ΥΠΟΒΑΘΜΙΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΚΑΙ ΔΩΡΕΑΝ ΠΑΙΔΕΙΑΣ – Η ΤΑΞΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΝΔ
Η κατάσταση που επικρατεί στο χώρο της παιδείας σήμερα μόνο με μια λέξη μπορεί να περιγραφεί: ΒΑΛΤΩΜΑ!
Σε πρόσφατη μάλιστα δημοσκόπηση της MRV ακόμα και οι υποστηρικτές της ΝΔ σε ποσοστό 54% δήλωσαν ότι η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας πρέπει να απομακρυνθεί γιατί δεν κάνει απολύτως τίποτα!
Όμως αυτό το «ΒΑΛΤΩΜΑ» ούτε τυχαίο είναι, ούτε ανεξήγητο. Αντίθετα είναι μια σκόπιμη και συνειδητή ταξική επιλογή.
Η Γιαννάκου και οι σύμβουλοί της έχουν επιλέξει την προσφιλή στους αστούς μέθοδο της «σαλαμοποίησης» με στόχο να επιτύχουν την επιβολή των στόχων που αποφάσισαν στο Μπέργκεν, με τις μικρότερες δυνατές αντιδράσεις. Ξεκίνησαν λοιπόν από τον χώρο των ΑΕΙ, που αποτελούν το μεγάλο φιλέτο και που για το λόγο αυτό ενδιαφέρουν άμεσα τις πολυεθνικές.
Μέσω λοιπόν της πολυπροπαγανδισμένης «αξιολόγησης» των ΑΕΙ, με στόχο να δημιουργηθούν κοινωνικά ερείσματα ανάμεσα σε μικροαστικά στρώματα επιχειρείται να δημιουργηθεί εκείνο το κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον μέσα στο οποίο θα ανθίσουν και θα γιγαντωθούν απρόσκοπτα τα ιδιωτικά ΑΕΙ σε βάρος των «απαξιωμένων» δημόσιων ΑΕΙ, μέσα σε ένα γενικότερο κλίμα απαξίωσης του δημόσιου τομέα και των υπηρεσιών του.
Μάλιστα για να επιβάλλει τις απόψεις της η Γιαννάκου, πέταξε τη μάσκα της μειλίχιας «Ευρωπαίας» δημοκράτισσας και σε στυλ «αποφασίζομεν και διατάζομεν» απείλησε του πρυτάνεις των ΑΕΙ που δεν θα δεχθούν «αξιολόγηση» ότι δεν θα αναγνωρίσει τα πτυχία των ιδρυμάτων τους!
Σε αυτή βέβαια την προσπάθεια έχει συνεπή αρωγό την δεξιά ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, η οποία δια στόματος Παπανδρέου διακηρύσσει σε όλους του τόνους την υποστήριξή της στη δημιουργία «μη κερδοσκοπικών ΙΔΙΩΤΙΚΩΝ ΑΕΙ» ( τα οποία προφανώς σύμφωνα με την λογική της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ αυτοί που θα τα χρηματοδοτούν θα το κάνουν μόνο από αγαθές προθέσεις!) και από την ίδια την ηγεσία της ΓΣΕΕ που ίδρυσε ενός τέτοιου χαρακτήρα ίδρυμα, με τις ευλογίες μάλιστα του Παναγιωτόπουλου, για την επιμόρφωση των συνδικαλιστών!
Την ίδια ώρα η υποχρηματοδότηση της βασικής εκπαίδευσης συνεχίζεται, με τις δαπάνες για την παιδεία στον φετινό προϋπολογισμό να είναι χαμηλότερες από τον περσινό.
Το ολοήμερο σχολείο έχει εγκαταλειφθεί στην τύχη του. Όπου έχει δημιουργηθεί, έχει μετατραπεί σε «πάρκινγκ» παιδιών, σε ένα άχρωμο παιδοφυλακτήριο. Σε πολλές περιοχές υπολειτουργεί ή δεν λειτουργεί, σε βάρος των εργαζόμενων γονιών που είχαν βρει σε αυτό ένα κάποιο στήριγμα.
Μέσα σε όλο αυτό το κλίμα, στις άμεσες προθέσεις της Γιαννάκου είναι να επανεισαχθούν προαγωγικές εξετάσεις στην Ε’ και ΣΤ’ Δημοτικού για να «αξιολογηθεί» καλύτερα το «επίπεδο» των μαθητών. Στην πράξη είναι ένας ακόμη τρόπος για να μπει μεγαλύτερος φραγμός στην μόρφωση και την πρόοδο των παιδιών της εργατικής τάξης μέσω της εισαγωγής ενός στείρου ανταγωνισμού.
Από την άλλη, καθημερινά η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας δείχνει απροκάλυπτα την εκλεκτική της προτίμηση στην ιδιωτική εκπαίδευση. Έτσι, εν όψει της αλλαγής των σχολικών βιβλίων της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, προχωρεί στην από κοινού με τα ιδιωτικά σχολεία διοργάνωση ενημερωτικού σεμιναρίου για 400 ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς με την συμμετοχή του ίδιου του Γ.Γ. του υπουργείου, την ίδια ώρα που οι εκπαιδευτικοί των δημόσιων σχολείων δεν γνωρίζουν ούτε καν πώς είναι το εξώφυλλο των νέων βιβλίων!
Επιπλέον, το νέο νομοσχέδιο για την επιλογή διευθυντών – υποδιευθυντών, επιχειρεί να ελέγξει τον διοικητικό μηχανισμό των σχολείων με φιλικά προς την ΝΔ διευθυντικά στελέχη, αφού ορίζει ως βασικό κριτήριο επιλογής τους την συνέντευξη των υποψηφίων σε διορισμένες από το υπουργείο επιτροπές επιλογής στελεχών, και όχι τα όποια τυπικά προσόντα (προϋπηρεσία, σπουδές κλπ.).
Η ηγεσία του υπουργείου πιστεύει ότι έτσι θα επιτύχει να χειραγωγήσει τους εκπαιδευτικούς επιβάλλοντάς τους, μέσω της «δαμόκλειου σπάθης» της «αξιολόγησης» από τους κομματικά επιλεγμένους προϊστάμενούς τους, τις επιλογές της.
Για να πετύχει δε την ηθική δικαίωση στα μάτια των εκπαιδευτικών, επικαλείται την ανάλογη άλωση του μηχανισμού από τους εκλεκτούς του ΠΑΣΟΚ τα προηγούμενα χρόνια.
Μπροστά σε όλη αυτή την κατάσταση οι εκπαιδευτικοί μένουν προς το παρόν αδρανείς αν όχι απαθείς στο σύνολό τους και αυτό όχι τυχαία.
Ο ασφυκτικός έλεγχος του συνδικαλιστικού κινήματος όλα τα προηγούμενα χρόνια από την συνδικαλιστική γραφειοκρατία, ιδιαίτερα της ΠΑΣΚΕ, η οποία ανεχόταν ή και υποστήριζε την αντιλαϊκή αστική πολιτική της ηγεσίας Σημίτη, που είχε ως κύριο χαρακτηριστικό την υποβάθμιση του δημόσιου σχολείου και του εκπαιδευτικού ως εργαζόμενου και παιδαγωγού, έχει γεμίσει με δυσπιστία του παλιότερους και αδιαφορία τους νεότερους εκπαιδευτικούς.
Άλλωστε, όλα αυτά τα χρόνια έβλεπαν τον έναν μετά τον άλλο τους γραφειοκράτες της ΠΑΣΚΕ να εξαργυρώνουν την συνδικαλιστική τους απραξία με δημόσια αξιώματα.
Από την άλλη, η απομονωτική στάση της ηγεσίας του ΚΚΕ, με τον στείρο καταγγελτικό της λόγο, απομακρύνει από αυτό μεγάλο κομμάτι εκπαιδευτικών και δεν δίνει διέξοδο για μαζική έκφραση και δράση μέσα από τις γραμμές του.
Φυσικά, όσο θα εντείνεται η κοινωνική κρίση αυτή θα έχει την έκφρασή της και μέσα στους εκπαιδευτικούς που θα βλέπουν μέρα με τη μέρα την κοινωνική και οικονομική τους περιθωριοποίηση και θα γεύονται τη σκληρή ταξική πολιτική της ΝΔ.
Αυτή η ριζοσπαστικοποίηση θα αναζητήσει οπωσδήποτε έκφραση και μέσα από τις παραδοσιακές παρατάξεις, φέρνοντας έτσι τις ηγεσίες τους σε δύσκολη θέση και δημιουργώντας ρήγματα στον συμπαγή πυρήνα της γραφειοκρατίας.
Έτσι, θα δημιουργηθούν οι κοινωνικοί και πολιτικοί όροι για διασπάσεις εκείνου του τμήματος των εκπαιδευτικών, που κάτω από την κοινωνική πίεση θα πιέζουν για μια ριζοσπαστική πολιτική. Τότε θα ανοίξει ο δρόμος για την δημιουργία ενός κοινωνικού μετώπου ανάμεσα στους πρωτοπόρους αγωνιστές του ΠΑΣΟΚ, του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ.
Του Γιώργου Κανέλλου, εκπαιδευτικού