Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΕπικαιρότηταΔιεθνήΔιεθνείς Προοπτικές 2020 – Μέρος 4ο: Εξελίξεις και ταξική πάλη στην Ασία...

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Διεθνούς Μαρξιστικής Τάσης (IMT), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Διεθνείς Προοπτικές 2020 – Μέρος 4ο: Εξελίξεις και ταξική πάλη στην Ασία και τη Λατινική Αμερική

Πολιτικές εξελίξεις και ταξική πάλη στην Ασία και τη Λατινική Αμερική. Το 4ο μέρος κειμένου της Διεθνούς Εκτελεστικής Επιτροπής (IEC) της Διεθνούς Μαρξιστικής Τάσης (IMT) για τις διεθνείς εξελίξεις και προοπτικές. Γράφτηκε και υιοθετήθηκε από την ηγεσία της IMT στις αρχές του 2020, πριν ξεσπάσει η παγκόσμια πανδημία, αλλά η βασική του ανάλυση παραμένει απόλυτα επίκαιρη.

Πακιστάν

Η κρίση στο Πακιστάν έχει φθάσει σε νέα επίπεδα, τα οποία χαρακτηρίζονται από πρωτοφανή οικονομική, κοινωνική και πολιτική αποσύνθεση. Ρήγματα έχουν ανοίξει σε όλες τις δομές του πακιστανικού κράτους, με τη μία πτέρυγα να επιδιώκει την υποστήριξη του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, και την άλλη πτέρυγα να προσβλέπει στην Κίνα για σωτηρία. Οι ΗΠΑ διαπραγματεύονται με τους Ταλιμπάν με στόχο να φύγουν από το Αφγανιστάν. Θέλουν το πακιστανικό κράτος να τους βοηθήσει να καταλήξουν σε συμφωνία με τους Ταλιμπάν. Αλλά, καθώς το πακιστανικό κράτος δεν τους βοηθούσε για πολλά χρόνια, έχασε τελικά τον έλεγχο των ισλαμιστών φονταμενταλιστών. Σε απάντηση, ο Τραμπ μείωσε τις αμερικάνικες ενισχύσεις, ξεκίνησε οικονομικό αποκλεισμό και ανάγκασε το ΔΝΤ να παρακρατήσει βοήθεια προς το Πακιστάν.

Η κατάσταση αυτή χρησίμευσε για να υπονομεύσει περαιτέρω το πακιστανικό κράτος και να επιδεινώσει τις εσωτερικές του διαιρέσεις. Η περιοχή των Παστούν στο βόρειο Πακιστάν παρείχε το κύριο εφαλτήριο για τους Ταλιμπάν για αρκετές δεκαετίες. Οι άνθρωποι που πλήρωσαν το βαρύτερο τίμημα ήταν οι απλοί Παστούν. Τα σπίτια τους βομβαρδίστηκαν και ο πληθυσμός εκτοπίστηκε. Πολλοί άνθρωποι σκοτώθηκαν ή «εξαφανίστηκαν». Αυτές οι τρομακτικές συνθήκες ήταν αυτό που γέννησαν το PTM (σ.τ.ε: Κίνημα Παστούν Ταχφούζ), το οποίο εξελίχθηκε σε μαζικό κίνημα τα τελευταία χρόνια.

Το πολιτικό σύστημα έχει περιέλθει σε βαθιά κρίση, με ένα νέο κόμμα υπό διαμόρφωση και έναν πόλεμο που πραγματοποιείται μέσα στο κράτος. Αμέτρητα σκάνδαλα έχουν οδηγήσει σε ένα ολόκληρο στρώμα πολιτικών του κατεστημένου και άλλων ανώτερων κρατικών αξιωματούχων να καταλήγει στη φυλακή. Νέα σκάνδαλα έρχονται στην επιφάνεια κάθε μέρα. Η οικονομία πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο. Ο πληθωρισμός είναι ανεξέλεγκτος και όλα οδηγούνται σε ιδιωτικοποίηση. Οι απεργίες και οι διαμαρτυρίες από φοιτητές, γιατρούς, νοσηλευτές και άλλους τομείς βρίσκονται σε άνοδο.

Τα πολιτικά κόμματα σε όλο το φάσμα έχουν χάσει την υποστήριξή τους στις αντίστοιχες εκλογικές τους περιφέρειες και δεν μπορούν να προσφέρουν καμία διέξοδο στις μάζες. Η εργατική τάξη δεν έχει εναλλακτική λύση. Δεν είναι διατεθειμένη να βασιστεί στην παραδοσιακή πολιτική ηγεσία της, ενώ η συνδικαλιστική ηγεσία έχει καταρρεύσει ολοσχερώς. Επομένως, το Πακιστάν αντιμετωπίζει μια κατάσταση όπως αυτή του Σουδάν κατά την προσεχή περίοδο. Αυτό θα παρουσιάσει στην οργάνωση πολλές ευκαιρίες.

Ινδία

Στην Ινδία, η πολιτική και οικονομική κρίση βαθαίνει καθημερινά. Στις γενικές εκλογές που διεξήχθησαν τον Μάιο του 2019, ο πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι επανεξελέγη με πρωτοφανή πλειοψηφία. Ο Μόντι βασίζεται στον πιο αντιδραστικό ινδικό σοβινισμό. Η πρώτη νίκη του στις εκλογές του 2014 βασίστηκε στα συνθήματα «Βίκας» (ανάπτυξη) και απασχόληση για όλους, αποφεύγοντας τα δεξιά ινδικά φονταμενταλιστικά συνθήματα. Αλλά αυτό το έτος έχει αποκαλύψει το πραγματικό του πρόσωπο, καθώς χρησιμοποίησε αντιπακιστανική ρητορική και υστερία για το ζήτημα του Κασμίρ, καταργώντας το ειδικό καθεστώς, μετατρέποντάς το σε μία περιοχή που ελέγχεται άμεσα από την κεντρική κυβέρνηση.

Εκτός από το να υπηρετεί την αντιδραστική αιρετική ατζέντα του Μόντι, αυτή η πράξη ωμής επίθεσης δείχνει επίσης τις περιφερειακές φιλοδοξίες της Ινδίας, με βάση την αυξανόμενη οικονομία της και τη στενότερη σχέση της με τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό ως περιφερειακό αντίβαρο στην Κίνα. Ωστόσο, η βάναυση καταστολή των δικαιωμάτων του Κασμίρ δεν προχώρησε σύμφωνα με το σχέδιο.

Παρά τη βάναυση καταστολή του πληθυσμού και την παρουσία περίπου 600.000 στρατιωτών στην κοιλάδα, το ινδικό κράτος δεν ήταν σε θέση να ελέγξει το μαζικό κίνημα στο Κασμίρ, το οποίο αγωνίζεται για πολλά χρόνια ενάντια στην ινδική κυριαρχία. Αντίθετα, αυτά τα δρακόντεια μέτρα έχουν συνδέσει το εθνικό κίνημα του Κασμίρ, το οποίο ήταν προηγουμένως απομονωμένο, με την ταξική πάλη σε ολόκληρη την Ινδία. Για πρώτη φορά, διαμαρτυρίες και διαδηλώσεις πραγματοποιήθηκαν σε όλη τη χώρα για την υποστήριξη των καταπιεσμένων ανθρώπων του Κασμίρ.

Το καθεστώς επιτίθεται επίσης στα θεμελιώδη δικαιώματα των καταπιεσμένων εθνικοτήτων και των θρησκευτικών μειονοτήτων, χρησιμοποιώντας συνειδητά το θρησκευτικό μίσος και τις εθνικές και γλωσσικές διαφορές για να ανακόψει την ταξική πάλη. Στην ανατολική πολιτεία του Ασάμ, η κυβέρνηση έχει αφαιρέσει την υπηκοότητα από 2.000.000 άτομα και ετοιμάζεται να τους μετακινήσει σε ειδικές φυλακές.

Ο λυσσαλέος ινδικός σοβινισμός του Μόντι είναι μόνο η μία πλευρά του αντιδραστικού νομίσματος. Το άλλο είναι οι αντεργατικές πολιτικές και η πάλη ενάντια στα συνδικάτα . Σε μια προσπάθεια να κερδίσει την υποστήριξη των καπιταλιστών στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, προβάλλει εαυτόν ως τον «ισχυρό» που μπορεί να νικήσει το εργατικό κίνημα. Αλλά, τα πράγματα δεν θα πάνε τόσο καλά, όσο νομίζει. Η οικονομία είναι σε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ήδη, μεταξύ 2016 και 2018, 5.000.000 Ινδοί έχασαν τη δουλειά τους.

Καθώς βαθαίνει η κρίση, θα χαθούν περισσότερες θέσεις εργασίας. Για να τονώσει την ανάπτυξη, το καθεστώς του Μόντι κλιμακώνει την επίθεσή του και εφαρμόζει επιθετικά την ατζέντα των ιδιωτικοποιήσεων και της απελευθέρωσης της αγοράς. Όλα αυτά ανοίγουν τον δρόμο για μια έκρηξη της ταξικής πάλης. Μια ένδειξη αυτού είναι η έκκληση για μια πανεθνική γενική απεργία στις 20 Ιανουαρίου 2020, η οποία αναμένεται να δει περισσότερους από 300.000.000 εργαζομένους να συμμετέχουν.

Το κεντρικό πρόβλημα δεν είναι η δύναμη του Μόντι. Όπως ο Πούτιν, αυτός ο «ισχυρός» έχει επίσης πόδια από πηλό. Το πρόβλημα είναι η πλήρης έλλειψη οποιασδήποτε σοβαρής πολιτικής εναλλακτικής λύσης, που θα μπορούσε να αντιμετωπίσει αυτή την ακραία δεξιά ρητορική. Ο πραγματικός λόγος, για τον οποίο θα μπορούσε να κερδίσει τις εκλογές, είναι η απόλυτη χρεοκοπία της λεγόμενης αντιπολίτευσης. Μετά από πολλές δεκαετίες στην εξουσία, το κόμμα του Κογκρέσου είναι απελπιστικά δυσφημισμένο και διεφθαρμένο.

Πολλοί φιλελεύθεροι είχαν επενδύσει τις ελπίδες τους στο Κογκρέσο. Αλλά αυτές διαλύθηκαν από το «ρεύμα» προς τον Μόντι στις τελευταίες εκλογές. Το Κογκρέσο έχει πράγματι μετατοπιστεί προς τα δεξιά σε μια μάταιη προσπάθεια να κατευνάσει τους ινδουιστές φονταμενταλιστές ψηφοφόρους. Αλλά, αυτό ήταν εντελώς αντιπαραγωγικό, δεδομένου ότι οι ψηφοφόροι που τείνουν στον ινδουιστικό σοβινισμό έχουν το γνήσιο άρθρο στο πρόσωπο του Μόντι. Γιατί να ψηφίσουν μια απομίμηση δεύτερης κατηγορίας; Επομένως, το Κογκρέσο υπέστη μια συντριπτική ήττα, την οποία άξιζε και με το παραπάνω. Φυσικά, δεν έμαθαν τίποτα από την ήττα τους και συνέχισαν στην ίδια ρότα. Στη σημαντική πολιτεία του Μαχαράστρα, χτίζουν μια συμμαχία με το μισο-φασιστικό Shiv Sena.

Τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα – αν αυτό είναι δυνατόν – με τους πρώην σταλινικούς που κυριαρχούν στην ινδική Αριστερά για γενιές και είναι πλέον εντελώς εκφυλισμένοι. Τα κομμουνιστικά κόμματα τιμωρούνται από το εκλογικό σώμα για τις προδοσίες τους. Είχαν τα χειρότερα εκλογικά αποτελέσματα στην ιστορία τους και αφανίστηκαν στις πολιτείες της δυτικής Βεγγάλης και της Τριπούρα, όπου κυβέρνησαν για τρεις δεκαετίες. Αυτό είναι το άμεσο αποτέλεσμα της εφαρμογής νεοφιλελεύθερων πολιτικών κατά της εργατικής τάξης, όταν βρίσκονταν στην εξουσία.

Αν και εξακολουθούν να έχουν επιρροή στην εργατική τάξη, τους αγρότες και το φοιτητικό κίνημα, δεν έχουν πλέον το ίδιο κύρος που είχαν στο παρελθόν. Έχουν υποχωρήσει εντελώς στη σάπια και διεφθαρμένη ινδική αστική τάξη, και έχουν εγκαταλείψει οποιαδήποτε ιδέα σοσιαλιστικού μετασχηματισμού της κοινωνίας, η οποία είναι η μόνη διέξοδος από το αδιέξοδο στην ινδική κοινωνία, αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο ανοικτό για τις επαναστατικές ιδέες του γνήσιου μαρξισμού να αποκτήσουν απήχηση μεταξύ των ευρύτερων στρωμάτων των φοιτητών και των εργαζομένων.

Ινδονησία

Η Ινδονησία παρουσιάζεται ως μία από τις «θαυματουργές» οικονομίες της Ασίας, αλλά τώρα επιβραδύνεται, σύμφωνα με τη γενική τάση σε παγκόσμια κλίμακα. Αντιμέτωπη με την επιβράδυνση και το δημοσιονομικό έλλειμμα που ακολούθησε, η κυβέρνηση αναγκάστηκε να συνεχίσει τα μέτρα λιτότητας. Είκοσι χρόνια μετά την πτώση του Σουχάρτο, το καταπιεστικό οικονομικό και πολιτικό σύστημα, που σχημάτισε το θεμέλιο του παλιού καθεστώτος, παραμένει άθικτο και, ως εκ τούτου, η ίδια καταπίεση των εργαζομένων συνεχίζεται.

Η επιθυμία του λαού για ριζική αλλαγή έχει συστηματικά απογοητευτεί από την άρχουσα τάξη. Ο ερχομός στην εξουσία του Τζόκο Ουιντόντο πριν από πέντε χρόνια ήταν ήδη μια ένδειξη της επιθυμίας των μαζών για αλλαγή, αλλά δεν έχει δημιουργήσει καμία θεμελιώδη βελτίωση στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων. Με την επανεκλογή του, το καθεστώς έχει τώρα περάσει στην επίθεση με μια ολόκληρη σειρά αντιδραστικούς νόμους και μέτρα που επιτίθενται στην εργατική τάξη και να επωφεληθεί το πιο διεφθαρμένο στρώμα του κατεστημένου.

Υπήρξε μια ολόκληρη σειρά κινημάτων των μαθητών και των φοιτητών, οι οποίοι βγήκαν στους δρόμους κατά δεκάδες χιλιάδες, σε ένα κύμα διαμαρτυριών ενάντια στη νομοθεσία που θεωρείται ως επιστροφή στις «πρακτικές της νέας τάξης» (στη διαφθορά, την κρατική παρέμβαση στην προσωπική ζωή και την καταστολή των πολιτικών ελευθεριών) και κατά της καταπίεσης του λαού της Δυτικής Παπούα. Αυτές ήταν οι μεγαλύτερες διαδηλώσεις σπουδαστών για πάνω από είκοσι έτη, από την περίοδο που το κίνημα ανέτρεψε τον μισητό δικτάτορα Σουχάρτο, και εξαπλώθηκε γρήγορα σε όλες τις κύριες πόλεις.

Οι διαδηλώσεις αντιμετωπίστηκαν με βάναυση κρατική καταστολή και αρκετοί μαθητές σκοτώθηκαν, όταν η αστυνομία άνοιξε πυρ στο πλήθος. Το φοιτητικό κίνημα εξαπλώθηκε στην εργατική τάξη, με τα σωματεία να ζητούν δράσεις διαμαρτυρίας. Ήταν μόνο τον Οκτώβριο του 2012, που η Ινδονησία είχε την πρώτη γενική απεργία από το 1965. Αλλά η οικονομική «επιτυχία» της Ινδονησίας έχει ενισχύσει πάρα πολύ την εργατική τάξη, και η κρίση του καπιταλισμού πιέζει αυτή την εργατική τάξη να πάρει το δρόμο της ταξικής πάλης.

«Τρόμος χωρίς τέλος»

Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η γιγαντιαία εξάπλωση της αποικιακής επανάστασης υποχρέωσε τους ιμπεριαλιστές να εγκαταλείψουν τον άμεσο στρατιωτικό έλεγχο των αποικιών. Αλλά, η λεηλασία των πρώην αποικιών συνεχίζεται, αν και συγκαλύπτεται από τους μηχανισμούς του παγκόσμιου εμπορίου. Οι ιμπεριαλιστές έχουν επινοήσει νέες μεθόδους εκμετάλλευσης, που έχουν απομυζήσει τους πόρους του λεγόμενου Τρίτου Κόσμου, αφήνοντάς τον ακόμη πιο υποδουλωμένο και φτωχό από πριν.

Οι αστοί προπαγανδιστές ισχυρίζονται ότι παρέχουν βοήθεια στις φτωχές χώρες. Αλλά, μια πρόσφατη μελέτη έδειξε ότι ακριβώς το αντίθετο συμβαίνει. Ο οργανισμός Διεθνής Χρηματοοικονομική Ακεραιότητα (GFI), το Κέντρο Εφαρμοσμένων Ερευνών της Νορβηγικής Σχολής Οικονομικών και μια ομάδα διεθνών εμπειρογνωμόνων παρουσίασαν μια μελέτη, που έδειξε ότι 16,3 τρισ. δολάρια ρέουν από φτωχές σε πλούσιες χώρες από τη δεκαετία του ’80. Αυτό αντιπροσωπεύει μια τεράστια αποστράγγιση και μια τεράστια αύξηση του κοινωνικού κόστους, που επιβαρύνει τους φτωχούς στις λεγόμενες αναπτυσσόμενες χώρες.

Η έκθεση δείχνει πώς οι φτωχές χώρες διοχετεύουν τεράστια ποσά στον υπόλοιπο κόσμο. Οι πλούσιες χώρες δεν αναπτύσσουν τις φτωχές χώρες, οι φτωχές χώρες αναπτύσσουν τις πλούσιες. Σε τι συνίστανται αυτές οι μεγάλες αυτές εκροές; Ορισμένες απ’ αυτές οφείλονται σε πληρωμές για χρέη. Οι αποπληρωμές τόκων, από μόνες τους, έχουν αποστερήσει από αυτές τις χώρες 4,2 τρισ. δολάρια από το 1980. Αυτές οι τεράστιες άμεσες μεταφορές μετρητών σε μεγάλες τράπεζες στη Νέα Υόρκη και στο Λονδίνο είναι ασύγκριτα μεγαλύτερες από οποιαδήποτε βοήθεια ενδέχεται να έλαβαν την ίδια περίοδο.

Μια άλλη σημαντική πηγή λεηλασίας είναι το εισόδημα που προέρχεται από επενδύσεις στις αποκαλούμενες αναπτυσσόμενες χώρες, το οποίο στη συνέχεια «επαναπατρίζεται» από τους ιμπεριαλιστές. Αρκεί να αναφέρουμε τα τεράστια κέρδη που αποκομίζει η BP από τα αποθέματα πετρελαίου της Νιγηρίας, για παράδειγμα, ή τα πλούτη που έχουν συγκεντρώσει οι Αγγλο-αμερικάνοι από τα χρυσωρυχεία της Νότιας Αφρικής.

Αλλά, μακράν το μεγαλύτερο μέρος της λεηλασίας δεν καταγράφεται, αφού σχεδόν όλα είναι παράνομα, και εντάσσεται στο «ευγενικό» όνομα της «φυγής κεφαλαίων». Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της GFI, οι «αναπτυσσόμενες χώρες» έχουν χάσει συνολικά 13,4 τρισ. δολάρια μέσω της μη καταγεγραμμένης φυγής κεφαλαίων από το 1980.

Αυτές οι εκροές αποστερούν τις αναπτυσσόμενες χώρες από μια σημαντική πηγή εσόδων και χρηματοδότησης για την ανάπτυξη. Οι όλο και μεγαλύτερες καθαρές εκροές ευθύνονται άμεσα για την πτώση του βιοτικού επιπέδου. Έχουν, επίσης, αναμφίβολα, συμβάλει στην επιβράδυνση των ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης στις χώρες αυτές, αν και δεν είναι η κύρια αιτία, η βασική είναι η γενική κρίση του παγκόσμιου καπιταλισμού.

Η δυστυχία και η ταλαιπωρία που προκάλεσε αυτή η ανελέητη ληστεία έχουν καταστρέψει ολόκληρα έθνη, βυθίζοντάς τα στην πείνα, την κοινωνική εξαθλίωση και τον πόλεμο. Εκατομμύρια απελπισμένοι άνθρωποι φεύγουν από τα σπίτια τους, αναζητώντας απεγνωσμένα μια απόδραση απ’ αυτές τις φρίκες, μόνο για να βρεθούν παγιδευμένοι έξω από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ με συρματοπλέγματα και τείχη. Δεκάδες χιλιάδες άνδρες, γυναίκες και παιδιά έχουν πνιγεί στη Μεσόγειο Θάλασσα.

Αυτή η μαζική έξοδος δεν έχει επαναληφθεί στην ιστορία, εκτός από τις μαζικές κινήσεις των λαών που ακολούθησαν την κατάρρευση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Αυτό τονίζει ακόμα περισσότερο τον οργανικό χαρακτήρα της κρίσης του καπιταλισμού. Και δεν υπάρχει λύση σ’ αυτό τον φοβερό εφιάλτη, όσο το σάπιο σύστημα που το δημιούργησε συνεχίζει να υπάρχει. Ο Λένιν ανέφερε ότι ο καπιταλισμός είναι «τρόμος χωρίς τέλος». Οι αρχές του 21ου αιώνα δείχνουν πόσο σωστή ήταν αυτή η διατύπωση.

Αργεντινή: η πτώση του Μάκρι

Όταν ο Μάκρι κέρδισε τις εκλογές στην Αργεντινή το 2015, αυτό παρουσιάστηκε ως μια ακόμη απόδειξη του «συντηρητικού κύματος» στη Λατινική Αμερική και του «θανάτου της Αριστεράς». Όμως, μακριά από το να είναι μία ισχυρή και σταθερή κυβέρνηση, κάθε προσπάθειά του να επιβάλει τις περικοπές, που έχει ανάγκη η άρχουσα τάξη, αντιμετωπίστηκε με έντονη αντίσταση από τους εργάτες. Η συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση του Μάρκι απαντήθηκε με μαζικές διαδηλώσεις και συγκρούσεις με την αστυνομία. Μετά απ’ αυτό, εγκατέλειψε το σχέδιό του για την εφαρμογή μιας αντεργατικής μεταρρύθμισης.

Η αστάθεια στις διεθνείς χρηματαγορές οδήγησε στην κατάρρευση του αργεντίνικου νομίσματος, θέτοντας την οικονομική πολιτική του Μάκρι σε αταξία. Ένα δάνειο έκτακτης ανάγκης από το ΔΝΤ δεν ήταν αρκετό για την αποκατάσταση της ισορροπίας. Η επιδείνωση της οικονομικής κρίσης οδήγησε σε σοβαρή ήττα στις πρώτες εκλογές του Αυγούστου του 2019, οι οποίες συνέβαλαν στην επιδείνωση της κρίσης.

Αν υπήρχε σοβαρή ηγεσία του εργατικού κινήματος, η κυβέρνηση του Μάκρι θα μπορούσε να ανατραπεί από ένα επαναστατικό κίνημα από τα κάτω. Αυτό ήταν το τελευταίο πράγμα που ήθελαν οι συνδικαλιστές ηγέτες και οι «κιρχνεριστές». Η προοπτική τους ήταν αυτή της ομαλής μετάβασης της εξουσίας μετά τις εκλογές.

Τελικά, η φερόμενη ισχυρή κυβέρνηση του Μάκρι υπέστη ήττα στις κάλπες. Αλλά μια κιρχνερική κυβέρνηση θα αντιμετωπίσει τη βαθιά κρίση του αργεντίνικου καπιταλισμού. Θα είναι κυβέρνηση κρίσης από την αρχή. Αυτές οι συνθήκες είναι προσαρμοσμένες για την ανάπτυξη της Αριστεράς. Δυστυχώς, η αργεντίνικη Αριστερά κυριαρχείται από σεχταριστικές ομάδες, οι οποίες καλύπτουν όλο το φάσμα από τον ρεφορμισμό ως τον σεχταρισμό, και είναι ανίκανες να αποκτήσουν σοβαρή θέση ανάμεσα στις μάζες.

Βραζιλία

Η εκλογή του Μπολσονάρο σηματοδότησε μια νέα και σπασμωδική φάση στην κρίση της Βραζιλίας. Ο Μπολσονάρο δεν ήταν ο προτιμώμενος υποψήφιος της πλειοψηφίας της βραζιλιάνικης αστικής τάξης, και η εκλογή του συνέβαλε μόνο στο να επιδεινώνει όλες τις αντιφάσεις στην κοινωνία της Βραζιλίας, χωρίς να επιλύσει κανένα από τα θεμελιώδη προβλήματα. Όπως αναμενόταν, πολλά τμήματα της Αριστεράς έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου και φωνάζουν για «φασισμό», αλλά είναι πράγματι ένας πολύ περίεργος «φασισμός». Πολύ μακριά από την ύπαρξη φασιστικής κυβέρνησης, όπως λένε πολλοί στα αριστερά, είναι μια προσπάθεια να εγκατασταθεί μια βοναπαρτιστική κυβέρνηση, εν μέσω μιας βαθιάς οικονομικής κρίσης και μιας ταραχώδους κοινωνικής και πολιτικής κατάστασης που δεν μπορεί να ελέγξει.

Ως άτομο, ο Μπολσονάρο, πρώην αξιωματικός του στρατού, μάλλον κλίνει προς το φασισμό (έχει ανοιχτά επιδοκιμάσει τη βραζιλιάνικη δικτατορία). Αλλά, η πραγματική του βάση είναι πολύ περιορισμένη. Η ίδια του η κυβέρνηση είναι διασπασμένη. Δεν έχει καν αποφασιστικό έλεγχο στο κοινοβούλιο. Η πρότασή του για μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος και οι περικοπές του στην εκπαίδευση προκάλεσαν ένα κύμα μαζικών διαδηλώσεων και μια γενική απεργία. Η δημοτικότητά του και αυτή της κυβέρνησής του έχει μειωθεί δραματικά.

Το βραζιλιάνικο τμήμα της Διεθνούς Μαρξιστικής Τάσης ήταν το μόνο που προέβαλε το σύνθημα «Κάτω ο Μπολσονάρο». Αυτό είχε αρχικά εκληφθεί με σκεπτικισμό από τους «αριστερούς» και τις σέχτες, που είχαν εμμονή με την ιδέα ότι ο φασισμός έφτασε στη Βραζιλία. Αλλά, στις δύο πρώτες μαζικές διαδηλώσεις εναντίον των περικοπών της εκπαίδευσης, αυτό το σύνθημα εξαπλώθηκε σαν πυρκαγιά.

Καθώς συνεχίζει να εφαρμόζει το πρόγραμμά του για περικοπές και αντιμεταρρυθμίσεις, θα έχουμε το ένα κίνημα μετά το άλλο. Μόνο η πλήρης χρεοκοπία των συνδικαλιστών ηγετών μπορεί να του δώσει χώρο να ελιχθεί. Κάποια στιγμή, η άρχουσα τάξη μπορεί να αποφασίσει να τον απομακρύνει και να τον αντικαταστήσει με ένα ασφαλέστερο υποψήφιο. Εν τω μεταξύ, ο Μπολσονάρο θα προεδρεύσει μιας κυβέρνησης κρίσης, που θα παλέψει ενάντια στους εργαζόμενους και τη νεολαία και θα τους ωθήσει στον αγώνα.

Η γενική απεργία των σαράντα εκατομμυρίων τον Ιούνιο του 2019 – παρότι οι συνδικαλιστές ηγέτες δεν ήξεραν τι να κάνουν μαζί της – αποτελεί ένδειξη του είδους των κινημάτων που μπορούμε να περιμένουμε να δούμε την προσεχή περίοδο. Η προοπτική για τη Βραζιλία κατά την προσεχή περίοδο δεν είναι ο «φασισμός», αλλά μια τεράστια ανάπτυξη της ταξικής πάλης.

Βενεζουέλα

Για τη Βενεζουέλα, έχουμε επισημάνει με συνέπεια ότι είναι αδύνατο να γίνει μισή επανάσταση. Σε τελική ανάλυση, είτε η επανάσταση θα απαλλοτριώσει τους τραπεζίτες και τους καπιταλιστές ή η αντεπαναστατική μπουρζουαζία θα καταστρέψει την επανάσταση. Αυτό ισχύει σήμερα. Είναι αδύνατο να συνδυαστούν στοιχεία της σοσιαλιστικής εθνικοποίησης με μια οικονομία της αγοράς. Το αποτέλεσμα ήταν χάος, όπως προβλέψαμε εδώ και πολύ καιρό, και μια τεράστια κατάρρευση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων.

Για να σιγήσει τις αναπόφευκτες διαμαρτυρίες, ο Μαδούρο χρησιμοποιεί βοναπαρτιστικές μεθόδους και η τάση αυτή επιταχύνεται. Η κυβέρνηση χρησιμοποιεί την ισχύ του κράτους εναντίον οποιωνδήποτε διαφωνούντων – συμπεριλαμβανομένων των τσαβικών και των αριστερών. Υπονομεύοντας ενεργά την επανάσταση, καταστρέφοντας τα λίγα εναπομείναντα στοιχεία ελέγχου των εργατών και επιτιθέμενη στην Αριστερά, η γραφειοκρατία σαμποτάρει την επανάσταση πολύ πιο αποτελεσματικά απ’ ό,τι θα μπορούσε ποτέ να κάνει η αντεπαναστατική αντιπολίτευση. Ενεργεί σαν ένας άνθρωπος που κόβει το κλαδί πάνω στο οποίο κάθεται.

Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες, είναι πραγματικά εκπληκτικό το γεγονός ότι η αφοσίωση των μαζών στην επανάσταση διήρκεσε τόσο πολύ. Ωστόσο, είκοσι δύο χρόνια μετά την έναρξη της Επανάστασης της Βενεζουέλας, παρά την απελπιστική σύγχυση και τις ταλαντεύσεις του Μαδούρο και της σάπιας γραφειοκρατίας, δεν έχει ανατραπεί η Μπολιβαριανή Επανάσταση. Αυτή είναι μια εντυπωσιακή απόδειξη της αδυναμίας του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και της απίστευτης ανθεκτικότητας των μαζών. Παρά τις επίπονες προσπάθειες της αντεπανάστασης, οι εκπρόσωποι του καπιταλισμού στη Βενεζουέλα δεν κατάφεραν να επιτύχουν τους στόχους τους. Το απόπειρα πραξικοπήματος το 2019 τελείωσε με μια άδοξη φάρσα.

Στην επιφάνεια, όλοι οι παράγοντες φαινόταν να ευνοούν μια τέτοια προσπάθεια: η οικονομία βρισκόταν σε βαθιά κρίση και το βιοτικό επίπεδο έπεφτε απότομα. Αυτό είχε διαβρώσει την υποστήριξη της κυβέρνησης. Δεξιές κυβερνήσεις είχαν εκλεγεί στη Χιλή, την Αργεντινή και τη Βραζιλία. Η κυρίαρχη τάξη στη Βενεζουέλα και στις ΗΠΑ κατέληξε στο συμπέρασμα – και όχι αναιτιολόγητα – ότι αυτή ήταν η κατάλληλη στιγμή για μια μεγάλη επίθεση για την ανατροπή του Μαδούρο.

Ωστόσο, η προσπάθεια αλλαγής καθεστώτος στη Βενεζουέλα απέτυχε και πρέπει να καταλάβουμε γιατί. Υπήρχαν διάφοροι λόγοι. Πρώτον, οι διοργανωτές του πραξικοπήματος και τα αφεντικά τους στην Ουάσινγκτον δεν εκτίμησαν σωστά τα βαθιά αντι-ιμπεριαλιστικά αισθήματα των μαζών της Βενεζουέλας, που αντέδρασαν κατά της απόπειρας. Επίσης, δεν υπολόγισαν τον βαθμό στον οποίο είχαν εξαγοραστεί οι κορυφές του στρατού με κάθε είδους διεφθαρμένη συμφωνία, που τους έδωσε ένα μερίδιο στα κέρδη στο υπάρχον καθεστώς.

Ένας άλλος παράγοντας ήταν η βλακεία της αντιπολίτευσης της Βενεζουέλας. Ο Γκουαϊδό καλλιεργούσε μια προσδοκία που δεν μπορούσε να υλοποιήσει. Η μεσαία τάξη, η οποία αποτελεί την κύρια κοινωνική βάση του Γκουαϊδό και των συνεργατών του είναι μια εγγενώς ασταθής δύναμη. Έχει ανάγκη να βλέπει ένα κίνημα, που συνεχώς προχωρά από τη μια νίκη στην άλλη. Όταν είδαν ότι το πραξικόπημα δεν προχωρούσε, απογοητεύτηκαν και το όλο θέμα «ξεφούσκωσε» πολύ γρήγορα.

Παρά τη σκληρή ομιλία του Τραμπ, το Πεντάγωνο δεν είχε καμία πρόθεση να εμπλακεί σε στρατιωτική επέμβαση στη Βενεζουέλα, ούτε και οι στρατοί της Κολομβίας και της Βραζιλίας. Η μπλόφα αποκαλύφθηκε, και ο Τραμπ γελοιοποιήθηκε. Μόλις αυτή η απειλή βγήκε από την εξίσωση, δεν υπήρχε κανένας λόγος για τις κορυφές του στρατού στο Καράκας να αλλάξουν πλευρά. Βλέποντάς το αυτό, η Ρωσία και η Κίνα, που αρχικά υιοθέτησαν μία στάση αναμονής, παρενέβησαν πιο αποφασιστικά στην πλευρά της κυβέρνησης και ο Τραμπ έχασε ξαφνικά το ενδιαφέρον για την όλη υπόθεση.

Ωστόσο, ο κίνδυνος της αντεπανάστασης δεν έχει εξαφανιστεί. Τώρα η Βενεζουέλα έχει πληγεί από νέες κυρώσεις. Αυτό συνέβαλε στην εξαναγκασμό της κυβέρνησης να κάτσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, όπου θα πιεστεί να κάνει κάποιες παραχωρήσεις. Εν τω μεταξύ, οι υπάρχουσες διεργασίες έχουν επιταχυνθεί. Οι Κινέζοι θέλουν τα χρήματά τους πίσω. Όλα αυτά σημαίνουν ότι, από μια τρελή πολιτική νομισματικής επέκτασης, ο Μαδούρο θα πρέπει να προχωρήσει προς μια μονομερή πολιτική ισοσκελισμένων προϋπολογισμών και λιτότητας, που θα κάνει τους εργάτες να πληρώσουν.

Η τελευταία απόπειρα πραξικοπήματος κατέρρευσε όχι τόσο ως αποτέλεσμα της δύναμης της κυβέρνησης, αλλά κυρίως από την αδράνεια των ατόμων πίσω από την απόπειρα. Είναι αλήθεια ότι ένα τμήμα των μαζών απάντησε, αλλά ένα πολύ μεγαλύτερο μέρος παρέμεινε αδρανές και απαθές. Αυτός είναι ο κύριος κίνδυνος που αντιμετωπίζει η επανάσταση. Την επόμενη φορά, ο Μαδούρο μπορεί να μην είναι τόσο τυχερός. Σε κάθε περίπτωση, η παρούσα ασταθής ισορροπία δεν μπορεί να διαρκέσει για πάντα, και ο χρόνος δεν είναι με την πλευρά του Μαδούρο.

Βολιβία

Στη Βολιβία, τα γεγονότα αποδείχθηκαν πολύ διαφορετικά. Ο Έβο Μοράλες ανατράπηκε από ένα αντιδραστικό πραξικόπημα, τον Νοέμβριο του 2019. Το MAS (σ.τ.ε: Κίνημα προς τον Σοσιαλισμό) ήρθε στην κυβέρνηση μετά τις αποτυχημένες επαναστατικές εξεγέρσεις του 2003 και του 2005, όταν οι εργαζόμενοι θα μπορούσαν να έχουν πάρει την εξουσία, αν είχαν την κατάλληλη ηγεσία. Το κίνημα εκφράστηκε στη συνέχεια στο εκλογικό επίπεδο με την εκλογή για τον Έβο Μοράλες, ο οποίος χρησιμοποίησε το κύρος του, για να αποκαταστήσει τη νομιμότητα του αστικού κράτους.

Ο Αντιπρόεδρός του, Γκαρσία Λινέρα, θεώρησε ότι πρέπει να αναπτυχθεί ο «καπιταλισμός των Άνδεων και του Αμαζονίου» προτού μιλήσουμε για σοσιαλισμό. Ενώ η κυβέρνηση ήταν σε θέση να χρηματοδοτήσει κοινωνικά προγράμματα, με βάση τις υψηλές τιμές των πρώτων υλών, και πραγματοποίησε επίσης κάποιες εθνικοποιήσεις, η πολιτική της ήταν η αναζήτηση συμβιβασμών με τους γαιοκτήμονες και τις πολυεθνικές.

Αυτό οδήγησε στην αποξένωση πολλών τμημάτων της βάσης του MAS, η οποία οδήγησε στην κατάρρευση της ψήφου του, από το 60-64% στο αποκορύφωμά του, στην απώλεια του συνταγματικού δημοψηφίσματος το 2016 και στη συνέχεια στο 47% στις εκλογές του 2019. Αυτή ήταν η στιγμή που η ολιγαρχία περίμενε για να απομακρύνει τον Έβο από την εξουσία, μέσω ενός συνδυασμού μαζικών κινητοποιήσεων, της ανταρσίας της αστυνομίας και της παρέμβασης του στρατού – δηλαδή με ένα αντιδραστικό πραξικόπημα.

Το παράδειγμα της Βολιβίας είναι μια πολύ σαφής προειδοποίηση για το τι μπορεί κανείς να περιμένει όταν μια κυβέρνηση μιλά για επανάσταση και κοινωνική αλλαγή, αλλά παραμένει μέσα στα όρια του καπιταλισμού.

Εκουαδόρ, Χιλή, Κολομβία …

Ωστόσο, η ιδέα ότι υπήρξε μια μετατόπιση προς τα δεξιά ή ένα «συντηρητικό κύμα» στη Λατινική Αμερική, που διακινείται από πρώην αριστερούς, απογοητευμένους ακαδημαϊκούς και σέχτες, είναι εντελώς λανθασμένο. Μετά από μια περίοδο περισσότερο ή λιγότερο σταθερών κυβερνήσεων, που βασίστηκαν στην υψηλή τιμή των πρώτων υλών, βλέπουμε τώρα μια άνοδο της ταξικής πάλης.

Υπάρχουν πολλές ενδείξεις, όπως το μαζικό κίνημα στο Πουέρτο Ρίκο τον Ιούλιο-Αύγουστο του 2019, η παρατεταμένη εξέγερση στην Αϊτή, η μαζική εξέγερση στο Εκουαδόρ τον Οκτώβριο του 2019, όταν τέθηκε το ζήτημα της εξουσίας και, πάνω απ όλα, η θαυμάσια εξέγερση στη Χιλή, μια χώρα που επί μακρόν θεωρούταν από τους αστούς αναλυτές ως θρίαμβος και όαση συντηρητισμού στην ήπειρο.

Τόσο στο Εκουαδόρ όσο και στη Χιλή, βλέπουμε κλασικά χαρακτηριστικά μιας εξέγερσης, με μαζικές κινητοποιήσεις, τη δημιουργία εμβρυακών σοβιέτ (cabildos, λαϊκές συνελεύσεις και τοπικές συνελεύσεις), τις κυβερνήσεις να κλονίζονται σοβαρά και ακόμα και την εμφάνιση σημαδιών ρωγμών στον κρατικό μηχανισμό. Ακόμη και σε μια χώρα όπως η Κολομβία, η οποία θεωρούταν οχυρό της αντίδρασης, η γενική απεργία της 21ης Νοεμβρίου 2019 ήταν σαφώς εμπνευσμένη από τα γεγονότα στο Εκουαδόρ και τη Χιλή. Το γεγονός ότι αυτή η μαζική απεργία συνεχίστηκε πέρα από την 21η είναι η σαφέστερη ένδειξη ότι οι εργαζόμενοι αγωνίζονταν για την εξουσία. Και, ωστόσο, κάποιοι επιθυμούν να περιγράψουν την κατάσταση στη Λατινική Αμερική ένα «συντηρητικό κύμα», κάτι που σίγουρα δεν ισχύει.

Στη Χιλή, το θέμα της Συντακτικής Συνέλευσης (CA) τέθηκε στο κίνημα. Είναι αλήθεια ότι το Σύνταγμα του 1980 περιέχει πολλά αντιδημοκρατικά στοιχεία, ακόμη και από την άποψη της επίσημης αστικής δημοκρατίας. Το πρόβλημα είναι ότι το σύνθημα της Συντακτικής Συνέλευσης μπορεί και θα χρησιμοποιηθεί από διαφορετικές τάξεις με πολύ διαφορετικά νοήματα.

Όταν οι μάζες μιλούν για μια Συντακτική Συνέλευση, αυτό που εννοούν είναι μια θεμελιώδης αλλαγή του καθεστώτος. Αλλά, όταν η άρχουσα τάξη αντιμετωπίζει την απειλή της επαναστατικής ανατροπής, θα υποστηρίξει την ιδέα μιας Συντακτικής Συνέλευσης για ακριβώς τον αντίθετο λόγο: για να προσπαθήσει να αποτρέψει μια θεμελιώδη αλλαγή, μέσω της εκτροπής του μαζικού κινήματος σε αστικά συνταγματικά κανάλια.

Πρέπει να εξηγήσουμε ότι, τελικά, αυτό που χρειάζεται η Χιλή δεν είναι ένα νέο Σύνταγμα, αλλά μια θεμελιώδης αλλαγή του καθεστώτος: δηλαδή η ανατροπή του αστικού κράτους και η αντικατάστασή του από ένα νέο και πραγματικά δημοκρατικό καθεστώς εργατικής εξουσίας. Αυτό σημαίνει την προβολή του συνθήματος «Κάτω ο Πινιέρα», τη διάδοση και τον συντονισμό των cabildos (συμβούλια) και των συνελεύσεων, έτσι ώστε να γίνει πραγματική οργανισμούς της εργατικής εξουσίας.

Μόνο μια Εθνοσυνέλευση της εργατικής τάξης και του λαού (το όνομα είναι δευτερεύον ζήτημα, όσο η εξουσία βρίσκεται στα χέρια των εργαζομένων) μπορεί να επεξεργαστεί ένα νέο Σύνταγμα, που θα είναι πραγματικά δημοκρατικό και θα αντιπροσωπεύει το συμφέρον της πλειοψηφίας του λαού, όχι μια δόλια τυπική «δημοκρατία», που απλώς χρησιμεύει ως υποκριτική μεταμφίεση, πίσω από την οποία κρύβεται η δικτατορία των ιδιοκτητών, των τραπεζιτών και των καπιταλιστών.

Κούβα

Η κρίση στη Βενεζουέλα έχει αρνητικές επιπτώσεις στην Κούβα. Η Βενεζουέλα αναγκάστηκε να διακόψει το μεγαλύτερο μέρος της προσφοράς φθηνού πετρελαίου στην Κούβα, η οποία είναι τώρα αντιμέτωπη με μαύρες αναλήψεις, για πρώτη φορά μετά την «ειδική περίοδο» που ακολούθησε την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Επιπλέον, η αμερικανική κυβέρνηση έχει σκληρύνει την πολιτική της έναντι της Κούβας, θέτοντας ένα όριο στα εμβάσματα που μπορούν να στείλουν οι Κουβανοί από την Αμερική στην Κούβα και εμποδίζοντας τους Αμερικανούς τουρίστες να πάνε στην Κούβα, γεγονός που αποτελεί σημαντική πηγή εσόδων για το νησί.

Έχουν επίσης ενεργοποιήσει ένα τμήμα του νόμου Χελμς-Μπάρτον, το οποίο ενισχύει το εμπάργκο και τον αποκλεισμό. Αυτή η άγρια επίθεση στην οικονομία αντιπροσωπεύει μια αποφασιστική προσπάθεια του Τραμπ – και προηγουμένως του Μπόλτον – που επευφημούσαν οι αντιδραστικοί Κουβανοί μετανάστες στο Μαϊάμι, να πνίξουν την Κουβανική Επανάσταση. Από την άποψη του ιμπεριαλισμού, αυτή ήταν μια πολύ κοντόφθαλμη και ηλίθια πολιτική, χαρακτηριστική μιας κοντόφθαλμης και ηλίθιας κυβέρνησης.

Η προηγούμενη πιο ήπια πολιτική, που ακολουθούσε ο Ομπάμα, ήταν ένας πολύ πιο αποτελεσματικός τρόπος υπονόμευσης της επανάστασης, περικλείοντάς την αργά στην αγκαλιά του καπιταλισμού και της οικονομίας της αγοράς, χαλαρώνοντας τους περιορισμούς στο εμπόριο, τις επενδύσεις και τον τουρισμό. Τώρα, αυτή η πολιτική θα αναγκάσει το κουβανικό καθεστώς να πάρει δραστικά μέτρα.

Η ηγεσία στην Κούβα μιλάει για περιορισμένη διανομή αγαθών και ίσως να επιστρέψει σε μια νέα ειδική περίοδο. Αυτό συμβαίνει σε μια εποχή, που το άνοιγμα των μικρών καπιταλιστικών επιχειρήσεων προχωρούσε ταχέως, δημιουργώντας για πρώτη φορά μια κοινωνική βάση για την καπιταλιστική αντεπανάσταση, η οποία δοκίμασε τις δυνάμεις της στο δημοψήφισμα για τη συνταγματική μεταρρύθμιση. Τώρα, η κίνηση προς τον καπιταλισμό θα σταματήσει, ή τουλάχιστον θα επιβραδυνθεί.

Οι Κουβανοί μαρξιστές πρέπει να αγωνιστούν κατά της καπιταλιστικής παλινόρθωσης, αλλά πρέπει να εξηγήσουν ότι ο μόνος τρόπος για να σωθούν οι κατακτήσεις της Κουβανικής Επανάστασης είναι η εγκαθίδρυση μιας πραγματικής εργατικής δημοκρατίας και η διακοπή της απομόνωσης της Κουβανικής Επανάστασης, με την επιδίωξη μιας επαναστατικής διεθνιστικής πολιτικής σε όλη τη Λατινική Αμερική.

Μεξικό

Η εκλογή της κυβέρνησης Αντρές Μανουέλ Λόπες Ομπραδόρ (ΑΜΛΟ) αποτέλεσε σημαντική αλλαγή στο Μεξικό. Έχει επιταχύνει όλες τις διαδικασίες και επιδείνωσε όλες τις αντιφάσεις. Το κύριο στοιχείο της κατάστασης είναι η ταχύτητα με την οποία συμβαίνουν τα γεγονότα. Ο ΑΜΛΟ έλαβε μέτρα εναντίον των προνομίων της διεφθαρμένης μεξικανικής μπουρζουαζίας και του κράτους της. Έχει επίσης εισαγάγει πρωτοφανή μέτρα κοινωνικής πρόνοιας, τα οποία ωφελούν εκατομμύρια ανθρώπους. Κατά συνέπεια, απολαμβάνει τεράστια υποστήριξη.

Μιλάει για την ανάγκη για μια βαθιά μεταμόρφωση του κράτους, για να διαχωρίσει την πολιτική και οικονομική εξουσία. Έχει την ψευδαίσθηση ότι είναι δυνατή η δημιουργία ενός κράτους που βρίσκεται πάνω από τις τάξεις. Έστειλε στη φυλακή εκπρόσωπους της άρχουσας τάξης που εμπλέκονται στη διαφθορά – αλλά συγχρόνως τους υπόσχεται μεγάλα κέρδη σε έργα, όπως ο σιδηρόδρομος Μάγια. Έχει εξετάσει το ζήτημα της αύξησης των μισθών κατά 16%, αλλά οι εργατικοί αγώνες, που γίνονται πολύ «επικίνδυνοι», έρχονται αντιμέτωποι με την κρατική καταστολή.

Ο ΑΜΛΟ προσπαθεί να κινηθεί ταυτόχρονα σε δύο κατευθύνσεις. Θέλει να ενισχύσει το κράτος, αλλά ξεχνάει τη «μικρή» λεπτομέρεια, ότι το κράτος που επιθυμεί να ενισχύσει είναι ένα αστικό κράτος, ένα κράτος που έχει σκοπό να υπερασπιστεί τα συμφέροντα των ιδιοκτητών, των τραπεζιτών και των καπιταλιστών. Θα αυξήσει την κρατική παρέμβαση στην οικονομία, προκειμένου να προσφέρει φθηνά δάνεια σε επιχειρήσεις και να δημιουργήσει ένα σώμα στρατιωτικής αστυνομίας, προκειμένου να καταπολεμήσει τους ναρκέμπορους. Στην πραγματικότητα, όμως, κανείς δεν μπορεί να πει πού τελειώνει ο κόσμος των μεγάλων βαρόνων ναρκωτικών και πού αρχίζουν οι τραπεζίτες, οι καπιταλιστές και οι γραφειοκράτες του κράτους.

Ο ΑΜΛΟ θα ήθελε να καταλήξει σε συμφωνία με την άρχουσα τάξη, αλλά η τελευταία δεν τον εμπιστεύεται και προσπαθεί να απαλλαγεί απ’ αυτόν με οποιοδήποτε δυνατό μέσο. Παρά το γεγονός ότι έχει πει ότι δεν θα αγγίξει την ιδιοκτησία των καπιταλιστών, τα αστικά ΜΜΕ έχουν ξεκινήσει μια άγρια επίθεση εναντίον του. Η άρχουσα τάξη χρησιμοποιεί τον έλεγχο του κρατικού μηχανισμού και της δικαστικής εξουσίας για να σαμποτάρει την κυβέρνηση. Προσπαθεί να συμβιβάσει ασυμβίβαστα ταξικά συμφέροντα. Με άλλα λόγια, προσπαθεί να τετραγωνίσει τον κύκλο.

Μια άλλη ένδειξη των αντιφάσεων στις πολιτικές του είναι η υποταγή του στον ιμπεριαλισμό των ΗΠΑ. Όταν ο Τραμπ απείλησε να επιβάλει δασμούς σε όλες τις εισαγωγές από το Μεξικό στις ΗΠΑ, προκειμένου να αναγκάσει τις μεξικανικές αρχές να εφαρμόσουν τη μεταναστευτική του πολιτική, ο ΑΜΛΟ ενέδωσε. Έστειλε την Εθνοφρουρά στα νότια και στα βόρεια σύνορα. Αυτό δείχνει σε ποιο βαθμό η κυβέρνηση βρίσκεται κάτω από τον αντίχειρα του ιμπεριαλισμού. Η παρούσα κατάσταση δεν είναι βιώσιμη. Η παγκόσμια οικονομική κρίση θα πλήξει ιδιαίτερα το Μεξικό, και η κυβέρνηση του Τραμπ εξακολουθεί να απειλεί να εισαγάγει δασμούς.

Αυτό θα εμβαθύνει περαιτέρω τη διάσπαση μεταξύ της κυβέρνησης ΑΜΛΟ και της άρχουσας τάξης, καθώς και των διαιρέσεων εντός του Morena, όπου η γραφειοκρατία κινείται προς τα δεξιά, ενώ οι υποστηρικτές του ΑΜΛΟ κινούνται προς τα αριστερά. Δεδομένου ότι δεν υπάρχουν πραγματικές οργανωμένες δυνάμεις στα αριστερά της κυβέρνησης, η στήριξή σ’ αυτήν έχει αυξηθεί. Η ριζοσπαστικοποίηση θα ανοίξει πολλές δυνατότητες για τους Μεξικανούς μαρξιστές, οι οποίοι παρεμβαίνουν ενεργά στις συζητήσεις, θέτοντας σαφείς επαναστατικές εναλλακτικές λύσεις απέναντι στον συγκεχυμένο αριστερό ρεφορμισμό, συνδυάζοντας την υποστήριξη για τον ΑΜΛΟ ενάντια στη δεξιά, με συνεπή αλλά προσεγγιστική κριτική.

 Επιμέλεια: Ηλίας Κυρούσης – Στέλιος Δαφνής

Συνεχίζεται

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα