Στα τέλη Φλεβάρη πέθανε, ο Άρθουρ Μίλερ, ο δημιουργός έργων που αφορούσαν μεγάλα ηθικά και πολιτικά ζητήματα της σύγχρονης κοινωνίας. Ο Μίλερ γεννήθηκε στις 17 Οκτώβρη του 1915, στην Νέα Υόρκη και ήταν ο γιος ενός πετυχημένου ιδιοκτήτη εταιρίας ρούχων. Με το «κραχ» του 1929, οι Μίλερ καταστράφηκαν και η οικογένεια μετακόμισε στο Μπρούκλιν.
Η εμπειρία αυτή άφησε φανερά τα ίχνη της στο μυαλό του Άρθουρ. Η πεποίθηση ότι ο καπιταλισμός δύσκολα ανεβάζει κάποιον από «τα χαμηλά στα ψηλά», ενώ είναι πιο πιθανό να ρίξει βίαια τους ανθρώπους στην απόλυτη φτώχεια, συνόδευσε τον Μίλερ σε όλη του τη ζωή. Έτσι δεν μπορούσε να μείνει έξω από την εκμεταλλευτική πραγματικότητα αυτού του κόσμου και αφιέρωσε τη ζωή του σε μια στρατευμένη μορφή τέχνης.
Ο Μίλερ επειδή δεν είχε καθόλου λεφτά για να πάει στο πανεπιστήμιο, έγινε χαμηλόμισθος υπάλληλος σε μια αποθήκη που έφτιαχνε εξαρτήματα πλοίων. Άρχισε να διαβάζει αχόρταγα και ανέπτυξε ενδιαφέρον για την πολιτική και την λογοτεχνία. Η προσωπική του εμπειρία στη δουλειά και το διάβασμα τον έσπρωξε σε μια αριστερή κατεύθυνση. Παρ’ όλο που δεν ήταν Μαρξιστής, ο Μίλερ ασπάστηκε μια κάποια μορφή φιλελεύθερου – ουμανιστικού «Σοσιαλισμού». Η ταξική κοινωνία είναι ένα επαναλαμβανόμενο θέμα στα έργα του, όπως το είδαμε στην πρώτη επιτυχία του στο Μπρόντγουέι «Όλοι οι γιοι μου», όπου ένας προμηθευτής του στρατού συνειδητά πουλάει ελαττωματικά ανταλλακτικά, προκαλώντας το θάνατο πολλών Αμερικανών πιλότων.
Παρ’ όλα αυτά, η καθιέρωση του ήρθε με το κλασσικό έργο «ο Θάνατος του Εμποράκου», μια ιστορία για μια μικροαστική Αμερικάνικη οικογένεια που συνθλίφτηκε κάτω από την κρίση του Αμερικανικού καπιταλισμού. Ο πωλητής Γουίλη Λόμαν ενσαρκώνει το θύμα ενός κόσμου τις τύχες του οποίου ρυθμίζουν οι αόρατες δυνάμεις της αγοράς. Βαθμιαία, ο πωλητής χάνει τον έλεγχο της μοίρας του και πέφτει σε παρακμή. Παρ’ όλο που ο Γουίλη δούλεψε σκληρά σε όλη του τη ζωή, απολύεται από την δουλειά του. Η ιδέα ότι εάν δουλέψεις σκληρά, θα είσαι τυχερός στη ζωή, θρυμματίσθηκε. Το Αμερικάνικό όνειρο αποδεικνύεται αυταπάτη.
Είναι ειρωνικό βέβαια το γεγονός ότι η μεγάλη επιτυχία του έκανε τον Μίλερ εκατομμυριούχο. Την ίδια ώρα, οι αντιδραστικές πολιτικές φωνές αποκάλεσαν τα έργα του «Αντιαμερικανικά» και ο ίδιος μισήθηκε θανάσιμα από το Αμερικανικό κατεστημένο.
Στα 1950 όταν και εκτυλίσσονταν ένα «κυνήγι μαγισσών» εναντίον του και εναντίων πολλών άλλων αριστερών καλλιτεχνών ο Μίλερ – αντίθετα από τον Ελία Καζάν, τον σκηνοθέτη πολλών έργων του – αρνήθηκε να δώσει «ονόματα», παρ’ όλο που αυτό έβαλε την καριέρα του σε κίνδυνο.
Μέχρι τις τελευταίες του μέρες, ο Άρθουρ Μίλερ εναντιωνόταν στην εξωτερική πολιτική των «γερακιών» του Μπους. Παρέμεινε έτσι ένας στρατευμένος καλλιτέχνης και αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό στοιχείο, αν λάβουμε υπόψη τον αριθμό των αριστερών διανοουμένων όπου όταν γερνούν γίνονται κυνικοί και συμβιβάζονται με το κατεστημένο. Στον Μίλερ άρεσε να λέει ότι το θέατρο μπορούσε «να αλλάξει τον κόσμο». Δεδομένων των ορίων του τι μπορεί ένας καλλιτέχνης να κάνει, ο Μίλερ ασφαλώς δεν άλλαξε τον κόσμο, αλλά σίγουρα άλλαξε το Αμερικάνικο θέατρο.