Νωρίς το πρωί της 3ης Ιουνίου, οι ένοπλες δυνάμεις του Σουδάν εισέβαλαν και απομάκρυναν με τη βία τους επαναστάτες που είχαν κατασκηνώσει μπροστά από το Υπουργείο Άμυνας από τις 6 Απριλίου. Αυτή ήταν μόνο η αρχή μιας εκστρατείας τρομοκρατίας, η οποία διοργανώθηκε από το αντεπαναστατικό Προσωρινό Στρατιωτικό Συμβούλιο (ΤΜC).
Τουλάχιστον 13 έχει αναφερθεί ότι έχουν σκοτωθεί και εκατοντάδες τραυματιστεί,, μετά την άγρια επίθεση στους συγκεντρωμένους επαναστάτες στο Χαρτούμ, σήμερα το πρωί. Σύμφωνα με αναφορές, χθες το βράδυ, στρατιωτικές μονάδες της περιοχής αποσύρθηκαν και αντικαταστάθηκαν από τις αντιδραστικές Δυνάμεις Ταχείας Επέμβασης (RSF). Πριν από την έναρξη της επίθεσης, οι είσοδοι της κατασκήνωσης των επαναστατών αποκλείστηκαν και άρχισαν οι πυροβολισμοί στους άοπλους συγκεντρωμένους, που φώναζαν «συγκεντρωνόμαστε ειρηνικά»! Αμέσως μετά, οι στρατιώτες έκαψαν τις σκηνές, ξυλοκόπησαν διαδηλωτές και πυροβόλησαν άοπλους αγωνιστές. Επιπλέον, ελεύθεροι σκοπευτές πυροβολούσαν όποιον προσπαθούσε να καταγράψει τα γεγονότα.
Πολιτοφύλακες επιτέθηκαν επίσης και σε άλλες περιοχές της πόλης, κυνηγώντας διαδηλωτές και εκκαθαρίζοντας οδοφράγματα. Τόσο το νοσοκομείο Al Mualim όσο και το νοσοκομείο Βασιλικής Φροντίδας, σύμφωνα με πληροφορίες, πολιορκήθηκαν και τραυματίστηκαν διαδηλωτές, τόσο εντός των χώρων όσο και κατά την άφιξή τους.
Αλλά η νίκη της αντεπανάστασης απέχει πολύ από το να είναι εγγυημένη. Μιλώντας στο Αλ Τζαζίρα, ένας διαδηλωτής είπε:
«[Οι ένοπλοι επιτιθέμενοι] πυροβολούσαν στα τυφλά και οι άνθρωποι έτρεχαν για τη ζωή τους. Μπλόκαραν όλους τους δρόμους και οι περισσότερες σκηνές στην κατασκήνωση έχουν πυρποληθεί (…) Οι άνθρωποι είναι πολύ θυμωμένοι αυτή τη στιγμή. Δεν ξέρουν τι θα μπορούσε να συμβεί μετά. Οι διαδηλωτές έχουν διασκορπιστεί σε άλλα μέρη της πόλης. Τώρα, έχουν ξανακατέβει στους δρόμους και έχουν μπλοκάρει τους δρόμους στις γειτονιές τους».
Φαίνεται ότι, μακριά από το να έχει το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα να αποθαρρύνει το κίνημα, η επίθεση έχει ρίξει λάδι στη φωτιά της επανάστασης και την σπρώχνει στο να πάρει περαιτέρω μέτρα. Ο θυμός βρίθει σε κάθε εργοστάσιο, γειτονιά και χωριό. Οι Δυνάμεις για την Ελευθερία και την Αλλαγή (FFC), οι οποίες καθοδηγούνται από την Ένωση Επαγγελματιών του Σουδάν (SPA), δημοσίευσαν μια δήλωση που γράφει:
«(…) καλούμε σε μια πολιτική γενική απεργία [διαρκείας] και πολιτική ανυπακοή από σήμερα, 3 Ιουνίου 2019, μέχρι την τελική ανατροπή του καθεστώτος “[καλώντας επίσης]” (…) τις ένοπλες δυνάμεις του λαού και της αστυνομίας να κάνουν το καθήκον τους, προστατεύοντας το σουδανικό λαό από τις πολιτοφυλακές του Προσωρινού Στρατιωτικού Συμβουλίου και τις παραστρατιωτικές ομάδες, και να ταχθούν με τη θέληση του λαού να ανατρέψει το καθεστώς».
Το SPA έχει επίσης καλέσει όλες οι γειτονιές, οι δρόμοι και γέφυρες σ’ όλη τη χώρα να καταληφθούν από τους επαναστάτες. Δεν είναι σαφές πόσο επιτυχές είναι το κάλεσμα για γενική απεργία, αυτό που γνωρίζουμε είναι ότι όλες οι πτήσεις ακυρώνονται, καθώς οι πιλότοι και οι χειριστές αποσκευών απεργούν.
Η αντεπανάσταση προετοιμάζεται για μια αποφασιστική αναμέτρηση
Είναι σαφές ότι η παρούσα επίθεση της αντεπανάστασης έχει προετοιμαστεί εδώ και πολύ καιρό. Στις 13 Μαΐου, οι δυνάμεις των RSF άνοιξαν πυρ στην αγορά του Χαρτούμ, σκοτώνοντας έξι ανθρώπους και τραυματίζοντας περισσότερους από 200. Έκτοτε, το ΤΜC εγκατέλειψε τις διαπραγματεύσεις με τους επαναστάτες και ξεκίνησε μια εκστρατεία καθημερινών επιθέσεων κατά της επανάστασης, χαρακτηρίζοντάς την όλο και πιο βίαιη, παρά το γεγονός ότι οι διαμαρτυρίες παρέμεναν ειρηνικές. Η κλιμάκωση των φόνων και της βίας έγινε μονομερώς από τις κρατικές δυνάμεις.
Καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο Μοχάμεντ Χάμνταν Χεμέτι, Αναπληρωτής Πρόεδρος του ΤΜC, και διοικητής της μοχθηρής πολιτοφυλακής, υπό την ονομασία «Δυνάμεις Ταχείας Υποστήριξης», έχει κάνει εντατικές προετοιμασίες, ενισχύοντας τις δυνάμεις του. Καθ’ όλη τη διάρκεια του μήνα του Ραμαζανιού, έχει διεξάγει μία εκστρατεία δημαγωγίας στους πολιτοφύλακες, τους αρχηγούς φυλών και έχει προχωρήσει σε διεθνείς επαφές. Σχολιάζοντας τα γεγονότα στο Σουδάν, προσπαθεί να παρουσιαστεί ως αντίπαλος του Μπασίρ, αλλά και υπερασπιστής της σταθερότητας και των παραδοσιακών αξιών. Προσπαθώντας να ανυψώσει το ηθικό των αντεπαναστατικών δυνάμεων, ο Χεμέτι και οι άλλοι ηγέτες είχαν οξύνει την υστερία ανάμεσα στους υποστηρικτές και τους πολιτοφύλακες – οι οποίοι συχνά δεν ξεπερνούν την ηλικία των 15-16 ετών και προέρχονται από εξαιρετικά οπισθοδρομικές περιοχές – ισχυριζόμενοι ότι η επανάσταση είναι αντι-ισλαμική.
Μαζί με τον σύμμαχό του και επικεφαλής του ΤMC, Αμπντέλ Φατάχ αλ Μπουρχάν, ο Χεμέτι επισκέφθηκε επίσης μια σειρά χωρών της ευρύτερης περιοχής την προηγούμενη εβδομάδα. Ενώ ο Χεμέτι συναντήθηκε με τον Σαουδάραβα πρίγκιπα Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν, ο Μπαρχάν επισκέφθηκε την Αίγυπτο και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Τα καθεστώτα αυτών των χωρών είναι αποφασισμένα να συντρίψουν την επανάσταση στο Σουδάν, από φόβο μην εξαπλωθεί η «πυρκαγιά» στις δικές τους χώρες. Είναι πιθανό σ’ αυτά τα ταξίδια οι αφέντες του ΤΜC να έδωσαν το τελικό πράσινο φως για να κινηθούν ενάντια στην επανάσταση.
Μετά τη μεγάλη γενική απεργία την περασμένη εβδομάδα, το ΤΜC όξυνε την απειλητική ρητορική κατά της επανάστασης, δηλώνοντας στις 30 Ιουνίου ότι: «ο τόπος της διαμαρτυρίας [κατασκήνωση επαναστατών] έχει γίνει ανασφαλής και αποτελεί κίνδυνο για την επανάσταση και τους επαναστάτες και απειλεί την συνοχή του κράτους και της εθνικής του ασφάλειας». Είναι σαφές ότι η απεργία ήταν ένα προειδοποιητικό σήμα για την άρχουσα τάξη. Δεν μπορεί να επιτρέψει στο κίνημα να αποκτήσει περισσότερη αυτοπεποίθηση. Κατά τη διάρκεια της γενικής απεργίας, τεράστια τμήματα της κοινωνίας, συμπεριλαμβανομένων όλων των υπουργείων, τέθηκαν ντε φάκτο στην εξουσία των επαναστατικών οργανώσεων, με το FFC και το SPA επικεφαλής. Ταυτόχρονα, η στρατιωτική χούντα βλέπει τη διστακτικότητα των ηγεσιών αυτών των οργανώσεων ως ένδειξη αδυναμίας και βλέπει την ευκαιρία να επιτεθεί για να εδραιώσει τη εξουσία της.
Από τότε, ήταν ξεκάθαρο ότι το TMC ετοιμάζει την αντεπίθεσή του. Στην πραγματικότητα, οι διαδηλωτές του Χαρτούμ ήταν ενήμεροι γι’ αυτό και είχαν λάβει κάποιες προφυλάξεις για να υπερασπιστούν τον εαυτό τους, όπως η οικοδόμηση ισχυρότερων οδοφραγμάτων. Αλλά το ότι ήταν άοπλοι σήμαινε ότι δεν είχαν καμία πιθανότητα ενάντια στους πολιτοφύλακες των RSF, που ήταν οπλισμένοι μέχρι τα δόντια.
Εν τω μεταξύ, οι απλοί στρατιώτες, οι οποίοι είχαν συχνά υπερασπιστεί τους διαδηλωτές από τις δυνάμεις των RSF, απομακρύνθηκαν από τους δρόμους, με τους πιο μαχητικούς απ’ αυτούς να είναι πιθανότατα μόνιμα έγκλειστοι στους στρατώνες τους. Χωρίς οργανωμένη σύνδεση μεταξύ της επανάστασης και των στρατιωτών, δεν υπήρχαν πολλά που θα μπορούσαν να γίνουν για την προστασία του κινήματος.
Η επανάσταση πρέπει να προχωρήσει
Η κτηνωδία της αντεπανάστασης δείχνει ότι τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης και των εργατών, των χωρικών και των φτωχών του Σουδάν δεν μπορούν να συμβιβαστούν. Το ΤΜC και όλες οι κορυφές του κράτους ανήκουν στην ίδια άρχουσα τάξη με τον Ομάρ Μπασίρ. Είναι η ίδια τάξη που καρπώνεται τον πλούτο του Σουδάν και τρομοκρατεί τον πληθυσμό της για δεκαετίες. Μπορούν να διατηρήσουν τα προνόμια και τις θέσεις τους, μόνο εφόσον οι μάζες έχουν τσακιστεί και υποδουλωθεί.
Ήταν η δύναμη της επανάστασης που ανάγκασε το TMC να απομακρύνει τον Μπασίρ για να εκτρέψει την επανάσταση και να μη χάσει τον έλεγχο. Νιώθοντας πολύ αδύναμη για να αντιμετωπίσει την επανάσταση τότε, η άρχουσα τάξη αποφάσισε να θυσιάσει τον Μπασίρ, ώστε να εξαγοράσει χρόνο για να αναδιοργανωθεί και να αντεπιτεθεί. Δεν υπήρξε ποτέ θέμα ειρηνικής συγκυριαρχίας των επαναστατικών μαζών και της χούντας. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, η άρχουσα τάξη ήθελε να αποκαταστήσει τη σταθερότητα και πάλι – δηλαδή τη σταθερότητα σε καπιταλιστική βάση, όπου η πλειοψηφία των ανθρώπων του μόχθου υποφέρουν προς όφελος μιας μειονότητας.
Η φύση απεχθάνεται το κενό. Η άρχουσα τάξη γνωρίζει πολύ καλά τα συμφέροντά της και αυτό που βλέπουμε είναι ότι κινείται προς την υπεράσπιση αυτών των συμφερόντων. Η άρχουσα τάξη και οι εργαζόμενες μάζες δεν μπορούν να μοιραστούν την εξουσία και, αργά ή γρήγορα, ένας από τους δύο θα πρέπει να επικρατήσει. Με τους ηγέτες του κινήματος να μη θέτουν το ζήτημα της εξουσίας, η άρχουσα τάξη τώρα κινείται για να την πάρει.
Ο Χεμέτι και τα αντεπαναστατικά του στρατεύματα έχουν εμφανιστεί ως οι πιο κατάλληλοι υποψήφιοι της άρχουσας τάξης για το σκοπό αυτό. Υποστηριζόμενος από τις αντιδραστικές άρχουσες τάξεις της Σαουδικής Αραβίας, της Αιγύπτου και των Αραβικών Εμιράτων, καθώς και τους αντιδραστικούς ντόπιους αρχηγούς των φυλών, και με ένα στρατό από λουμπενοποιημένους νέους από τις καθυστερημένες φυλές, οι οποίοι εξαγοράστηκαν με μερικές εκατοντάδες δολάρια το μήνα και μετά φανατίστηκαν για να γίνουν ομάδες κρούσης, το καθεστώς ετοιμάζεται να «αποκαταστήσει την τάξη» και να συντρίψει την επανάσταση.
Αν τα καταφέρει, θα έχουμε ένα αιματοκύλισμα. Η επανάσταση δεν μπορεί να διστάσει σ’ αυτή την κρίσιμη στιγμή. Το FFC έχει καλέσει μια γενική απεργία διαρκείας. Αυτό είναι απόλυτα σωστό. Όλοι οι οικονομικοί και πρακτικοί μοχλοί της άρχουσας τάξης πρέπει να παραλύσουν από τους Σουδανούς εργάτες και τους φτωχούς. Οι μάζες πρέπει να κινητοποιηθούν παντού για να πολεμήσουν εναντίον της χούντας. Οι απεργιακές επιτροπές θα πρέπει να συνδεθούν σε τοπικό και εθνικό επίπεδο, για να συντονίσουν τον αγώνα και να απομονώσουν κάθε αντεπαναστατική δραστηριότητα το ταχύτερο δυνατόν.
Ταυτόχρονα, ως πρώτο βήμα, κάθε απεργιακή επιτροπή και επιτροπή γειτονιάς πρέπει να οργανώνει τις δικές της πολιτοφυλακές άμυνας, οι οποίες θα πρέπει επίσης να συνδεθούν σε τοπικό και εθνικό επίπεδο για να υπερασπιστούν το κίνημα ενάντια σε οποιαδήποτε επίθεση.
Ταυτόχρονα, πρέπει να οργανωθεί μια συστηματική εκστρατεία σ’ όλη τη χώρα, για να προσεγγιστούν οι στρατιώτες και να κερδηθούν στην επανάσταση. Χωρίς το «σπάσιμο» του στρατού σε ταξικές γραμμές, η επανάσταση δεν μπορεί να νικήσει. Ενώ οι στρατηγοί είναι όλοι αντεπαναστάτες, οι στρατιώτες είναι τα αδέλφια και τα παιδιά των ίδιων ανθρώπων που αγωνίζονται στους δρόμους. Στην πραγματικότητα, επανειλημμένα τους τελευταίους μήνες, έχουν ταχθεί με την επανάσταση κατά των επιθέσεων από αντιδραστικές πολιτοφυλακές. Επιτροπές επαναστατών στρατιωτών θα πρέπει να εκλέγονται σε κάθε στρατώνα και να συνδέονται με τις επιτροπές εργαζομένων, χωρικών και γειτονιάς.
Όπως μπορούμε να δούμε, οι δυνάμεις της αντίδρασης δε θα διστάσουν να προκαλέσουν ένα ποτάμι αίματος, για να υπερασπιστούν τις θέσεις τους. Αλλά δεν έχουν καμία ελπίδα ενάντια στις δυνάμεις της επανάστασης. Αυτό που χρειάζεται είναι μια δυναμική και οργανωμένη απάντηση. Το κίνημα πρέπει να κινητοποιήσει και να οργανώσει όλες τις δυνάμεις του, για να αναλάβει όλους τους στρατηγικούς τομείς, όπως την επικοινωνία, τα μέσα ενημέρωσης, τις τράπεζες και τους βασικούς μοχλούς της οικονομίας. Την ίδια στιγμή, πρέπει να συλληφθούν τα μέλη του ΤΜC και οποιοσδήποτε άλλος ήταν συνεργός στα εγκλήματα του προηγούμενου καθεστώτος, καθώς και στα εγκλήματα κατά της επανάστασης.
Μια επαναστατική γενική απεργία θα θέσει το ζήτημα της εξουσίας καθαρά. Αλλά δε θα το λύσει! Αν η επανάσταση δεν νικήσει, η αντεπανάσταση θα επανέλθει, ακόμα πιο βίαια. Το να κάνουν μόνο απεργίες και να περιμένουν τους στρατηγούς να υποχωρήσουν ή να «βελτιώσουν τη συμπεριφορά τους» είναι ουτοπικό και θα οδηγήσει μόνο σε αποθάρρυνση, η οποία με τη σειρά της θα ανοίξει το δρόμο για μια αντεπίθεση της αντεπανάστασης. Η μόνη λογική κατάληξη μιας επαναστατικής γενικής απεργίας είναι μια επαναστατική ένοπλη εξέγερση. Δεν μπορεί να υπάρξει πλέον συζήτηση για συνομιλίες και διαπραγματεύσεις. Είτε το θέλουν είτε όχι, οι ηγέτες του κινήματος πρέπει να καλέσουν σε μια μεγάλη επίθεση τώρα και να αναλάβουν επιτέλους την εξουσία, ανατρέποντας το παλιό σάπιο καθεστώς μια για πάντα.
Κάτω η χούντα!
Κάτω ο Χεμέτι και οι RSF!
Νίκη στη Γενική Απεργία!
Για μια επαναστατική εξέγερση για την ανατροπή του TMC και του υπόλοιπου σάπιου καπιταλιστικού καθεστώτος!
Χαμίντ Αλιζαντέχ
Μετάφραση: Ηλίας Κυρούσης