοιπες γιατί ήλπιζαν σε Κινέζικες επενδύσεις.

Όλα αυτά συμβαίνουν καθώς η αυξανόμενη δυσαρέσκεια στην Ευρώπη απειλεί να φέρει στην κυβέρνηση ένα πλήθος ακροδεξιών λαϊκιστικών κομμάτων: Λεπέν στη Γαλλία, AfD στη Γερμανία, FPÖ στην Αυστρία, ακόμη και το κόμμα του Φάρατζ στην Βρετανία. Ποιες νέες επιπτώσεις θα αντιπροσώπευαν αυτές οι κυβερνήσεις μόλις εισέλθουν στην εξίσωση;

Χωρίς τη στρατιωτική υποστήριξη των ΗΠΑ, οι Ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές θα πρέπει να επενδύσουν στις δικές τους στρατιωτικές μηχανές για να υπερασπίσουν τα ιμπεριαλιστικά τους συμφέροντα. Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα. Οι ευρωπαϊκές αστικές τάξεις έχουν μειώσει σε δραματικό βαθμό τις κρατικές δαπάνες, καθώς 10 από τα 27 κράτη-μέλη της ΕΕ έχουν υψηλά ελλείμματα και σοβαρό πρόβλημα με τα κρατικά χρέη. Δεν μπορούν να κάνουν αυτές τις γιγαντιαίες δαπάνες χωρίς να απειληθούν με χρεοκοπία.

Για να επενδύσουν σε εξοπλισμούς, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα πρέπει να εφαρμόσουν σκληρά μέτρα λιτότητας στην Γηραιά Ήπειρο, χωρίς ιστορικό προηγούμενο. Πράγματι, ο Ρούτε εξήγησε ακριβώς αυτό τον Δεκέμβρη, «Ξέρω ότι ξοδεύοντας περισσότερα για την άμυνα, αυτό αυτομάτως σημαίνει λιγότερες επενδύσεις σε άλλους τομείς», είπε στον Τύπο και τους πολιτικούς.

Ωστόσο, η κυβέρνηση της Γαλλίας κατέρρευσε το φθινόπωρο μετά από μια αποτυχημένη απόπειρα να περάσει ένα πακέτο λιτότητας, το οποίο σύμφωνα με εκτιμήσεις θα μείωνε το έλλειμμα από το 6.1 % στο 5.4 % του ΑΕΠ της. Τι θα συμβεί όταν φέρουν για ψήφιση τα προγράμματα σκληρής λιτότητας που έχουν ανάγκη;

Μέχρι τώρα, η Ευρωπαίοι αστοί δεν έχουν ξεκινήσει καν να εφαρμόζουν το γιγαντιαίο πρόγραμμα περικοπών και λιτότητας που έχουν ανάγκη για να σταθεροποιήσουν το σύστημά τους, γιατί φοβούνται αυτό που θα ακολουθήσει: την κοινωνική και πολιτική αστάθεια, τα μαζικά – ακόμη και επαναστατικά – κινήματα. Αυτόν το φόβο είχε συνοψίσει ο πρώην πρόεδρος της Κομισιόν, Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, λέγοντας πως «όλοι ξέρουμε τι πρέπει να κάνουμε, αλλά δεν ξέρουμε πώς να επανεκλεγούμε αφού το κάνουμε». Πιεζόμενοι όμως υπό το βάρος της κρίσης, οι Ευρωπαίοι αστοί θα αναγκαστούν να περάσουν σε μία άγρια επίθεση στο βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων, και αυτό θα είναι μια συνταγή για την έκρηξη της ταξικής πάλης παντού.

Μπέν Κάρι


Άρθρο που δημοσιεύθηκε στις 29/1 στην ιστοσελίδα www.marxist.com
Μετάφραση: Σοφία Παπαδοπούλου

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα