Τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος για το προτεινόμενο νέο σύνταγμα της Χιλής, που προέκυψε από τη Συντακτική Συνέλευση, δείχνουν ότι η μεγάλη πλειοψηφία (62%) ψήφισε υπέρ της απόρριψής του. Αυτό το αποτέλεσμα είναι ακόμη χειρότερο από αυτό που προέβλεπαν οι δημοσκοπήσεις. Είναι απαραίτητο να εξηγήσουμε γιατί αυτό συνέβη.
Η πρώτη παρατήρηση που πρέπει να γίνει είναι ότι η κατανομή των ψήφων ήταν παρόμοια με τον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών το 2021: μια πολύ πολωμένη ψήφος μεταξύ του αριστερού Γκαμπριέλ Μπόριτς και του ακροδεξιού Χοσέ Καστ. Στο Σαντιάγο και στο Βαλπαραΐσο, οι εργατικές και λαϊκές κομμούνες (οι μικρότερες διοικητικές περιφέρειες) ψήφισαν σε μεγαλύτερους αριθμούς υπέρ της έγκρισης (αν και ξεπέρασαν την καταψήφιση μόνο σε ελάχιστες περιπτώσεις), και οι αστικές κομμούνες της ανώτερης τάξης ψήφισαν συντριπτικά υπέρ της απόρριψης. Ωστόσο, σε αντίθεση με το 2021, η ψήφος των εργατικών κομμούνων δεν ήταν αρκετά υπέρ της έγκρισης για να αντισταθμίσει την ψήφο των πλουσίων.
[Συνολικά, η συμμετοχή αυξήθηκε μαζικά, από 7,5 εκατομμύρια ψήφους στο συντακτικό δημοψήφισμα το 2021 και 8,3 εκατομμύρια στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών, σε πάνω από 13 εκατομμύρια ψήφους τώρα. Στις προεδρικές εκλογές ο Μπόριτς πήρε 4,6 εκατομμύρια ψήφους και τώρα 4,8 εκατομμύρια ψήφισαν υπέρ της έγκρισης του Συντάγματος. Όμως, ενώ ο δεξιός δημαγωγός Καστ έλαβε τότε 3,6 εκατομμύρια ψήφους, 7,8 εκατομμύρια ψήφισαν τώρα υπέρ της απόρριψης του Συντάγματος, αύξηση 4,2 εκατομμυρίων, που ισοδυναμεί σχεδόν με την αυξημένη συμμετοχή των 4,7 εκατομμυρίων. Έτσι, ο βασικός αριθμός ψήφων των αριστερών δυνάμεων για κοινωνική αλλαγή διατηρήθηκε, αλλά η συντριπτική πλειοψηφία όσων ψήφισαν για πρώτη φορά απέρριψαν το Σύνταγμα].
Για να δώσουμε μόνο ένα παράδειγμα, στο Λο Εσπέχο, (μια εργατική και φτωχή κοινότητα στο Σαντιάγο) ο Μπόριτς πήρε 34.000 ψήφους σε σύγκριση με 12.000 του Καστ στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών (73% έναντι 26%). Στο συνταγματικό δημοψήφισμα, η ψήφος για την έγκριση έλαβε 36.000 ψήφους, αλλά η ψήφος υπέρ της απόρριψης είχε σχεδόν τον ίδιο αριθμό (50% έναντι 49%). Εκεί βρίσκεται ένα από τα σημεία κλειδιά.
Το απαθές στρώμα έμεινε αμετάπειστο
Το δημοψήφισμα είχε ρεκόρ συμμετοχής λόγω της εφαρμογής, για πρώτη φορά, του συνδυασμού αυτόματης εγγραφής και υποχρεωτικής ψηφοφορίας, που κινητοποίησε ένα θύλακα συνήθως απαθών και δύσπιστων ψηφοφόρων. Αυτό το στρώμα είναι πάντα πιο επιρρεπές στην προπαγάνδα που προκαλεί φόβο από τη Δεξιά και τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης, και προφανώς τείνει στη διατήρηση της τρέχουσας κατάστασης πραγμάτων. Αυτή η αύξηση των ψήφων επηρέασε επίσης δυσανάλογα την εργατική τάξη και τις φτωχές κοινότητες, όπου η αποχή είναι παραδοσιακά μεγαλύτερη.
Αυτό όμως δεν ήταν ούτε μια αυτόματη διαδικασία ούτε αναπόφευκτο. Μερικοί από τους ίδιους ηγέτες που ευθύνονται για αυτήν την καταστροφή κατηγορούν τώρα τους «αδαείς» ανθρώπους. Πρέπει να ειπωθεί ξεκάθαρα ότι το προτεινόμενο νέο σύνταγμα απέτυχε να συνδεθεί με τις πραγματικές αγωνίες του λαού και των εργαζομένων, με λίγες συγκεκριμένες λύσεις στα αιτήματα που οδήγησαν στη λαϊκή εξέγερση του 2019, όπως το τέλος των AFP (ιδιωτικές συντάξεις), την επανεθνικοποίηση των φυσικών πόρων, την ενδελεχή εκκαθάριση της αστυνομίας και του στρατού κ.λπ.
Τα τμήματα του πληθυσμού που είναι πιο απογοητευμένα από την πολιτική τείνουν να κλίνουν προς αποφασιστικά προγράμματα που αντιμετωπίζουν με τόλμη τα καθημερινά τους προβλήματα. Ούτε η κυβέρνηση, που χαρακτηρίζεται από την απάθειά της, ούτε η Συντακτική Συνέλευση, που ήταν μπλεγμένη μέσα στις μεταμοντέρνες ιδέες, δεν κατάφεραν να ενθουσιάσουν τις μάζες.
Το προτεινόμενο Σύνταγμα, μένοντας στα στενά περιθώρια της αστικής ιδιοκτησίας, είναι ανίκανο να απαντήσει σε βασικά ερωτήματα όπως η εκπαίδευση, η υγεία, οι συντάξεις, οι θέσεις εργασίας κ.λπ. Φανφαρονικές φράσεις περί «κοινωνικού χαρακτήρα του νόμου», ή περί «πολυεθνικού» χαρακτήρα της Χιλής (την ίδια στιγμή που οι ηγέτες των Μαπούτσε φυλακίζονται και η στρατιωτικοποίηση της Αραουκανία διατηρείται) δεν μπόρεσαν να πείσουν ένα αρκετά ευρύ τμήμα των εργατών και των καταπιεσμένων. Μια σαφέστερη και πιο ριζοσπαστική πρόταση, ανοιχτής ρήξης με τον καπιταλισμό και επίλυση των πιεστικών προβλημάτων των μαζών στη βάση της απαλλοτρίωσης των πλουσίων και των ισχυρών, θα ήταν ο μόνος τρόπος για να ξεπεραστεί η προπαγάνδα του φόβου και να πείσει τα στρώματα που παραδοσιακά απείχαν από τις εκλογές.
Ένα άλλο στοιχείο που πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι το γεγονός ότι η απόρριψη κέρδισε σχεδόν σε όλες τις περιοχές της χώρας, αλλά είχε ένα ευρύ προβάδισμα στις αγροτικές περιοχές και στο νότο της Χιλής. Αυτό δείχνει ότι τα κύρια κόμματα που τάχθηκαν υπέρ του προτεινόμενου Συντάγματος, το PC (Κομμουνιστικό Κόμμα) και το FA (Πλατύ Μέτωπο), ακόμη και πολλά από τα κοινωνικά κινήματα που εκπροσωπούνται στη Συντακτική Συνέλευση, δεν έχουν μια σταθερή βάση στους αγροτικούς και ημι-αγροτικούς τομείς.
Αντίθετα, βάσισαν τις εκστρατείες τους σε μικροαστικούς και «προοδευτικούς» πυρήνες, και περιφρόνησαν την οικοδόμηση μαζικών κομμάτων σε στέρεες ιδεολογικές βάσεις. Η οικοδόμηση μιας ισχυρής συνείδησης της εργατικής τάξης δεν επιτυγχάνεται από τη μια μέρα στην άλλη, μέσω αφελών μιμιδίων (meme) στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή απλοϊκών φυλλαδίων.
Βγάζοντας τα λάθος συμπεράσματα
Όπως ήταν αναμενόμενο, τα κόμματα υπέρ της έγκρισης δεν έχουν βγάλει συμπεράσματα ή μάλλον έχουν βγάλει τα αντίθετα από αυτά που απαιτούνται. Η κυβέρνηση και οι υποστηρικτές της έχουν δώσει από νωρίς σημάδια στροφής προς τα δεξιά, μιλώντας για «καλύτερο συντονισμό με την πλειοψηφία»: που δεν σημαίνει τίποτα άλλο από το να μετριάσουν ακόμη περισσότερο το ήδη νερωμένο πρόγραμμά τους και να ανοίξουν χώρο σε στοιχεία του Κέντρου και της Δεξιάς της εξαφανισμένης Concertación (Συμφωνία), που περίμεναν μια τέτοια ευκαιρία για να βγουν από τα φέρετρά τους.
Μεγάλο μέρος του κυβερνώντος συνασπισμού ένιωθε άβολα με ένα πιο ριζοσπαστικό πρόγραμμα και θεώρησε το προτεινόμενο σύνταγμα ως απειλή για την ασφάλειά του, για αυτό χαιρέτησαν αυτό το αποτέλεσμα. Αλλά εκείνοι που λαχταρούν να επιστρέψουν στη φαινομενική σταθερότητα των κυβερνήσεων της Concertación κάνουν λάθος. Η «Συμφωνία για την Ειρήνη», ένας συμβιβασμός που είχε σχεδιαστεί για να τερματίσει την Οκτωβριανή Εξέγερση, επεδίωξε να αποκαταστήσει την τάξη στους θεσμούς, και αυτό που επιτεύχθηκε ήταν το αντίθετο: θεσμική αβεβαιότητα και λαϊκή ένταση.
Δεν έγιναν μαζικές διαδηλώσεις ή πανηγυρισμοί στους δρόμους. Η απορριπτική ψήφος δεν βασίστηκε σε καμία ιδεολογική ζέση. Αντίθετα, τροφοδοτήθηκε από τον φόβο και την αδυναμία του προτεινόμενου συντάγματος να ανταποκριθεί στις πραγματικές δυσκολίες ενός τμήματος του εκλογικού σώματος που είχε ήδη παντελή έλλειψη εμπιστοσύνης στους θεσμούς. Οι νικητές δεν πέτυχαν καμία πραγματική νίκη, αφού όλα τα πράγματα πλέον επιστρέφουν πάλι στο Σύνταγμα του Πινοσέτ, το οποίο έχει ήδη απορριφθεί από το 80% του πληθυσμού.
Τα μονοπάτια που ανοίγουν τώρα είναι πολλαπλά και επισφαλή. Η κυβέρνηση θα συναντηθεί με τα κόμματα που έκαναν εκστρατεία υπέρ της έγκρισης και της απόρριψης, για να επιδιώξουν μια νέα συμφωνία ώστε να λυθεί αυτό το αίνιγμα, ενώ θα προσπαθήσει να διατηρήσει τις αποφάσεις πίσω από τους χοντρούς τοίχους του Εθνικού Κοινοβουλίου: του πιο απαξιωμένου θεσμού του έθνους.
Οι προοδευτικοί κύκλοι δείχνουν σημάδια αποδυνάμωσης. Δεν είναι περίεργο: η μηχανιστική τους άποψη για την πραγματικότητα δεν τους επιτρέπει να κοιτάξουν πέρα από την επιφάνεια των πραγμάτων. Εμείς οι μαρξιστές, από την άλλη, δεν έχουμε την πολυτέλεια να αποκαρδιωθούμε και να συμμετάσχουμε στη χορωδία του θρήνου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Κατανοούμε ότι τα υπόγεια ρεύματα δεν αντιστρέφουν τη ροή τους ως αποτέλεσμα περιστασιακών ψηφοφοριών.
Τίποτα δεν έχει τελειώσει!
Οι διαδηλώσεις υπέρ της έγκρισης τις τελευταίες εβδομάδες της εκστρατείας είχαν εκατοντάδες χιλιάδες αποφασισμένους και ριζοσπαστικοποιημένους νέους και εργάτες που ξεχύθηκαν στους δρόμους, ένα σενάριο που δεν ήταν μέρος των υπολογισμών της άρχουσας τάξης πριν από μερικά χρόνια. Αυτά τα μαζικά στρώματα δεν θα ικανοποιηθούν με τίποτα λιγότερο από τις βασικές απαιτήσεις του Οκτωβρίου του 2019, με την υπόσχεση για το τέλος του νεοφιλελευθερισμού, δηλαδή του μοναδικού δυνατού προσώπου του καπιταλισμού σε αυτή τη φάση της οργανικής κρίσης του συστήματος και της παγκόσμιας ύφεσης.
Σε μια κατάσταση οικονομικής και κοινωνικής κρίσης που διαρκεί χρόνια, θα αναζητήσουν άλλες λύσεις για τα πιο πιεστικά προβλήματά τους, θα εδραιώσουν τις οργανώσεις των περιοχών τους και, αργά ή γρήγορα, θα επιστρέψουν στους δρόμους. Η ιδέα ότι οι φιλοδοξίες για ριζική αλλαγή που προκύπτουν από τις μάζες της εργατικής τάξης και των καταπιεσμένων, που εκφράστηκαν στην ιστορική εξέγερση του 2019, μπορούν να επιλυθούν με μια συνταγματική αλλαγή, έχει δοκιμαστεί στην πράξη και έχει αποτύχει, καθώς είχαμε προειδοποιήσει περί αυτού σε εκείνη τη χρονική στιγμή.
Οι πιο αφοσιωμένοι Χιλιανοί εργάτες αρχίζουν να ξυπνούν από τις δημοκρατικές ψευδαισθήσεις που καλλιεργεί η άρχουσα τάξη, και στον πυρετό αυτής της απογοητευμένης εμπειρίας, θα επιστρέψουν στο μαχητικό τους πνεύμα, αλλά αυτή τη φορά με ένα ποιοτικά υψηλότερο επίπεδο συνείδησης.
Αυτά τα στρώματα αποτελούν ένα εύφορο έδαφος στο οποίο έχουν εναποτεθεί τα ιζήματα της Οκτωβριανής Εξέγερσης, που περιμένουν να καλλιεργηθούν με το άροτρο του μαρξισμού και να σπαρθούν με επαναστατικές ιδέες. Ο καρπός θα ωριμάσει σιωπηλά αλλά αμετάκλητα και πρέπει να είμαστε έτοιμοι να τον δρέψουμε. Η IMT της Χιλής το είπε ξεκάθαρα πριν από το δημοψήφισμα και το επαναλαμβάνει και τώρα: ο αγώνας συνεχίζεται!