Την Κυριακή, ο Λούλα του Εργατικού Κόμματος (PT) νίκησε οριακά τον ακροδεξιό υποψήφιο Μπολσονάρο (50,9% έναντι 49,1%) στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών. Ενώ οι εργαζόμενοι και η νεολαία δικαίως γιορτάζουν αυτό το αποτέλεσμα, θα πρέπει επίσης να σημειώσουμε ότι ο Μπολσονάρο ξεπέρασε τις προβλέψεις και κατάφερε να αυξήσει τις ψήφους του κατά 6 εκατομμύρια σε σχέση με τον πρώτο γύρο, ενώ ο Λούλα τις αύξησε κατά 2,6 εκατομμύρια.
Πριν από λίγους μήνες, ο Λούλα ήταν πρώτος με μεγάλη διαφορά στις δημοσκοπήσεις. Σε αυτό συνέβαλε και η εγκληματική διαχείριση της πανδημίας από τον Μπολσονάρο, η οποία άφησε πίσω 700.000 νεκρούς Βραζιλιάνους. Στο τέλος, ωστόσο, αυτό το προβάδισμα σχεδόν εξανεμίστηκε. Πώς μπορεί να εξηγηθεί αυτό;
Καταστολή ψηφοφόρων και ταξική συνεργασία
Ο Μπολσονάρο στηρίχθηκε στα πιο οπισθοδρομικά στρώματα της χώρας. Έχει την ενθουσιώδη υποστήριξη των καπιταλιστών της αγροδιατροφής (ένας τομέας που αντιπροσωπεύει το 22% του ΑΕΠ της Βραζιλίας και το 40% των εξαγωγών της χώρας) και χρησιμοποίησε όλη την ισχύ του κρατικού μηχανισμού προς όφελός του.
Ο Μπολσονάρο διεξήγαγε μια άνευ προηγουμένου εκστρατεία ψευδών ειδήσεων και προκλήσεων, συμπεριλαμβανομένης μιας ένοπλης επίθεσης από επιφανή πολιτικό σύμμαχό του κατά αστυνομικών που επιχείρησαν να τον συλλάβουν. Την ημέρα των εκλογών, υπήρξαν θρασύτατες απόπειρες καταστολής ψηφοφόρων από την, έντονα φιλική στον Μπολσονάρο, Ομοσπονδιακή Τροχαία (PFR), η οποία σταματούσε τους ψηφοφόρους του PT που κατευθύνονταν προς τα εκλογικά τμήματα. Ο διοικητής της PFR ανάρτησε επίσης ένα tweet καλώντας τους ψηφοφόρους να στηρίξουν τον Μπολσονάρο.
Η βραζιλιάνικη κοινωνία είναι πολύ έντονα πολωμένη. Οι φτωχότερες κοινότητες στα βόρεια και τα βορειοανατολικά ψήφισαν μαζικά υπέρ του Λούλα. Στο πλουσιότερο κέντρο και το νότο επικράτησε ο Μπολσονάρο. Από τις 10 πολυπληθέστερες πολιτείες της χώρας, ο Λούλα και ο Μπολσονάρο κέρδισαν σε πέντε ο καθένας. Στο Σάο Πάολο, την πολυπληθέστερη πόλη και βιομηχανικό κέντρο της χώρας, κέρδισε η Αριστερά αλλά ο υποψήφιος του Μπολσονάρο εκλέχθηκε κυβερνήτης της πολιτείας. Το κόμμα του έχει τις μεγαλύτερες ομάδες τόσο στο Κονγκρέσο όσο και στη Γερουσία και ελέγχει τις τρεις πολυπληθέστερες πολιτείες: το Σάο Πάολο, το Ρίο ντε Τζανέιρο και το Μίνας Ζεράις.
Από την άλλη πλευρά, από την εκστρατεία του Λούλα έλειπε το αριστερό περιεχόμενο που θα μπορούσε να συσπειρώσει τους εργαζόμενους και τους φτωχούς σε ταξική βάση. Αυτό επέτρεψε στον Μπολσονάρο να μεταφέρει την προεκλογική αντιπαράθεση στο πεδίο των «αξιών», των ιδέων, κ.ο.κ. Η προεκλογική περίοδος περιστράφηκε γύρω από θέματα όπως η θρησκεία, οι εκτρώσεις, οι οικογενειακές αξίες, η εγκληματικότητα, και η διαφθορά. Αυτό ωφέλησε τον Μπολσονάρο, ο οποίος μπόρεσε να στηριχθεί στις πιο καθυστερημένες προκαταλήψεις στην κοινωνία.
Ακόμα, ο Λούλα από την αρχή έκανε μία σειρά συμμαχίες χωρίς αρχές με το καπιταλιστικό κατεστημένο, ξεκινώντας από την επιλογή του υποψηφίου αντιπροέδρου του, του Τζεράλντο Αλκμίν. Ο Αλκμίν, ένας τυπικός αστός πολιτικός, ήταν ο αντίπαλός του στις εκλογές του 2006 και αρχηγός του βασικού κόμματος της βραζιλιάνικης αστικής τάξης, του PSDB. Ως κυβερνήτης του Σάο Πάολο ήταν υπεύθυνος για τη βίαιη καταστολή κατά του κινήματος ενάντια στις αυξήσεις των εισιτηρίων των ΜΜΜ το 2013 και υποστήριξε ανοιχτά την καθαίρεση της Ντίλμα Ρούσεφ του PT το 2016. Τέτοιου είδους συμμαχίες έγιναν σε όλα τα επίπεδα. Για παράδειγμα, το PT υποστήριξε τον τοπικό ολιγάρχη πολιτικό Πάουλο Ντάντας για κυβερνήτη της Αλαγκόας: τον γόνο μιας τοπικής πολιτικής δυναστείας, ο οποίος έκανε μια προεκλογική εκστρατεία βασισμένη σε προσωπικά χαρακτηριστικά και εντελώς απαλλαγμένη από οποιοδήποτε πολιτικό περιεχόμενο.
Αντί να μετατοπίσει τη συζήτηση σε ταξικά ζητήματα, ο Λούλα προσπάθησε να αντιπαρατεθεί στον Μπολσονάρο μετατοπιζόμενος προς τα δεξιά και μάλιστα, επικαλούμενος τη χριστιανική του πίστη. Ταυτόχρονα, προσπάθησε να παρουσιαστεί στην άρχουσα τάξη ως ένας αξιόπιστος και υπεύθυνος υποψήφιος, ενώ υποσχόταν στον κρατικό μηχανισμό ότι εάν εκλεγεί θα υπερασπιστεί «τους θεσμούς» – και αυτό παρά το γεγονός ότι ακριβώς «οι θεσμοί» έριξαν τον ίδιο στη φυλακή για 18 μήνες το 2018. Μάλιστα, ο ίδιος ο δικαστής που ηγήθηκε αυτής της δίωξης, ο Σέρχιο Μόρο, λίγο μετά έγινε υπουργός Δικαιοσύνης του Μπολσονάρο!
Επιπλέον, ο Μπολσονάρο χρησιμοποίησε πλήρως τον κρατικό προϋπολογισμό για την προεκλογική εκστρατεία του, για παράδειγμα αυξάνοντας τον αριθμό των δικαιούχων του κοινωνικού επιδόματος “Auxilio Brasil” κατά μισό εκατομμύριο στο μεσοδιάστημα ανάμεσα στους δύο γύρους των προεδρικών εκλογών.
Ο «ελέφαντας στο δωμάτιο», φυσικά, είναι η σοβαρή κοινωνική κρίση και η ακραία ανισότητα της Βραζιλίας: 33 εκατομμύρια Βραζιλιάνοι υποσιτίζονται, ενώ ο αριθμός των πολυεκατομμυριούχων αυξάνεται αδιάλλειπτα τα τελευταία χρόνια. Μια αποφασιστική εκστρατεία με συγκεκριμένες κοινωνικές προτάσεις, και με μαχητική, ταξική ρητορική, θα είχε διαπεράσει τις θρησκευτικές και πολιτιστικές διαφορές και θα τορπίλιζε τη δημαγωγία του Μπολσονάρο.
Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, ο Μπολσονάρο δεν έχει ακόμη αποδεχτεί την ήττα. Για την ακρίβεια, δεν έχει πει απολύτως τίποτα. Αλλά οι υποστηρικτές του (ιδιαίτερα μεταξύ των φορτηγατζήδων) αποκλείουν βασικούς δρόμους σε 16 διαφορετικές πολιτείες σε όλη τη χώρα. Ο Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου (STF) Μοράες έδωσε εντολή να εκκαθαρίσει τα μπλόκα η Ομοσπονδιακή Τροχαία (PFR), η ίδια αστυνομική δύναμη που προσπάθησε να καταστείλει τους ψηφοφόρους του Λούλα την ημέρα των εκλογών! Ενώ η PFR έχει αποδεχθεί την εντολή, βλέπει σίγουρα με συμπάθεια τους υποστηρικτές του Μπολσονάρο και δεν μπορεί να είναι αξιόπιστη. Το Κίνημα Αστέγων Εργαζομένων (MTST) έχει ήδη καλέσει τα μέλη και τους υποστηρικτές του να οργανώσουν διαδηλώσεις για την άρση των οδοφραγμάτων και την υπεράσπιση του εκλογικού αποτελέσματος.
Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, ο Μπολσονάρο απείλησε να στηριχθεί στον στρατό και να κινητοποιήσει την σκληροπυρηνική του βάση για να αμφισβητήσει τον Λούλα. Δεδομένου του οριακού αποτελέσματος των εκλογών, υπάρχουν εικασίες ότι θα μπορούσε να επιχειρήσει κάτι παρόμοιο με την εισβολή στο Καπιτώλιο που προκάλεσε ο Τραμπ το 2021. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε βίαιες συγκρούσεις. Είναι πιθανό ο Μπολσονάρο να παίρνει το χρόνο του για να δει πώς εξελίσσονται τα γεγονότα, αποποιούμενος ταυτόχρονα κάθε ευθύνη εάν οι υποστηρικτές του κινηθούν αυθόρμητα. Δεν κάλεσε διαμαρτυρίες, αλλά ούτε τοποθετείται εναντίον τους τώρα που πραγματοποιήθηκαν, και φαίνεται να παίρνει χρόνο για να ζυγίσει τις εναλλακτικές επιλογές του.
Ο αντιπρόεδρος του Μπολσονάρο, ο Μουράο, αναγνώρισε τώρα την ήττα σε ένα μήνυμά του προς τον Αλκμίν, και η ομάδα του Λούλα είναι σε επαφή με τον υπουργό Προεδρίας του Μπολσονάρο, Νογκουέιρα, συζητώντας τη διαδικασία μετάβασης. Υπάρχει τεράστια πίεση από διάφορες πλευρές του κρατικού μηχανισμού, της άρχουσας τάξης, και του ιμπεριαλισμού, για να διασφαλιστεί μια ομαλή μετάβαση. Ό,τι και αν πιστεύουν οι καπιταλιστές για τον Μπολσονάρο (και είναι διχασμένοι σε αυτό το θέμα), το τελευταίο πράγμα που θέλουν είναι το χάος και η αστάθεια.
Ο Μπολσονάρο ηττήθηκε, αλλά ο «Μπολσοναρισμός» παραμένει
Σε κάθε περίπτωση, ο Μπολσονάρο θα μπορούσε να είχε ηττηθεί πολύ νωρίτερα. Από το ξεκίνημά της η προεδρία του αντιμετώπισε μαζικές διαδηλώσεις, με πλήθη χιλιάδων να βγαίνουν στους δρόμους σχεδόν από την πρώτη μέρα φωνάζοντας “Fora Bolsonaro!” («Κάτω ο Μπολσονάρο!») Ωστόσο, οι ηγεσίες του PT και των συνδικάτων κράτησαν πίσω τις μάζες, προτρέποντάς τις «να σεβαστούν τη δημοκρατική εντολή προς τον Μπολσονάρο» και να περιμένουν τις εκλογές για να τον διώξουν. Ταυτόχρονα, δικαιολογούσαν τη δειλία και τις μετατοπίσεις τους προς τα δεξιά, τρομοκρατώντας τους υποστηρικτές τους πως ο Μπολσονάρο φέρνει το φασισμό!
Λίγες μέρες πριν από τον δεύτερο γύρο, ο Λούλα δημοσίευσε μια «επιστολή για τη Βραζιλία του αύριο», γεμάτη με όμορφα λόγια για τη «δημοκρατία», την «ελευθερία», τη «βιώσιμη ανάπτυξη», την «ελπίδα», κλπ., αλλά με μια δέσμευση υπεράσπισης των θεμελιωδών συμφερόντων του κεφαλαίου στον πυρήνα της: «Είναι δυνατός ο συνδυασμός της δημοσιονομικής υπευθυνότητας, της μείωσης του δημόσιου χρέους, της κοινωνικής ευθύνης, και της βιώσιμης ανάπτυξης». Στο πλαίσιο μιας βαθιάς κρίσης του καπιταλισμού παγκοσμίως, «δημοσιονομική ευθύνη» σημαίνει αναγκαστικά περικοπές και επιθέσεις στην εργατική τάξη.
Οι βασικές αστικές εφημερίδες ήδη απαιτούν από τον Λούλα να εγκαταλείψει κάθε ιδέα ακόμα και ήπιων σοσιαλδημοκρατικών πολιτικών και να κυβερνήσει απαρέγκλιτα υπέρ των συμφερόντων της άρχουσας τάξης, χρησιμοποιώντας εκκλήσεις για την «επαναφορά της εθνικής ενότητας», την «επούλωση των πληγών της βραζιλιάνικης κοινωνίας», κλπ. Ένα άρθρο στην “O Globo” για παράδειγμα, τονίζει το ρόλο-κλειδί που πρέπει να έχει ο Αντιπρόεδρος Αλκμίν:
«Με το πρεστίζ που έχει, τόσο τα μέλη του PT όσο και οι σύμμαχοι του πρώην τουκάν [σ.: στέλεχος του αστικού κόμματος PSDB, εννοεί τον Αλκμίν] κατανοούν ότι θα επηρρεάσει τις επιλογές προσώπων για τα βασικά κυβερνητικά χαρτοφυλάκια, ιδιαίτερα στο οικονομικό πεδίο, στο οποίο ο πρώην τουκάν έχει ιδιαίτερο κύρος ως αφοσιωμένος υπέρμαχος της δημοσιονομικής υπευθυνότητας. Θα πρέπει να κάνει επίσης ένα κύκλο ταξιδιών σε όλη τη χώρα και να αποτελέσει τον διαμεσολαβητή στις εσωτερικές διαφωνίες. Ως Καθολικός, πάντα κινούταν με μεγάλη άνεση ανάμεσα σε ηγέτες της Πεντηκοστιανής και της Νεο-Πεντηκοστιανής εκκλησίας, για παράδειγμα». [δικές μας υπογραμμίσεις]
Πολλοί άνθρωποι ψήφισαν τον Λούλα με βάση την ανάμνηση της προεδρίας του μεταξύ 2003 και 2011. Εκείνη την περίοδο, ενώ ασκούσε φιλοκαπιταλιστικές πολιτικές (συμπεριλαμβανομένης της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης, της δημοσιονομικής σταθερότητας, κλπ.), επωφελήθηκε από μια περίοδο υψηλών τιμών των πρώτων υλών, που σήμανε οικονομική ανάπτυξη στη Βραζιλία. Οι εργαζόμενοι έπαιρναν μισθολογικές αυξήσεις πάνω από τον πληθωρισμό και ο Λούλα μπόρεσε να δρομολογήσει κάποια κοινωνικά προγράμματα, όπως το “Bolsa Familia”. Όταν το 2014 τελείωσε εκείνη η περίοδος των υψηλών τιμών εμπορευμάτων, ο Λούλα είχε ήδη παραιτηθεί και ήταν η διάδοχός του Ντίλμα εκείνη που κλήθηκε να αντιμετωπίσει την οικονομική ύφεση και έγινε εξαιρετικά αντιδημοφιλής.
Η κατάσταση είναι εντελώς διαφορετική τώρα. Ο Λούλα έρχεται στην εξουσία κατά τη διάρκεια μιας παγκόσμιας κρίσης του καπιταλισμού, η οποία θα προκαλέσει σοβαρά πλήγματα στην οικονομία της Βραζιλίας. Η Κίνα δεν είναι σε θέση να αμβλύνει τις επιπτώσεις της κρίσης στη Λατινική Αμερική, όπως έκανε μεταξύ 2010 και 2014 αγοράζοντας μεγάλο όγκο πρώτων υλών. Σε αυτές τις συνθήκες, και με μια σταθερή δέσμευση για «δημοσιονομική ευθύνη», τα περιθώρια ελιγμών του Λούλα θα είναι πολύ περιορισμένα και η κυβέρνησή του θα επιτεθεί αναπόφευκτα στην εργατική τάξη.
Στη βάση της ταξικής συνεργασίας και των φιλοκαπιταλιστικών πολιτικών της νέας προεδρίας, ο Μπολσονάρο μπορεί μόνο να ενισχυθεί. Πρέπει να θυμηθούμε πώς προέκυψαν οι συνθήκες για τη νίκη του το 2018. Η Ντίλμα Ρούσεφ κέρδισε τις εκλογές του 2014 με μια αριστερή πλατφόρμα, αλλά στα πλαίσια της οικονομικής κρίσης τελικά προχώρησε σε μέτρα λιτότητας. Αυτό απογοήτευσε την εκλογική της βάση και προκάλεσε την υστερία της δεξιάς. Τελικά προδόθηκε από τον αντιπρόεδρό της, Μικέλ Τεμέρ, και καθαιρέθηκε μετά από πρόταση μομφής σε συμμαχία με τη δικαστική εξουσία και τον κρατικό μηχανισμό, που επίσης έριξαν τον Λούλα στη φυλακή με πλαστές κατηγορίες.
Ο Μπολσονάρο κέρδισε τις επόμενες εκλογές, παίζοντας το χαρτί της «διαφθοράς» του PT. Η καταστροφική, αντιδραστική θητεία του Μπολσονάρο ολοκληρώθηκε σε μεγάλο βαθμό ανεμπόδιστα, επειδή τα επίσημα αριστερά κόμματα και τα συνδικάτα πόνταραν τα πάντα σε αυτές τις εκλογές, τις οποίες τελικά κέρδισαν μόνο με ελάχιστη διαφορά.
Η νίκη του Λούλα είναι ένα πρώτο βήμα, αλλά τώρα πρέπει να προετοιμαστεί ένας αγώνας για πραγματική αλλαγή: την αλλαγή που έχουν ανάγκη οι μάζες των εργαζομένων και της νεολαίας που ψήφισαν τον Λούλα. Ο Μπολσονάρο ηττήθηκε στις κάλπες, αλλά ο «Μπολσοναρισμός» είναι ζωντανός και ακμαίος, και θα πρέπει να νικηθεί στα εργοστάσια, τους χώρους εργασίας και τις εργατικές γειτονιές, χρησιμοποιώντας τις μεθόδους των μαζικών απεργιών και διαδηλώσεων.
Είναι απαραίτητο να ενισχυθεί η ανεξάρτητη οργάνωση των εργατικών μαζών για να προετοιμαστούν γι’ αυτόν τον αγώνα. Η είσοδος των καταπιεσμένων μαζών στο προσκήνιο είναι ο μόνος τρόπος για να διασφαλιστεί ότι η ακροδεξιά και ο Μπολσοναρισμός θα πεταχτούν μια για πάντα στο σκουπιδοντενεκέ της ιστορίας.
In Defence of Marxism, 1 Νοεμβρίου 2022
Σημείωση: το άρθρο αυτό στηρίχθηκε σε υλικό που έχουν δημοσιεύσει οι σύντροφοί-ισσές μας της Esquerda Marxista στη Βραζιλία.
Μετάφραση: Ηλίας Κυρούσης