Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΕπικαιρότηταΕλληνική ΕπικαιρότηταΟι αντεργατικές αλλαγές που πέρασε η κυβέρνηση και εκείνες που προωθεί

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Οι αντεργατικές αλλαγές που πέρασε η κυβέρνηση και εκείνες που προωθεί

Άρθρο με αφορμή το νομοσχέδιο της κυβέρνησης για τα εργασιακά, που αναμένεται να τεθεί σε δημόσια διαβούλευση μέσα στον Μάιο.

Όπως έχουμε εξηγήσει αναλυτικά και σε προηγούμενα άρθρα, με το πρόσχημα της πανδημίας, η κυβέρνηση έχει περάσει μεγάλο αριθμό αντεργατικών μέτρων, πολλά από τα οποία έχουν έρθει για να μείνουν, διαμορφώνοντας ένα νέο τοπίο εργασιακού μεσαίωνα και για την επόμενη μέρα της πανδημίας. Θα αναφέρουμε τις βασικότερες αλλαγές και αυτές που έχουν εξαγγελθεί.

Τηλεργασία: εντατικοποίηση και «ξεχείλωμα» ωραρίου

Η τηλεργασία αποδείχτηκε ότι αποτελεί ένα ισχυρό όπλο στα χέρια της εργοδοσίας για να εξαλείψει κάθε όριο ως προς τον εργάσιμο χρόνο και χώρο, να εντείνει τον βαθμό εκμετάλλευσης, να αυξάνει τα κέρδη των επιχειρήσεων. Μάλιστα ο ΣΕΒ την ζητούσε πολύ πριν την πανδημία. Πολύ γρήγορα η εμπειρία γκρέμισε την προπαγάνδα κυβέρνησης και εργοδοσίας που «διαφήμιζαν» την τηλεργασία σαν έναν «εργασιακό παράδεισο» και απέδειξε ότι αυτή συμβάλλει αποφασιστικά στην επιδείνωση της ζωής των εργαζόμενων.

Όπως αποδείχτηκε σε ακόμα πιο μαζική κλίμακα, μέσω της τηλεργασίας ο εργαζόμενος έγινε διαθέσιμος 24 ώρες τη μέρα, 7 μέρες τη βδομάδα, αφού μπορεί να του ζητηθεί να προσφέρει εργασία οποιαδήποτε ώρα της μέρας, από οποιοδήποτε μέρος. Ακόμη, η εμπειρία δείχνει ότι η τηλεργασία βοήθησε στο «ξεχείλωμα» του ωραρίου και σε κατά κανόνα απλήρωτες υπερωρίες, σε συνδυασμό με την πρακτική δυσκολία ελέγχων και τη συστηματική βοήθεια της κυβέρνησης προς τους εργοδότες για κατάχρηση, αλλά και απόκρυψη των υπερωριών.

Επίσης, απαιτείται από τον εργαζόμενο ο χώρος που χρησιμοποιεί για εργασία στο σπίτι να είναι «στεγανός» από τις δραστηριότητες των άλλων μελών της οικογένειας. Έτσι, εργασία και προσωπική ζωή βρίσκονται κάτω από την ίδια στέγη, και οι απαιτήσεις της εργασίας, λειτουργούν σε βάρος της προσωπικής – οικογενειακής ζωής.

Ταυτόχρονα, μειώνονται τα λειτουργικά κόστη της εργοδοσίας, τα οποία φορτώνονται – μέρος ή στο σύνολό τους – στις πλάτες των εργαζομένων (τεχνικός εξοπλισμός, κόστος σύνδεσης ίντερνετ, αγορά επίπλων, επιβαρυμένοι λογαριασμοί κ.ά.), ενώ η ευθύνη του εργοδότη για την υγεία και ασφάλεια στην εργασία μεταφέρεται κι αυτή στον εργαζόμενο.

Ακόμα, η τηλεργασία τοποθετεί τον εργαζόμενο εντελώς μόνο του απέναντι στην εργοδοσία, δυσκολεύει την κοινή δράση με τους συναδέλφους του και τα σωματεία, πλήττει το μοναδικό όπλο που έχει απέναντι στις αντεργατικές ορέξεις της εργοδοσίας, τη συλλογική δράση και τον αγώνα. Ο έλεγχος ακόμα κι από τους υποβαθμισμένους και υποστελεχωμένους ελεγκτικούς μηχανισμούς είναι αδύνατος, όταν ο χώρος εργασίας μεταφέρεται στα σπίτια των εργαζομένων.

Αντεργατική «Συν-Εργασία» κράτους – εργοδοτών

Με το πρόγραμμα «Συν-Εργασία» η εργοδοσία μπορεί να μετατρέπει συμβάσεις πλήρους απασχόλησης σε μερική και εκ περιτροπής εργασία, μειώνοντας ωράριο και μισθό μέχρι 50%. Το κράτος αναλαμβάνει να αναπληρώσει μόνο το 60% του μέρους του μισθού που χάνει ο εργαζόμενος, γεγονός που τελικά οδηγεί σε μείωση εισοδήματος κατά 20%.

Το πρόγραμμα μπορούν να εφαρμόζουν όλες οι επιχειρήσεις, ακόμα και αυτές που παρουσιάζουν κερδοφορία, με μόνη προϋπόθεση «να εμφανίζουν μείωση του τζίρου τους, τουλάχιστον 20%, κατά το προηγούμενο χρονικό διάστημα». Το πρόγραμμα ουσιαστικά δεν έχει ημερομηνία λήξης. Έχει συνδεθεί με το αντίστοιχο πρόγραμμα της ΕΕ «SURE», που έχει ορίζοντα μέχρι το τέλος του 2022.

Πρόκειται για έναν ακόμα μηχανισμό στήριξης της μεγάλης εργοδοσίας, αφού το κράτος αναλαμβάνει ένα μέρος της μισθοδοσίας, το κόστος του οποίου περνά στον λαό, ενώ η ανυπαρξία ελεγκτικών μηχανισμών καθιστά δεδομένη την ένταση της εργοδοτικής αυθαιρεσίας και των εκβιασμών, ώστε οι εργαζόμενοι να δουλεύουν απλήρωτες ώρες, επιπλέον του τυπικά μειωμένου ωραρίου.

Διευθέτηση με πρόσχημα την καραντίνα

Με το άρθρο 15 του ν.4722/2020 (ψηφίστηκε τον Σεπτέμβρη) η κυβέρνηση, με πρόσχημα την πανδημία, πέρασε «από την πίσω πόρτα» μια μορφή διευθέτησης του χρόνου εργασίας, που μπορεί να αποτελεί μπούσουλα για επόμενες νομοθετικές παρεμβάσεις, καθιερώνοντας για πρώτη φορά απλήρωτες υπερωρίες.

Προβλέπεται ότι ο εργαζόμενος που είχε μπει σε καραντίνα (7 ή 14 μέρες) και επέστρεψε στη δουλειά, μπορεί να δουλεύει μία ώρα επιπλέον του κανονικού ωραρίου, χωρίς να πληρώνεται για αυτή και μέχρι να συμπληρώσει το 50% των ωρών που αντιστοιχούν στις εργάσιμες μέρες παραμονής στο σπίτι!

Πρακτικά, ένας εργαζόμενος που εργάζεται 8ωρο – 5ήμερο – 40ωρο, όταν επιστρέψει από καραντίνα θα πρέπει να δουλεύει 9ωρο μέχρι και 40 εργάσιμες μέρες (2 μήνες), χωρίς να πληρώνεται την επιπλέον ώρα! Επιπλέον, οι επιχειρήσεις θα μπορούν παράλληλα να κάνουν χρήση και των κανονικών υπερωριών, με μοναδική προϋπόθεση να τηρούνται τα γενικά όρια (π.χ. να μεσολαβεί μεταξύ δύο εργάσιμων ημερών 11ωρη ανάπαυση).

Κλιμάκωση ενόψει: κατάργηση 8ωρου-αύξηση υπερωριών

Η επίθεση στην εργατική τάξη πρόκειται να κλιμακωθεί με νέο νομοσχέδιο που προετοιμάζει το υπουργείο εργασίας. Τις βασικές κατευθύνσεις του νομοσχεδίου, παρουσίασε ο προηγούμενος υπουργός Εργασίας Βρούτσης στα τέλη του Οκτώβρη και επιβεβαίωσε με πρόσφατες συνεντεύξεις και δηλώσεις του ο νέος υπουργός Χατζηδάκης.

Στο νομοσχέδιο θα υπάρχει πρόβλεψη ότι «επιχειρήσεις θα μπορούν να απασχολούν εργαζομένους ως 10 ώρες ημερησίως κατά μέγιστο, χωρίς πρόσθετη αμοιβή, εφόσον εντός του ίδιου 6μήνου εξοφλούν τις ώρες με αντίστοιχη μείωση ωρών ή ρεπό ή ημέρες άδειας». Ακόμη το σχέδιο νόμου προβλέπει «αύξηση των ωρών των νόμιμων υπερωριών».

Είναι σαφές από αυτή την διατύπωση ότι θεσμοθετούνται αφενός απλήρωτες υπερωρίες που θα «καλύπτονται» με ρεπό ή άδειες. Με τον τρόπο αυτό αυξάνεται τουλάχιστον κατά 20 ώρες την εβδομάδα ο χρόνος εργασίας, όποτε θέλει ο εργοδότης, δίχως μάλιστα αντίστοιχη αύξηση των αποδοχών. Μάλιστα η αύξηση του χρόνου εργασίας δεν θα μπορεί καν να υπολογιστεί αφού στην εισήγηση του νομοσχεδίου γίνεται λόγος για «αύξηση των ωρών των νόμιμων υπερωριών». Με τον τρόπο αυτό, καταργείται ουσιαστικά και η αποζημίωση του εργαζόμενου για τις πρόσθετες ώρες εργασίας, πέραν του 8ώρου, η οποία είναι μια μορφή αποζημίωσης για τη φθορά που προκαλούν στον εργαζόμενο οι πρόσθετες ώρες δουλειάς πάνω από το 8ωρο και για αυτόν ακριβώς το λόγο υπάρχει η προσαύξηση στο ωρομίσθιο για την υπερωρία και την υπερεργασία. Αφενός για να αποζημιώνεται ο εργαζόμενος από την μεγαλύτερη φθορά των δυνάμεών του, αφετέρου για να λειτουργεί ως αντικίνητρο στον εργοδότη να απαιτεί, χωρίς να υπάρχει μεγάλη ανάγκη, αυτή την πρόσθετη φθορά.

Η «καινοτομία» σε σχέση με προηγούμενες μορφές διευθέτησης του χρόνου εργασίας (ν. 3986/2010) είναι ότι καταργούνται οι ασφαλιστικές δικλείδες που προβλέπονταν σε αυτές, δηλαδή η συναίνεση του εργαζόμενου και αφετέρου συμφωνία με τις εργατικές οργανώσεις (σ.σ.ε. ή συμφωνία με το συμβούλιο εργαζομένων). Πλέον η απόφαση θα λαμβάνεται μονομερώς από την εργοδοσία. Με τον τρόπο αυτό καταργείται ουσιαστικά και επίσημα το 8ωρο, 100 χρόνια μετά την νομοθέτησή του.

Με όλα αυτά βέβαια μειώνονται οι νέες θέσεις εργασίας – αφού είναι πιο φθηνό για τον εργοδότη να εξαντλεί τους εργαζόμενους του με το νόμο, αντί να προσλαμβάνει νέους για την αντιμετώπιση έκτακτων αναγκών. Παράλληλα ενισχύεται η λεγόμενη «εργασιακή ευελιξία» με τα ωράρια- λάστιχο και μειώνεται ο μέσος μισθός.

Φακέλωμα στα συνδικάτα και κατάργηση δικαιώματος υπογραφής σ.σ.ε.

Με δύο επιπλέον διατάξεις, ως υποχρεωτική προϋπόθεση για να λειτουργεί ένα συνδικάτο, τίθεται η αποδοχή του φακελώματος από το κράτος και την εργοδοσία. Συγκεκριμένα, ορίζεται ότι «καθίσταται προϋπόθεση για την άσκηση συνδικαλιστικού δικαιώματος η απογραφή στο ήδη νομοθετημένο Γενικό Μητρώο», ενώ το «δικαίωμα συλλογικής διαπραγμάτευσης αναγνωρίζεται μόνο στις οργανώσεις που έχουν εγγραφεί στα νομοθετημένα ψηφιακά Μητρώα».

Με άλλα λόγια αν ένα σωματείο δεν δέχεται να στείλει κατάλογο των μελών του στο κράτος, μέσω της απογραφής στο μητρώο του Υπουργείου Εργασίας, δεν έχει δικαίωμα ούτε να υπογράψει συλλογική σύμβαση, ούτε να κηρύξει απεργία.

Απεργίες: πιο δύσκολη η κήρυξη – πιο εύκολη η απαγόρευση

Ταυτόχρονα, με το νομοσχέδιο, τίθεται υπό διωγμό, ακόμα και ποινικό, το απεργιακό δικαίωμα. Τίθενται αυστηρότερες προϋποθέσεις για την κήρυξη της απεργίας και διευκολύνεται η δικαστική καταστολή των απεργιών αφού, εκτός από αυστηρότερες προϋποθέσεις, προβλέπονται περισσότεροι λόγοι για τους οποίους μία απεργία μπορεί να κηρυχθεί παράνομη από τα δικαστήρια. Και αυτά τη στιγμή που ήδη 9 στις 10 απεργίες βγαίνουν παράνομες ή καταχρηστικές…

Ειδικότερα προβλέπονται τα εξής: σε περίπτωση απεργίας «το προσωπικό στοιχειώδους λειτουργίας, που πρέπει να εξακολουθεί να εργάζεται στις επιχειρήσεις που η λειτουργία τους είναι κρίσιμη για το κοινωνικό σύνολο, στο Δημόσιο, τους ΟΤΑ και τα ΝΠΔΔ, ορίζεται σε τουλάχιστον 40%»! Μέχρι τώρα δεν υπήρχε αριθμητικό όριο, αλλά προβλεπόταν συμφωνία με την συνδικαλιστική οργάνωση. Μάλιστα ο μη ορισμός του προσωπικού ασφαλείας θεωρείται ποινικά κολάσιμη πράξη.

Προστίθεται διάταξη που χτυπά και ουσιαστικά καταργεί τις Γενικές Συνελεύσεις ως ανώτερο όργανο των συνδικάτων, στο οποίο υπάρχει ζωντανή συμμετοχή των εργαζομένων στην ενημέρωση, στη συζήτηση, στη συνδιαμόρφωση και τη λήψη των αποφάσεων. Αντίθετα, ορίζεται ότι το Συνδικάτο «πρέπει να παρέχει πραγματική πρακτική δυνατότητα συμμετοχής και ψήφου εξ αποστάσεως, ηλεκτρονικώς, ιδίως για τη λήψη απόφασης απεργίας…». Δηλαδή, αντί για λήψη αποφάσεων μέσα από συλλογικές, ζωντανές και ουσιαστικά δημοκρατικές διαδικασίες με συμμετοχή των ίδιων των εργαζομένων, οι αποφάσεις συνολικά και ειδικά για τις απεργίες θα λαμβάνονται με τους εργάτες απομονωμένους τον έναν από τον άλλον, να πατούν ένα κουμπί από το σπίτι τους, ίσως και υπό την «επίβλεψη» των εκπροσώπων της εργοδοσίας…Είναι ευνόητο ότι η συγκεκριμένη διάταξη έρχεται να διευκολύνει το στήσιμο απεργοσπαστικών μηχανισμών.

Η παραπάνω διάταξη, μάλιστα, έρχεται να «κουμπώσει» με την διάταξη που ψήφισε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ (νόμος 4512/2018), περί απαρτίας του 50%+1 στις Γενικές Συνελεύσεις, που ήδη έχει θέσει τεράστια εμπόδια στην κήρυξη απεργίας.

Απαγορέυεται στην πράξη η περιφρούρηση της απεργίας. Συγκεκριμένα, «απαγορεύονται οι καταλήψεις χώρων και εισόδων και η άσκηση ψυχολογικής ή σωματικής βίας. Αν λάβουν χώρα, η απεργία καθίσταται παράνομη. Όσοι μετέχουν σε κατάληψη ή βιαιοπραγούν, τελούν ποινικώς κολάσιμη πράξη»!

Τέλος, τίθενται ακόμα αυστηρότερες προϋποθέσεις για την κήρυξη απεργίας, αφού προβλέπεται πως στην προειδοποίηση για την απεργία απαραίτητο είναι να αναφέρονται και να αιτιολογούνται οι λόγοι και τα αιτήματα που την θεμελιώνουν.

Ακόμα το νομοσχέδιο όπως είχε παρουσιαστεί από τον Βρούτση, περιλάμβανε και άλλες αντεργατικές διατάξεις, μεταξύ άλλων: αφαίρεση αρμοδιοτήτων της Επιθεώρησης Εργασίας υπέρ του ΟΜΕΔ και νέα εμπόδια στην υπογραφή σ.σ.ε., μέτρα διευκόλυνσης των απολύσεων, «ξεχείλωμα» των υπερωριών και επέκταση της εργασίας την Κυριακή. Όλα αυτά δεν τα έχει ανακαλέσει ο Χατζηδάκης, συνεπώς παραμένουν στο τραπέζι.

Η επίθεση λοιπόν είναι σε όλα τα μέτωπα. Το εργατικό κίνημα αν θέλει να απαντήσει, πρέπει να προετοιμαστεί για μια σκληρή μάχη, κάνοντας στην άκρη τις ηγεσίες που δεν θέλουν και δεν μπορούν να οργανώσουν τον αγώνα.

Παναγιώτης Κολοβός

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα